Κυριακή Ε’ Ματθαίου: Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου – Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον, ομιλία ΚΗ’ (Κατασίγαση της τρικυμίας και θεραπεία των δαιμονιζόμενων των Γεργεσηνών).

(Ματθ.η , 28,θ 1)
Υπόμνημα εις τον Άγιον Ματθαίον τον Ευαγγελιστήν

ομιλία κη’
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
α . Ο Λουκάς χωρίς να φροντίζη για τη σειρά του χρόνου γράφει• Έτυχε μια μέρα και μπήκε σ’ ένα πλοίο αυτός κι οι μαθητές του. Όμοια κι ο Μάρκος. Δεν κάνει το ίδιο ο Ματθαίος αλλά κρατεί εδώ τη σειρά. Δεν έγραφαν όλοι ίδια. Μίλησα γι’ αυτό και πρωτύτερα για να μη νομίζη κανείς με την παράλειψη ότι υπάρχει κάποια διαφωνία. Τον κόσμο τον έστειλε στα σπίτια τους, πήρε όμως μαζί του τους μαθητές. Αυτό βέβαια το λένε και οι άλλοι.
Δεν τους πήρε άδικα, ούτε τυχαία αλλά για να τους κάνη θεατές του θαύματος που θα γινόταν. Σαν κάποιος εξαίρετος γυμναστής τους ασκούσε και στα δύο, και να μένουν ατρόμητοι στα δεινά και να μετριοφρονούν στις τιμές. Για να μη σχηματίσουν μεγάλη ιδέα που έδιωξε τους άλλους κι αυτούς τους κράτησε, τους αφήνει να υποστούν την τρικυμία και εκτός από το ότι πέτυχε το σκοπό του, τους γυμνάζει να υπομένουν γενναία τους πειρασμούς. Και τα παλαιότερα θαύματα ήταν μεγάλα, τούτο όμως είχε και κάποια όχι μικρή άσκηση και ήταν σημείο παράλληλο με το παλαιό. Γι αυτό μόνο τους μαθητάς παίρνει μαζί του. Όπου ήθελε νά δείξη τα θαύματά του, εκεί αφήνει και το λαό να είναι κοντά• όπου όμως υπάρχει ένταση πειρασμών και φόβων παίρνει μόνο μαζί του, τους αθλητάς της οικουμένης που ήθελε να τους ασκήση. Και ο Ματθαίος είπε μόνο ότι κοιμόταν, ο Λουκάς ότι κοιμόταν σε προσκέφαλο, δείχνοντας τη μετριοφροσύνη του και ασκώντας μας σε υψηλή πνευματική ζωή. Είχε αρχίσει λοιπόν η τρικυμία κι η θάλασσα μάνιαζε όταν τον ξυπνούν λέγοντάς του• Σώσε μας, Κύριε, χανόμαστε. Τους μάλλωσε, πριν επιπλήξει τη θάλασσα. Δικαιολογούνται όλ’ αυτά, αφού γίνονται για άσκηση και ήσαν τύπος των πειρασμών που θα τους εύρισκαν. Βέβαια κι έπειτ’ απ’ αυτά, πολλές φορές τους άφησε να πέσουν σε βαρύτερες τρικυμίες της ζωής και έδειξε μακροθυμία. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε• Δε θέλω, αδελφοί μου, ν’ αγνοήτε ότι υπερβολικό βάρος δεχτήκαμε πάνω από τη δύναμή μας, ώστε φτάσαμε σ’ αμηχανία για την ίδια τη ζωή. Κι έπειτα πάλι, αυτός μας έσωσε από τόσες περιπτώσεις θανάτου. Δείχνοντας λοιπόν από δω ότι πρέπει νάχωμε θάρρος κι αν υψώνωνται τα κύματα σαν βουνά, κι ότι όλα τα οικονομεί προς το συμφέρον μας, επιτιμα πρώτα αυτούς. Κι αυτή η ανησυχία τους έχει την ωφέλεια της, ώστε να φανή μεγαλύτερο το θαύμα και να μείνη παντοτινά η θύμησή του. Όταν είναι να γίνη κάτη παράδοξο, δημιουργεί από πιο μπροστά γεγονότα που συντελούν στη θύμηση, για να μην έρθη η λήθη, όταν το θαύμα συντελεσθή. Έτσι ο Μωυσής πρώτα φοβάται το φίδι (και δε φοβάται απλά αλλά με πολλή αγωνία) και τότε βλέπει να γίνεται το παράδοξο εκείνο. Έτσι κι αυτοί πίστεψαν πρώτα ότι θα χάνονταν και τότε σώθηκαν. Για να μάθουν το μέγεθος του θαύματος, αφού παραδεχθούν τον κίνδυνο. Γι’ αυτό κοιμάται. Γιατί αν δεν κοιμόταν ή δε θα φοβούνταν, ή δεν θα παρακαλούσαν ή μήτε καν ιδέα θα τους περνούσε ότι μπορούσε να κάνη κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό κοιμάται. Δίνει καιρό στη δειλία τους και τους κάνει εντονώτερη την εντύπωση των όσων γίνονται.
