Κυριακή Α. των νηστειών, της Ορθοδοξίας – το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «Αίμα και στεφάνι», λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Εβραίους Επιστολής Παύλου: ΙΑ. 24 – 26, & 32 – 40.

Αδελφοί, πίστει Μωϋσής μέγας γενόμενος, ηρνήσατο λέγεσθαι υιός θυγατρός Φαραώ, μάλλον ελόμενος συγκακουχείσθαι τω λαώ του Θεού, ή πρόσκαιρον έχειν αμαρτίας απόλαυσιν’ μείζονα πλούτον ηγησάμενος των Αιγύπτου θησαυρών, τον ονειδισμόν του Χριστού. Απέβλεπε γάρ εις την μισθαποδοσίαν.
Και τί έτι λέγω? Επιλείψει γάρ με διηγούμενον ο χρόνος, περι Γεδεών, Βαράκ τε και Σαμψών και Ιεφθάε, Δαυϊδ τε και Σαμουήλ και των προφητών, οι δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν απο ασθενείας, εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων, έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών, άλλοι δέ ετυμπανίσθησαν, ου προσδεξάμενοι την απολύτρωσιν, ίνα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν. Έτεροι δέ εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δέ δεσμών και φυλακής. Ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον. Περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ών ουκ ήν άξιος ο κόσμος, εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γής. Και ούτοι πάντες, μαρτυρηθέντες δια της πίστεως, ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν του Θεού περι ημών κρείττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μή χωρίς ημών τελειωθώσι.

Απόδοση.

Αδελφοί, με την πίστη ο Μωυσής, όταν πια μεγάλωσε, αρνήθηκε να ονομάζεται γιος της κόρης του Φα¬ραώ• προτίμησε να υποφέρει μαζί με το λαό του Θεού, παρά ν’ απο¬λαμβάνει την πρόσκαιρη αμαρτωλή ζωή. Θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο από τους θησαυρούς της Αιγύπτου τον εξευτελισμό, σαν εκείνον που υπέφερε ο Χριστός, γιατί απέβλεπε στην ανταπόδοση.
Χρειάζεται να συνεχίσω; Δε θα με πάρει ο χρόνος να διηγηθώ για το Γεδεών, το Βαράκ, το Σαμψών, τον Ιεφθάε, το Δαβίδ, το Σαμουήλ και τους προφήτες. Με την πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, επέβα¬λαν το δίκαιο, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι ισχυροί, αναδείχτηκαν ήρωες στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή εχθρικά στρατεύματα, γυναίκες ξαναπήραν πίσω στη ζωή τους ανθρώπους τους, κι άλλοι βασα¬νίστηκαν ως το θάνατο, χωρίς να δεχτούν την απελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ότι μπορούσαν ν’ αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωή. Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και φυλακίσεις, λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμα¬σίες, θανατώθηκαν με μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν σε στερήσεις, υπέφεραν καταπιέ¬σεις, θλίψεις και κακουχίες — ο κόσμος δεν ήταν άξιος να ’χει τέτοι¬ους ανθρώπους — πλανήθηκαν σε ερημιές και βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης.
Όλοι οι παραπάνω, παρά την καλή μαρτυρία της πίστης τους, δεν πήραν ό,τι τους υποσχέθηκε ο Θεός, ο οποίος είχε προβλέψει κάτι καλύτερο για μας, έτσι ώστε να μη φτάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς.

Επιμέλεια κειμένων, Ιωάννης Τρίτος.

ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΣΤΕΦΑΝI!

«Δια πίστεως… ειργάσαντο δικαιοσύνην… έσβεσαν δύναμιν πυρός,…ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον…»

Λαμπρόν και βαρύτιμον το στέμμα, αγαπητοί, που φορεί σήμερα με ξεχωριστήν ακτινοβολίαν η Εκκλησία μας. Το εκέρδισε με πολλούς αγώνας. Έχει χαλκευθεί μέσα στη φωτιά και το μαρτύριον. Έχει στολισθεί με αδάμαντας, που απετελέσθησαν από σταγόνας αίματος αγίων και ηρώων. Δι’ αυτό η λάμψις του σκεπάζει το φως του ηλίου.

