Η προφύλαξη του νου και της καρδιάς – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Περισσότερο πρέπει κανείς να προφυλάσση την καρδιά του από τους κακούς λογισμούς, παρά τις αισθήσεις του από τα βλαβερά αντικείμενα.
Έμαθες πώς να προφυλάσσης τα εξωτερικά αισθητήριά σου; έμαθες πώς να προφυλάσσης και την κοινή και εσωτερική αίσθησι της φαντασίας σου; μάθε τώρα και πώς να προφυλάσσης την καρδιά σου από τα πάθη και τους λογισμούς˙ γιατί αυτή είναι ο μυστικός και απόκρυφος θάλαμος του νου, σαν να λέμε της ψυχής, όπως είπαμε και στην αρχή. Γιατί η αγία Συγκλητική λέει, ότι όπως το πλοίο βυθίζεται από δύο αιτίες, ή από έξω από τα κύματα της θαλάσσης ή από μέσα από την αντλία˙ έτσι και η ψυχή, βλάπτεται και καταβυθίζεται ή από έξω, από τα αισθητά πράγματα, ή από μέσα, από τους κακούς λογισμούς και τα πάθη που βρίσκονται στην καρδιά.1 Γι’ αυτό είναι ανάγκη ο άνθρωπος να προσέχη και να προφυλάσση τόσο τις αισθήσεις του από τα ηδονικά και βλαβερά αντικείμενα, όσο και την καρδιά του από τους πονηρούς λογισμούς και τα πάθη. «Όπως το πλοίο καταποντίζεται, άλλοτε από τις εξωτερικές τρικυμίες και άλλοτε βυθίζεται από την εσωτερική αντλία, έτσι λοιπόν και εμείς, χανόμαστε πότε εξ αιτίας των εξωτερικά πρακτικών αμαρτιών και πότε αφανιζόμαστε από τους εσωτερικούς λογισμούς. Πρέπει λοιπόν να προσέχουμε και τις εξωτερικές προβολές των πνευμάτων και τις εσωτερικές ακαθαρσίες των λογισμών˙ και πάντοτε πρέπει να είμαστε σε εγρήγορσι όσον αφορά τους λογισμούς». Αλλά περισσότερο πρέπει κανείς να προφυλάσση την καρδιά του από τους πονηρούς λογισμούς και τα πάθη, παρά τις αισθήσεις του από τα βλαβερά αντικείμενα˙ γιατί όπως πολλές φορές η αντλία, αν αμεληθή, βυθίζει ανέλπιστα το πλοίο μαζί με τους ναύτες σε καιρό γαλήνης και ενώ αυτοί κοιμούνται, έτσι και οι κακοί λογισμοί, αν αμεληθούν, βυθίζουν τους ανθρώπους στις κακές πράξεις και στην απώλεια. Γι’ αυτό και η αγία Συγκλητική προσθέτει: «Πρέπει λοιπόν ο νους να εργάζεται πιο επίπονα ως προς τους λογισμούς.
Και αυτός που θέλει να σωθή, πρέπει να έχη μάτια παντού» (Εις τον βίον της). Πρέπει λοιπόν να γνωρίζης, πρώτον, ότι όπως το κέντρο βρίσκεται στον κύκλο και όλες οι γραμμές που εξέρχονται στην περιφέρεια του κύκλου ξεκινούν από το κέντρο και στο κέντρο επιστρέφουν και στο κέντρο είναι ενωμένες˙ έτσι και η καρδιά, βρίσκεται στον άνθρωπο σαν ένα είδος κέντρου, στο οποίο είναι ενωμένες όλες οι αισθήσεις, όλες οι δυνάμεις του σώματος και όλες οι δυνάμεις της ψυχής και η καρδιά θεωρείται κέντρο κατά τρεις τρόπους, ως κέντρο φυσικό, ως κέντρο υπερφυσικό και ως κέντρο παραφυσικό.
Η καρδιά είναι κέντρο φυσικό˙ η ουσία της ψυχής βρίσκεται στην καρδιά.