Γιατί δεν βλέπει όμοια κανείς όσα γίνονται στα σώματα των άλλων με όσα γίνονται στο δικό του. Αφού είδαν να έχουν ευεργετηθή όλοι, ενώ αυτοί τίποτε δεν είχαν απολαύσει κι ήσαν πλαγιασμένοι (ούτε κουτσοί ήσαν ούτε καμμιά άλλη παρόμοια ασθένεια είχαν) έπρεπε κι αυτοί με τη δική τους αίσθηση να δοκιμάσουν τις ευεργεσίες. Επιτρέπει την κακοκαιρία, για να καταλάβουν καλύτερα την ευεργεσία γλυτώνοντας απ’ αυτή. Γι’ αυτό δεν κάνει το θαύμα όσο είναι ο κόσμος κοντά, για να μην κατηγορηθούν για ολιγοπιστία. Αλλά τους παίρνει μόνους και τους διορθώνει και πριν από την τρικυμία της θάλασσας γαληνεύει την τρικυμία των ψυχών τους με λόγους επιτιμητικούς. Γιατί φοβάστε, ολιγόπιστοι; Συνάμα τους εδίδαξε ότι το φόβο δεν τον προξενεί η συρροή των πειρασμών αλλά το αδύνατο φρόνημα. Κι αν πη κανένας ότι δεν ήταν από δειλία ούτε από ολιγοπιστία που πήγαν και τον ξύπνησαν, θα έλεγα ότι αυτό ακριβώς ήταν σημείο ότι δεν είχαν τη γνώμη που έπρεπε γι’ αυτόν. Ότι μπορεί να επιτιμά αφού σηκωθή το ήξεραν. Όχι όμως ότι μπορούσε να κοιμόταν. Και γιατί ν’ απορούμε, αν τώρα, ύστερ’ από τόσα θαύματα, ήταν σε κατάσταση σχετικής ατελείας; Γι’ αυτό και πολλές φορές δέχονται τις επιτιμίσεις του, όπως εκείνο το• ακόμα και τώρα είστε ασύνετοι.
Μη θαυμάσετε λοιπόν αν ο κόσμος δεν είχε ιδέα γι’ αυτόν, αφού οι μαθητές του δεν είχαν φτάσει σε τελειότητα. Έλεγαν δηλαδή με θαυμασμό: Ποιός είναι αυτός ο άνθρωπος για να τον υπακούν κι η θάλασσα κι οι άνεμοι; Ο Χριστός δεν τους κατηγόρησε που τον έλεγαν άνθρωπο αλλά περίμενε και τους έδινε να καταλάβουν με τα θαύματα ότι η γνώμη τους ήταν πλανεμένη. Και πως τον νόμιζαν άνθρωπο; Από την όψη, τον ύπνο, τη χρήση του πλοίου. Γι’ αυτό έπεφταν σε αμηχανία και ρωτούσαν ποιός είναι τούτος; Ο ύπνος και τα φαινόμενα έδειχναν άνθρωπο, η θάλασσα όμως και η γαλήνη φανέρωναν το Θεό.
