Όρθρος (μέρος Α’) – Ιωάννου Φουντούλη.

Σε μια σειρά άρθρων θα παρουσιάσωμε την ακολουθία του όρθρου, την εκτενεστέρα και πλουσιωτέρα από τις ακολουθίες της νυχθημέρου προσευχής της Εκκλησίας μας. Και αυτή, όπως και οι άλλες ακολουθίες που μέχρι σήμερα είδαμε, έλκει την αρχή της από την πράξι του ιουδαϊκού ναού και από την ιδιωτική προσευχή των Εβραίων. Από ιουδαϊκές μαρτυρίες μας είναι γνωστό στις γενικές γραμμές το λειτουργικό περιεχόμενο της ακολουθίας, που εγίνετο κάθε πρωΐ στον ναό των Ιεροσολύμων. Περιελάμβανε θυσία αμνού, προσευχές και ψαλμούς, πολλοί από τους οποίους έχουν μεταφυτευθή και στην χριστιανική ακολουθία του όρθρου. Στα Ευαγγέλια βλέπομε τον Κύριο να ακολουθή και αυτός το έθιμο της πρωϊνής προσευχής, που ετηρείτο από τους ευσεβείς Ιουδαίους, και «πρωΐ έννυχα λίαν» να σηκώνεται και να προσεύχεται ή να παρατείνη μέχρι το πρωΐ την νυκτερινή Του προσευχή 1 . Πολύ δε ενωρίς, ήδη από τους πρώτους χριστιανούς συγγραφείς, έχομε πληροφορίες ότι και οι πιστοί χριστιανοί ακολουθούσαν το παράδειγμα του Κυρίου και συνήθιζαν να προσεύχωνται πρωΐ, πριν ανατείλη ακόμη ο ήλιος, είτε ατομικώς κατ΄ιδίαν, είτε και ομαδικώς στους τόπους λατρείας των. Έτσι βαθμηδόν διαμορφώνεται ειδική πρωϊνή ακολουθία, που εκτός από τα στοιχεία που κληρονομήθηκαν από την σχετική πράξι του ιουδαϊκού ναού και της συναγωγής, περιλαμβάνει και καθαρώς χριστιανικά στοιχεία, ευχές, ύμνους και αναγνώσματα. Και πάλι, περιττό να ειπούμε ότι οι μοναχοί ήσαν εκείνοι, που έδωσαν και στην ακολουθία του όρθρου όλο τον υμνολογικό πλούτο, με τον οποίον την βλέπομε σήμερα στολισμένη. Ειδικά δε η ακολουθία που τελείται στους ορθοδόξους ναούς, είναι εκείνη που διεμορφώθη με βάσι το Ιεροσολυμιτικό τυπικό, την μοναστηριακή πράξι της Παλαιστίνης και συγκεκριμένως της μεγάλης μονής του αγίου Σάββα. Αργότερα στην Κωνσταντινούπολι, και μάλιστα στην μονή των Στουδίου, έτυχε νέας επεξεργασίας και με βαθμιαία πάλι εξέλιξι έφθασε στην σημερινήν της μορφή.
Είναι δε ως προς το περιεχόμενο και το θέμα της η ακολουθία του όρθρου δοξολογία _ δοξολογία και ευχαριστία προς τον Θεό, δημιουργό και δοτήρα των αγαθών, που ηξίωσε τα πλάσματά Του να περάσουν την νύκτα και να ίδουν και πάλι το φώς της ημέρας. Το φως το αισθητό, που φωτίζει τον κόσμο, που είναι όμως εικών και τύπος του αληθινού φωτός, του Χριστού, που επεφάνη μέσα στα σκότη και έλαμψε μέσα στις καρδιές μας τον φωτισμό της γνώσεως της αληθείας Του. Χαιρετίζουν δηλαδή οι πιστοί την ανατολή του ζωοδότου ηλίου και δοξάζουν τον κτίστη του, αλλά στην φυσική αυτή εικόνα βλέπουν τον αληθινό ήλιο της δικαιοσύνης, που ανέτειλε από τους παρθενικούς κόλπους της Θεοτόκου για την σωτηρία των ανθρώπων. Αλλά συγχρόνως είναι και δέησις. Δέησις για την ευλογία των έργων των χειρών μας, που θα αρχίσουν σε λίγο, και για την καθοδήγησι των διαβημάτων μας. «Παρά Κυρίου τα διαβήματα του ανθρώπου κατευθύνονται», κατά την Γραφή 2 . Αν όλα ρυθμισθούν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο, και η ημέρα περάση εν Θεώ, αγία, ειρηνική και αναμάρτητος, θα είναι τύπος της αιωνίας εκείνης και ατελευτήτου ημέρας του μέλλοντος, που δεν θα γνωρίση νύκτα, της ημέρας της βασιλείας του Θεού, της «ογδοάδος του μέλλοντος αιώνος», όπως την ονομάζουν οι Πατέρες.
Η ανάπτυξις της υμνογραφίας έδωσε μία νέα μορφή στην ακολουθία του όρθρου. Εδημιουργήθη γι΄αυτήν τόσο πλήθος τροπαρίων και ύμνων, που την ελάμπρυνε πολύ και την προσήρμοσε προς τα θέματα των εορτών και των αγίων. Ήδη όμως ήταν εκτενής _ με τα τροπάρια και τους άλλους ύμνους έγινε ακόμα πιο εκτενής. Αυτό προεκάλεσε πολλές περικοπές, ιδίως στους ενοριακούς ναούς, όπου δεν είχαν οι λαϊκοί πιστοί τόσον χρόνο στην διάθεσί τους όσον οι μοναχοί για να παρακολουθήσουν μία ακολουθία, που η κανονική τέλεσί της θα απαιτούσε τουλάχιστον τέσσαρες ώρες. Έτσι ο όρθρος των ενοριακών ναών και ο όρθρος των μοναστηρίων, ενώ είναι βασικά ο ίδιος, απέχει τόσο όσο το σκίτσο από τον ζωγραφικό πίνακα. Περιττό να συστήσωμε στους ακροατάς μας, παράλληλα προς τις αδρές γραμμές του σκίτσου, να φροντίσουν κάποτε να απολαύσουν και την πληρότητα και ωραιότητα του πίνακος.
Μετά τα προκαταρκτικά στοιχεία που προσετέθησαν μεταγενεστέρως στην αρχή της ακολουθίας του όρθρου, την υπέρ του βασιλέως δηλαδή ακολουθία, που λείψανό της είναι τα τρία τροπάρια «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου…», «Ο υψωθείς εν τω σταυρώ…» και «Προστασία φοβερά…», καθώς και η μικρά συναπτή που τα ακολουθεί, αρχίζει η καθ΄αυτό ακολουθία του όρθρου. Ο ιερεύς δοξολογεί την αγία, ομοούσιο και ζωοποιό Τριάδα και ο λαός, σήμερα ο προεστώς, απαντά με την αγγελική δοξολογία «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία» 3 . Είναι ο ύμνος που ακούσθηκε την νύκτα της γεννήσεως και εσήμανε την ανατολή του ηλίου της δικαιοσύνης και την έναρξι της νέας εν Χριστώ ημέρας. Και το «Κύριε, τα χείλη μου ανοίξεις και το στόμα μου αναγγελεί την αίνεσίν σου», στίχος του 50ου ψαλμού, αποτελεί αίτησι για την θεία βοήθεια, για να αναφέρωμε στον Θεό ευάρεστο δοξολόγημα.
Ο εξάψαλμος, εξ ψαλμοί χωρισμένοι σε δύο τριάδες, «προσευχής μεν άπαντες πεπληρωμένοι και κατανύξεως και της του βίου ταλαιπωρίας επιεικώς καταστενάζοντες, έχοντες δε τι και τω καιρώ πρόσφορον», κατά τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό 4 , είναι το πρώτο στοιχείο της ορθρινής ακολουθίας. Μιλούν για την έγερσι από τον ύπνο, για την πρωϊνή προσευχή, για την είσοδο στον ναό του Θεού, για το έλεος και την σωτηρία, που αναμένει ο άνθρωπος από Αυτόν. Οι περισσότεροι είναι θρηνητικοί ψαλμοί και εψάλλοντο, σήμερα αναγινώσκονται, με άκρα κατάνυξι και σιγή. Είναι ο πρώτος στεναγμός του ανθρώπου, που ευρισκόμενος στο επίγειο τούτο σκήνος στενάζει, επιποθώντας να ενδυθή το εξ ουρανού κατοικητήριο, το αχειροποίητο και αιώνιο, την οικοδομή του Θεού, κατά τον απόστολο Παύλο 5 .
Σε λίγο όμως στην σκοτεινή κατανυκτική ατμόσφαιρα χύνεται φως. Στις μονές ανάπτονται τα φώτα και αντηχεί ο χαρμόσυνος στίχος του 117ου ψαλμού: «Θεός Κύριος και επέφανεν ημείν ˙ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», μόνος και σαν εφύμνιο τριών στίχων του ιδίου ψαλμού:

«Εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι αγαθός,
οτι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.

Πάντα τα έθνη εκύκλωσάν με
και τω ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς.

Παρά Κυρίου εγένετο αύτη
και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών».

Με την χαρμόσυνη ψαλμωδία «τα της γεννήσεως και επιφανείας του Σωτήρος το κατά σάρκα εν τη νυκτί εκτυπούται ˙ επεί και εν νυκτί γεγέννηται ˙ ότι και τοις εν τοις σκότει και σκιά της αγνωσίας καθημένοις ημίν φως το μέγα επέφανεν, ο Ησαΐας φησί. Διό και οι ως εν νυκτί τω βίω τούτω εν τω μέσω της νυκτός ελθείν τον ερώμενον ημίν των ψυχών νυμφίον και ημών ερώντα απεκδεχόμεθα», κατά την ωραία παρατήρησι του Συμεών Θεσσαλονίκης 6 . Η μετάβασις αυτή από το σκότος στο φως, από την λύπη στην χαρά, από την κατάνυξι στην ελπίδα, από τον Νόμο στην επιφάνεια της χάριτος είναι από τα πιο ωραία και τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της ακολουθίας του όρθρου και από τα πιο αντιπροσωπευτικά βιώματα του πιστού. Στο «Θεός Κύριος» συνάπτεται η ψαλμωδία των απολυτικίων της εορτής, όπως στον εσπερινό. Την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου θα ψαλή πρώτο το αναστάσιμο απολυτίκιο του πλ. α΄ήχου «Τον συνάναρχον Λόγον…», που είναι ο ήχος της Κυριακής, το απολυτίκιο του αγίου μεγαλομάρτυρος Ευσταθίου και της συνοδίας του, που τελούμε την μνήμη των, «Οι μάρτυρές σου, Κύριε…», και το απολυτίκιο της υψώσεως του τιμίου Σταυρού, «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου…», μέσα στην περίοδο της εορτής του οποίου βρισκόμαστε. Αυτά θα ακούσωμε και τώρα:

«Τον συνάναρχον Λόγον
Πατρί και Πνεύματι,
τον εκ Παρθένου τεχθέντα
εις σωτηρίαν ημών
ανυμνήσωμεν, πιστοί,
και προσκυνήσωμεν ˙
ότι ηυδόκησε σαρκί
ανελθείν εν τω σταυρώ
και θάνατον υπομείναι
και εγείραι τους τεθνεώτας
εν τη ενδόξω αναστάσει αυτού».

«Οι μάρτυρές σου, Κύριε,
εν τη αθλήσει αυτών
στεφάνους εκομίσαντο, της αφθαρσίας
εκ σου του Θεού ημών ˙
σχόντες γαρ την ισχύν σου,
τους τυράννους καθείλον,
έθραυσαν και δαιμόνων
τα ανίσχυρα θράση.
Αυτών ταις ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός,
σώσον τας ψυχάς ημών».

«Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου
και ευλόγησον την κληρονομίαν σου,
νίκας τοις βασιλεύσι
κατά βαρβάρων δωρούμενος
και το σον φυλάττων
δια του σταυρού σου πολίτευμα».

Αυτά για τις Κυριακές και τις εορτές. Παλαιότερα σε όλες τις μη εορτάσιμες ημέρες δεν εψάλλετο το «Θεός Κύριος» και τα απολυτίκια, αλλά το «Αλληλούϊα» με στίχους από την ωδή του Ησαΐου: «Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου σε ο Θεός». Στο «Αλληλούϊα» προσετίθετο η ψαλμωδία τριών τριαδικών τροπαρίων κατά τον ήχο της εβδομάδος. Σήμερα η ψαλμωδία του «Αλληλούϊα» και των τριαδικών έχει περιορισθή κατά τις νήστιμες ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής «δια το άμνημον αυτών», επειδή δηλαδή δεν εορτάζονται κατ΄αυτές μνήμες αγίων. Για να ολοκληρώσωμε την εικόνα του σημείου αυτού της ακολουθίας του όρθρου ας ακούσωμε, έστω και εκτός Τεσσαρακοστής, το «Αλληλούϊα» με τους στίχους του και τα τριαδικά του πλ. δ΄ήχου:

«Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε, ο Θεός,
διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης.
Αλληλούϊα, αλληλούϊα, αλληλούϊα.

Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης.
Αλληλούϊα, αλληλούϊα, αλληλούϊα.

Ζήλος λήψεται λαόν απαίδευτον
και νυν πυρ τους υπεναντίους έδεται.
Αλληλούϊα, αλληλούϊα, αλληλούϊα.

Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε,
Πρόσθες αυτοίς κακά τοις ενδόξοις της γης.
Αλληλούϊα, αλληλούϊα, αλληλούϊα».

«Οράν σε μη τολμώντα τα χερουβίμ,
ιπτάμενα κραυγάζει αλαλαγμώ
το ένθεον μέλος της τρισαγίας φωνής ˙
μεθ΄ων και ημείς βοώμεν οι αμαρτωλοί ˙
Άγιος, άγιος, άγιος, ει, ο Θεός,
προστασίαις των ασωμάτων
ελέησον ημάς».

«Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι».
«Εις ουρανόν τας καρδίας έχοντες,
αγγελικήν μιμησώμεθα τάξιν
και εν φόβω τω αδεκάστω προσπέσωμεν,
Άγιος, άγιος, άγιος ει, ο Θεός,
πρεσβείαις των αγίων σου
ελέησον ημάς».

«Και νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων ˙ αμήν».
«Κατακαμπτόμενοι τω πλήθει των πταισμάτων ημών
και μη τολμώντες ατενίσαι τω ύψει σου,
την ψυχήν συν τω σώματι κλίναντες,
μετά αγγέλων τον ύμνον βοώμεν σοι ˙
Άγιος, άγιος, άγιος ει, ο Θεός,
δια της Θεοτόκου
ελέησον ημάς».

(19 Σεπτεμβρίου 1970)

Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1. Μάρκ. 1, 35.
2. Ψαλμ. 36, 23.
3. Λουκ. 2, 14.
4. Εξήγησις…, Περί του όρθρου.
5. Β΄Κορινθ. 5, 2 – 4.
6. Διάλογος…., κεφ. 309.

(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.