Αγίου Ιερομάρτυρος Κλήμεντος, Επισκόπου Ρώμης: Πρώτη προς Κορινθίους επιστολή (Κεφ. 39-45).

39. Οι τρελλοί και απερίσκεπτοι και μωροί και αγράμματοι μας κοροϊδεύουν και μας περιπαίζουν, θέλοντας να εξυψώσουν τον εαυτό τους με την σκέψη τους. Αλλά τί μπορεί να κάνει ο θνητός; Ή πόση είναι η δύναμη του γήινου; Διότι είναι γραμμένο˙ «δεν υπήρχε μορφή μπροστά στα μάτια μου, παρά μόνο άκουα αύρα και φωνή. Και τί έλεγε; Μήπως υπάρχει άνθρωπος καθαρός μπροστά στον κύριό του, ή άνδρας άψογος σε όλα τα έργα του; Είναι αδύνατο, αφού δεν έχει εμπιστοσύνη ούτε στους υπηρέτες του και σκέφθηκε κάτι το στραβό για τους αγγέλους του. Ούτε ο ουρανός είναι καθαρός μπροστά του˙ άφησε πια τους ανθρώπους που κατοικούν σπίτια πήλινα, μεταξύ των οποίων και εμείς είμαστε πλασμένοι από τον ίδιο πηλό˙ τους χτυπάει όπως τον σκόρο και από το πρωί ως το βράδυ παύουν να υπάρχουν πια˙ επειδή δεν μπορούν να βοηθήσουν τους εαυτούς τους, χάνονται. Τους φυσά και πεθαίνουν, επειδή δεν έχουν σοφία. Κάλεσε σε βοήθεια, να δεις αν θα σε ακούσει κανένας, ή αν θα δεις κάποιος από τους αγγέλους.

Διότι τον τρελλό τον σκοτώνει η οργή, και εκείνον που βρίσκεται σε πλάνη τον θανατώνει η ζήλεια του. Εγώ βέβαια είδα τρελλούς να ριζοβολούν, αλλά αμέσως φαγώθηκε η τροφή τους. θα απομακρυνθούν οι γιοι τους από τη σωτηρία˙ θα ποδοπατηθούν μπροστά στις πόρτες κατώτερων από αυτούς, και δεν θα υπάρχει κανένας να τους γλυτώσει˙ διότι αυτά που ετοιμάστηκαν γι’ αυτούς θα τα φάνε οι δίκαιοι, ενώ αυτοί δεν θα εξαιρεθούν από τους κακούς».1

40. Επειδή αυτά για μας είναι ολοφάνερα και έχουμε ενσκήψει στα βάθη της γνώσεως του Θεού, πρέπει να κάνουμε με τάξη όλα όσα διέταξε να κάνουμε ο Κύριος σε καθορισμένο χρόνο˙ και τις προσφορές και λειτουργίες να τις κάνουμε, όμως διέταξε να μη τις κάνουμε τυχαία και άτακτα, αλλά σε ορισμένες χρονολογίες και ώρες. Και το που και από ποιους θέλει να τελούνται το όρισε ο ίδιος με την υπέρτατη βούλησή του, ώστε, εφόσον όλα γίνονται σύμφωνα με τον νόμο του, να γίνονται ευάρεστα αποδεκτά στο θέλημά του. Εκείνοι λοιπόν που τελούν στους καθορισμένους καιρούς τις προσφορές τους είναι ευπρόσδεκτοι και ευτυχείς, καθόσον, ακολουθώντας τις εντολές του Κυρίου, δεν αμαρτάνουν. Διότι στον αρχιερέα έχουν ανατεθεί ιδιαίτερες λειτουργίες, στους πρεσβυτέρους έχει καθορισθεί ιδιαίτερος τόπος, και για τους λευίτες προορίζονται άλλες υπηρεσίες˙ ο άνθρωπος πάλι, που είναι λαϊκός, δεσμεύεται από τις διατάξεις των λαϊκών.

