Ο Αγιος Χρυσόστομος εκλέγεται Μητροπολίτης Σμύρνης (μέρος Β’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

… Αναμφίβολα, η εκλογή του Χρυσοστόμου αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της Σμύρνης. Από το 1910 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή η παρουσία του δυναμικού ιεράρχη στην πρωτεύουσα της Ιωνίας διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τις συνθήκες επιβίωσης και παραμονής του Ελληνισμού στα παράλια της Μικράς Ασίας, σε μια περίοδο που οι ανταγωνισμοί των εμπλεκόμενων στην περιοχή χωρών έφτασαν στο απόγειο των διεκδικήσεών τους.
Σε εκκλησιαστικό επίπεδο, η ανάδειξη του Χρυσοστόμου στην Ιερά Μητρόπολη Σμύρνης καταγράφεται ως εκλογή «ψήφω κλήρου και λαού». Ο Ιεράρχης εξελέγη παμψηφεί από τα μέλη της Ιεράς Συνόδου του οικουμενικού πατριαρχείου. Επιπλέον, η ολόθυμη έκφραση της τοπικής κοινωνίας υπέρ της υποψηφιότητάς του δεν άφηνε κανένα περιθώριο για την ξεκάθαρη βούληση και επιθυμία του σμυρναϊκού λαού. Ο ενθουσιασμός δε και οι εκδηλώσεις αγάπης που ακολούθησαν μετά τη λήψη του πατριαρχικού τηλεγραφήματος, επιβεβαιώνουν ότι η εκλογή του αγίου υπήρξε σύμφωνη με την αποστολική ζωή και παράδοση της Εκκλησίας.
Σε πολιτικό επίπεδο, η εκλογή του Χρυσοστόμου στην ελληνόφωνη πόλη της Σμύρνης αποτέλεσε στρατηγικό στόχο του εθνικού κέντρου και πρώτη επιλογή της Αθήνας μετά την εκδημία του μητροπολίτη Βασιλείου. Σε μια ιστορική συγκυρία, όπου οι εθνικισμοί είχαν παραγκωνίσει τις αντιλήψεις για τον εθναρχικό ρόλο του οικουμενικού πατριαρχείου στους χριστιανικούς πληθυσμούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η Αθήνα πίεζε το Φανάρι να στηρίξει τον μαχητικό ιεράρχη της Μακεδονίας για την πλήρωση του μητροπολιτικού θρόνου της Σμύρνης.
Από την πλευρά του ο Ιωακείμ Γ’, αν και ήταν εκ πεποιθήσεως εκφραστής της εθναρχικής παράδοσης της Μεγάλης Εκκλησίας, είχε έγκαιρα εκτιμήσει ότι η επανάσταση των Νεότουρκων και ο ακραίος εθνικισμός τους θα αποτελούσε εμπόδιο στην άσκηση της οικουμενικής και πανορθόδοξης πολιτικής του εκκλησιαστικού κέντρου στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι, συμβιβαζόμενος ο πατριάρχης με την νέα τότε ιστορική πραγματικότητα και επιθυμώντας να τονώσει την εθνική συνείδηση της δοξασμένης Σμύρνης, υποστήριξε ανεπιφύλακτα την υποψηφιότητα και εκλογή του Χρυσοστόμου.1

