Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, «Κανένας δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου» – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.

(Ιωάν. γ, 13-17).

Κανένας, βέβαια, δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου,47 που κατέβηκε από τον ουρανό, και που είναι στον ουρανό. Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο,48 έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια.49 (51).

«Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στον θάνατο τον μονογενή του Υιό, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια.50 Γιατί, ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ αυτού.

ΣΧΟΛΙΑ

(47) «Κανένας, βέβαια, δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου».

«Υιός του ανθρώπου». Ο τίτλος ούτος χρησιμοποιείται υπό του Κυρίου από τας πρώτας ημέρας του δημοσίου βίου Του, όταν πρόκειται να ομιλήση περί της πτωχείας Του, περί του πάθους Του και περί του μέλλοντος της βασιλείας Του. Ο τίτλος ούτος έχει σχέσιν με τον Υιόν του ανθρώπου της προφητείας του Δανιήλ. Οι σύγχρονοι όμως του Ιησού δεν συνεταύτιζον τον υπό του Δανιήλ αναφερόμενον τίτλον τούτον μετά του Ιησού ως Μεσίου, διότι ο μεν Ιησούς λαβών δούλου μορφήν ήτο αντίθετος κατ’ αυτούς προς τον μεγαλοπρεπή Υιόν του ανθρώπου, τον ερχόμενον επί των νεφελών του Ουρανού, κατά τον προφήτην Δανιήλ. Κατά τας τελευταίας μόνον στιγμάς του βίου του Κυρίου, συνεταύτισαν οι Ιουδαίοι τον Υιόν του ανθρώπου μετά του Ιησού, διότι όταν ο Χριστός ενεκρίνετο υπό του Συνεδρίου και είπεν «απ’ άρτι όψεσθε τον Υιόν του ανθρώπου καθήμενον…», ηρώτησε το Συνέδριον Αυτόν, λέγων˙ «Συ ει ο Υιός του Θεού;»

Ο Κύριος εξέλεξεν τον τίτλον τούτον, διότι εις τον τίτλον τούτον συνεδυάζετο το εμφανές της σαρκώσεώς Του και το αφανές της προελεύσεώς Του: και ο Κύριος εταπείνωσε δια της αφανείας εαυτόν όχι μόνον μορφήν δούλου λαβών, αλλά και κατ’ όνομα άσημος ων. Εκτός αυτού ο Κύριος έλαβε τον τίτλον Υιός του ανθρώπου, ίνα αφαιρέση το κοσμικόν πολιτικόν εθνικόν χρώμα από το έργον του, το οποίον επίστευον οι Ιουδαίοι, ότι θα έχη ο Μεσσίας, αφού θα είναι απόγονος της βασιλικής οικογενείας του Δαυίδ. Πλην αυτών, ο Κύριος, δια του τίτλου Υιός του ανθρώπου, προσδίδει εις το έργον Του πανανθρώπινον χαρακτήρα. Ο πανανθρώπινος ούτος χαρακτήρ συνίσταται τώρα μεν εις το ότι θα είναι ο Κύριος βασιλεύς των καρδιών των ανθρώπων, οι οποίοι θα θελήσωσι να πιστεύσωσιν εις Αυτόν, κατά το τέλος όμως του κόσμου θα είναι βασιλεύς πάντων, διότι εις Αυτόν «παν γόνυ κάμψει» κατά την ρητήν διαβεβαίωσιν της Αγίας Γραφής. (Φιλιπ. 2, 10).
(Αρχιμανδρίτης, Ιωήλ Γιαννακόπουλος.)