41. Ο καθένας από μας, αδελφοί, ανάλογα με την τάξη στην οποία ανήκει ας ευαρεστεί τον Θεό έχοντας καθαρή τη συνείδησή του, χωρίς να παραβαίνει τον ορισμένο κανόνα της υπηρεσίας του, με σεμνότητα. Δεν προσφέρονται, αδελφοί, παντού θυσίες αδιάλειπτες ή προσευχές ή για τις αμαρτίες και τα πλημμελήματα, παρά μόνο στην Ιερουσαλήμ. Και εκεί το σφάγιο δεν προσφέρεται σε κάθε τόπο, αλλά μπροστά στο θυσιαστήριο του ναού, αφού αυτό που προσφέρεται εξετασθεί από τον αρχιερέα και τους λειτουργούς που αναφέρθηκαν πριν και βρεθεί άψογο. Επομένως, αυτοί που κάνουν κάτι που δεν ταιριάζει στη βούλησή του, θα τιμωρηθούν με θάνατο. Βλέπετε, αδελφοί˙ όσο πιο περισσότερη γνώση αξιωθήκαμε να αποκτήσουμε, σε τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο είμαστε εκτεθειμένοι.

42. Οι απόστολοι μας κήρυξαν το Ευαγγέλιο σταλμένοι από τον Κύριο Ιησού Χριστό, και ο Ιησούς Χριστός στάλθηκε από τον Θεό. Ο Χριστός λοιπόν στάλθηκε από τον Θεό, και οι απόστολοι από τον Χριστό˙ έγιναν δηλαδή και τα δύο με τάξη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αφού λοιπόν πήραν εντολές και βεβαιώθηκαν με την ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού και πίστεψαν στον λόγο του Θεού, με την εγγύηση του αγίου Πνεύματος, βγήκαν κηρύττοντας ότι πρόκειται να έρθει η βασιλεία του Θεού. Κηρύττοντας λοιπόν σε χώρες και πόλεις και βαπτίζοντας αυτούς που πίστευαν στο θέλημα του Θεού, εγκαθιστούσαν τους πρώτους από αυτούς, αφού τους δοκίμαζαν με το Πνεύμα, σε επισκόπους και διακόνους αυτών που επρόκειτο να πιστέψουν. Και αυτό όχι κατά τρόπο καινούργιο˙ αφού πριν πολλά χρόνια έχει γραφεί για τους επισκόπους και τους διακόνους. Διότι αυτό λέει η Γραφή˙ «θα εγκαταστήσω τους επισκόπους τους στο έργο της δικαιοσύνης και τους διακόνους τους στο έργο της πίστεως».2

39. Άφρονες και ασύνετοι και μωροί και απεύδετοι χλευάζουσιν ημάς και μυκτηρίζουσιν, εαυτούς βουλόμενο επαίρεσθαι ταις διανοίαις αυτών. Τί γαρ δύναται θνητός; Ή τίς ισχύς γηγενούς; Γέγραπται γαρ˙ «ουκ ην μορφή προ οφθαλμών μου, άλλ’ ή αύραν και φωνήν ήκουον. Τί γαρ; Μη καθαρός έσται βροτός έναντι Κυρίου,ή από των έργων αυτού άμεμπτος ανήρ; Ει κατά παίδων αυτού ου πιστεύει, κατά δε αγγέλων αυτού σκολιόν τι επενόησεν. Ουρανός δε ου καθαρός ενώπιο αυτού˙ εα δε, οι κατοικούντες οικίας πηλίνας, εξ ων και αυτοί εκ του αυτού πηλού εσμέν. Έπαισεν αυτούς σητός τρόπον και από πρωίθεν έως εσπέρας ουκ έτι εισίν˙ παρά το μη δύνασθαι αυτούς εαυτοίς βοηθήσαι απώλοντο. Ενεφύσησεν αυτοίς και ετελεύτησαν παρά το μη έχειν αυτούς σοφίαν. Επικάλεσαι δε, ει τις σοι υπακούσεται, ή ει τινά αγίων αγγέλων όψη. Και γαρ άφρονα αναιρεί οργή, πεπλανημένον δε θανατοί ζήλος. Εγώ δε εώρακα άφρονας ρίζας βάλλοντας, άλλ’ ευθέως εβρώθη αυτών η δίαιτα.

Πόρρω γένοιντο οι υιοί αυτών από σωτηρίας˙ κολαβρισθείησαν επί θύραις ησσόνων, και ουκ έσται ο εξαιρούμενος˙ α γαρ εκείνοις ητοίμασται, δίκαιοι έδονται˙ αυτοί δε εκ κακών ουκ εξαίρετοι έσονται».