β . Κι ο Μωυσής έκανε κάποτε κάτι ανάλογο αλλά κι εδώ φαίνεται η υπεροχή του Χριστού. Και ότι ο ένας θαυματουργεί σαν δούλος, ενώ ο άλλος σαν Κύριος. Ούτε το ραβδί του άπλωσε ούτε τα χέρια του σήκωσε στον ουρανό, ούτε χρειάσθηκε προσευχή. Αλλά όπως είναι φυσικό να γίνεται σε Κύριο που προστάζει τη θεραπαινίδα και στο Δημιουργό που προστάζει το πλάσμα του, έτσι την ησύχασε και τη χαλιναγώγησε με το λόγο μόνο και την προσταγή. Κι αμέσως εκόπασε η τρικυμία και δεν απόμεινε ίχνος από την ταραχή. Αυτό φανέρωσε ο Ευαγγελιστής με τους λόγους: Κι έγινε τέλεια γαλήνη. Κι αυτό που αναφορικά με τον Πατέρα χαρακτηρίσθηκε μεγάλο, αυτός το ξαναπαρουσίασε με τα έργα του. Τι είχε λεχθή αναφορικά γι’ αυτόν; Είπε και σταμάτησε η ορμή της καταιγίδας. Έτσι κι εδώ. Είπε κι έγινε τέλεια γαλήνη. Γι’ αυτό και τον θαύμαζε υπερβολικά ο κόσμος, που δεν θα τον εθαύμαζαν αν είχε κάμει έτσι όπως εκείνος. Κι όταν απομακρύνθηκε από τη θάλασσα, ακολουθεί άλλο φοβερώτερο θαύμα. Άνθρωποι δαιμονισμένοι καθώς δραπέτες πανούργοι που είδαν τον Κύριό τους, του έλεγαν• Τι σχέση έχομε μαζί σου, Ιησού, Γιέ του Θεού; Ήρθες εδώ πριν την ώρα σου για να μας βασανίσης; Επειδή ο κόσμος τον έλεγε άνθρωπο, ήρθαν οι δαίμονες ν’ ανακηρύξουν τη θεότητά του. Κι αυτοί που την τρικυμισμένη πρώτα και τώρα ησυχασμένη θάλασσα δεν άκουγαν, άκουγαν τους δαίμονες που εκραύγαζαν αυτά, που εκείνη φώναζε με τη γαλήνη της. Κι έπειτα, για να μη νομιστή ότι είναι κολακεία που προήλθε από την εντύπωση των γεγονότων, φωνάζουν δυνατά• Ήρθες εδώ πριν της ώρας σου για να μας βασανίσης;
Γι’ αυτό λοιπόν φανερώθηκε από την αρχή η εχθρότητα, για να μη γίνη ύποπτη, η παράκλησή τους. Γιατί εδέχονταν αόρατα χτυπήματα και τους έδερνε χειρότερη από όσο τη θάλασσα τρικυμία κι ένιωθαν να τρυπιούνται και να καίγωνται και να παθαίνουν αθεράπευτα κακά από την παρουσία του μονάχα. Επειδή κανένας δεν τολμούσε να τους φέρη κοντά του, πηγαίνει σ’ αυτούς ο ίδιος ο Χριστός. Κι ο Ματθαίος γράφει ότι αυτοί είχαν πει• ήρθες εδώ πριν της ώρας σου να μας βασανίσης.