(48) « Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του ανθρώπου».
Αναχωρήσαντες οι Ισραηλίται από της Αιγύπτου, ήλθον εις την έρημον Εδώμ: εκεί οι όφεις έδακνον αυτούς: όσοι δε εδάκνοντο υπό των όφεων, εκείνοι απέθνησκον. Και ο μεν Μωυσής παρεκάλεσε τον Θεόν να ελευθερώση τον Λαόν από της τοιαύτης τιμωρίας: ο δε Θεός, επακούσας της δεήσεως αυτού, είπεν αυτώ: Κατασκεύασον όφιν χαλκούν, και τοποθέτησον αυτόν επί σημείου, ήτοι κρέμασον αυτόν επί στύλου˙ όστις δε τραυματισθή υπό όφεως, εάν στρέψη το βλέμμα και ίδη τον όφιν τον χαλκούν, εκείνος ιατρεύεται και Ζη˙ «Και έσται εάν δάκη όφιες άνθρωπον, πας ο δεδηγμένος ιδών αυτόν, ήγουν τον χαλκούν όφιν, ζήσεται» (Αριθ. Κα’ 8).
(Αρχιμανδρίτης, Ιωήλ Γιαννακόπουλος.)

(49) «Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια».
Ο Κύριος χρησιμοποιεί ως σύμβολον της Σταυρώσεώς Του το γεγονός, το οποίον μας διηγείται το βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης (αριθ. 21, 4-9) της υψώσεως του χαλκού όφεως εν τη ερήμω. Οι Εβραίοι δηλαδή το τελευταίον έτος της τεσσαρακονταετούς περιπλανήσεώς των εν τη ερήμω Φαράν, ηγανάκτησαν κατά του Θεού. Προς τιμωρίαν των στέλλει ο Θεός κατ’ αυτών δηλητηριώδεις όφεις, οι οποίοι εθανάτωσαν πολλούς εξ αυτών. Οι Εβραίοι μετανοούν και ο Θεός διατάσσει τον Μωυσήν να κατασκευάση χαλκούν όφιν, να τον τοποθετήση υψηλά εις πάσσαλόν τινά. Όσοι εκ των δαγκωμένων Εβραίων υπό των όφεων μετενόουν και έβλεπον τον όφιν τούτον, εθεραπεύοντο. Κατά παρόμοιον τρόπον, βεβαιοί ο Κύριος,θα υψωθή επί του Σταυρού ο Υιός του ανθρώπου, ίνα οι υπό της αμαρτίας δηλητηριασμένοι, βλέποντες και πιστεύοντες εις αυτόν, θεραπεύωνται από τας αμαρτίας, λαμβάνοντες αιώνιον ζωήν. Η αιώνιος αύτη ζωή συνίσταται εις την ζωήν της χάριτος, εδώ και εις την δόξαν εν τη μελλούση ζωή. Η εδώ διδομένη θεία χάρις είναι η αρχή της εκεί δόξης. Η εκεί δόξα είναι το τέλος της εδώ χάριτος. Ο φέρων την θείαν χάριν εδώ φέρει ήδη εν εαυτώ την αιώνιον ζωήν. (Όταν ο Νικόδημος ούτος εξεκρέμασε τον Ιησούν από τον Σταυρόν, θα εννόησε τότε την ερμηνείαν των σκοτεινών λόγων αυτών). Ιδού η ουσία της Απολυτρώσεώς μας.

Τούτο εποίησεν ο Μωυσής: και οι μεν όφεις έδακνον τους Ισραηλίτας, αυτοί δε, ατενίζοντες και βλέποντες τον όφιν τον χαλκούν, δεν απέθνησκον, άλλ’ ιατρεύοντο. «Και εποίησε Μωυσής όφιν χαλκούν, και έστησεν αυτόν επί σημείου˙ και εγένετο, όταν έδακνεν όφις άνθρωπον, και επέβλεψεν επί τον όφιν τον χαλκούν, και έζη» (Αυτόθι 9). Σύμβολον τούτο και τύπος πολλά αξιοσημείωτος: ο μεν όφις ο ερπετός, όστις έδακνε τους Ισραηλίτας εν τη Εδώμ, εσήμαινε τον όφιν τον νοητόν, ήτοι τον διάβολον, όστις ετραυμάτισε τους προπάτορας του γένους των ανθρώπων εν τη Εδέμ, ακόμη δε και μέχρι της σήμερον τραυματίζει τους απογόνους αυτών: ο δε χαλκός, ο εις όφιν σχηματισθείς, εσήμαινε τον Υιόν και Λόγον του Θεού, τον λαβόντα δούλου μορφήν, και σχήματι ευρεθέντα ως άνθρωπον (Φιλιπ. Β’ 8).