Η καρδιά είναι φυσικό κέντρο˙ γιατί σχηματίζεται πρώτη από όλα τα μέλη του σώματος˙ έτσι λέει ο μέγας Βασίλειος: «Κατά τη δημιουργία των ζώων σχηματίζεται πρώτη η καρδιά και από την φύσι, λαμβάνει διάπλασι, ανάλογη με το τι μέγεθος πρόκειται να έχη το ζώο. Επειδή κάθε σώμα διαπλάσσεται ανάλογα προς τις ατομικές του καταβολές, γι’ αυτό παρουσιάζονται οι διαφορές του ζώου ως προς το μέγεθος». (Ερμ. εις τον α’ ψαλμ.). Έτσι και οι γιατροί γνωματεύουν από κοινού, ότι η καρδιά βρίσκεται στη μέση του στήθους, κλίνει όμως προς το αριστερό μέρος (Σελ. 346 του πολιτικού θεάτρου)˙ από αυτά συμπεραίνουμε, ότι η καρδιά επέχει θέσι κέντρου του λόγου ως προς το σύνολο του σώματος και σε σχέσι με την αίσθησι και σχετικά με το σημείο στο οποίο βρίσκεται, δηλαδή στο μέσον γι’ αυτό, όχι μόνο σχηματίζεται πρώτη από όλα τα μέλη, αλλά νεκρώνεται και ύστερα από όλα˙ και αυτή είναι η έδρα, η ρίζα, η αρχή και η πηγή όλων των φυσικών δυνάμεων του σώματος, της φυτικής, της θρεπτικής, της αυξητικής, της ζωτικής, της αισθητικής, της θυμικής, της επιθυμητικής και των υπολοίπων˙ όμοια είναι και πηγή όλων των φυσικών δυνάμεων της ψυχής, της νοητικής, της λογικής και της θελητικής. Γι’ αυτό και η ουσία της ψυχής, αφού είναι είδος του σώματος, αν και δεν περιέχεται σε αγγείο, γιατί είναι ασώματη, ωστόσο σαν όργανο και όχημα βρίσκεται στο μέσον της καρδιάς και ακριβώς στην μέση, στο διαυγέστατο και καθαρώτατο πνεύμα που είναι στο μέσον μεταξύ του σώματος και του νου, (το οποίο βέβαια ονομάζεται και ζωτικό και αυγοειδές και ψυχικό πνεύμα και νευρώδης χυμός από τους θεολόγους, τους φυσικούς και τους μεταφυσικούς), κατά τον μέγα Μακάριο και τον θείο Γρηγόριο Θεσσαλονίκης (σελ. 597 της Φιλοκαλίας) και από άλλους πατέρες και πολλούς νεωτέρους Θεολόγους, κυρίως όμως από τον Κορέσιο. Και τον εγκέφαλο βρίσκεται σαν σε όργανο, όχι η ουσία και η δύναμι του νου, δηλαδή της ψυχής, αλλά μόνο η ενέργεια του νου, όπως προείπαμε στην αρχή και άφησε τους νεώτερους φυσικούς και μεταφυσικούς να λένε ότι η ουσία της ψυχής βρίσκεται στον εγκέφαλο και στο κλωνάρι του εγκεφάλου. Γιατί αυτό είναι το ίδιο με το να πη κανείς ότι η ψυχή των φυτών δεν βρίσκεται αρχικά στη ρίζα του δένδρου, αλλά στα κλαδιά και στον καρπό.2 Το διδασκαλείο των Γραφών και των ιερών Πατέρων είναι αληθέστερο από τα διδασκαλεία των ανθρώπων. Και κάποιος νεώτερος όμως ηθικός φιλοσοφεί με άριστο τρόπο σχετικά με την καρδιά και λέει τα εξής αξιοθαύμαστα και τα οποία συντελούν σε αυτήν την υπόθεσι και σώζονται ανέκδοτα: «Η καρδιά, σαν πρωτότοκο των μελών και ρίζα της ζωής, είναι επί πλέον και όργανο της όρεξης και ερμηνευτής των παθών και των διαθέσεων εξ αιτίας των θαυμαστών κινήσεών της. Ο Ωκεανός, έλαβε από την φύσι ένα ίδιο μέτριο ρεύμα, που καλείται ροή και παλίρροια, για να αναπαύεται μέσω της κίνησής τους, περιφερόμενος σαν παιδί στην κοιτίδα˙ αλλά αν κινηθή από το φύσημα του