«Από τον δισταγμό στην αναμφίβολη πίστη» – Αθανασίου Κοτταδάκη.

Με το Κοντάκιο «εις την καινήν Κυριακήν και εις τον Θωμάν»*, Ρωμανός ο μελωδός εκπέμπει σήμα διαχρονικής αξίας. Η Αγάπη του Χριστού, λέει, δείχνει κατανόηση στούς περί την πίστη δισταγμούς ακόμα και των δικών του! Συγκαταβαίνει, δίνει στοιχεία που μπορούν, αν η πρόθεση είναι αγαθή, να τούς μεταστοιχειώσουν σε ακλόνητη πίστη. «Τη φιλοπράγμονι δεξιά την ζωοπάροχόν σου πλευράν ο Θωμάς εξηρεύνησε», οπότε, «ο του Θωμά δισταγμός πίστις αναμφίβολος οικονομήθη»!

Στα τρία Προοίμια του Κοντακίου ορίζεται ως Εφύμνιον η ομολογία «Κυριος υπάρχεις, και Θεός ημών», η Ακροστιχίδα, «του ταπεινού Ρωμανού ήχος», διασώζει το όνομα του Υμνογράφου, και τα είκοσι δύο γράμματά της τον αριθμό των οίκων του.
Η αισθητική χάρη, ο άμεσος, ζωντανός, και εδώ αφοπλιστικός διάλογος Θωμά και μαθητών, Αναστημένου και Θωμά, αποτελούν βασικές αρετές του, ενώ τα λίαν ευδιάκριτα σταλάγματα Αγιογραφικής Θεολογίας εκπλήσσουν από τον πρώτο Οίκο, όπου ο ποιητής, παραλληλίζοντας την πλευρά του Χριστού με την φλεγόμενη βάτο του Μωυσή, απορεί και εξίσταται. -«Ποιός διαφύλαξε άλιωτη την παλάμη του μαθητή, όταν πλησίασε την πύρινη πλευρά του Κυρίου»; Εξηγεί. -« Ασφαλώς η πλευρά που ψηλαφήθηκε». Κατοχυρώνει. -«Γιατί αν η θεία του πλευρά δεν έδωσε τη δύναμη, πως χωματένια δεξιά θα μπορούσε να ψηλαφίσει παθήματα που συγκλόνισαν ουράνια και επίγεια»; Δείχνει την προοπτική. -«Να ομολογήσει ο Θωμάς. Είσαι ο Κυριος και Θεός μας»! Αλλά και διευρύνει. Το άγγιγμα της πλευράς του Χριστού τα αλλάζει όλα, γίνεται «ο όρος αυτής της πίστης» που «υπογράφτηκε με του Θωμά το χέρι… σαν πέννα έμπειρου γραμματέα» -«γραμματέως οξυγράφου»- για να μάθουν «οι πιστοί από που πηγάζει η πίστη»!

Από τον τέταρτο Οίκο το σκηνικό αλλάζει. Οι άλλοι μαθητές λένε με χαρά στο Θωμά. -« Ω φίλε, εωράκαμεν τον Κυριον ενταύθα». Κι εκείνος απαντά απότομα και ειρωνικά. -« Εσείς που τον είδατε, γιατί κρύβεστε, φωνάξτε το… γιατί καλύπτετε το λύχνο κάτω από το μόδι… εμπρός έξω με θάρρος μαζί• γιατί κάθεστε σ’ αυτή τη φωλιά και παριστάνετε τον γενναίο»; Κι αμέσως ξεσπάει. -«Μα πως να πιστέψω αυτά τα απίστευτα που μου λέτε; Αν είχε έλθει ο Λυτρωτής, θα είχε αναζητήσει τον υπηρέτη του. Αν είχε φανεί ο Ποιμένας, θα είχε φωνάξει και το αρνί του. Καποτε είχε ρωτήσει. Που θάψατε τον Λαζαρο; Τωρα δεν είπε. Που αφήσατε τον Θωμά; Ξεχασε αυτόν που ήθελε να πεθάνει μαζί του; Δε σας πιστεύω, μέχρι να τον δω, και να τον αγγίξω»!