Ωστόσο, η πανηγυρική εκλογή του Χρυσοστόμου δεν αντιμετωπίστηκε με τον ίδιο ενθουσιασμό από την υψηλή πύλη. Στις αρχές του 1910 οι μνήμες από τη δράση του μητροπολίτη Δράμας στη Μακεδονία, ήταν ακόμα πολύ νωπές. Η Μεγάλη Βεζιρία στην Κωνσταντινούπολη είχε διαμηνύσει επανειλημμένως και σε όλους τους τόνους πως δεν θα συναινούσε στη μετάθεση του Χρυσοστόμου σε οποιαδήποτε άλλη επαρχία του οικουμενικού θρόνου. Για τον λόγο αυτό, όταν η απόφαση της ιεράς συνόδου απεστάλη στην υψηλή πύλη για την έκδοση του σχετικού αυτοκρατορικού βερατίου, η τουρκική κυβέρνηση αρνήθηκε να το πράξει προφασιζόμενη λόγους δημοσίας τάξεως.2
Αντιλαμβανόμενος ο άγιος ότι η έκδοση της απόφασης για τον διορισμό του θα καθυστερούσε αρκετά, ανέθεσε ήδη από την επομένη της εκλογής του την προσωρινή επιτροπεία της ιεράς μητροπόλεως Σμύρνης στον επίσκοπο Χριστουπόλεως Ιάκωβο.3
Έπειτα, ξεκίνησε ένας αγώνας για την επικύρωση της εκλογής του Χρυσοστόμου. Αρχικά, το πατριαρχείο απέστειλε διάβημα στην υψηλή πύλη, με το οποίο ζητούσε την έκδοση του διορισμού του ιεράρχη στη νέα του επαρχία. Στην ίδια κατεύθυνση, η ελληνική κοινότητα της Σμύρνης δραστηριοποιήθηκε όλο το επόμενο διάστημα, αποστέλλοντας τηλεγραφήματα στον Μέγα Βεζίρη, τα μέλη της τουρκικής κυβέρνησης και τους Έλληνες βουλευτές, με στόχο την άμεση έκδοση του σχετικού βερατίου «ίνα συνεορτάση η Α. Σ. τας εορτάς του Πάσχα μετά του ποιμνίου του».4
Η έκταση που είχε πάρει η υπόθεση της εκλογής του Χρυσοστόμου ήταν εντυπωσιακή. Η τοποθέτησή του στην ιερά μητρόπολη Σμύρνης από τη μια πλευρά αποτελούσε για την εκκλησία και το έθνος έναν στρατηγικό στόχο, από την άλλη προκαλούσε νευρικότητα στους εθνικιστικούς κύκλους της οθωμανικής διοίκησης. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πολιτεία του ιεράρχη στη Μακεδονία. Η αρχιερατεία του Χρυσοστόμου στη Δράμα συνέπεσε με την έξαρση του εθνικισμού στη Χερσόνησο του Αίμου και τη σκληρή ελληνοβουλγαρική σύγκρουση, που είχε σκοπό την προσάρτηση εδαφών από την τουρκοκρατούμενη Μακεδονία στα εμπλεκόμενα βαλκανικά κράτη.
Την περίοδο 1902 – 1905 η δράση του Χρυσοστόμου στη Μακεδονία ήταν ανεκτή από τις οθωμανικές αρχές λόγω του βουλγαρικού κινδύνου που απειλούσε τη σταθερότητα στην περιοχή. Ωστόσο, από το 1906 και μετά η πολιτική της οθωμανικής αυτοκρατορίας διαμορφώθηκε υπέρ της βουλγαρικής πλευράς, καθώς οι ελληνικές δυνάμεις εδραιώνονταν και αποκτούσαν τον έλεγχο σε πολλές περιοχές της Μακεδονίας. Έκτοτε, μεταξύ του Χρυσοστόμου και των εκάστοτε τουρκικών αρχών διαμορφώθηκε και σταδιακά παγιώθηκε μια αμοιβαία καχυποψία και αντιπαλότητα που θα εκδηλωθούν πολύ αργότερα με τον πιο βίαιο και φρικτό τρόπο εναντίον του ιεράρχη.