Ο χαλκούς όφις υψώθη επί σημείου, ο Θεάνθρωπος Ιησούς υψώθη εν τω σταυρώ. Όστις έβλεπε τον χαλκούν όφιν, τον υψωθέντα επί του σημείου, ιατρεύετο από των πληγών του όφεως του ερπετού: όστις πιστεύει εις τον επί ξύλου κρεμασθέντα Θεάνθρωπον, εκείνος καθαρίζεται από των τραυμάτων του όφεως του νοερού. Όστις έβλεπε τον όφιν τον χαλκούν, δεν απέθνησκεν, άλλ’ έζη την πρόσκαιρον ζωήν: όστις πιστεύει εις τον θεάνθρωπον Ιησούν, δεν χάνεται, δηλαδή δεν κολάζεται, άλλ’ έχει ζωήν αιώνιον.

Δια προστάγματος Θεού υψώθη ο όφις επί σημείου˙ ευδοκία του Θεού και Πατρός υψώθη ο Ιησούς εν τω σταυρώ. Βλέπετε πόσην ομοιότητα έχει ο τύπος μετά του τυπουμένου.
(Αρχιερεύς, Νικηφόρος Θεοτόκης.)

(50) Επειδή δε είπε˙ «Δει υψωθήναι τον Υιόν του ανθρώπου»,
δηλαδή είναι ανάγκη να υψωθώ εις τον σταυρόν, δια τούτο δια των εξής λόγων εφανέρωσε και το διατί πρέπει να σταυρωθή. Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν, μη απόληται, άλλ’ έχη ζωήν αιώνιον (Ιωάν. γ’ 16).

Ιδού ο λόγος της ευδοκίας του Θεού, εκ της οποίας εγένετο η ενανθρώπησις του μονογενούς Υιού αυτού: τοσούτον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, δηλαδή το ανθρώπινο γένος, ώστε έδωκεν υπέρ της σωτηρίας αυτών τον υιόν αυτού τον μονογενή, δηλονότι εξαπέστειλεν αυτόν εις τον κόσμον, ίνα, γενόμενος άνθρωπος, υπομείνη πάθος και σταυρόν και θάνατον, όπως πας ο εις αυτόν πιστεύσας μη απολεσθή, εις την ατελεύτητον κόλασιν καταδικασθείς, αλλά κληρονομήση την αιώνιον Ζωήν και μακαριότητα.

Αλλά διατί τοσούτον ηγάπησεν ο Θεός τον άνθρωπον; – διότι ο άνθρωπος είναι εξαίρετον πάντων των κτισμάτων αυτού˙ κτίσμα είναι ο άνθρωπος, όστις εφανέρωσεν υπέρ πάντα τα άλλα κτίσματα την άπειρον σοφίαν και δύναμιν του Θεού. Ο Θεός εποίησε πρώτον τον ουρανόν και την γην, ήτοι πάντα τα ουράνια και τα επίγεια, πάντα τα πνεύματα και τα σώματα˙ έπειτα, ενώσας τον ουρανόν και την γην, ήτοι πνεύμα και σώμα, εποίησεν εξ αυτών εν σύνθετον, και τούτο είναι ο άνθρωπος, ουράνιος και επίγειος, πνεύμα και σώμα, άυλος και υλικός, Θεού εικών κατά τας δυνάμεις της ψυχής, Θεού ομοίωμα κατά τα κατορθώματα της αρετής. Όταν δοξολογώσι τον Θεόν οι άγγελοι, τότε δοξολογεί αυτόν ο ουρανός: όταν διηγώνται την δόξαν αυτού τα υλικά κτίσματα, τότε δοξολογεί αυτόν η γη: όταν δε λατρεύη αυτόν ο άνθρωπος, τότε προσφέρει δοξολογίαν εις αυτόν ο ουρανός ομού και η γη, τα πνεύματα ομού και τα σώματα, πάσα η κτίσις η ορατή και η αόρατος δια τούτο ο άγιος αυτού προφήτης, όταν εστοχάζετο την πλάσιν και κατασκευήν του ανθρώπου, εκπληττόμενος εκραύγαζεν «Εθαυμαστώθη η γνώσίς σου εξ εμού, ου μη δύνομαι προς αυτήν» (Ψαλμ. ρλη’ 5). Ηγάπησεν ο Θεός τον άνθρωπον, αγαπήσας ευσπλαγχνίσθη, ευσπλαγχνισθείς ευδόκησε την απολύτρωσιν αυτού από της δουλείας του διαβόλου, ευδοκήσας απέστειλε τον μονογενή αυτού Υιόν εις τον κόσμον, ίνα μη απολεσθή, αλλά σωθή το ηγαπημένον αυτού πλάσμα, ο άνθρωπος.
(Αρχιερεύς, Νικηφόρος Θεοτόκης.)