40. Προδήλων ουν ημίν όντων τούτων και εγκεκυφότες εις τα βάθη της θείας γνώσεως, πάντα τάξει ποιείν οφείλομεν όσα ο Δεσπότης επιτελείν εκέλευσε κατά καιρούς τεταγμένους. Τας τε προσφοράς και λειτουργίας επιτελείσθαι και ουκ εική ή ατάκτως εκέλευσε γίνεσθαι, άλλ’ ωρισμένοις καιροίς και ώραις. Πού τε και δια τίνων επιτελείσθαι θέλει, αυτός ώρισε τη υπερτάτω αυτού βουλήσει, ίν’, οσίως πάντα γινόμενα, εν ευδοκήσει ευπρόσδεκτα είη τω θελήματι αυτού. Οι ουν τοις προστεταγμένοις καιροίς ποιούντες τας προσφοράς αυτών ευπρόσδεκτοί τε και μακάριοι˙ τοις γαρ νομίμοις του Δεσπότου ακολουθούντες ου διαμαρτάνουσιν. Τω γαρ αρχιερεί ίδιαι λειτουργίαι δεδομέναι εισίν και τοις ιερεύσιν ίδιος ο τόπος προστέτακται και Λευίταις ίδιαι διακονίαι επίκεινται˙ ο λαϊκός άνθρωπος τοις λαϊκοίς προστάγμασι δέδεται.

41. Έκαστος ημών, αδελφοί, εν τω ιδίω τάγματι ευαρεστείτω Θεώ εν αγαθή συνειδήσει υπάρχων, μη παρεκβαίνων τον ωρισμένον της λειτουργίας αυτού κανόνα, εν σεμνότητι. Ου πανταχού, αδελφοί, προσφέρονται θυσίαι ενδελεχισμού ή ευχών ή περί αμαρτίας και πλημμελείας, άλλ’ ην εν Ιερουσαλήμ μόνη. Κακεί δε ουκ εν παντί τόπω προσφέρεται, άλλ’ έμπροσθεν του ναού προς το θυσιαστήριον, μωμοσκοπηθέν το προσφερόμενον δια του αρχιερέως και των προειρημένων λειτουργών. Οι ουν παρά το καθήκον της βουλήσεως αυτού ποιούντές τι, θάνατον το πρόστιμον έχουσιν. Οράτε, αδελφοί˙ όσω πλείονος κατηξιώθημεν γνώσεως, τοσούτω μάλλον υποκείμεθα κινδύνω.

42. Οι απόστολοι ημίν ευηγγελίσθησαν από του Κυρίου Ιησού Χριστού, Ιησούς ο Χριστός από του Θεού εξεπέμφθη. Ο Χριστός ουν από του Θεού, και οι απόστολοι από του Χριστού˙ εγένοντο ουν αμφότερα ευτάκτως εκ θελήματος Θεού. παραγγελίας ουν λαβόντες και πληροφορηθέντες δια της αναστάσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού και πιστωθέντες εν τω λόγω του Θεού, μετά πληροφορίας Πνεύματος αγίου εξήλθον ευαγγελιζόμενοι την βασιλείαν του Θεού μέλλειν έρχεσθαι. Κατά χώρας ουν και πόλεις κηρύσσοντες και τους υπακούοντας τη βουλήσει του Θεού βαπτίζοντες καθίστανον τας απαρχάς αυτών, δοκιμάσαντες τω Πνεύματι, εις επισκόπους και διακόνους των μελλόντων πιστεύειν. Και τούτο ου καινώς˙ εκ γαρ δη πολλών χρόνων εγέγραπτο περί επισκόπων και διακόνων. Ούτω γαρ που λέγει η Γραφή˙ «καταστήσω τους επισκόπους αυτών εν δικαιοσύνη και τους διακόνους αυτών εν πίστει».

Υποσημειώσεις.

