Λόγος ηθικός τέταρτος (Ε’) «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Για την απάθεια και τα χαρίσματα και τις δωρεές που υπάρχουν σ’ αυτή κατά την πρόοδο˙ και ποια είναι η τελείωση της κατά Χριστόν πνευματικής ηλικίας.

… Αλλά σας προτρέπω, ας θελήσετε, όσοι επιθυμείτε, να διδαχθείτε και τη δόξα των ανδρών που είναι πραγματικά άγιοι και απαθείς, όσοι δηλαδή επιθυμείτε και ποθείτε με ζήλο να αποκτήσετε αυτή τη δόξα. Θα σας δείξω λοιπόν μία εικόνα, που παριστάνει την πανοπλία τους και τη λαμπρότητά τους, και θα γνωρίσετε ο καθένας τον εαυτό του, συγκρίνοντάς τον με εκείνους τους αγίους, με ποιους δηλαδή μοιάζετε, αλλά και πόσο συγχρόνως υστερούμε όλοι από την ανδρεία τους και την αξία τους και τη δύναμή τους.
Στοχάσου λοιπόν τι λογής είναι ο ουρανός σε μία ξάστερη και ανέφελη νύχτα, και βλέπε μέσα στον ουρανό το δίσκο της σελήνης ολόκληρο, γεμάτο με το απλό και καθαρότατο φως, και ολόγυρά της τον κύκλο, που πολλές φορές σχηματίζεται γύρω απ’ αυτή˙ και αφού εξετάσεις προσεκτικά αυτά, προχώρησε με το νου σου και σ’ αυτό που πρόκειται και πάλι να πω. Καθένας δηλαδή από τους αγίους, ενώ ακόμη είναι στο σώμα, μοιάζει με ουρανό και η καρδιά του μοιάζει με το δίσκο της σελήνης. Ωστόσο η άγια αγάπη είναι το παντουργό και παντοδύναμο φως, πολύ και ασύγκριτα λαμπρότερο απ’ αυτό το ηλιακό φως, και καθώς αυτή αγγίζει τις καρδιές τους και αυξάνει, τις γεμίζει εντελώς, διότι ούτε παύει αυτή, όπως παύει το φως της σελήνης, αλλά είναι πάντοτε ολόφωτη, επειδή διατηρείται με την προθυμία και την αγαθοεργία των αγίων. Η άγια απάθεια πάλι, σαν ένα κυκλικό στεφάνι και σαν μία σκηνή, που τους έχει στη μέση και τους προστατεύει, τους σκεπάζει από παντού και τους περιφρονεί και τους διατηρεί άτρωτους από κάθε πονηρή σκέψη, πολύ περισσότερο από κάθε αμαρτία, αλλά και τους καθιστά αβλαβείς και ελεύθερους από όλους τους εχθρούς˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά και τους κάνει απλησίαστους από τους αντιπάλους.
Είδατε δόξα, όσοι την ποθείτε πραγματικά; Καταλάβατε το μεγαλείο της εικόνας που αναφέραμε, αλλά και πόσο υστερεί καθένας από μας τη δόξα και τη λαμπρότητα των αγίων; Διότι αυτή ή εικόνα είναι αντίτυπο εκείνων που συντελούνται μέσα μας, που δεν επινοήθηκε από μας, ποτέ κάτι τέτοιο, αλλά που προϋπήρχε και που έγινε από τον Θεό. Διότι ο τεχνίτης Λόγος του Θεού ζωγράφισε από πριν μέσα στην κτίση, σαν σε πίνακα, εκείνα που πρόκειται να γίνουν ύστερα για τη σωτηρία και την ανάπλασή μας, ώστε, καθώς βλέπουμε εμείς να φαίνεται το αντίτυπο στα ορατά πράγματα, να μην απιστήσουμε ότι η πραγματική αλήθεια συντελείται και ολοκληρώνεται πνευματικά και σ’ αυτά που αφορούν σ’ εμάς, αλλά απεναντίας, με το να γνωρίζουμε ότι καθένας από μας γίνεται από τον Θεό δεύτερος κόσμος, μεγάλος μέσα σ’ αυτό το μικρό και ορατό κόσμο, όπως και κάποιος από τους Θεολόγους ομολογεί μαζί μου,1 να μη θελήσουμε να φανούμε σε τίποτε χειρότεροι από τα άλογα ή τα άψυχα, που δημιουργήθηκαν από τον φιλάνθρωπο Θεό για τη διδασκαλία μας, αλλά, από τη μία, να ζηλέψουμε όλα τα καλά, από την άλλη, να αποφύγουμε, όσο μπορούμε, τη μίμηση των κακών.