Η Εκκλησία εορτάζει σήμερον τη νίκη της κατά των ποικιλωνύμων εχθρών της. Κατά των εξωτερικών, που ηθέλησαν με την σπάθην και τα θηρία να πνίξουν εις το αίμα την νέαν πίστιν του Χριστού. Κατά των εσωτερικών, που επεχείρησαν με τον δόλον και την πλάνην και την αλυσίδα των αιρέσεων να μολύνουν την καθαράν πηγήν, να θολώσουν την ορθήν πίστιν, να διαστρέψουν την αλήθειαν, να βεβηλώσουν τα άγια των αγίων της Εκκλησίας μας. Ορθή, λοιπόν, η Ορθόδοξος Εκκλησία εις το πνευματικόν στερέωμα, με το στέμμα της νίκης, στέκεται σαν σύμβολο, προβάλλει σαν φωτεινό μετέωρο, που ρίχνει δέσμες φωτός στο δοξασμένο παρελθόν, και ανοίγει κάποιους δρόμους εις το μέλλον. Είναι ένα παρελθόν, που το εθεμελίωσεν ο αγώνας ο σκληρός. Κι είναι ένα μέλλον που θα κερδηθή πάλιν με τον αλύγιστον αγώνα.
Ας μελετήσωμεν βαθύτερα τις δυο αυτές ιδέες.

1. Παληές σελίδες αίματος και νίκης.

Είναι, φαίνεται, κλήρος και απόφασις του Θεού, η αλήθεια και η αρετή να πολεμώνται. Από τότε που υπάρχει άνθρωπος στη γη παρατηρείται το φαινόμενον αυτό. Εις το σημερινόν αποστολικόν ανάγνωσμα με συναρπαστικήν όντως περιγραφήν, εξιστορούνται τα φρικτά μαρτύρια και οι σκληροί αγώνες των ανθρώπων του Θεού κατά της απιστίας και της πλάνης, πριν ή ακόμη εμφανισθή ο Χριστός εις την γήν.

Ό,τι φωτεινόν εδημιουργήθη, είναι καρπός θυσιών απροσμετρήτων. Ειδικώτερα μάλιστα, από της εμφανίσεως του Χριστού και μετά. Σκληραί μάχαι συνήφθησαν κατά ποικίλων εχθρών. Αφάνταστοι θυσίαι χάριν της αληθείας. Ποταμοί αίματος επότισαν το δένδρον της Εκκλησίας. Έτσι έγινε το σημερινό δοξασμένο στέμμα που ακτινοβολεί ηρωισμούς και μεγαλείον. Και οι ηρωισμοί αυτοί, πριν γίνουν μεγαλείον, ηκολούθησαν τα τρία καθιερωμένα στάδια, δηλαδή την πίστιν, την ζωήν, την θυσίαν. Να τα αναλύσωμεν περισσότερον.

α) Πίστις.

Η βαθειά πίστις εις την αλήθειαν της διδαχής του Χριστού, είναι το θεμέλιον. Η πεποίθησις ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Η πληροφορία της καρδιάς ότι μόνον κοντά στoν Θεό είναι θεμελιωμένη η ευτυχία και η γαλήνη. Χωρίς αυτά η ψυχή δεν μπορεί να προχωρήση. Είναι αναιμική, ανάπηρη. Αυτήν την πίστιν την είχαν οι αγωνισταί της Εκκλησίας. Καμμία δύναμις αντίθετη δεν ημπορούσε να σβήση αυτή τη φλόγα. Είχε πυρακτώσει τα πάντα. Καρδιά, νου, θέληση, πόθους, προσδοκίες. Καμίνι μέσα, που έλιωνε κάθε αμφιβολία, κάθε δισταγμό. Έτσι, μια τέτοια πίστις, ήταν αδύνατον να μη δημιουργήση, εν συνεχεία, αγία και φωτεινή

