Λόγος ηθικός τέταρτος (Γ’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Για την απάθεια και τα χαρίσματα και τις δωρεές που υπάρχουν σ’ αυτή κατά την πρόοδο˙ και ποιά είναι η τελείωση της κατά Χριστόν πνευματικής ηλικίας.

… Επειδή όμως ασύγκριτα ανώτερος από όλα τα ορατά είναι ο Θεός, που τα δημιούργησε,1 ο άνθρωπος, που έχει τιμηθεί με το λογικό και διαθέτει, όπως είπαμε, αθόλωτο και ασύγχυτο το νου από τις εμπαθείς αντιλήψεις, αντί για όλα αυτά και πριν από όλα αυτά, εύλογα θα προτιμήσει και θα αγαπήσει τον Ποιητή και Δεσπότη των όλων, και μόνο σ’ εκείνον θα κατευθύνει ολόκληρο το επιθυμητικό του, σαν κάπως να του δείχνει και να του λέει˙ «Άκουσέ με και πρόσεξε˙ άγγιξε με φρίκη, γεύσου την αμόλυντη γλυκύτητα, οσφράνσου το πνευματικό μύρο και γνώρισε ότι κανείς δεν είναι πιο ωραίος ή πιο ευχάριστος ή πιο γλυκύς ή πιο δυνατός ή πιο ένδοξος στο σύνολό του απ’ αυτόν, αλλά όμως και κανείς δεν έχει τη δύναμη να σε ζωοποιήσει ή να σε αφθαρτοποιήσει ή να σε αποθανατίσει». Και όταν λοιπόν με όλα αυτά γεμίσει η επιθυμία του ανθρώπου, τότε και ολόκληρο το θυμικό συνενωμένο με το λογιστικό και το επιθυμητικό, αυτά τα τρία, μέσα στη θέαση της τριαδικής μονάδας και μέσα στην ίδια την ευχαρίστηση του Δεσπότη τους, γίνονται ένα. Διότι τότε δεν αναγνωρίζεται διόλου ο τριπλός διαχωρισμός τους, αλλά είναι όλα ένα. Όταν λοιπόν οι δυνάμεις αυτές στραφούν από μόνο τον ένα και αγαθό, ως προς την απλότητα, στα εδώ, με το να κινούνται για τη διάκριση και το διαχωρισμό των αγαθών και πονηρών πραγμάτων, τότε η θέλησή τους και ο διαχωρισμός και η αποστροφή στα αντίθετα από τα θεία θελήματα δείχνονται πράγματα αχώριστα˙ διότι μόνο μέσα σ’ αυτά κινείται το θυμικό.
Θα μπορούσαμε να πούμε ακόμη και άλλα περισσότερα απ’ αυτά για το στομάχι και το συκώτι, για την τροφή, για την πόση, για την πείνα και τη δίψα˙ αλλά για να μη μακρύνουμε το λόγο και να μην κάνουμε γνωστά αυτά που είναι άγνωστα για τους θηρευτές των λόγων, που είναι συνηθισμένοι να πλουτίζουν με ξένα πράγματα, τα αφήσαμε αυτά για εκείνους που θέλουν να τα αναζητούν με την πρακτική γνώση, σκεπασμένα με τη σιωπή. Αλλά, ας επιστρέψουμε στο θέμα μας. Επειδή λοιπόν διαπλάσαμε το σώμα ως την κοιλιά και το στομάχι, σύμφωνα με το πνευματικό ανάστημα του Χριστού,2 είναι ανάγκη να ανεβούμε και ως το κεφάλι, ωσότου δηλαδή να κάνουμε το σώμα αυτό πνευματικά ολοκληρωμένο και σωστό.