1. Ιώβ 4, 15-19. 5, 1-5
2. Ησ’. 60, 17

***

43. Και τι το παράδοξο εάν αυτοί, στους οποίους με τον Χριστό ανατέθηκε από τον Θεό ένα τέτοιο έργο, εγκατέστησαν αυτούς για τους οποίους μιλήσαμε πριν, τη στιγμή που και ο μακάριος Μωυσής «πιστός υπηρέτης σ’ όλο τον Ισραήλ»,1 όλες τις εντολές που του δόθηκαν στις σημείωσε στα ιερά βιβλία, και αυτόν τον ακολούθησαν οι άλλοι προφήτες, επιβεβαιώνοντας όσα νομοθετήθηκαν από αυτόν; Εκείνος λοιπόν, όταν δημιουργήθηκε φθόνος για την ιερωσύνη και φιλονεικούσαν οι φυλές για το ποιο από αυτές έπρεπε να έχει το προνόμιο του ενδόξου ονόματος, διέταξε τους δώδεκα αρχηγούς των φυλών να του φέρουν ράβδους με γραμμένο σ’ αυτές το όνομα της κάθε φυλής˙ και αφού τις πήρε, τις έδεσε και τις σφράγισε με τα δαχτυλίδια των αρχηγών των φυλών, και τις τοποθέτησε στη Σκηνή του Μαρτυρίου, πάνω στην τράπεζα του Θεού˙ και αφού έκλεισε τη Σκηνή, σφράγισε και τις κλειδαριές, όπως και τις ράβδους. Και τους είπε˙

Άνδρες αδελφοί, η φυλή της οποίας η ράβδος θα βλαστήσει, αυτή θα έχει εκλεγεί από τον Θεό για να ιερατεύει και να τον λειτουργεί. Όταν ξημέρωσε συγκέντρωσε όλους τους Ισραηλίτες, τις εξακόσιες χιλιάδες των ανδρών, έδειξε στους αρχηγούς των φυλών τις σφραγίδες, και άνοιξε τη Σκηνή του Μαρτυρίου και έβγαλε τις ράβδους˙ και βρέθηκε η ράβδος του Ααρών όχι μόνο να έχει βλαστήσει, αλλά να έχει και καρπό. Τί νομίζετε, αγαπητοί; Δεν γνώριζε από πριν ο Μωυσής ότι επρόκειτο να γίνει αυτό; Το γνώριζε πολύ καλά˙ αλλά για να μη δημιουργηθεί ακαταστασία στον Ισραηλιτικό λαό, ενήργησε έτσι, για να δοξαστεί το όνομα του αληθινού και μοναδικού Κυρίου, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

44. Και οι απόστολοί μας γνώρισαν από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ότι θα προκληθεί φιλονεικία για το όνομα της επισκοπής. Γι’ αυτήν ακριβώς την αιτία, επειδή είχαν λάβει τέλεια γνώση εκ των προτέρων, τοποθέτησαν αυτούς που αναφέρθηκαν προηγουμένως, και στον χρόνο που μεσολάβησε έδωσαν εντολή, ώστε, εάν πεθάνουν, να τους διαδεχθούν άλλοι άνδρες δοκιμασμένοι στο λειτούργημά τους. Αυτοί λοιπόν που τοποθέτησαν από εκείνους, ή, στο διάστημα που μεσολάβησε, από άλλους αξιόλογους άνδρες, με τη συγκατάθεση ολόκληρης της Εκκλησίας, και υπηρέτησαν άψογα το ποίμνιο του Χριστού με ταπεινοφροσύνη, ήσυχα και χωρίς βαναυσότητα, και έχουν καλή μαρτυρία επί πολλά χρόνια από όλους, δεν νομίζουμε ότι απομακρύνονται από την ιερή υπηρεσία. Διότι θα είναι για μας αμαρτία μεγάλη, εάν απομακρύνουμε από την επισκοπή αυτούς που πρόσφεραν τα δώρα άψογα και με ευλάβεια.

Είναι μακάριοι οι πρεσβύτεροι που έφυγαν πριν από εμάς, οι οποίοι είχαν καρποφόρο και τέλειο θάνατο˙ διότι δεν φοβούνται μήπως κάποιος τους απομακρύνει από τον τόπο στον οποίο τοποθετήθηκαν. Βλέπουμε μάλιστα ότι μερικούς εσείς τους απομακρύνατε από την υπηρεσία με την οποία κατά τρόπο άψογο τιμήθηκαν, ενώ πολιτεύονταν καλά.

