Η οπτασία ενός στρατιώτη και το σπίτι του Δεουσδέδιτ – Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

Η οπτασία ενός στρατιώτη.

Επίσης πριν τρία χρόνια κατά τον όλεθρο1 που θέρισε αυτήν την πόλη μας με φρικτές συμφορές, κατά τον οποίο φαινόντουσαν ακόμα και στη σωματική όραση βέλη εξ ουρανού να έρχονται και να κτυπούν ένα – ένα τα θύματα, όπως γνωρίζεις, πέθανε πια αυτός ο Στέφανος. Και ένας στρατιώτης εδώ στην πόλη μας επλήγη και έφθασε στα τελευταία του. Βγήκε από το σώμα του και απέμεινε εκεί ξεψυχισμένος, αλλά σύντομα επανήλθε και διηγήθηκε τι είχε συμβεί με αυτόν.
Έλεγε λοιπόν, όπως έγινε τότε γνωστό και σε πολλούς το πράγμα, πως ήταν εκεί μια γέφυρα, κάτω από την οποία έτρεχε ένας ποταμός μαύρος και ζοφώδης, που ανέπεμπε ένα νέφος ανυπόφορης δυσωδίας. Περνώντας την γέφυρα υπήρχαν τερπνά λειβάδια και χλοερά , στολισμένα με ευωδιαστά άνθη βοτάνων, στα οποία φαίνονταν μικρές συνάξεις λευκοφόρων ανθρώπων. Στον τόπο αυτόν τόσο γλυκιά μυρωδιά ενυπήρχε, που και μόνη η γλυκιά ευωδία της έφθανε για να χορτάσει εκείνους που περιφέρονταν και κατοικούσαν εκεί.
Εκεί υπήρχαν διάφορες μονές για όλους, η κάθε μία γεμάτη από μεγαλείο φωτός. Ακόμη κτιζόταν ένα σπίτι θαυμαστής μεγαλειότητας, το οποίο φαινόταν να κατασκευάζεται από πλινθία χρυσού, αλλά τίνος ήταν δεν μπόρεσε να μάθει. Μερικά πάλι οικήματα βρισκόντουσαν πάνω από την όχθη εκείνου του ποταμού, και άλλα τα άγγιζε το νέφος της αποπνεόμενης δυσωδίας, ενώ άλλα ούτε τα πλησίαζε η αποφορά που ανερχόταν από τον ποταμό.
Πάνω στη γέφυρα τελούνταν δοκιμασία: Αν ήθελε να τη περάσει κανένας από τους αδίκους, κατακρημνιζόταν στο σκοτεινό και βρωμερό ποτάμι. Αντίθετα οι δίκαιοι, τους οποίους δεν εμπόδιζε κάποιο πταίσμα, με σίγουρο και ελεύθερο βήμα περνούσαν και έφθαναν στους τερπνούς τόπους.
Εκεί ομολόγησε ως είδε και τον Πέτρο, τον προσωπάρχη της εκκλησιαστικής οικογένειας,2 ο οποίος απεβίωσε πριν τέσσερα χρόνια,3 κρεμασμένο ανάποδα στους βδελυρούς εκείνους τόπους και βεβαρημένο από μεγάλο βάρος σιδήρου δεμένο πάνω του. Και είπε πως, όταν ρώτησε γιατί συμβαίνει αυτό, άκουσε αυτά που εμείς, που τον γνωρίσαμε εδώ στον εκκλησιαστικό οίκο μας και ξέρουμε τις πράξεις του, θυμόμαστε πως έτσι έχουν. Του είπαν δηλαδή: «Αυτά τα παθαίνει, ακριβώς γιατί όποτε λάβαινε εντολή να επιβάλει κάποιες κυρώσεις, την εκτελούσε καταφέροντας κτυπήματα περισσότερο από διάθεση ωμότητας παρά από υπακοή». Πράγμα που κανείς που τον γνώρισε δεν αγνοεί πως έτσι έχει.
Εκεί ακόμη έλεγε πως είδε κάποιον ξένο πρεσβύτερο, ο οποίος φθάνοντας στη γέφυρα που είπαμε, με τόση εξουσία την πέρασε, με όση ειλικρίνεια και αυτός έζησε. Στην ίδια επίσης γέφυρα πιστοποίησε πως αναγνώρισε και τον Στέφανο, που αναφέραμε προηγουμένως. Όταν αυτός θέλησε να περάσει, γλίστρησε το πόδι του και το μισό του σώμα ήδη κρεμάσθηκε έξω από την γέφυρα. Άρχισαν τότε μερικοί βδελυρότατοι άνδρες που ανέβαιναν από τον ποταμό να τον τραβούν από τους μηρούς προς τα κάτω, και μερικοί λευκοφόροι και ωραιότατοι άνδρες από τους βραχίονες προς τα πάνω. Κι ενώ συνεχιζόταν αυτή η πάλη και τα αγαθά πνεύματα τραβούσαν πάνω και τα πονηρά κάτω, ο ίδιος αυτός που τα έβλεπε επέστρεψε στο σώμα και δεν έμαθε τι έγινε τελικά παρακάτω με εκείνον.
Από το περιστατικό αυτό δίδεται η δυνατότητα να εννοήσει κανείς για την ζωή αυτού του Στεφάνου, ότι σε αυτόν ανταγωνίζονταν τα κακά της σάρκας με τα έργα της ελεημοσύνης. Εφόσον δηλαδή συρόταν από τους μηρούς προς τα κάτω και από τους βραχίονες προς τα πάνω, είναι αναντίρρητα προφανές πως και τις ελεημοσύνες είχε αγαπήσει, και από τα ανομήματα της σάρκας τελείως δεν εγκρατεύθηκε, τα οποία και τον τραβούσαν κάτω. Αλλά σε αυτήν την εξέταση του αόρατου κριτή ποιο ήταν που νίκησε, μας διαφεύγει και εμάς και αυτόν που τα είδε και μετά ανακλήθηκε πίσω.
Ένα μόνο είναι σίγουρο, πως αυτός ο Στέφανος, αφού, όπως διηγήθηκα παραπάνω, είδε τους τόπους του άδη και επέστρεψε στο σώμα, μετά δεν διόρθωσε τελείως την ζωή του, εφόσον βγαίνοντας πια από το σώμα μετά από λίγα χρόνια κατέληξε και πάλι σε μονομαχία ζωής και θανάτου. Από αυτό το περιστατικό συνάγεται πως και οι ίδιες ακόμη οι τιμωρίες του άδη όταν αποκαλύπτονται, για άλλους συνιστούν αρχή βοηθείας, ενώ για άλλους τεκμήριο καταδίκης. Επομένως οι πρώτοι βλέπουν τα δεινά για να φυλαχθούν από αυτά, ενώ οι δεύτεροι κολάζονται τόσο περισσότερο, όσο δεν θέλησαν να αποφύγουν τις τιμωρίες του άδη που και τις είδαν και τις επιβεβαίωσαν.
ΠΕΤΡΟΣ. Τί σημαίνει σε παρακαλώ, που φαινόταν πως σε τερπνούς τόπους κτιζόταν το σπίτι κάποιου από πλυνθία χρυσού; Είναι οπωσδήποτε γελοίο, εάν πιστέψουμε πως σε εκείνη τη ζωή έχουμε ακόμα ανάγκη από τέτοια μέταλλα.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Ποιός, που έχει σώας τας φρένας, θα καταλάβαινε έτσι; Αλλά από αυτό που δείχθηκε εκεί, όποιος και να είναι αυτός για τον οποίο κτίζεται αυτή η μονή, μας δίδεται ολοφάνερα να εννοήσουμε ποια είναι η εργασία του εδώ κάτω. Δηλαδή είναι οπωσδήποτε σίγουρο πως θα κτίσει την μονή του από χρυσό, επειδή είναι χάρις στην απλοχεριά των ελεημοσυνών του που θα αξιωθεί του αιωνίου φωτός. Γιατί, πράγμα που μου διέφυγε να πω παραπάνω, αυτός ο στρατιώτης που τα είχε δει αυτά διηγούνταν, πως αυτά τα πλινθία χρυσού για την ανοικοδόμηση του σπιτιού τα μετέφεραν γέροι και νεαροί, κόρες και παιδιά. Από αυτό συνάγεται πως αυτοί που εκεί φαινόντουσαν να είναι οι εργάτες της οικοδομής, είναι οι ίδιοι, στους οποίους εδώ έγιναν οι καλωσύνες.

