Περί Ιωάννου Επισκόπου Αμαθούντος της Κύπρου, διήγηση θαυμάσια.

Στο νησί της Κύπρου βρίσκεται η πόλη Αμαθούς, στην οποία έγινε επίσκοπος ο αγιώτατος Ιωάννης, του οποίου τα κατορθώματα τα ένθεα και κυρίως την πόση αγάπη είχε προς τον πλησίον και την αμνησικακία του, δεν είναι δυνατόν να τα διηγηθεί κανείς. Αυτός είχε έναν διάκονο που ήταν και επιστάτης της επισκοπής, ο οποίος, συνεργούντος του πονηρού έκανε μάχη με κάποιον άλλο για το κεφάλαιο του γεωργικού ενοικίου. Συζητώντας με τον επίσκοπο ο διάκονος, αρπάχτηκε και έβρισε κατά πρόσωπο τον επίσκοπο σε μέρα γιορτής, όταν επρόκειτο να λειτουργήσει. Όταν ήλθε η ώρα του ασπασμού, για να πάρουν καιρό και να ντυθούν τα ιερά άμφια, ο διάκονος, γεμάτος ντροπή για τον λόγο που είπε στον επίσκοπο, δεν ήλθε να συλλειτουργήσει. Τότε ο επίσκοπος, βλέποντας ότι αυτός δεν ήλθε στον βαθμό των διακόνων, αναζήτησε ως καλός ποιμένας το πλανεμένο πρόβατο λέγοντας: «Σήμερα λειτουργία δεν γίνεται, αν δεν έλθει εδώ ο διάκονος Επιφάνιος».

Όταν εμφανίστηκε ο διάκονος, ο καλός ποιμένας τον φίλησε και του έβαλε μετάνοια σαν να έφταιγε αυτός. Έτσι, αφού φόρεσαν τα άμφια, όρισε να του δοθεί το ριπίδιο, για να συμπαραστεί με αυτόν στην λειτουργία. Μετά την απόλυση κάλεσε τον διάκονο σε γεύμα και μετά το φαγητό τον φιλοδώρησε ένα ολομέταξο στιχάριο αξίας δώδεκα νομισμάτων και τον άφησε ειρηνικά. Οι συγγενείς του επισκόπου διαμαρτύρονταν λέγοντας: «Αν δεν δείξεις φοβερισμό στους αυθάδεις, όλοι θα σε περιφρονήσουν». Ο άνθρωπος του Θεού, φρίττοντας με αυτούς με πρόσωπο αυστηρό, τους επιτίμησε, λέγοντας: «Εσείς δεν ξέρετε τι λέτε, μη γνωρίζοντας ότι ο Κύριος λοιδορούμενος δεν ανταπέδωσε, χτυπούμενος δεν χτύπησε, αλλά μας δίδαξε λέγοντας: «τω τύπτοντί σε επί την σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλη». Σεις, αγνοώντας την δωρεά του Θεού, λέτε τέτοια πράγματα.

Πιστέψτε το, τέκνα, ότι έχω την συνήθεια, όταν βρίσκομαι μπροστά στην αγία τράπεζα και προσφέρω την αναίμακτο λατρεία, πριν αρχίσω την προσκομιδή, κάνω δέηση προς τον Θεό για την δική μου ταπείνωση και για εσάς σήμερα όμως την ώρα που άρχισα την ευχή, άφησα και εμένα και εσάς και πρώτα προσευχήθηκα με δάκρυα, εξιλεούμενος τον Θεό υπέρ του διακόνου να τον συγχωρέσει και αμέσως είδα την χάρη του Θεού να επιφοιτά επάνω πάνω από το θυσιαστήριο. Αν, λοιπόν, θέλετε εσείς να αξιωθείτε τέτοιας οπτασίας, τέτοιες θυσίες να προσφέρετε στον Θεό με ειλικρίνεια και αμνησικακία, διότι άλλος σύντομος δρόμος προς τον Θεό που οδηγεί σε αυτήν δεν υπάρχει.

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.