Δεν προλαβαίνει να αποσώσει τη φράση ο Θωμάς και, «παρεγένετο ο Σωτήρ… μέσον των μαθητών ώφθη των θυρών κεκλεισμένων»! Τα χάνει αυτός, κατεβάζει το κεφάλι, μονολογεί και λέει μέσα του -«Τι γίνεται τώρα; Πως θα δικαιολογήσω την πρωτινή απιστία μου;… Μακάρι να είχα σιωπήσει κι εγώ, όπως ο Ιησούς όταν κρινόταν. Αλλά νευρίασα που τούς είδα να φωνάζουν χαρούμενοι πως είδαν ζωντανό τον νεκρό… Θωρώντας χαρούμενους τον αρνητή Πετρο, και τούς άλλους που τον εγκατέλειψαν κι έφυγαν μαζί, ζήλεψα, και μέσα στη ζήλεια μου είπα, όσα προείπα. Μη μου το καταλογίσεις, Ιησού μου, δέξου κι εμένα, ομολογώ. Είσαι ο Κυριος…».

Κι ενώ ο μυστικός αυτοέλεγχος του Θωμά συνεχίζεται, Αυτός που ετάζει την άβυσσο της ψυχής κάθε ανθρώπου, «είδε τη συντριβή της καρδιάς του, τον λυπήθηκε, όπως κάποτε τον τελώνη, και του φώναξε. -«Φερε το χέρι εδώ, και πες μου, τι σ’ έκανε να διστάσεις, ολιγόπιστε; Τι σου φάνηκε απίστευτο, η σταύρωση, η νέκρωση, η ανάσταση; Ως ποιο σημείο με αμφισβητείς;… Κοιμήθηκα τρεις μέρες στον τάφο, κι αναστήθηκα. Για σένα και τούς ομοίους σου έγινε αυτό, και συ αντί ευχαριστίας μου πρόσφερες απιστία! Ακουσα όσα είπες στούς αδελφούς σου»! -«Σωτήρα, μη με μέμφεσαι. Σ’ Εσένα πιστεύω πάντα. Δυσκολεύομαι όμως με τον Πετρο και τούς άλλους, γιατί ξέρω ότι είπαν ψέματα, αφού την κακή ώρα φοβήθηκαν». -«Πλην, κι εσύ μαζί τους ήσουνα τον καιρό που υπαινίχτηκες», παρατηρεί ο Χριστός, και προσθέτει μακρόθυμα για όλους. – Ολοι σας με αφήσατε μόνον να υποφέρω. Ηταν ώρα δύσκολη, Διδυμε, μην τα βάζεις μ’ Αυτόν για τον οποίο λέει η Γραφή• «Θα σκοτώσω το βοσκό και θα διασκορπιστούν τα πρόβατα του κοπαδιού». Εννόησε αυτά που λέω και κάνε ο,τι είπες. Θελεις να με ψηλαφίσεις; Ψηλάφισέ με και διακήρυξε. Κυριος υπάρχεις και Θεός ημών!

Κατάπληκτος ο ποιητής ομολογεί• Τι θαύμα! Τι θεία συγκατάβαση! Τι άμετρη πραότητα! Ψηλαφίζεται αυτός που δεν μπορεί ν’ αγγίξει κανείς, αγγίζεται από δούλο! Δείχνει τα τραύματα που συγκλόνισαν όλη την κτίση! Και ο Θωμάς, που ένιωσε πια τη μεγάλη θεία δωρεά, ανοίγεται στο «εκ βαθέων» του… -«Συγχώρησε, Κυριε, την προπέτειά μου… Απάλλαξέ με από το φορτίο της απιστίας… Κρατήσου ήσυχος όσο χρειαστεί να σε απολαύσω. Ανέχτηκες τούς ξένους, ανέξου και τον δικό σου. Δείξε μου τις πληγές σου, να τις κάνω πηγές πίστης, να αντλήσω και να πιώ! Μη με κάψεις, Σωτήρα, θεϊκή φωτιά, που έγινες άνθρωπος θεληματικά… Δεξου όπως την αιμορροούσα κι εμένα, που δεν αγγίζω την άκρη του χιτώνα σου, αλλά Εσένα τον ίδιο».