Και για να παραλείψω τα άλλα που είναι πολλά, θα σταματήσω το λόγο, αναφέροντας, για να το θυμάστε, μόνο αυτό. Ας γνωρίζει καθένας που ακούει ότι, όπως βλέπουμε να γίνεται από νύχτα μέρα και από μέρα πάλι νύχτα, έτσι πρέπει να πιστεύουμε και να είμαστε βέβαιοι ότι, όσοι βρισκόμαστε στο σκότος της αμαρτίας και παραμένουμε σ’ αυτό από τη γέννησή μας, μπορούμε με την πίστη και την εργασία των εντολών να ανυψωθούμε σε θεία μέρα και σε πνευματικό φωτισμό, όπως επίσης με τη ραθυμία και την καταφρόνηση και την αμέλεια πέφτουμε στα προηγούμενα κακά και βρισκόμαστε κάτω από τη νύχτα της αμαρτίας. Πρέπει λοιπόν εμείς να μιμούμαστε σ’ αυτό, αν όχι κάποιον άλλο, αλλά τον υπηρέτη μας και βοηθό ήλιο. Διότι όπως ο ήλιος ποτέ δεν σταματά να ανατέλλει και να φωτίζει, αλλά συνεχώς εκτελεί το πρόσταγμα του Δεσπότη, έτσι και εμείς ας μη θελήσουμε να καθόμαστε με αμέλεια στο σκότος των ηδονών και των παθών˙ αλλά φυλάγοντας περισσότερο το πρόσταγμα εκείνου που είπε, «Μετανοείτε, διότι έφθασε η βασιλεία των ουρανών»,2 με το να καθαριζόμαστε με την καθημερινή και αδιάκοπη μετάνοια και με τα δάκρυα που χύνονται απ’ αυτή και μ’ αυτή, και με κάθε άλλη αγαθοεργία, ας βιασθούμε να επιστρέψουμε ως τέκνα του φωτός3 στο ανέσπερο φως. Διότι έτσι πάλι και εμείς οι ίδιοι, έχοντας τον ήλιο της δικαιοσύνης4 να λάμπει μέσα μας, θα γίνουμε στους συνανθρώπους μας με το παράδειγμά μας πνευματική μέρα και καινούργια γη και καινούργιοι ουρανοί, με το να διηγούμαστε δηλαδή τα προστάγματα του Θεού και τη δόξα του5 όχι με ανώφελα και άσκοπα λόγια, αλλά με τα ίδια τα έργα μας, και με το να γινόμαστε για τους αμελέστερους αδελφούς έμπρακτοι διδάσκαλοι στο καθετί και σε όλα, και με το να τους κάνουμε αναπολόγητους.
Μη λοιπόν οδηγούμε τους συνανθρώπους μας στη ραθυμία, με το να λέμε, «Πώς άραγε είναι δυνατό να κατορθωθεί αυτό ή εκείνο από τους ανθρώπους;» και τους κάνουμε μ’ αυτό οκνηρότερους στην εργασία των εντολών. Ότι τα περισσότερα βέβαια είναι ακατόρθωτα για τους πολλούς, συμφωνώ και εγώ, αλλά είναι ακατόρθωτα για τους ράθυμους, όπως εγώ, και γι’ αυτούς που δεν προτιμούν να καταφρονήσουν τον κόσμο και να θεωρήσουν όλα, όσα υπάρχουν σ’ αυτόν, σκουπίδια6˙ γι’ αυτούς δηλαδή που είναι προσκολλημένοι στη μάταιη δόξα και επιθυμούν τον πλούτο και νιώθουν ευχαρίστηση με τους επαίνους και τις τιμές, που προέρχονται από τους ανθρώπους˙ γι’ αυτούς που είναι κυριευμένοι αξιολύπητα μαζί μ’ αυτά από την έπαρση και την αλαζονεία. Διότι θα παραλείψω, προς το παρόν τουλάχιστο, θεληματικά, εκείνους που κυλιούνται σαν γουρούνια στα βρομερά πράγματα των κακών της αμαρτίας, εκείνους που συντάσσονται με τον εχθρό, με το να περιφέρουν την κατοικία της ψυχής αδειανή από εκείνον που κατοικεί μέσα στους πιστούς και κάθε μέρα φωνάζει έτσι: «Στον κόσμο θα έχετε θλίψη, αλλά να έχετε θάρρος, εγώ έχω νικήσει τον κόσμο».7 Για εκείνους ωστόσο, που με την πίστη και την απάρνηση του εαυτούς τους ακολούθησαν τον Χριστό και Θεό, με πίστη και αγάπη και ταπείνωση, και απέκτησαν αυτόν μέσα τους μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, όλα γίνονται κατορθωτά και εύκολα, σύμφωνα μ’ εκείνον που έχει πει με το Πνεύμα: «Όλα μπορώ να τα κάνω με τη δύναμη που μου δίνει ο Χριστός».8 Όσοι απέκτησαν τον Χριστό, ως πλούτο, βλέπουν με αόρατο τρόπο την ανέκφραστη ωραιότητα του ίδιου του Θεού˙ κρατούν, χωρίς να αγγίζουν, ατενίζουν, χωρίς να αντιλαμβάνονται, το ανείδεο είδος, την άμορφη μορφή και το ασχημάτιστο σχήμα, στολισμένο αστόλιστα, μέσα σε αθέατη θέα και σε ασύνθετη ωραιότητα.
