01 Σεπτεμβρίου, μνήμη και του Οσίου Μελετίου, του εν Κιθαιρώνι: Βίος, ασματική ακολουθία και Παρακλητικός Κανών.

Τη πρώτη του μηνός Σεπτεμβρίου, ο όσιος Μελέτιος ο νέος, ο εν τω όρει Μυουπόλεως ασκήσας, εν ειρήνη τελειούται.

Στίχοι:

Σαυτόν καθάρας, Μελέτιε τρισμάκαρ,
ώφθης δοχείον Πνεύματος του Αγίου.

Νόμους μελετών, Μελέτιος Κυρίου,
Πέφυκε δένδρον, αρετών καρποφόρων.

Εξέπτη Μελέτιος, εν εισοδίοις Λυκάβαντος.

Πατήστε εδώ για να «κατεβάσετε» την Ασματική ακολουθία και τον Παρακλητικό Κανόνα στον Όσιο Μελέτιο, σε rar μορφή.

Συναξάριον.

Πρωτότυπον κείμενον.

Ο Όσιος Μελέτιος ο νέος, ήκμασε κατά τον ΙΑ’ αἰώνα, επί αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄ Κομνηνου (1081-1118). Υπήρξεν είς των μεγάλων αναμορφωτών του μοναχικού βίου εις την κυρίως Ελλάδα, δράσας μετά του Οσίου Λουκά του Στειριώτου (+953) και του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε (+998), έργω και λόγω προς εδραίωσιν της χριστιανικής πίστεως εις κρισίμους δια το έθνος και την Εκκλησίαν στιγμάς. Ούτος, εγεννήθη το 1035 μ. Χ. εις το χωρίον Μουταλάσκα της Καππαδοκίας, εκ του οποίου κατήγετο και ο επιφανής ασκητής του Ε΄ μ. Χ. αιώνος Σάββας ο ηγιασμένος (+532). Οι γονείς του Μελετίου, Ιωάννης και Σοφία, διακρινόμενοι δια την ευσέβειαν και αρετήν των, ανέθρεψαν αυτόν με ιδιαιτέραν επιμέλειαν. Επειδή όμως ενεφάνιζε κατά την παιδικήν του ηλικίαν, δυσμαθείαν τινα, κατέφυγεν εις τον ναόν, ίνα ζητήση την χάριν και την ευλογίαν του Θεού. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί την έγκαιρον ανάπτυξιν εις τον Μελέτιον ιερών πόθων και κλίσεων.
Ήτον δεκαπενταετής την ηλικίαν, ότε οι γονείς του εσκέφθησαν να τον νυμφεύσουν. Εκείνος όμως, δραπετεύσας εκ της πατρικής του οικίας, κατέφυγεν εις Κωνσταντινούπολιν, το σώμα μόνον αράμενος και οβολούς επτά συν τω σώματι, και εισήχθη εις την Μονήν του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, άγνωστον που κειμένην. Μετά τριετή δοκιμασίαν εν τη Μονή, εκάρη μοναχός και επεδόθη εις πνευματικόν καταρτισμόν, διακριθείς συντόμως μεταξύ των συμμοναστών του δια την αυστηράν του προσήλωσιν εις τα ιδεώδη του μοναχισμού, ενώ δεν παρέλειπε να επισκέπτεται συχνά τα ιερά σεβάσματα της πόλεως και δη τον ναόν της του Θεού Σοφίας. Αργότερον επιθυμήσας να επισκεφθή την Ρώμην και τα Ιεροσόλυμα δα να προσκυνήση τους Αγίους Τόπους, επορεύθη εις Θεσσαλονίκην, ένθα επεσκέφθη τον ναόν του Αγίου Δημητρίου. Κατά