ψυχρού βοριά ή του θερμού νοτιά μη χωρώντας πλέον στον εαυτό του, πότε έρχεται και πότε φεύγει˙ πότε υψώνεται στον ουρανό και πότε κατεβαίνει στην άβυσσο˙ η ίδια πρόνοια έδωσε και στην καρδιά κάποια παντοτινή και φυσική κίνησι, κατάλληλη για την κράσι του ανθρώπου, η οποία εκτείνεται και συστέλλεται με αναρίθμητα μέτρα, για να εναλλάση την αναπνοή και να διαχέη τα ζωτικά πνεύματα σε όλο το σώμα. Αλλά αν ύστερα αυτή διαταραχθή από τους ανέμους των παθών, τότε μέσω μιας παράδοξης έκτασης ή συστολής μεταβάλλοντας την αναλογία της φυσικής κινήσεως, αλλοιώνει τις αισθήσεις και τόσες είναι οι μεταβολές της καρδιάς, όσες και των παθών˙ επειδή είναι φανερό ότι πρώτα κινείται η ψυχή από την έννοια και έπειτα κινείται η καρδιά από την ψυχή˙ αυτή είναι φυσική κίνησι και εκείνη ηθική. Και θα ήταν πολύ ευχάριστο το θέαμα, αν ήταν δυνατόν μέσω ενός κρυστάλλου, να φαίνωνται από το στήθος οι κινήσεις της καρδιάς όπως των ωρολογιών˙ αν η αντίληψις παραστήση ένα υποκείμενο αρεστό, η καρδιά γεμάτη αγάπη τρέχει μπροστά και απλώνεται για να το δεχθή˙ και αν παραστήση ένα υποκείμενο μισητό, η καρδιά συστέλλεται ολόκληρη, κάνει πίσω και φαίνεται ότι φεύγει˙ στην υπέρτατη χαρά, η καρδιά αγάλλεται και σκιρτά˙ και στην θλίψι συστέλλεται και φαίνεται ότι πέφτει˙ στον θυμό η καρδιά βράζει και κοχλάζει το αίμα˙ και στον φόβο πήζει, πάλλεται και τρέμει. Το μικρότερο μέρος του πλοίου είναι το πηδάλιο, αλλά κάθε μικρή κίνησι του πηδαλίου κινεί όλο το πλοίο σε πλατύ κύκλο, δεξιά ή αριστερά˙ και κάθε μικρή κίνησι της καρδιάς, η οποία στέκεται στο κέντρο, προκαλεί στην περιφέρεια του ανθρωπίνου σώματος μεγάλες κινήσεις. Εκείνο το γλυκό γέλοιο και την σφικτή αγκαλιά που κάνει κάποιος όταν συναντά αγαπημένο φίλο˙ το να γυρίζη πίσω στο πρόσωπο αηδιάζοντας όταν βλέπη κάποιο πράγμα που δεν του αρέσει και να κτυπά τα χέρια και να σκιρτά όταν ευφραίνεται˙ το να αναστενάζη όταν λυπάται˙ το κοκκίνισμα του προσώπου˙ το να στρέφη τα μάτια και να τρίζη τα δόντια, όταν θυμώνη˙ εκείνη η παγωμένη ωχρότητα και ο τρόμος των ματιών όταν φοβάται˙ όλα αυτά είναι εξωτερικά αποτελέσματα των εσωτερικών κινήσεων της καρδιάς μικρή στο κέντρο, μεγάλη στην έκτασι».

Υποσημειώσεις.
1. Το ίδιο βεβαιώνει και ο θεσπέσιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγοντας «Κατά διττό τρόπο νομίζω ότι διεκπεραιώνεται η δύναμις της φαυλότητος μέσα μας ή με τις εξωτερικές ηδονές ή με τις έμφυτες εσωτερικές και από αυτές, αλλά και από τις άλλες παρασύρεται στην απόλαυσι και έτσι, διολισθαίνοντας προς κάθε τι το απεχθές, κυριεύονται οι επιρρεπείς στην αμαρτία» (Τόμ. Β’ της Οκταεύχ. Σελ. 917). Και ο αγαπημένος Ιωάννης μοίρασε την επιθυμία σε δυο, στην έμφυτη της σάρκας και στην εξωτ4ερική που εισέρχεται μέσω των αισθήσεων, λέγοντας: «Το κάθε τι που υπάρχει στον κόσμο, η επιθυμία της σάρκας και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου» (Α’ Ιωάν. 2, 16).
