Όρθρος (μέρος Δ’) – Ιωάννου Φουντούλη.

Μετά από την στιχολογία του Ψαλτηρίου, την ανάγνωσι του ευαγγελίου του όρθρου, του 50ου ψαλμού και της συναπτής του διακόνου, στην οποία επικαλείται τις πρεσβείες των αγίων για να σώση δι΄αυτών ο Θεός τον λαόν Του και να ευλογήση την κληρονομίαν Του, και την εκφώνησι του ιερέως «Ελέει και οικτιρμοίς και φιλανθρωπία του μονογενούς σου Υιού …», αρχίζει η ψαλμωδία ενός μεγάλου κεντρικού τμήματος της ακολουθίας του όρθρου, η στιχολογία των εννέα ωδών. Το τμήμα αυτό παρουσιάζει πολλαπλό ενδιαφέρον, λειτουργικό, αγιογραφικό, υμνολογικό και μουσικό.
Για την κατανόησί του χρειάζονται ωρισμένες ειδικές, αλλά και απαραίτητες γνώσεις. Και ας αρχίσωμε από τις εννέα ωδές. Όλοι γνωρίζομε πως η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη είναι γραμμένες σε πεζό λόγο, εκτός από ωρισμένα των βιβλία, όπως οι Ψαλμοί, ο Ιώβ, οι Θρήνοι του Ιερεμίου και το Άσμα των Ασμάτων, που είναι έμμετρα ποιήματα. Αλλά και μέσα σε ωρισμένα πεζά βιβλία υπάρχουν ποιητικά κομμάτια. Μερικά από αυτά συνελέγησαν και απήρτησαν μία ποιητική συλλογή, που προσηρτήθη στο Ψαλτήριο για να χρησιμοποιήται κατά την θεία λατρεία. Ο αριθμός των επί μακρό χρονικό διάστημα παρέμεινε ασταθής, τελικά όμως στο Ιεροσολυμιτικό μοναχικό Ψαλτήριο η συλλογή αυτή περιέλαβε οκτώ ύμνους από την Παλαιά Διαθήκη και δύο από την Καινή. Για να προσαρμοσθή όμως ο αριθμός προς τον ιερό αριθμό εννέα, που περιέχει τρείς φορές το τρία, τον αριθμό των προσώπων της αγίας Τριάδος, ή των εννέα αγγελικών ταγμάτων, οι δύο τελευταίοι ύμνοι, που ήσαν παρμένοι από την Καινή Διαθήκη, συνηνώθησαν σε ένα. Έτσι σήμερα έχομε μία συλλογή εννέα ύμνων, ωδών βιβλικών, που διαιρούνται σε τρεις τριάδες, όπως περίπου τα καθίσματα του Ψαλτηρίου διαιρούνται σε τρεις στάσεις.
Η α΄ωδή είναι η επινίκιος ωδή του Μωυσέως μετά την θαυμαστή διάβασι της Ερυθράς Θαλάσσης: «Άσωμεν τω Κυρίω ενδόξως γαρ δεδόξασται…», που περιέχεται στο βιβλίο της Εξόδου 1 . Ύμνος πανηγυρικός, γεμάτος νικητήριο παλμό και δοξολογία για την προστασία του Θεού και την απελευθέρωσι από την μακρά δουλεία.
Η β΄ωδή είναι το «κύκνιο», προθανάτιο, άσμα του Μωυσέως από το βιβλίο του Δευτερονομίου 2 : «Πρόσεχε, ουρανέ, και λαλήσω και ακουέτω γη ρήματα εκ του στόματός μου…». Αναφέρεται στις ευεργεσίες του Θεού προς τον Ισραήλ στην έρημο και στην αγνώμονα διαγωγή του λαού. Ωδή πένθιμη και απειλητική.
Η γ΄ωδή είναι η προσευχή της Άννης της μητρός του Σαμουήλ του προφήτου από το Α΄βιβλίο των Βασιλειών 3 . Η πρώην στείρα και άτεκνος γυναίκα δοξολογεί τον Θεό για την απόκτησι του τέκνου της και για τον θαυμαστό τρόπο της βοηθείας του Θεού: «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου…».
Η δ΄ωδή είναι μια προσευχή, ένας ύμνος του προφήτου Αββακούμ, από το ομώνυμο βιβλίο 4 , που προφητικά αναφέρεται στην σάρκωσι του Λόγου του Θεού: «Κύριε εισακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην…».
Η ε΄ωδή είναι παρμένη από το βιβλίο του Ησαΐου 5 : «Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε, ο Θεός…». Νυκτερινή προσευχή του προφήτου, στην οποία πρυτανεύει η αίτησις για την ειρήνη και την άνωθεν βοήθεια.
Η ς΄ωδή είναι ο ψαλμός που έψαλε ο Ιωνάς στην κοιλία του κήτους 6 :