θείαν όμως υπόδειξιν ανέβαλε την μεγάλην αυτού αποδημίαν εις Ρώμην και Ιεροσόλυμα και ήλθεν εις Αθήνας, ένθα επεσκέφθη τον εν τω Παρθενώνι της Ακροπόλεως ναόν της Θεοτόκου (Παναγία Αθηνιώτισσα). Εκείθεν μετέβη εις Θήβας και κατέληξεν εις το ευκτήριον του Αγ. Γεωργίου, ευρισκόμενον είκοσι στάδια νοτίως της πόλεως. Εν αυτώ παραμείνας ο Όσιος επί 28 έτη ασκούμενος, μετέβαλε δια της αθρόας προσελεύσεως μιμητών του βίου του το ευκτήριον εις Μοναστήριον.
Ο ενταύθα όμως βίος του Οσίου δεν διερρεύσε άνευ σκανδαλισμών. Γυνή τις εκ των αριστοκρατικών οικογενειών της πλουσίας τότε πόλεως των Θηβών, ηθέλησε να παρασύρη αυτόν εις ανηθικότητα. Ο Όσιος απεμάκρυνεν αυτήν και εις εαυτόν επέβαλε νηστείαν 40 ημερών και επί πλέον, ετήσιαν ακοινωνησίαν προς τους λοιπούς ανθρώπους, καίτοι σοβαρώς ασθενήσας είχεν ανάγκην περιθάλψεως. Μετ’ ου πολύν χρόνον ο Όσιος απήλθε προς εκπλήρωσιν παλαιοτέρας του επιθυμίας εις Ιεροσόλυμα και Ρώμην. Μεταβαίνων όμως εις Παλαιστίνην υπέστη καθ’ οδόν παρά των Αγαρηνών πολλά δεινά, ραβδισμούς, λιθασμούς, ύβρεις, κατά κόρης ραπίσματα, εκινδύνευσε δε να θανατωθή, διότι οι Αγαρηνοί ηξίουν παρ’ αυτού να ρίψη κατά γης τον Τίμιον Σταυρόν και να τον πατήση. Τελικώς διεσώθη τη επεμβάσει προφανώς Εμίρου τινος. Επανακάμψας ο Μελέτιος εις το παρά τας Θήβας Μοναστήριον, προϋξένησε μεγάλην χαράν εις τους μοναχούς, οι οποίοι τον εδέχθησαν με ιδιαίτερον σεβασμόν και ως αγίω λοιπόν εκ της των αγίων μετοχής εκτετελεσμένω, οίος άρα και ην, προσείχον αυτώ. Αλλ’ εκείνος ταπεινών εαυτόν έδωκε δια μίαν εισέτι φοράν τον τύπον της μοναχικής ζωής, δι’ αδιακόπου εργασίας και λιτής διαίτης, τρίχινον ιμάτιον φορών και σανδάλια, ψάλλων, αγρυπνών και καθ’ υπερβολήν μοχθών εις κηπίας και φυτουργίας, προσευχάς και στερήσεις.
Κατά την περίοδον αυτήν αναφέρονται μεταξύ των θαυμαστών έργων του Οσίου, πολλά άξια διηγήσεως, η φήμη των οποίων περιέφερε πανταχού το ιερόν αυτού όνομα και είλκυε προς το μοναστήριον πλήθη λαού. Η συρροή όμως πολλών επισκεπτών απέβη ενοχλητική δια τον Όσιον. Δια τούτο καταλιπών 12 μοναχούς υπό ηγούμενον τον Νικόλαον, ανεχώρησεν εκ της Μονής του Αγ. Γεωργίου και ήλθεν εις τόπον έρημον παρά το όρος Φιλάγριον, προφανώς πτυχήν απόμερον του Κιθαιρώνος, ένθα ήρχισε να οικοδομή κελλία. Αλλά, αντιληφθείς, ότι ο τόπος ήτο ακατάλληλος, προυχώρησε προς τα όρια Αττικής και Βοιωτίας, μέχρι των δυσβάτων και τραχέων κορυφών του όρους Κιθαιρώνος, ένθα