Αλλά, τί είναι αυτό, που, ατενίζοντας, βλέπουν; Είναι το ίδιο το απλό φως της Θεότητας˙ αυτό βλέπουν πλούσια με τα νοερά μάτια, αυτό που και, ψηλαφώντας με άυλα χέρια, τρώνε, χωρίς να τρώνε, με το πνευματικό στόμα του νου και της ψυχής, που από τη θέαση της ωραιότητας και της γλυκύτητάς του δεν είναι ποτέ δυνατό να χορτάσουν ολοκληρωτικά. Διότι πάντοτε το καινούργιο φως αναβλύζει περισσή γλυκύτητα και ανάβει δυνατότερα την επιθυμία τους˙ αν όμως κάποτε συμβεί αυτό το φως να μη φαίνεται σ’ αυτούς με πλήρη λαμπρότητα, είναι σαν να το στερούνται ολότελα˙ αν πάλι θα ήθελε αυτό το φως να κρυφθεί εντελώς, έστω και για λίγο, προξενεί μέσα τους δυνατό και ανυπόφορο πόνο από τον ανέκφραστο πόθο.
Αλλά όμως, ας αντιληφθούμε την πίεση και τη φλόγα αυτού του πόθου με ένα παράδειγμα. Σκέψου δηλαδή να είναι ερωτευμένη με κάποιον φτωχό μία κόρη που κατάγεται από βασιλική γενιά και φοράει βασιλικό στέμμα και είναι ωραιότερη από όλες τις γυναίκες, που υπάρχουν επάνω στη γη, και αυτή να είναι μέσα στον κοιτώνα της, και εκείνος που την ερωτεύθηκε να πλησιάζει από έξω, σαν ένας καταφρονημένος εξαιτίας της φτώχειας και της πολλής ασημότητάς του. Αν λοιπόν η κόρη, αφού απλώσει, από ένα μικρό και στενότατο άνοιγμα, μόνο το χέρι της, κατάφορτο με χρυσά στολίδια, το δώσει στον εραστή της, και εκείνος, κρατώντας το και βλέποντας την απερίγραπτη ωραιότητά του, το καταφιλά, με την ελπίδα να βασιλεύσει μαζί της και να την κάνει γυναίκα του, επειδή εκείνη του το υποσχέθηκε αυτό με όρκους˙ έπειτα ξαφνικά, αν η κόρη, αφού απομακρύνει το χέρι της από τα χέρια εκείνου, το μαζέψει προς τον εαυτό της και το κρύψει εντελώς, δεν θα προξενήσει σ’ αυτόν αβάσταχτη θλίψη, και δεν θα του προκαλέσει έντονα απ’ αυτό πολύ περισσότερο το άναμμα του πόθου; Νομίζω ότι θα συμφωνήσετε και εσείς με την υπόθεση του παραδείγματος.