β) Ζωή.
Φωτεινό παράδειγμα. Πλήρης συμμόρφωσις του βίου των με το θέλημα του Θεού. Δεν ήξεραν τι θα πη συμβιβασμός ένοχος, ελιγμός αμαρτωλός. «Όσα αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά… ταύτα πράσσετε», συμβουλεύει ο Απόστολος Παύλος. Και οι άγιοι της Εκκλησίας μας εφήρμοσαν εις την ζωήν των μέχρι κεραίας τον νόμον της αρετής. Και δεν περιωρίσθησαν μόνον εις τους εαυτούς των. Εζήτησαν να εξαγιάσουν και τους άλλους. Να τους οδηγήσουν στον δρόμο της νίκης. Για να αλλάξη η κοινωνία. Να γίνη καλύτερη. Δικαιότερη. Φωτεινότερη.
Αλλά… Κρίμα! Προσέκρουσαν εις την οργανωμένην αντίδρασιν. Ωρθώθηκε μπροστά των η οπλισμένη κακία. Το ξίφος, η φωτιά, τα θηρία. Ανελέητη η καταδίωξις. Αμείλικτο το δίλημμα. Ή προδοσία της πίστεώς των ή θυσία. της ζωής των. Και χωρίς δισταγμόν προτιμήθηκε η

γ) Θυσία.
Χωρίς πάθος. Χωρίς καμμίαν διάθεσιν μίσους δια τους δrμίους. Με εκπληκτικήν καρτερίαν και θαυμαστόν ψυχικόν μεγαλείον, επροχωρούσαν προς το μαρτύριον οι ανυπέρβλητοι αυτοί ήρωες της πίστεως. Επάνω εις τα λευκά των κόκκαλα εστηρίχθη η Εκκλησία. Με το αίμα των ετράφησαν τα ιδανικά. Την θυσίαν των ηγιάσθησαν αι κατακόμβαι. Οι μάρτυρες αυτοί είναι οι αγνότεροι φρουροί των ιδεωδών του κόσμου. 11.000.000, τόσοι είναι οι γνωστοί μόνον μάρτυρες, υψώνουν προσευχάς προς τον αρχηγόν δια την Εκκλησίαν Του επί της γης. Με τα άγια χέρια των έπλεξαν το στέμμα της νίκης, το οποίον σήμερα η Εκκλησία φορά με αγαλλίασιν.

Ημέρα, λοιπόν, επινίκιος η σημερινή. Από το βάθος του παρελθόντος αναπηδά ακτινοβολούσα η δόξα της Εκκλησίας, που δημιουργεί όμως νέα καθήκοντα και χρέη.

2. Θλιβερές διαπιστώσεις.

Αλλοίμονον! Η γενεά μας δεν φαίνεται αξία του φωτεινού αυτού παρελθόντος. Την εποχήν εκείνην των ηρωισμών, της αρετής, της θυσίας, την διεδέχθη σήμερον η εποχή της ύλης, της φθοράς, του μαρασμού. Οι χριστιανοί, πρέπει να το ομολογήσωμεν, δεν έχομεν μέσα μας πάντοτε πνευματική ζωή. Η παγωνιά της αμαρτίας, ο λίβας του συμφέροντος, έχουν κάψει και έχουν ξηράνει τα παλαιά εκείνα φύτρα των ιδανικών και των σκιρτημάτων. Στην παλαιά εκείνη φλόγα, τώρα μόνον καπνός υπάρχει, και στους χειμάρρους του παρελθόντος σήμερα ευρίσκει κανείς συνήθως φτωχές πηγές, που στάζουν λιγοστό νερό. Δεν είναι υπερβολές αυτά που σημειώνονται. Πραγματικότης είναι. Έτσι βλέπει κανείς να υπάρχη σήμερα:

α) Μια πίστις προδωμένη.