45. Είστε φίλοι των ερίδων, αδελφοί, και φθονείτε αυτά που ανήκουν στη σωτηρία. Έχετε εντρυφήσει στις γνήσιες ιερές Γραφές, εκείνες που δόθηκαν μέσω του αγίου Πνεύματος. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι τίποτε το άδικο ή παραποιημένο δεν είναι γραμμένο σ’ αυτές. Δεν θα βρείτε δίκαιους που να έχουν απομακρυνθεί από ευσεβείς ανθρώπους. Διώχτηκαν δίκαιοι, αλλά από παράνομους φυλακίστηκαν, αλλά από ανόσιους λιθοβολήθηκαν από παράνομους φονεύθηκαν από εκείνους που είχαν ζήλεια ακάθαρτη και άδικη. Όταν τα πάθαιναν αυτά, τα υπέμεναν με ηρωισμό. Τί θα πούμε δηλαδή, αδελφοί; Ο Δανιήλ ρίχτηκε στο λάκκο των λιονταριών από εκείνους που σέβονταν τον Θεό; Ή μήπως ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ κλείστηκαν στο καμίνι της φωτιάς από εκείνους που πίστευαν τη μεγαλοπρεπή και ένδοξη θρησκεία του Υψίστου; Μη γένοιτο.

Ποιοί λοιπόν τα έκαναν αυτά; Οι μισητοί και γεμάτοι κάθε κακία, οι οποίοι έφτασαν σε τέτοιο σημείο θυμού, ώστε να υποβάλουν σε κακώσεις εκείνους που δούλευαν τον Θεό με ευλαβή και άψογη πρόθεση, γιατί δεν γνώριζαν ότι ο Ύψιστος είναι υπέρμαχος και υπερασπιστής εκείνων που με καθαρή συνείδηση λατρεύουν το πανάρετο όνομά του, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. Εκείνοι δε που υπέφεραν με πίστη κληρονόμησαν δόξα και τιμή, ανυψώθηκαν και γράφτηκαν από τον Θεό στο μνημόνιό του στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

43. Και τί θαυμαστόν ει οι εν Χριστώ πιστευθέντες παρά Θεού έργον τοιούτο κατέστησαν τους προειρημένους, όπου και ο μακάριος «πιστός θεράπων εν όλω τω οίκω» Μωυσής τα διατεταγμένα αυτώ πάντα εσημειώσατο εν ταις ιεραίς βίβλαις, ω και επηκολούθησαν οι λοιποί προφήται, συνεπιμαρτυρούντες τοις υπ’ αυτού νενομοθετημένοις; Εκείνος γαρ, ζήλου εμπεσόντος περί της ιερωσύνης και στασιαζουσών των φυλών οποία αυτών είη τω ενδόξω ονόματι κεκοσμημένη, εκέλευσε τους δώδεκα φυλάρχους προσενεγκείν αυτώ ράβδους επιγεγραμμένας εκάστης φυλής κατ’ όνομα˙ και λαβών αυτάς έδησε και εσφράγισε τοις δακτυλίοις των φυλάρχων και απέθετο αυτάς εις την σκηνήν του μαρτυρίου επί την τράπεζαν του Θεού. Και κλείσας την σκηνήν εσφράγισε τας κλείδας ωσαύτως ως και τας ράβδους, και είπεν αυτοίς˙ Άνδρες αδελφοί, ης αν φυλής ή ράβδος βλαστήση, ταύτην εκλέλεκται ο Θεός εις το ιερεταεύειν και λειτουργείν αυτώ.

Πρωίας δε γενομένης συνεκάλεσε πάντα τον Ισραήλ, τας εξακουσίας χιλιάδας των ανδρών, και επεδείξατο τοις φυλάρχοις τας σφραγίδας, και ήνοιξε την σκηνήν του μαρτυρίου και προείλε τας ράβδους και ευρέθη η ράβδος Ααρών ου μόνον βεβλαστηκυία, αλλά και καρπόν έχουσα. Τί δοκείτε, αγαπητοί; Ου προήδει Μωυσής τούτο μέλλειν έσεσθαι; Μάλιστα ήδει, άλλ’ ίνα μη ακαταστασία γένηται εν τω Ισραήλ, ούτως εποίησεν, εις το δοξασθήναι το όνομα του αληθινού και μόνο Κυρίου, ω η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