Σ’ αυτό λοιπόν το σώμα του πνευματικού αναστήματος συμπλάθουμε το στήθος και τα νώτα, τους ώμους, τους βραχίονες, τα χέρια τέλος και τον τράχηλο. Και στήθος βέβαια σ’ αυτό το σώμα θα σκεφθείς ότι είναι η ευσπλαχνία, μέσα στην οποία οι μαστοί της φιλανθρωπίας χύνουν άφθονα το γάλα της ελεημοσύνης για τους ορφανούς και τις χήρες και για όλους τους άλλους, σύμφωνα με τον άγιο απόστολο, που λέει˙ «Αδελφοί, αποκτήστε φιλευσπλαχνία».3 Αλλά από πού δίνεται αυτό το γάλα στους μαστούς και πως ενεργεί, θα αφήσω να το αναζητήσετε εσείς. Νώτα ωστόσο θα σκεφθείς ότι είναι το να σηκώνει κάποιος επάνω του ολοπρόθυμα τα ξένα βάρη και να περιφέρει μέσα του τα σημάδια από τις πληγές του Κυρίου Ιησού, όπως λέει ο απόστολος, «εσείς οι δυνατοί να σηκώνετε τα βάρη των αδυνάτων»,4 και ακόμη λέει, «στο εξής κανείς να μη μ ενοχλεί˙ διότι εγώ σηκώνω στο σώμα μου τα σημάδια από τις πληγές του Κυρίου Ιησού».5 Αλλά και ο Κύριος λέει με τον προφήτη: «Τα νώτα μου τα έδωσα στις μάστιγες και τα σαγόνια μου στο ραπισμό».6 Αυτά, και αν ακόμη δεν έρθει καιρός να τα πάθει κάποιος, πρέπει να ελπίζει πάντοτε ότι θα τα πάθει, και να ετοιμάζεται γι’ αυτά κάθε ώρα. Ώμοι πάλι και βραχίονες θα σκεφθείς ότι είναι η υπομονή και η καρτερία στους πειρασμούς και στις θλίψεις, που μ’ αυτά και μαζί μ’ αυτά μπορούν να εργάζονται τα χέρια. Χέρια πάλι λέω ότι είναι η ενεργητικότητα και η προθυμία σε κάθε υπακοή και εργασία των εντολών του Θεού, που χωρίς πολλή υπομονή και καρτερία κανείς δεν μπορεί διόλου να τα αποκτήσει. Έχει μάλιστα αυτό το πνευματικό ανάστημα εκτός απ’ αυτά και πνευματικά χέρια με τα οποία παρηγορεί τους ολιγόψυχους, ανασηκώνει εκείνους που πέφτουν κάτω και βάζει επιδέσμους σ’ εκείνους που έχουν τραυματισθεί, χύνοντας τους λάδι και κρασί,7 με τα οποία κάθε μέρα κάνει και άλλα πολλά στους συνανθρώπους του, με λόγια και με έργα, και αγγίζει το ίδιο το δεσποτικό κράσπεδο,8 και προσφέρει άρτο στον Κύριό του, και δίνει το ποτήρι στα χέρια του. Και έτσι εκείνον, που με νεύμα τρέφει κάθε ζωντανή ύπαρξη, τον τρέφει με τροφή που εκείνος είπε ότι επιθυμεί και ποθεί9˙ και είναι μακάριος εκείνος, που γνωρίζει και έχει αυτά, και τα προσφέρει στον Δεσπότη του, διότι και εκείνος θα τον βάλει να καθίσει στο τραπέζι, στη βασιλεία των ουρανών, αυτός που κάθεται σαν σε άρμα επάνω στα Χερουβί,10 και αφού ζώσει τον εαυτό του σαν υπηρέτης, σύμφωνα με την αψευδή υπόσχεσή του,11 θα τον υπηρετήσει. Τράχηλος άλλωστε αυτού του σώματος είναι η αδίστακτη ελπίδα.
Να, λοιπόν, συμπληρώσαμε, όπως νομίζω, με τη βοήθεια και τη χάρη του Θεού ολόκληρο το σώμα ενός τέλειου άνδρα, που έχει όλα τα μέλη του ολόκληρα. Λείπει ωστόσο απ’ αυτό το σώμα μόνο το κεφάλι. Αλλά ίσως να σκεφθήκατε ότι εμείς τα είπαμε όλα και δεν παραλείψαμε διόλου τίποτε, διότι τάχα αρκούν και αυτά που έχουν ειπωθεί για την ολοκλήρωση της αρετής και τη σωτηρία της ψυχής. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό, δεν συμβαίνει. Διότι όπως το σώμα, αν έχει όλα τα μέλη, στερείται όμως από το κεφάλι, είναι εντελώς νεκρό και αδρανές, και πάλι όπως το κεφάλι, χωρίς ολόκληρο το υπόλοιπο σώμα, το ίδιο βέβαια μόνο του είναι κεφάλι, αν όμως βρεθεί χωρισμένο από το σώμα, δεν μπορεί να δείξει τις ενέργειές του, έτσι να σκεφθείς ότι συμβαίνει και στο πνευματικό σώμα, που κατασκευάσθηκε από μας με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, και όλα αυτά, που είπαμε, χωρίς το κεφάλι, είναι άχρηστα και ανώφελα, αν και πολλοί για την εργασία τους και τη μερική απόκτηση, σαν να τα κατόρθωσαν όλα, σκέφτονται ανόητα και επειδή είναι νεκροί, δεν αντιλαμβάνονται το καλό που έχουν στερηθεί. Διότι αυτά, που έχουν ειπωθεί, αν και τα διηγηθήκαμε χωριστά με παραστατικό τρόπο για παράδειγμα και για γνώση, χωρίς όμως το κεφάλι και χωρίς τη μεταξύ τους φυσική συνένωση είναι αδύνατο να συνυπάρξουν και να δυναμώσουν. Διότι όπως το σώμα ενός μικρού παιδιού, που έχει στερηθεί από το κεφάλι του, δεν υπάρχει πιθανότητα να μεγαλώσει ποτέ, αλλά, όταν τα δύο είναι ενωμένα και δέχεται το ένα από το άλλο την τροφή, όταν δηλαδή δέχεται το σώμα την τροφή με το στόμα, αλλά και το κεφάλι επίσης δέχεται με την υγρότητα, που στέλνεται προς τα επάνω, την τροφή από το σώμα,12 τότε τρέφεται έτσι και μεγαλώνει ολόκληρος ο άνθρωπος, το ίδιο να προσέξεις και να δεις ότι συμβαίνει μετά την τοποθέτηση του κεφαλιού στο πνευματικό σώμα. Και για να σου το κάνω πιο κατανοητό, άκου προσεκτικά την επανάληψη που κάνω γι’ αυτά που ειπώθηκαν.