Αν λοιπόν συνηθίζουν να συμβαίνουν αυτά έτσι σε ορατά και αισθητά συγχρόνως σώματα και πράγματα, που είναι φθαρτά και που παρέχονται γρήγορα, πόσο περισσότερο θα συμβεί αυτό στα νοητά και στα αόρατα, που είναι άφθαρτα και αιώνια˙ διότι, όσο ανώτερα από τα προσωρινά είναι τα αιώνια αγαθά, τόσο κάνουν αναλογικά και τον έρωτα σφοδρότερο μέσα στις ψυχές εκείνων που τα αγαπούν˙ γι’ αυτό και δεν τους αφήνει ο πόθος του Θεού να κυριευθούν, ούτε και λίγο, από την επιθυμία ή την προσκόλληση σε κάποιο πράγμα. Διότι αυτοί δεν επιθυμούν ούτε τη δόξα ούτε την απόλαυση ούτε τα χρήματα, αλλά ούτε επιτρέπουν διόλου στο νου τους να αγγίξει τον έρωτα των σωμάτων˙ αλλά, όπως ο γαμπρός, βλέποντας την άψυχη εικόνα της νύφης, που κατασκευάσθηκε από χρώματα, κάθεται κοντά της και την ατενίζει συνεχώς και θέλει να τη βλέπει, αναφλέγοντας τον πόθο και την επιθυμία του γι’ αυτήν, όταν όμως αντικρύσει εκείνη την ίδια τη νύφη να παρουσιάζεται, χωρίς να είναι όπως η μορφή της εικόνας, αλλά να έχει αψεγάδιαστη την όψη της εμφάνισής της με ασύγκριτη και απερίγραπτη ωραιότητα, και την καταφιλήσει και την εναγκαλισθεί, δεν ανέχεται πια διόλου να στρέψει ανάλογα το βλέμμα του στην εικόνα της˙ το ίδιο λοιπόν παθαίνουν σε μεγαλύτερο βαθμό και εκείνοι που από το μέγεθος και την ωραιότητα των ορατών δημιουργημάτων συμπεραίνουν τη δύναμη και τη σοφία του Δημιουργού,9 ανεβαίνουν προοδευτικά σε αγάπη και πίστη προς αυτόν, αλλά και απ’ αυτά σε αγνό φόβο.10 Διότι, όταν ενωθούν πραγματικά μ’ εκείνον τον ίδιο τον Θεό και αξιωθούν τη θέα και την κοινωνία εκείνου, δεν προσέχουν πια με εμπάθεια ή με προσκόλληση ή με αφοσίωση την εικόνα των δημιουργημάτων, ούτε τη σκιά των ορατών πραγμάτων. Επειδή δηλαδή η σκέψη τους εισχωρεί με ευχαρίστηση σ’ αυτά που ξεπερνούν την αίσθηση και είναι σαν να αναμιγνύεται και να ενδύεται αυτή τη λαμπρότητα της θείας φύσης, δεν έχουν πια προσηλωμένη την αίσθηση προς τα ορατά, όπως και προηγουμένως.
Αυτό λοιπόν το μακάριο πάθος – διότι θα μιμηθώ σ’ αυτό εκείνον που είπε, «Σαν σε έκτρωμα εμφανίσθηκε και σ’ εμένα»11-, αξιωθήκαμε να βιώσουμε με πολλές δεήσεις και εμείς οι παραπεταμένοι, χάρη στη φιλανθρωπία και τη χάρη του Θεού, το οποίο, αφού και την πείρα όλων, όσων έχουν ειπωθεί, διδαχθήκαμε μυστικά, με αίσθηση και όραση και γνώση, και λάβαμε συγχρόνως για ωφέλεια και προτροπή εκείνων που θέλουν να ζητούν τον Θεό και να τον βρουν, τα παραδώσαμε με το γράψιμό τους. Συμπονέστε λοιπόν και προσευχηθείτε μαζί μου, όσοι από το λόγο αυτό καρπωθήκατε την ωφέλεια και προτιμάτε να ανεβείτε με την πράξη στο ύψος του, ώστε με τις ευπρόσδεκτες δεήσεις στον Θεό μας όχι μόνο να διατηρηθεί μέσα μας άσβεστη η δάδα του θείου πόθου, αλλά και να ανάψει πολύ δυνατότερα από τη φλόγα, και να μας διατηρήσει άμωμους και άμεμπτους και άσπιλους αυτός που ανέβασε από τη γη στους ουρανούς και δόξασε το ανθρώπινο γένος μας. Και μάλιστα θα συνδέσει ακόμη περισσότερο και θα συνενώσει δυνατά και θα αξιώσει να αναμιχθώ συνειδητά ολόκληρος εγώ με τον εαυτό του και με σας, με άμικτη μίξη και ανέκφραστη συνένωση, σύμφωνα με τις αψευδείς υποσχέσεις του, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Πατέρα και το πανάγιο Πνεύμα του, τώρα και πάντοτε και στους ατέλειωτους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Υποσημειώσεις.
1. Γρηγορίου Θεολόγου Λόγος 38, Εις τα Θεοφάνια, 11, PG 36, 324A, και Λόγος 45, Εις το άγιον Πάσχα, 8 PG 36, 632A.
2. Ματθ. 4,17
3. Πρβ. Α’ Θεσ’. 5,5
4. Μαλ. 4,2
5. Πρβ. Ψαλ. 18,2
6. Πρβ. Φιλιπ. 3,8
7. Ιω. 16,33
8. Φιλιπ. 4,13
9. Σ’. Σολ. 13,5
10. Ψαλ. 18,10
11. Α’ Κορ. 15,8
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός τέταρτος (Α’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός τέταρτος (Β’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός τέταρτος (Γ’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός τέταρτος (Δ’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.