44. Και οι απόστολοι ημών έγνωσαν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ότι έρις έσται επί του ονόματος της επισκοπής. Δια ταύτη νουν την αιτίαν πρόγνωσιν ειληφότες τελείαν κατέστησαν τους προειρημένους και μεταξύ επινομήν έδωκαν, όπως, εάν κοιμηθώσιν, διαλέξωνται έτεροι δεδοκιμασμένοι άνδρες την λειτουργίαν αυτών. Τους ουν κατασταθέντας υπ’ εκείνων ή μεταξύ υφ’ ετέρων ελλογίμων ανδρών συνευδοκησάσης της Εκκλησίας πάσης, και λειτουργήσαντος αμέμπτως τω ποιμνίω του Χριστού μετά ταπεινοφροσύνης, ησύχως και αβαναύσως, μεμαρτυρημένους τε πολλοίς χρόνοις υπό πάντων, τούτους ου δικαίως νομίζομεν αποβάλλεσθαι της λειτουργίας. Αμαρτία γαρ ου μικρά ημίν έσται, εάν τους αμέμπτως και οσίως προσενεγκόντας τα δώρα της επισκοπής αποβάλωμεν. Μακάριοι οι προοδοποιήσαντες πρεσβύτεροι, οίτινες έγκαρπον και τελείαν έσχον την ανάλυσιν˙ ου γαρ ευλαβούνται μη τις αυτούς μεταστήση από του ιδρυμένου αυτοίς τόπου. Ορώμεν γαρ ότι ενίους υμείς μετηγάγετε καλώς πολιτευομένους εκ της αμέμπτως αυτοίς τετιμημένης λειτουργίας.

45. Φιλόνεικοι έστε, αδελφοί, και ζηλωταί περί των ανηκόντων εις σωτηρίαν. Εγκεκύφατε εις τας ιεράς Γραφάς τας αληθείς τας δια του Πνεύματος του αγίου. Επίστασθε ότι ουδέν άδικον ουδέ παραπεποιημένον γέγραπται εν αυταίς. Ουχ ευρήσετε δικαίους αποβεβλημένους από οσίων ανδρών. Εδιώχθησαν δίκαιοι, άλλ’ υπό ανόμων˙ εφυλακίσθησαν, άλλ’ υπό ανοσίων˙ ελιθάσθησαν υπό παρανόμων˙ απεκτάνθησαν υπό των μιαρόν και άδικον ζήλον ανειληφότων. Ταύτα πάσχοντες ευκλεώς ήνεγκεν. Τί γαρ είπωμεν, αδελφοί, Δανιήλ υπό των φοβουμένων τον Θεόν εβλήθη εις λάκκον λεόντων; Ή Ανανίας και Αζαρίας και Μισαήλ υπό των θρησκευόντων την μεγαλοπρεπή και ένδοξον θρησκείαν του Υψίστου κατείρχθησαν εις κάμινον πυρός; Μηθαμώς τούτο γένοιτο. Τίνες ουν οι ταύτα δράσαντες; Οι στυγητοί και πάσης κακίας πλήρεις εις τοσούτο εξήρισαν θυμού, ώστε τους εν οσία και αμώμω προθέσει δουλεύοντας τω Θεώ εις αικίαν περιβαλείν, μη ειδότες ότι ο Ύψιστος υπέρμαχος και υπερασπιστής εστί των εν καθαρά συνειδήσει λατρευόντων τω παναρέτω ονόματι αυτού,

ω η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμή. Οι δε υπομένοντες εν πεποιθήσει δόξαν και τιμήν εκληρονόμησαν, επήρθησάν τε και έγγραφοι εγένοντο από του Θεού εν τω μνημοσύνω αυτού εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Υποσημείωση.

1. Αριθμ. 12, 7

Από την συλλογή: Αποστολικοί Πατέρες, άπαντα τα έργα (3).
Κλημέντια Β’: Προς Κορινθίους Α’ – Β’, Μαρτύριον Κλήμεντος.

Εκδότης ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Σειρά: ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 118
Χρονολογία Έκδοσης, Δεκέμβριος 1994

Μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση), Παπαευαγγέλου Παναγιώτης.
Επιμέλεια, ΜΕΡΕΤΑΚΗΣ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ

Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Εισαγωγή της πρώτης προς Κορινθίους επιστολής:

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.