-«Γινε πιστός, καλέ μου μαθητή, και μη φοβάσαι, δε σε καίω… Εγώ υπαγόρευσα αυτό το ίδιο και στο καμίνι της Βαβυλώνας… Ταχα πιο αδύναμος είσαι από την αμαρτωλή; Ελα, φίλε, μη με αλείψεις μύρα, ευωδίασε όλος από πίστη, και φώναξε. Είσαι ο Κυριος…». -«Φιλάνθρωπε… πιο πολύ απ’ το μύρο σου προσκομίζω την πίστη, που μου χάρισε η πλευρά που κρατώ… Δοξάζω σου, Χριστέ, την απόλυτη συγκατάβαση… Ψηλαφώ τούς τύπους των ήλων σου, και Κυριο και Θεο σε κηρύττω…». -«Πρόσεξε όμως και τούτο, Θωμά… Σε μακαρίζω βέβαια, που έστω μετά την ψηλάφηση, πίστεψες. Πλην μακαρίζω πιο πολύ όσους με πίστεψαν, ακούγοντας μόνο το λόγο μου… Μεγάλη η αξία όσων πιστεύουν έτσι»! «Μεγάλη δε η έννοια των ούτω πιστευόντων»!

«Τι θαύμα! Τι θεία συγκατάβαση! Τι άμετρη πραότητα», λέμε κι εμείς με τον Υμνογράφο. «Τη φιλοπράγμονι δεξιά την ζωοπάροχόν σου πλευράν ο Θωμάς εξηρεύνησε», και « Ο του Θωμά δισταγμός πίστις αναμφίβολος οικονομήθη»! Πλην. «Μακαρίζω μάλλον, τούς εξ ακοής μόνης εμοί προσελθόντας»! Να είμαστε κάποιοι απ’ αυτούς;

Στο πέρασμα των αιώνων, ο Χριστός προσφέρει και άγγιγμα της πλευράς, «το Αίμα του και το Σώμα», και «φωνή των λόγων του». Μακάριοι όσοι και σήμερα «από άγγιγμα η άκουσμα φρικτό», που θα πει χαρισματικά εκπληκτικό, ομολογούν. «Κυριος υπάρχεις και Θεός ημών»!

_____
* Κοντάκιον. Ηχος πλ. δ´.
Τη φιλοπράγμονι δεξιά, την ζωοπάροχόν σου πλευράν, ο Θωμάς εξηρεύνησε Χριστέ ο Θεός• συγκεκλεισμένων γαρ των θυρών ως εισήλθες, συν τοις λοιποίς Αποστόλοις εβόα σοι, Κυριος υπάρχεις και Θεός μου.

Από το περιοδικό: «Η δράση μας», τεύχος Μαϊου 2008.

Παράβαλε και:
Το ένατον Αναστάσιμον εωθινόν: η Ευαγγελική Περικοπή του όρθρου, εξαποστειλάριον και Δοξαστικόν ιδιόμελον της Κυριακής.
Κυριακή του Θωμά ή του Αντίπασχα: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, εις τον Απόστολον Θωμάν.
Κυριακή του Θωμά ή του Αντίπασχα: λόγος Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά «εξήγηση του μυστηρίου του Σαββάτου και Κυριακής», Υμνολογική εκλογή, Παρακλητικός Κανών.
Κυριακή του Θωμά ή του Αντίπασχα: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., »αράχνη», λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.
Πάσχα-Αντίπασχα – Ιωάννου Φουντούλη.
Αγίου Ρωμανού του μελωδού – κοντάκιον εις την ψηλάφησιν του Αποστόλου Θωμά (κείμενο και αρχείο ήχου, mp3).
Κυριακή του Θωμά: Μνήμη και του Αγίου Κυρίλλου ΣΤ’ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, του Αδριανουπολίτου: βιογραφία.
Η εμφάνησις του Ιησού στους Μαθητάς και στον Θωμά, κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Κατηγορίες: Άρθρα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.