η Μυούπολις, και εγκατεστάθη μονίμως εις την Μονήν του Συμβόλου, τιμωμένην επ’ ονόματι των Ασωμάτων. Ο ηγούμενος της Μονής Θεοδόσιος, παρεχώρησεν εις τον Μελέτιον το ευκτήριον του Σωτήρος. Εις αυτό συνεκεντρώθησαν, ελκυόμενοι εκ της αγιότητος του Οσίου, 100 περίπου μοναχοί και ιδρύθησαν δύο εισέτι νέοι ναοί προς τιμήν της Θεοτόκου και του Προφήτου Ηλιού. Δια την κάλυψιν των πνευματικών αναγκών των μοναχών, ο Όσιος παρεκάλεσε και έλαβε παρά του Πατριάρχου Κων/λεως Νικολάου Γ’ Γραμματικού (1084-1111) τον ιερατικόν βαθμόν μετά του δικαιιώματος του εξομολογείν.
Μετά τον θάνατον του Θεοδοσίου, ο Μελέτιος απέκτησε και την Μονήν του Συμβόλου, την οποίαν κατέστησε Κεντρικήν Λαύραν, εξελιχθείσαν εις την σωζομένην σήμερον φερώνυμον Μονήν αυτού. Ο σημειωθείς έκτοτε πνευματικός οργασμός έφθασεν εις το απόκρυφον δια της ιδρύσεως πλείστων παραλαυρίων. Η φήμη του Οσίου, εκίνησε τον θαυμασμόν του αυτοκράτορος Αλεξίου του Α’ Κομνηνού, ο οποίος παρεχώρησε τιμητικώς μέγα ποσόν εκ των δασμών της Αττικής. Ο Όσιος όμως εδέχθη μόνον 422 χρυσά νομίσματα ετησίως, επειδή απεύφεγε προ πάντος την απόκτησιν κτηματικής περιουσίας, προτιμών να συντηρήται η μοναχική κοινότης δια της εργασίας των μοναχών, των οποίων η κατά Χριστόν τελείωσις θα επετυγχάνετο δια της αυστηράς ασκήσεως και της αυταρκείας. Τοιουτοτρόπως εις εποχήν, καθ’ ην ο εν Ελλάδι μοναχικός βίος είχεν εκτραπή του προορισμού του, ο Μελέτιος εμόχθησε δια την εξύψωσιν αυτού, βαδίσας επί τα ίχνη των προηγηθέντων αυτού αναμορφωτών.
Μεγάλα ήταν τα θαύματα του Οσίου. Προείπε μέγα σεισμόν, ο οποίος όντως επισυνέβη κατά το έτος 1087 η 1091 και συνεκλόνισε πολλούς τόπους. Αλλά και η πρόγνωσις κρισιμωτάτης συγκρούσεως του Αλεξίου Α πρὸς τους Κομανούς, επιδραμόντας κατά της Θράκης. Ο Αυτοκράτωρ, ευρισκόμενος εις Αγχίαλον, παρεσκευάζετο να επιτεθή. Η επίθεσις θα απέβαινεν ολέθρια δια τον Αυτοκράτορα.
Όμως και έτερα θαύματα αναφέρονται. Θεραπείας βαρέως ασθενούντων, δαιμονιζομένων, εις αναπλήρωσιν ελλιπόντων αγαθών, εις εξαγωγήν ύδατος εκ της γης δια κρούσεως της ράβδου του, εις διάσωσιν τήςΜονής του εκ πυρκαϊάς, και εις λοιπούς άλλους ανάγκας. Τοιουτοτρόπως, παρέδωκε την αγίαν αυτού ψυχήν εις χείρας Θεού, το έτος 1105, εις ηλικίαν 70 ετών. Το ιερόν σκήνωμα τούΟσίου ετάφη εις την βορείαν πλευράν του εις τιμήν των Ασωμάτων νάρθηκος του κεντρικού ναού της Μονής, η οποία έκτοτε καλείται Μονή του Οσίου Μελετίου.