Ο Δεουσδέδιτ, του οποίου το σπίτι φάνηκε να οικοδομείται τα Σάββατα.

Επίσης κατοικούσε κοντά σε εμάς ένας θεοσεβής άνθρωπος ονόματι Δεουσδέδιτ,5 ο οποίος είχε επάγγελμα να κατασκευάζει υποδήματα. Σχετικά με αυτόν κάποιος άλλος είδε δι’ αποκαλύψεως πως κτιζόταν το σπίτι του, αλλά σε αυτό το κτίριο οι κτίστες του φαίνονταν να δουλεύουν μόνο την ημέρα του Σαββάτου. Αυτός μετά από λίγο εξετάζοντας λεπτομερώς τα της ζωής αυτού του ανθρώπου, βρήκε πως από αυτά που κέρδιζε από την εργασία του όλες τις άλλες ημέρες, ο,τιδήποτε από τρόφιμα ή ρούχα μπορούσε να βάλει στην άκρη, το Σάββατο συνήθιζε να τα φέρνει στην εκκλησία το μακαρίου Πέτρου και να τα μοιράζει στους ενδεείς.6 Από αυτό το γεγονός να κατανοήσεις πως δεν ήταν χωρίς αιτία που το οικοδόμημά του αύξανε τα Σάββατα.

Υποσημειώσεις.

1. Βλ. 19, 2 και την σημείωση.
2. Έτσι ονομάζεται το υπηρετικό προσωπικό της Εκκλησίας.
3. Άρα ένα χρόνο πριν από την οπτασία, και προφανώς πριν αναλάβει την αρχιεπισκοπή ο άγ. Γρηγόριος, αλλά όταν ακόμη βρισκόταν στην υπηρεσία του προκατόχου του.
4. Πρβλ. Λουκ. 12, 33
5. Deusdedit, άλλος από αυτόν στο κεφ. 32. Αναγράφεται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 10 Αυγούστου.
6. Για τους πτωχούς έξω από τις εκκλησίες βλ. στο 15,2 και τη σημείωση.

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.