(51) «Και καθώς Μωσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου».
Βλέποντες τον Εσταυρωμένον Ιησούν, όπως οι Ιουδαίοι τον χαλκούν όφιν, θεραπευόμεθα. Ας ίδωμεν ποία η ωφέλεια ημών εξ Αυτού του Σταυρού, ήτοι ποία τα διδάγματα.

Διδάγματα. Ιδού! Ποίος πιστεύων εις τον Εσταυρωμένον δεν ευγνωμονεί τον Θεόν, διότι αι αμαρτίαι του συνεχωρήθησαν δια του αίματος του Θεανθρώπου; Ποίος δεν προσέχει εις τον βίον του βλέπων πόσον αξίζει η ψυχή του; Ποίος δεν τρέμει προ της αμαρτίας βλέπων το βάρος της, αφού εχρειάσθηκεν ως ζυγαριά ο Σταυρός και ζυγιστής ο Θεός, ως δράμα το αίμα Του, ίνα ζυγισθή το βάρος της;
Κατά το 600 π. Χ. ο Ζάλευκος ο νομοθέτης και φιλόσοφος των Λοκρών της κάτω Ιταλίας εξέδωκε νόμον κατά της μοιχείας, κατά τον οποίον ο μοιχός ετιμωρείτο δι’ εξορύξεως και των δύο οφθαλμών του. Δυστυχώς όμως εις το παράπτωμα έπεσεν ο μονογενής υιός του. Ο Νομοθέτης ως δίκαιος έπρεπε να εφαρμόση τον νόμον, ως πατήρ όμως ηγάπα τον υιόν του και δεν ήθελε να έχη υιόν αόμματον. Δια να ικανοποιήση λοιπόν δικαιοσύνην και αγάπην εσκέφθη να βγάλη ένα μάτι ιδικόν του και το άλλο του παιδιού του. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ο Νομοθέτης δια της εξορύξεως των δύο οφθαλμών εφήρμοσε τον νόμον, διαφυλάξας δε τον υιόν του εκ της πλήρους τυφλώσεως εφαρμόζει την αγάπην του. Κάτι παρόμοιον αλλά πολύ ανώτερον έγινε με το Απολυτρωτικόν έργον του Χριστού. Ο Θεός απηγόρευσε την αμαρτίαν εις τους πρωτοπλάστους επί ποινή θανάτου. Οι πρωτόπλαστοι όμως ημάρτησαν. Η τιμωρία δια την αμαρτίαν ήτο ο θάνατος. Ικανοποιών ο Θεός αγάπην προς τον πεσόντα άνθρωπον και δικαιοσύνην Του δια την παράβασιν γίνεται άνθρωπος και αποθνήσκει επί του Σταυρού, όπου εφαρμόζεται η δικαιοσύνη Του και η αγάπη Του, όπως είδομεν ανωτέρω. Ο Χριστός επί του Σταυρού πάσχει ως Θεάνθρωπος και απολυτρώνει από την τιμωρίαν το ανθρώπινο γένος.
Ας έχωμεν άπειρον ευγνωμοσύνην εις τον Λυτρωτήν Χριστόν και βαθείαν προσοχήν εις τον εαυτόν μας.
(Αρχιμανδρίτης, Ιωήλ Γιαννακόπουλος.)

Από το βιβλίο: «Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα», Α’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία Θεοφάνους Επισκ. Ταυρομενίας του Κεραμέως, εις την ομόνυμον Κυριακήν.
Κυριακή ΚΒ. επιστολών ή προ της υψώσεως: το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., κύκνος και γερανός, Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.