Απόδοση.

Ο Όσιος Μελέτιος ο νέος, άκμασε κατά τον ΙΑ’ αιώνα, επί αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081-1118). Ήταν ένας από τους μεγάλους αναμορφωτές του μοναχικού βίου στην κυρίως Ελλάδα, δραστηριοποιούμενος παράλληλα με τον άλλο μεγάλο όσιο της εποχής του, τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (+953) και τον Όσιο Νίκωνα τον «Μετανοείτε» (+998). Και οι τρεις αυτοί Άγιοι με τα έργα και τους λόγους τους συνέβαλαν αποτελεσματικά στην εδραίωση της χριστιανικής πίστεως στο έθνος και την Εκκλησία, σε κρίσιμες στιγμές.

Ο Άγιος Μελέτιος λοιπόν, γεννήθηκε το 1035 μ. Χ. στο χωριό Μουταλάσκα της Καππαδοκίας, από το οποίο καταγόταν και ο επιφανής ασκητής του Ε΄ μ. Χ. αιώνος, Σάββας ο ηγιασμένος (+532). Οι γονείς του Μελετίου, Ιωάννης και Σοφία, διακρινόμενοι για την ευσέβεια και την αρετή τους, τον ανέθρεψαν με ιδιαίτερη επιμέλεια. Επειδή όμως εμφάνιζε κατά την παιδική του ηλικία κάποιου είδους δυσμάθεια, ο νεαρός Μελέτιος κατέφυγε στο ναό της περιοχής του, για να ζητήσει τη Χάρη και την ευλογία του Θεού. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί την έγκαιρη ανάπτυξη ιερών πόθων και κλίσεων μέσα του.

Ήταν δεκαπενταετής νέος, όταν οι γονείς του σκέφθηκαν να τον νυμφεύσουν. Εκείνος όμως, δραπέτευσε απ’ το πατρικό του σπίτι, κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, παίρνοντας μαζί του μόνο το σώμα του και επτά οβολούς, και έτσι, απαλλαγμένος από κάθε γήινη φροντίδα, εισήχθη στην Μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,της οποίας η τοποθεσία παραμένει άγνωστη για μας ακόμη και σήμερα. Μετά από τριετή δοκιμασία εκεί, εκάρη μοναχός και «επεδόθη εις πνευματικόν καταρτισμόν», διακρινόμενος σύντομα μεταξύ των συμμοναστών του για την αυστηρή του προσήλωση στα ιδεώδη του μοναχισμού, ενώ δεν παρέλειπε να επισκέπτεται συχνά τα ιερά σεβάσματα της πόλεως, και μάλιστα το ναό της του Θεού Σοφίας.

Αργότερα, επιθυμώντας να επισκεφτεί την Ρώμη και τα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους, πήγε στην Θεσσαλονίκη, όπου επισκέφθηκε τον ναό του Αγίου Δημητρίου. Έπειτα όμως από θεία υπόδειξη, ανέβαλε την μεγάλη του αποδημία στη Ρώμη και στα Ιεροσόλυμα, και ήλθε στην Αθήνα, όπου επισκέφθηκε τον ναό της Θεοτόκου που βρισκόταν στην Ακρόπολη, (Παναγία η Αθηνιώτισσα, πρώην Παρθενώνας). Από εκεί πορεύθηκε προς την Θήβα και κατέληξε στο «ευκτήριον του Αγίου Γεωργίου», που βρίσκονταν είκοσι στάδια νοτίως της πόλεως.

Εκεί παρέμεινε ο Όσιος επί 28 έτη, ασκούμενος και μετέβαλε, με την αθρόα προσέλευση πολλών μιμητών του βίου του, τον ναό αυτό σε Μοναστήρι! Ο βίος όμως του Οσίου εδώ δεν πέρασε χωρίς σκάνδαλα. Συγκεκριμένα, κάποια γυναίκα απ’ τις αριστοκρατικές οικογένειες της πλούσιας τότε πόλεως των Θηβών, θέλησε να τον παρασύρει στην ανηθικότητα. Ο Όσιος την απομάκρυνε αμέσως, και επέβαλε στον εαυτό του νηστεία 40 ημερών και επί πλέον, ετήσια αποξένωση από όλους τους λοιπούς ανθρώπους, καίτοι είχε ανάγκη περιθάλψεως, λόγω του ότι είχε ασθενήσει σοβαρά.