Έχεις λοιπόν πίστη και ταπείνωση, τις βάσεις των αρετών, και επάνω σ’ αυτές έχεις κτισμένες όλες τις αρετές, που ανέφερα προηγουμένως, χάρη στις οποίες κατασκευάσθηκε και ολοκληρώθηκε το σώμα ως τον τράχηλο, που τράχηλος είναι η ελπίδα˙ η ελπίδα προεξέχει από το άλλο σώμα, η ίδια όμως μόνη της, αν δεν ενωθεί με το κεφάλι, έχει νεκρωθεί μαζί με τα άλλα μέλη του σώματος, επειδή δεν έχει από πού να δεχθεί την πνοή ή την αναπνοή του Πνεύματος, που ζωοποιεί και κινεί το σώμα και τα μέλη του, και να λάβει διόλου άφθαρτη τροφή. Γι’ αυτό λοιπόν, για να μην αφήσουμε δηλαδή ατελές το μέτρο του αναστήματος του Χριστού,13 τοποθετούμε επάνω στο σώμα σαν πραγματικό κεφάλι την άγια αγάπη, χωρίς να το σκεφθούμε ή να το κατασκευάσουμε αυτό από μόνοι μας, όχι βέβαια, αλλά, αφού το διδαχθήκαμε από εκείνο το Άγιο Πνεύμα, που είχε αυτός που είπε: «Παραμένουν όμως αυτά τα τρία: η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη˙ μεγαλύτερο όμως από όλα είναι η αγάπη».14 Και πάλι είπε: «Αν έχω όλη την πίστη, ώστε να μετακινώ βουνά, και αν έχω όλη τη γνώση και γνωρίζω όλα τα μυστήρια, και αν μοιράσω στους φτωχούς όλα τα υπάρχοντά μου, και αν μιλώ τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, και αν παραδώσω το σώμα μου, για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, δεν με ωφελεί διόλου».15 Διότι η πίστη με τη μεσολάβηση της ελπίδας, με το να παροτρύνεται και να διδάσκεται και να δυναμώνει από την άγια αγάπη, εννοώ στους νήπιους ακόμη, χωρίς αυτή να φαίνεται και να γίνεται αντιληπτή, πραγματοποιεί όλα όσα έχουν ειπωθεί προηγουμένως˙ άλλωστε, με το να τα πραγματοποιεί, τρέφει και υπηρετεί και κάνει να μεγαλώνει μ’ αυτά το κεφάλι, εννοώ η ίδια η αγάπη˙ αυτή μάλιστα η αγάπη, καθώς υπηρετείται και μεγαλώνει, δίνει αναλογικά στο υπόλοιπο σώμα των αρετών περισσότερη τη δύναμη και το ετοιμάζει να προχωρεί θερμότερα σ’ αυτά που είναι μπροστά.16
Και έτσι μεγαλώνουν λίγο λίγο όλα τα μέλη του πνευματικού σώματος, όπως μεγαλώνει το κόκκαλο με το κόκκαλο και η άρθρωση με την άρθρωση, καθώς δηλαδή συνενώνονται και συναρμολογούνται και συνάπτονται με την άγια αγάπη. Αυτή μάλιστα η αγάπη, δηλαδή το κεφάλι όλων των αρετών, είναι ο Χριστός και Θεός, ο οποίος γι’ αυτό κατέβηκε επάνω στη γη και έγινα άνθρωπος, αφού πήρε τη δική μας γήινη σάρκα, για να δώσει σ’ εμάς πραγματικά τη θεότητά του, και αφού μας κάνει πνευματικούς και μας καταστήσει άφθαρτους, να μας ανεβάσει στους ουρανούς. Αυτή είναι η αγάπη, που ο θείος απόστολος λέει ότι έχει χυθεί πλούσια μέσα στις καρδιές μας,17 η κοινωνία δηλαδή και η μέθεξη της θεότητάς του, δια μέσου της οποίας ενωνόμαστε με τον Θεό. Γι’ αυτή την αγάπη λέει και ο Ιωάννης ο Θεολόγος: «Η τέλεια αγάπη διώχνει το φόβο» και ότι «εκείνος που φοβάται δεν έχει γίνει τέλειος στην αγάπη»18˙ και επίσης λέει: «Δείτε πόσο μεγάλη αγάπη έχει προσφέρει σ’ εμάς ο Πατέρας, ώστε να ονομασθούμε τέκνα του Θεού».19 Αγάπη ονομάζει εδώ το Άγιο Πνεύμα του Θεού, με το οποίο εμείς αποκτούμε την υιοθεσία».20