Ενώ οι άλλοι πρόσθεσαν και ότι τον παρακαλούσαν και τον εξώρκιζαν, να μη τους ρίξη στην άβυσσο. Ενόμισαν πως άνοιγε μπροστά τους η κόλαση, και φοβήθηκαν ότι από τώρα θα πέσουν στην τιμωρία. Κι αν όσοι συμφωνούν με τον Λουκά λένε πως ήταν ένας, ενώ ο Ματθαίος δύο, ούτε αυτό δε φανερώνει διαφωνία. Αν έλεγαν πως ήταν ένας μονάχος και άλλοι δεν ήσαν, τότε θα έλεγαν αντίθετα με το Ματθαίο. Αν όμως αυτός μίλησε για τον ένα και ο άλλος και τους δύο, αυτό δεν είναι δείγμα αντιθέσεως, αλλά διαφορετικής εκθέσεως μόνο. Κι εγώ νομίζω πως ο Λουκάς διάλεξε και μίλησε για τον χειρότερο απ’ αυτούς. Γι’ αυτό και περιγράφει δραματικώτερα τη συμφορά ότι π.χ. σπάζοντας τα σχοινιά και τις αλυσίδες πλανιόταν στην έρημο. Ο Μάρκος λέγει ότι ξέσχιζε το σώμα του με τις πέτρες. Οι λόγοι τους έχουν τη δύναμη να εκφράσουν την αγριότητα και την αναισχυντία του. Ήρθες εδώ πριν της ώρας σου για να μας βασανίσης, λέγει. Δεν μπορούσαν να ισχυριστούν ότι δεν είχαν αμαρτήσει. Είχαν όμως την αξίωση να μην τιμωρηθούν πρόωρα. Τους είχε πιάσει να προκαλούν τα αθεράπευτα και παράνομα εκείνα δεινά και με κάθε τρόπο να διαστρέφουν και να βασανίζουν το πλάσμα του. Από την υπερβολική αυτή κατάχρηση της δυνάμεώς τους, νόμισαν ότι αυτός δε θα περιμένη τον ωρισμένο καιρό της τιμωρίας και γι’ αυτό τον παρακαλούσαν και τον ικέτευσαν. Κι αυτοί που δεν εδέχονταν μήτε σιδερένια δεσμά, έρχονται δεμένοι. Αυτοί που τριγύριζαν στα βουνά, βγήκαν τώρα στην πεδιάδα. Αυτοί που εμπόδιζαν τους άλλους να περνούν, σταματούν όταν είδαν αυτόν που τους έφραξε το δρόμο. Και γιατί χαίρονται να ζούνε στους τάφους; Θέλουν να βάλουν στις ψυχές των πολλών ένα ολέθριο μάθημα, ότι οι ψυχές των νεκρών γίνονται δαίμονες, που να μη φτάση ούτε να το σκεφτούμε ποτέ. Και τι θα λέγατε όταν πολλοί από τους μάγους σφάζουν τα παιδιά, για να έχουν έπειτα συνεργό την ψυχή τους; Και από που γίνεται φανερό; Ότι σφάζουν παιδιά, το ισχυρίζονται πολλοί. Ότι οι ψυχές των σφαγμένων είναι μαζί τους το φωνάζουν οι δαιμονισμένοι. Εγώ είμαι του τάδε η ψυχή.
Αλλά αυτό είναι σκηνοθεσία και διαβολική απάτη. Δεν είναι βέβαια η ψυχή του νεκρού που φωνάζει αλλά ο δαίμονας που την υποδύεται, για να εξαπατήση αυτούς που ακούνε. Αν είναι δυνατό να εισχωρήση η ψυχή σε δαιμονική ύπαρξη, πολύ πιο δυνατό είναι να εισχωρήση στο δικό της σώμα. Εξ άλλου δε θα ήταν λογικό η ψυχή που αδικήθηκε να συνεργάζεται με τον αδίκητή της, κι ακόμα ο άνθρωπος να μπορή μια ασώματη δύναμη να την μεταβάλλη σε κάτι άλλο. Αν αυτό είναι αδύνατο στα σώματα, και δε θα μπορούσε κάποιος να μεταβάλη το σώμα του ανθρώπου σε σώμα όνου, πολύ περισσότερο είναι τούτο αδύνατο στην περίπτωση της αόρατης ψυχής και δεν θα είχε κανένας τη δύναμη να τη μεταβολή σε δαιμονική ύπαρξη.