2. Έπειτα πρέπει να στοχασθούμε και αυτό: «Ότι κάθε τι το όντως αεικίνητο, είναι αεικίνητο και έχει αναλογία και ομοιότητα και συγγένεια με το αιωνίως κινούμενο. Επειδή λοιπόν η καρδιά και το ειλικρινές πνεύμα που είναι στην καρδιά, είναι αιωνίως κινούμενα, άρα και η αεικίνητη ψυχή είναι εύλογο και επόμενο να βρίσκεται στην αεικίνητη καρδιά κατ’ ουσία και δύναμι, παρά να βρίσκεται στον εγκέφαλο. Και ότι η καρδιά είναι αεικίνητη είναι ολοφάνερο α’) γιατί αυτή, αφού σχηματισθή, δεν σταματά να κινείται μέχρι να βγη η ψυχή από το σώμα β’) γιατί αυτή είναι η πηγή της ζωής όλου του σώματος μέσω της κινήσεώς της και αμέσως μόλις παύση η κίνησίς της, σταματά και η ζωή του σώματος μάλλον όμως η ψυχή που είναι εγκατεστημένη μέσα στην αεικίνητη καρδιά, ενεργεί μέσω της κίνησης της καρδιάς, μεταδίδοντας τη ζωή σε όλο το σώμα και το ζωοποιεί, σύμφωνα με τον μέγα Βασίλειο που λέει: «Η ψυχή χορηγεί τη ζωτική δύναμι φυσικά, μέσω του συγκερασμού και όχι εκ προαιρέσεως, επειδή είναι συγκερασμένη με το σώμα (Ασκητικ. Διατάξ. Β’). Και γ’) γιατί και όταν τα άλλα μέλη και μέρη του σώματος ηρεμούν και μένουν ακίνητα, όπως συμβαίνει κυρίως στον ύπνο και μάλιστα στο βαθύ και χωρίς όνειρα ύπνο, μόνο η καρδιά δεν ηρεμεί, αλλά κινείται πάντοτε και αγρυπνεί, σαν να προφυλάσση όλα τα υπόλοιπα μέλη του σώματος, τα οποία τότε ησυχάζουν και αναπαύονται και αυτό είναι που έχει γραφή στο Άσμα: «Εγώ κοιμάμαι και η καρδιά μου αγρυπνεί» (Άσμα 5, 2), αν και αυτό το ρητό ερμηνεύεται αλληγορικά από τους θείους πατέρες σχετικά με την τέλεια ψυχή που διακατέχεται από θείο έρωτα.
Ο εγκέφαλος όμως δεν είναι αεικίνητος, ούτε προβάλλει πάντοτε μέσω αυτού η ψυχή νοερές ενέργειες α’) γιατί σε όλη τη διάρκεια των εννέα μηνών κατά τους οποίους το βρέφος κινείται στην κοιλιά έμψυχο και τέλειο, ο εγκέφαλος απρακτεί και ηρεμεί χωρίς να προβάλλεται μέσω αυτού καμμία ενέργεια του νου˙ β’) και αφού γεννηθή το βρέφος, για ένα ολόκληρο χρόνο ή και περισσότερο, ο εγκέφαλος μένει ακίνητος και άπρακτος γιατί ο νους δεν προβάλλει μέσω αυτού καμμιά ενέργεια, επειδή αυτός είναι ατελής και εν δυνάμει νους γ’) και τέλος, γιατί και όταν ολοκληρωθή και αποκτήση νου εν ενεργεία και τότε πάλι, συμβαίνει πολλές φορές ο εγκέφαλος να μένη άπρακτος και να μην προβάλλεται μέσω αυτού καμμιά ενέργεια του νου, όπως συμβαίνει τόσο στον βαθύ ύπνο, όπως είπαμε, όσο και αν τύχη να πέση κάποιος από ψηλό σημείο και να σκοτωθή˙ γιατί τότε η ψυχή συστέλλεται όλη στο κέντρο και στο θάλαμό της, την καρδιά, για να προφυλαχθή εκεί και μαζί με αυτή την ουσία ενώνεται και με την δύναμι˙ και αφήνει άπρακτο και αναίσθητο όχι μόνο τον εγκέφαλο, αλλά και τις αισθήσεις και όλα τα υπόλοιπα μέλη και μέρη του σώματος ώστε μπορεί να πη κανείς, ότι εκείνος ο άνθρωπος τότε ζει μόνο με την καρδιά˙ ενώ ως προς τα άλλα μέλη του σώματος είναι νεκρός αν όμως κάποιοι προβάλλουν την αφθονία και το πολύ ψυχικό πνεύμα, το οποίο βρίσκεται στον εγκέφαλο και από αυτό αξιώνουν ότι εκεί ενθρονίζεται η ψυχή, ας μάθουν αυτοί ότι αυτό το πνεύμα βρίσκεται πολύ περισσότερο στην καρδιά και ότι από την καρδιά, την πηγή των πνευμάτων, αυτό το πνεύμα ανεβαίνει και στον εγκέφαλο˙ και όχι το αντίθετο, δηλαδή από τον εγκέφαλο στην καρδιά. Γι’ αυτό και ο Βλεμίδης στον λόγο περί ψυχής λέει: «Το ζωτικό πνεύμα ανεβαίνει μέσω των αρτηριών από την καρδιά στο κεφάλι και γίνεται ύλη πνεύματος στον εγκέφαλο».

Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).

Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.