Δεν την προδίδουν μόνον οι αιρετικοί και οι πράκτορες της πλάνης, που έχουν πλημμυρίσει τον τόπον μας. Δεν την προδίδουν μόνον οι άπιστοι, που δεν έχουν δοκιμάσει ποτέ μέσα των το φτερούγισμα και την πνευματική αγαλλίαση. Την προδίδομεν και ημείς οι Χριστιανοί, όταν ζούμε στην κοινωνία με τέτοιο τρόπο που οι άλλοι δεν μπορούν να καταλάβουν αν πιστεύωμεν ή όχι. Έχομε συχνά μια πίστη ξηρά, τυπική, άψυχη, πεθαμένη. Περιορίζεται μόνον σε εκδηλώσεις εξωτερικές, εντελώς ξέψυχες. Δεν κρατάει σε συναγερμό τον όλον άνθρωπον. Δεν τον ηλεκτρίζει. «Πλην ο Υιός του ανθρώπου, ελθών, άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» Αλήθεια τι θα βρη αν έλθη; Θα βρη, κρίμα, μίαν ετοιμοθάνατον πίστιν.

β) Αναιμική ζωή.
Φυσικόν είναι με μίαν τέτοιαν πίστιν και η ζωή των συνεχιστών του έργου των μαρτύρων να είναι αναιμική. Και χωρίς αίμα, ο οργανισμός είναι ανίσχυρος, ευπαθής, ετοιμόρροπος. Αυτό επάθαμε. Μας λείπει η ζωντάνια, η ρωμαλέα ψυχή, η δύναμις που ανυψώνει τον άνθρωπον, που τον ενισχύει εις τον αγώνα. Είμεθα τα δένδρα που έχουν τον φλοιόν ακέραιον, αλλά μέσα το σκουλήκι κατατρώγει ύπουλα τα πάντα. Στον βοριά, στον σεισμό, στην πλημμύρα, το δένδρο δεν θα ανθέξη, θα πέση. Αυτό παθαίνομεν και ημείς. Στους πειρασμούς της ζωής λυγίζομε. Δεν υπάρχει μέσα μας ορμή αντιστάσεως. Πέφτομε. Συχνά και άσχημα. Και μεγάλοι και μικροί. Και αξιωματούχοι και απλοϊκοί. Και κάποτε πέφτουν πολύ βαθειά άνθρωποι, που, λόγω θέσεως, έπρεπε να είναι ορθοί. Χωρίς όμως αίμα και πίστιν, πώς να μένουν ορθοί;
Με μιαν τέτοιαν εξέλιξιν είναι φυσικόν να υπάρχη όχι

γ) Θυσία αλλά αναισθησία.

Έτσι γίνεται. Απέναντι στους ηρωισμούς και τας θυσίας των μαρτύρων διορθώνεται η ιδική μας αναισθησία. Ομιλούμεν δια τους ήρωας, τους κάνομε εικόνας λαμπράς. Στήνομεν εμπρός των κανδήλας ολοχρύσους και καίομεν ευώδη θυμιάματα. Οργανώνομεν πανηγυρικές Θείες Λειτουργίες. Και έπειτα; Έπειτα;… Τίποτε. Μένομεν οι ίδιοι, χωρίς βαθυτέρας συγκινήσεις. Χωρίς μίμησιν του παραδείγματός των. Χωρίς αγώνα. Και περνούν έτσι αι ημέραι. Οι μεν άγιοι είναι στα εικονοστάσια καθηλωμένοι, ημείς δε εις την φυλακήν των συμβιβασμών. Καμμιά επαφή μεταξύ μας. Και αν ήταν δυνατόν να επιστρέψουν σήμερα εις την γην οι μάρτυρες, και να ιδούν πώς κατήντησαν οι σημερινοί πιστοί, θα μας έλεγαν: «Γι’ αυτό ημείς εδώσαμε το αίμα μας; Για να σβήσετε σεις τον πυρσόν που άναψεν η ιδική μας θυσία; Κρίμα! Επροδώσατε τον αγώνα. Απεδείχθητε ανάξιοι να κρατήσετε την δόξα του παρελθόντος!»
Αλήθεια, αδελφοί, τι απάντησιν θα εδίδαμε τότε;

3. Ανάγκη αναβαπτίσεως.

Πρέπει να είμεθα ειλικρινείς με τον εαυτόν μας. Δεν πάμε καλά. Κάτι πρέπει να αλλάξη. Δύο ενέργειαι είναι επιβεβλημέναι.