«Εβόησα εν θλίψει μου προς Κύριον τον Θεόν μου και εισήκουσέ μου…». Δέησις ανθρώπου θλιβομένου, που δεν χάνει την ελπίδα στο έλεος και στην αντίληψι του Θεού.
Η ζ΄και η η΄ωδή είναι παρμένες από το προφητικό βιβλίου του Δανιήλ. Η πρώτη είναι προσευχή του Αζαρίου ενός των τριών παίδων μέσα στην κάμινο της Βαβυλώνος: «Ευλογητός ει, Κύριε, ο Θεός των πατέρων ημών…» 7 και η δευτέρα ο ύμνος των τριών παίδων: «Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον…» 8 .
Τέλος η τελευταία ωδή, η θ΄, αποτελείται από δύο ποιητικά κομμάτια του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου, τον ύμνο της Θεοτόκου κατά την επίσκεψι στην Ελισάβετ «Μεγαλύνει, η ψυχή μου, τον Κύριον…» 9 και την ωδή του Ζαχαρίου μετά από την γέννησι του Προδρόμου «Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ…» 10 .
Αυτές οι εννέα βιβλικές ωδές εψάλλοντο κατά την ακολουθία του όρθρου, αλλά όχι όλες συγχρόνως. Κάθε ημέρα εψάλλοντο τρεις, δηλαδή πάντοτε η η΄και η θ΄και μία από τις προηγούμενες κατά σειρά, για να «ανακυκλούνται», όπως και το Ψαλτήριο, μία φορά την εβδομάδα. Έψαλλαν την α΄, η΄και θ΄κατά την Κυριακή ˙β΄, η΄και θ΄κατά την Δευτέρα ˙ γ΄, η΄και θ΄κατά την Τρίτη κ.ο.κ. Ύστερα άλλαξαν σύστημα. Έψαλλαν όλες την Κυριακή και τις άλλες ημέρες από τρεις, αλλά κατ΄άλλη σειρά, δηλαδή την α΄, η΄και θ΄την Δευτέρα ˙ την β΄, η΄και θ΄ την Τρίτη κ.ο.κ. μέχρι το Σάββατο, για το οποίο όμως τώρα περίσσευαν δύο ωδές, η ς΄και η ζ΄, από τις μεταβλητές, που προστιθέμενες στις δύο σταθερές, την η΄και την θ΄, έκαμαν ώστε η ακολουθία του όρθρου του Σαββάτου να έχη τέσσαρες ωδές. Εν τω μεταξύ η β΄ωδή, λόγω του πενθίμου χαρακτήρος της, εψάλλετο μόνο κατά την Τεσσαρακοστή, και έτσι, στις εορτάσιμες ημέρες, η Τρίτη, κατά την οποία έπρεπε να ψαλή η ωδή αυτή, είχε μόνο δύο ωδές, τις σταθερές, δηλαδή την η΄ και την θ΄. Ο αρχαίος αυτός τρόπος της κατανομής της ψαλμωδίας των εννέα ωδών διετηρήθη εν μέρει και σήμερα κατά την ακολουθία της συντηρητικής περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Κατά τις υπόλοιπες, τις εκτός της Τεσσαρακοστής, ημέρες του έτους επεκράτησε ένα νεώτερο σύστημα. Εθεώρησαν όλες τις ημέρες εορταστικές και έψαλλαν καθημερινώς και τις εννέα, ή μάλλον τις οκτώ ωδές, επειδή η Δευτέρα παρελείπετο για τον λόγο που αναφέραμε πιο πάνω, τον πένθιμο δηλαδή χαρακτήρα της.
Οι ωδές αυτές εστιχολογούντο όπως και οι ψαλμοί. Εψάλλοντο δηλαδή αντιφωνικώς, κατά στίχον. Ύστερα συνέθεσαν σύντομα υποψάλματα, τα εφύμνια, που τα έψαλλαν μετά από κάθε στίχο. Τα εφύμνια αυτά τα έψαλλε ο λαός, ενώ τους στίχους τους απήγγελλε εμμελώς ο ψάλτης ή ο αναγνώστης. Τα αρχαϊκά αυτά εφύμνια μας είναι γνωστά από τα χειρόγραφα και από τις επιγραφές των ωδών. Της α΄ωδής επί παραδείγματι ήταν το «Ενδόξως γαρ δεδόξασται», της β΄το «Δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι», της θ΄ «Την Θεοτόκον εν ύμνοις μεγαλύνομεν»κλπ. Κατά τον παλαιό αυτό τρόπο ψάλλεται σήμερα μόνο η η΄ωδή κατά τον εσπερινό του Πάσχα. Εφύμνιό της είναι το «Τον Κύριον υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας». Θα ψαλούν μερικοί στίχοι της για να αποκτήσωμε μία σαφή ιδέα του τρόπου αυτού της ψαλμωδίας των ωδών.

«Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου, τον Κύριον ˙
υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας».
«Τον Κύριον υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας».

«Ευλογείτε, άγγελοι Κυρίου, ουρανοί Κυρίου, τον Κύριον ˙
υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας».
«Τον Κύριον υμνείτε…».

«Ευλογείτε, ύδατα πάντα τα υπεράνω των ουρανών,
πάσαι αι δυνάμεις Κυρίου, τον Κύριον ˙
υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας».
«Τον Κύριον υμνείτε…».
«Ευλογείτε, ήλιος και σεληνη, άστρα του ουρανού, τον Κύριον ˙
υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας».
«Τον Κύριον υμνείτε…».

Βαθμηδόν οι εκκλησιαστικοί ποιηταί άρχισαν να επεκτείνουν τα εφύμνια αυτά και να δημιουργούν ειδικά τροπάρια, που είχαν προορισμό να ψάλλωνται αντί των εφυμνίων στους στίχους των ωδών. Έτσι εδημιούργησαν σειρές από οκτώ ή εννέα τέτοια τροπάρια, στα οποία ποιητικά απέδιδαν το περιεχόμενο κάθε μιας ωδής, πολλές φορές σε συνδυασμό με το θέμα της εορτής, αν τα τροπάρια αυτά ήσαν προωρισμένα να διακοσμήσουν την ψαλμωδία των ωδών σε μία ωρισμένη εορτή. Παράδειγμα τέτοιου τρόπου ψαλμωδίας έχομε και μέχρι σήμερα στο πρώτο μέρος της θ΄ωδής, στην ωδή της Θεοτόκου. Σε κάθε στίχο της επαναλαμβάνεται το τροπάριο «Την τιμιωτέραν των χερουβίμ…».

«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον
και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επι τω Θεώ τω σωτήρι μου».

«Την τιμιωτέραν των χερουβίμ
και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των σεραφίμ,
την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν,
την όντως Θεοτόκον, σε μεγαλύνομεν».

«Ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού,
ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί».

«Την τιμιωτέραν των χερουβίμ…».

«Ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού
και το έλεος αυτού εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις αυτόν».

«Την τιμιωτέραν των χερουβίμ…».

