Ποιοί μοναχοί και πότε πρέπει να προτιμούν την υπηρεσία από την προσευχή – αββά Μάρκου.

Ο Κύριός μας, γνωρίζοντας ότι όλα οχυρώνονται με την προσευχή, λέει: «Μη μεριμνήσετε τι θα φάτε ή τι θα πιείτε ή τι θα ντυθείτε, αλλά να ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού, και όλα αυτά θα ακολουθήσουν».1 Και μάλλον με τα λόγια αυτά ο Κύριος μας καλεί σε μεγαλύτερη πίστη. Γιατί, ποιος άνθρωπος που θα αποβάλει τη μέριμνα για τα πρόσκαιρα και θα ελευθερωθεί από τις ανάγκες δεν θα πιστέψει όσα λέει ο Κύριος σχετικά με τα αιώνια αγαθά; Αυτό φανέρωνε και εκείνος λέγοντας: «Ο πιστός στα μικρά θα είναι πιστός και στα μεγάλα».2 Και σε τούτο όμως έδειξε σ’ εμάς τη φιλανθρωπία του. Γνωρίζοντας δηλαδή ότι είναι απαραίτητη η ημερήσια επιμέλεια του σώματος, δεν απέκλεισε την καθημερινή φροντίδα, αλλά μας παραχώρησε το σήμερα και, ως Θεός που είναι, προστάζει να μη μεριμνούμε για το αύριο.3 Γιατί δεν είναι δυνατόν, έχοντας σώμα και όντας άνθρωποι, να μη λογαριάσουμε καθόλου τις ανάγκες του σώματος. Το να περιοριστούν τα πολλά σε λίγα, με την προσευχή και την εγκράτεια, είναι κάτι που γίνεται. το να μη λογαριαστούν όμως καθόλου, είναι αδύνατο.
Γι’ αυτό και όποιος θέλει να γίνει άνδρας ώριμος, φτάνοντας στην τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός,4 όπως λέει η Γραφή, αυτός δεν πρέπει να προτιμά τις κάθε λογής υπηρεσίες από την προσευχή ή να τις αναλαμβάνει χωρίς ανάγκη και όπως τύχει. Όταν όμως του παρουσιάζονται από κάποια ανάγκη και με οικονομία του Θεού, οφείλει να μην τις απωθεί και να μην τις απορρίπτει με πρόφαση την προσευχή, αλλά και τη διαφορά να καταλαβαίνει, και στην οικονομία του Θεού να υποτάσσεται χωρίς σκέψη. Όποιος δεν φρονεί έτσι, αυτός ούτε πιστεύει ότι, σύμφωνα με τη Γραφή, εντολή από εντολή διαφέρει ή η μία περιέχει την άλλη, ούτε θέλει, σύμφωνα με τον προφήτη, να συμμορφώνεται προς όλες τις εντολές,5 όταν του παρουσιάζονται σύμφωνα με τη θεία οικονομία.
Τις υπηρεσίες επομένως που είναι αναγκαίες και μας παρουσιάζονται σύμφωνα με τη θεία οικονομία, πρέπει να τις δεχόμαστε οπωσδήποτε, να αποφεύγουμε όμως τις άκαιρες ασχολίες, και μάλιστα εκείνες που μας παρασύρουν στην πολυτέλεια και στην απόκτηση περισσότερων υλικών αγαθών, και να προτιμούμε την προσευχή. Γιατί, όσο κανείς περιορίσει τις ασχολίες αυτές με τη χάρη του Κυρίου και περικόψει εκείνες που ενδιαφέρονται για τα υλικά, τόσο περιορίζει τον νου του από την περιπλάνηση. Και όσο περιορίσει τον νουν του, τόσο ανοίγει τόπο για την καθαρή προσευχή και δείχνει την πίστη του στον Χριστό. Αν όμως κανείς, από ολιγοπιστία ή κάποια άλλη αδυναμία, δεν μπορεί να το κάνει αυτό, τουλάχιστον ας αναγνωρίζει την αλήθεια και ας προσπαθεί όσο μπορεί, κατηγορώντας τη νηπιακή του κατάσταση. Γιατί είναι καλύτερο να δώσει στον Θεό λόγο για τις ελλείψεις του, παρά για πλάνη και υπερηφάνεια.
Πλην όμως, πέρα από όλα όσα είπαμε, μας χρειάζεται πολλή διάκριση από το Θεό, ώστε να γνωρίζουμε πότε και ποια ασχολία οφείλουμε να προτιμούμε από την προσευχή. Και τούτο επειδή ο καθένας που ασχολείται με την αγαπημένη του εργασία, νομίζει ότι κάνει απαραίτητη υπηρεσία, αγνοώντας ότι οφείλει να κρίνει τα πράγματα έτσι που να γίνεται ευάρεστος στον Θεό και όχι στον εαυτό του. Και κάτι άλλο, ακόμη πιο δυσδιάκριτο από αυτό: και αυτές τις αναγκαίες εντολές πρέπει να τις προτιμούμε όχι πάντοτε, ούτε όλο τις ίδιες, αλλά την καθεμία στον καιρό της. Γιατί η κάθε υπηρεσία δεν εκτελείται πάντοτε, αλλά στον ορισμένο καιρό, ενώ για την προσευχή έχει νομοθετηθεί να γίνεται αδιάκοπα,6 και γι’ αυτόν τον λόγο οφείλουμε να την προτιμούμε από τις μη αναγκαίες ασχολίες.
Αυτή τη διαφορά διδάσκοντας και όλοι οι απόστολοι, έλεγαν στο πλήθος των χριστιανών που ήθελαν να τους απασχολήσουν σε υπηρεσία: «Δεν είναι καλό να αφήσουμε εμείς το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να υπηρετούμε σε τραπέζια. Διαλέξτε λοιπόν με προσοχή από εσάς τους ίδιους εφτά άντρες με καλή φήμη, τους οποίους θα ορίσουμε να κάνουν αυτό το έργο, και εμείς θα αφοσιωθούμε στο έργο του κηρύγματος και στην προσευχή». Και τα λόγια αυτά άρεσαν σε όλους.7
Τι λοιπόν μαθαίνουμε από αυτά; Ότι για εκείνους που δεν μπορούν ακόμη να αφοσιωθούν στην προσευχή, είναι καλό να ασχολούνται με την υπηρεσία, έτσι ώστε να μη χάσουν και τα δύο. Αυτοί όμως που μπορούν, είναι πιο καλό να μην παραμελούν το ανώτερο, δηλαδή την προσευχή.
Υποσημειώσεις.
1. Πρβ. Ματθ. 6, 31 και 33
2. Πρβ. Λουκ. 16, 10
3. Πρβ. Ματθ. 6, 34
4. Εφ. 4, 13
5. Πρβ. Ψαλμ. 118, 128
6. Α’ Θεσ’ 6, 17
7. Πράξ. 6, 2-5.

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.»

Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.