Αυτή λοιπόν την αγάπη δεν μπορεί να δει ή να πάρει κανείς από τους ανθρώπους, ούτε να ενωθεί μ’ αυτή και να την έχει συνειδητά σαν κεφάλι του, αν δεν τηρήσει την πίστη στον Χριστό, όπως είπαμε, στερεή και ακλόνητη, και αν δεν οικοδομήσει με προθυμία επάνω σ’ αυτή όλες τις πράξεις που έχουμε πει˙ εκείνος όμως που δεν είδε, ούτε ενώθηκε με την αγάπη, ούτε έγινε κοινωνός της γλυκύτητάς της, δεν μπορεί ούτε να την αγαπήσει, όπως της αξίζει. Διότι πώς μπορεί να αγαπά κάποιος αυτόν που δεν είδε; «Διότι εκείνος», λέει, «που δεν αγαπά τον αδελφό του που τον έχει δει, πώς μπορεί να αγαπά τον Θεό που δεν τον έχει δει;»21 Επίσης μάλιστα, αν δεν θα αγαπήσει προηγουμένως τον Θεό με όλη την ψυχή, με όλη την καρδιά,22 σύμφωνα δηλαδή με τις φυσικές έννοιες και σύμφωνα με την αγαπητική δύναμη και διάθεση, που υπάρχει σ’ εμάς, δεν αξιώνεται να τον δει. Διότι είπε: «Εκείνος, που με αγαπά, θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου», και τότε, πρόσθεσε, «και εγώ θα τον αγαπήσω και θα φανερώσω σ’ αυτόν τον εαυτό μου».23 Απ’ αυτά αποδεικνύεται φανερά ότι, αν κάποιος δεν αγαπήσει προηγουμένως τον Θεό με όλη την ψυχή του, και αν δεν δείξει, με την απάρνηση του εαυτού του και όλου του κόσμου, την αγάπη του σ’ αυτόν, δεν αξιώνεται για την φανέρωσή του με μυστικό τρόπο, με την αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος, ούτε αποκτά το κεφάλι του, τον Θεό δηλαδή, αλλά είναι ως προς τα πνευματικά έργα νεκρό σώμα, επειδή στερείται τη ζωή των όλων, τον Χριστό.

Υποσημειώσεις.
1. Πρβ. Εβρ. 3,4
2. Εφ. 4, 13
3. Κολ. 3, 12
4. Ρωμ. 15,1
5. Γαλ. 6,17
6. Ησ’. 50, 6
7. Λουκ. 10,34
8. Ματθ. 14, 36
9. Πρβ. Λουκ. 22, 15
10. Ψαλμ. 79,2
11. Λουκ. 12,37
12. Αναφέρεται στην κυκλοφορία του αίματος, σύμφωνα με τις γνώσεις που είχαν οι παλαιοί.
13. Εφ. 4, 13
14. Α’ Κορ. 13,13
15. Α’ Κορ. 13, 1-3
16. Πρβ. Φιλιπ. 3,14
17. Ρωμ. 5,5
18. Α’ Ιω. 4, 18
19. Α’ Ιω. 3,1
20. Πρβ. Ρωμ. 8, 15
21. Α’ Ιω. 4, 20
22. Πρβ. Μάρκ. 12, 30
23. Ιω. 14, 21

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός τέταρτος (Α’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός τέταρτος (Β’): «Για την κατά Χριστόν απάθεια και τα χαρίσματα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.