Με βάσι τα αρχικά αυτά τροπάρια οι υμνογράφοι συνέθεσαν και άλλα για τον ίδιο λειτουργικό προορισμό. Τους εφάνη δηλαδή πολύ μονότονο να επαναλαμβάνεται σε κάθε στίχο το ίδιο τροπάριο και συνέθεσαν και άλλα για να ψάλλωνται σε κάθε στίχο ή στους τελευταίους στίχους των ωδών. Τα πρώτα ωνομάσθησαν «ειρμοί», γιατί επί τη βάσει αυτών «είροντο», συνετίθεντο και εψάλλοντο, τα άλλα. Αυτά ανεφέροντο στο θέμα της εορτής και είχαν εγκωμιαστικό χαρακτήρα.
Κατά τον τρόπο αυτόν εδημιουργήθησαν οι κανόνες, σειρές δηλαδή τροπαρίων, που υποδιηρούντο σε οκτώ ή εννέα επί μέρους ομάδες, κατά τον αριθμό των ωδών, και εψάλλοντο ως στιχηρά των ωδών κατά την στιχολογία των στην ακολουθία του όρθρου. Ανάλογα με τον αριθμό των ωδών, που προεβλέπετο από το τυπικό να ψαλούν κάθε ημέρα, και οι κανόνες είχαν δύο, τρεις, τέσσαρες, οκτώ ή εννέα ωδές. Έτσι έχομε διωδίους (διώδια), τριωδίους (τριώδια), τετραωδίους, οκταωδίους ή εννεαωδίους κανόνας. Ένα παράδειγμα τέτοιας ψαλμωδίας θα παρουσιάσωμε από την α΄ωδή του κανόνος της Κυριακής 11ης Οκτωβρίου. Σε δύο στίχους της ωδής θα παρεμβληθούν δύο τροπάρια από τον αναστάσιμο κανόνα του πλ. δ΄ήχου, που είναι ο ήχος της αυριανής Κυριακής, και σε άλλους δύο, δύο τροπάρια από την α΄ωδή του κανόνος των αγίων Πατέρων της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου, που εορτάζομε αύριο. Στο «Δόξα και νυν» που κατακλείει την ωδή ψάλλεται το θεοτόκιο.

«Αρματηλάτην Φαραώ εβύθισε
τερατουργούσα ποτε
Μωσαϊκή ράβδος,
σταυροτύπως πλήξασα
και διελούσα θάλασσαν ˙
Ισραήλ δε φυγάδα
πεζόν οδίτην διέσωσεν,
άσμα τω Θεώ αναμέλποντα».

«Άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται ˙
ίππον και αναβάτην έρριψεν εις θάλασσαν».

«Την παντοδύναμον Χριστού θεότητα
πως μη θαυμάσωμεν;
εκ μεν παθών πάσι
τοις πιστοίς απάθειαν
και αφθαρσίαν βλύζουσαν,
εκ πλευράς δε αγίας
πηγήν αθάνατον στάζουσαν
και ζωήν εκ τάφου αΐδιον».

«Βοηθός και σκεπαστής εγένετό μοι εις σωτηρίαν ˙
ουτος μου Θεός και δοξάσω αυτόν, Θεός του πατρός μου
και υψώσω αυτόν».

«Ως ευπρεπής ταις γυναιξίν ο άγγελος
νυν εμπεφάνισται
και τηλαυγή φέρων
της εμφύτου σύμβολα
αΰλου καθαρότητος,
τη μορφή δε μηνύων
το φέγγος της αναστάσεως.
κράζων ˙ Εξηγέρθη ο Κύριος».

«Κύριος βασιλεύων των αιώνων και επ΄αιώνα και έτι.
Ότι εισήλθεν ίππος Φαραώ συν άρμασι και αναβάταις εις θάλασσαν».

«Υμνολογήσαι την εβδόμην άθροισιν
εφιεμένω μοι νυν,
την των επτά δίδου,
χαρισμάτων σύνοδον
του Παρακλήτου, Κύριε,
την σοφίσασαν ταύτην
γλωσσοπυρσεύτως, και βλάσφημον
πάσαν γλωσσαλγίαν σιγήσασαν».

«Οι δε υιοί Ισραήλ επορεύθησαν δια ξηράς εν μέσω θαλάσσης».

«Νενικηκώς τον θεόμαχον Αρείον
εν τη Νικαία το πριν
ποιμαντική ράβδω
ορθοδόξοις ίθυνε
την Εκκλησίαν δόγμασιν
ο χορός των Πατέρων ˙
και νυν εν ταύτη κατήσχυνε
τους εικονομάχους ο σύμμαχος».

«Δόξα Πατρί…και νυν…».

«Ως οι Πατέρες ευσεβώς εδίδαξαν
ομολογούμεν πιστώς
παρθενικήν μήτραν
ανωδίνως τέξασαν
μετά σαρκός τον άσαρκον.
Προσκυνούμεν τε τούτου
στηλογραφούντες την μόρφωσιν
και τιμητικώς ασπαζόμεθα».