Ένα στοιχείο που αναδεικνύει ακόμα περισσότερο την εκλογή του Χρυσοστόμου είναι ότι ο Μητροπολίτης Σμύρνης υπήρξε την περίοδο εκείνη ένας από τους ελάχιστους ιεράρχες της Μακεδονίας, ο οποίος, μετά την δίωξή του από τις τουρκικές αρχές και την απομάκρυνση από την επαρχία του, αποκαταστάθηκε σε μια αντίστοιχης ή και μεγαλύτερης σπουδαιότητας μητρόπολη της Μικράς Ασίας5. Είχε προηγηθεί το 1908 η μετάθεση του μητροπολίτη Στρωμνίτσης Γρηγορίου Ωρολογά στη νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιών6 και το 1909 η εκλογή του μητροπολίτη Σερρών Γρηγορίου Ζερβουδάκη στη μητρόπολη Κυζίκου.7 Αντίθετα, ιεράρχες με παρόμοια δράση και προσφορά στον Μακεδονικό αγώνα απομακρύνθηκαν στα βάθη της Ανατολίας, όπως συνέβη με τον μητροπολίτη Καστορίας Γερμανό Καραβαγγέλη, ο οποίος μετατέθηκε στη μητρόπολη Αμασείας του Πόντου.8
Και ενώ η έκδοση βερατίου για τον διορισμό του Χρυσοστόμου καθυστερούσε, ο άγιος απέστειλε στη Σμύρνη ποιμαντορική εγκύκλιο, η οποία ανεγνώσθη την Κυριακή των Βαΐων 11 Απριλίου 1910 σε όλους τους ναούς της πόλεως ενόψει των εορτών του Πάσχα. Σε αυτήν έγραφε μεταξύ άλλων ο ιεράρχης:
«… Αδελφοί, αξίως του Ευαγγελίου του Χριστού πολιτευόμενοι, στήκετε εν ενί πνεύματι, εν μια ψυχή συναθλούντες τη πίστει, καρποφορούντες δικαιοσύνης και αγάπης, δουλεύοντες τω Θεώ εν φόβω και αληθεία, απεχόμενοι φατριασμών και διαιρέσεων, κενοδοξίας και εριθείας, κακών και λέξεων φερουσών το στίγμα εαυταίς, μηδενί αποδίδοντες κακόν αντί κακού, ή λοιδορίαν αντί λοιδορίας ή κατάραν αντί κατάρας, άλλ’ ευλογούντες τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιούντες τους κακοποιούντας, αγαπώντες τους μισούντας υμάς και προσευχόμενοι υπέρ των επηρεαζόντων υμάς, μετρούντες πάσιν ω μέτρω θέλετε ν’ αντιμετρήται υμίν και ποιούντες τοις άλλοις ει τι αν θέλετε ν’ αντιμετρήται υμίν και ποιούντες τοις άλλοις ει τι αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι».9
Στις 30 Απριλίου 1910, μετά τις συνεχείς πιέσεις του πατριαρχείου και τα αναρίθμητα διαβήματα της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Σμύρνης, η τουρκική κυβέρνηση υποχώρησε και εξέδωσε την απόφαση που επικύρωνε την εκλογή του Χρυσοστόμου στην ιερά μητρόπολη Σμύρνης. Ο ιεράρχης, έμπλεος χαράς και ικανοποίησης, ανακοίνωσε το ευχάριστο γεγονός στα κοινοτικά σώματα της πόλης: «Συγχαρήτε εκδόσει παραλαβής Υψηλού Φιρμανίου», ενώ ο επίσκοπος Χριστουπόλεως και οι εκπρόσωποι των κοινοτικών αρχών απάντησαν: «Συγχαίροντες εγκαρδίως αναμένομεν άγγελμα Υμετέρας αφίξεως».10
Λίγο πριν την αναχώρησή του από την Κωνσταντινούπολη, ο Χρυσόστομος απέστειλε στις ελληνικές αρχές της Σμύρνης επιστολή με την οποία έδινε οδηγίες για την ημέρα της άφιξής του στην πόλη, ιδιαίτερα όμως «συνέστησε και παρεκάλεσεν όπως μη γίνη θόρυβος και ματαία επίδειξις κατά την υποδοχήν του».11

Υποσημειώσεις.
1. Ανδρέας Νανάκης, 2000, σσ’. 188-192
2. Χρήστου Σωκρ. Σολομωνίδη, Ο Σμύρνης Χρυσόστομος, εκδόσεις Ειρμός, Αθήνα 1993, σ. 65
3. Αμάλθεια, αριθμ. 9526/15 (28). 3. 1910.
4. Αμάλθεια, αριθ. 9547/8(21). 4. 1910
5. Κιτρομηλίδης, ό. π., σ. 494
6. ΕΑ ΚΗ (1908) 348
7. ΕΑ ΚΘ (1909) 146
8. ΕΑ ΚΗ (1908) 71
9. Αμάλθεια, αριθ. 955/13 (26). 4. 1910
10. Αμάλθεια, αριθ. 9564 /1(14). 5.1910
11. Αμάλθεια, αριθ. 9566/4 (17). 5.1910
12.
Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Ο Αγιος Χρυσόστομος εκλέγεται Μητροπολίτης Σμύρνης (1910-1922) (μέρος Α’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.