1) Η κάθαρσις. Πρέπει να αναβαπτισθώμεν μέσα εις την δεξαμενήν που είναι γεμάτη από τα αίματα των μαρτύρων της πίστεως. Εκεί μέσα να λουσθώμεν, να εξαγνισθώμεν, να καθαρθώμεν από τας κηλίδας του παρελθόντος. Μικροί και μεγάλοι. Και

2) «Αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού. Στήτε ουν περιζωσάμενοι την οσφύν υμών εν αληθεία… Επί πάσιν αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως… και την περικεφαλαίαν του σωτηρίου δέξασθε, και την μάχαιραν του Πνεύματος…». Αυτά μάς συμβουλεύει ο Απόστολος Παύλος.
Δεν είναι πλέον επιτρεπτόν να εμφανιζώμεθα άοπλοι, άψυχοι, ηττοπαθείς, όταν εμπρός μας υπάρχη η ηρωική και γενναία φάλαγξ των αγωνιστών της πίστεως. Δεν ημπορεί η Εκκλησία να ζη μόνον με τας αναμνήσεις του παρελθόντος. Νέοι άγιοι χρειάζονται. Νέα στεφάνια. Η Εκκλησία είναι το εργαστήριον αυτό των αγίων. Όλων των εποχών. Όλων των αιώνων. Επομένως και της εποχής μας.

Αγαπητοί,

Την 9ην Μαρτίου εορτάζωμεν την μνήμην των 40 Μαρτύρων, που εμαρτύρησαν εις την λίμνην της Σεβαστείας. Τους εζητήθη να αρνηθούν τον Χριστόν. Αλλά αυτοί έμειναν σταθεροί. Τους έρριψαν γυμνούς εις την παγωμένην λίμνην. Το φρόνημά των όμως έμεινεν ακλόνητον. Φρικτόν το μαρτύριον από το ψύχος. Ελκυστικόν απέναντι εις την όχθην το θάλπος της αναμμένης πυράς. Αλλά οι μάρτυρες δεν λυγίζουν. «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο Παράδεισος», αναφωνούν. Όλοι σταθεροί, πιστοί εις τον όρκον των. Πλην ενός. Αυτός εκάμφθη. Ενικήθη. Δεν πείθεται εις τας μετά δακρύων παρακλήσεις των αδελφών του. Προδίδει τον αγώνα. Λιποτακτεί. Και τρομερόν! Μόλις φθάνει εις τον θερμόν της όχθης λουτρώνα, αποθνήσκει, λόγω της αποτόμου θερμότητος. Την θέσιν του την παίρνει ο ειδωλολάτρης φύλαξ Αγλάιος, που παρακολουθεί την σκηνήν. Πιστεύει και προχωρεί προς το μαρτύριον. Δια να αναπληρώση τον λιποτάκτην.
Την άλλην ημέραν οι μάρτυρες είχαν αποθάνει. Τα σώματά των ερρίφθησαν εις την φωτιάν. Η φλόγα εφώτισε τον κόσμον. Άγγελοι εστεφάνωσαν τους ήρωας με δοξασμένο στεφάνι. Αλλοίμονον μόνον εις τον λιποτάκτην, που το έχασε.

Αδελφέ,

Η Εκκλησία πανηγυρίζει σήμερα την νίκην κατά των εχθρών της. Εκερδήθη όμως με την θυσίαν των μαρτύρων. Πολλοί βεβαίως την επρόδωσαν. Όπως και σήμερα επίσης την προδίδουν. Άλλοι έμειναν πιστοί. Μέχρι τέλους. Και η Εκκλησία τους εδόξασε. Αυτό γίνεται πάντα. Οι γνήσιοι χριστιανοί δίδουν και παίρνουν. Δίδουν κόπους, αγάπην, πίστιν, ιδρώτα, κυρίως αίμα. Και παίρνουν δόξαν και αιώνιο στεφάνι.
Το αίμα στη γη.
Στον ουρανό το στεφάνι!

Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 247 και εξής.

Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς.

Παράβαλε και:
Κυριακή Α. των νηστειών, της Ορθοδοξίας – η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του επισκ. Κερκίνης, Ηλία Μηνιάτη, περι πίστεως.
Κυριακή Α. των νηστειών, της Ορθοδοξίας – Υμνολογική εκλογή.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.