Στο τέλος κάθε ωδής εψάλλετο πάλι ή ο ειρμός του κανόνος ή ο ειρμός της πλησιεστέρας δεσποτικής ή θεομητορικής εορτής. Αυτοί οι ειρμοί των μεγάλων εορτών αποτελούν τις λεγόμενες «καταβασίες», επειδή εψάλλοντο στο μέσον του ναού, όπου κατέβαιναν οι ψάλται από τα στασίδια των. Γνωστές σε πολλούς είναι οι σειρές αυτών των καταβασιών: «Ανοίξω το στόμα μου…» της Θεοτόκου, «Χριστός γεννάται δοξάσατε…» των Χριστουγέννων, «Σταυρόν χαράξας Μωσής…» της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού κλπ. Όπως εξ άλλου μεταξύ των καθισμάτων του Ψαλτηρίου παρενέβαλλαν, καθώς είδαμε, τροπάρια – τα καθίσματα ή αναπαύσιμα – για την ανάπαυσι του λαού, έτσι και μεταξύ των τριαδικών ομάδων των ωδών, δηλαδή μετά την γ΄ και την ς΄, παρενέβαλλαν παρόμοια τροπάρια. Μετά την γ΄τα μεσώδια ή καθίσματα και μετά της ς΄ το κοντάκιο και τον οίκο, αρχαϊκό υμνογραφικό είδος, για το οποίο μιλήσαμε εξ αφορμής του Ακαθίστου, και το συναξάριο της ημέρας.
Η εξέλιξις όμως δεν εσταμάτησε εδώ. Όταν, ιδίως στις ενορίες, η πίεσις του χρόνου είχε ως αναπόφευκτο επακόλουθο την συντόμευσι των ακολουθιών, έπαυσαν πια να ψάλλωνται οι βιβλικές ωδές – εκτός από την ωδή της Θεοτόκου – και εψάλλοντο μόνον οι κανόνες χωρίς στίχο των ωδών, αλλά με ένα πρόψαλμα – στίχο – ανάλογο προς το θέμα του κανόνος: «Δόξα τη αγία αναστάσει σου, Κύριε», «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», «Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών» κλπ. Ύστερα άρχισαν να παραλείπωνται μερικές ωδές από τους κανόνες. Σήμερα στους περισσοτέρους ναούς ψάλλεται μόνο η α΄και η γ΄ωδή, με τάσι να εγκαταλειφθούν και αυτές και να μείνουν μόνο οι καταβασίες και η θ΄ωδή της Θεοτόκου.
Το θέμα των ωδών και των κανόνων είναι πολύ μεγάλο και πολύπλοκο. Προσπαθήσαμε να δώσωμε μία μικρή σκιαγραφία του τμήματος αυτού του όρθρου και της λειτουργικής του εξελίξεως. Αυτά που είπαμε είναι πολύ λίγα και ελλιπή. Μόνο τούτο θα θέλαμε τελειώνοντας να υπογραμμίσωμε. Συνήθως κατηγορούν την λατρεία μας ότι είναι στατική, απολιθωμένη, χωρίς ζωή, κίνησι και εξέλιξι, που είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ζωντανού πράγματος. Δεν υπάρχει πιο ανακριβής διαπίστωσις από αυτήν. Η θεία λατρεία μας συνδυάζει την παράδοσι και την ιστορική μορφή με την διαρκή και ακατάπαυστο δημιουργική εξέλιξι και προσαρμογή. Και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα εξελίξεως και ανανεώσεως διαρκούς είναι το σημείο αυτό του όρθρου, οι ωδές και οι κανόνες.
Η λατρεία της Εκκλησίας μας είναι κατ΄εξοχήν ζώσα λατρεία.

(10 Οκτωβρίου 1970)*

Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1. Κεφ. 15, 1 – 19.
2. Κεφ. 32, 1 – 43.
3. Κεφ. 2, 1 – 10.
4. Κεφ. 3, 1 – 19.
5. Κεφ. 26, 9 – 20.
6. Ιωνά 2, 3 – 10.
7. Δανιήλ 3, 2 – 33.
8. Δανιήλ 3, 34 – 65.
9. Λουκ. 1, 46 – 55.
Λουκ. 1, 68 – 79.

(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).

Παράβαλε και:
Όρθρος (μέρος Α’) – Ιωάννου Φουντούλη.
Όρθρος (μέρος Β’) – Ιωάννου Φουντούλη.
Όρθρος (μέρος Γ’) – Ιωάννου Φουντούλη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.