Έπειτα από λίγο χρόνο, ο Όσιος αποφάσισε να εκπληρώσει την παλαιότερη επιθυμία του, και ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα και στη Ρώμη. Μεταβαίνοντας όμως στην Παλαιστίνη, υπέστη καθ’ οδόν από τους Αγαρηνούς πολλά δεινά, ξυλοδαρμούς, λιθοβολισμούς, ύβρεις, «κατά κόρης ραπίσματα», και το χειρότερο, κινδύνευσε να θανατωθεί, διότι οι Αγαρηνοί αξίωναν απ’ αυτόν να ρίξει κατά γης τον Τίμιο Σταυρό και να τον ποδοπατήσει. Τελικώς σώθηκε με την επέμβαση προφανώς κάποιου Εμίρη.

Έτσι, ο Όσιος Μελέτιος επέστρεψε στο Μοναστήρι του στη Θήβα, προξενώντας μεγάλη χαρά στους μοναχούς, οι οποίοι τον δέχθηκαν με ιδιαίτερο σεβασμό. Τον πρόσεχαν μάλιστα σαν Άγιο, όπως και πράγματι ήταν! Αλλ’ εκείνος ταπεινώνοντας τον εαυτό του, έδωσε για μία ακόμη φορά, το παράδειγμα της πραγματικής μοναχικής ζωής, «δι’ αδιακόπου εργασίας και λιτής διαίτης, τρίχινον ιμάτιον φορών και σανδάλια, ψάλλων, αγρυπνών και καθ’ υπερβολήν μοχθών εις κηπίας και φυτουργίας, προσευχάς και στερήσεις»!

Στην περίοδο αυτή, αναφέρονται, μεταξύ των θαυμαστών έργων του Οσίου, πολλά άξια διηγήσεως, η φήμη των οποίων διέδωσε παντού το ιερό όνομα του Οσίου και είλκυε προς το μοναστήρι πλήθη λαού. Η συρροή όμως πολλών επισκεπτών, ήταν ενοχλητική για τον Όσιό μας. Για τούτο, αφού άφησε 12 μοναχούς με ηγούμενο κάποιο Νικόλαο, αναχώρησε απ’ τη Μονή του Αγίου Γεωργίου και ήλθε σε έναν έρημο τόπο, στο όρος Φιλάγριον, προφανώς σε κάποια απόμερη πτυχή του Κιθαιρώνος, όπου άρχισε να οικοδομή κελιά. Αλλά, μόλις αντιλήφθηκε ότι ο τόπος ήταν ακατάλληλος, προχώρησε προς τα όρια της Αττικής και της Βοιωτίας, μέχρι τις δύσβατες και τραχείες κορυφές του όρους Κιθαιρώνος, όπου και η λεγόμενη Μυούπολις, και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Μονή «του Συμβόλου», η οποία ήταν αφιερωμένη στους Αγίους Ασωμάτους Αγγέλους. Ο ηγούμενος της Μονής Θεοδόσιος, παραχώρησε στον Όσιο Μελέτιο τον ναό του Σωτήρος. Σ’ αυτόν συγκεντρώθηκαν, ελκυόμενοι απ’ την αγιότητα του Οσίου, 100 περίπου μοναχοί, και έτσι, ιδρύθηκαν ακόμη δύο νέοι ναοί, προς τιμήν της Θεοτόκου και του Προφήτου Ηλιού. Για την κάλυψη των πνευματικών αναγκών των μοναχών, ο Όσιος παρακάλεσε και έλαβε από τον Πατριάρχη Κων/λεως Νικόλαο τον Γ’, τον επονομαζόμενο Γραμματικό (1084-1111), τον ιερατικό βαθμό με την ιδιότητα του εξομολόγου.

Μετά τον θάνατο του ηγουμένου Θεοδοσίου, ο Μελέτιος αναδέχθηκε και την Μονή του Συμβόλου, την οποίαν μετέβαλε πια σε Κεντρική Λαύρα, και έτσι εξελίχτηκε στο μοναστήρι που σώζεται ως σήμερα. Ο έκτοτε πνευματικός οργασμός έφθασε στο αποκορύφωμά του με την ίδρυση πλείστων παραλαυρίων – μικρών και μεγαλύτερων μονών. Η φήμη του Οσίου, εκίνησε τον θαυμασμό του αυτοκράτορος Αλεξίου του Α’ Κομνηνού, ο οποίος παρεχώρησε τιμητικώς μεγάλο ποσόν απ’ τους δημοσίους δασμούς της Αττικής, για την οικονομική αυτάρκεια της Ιεράς Μονής. Ο Όσιος όμως αποδέχθηκε μόνον 422 χρυσά νομίσματα ετησίως, επειδή απέφευγε προ πάντως την απόκτηση κτηματικής ή χρηματικής περιουσίας, προτιμώντας να συντηρείται η μοναχική κοινότητα με την εργασία των μοναχών, των οποίων η κατά Χριστόν τελείωσις θα επιτυγχανόταν με την αυστηρή άσκηση και αυτάρκεια. Με αυτόν τον τρόπο, σε μια εποχή κατά την οποία ο Ελλαδικός μοναχισμός είχε «εν πολοίς» εκτραπεί του προορισμού του, ο Όσιος Μελέτιος μόχθησε για την εξύψωσή του, βαδίζοντας στα ίχνη των προηγουμένων Αγίων ασκητών – αναμορφωτών.

Μεγάλα ήταν τα θαύματα του Οσίου. Προείπε μεγάλο σεισμό, ο οποίος όντως έγινε το 1087 ή το 1091 και συγκλόνισε πολλούς τόπους. Αλλά και η πρόγνωση κρισιμότατης συγκρούσεως του Αλεξίου Α με τους Κομανούς, οι οποίοι επιτέθηκαν στην Θράκη. Ο Αυτοκράτωρ, βρισκόμενος στην Αγχίαλο, προετοιμαζόταν να τους επιτεθεί. Η επίθεση όμως θα ήταν ολέθρια για τον Αυτοκράτορα, σύμφωνα με τον Όσιο. Όμως και άλλα θαύματα αναφέρονται: θεραπείες βαρέως ασθενούντων, δαιμονιζόμενων, ανεύρεση ελλειπόντων αγαθών, εξαγωγή νερού απ’ τη γη με το κτύπημα και μόνο της ράβδου του, διάσωση της Μονής του από πυρκαγιά, και σε πολλές άλλες ανάγκες.

Τοιουτοτρόπως, παρέδωσε την αγία του ψυχή στα Χέρια του Θεού, το έτος 1105, σε ηλικία 70 ετών. Το ιερό του σκήνωμα τάφηκε στην βόρεια πλευρά του νάρθηκα, (ο οποίος τιμάται επ’ ονόματι των Ασωμάτων) του καθολικού της μονής του, η οποία έκτοτε καλείται Μονή του Οσίου Μελετίου. Η Τιμία Του Κάρα βρίσκεται σήμερα στην ομώνυμη Ιερά Μονή του, στον Κιθαιρώνα.

Παράβαλε και:
01 Σεπτεμβρίου, αρχή της Ινδίκτου: Συναξάριον της ημέρας, Υμνολογική εκλογή.
01 Σεπτεμβρίου, μνήμη και του Αγίου Νεομάρτυρος Αγγελή: Συναξάριον, Ακολουθία.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιερές Ακολουθίες, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.