γ . Ώστε αυτά τα λένε μεθυσμένες γρηούλες κι είναι φοβέρες για παιδιά. Ούτε είναι δυνατό να τριγυρίζη εδώ ψυχή που αποχωρίσθηκε από το σώμα. Οι ψυχές των δικαίων είναι στα χέρια του Θεού. Κι αν είναι των δικαίων, είναι και των παιδιών γιατί ούτε’ αυτές δεν είναι πονηρές. Αλλά και των αμαρτωλών οι ψυχές αμέσως απομακρύνονται από δω. Αυτό είναι φανερό από την παραβολή του Λαζάρου και του πλουσίου. Και δεν είναι δυνατό να πλανιέται, εδώ ψυχή που εγκαταλείπει το σώμα, και πολύ φυσικά. Όταν, βαδίζοντας στη συνηθισμένη και γνώριμη γη μας ντυμένοι με το σώμα μας, δεν ξαίρωμε ποιό δρόμο ν’ ακολουθήσωμε περπατώντας σ’ άγνωστο μέρος χωρίς οδηγό, πως η ψυχή μας χωρισμένη από το σώμα κι έξω από κάθε συνήθειά της θα ξαίρη που πρέπει να βαδίση χωρίς τον οδηγό της; Και από άλλα πολλά θα μπορούσε κανένας ν’ αντιληφθή ότι δεν είναι δυνατό να μείνη εδώ μια ψυχή που βγήκε από το σώμα. Κι ο Στέφανος λέγει• Δέξου το πνεύμα μου. Και ο Παύλος• Ο θάνατος και η ζωή κοντά στο Χριστό είναι πολύ πιο καλύτερο. Και για τον πατριάρχη η Γραφή λέγει• Και πήγε κοντά στους πατέρες του αφού πέρασε καλά γηρατειά. Ότι ούτε των αμαρτωλών οι ψυχές δεν μπορούν να μείνουν εδώ, ακούστε τον πλούσιο πόσο πολύ παρακαλεί γι’ αυτό και δεν το επιτυγχάνει• αν ήταν δυνατό, θάρχονταν ο ίδιος και θα μας πληροφορούσε για όσα γίνονται εκεί. Είναι απ’ αυτά φανερό ότι μετά την αποδημία τους, από δω, οδηγούνται κάπου οι ψυχές απ’ όπου δεν έχουν πια την άδεια να ξαναγυρίσουν αλλά περιμένουν τη φοβερή εκείνη ημέρα.
Κι αν κανένας ρωτήση: Για ποιό λόγο έκανε ο Χριστός ο,τι του ζήτησαν οι δαίμονες, δίνοντάς τους την άδεια να πάνε στην αγέλη των χοίρων; Θα λέγαμε ότι δεν το έκαμε υπακούοντας σ’ αυτούς αλλά επειδή έτσι πέτυχε πολλά• ένα πού δίδαξε αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους πονηρούς τυράννους τους το μέγεθος της βλάβης που τους είχαν κάμει. Δεύτερο, να μάθουν όλοι ότι ούτε στους χοίρους δε φτάνει η τόλμη τους, αν δεν επιτρέψη αυτός. Τρίτο ότι θα έκανε σ’ αυτούς, πολύ χειρότερα από ο,τι στους χοίρους, αν μέσα στη συμφορά τους δεν τους αφιέρωνε πολλή φροντίδα ο Θεός. Ότι μας μισούν περισσότερο από τα άλογα ζώα είναι νομίζω φανερό στον καθένα. Ώστε αυτοί που δεν λυπούνται τους χοίρους αλλά σε μια στιγμή τους έρριξαν στο γκρεμό πολύ περισσότερο θα το έκαναν στους ανθρώπους, που θα είχαν στην κατοχή τους, πηγαίνοντας και φέρνοντάς τους στις ερημιές, αν μέσα σ’ αυτή την τυραννική καταπίεση δεν υπήρχε πολλή φροντίδα από μέρους του Θεού, που χαλιναγωγούσε και σταματούσε τον παραπέρα δρόμο τους. Απ’ αυτά φαίνεται πως δεν υπάρχει κανένας που μην απολαμβάνει τη φροντίδα του Θεού.
Αν τώρα δεν την απολαμβάνουν όλοι ίδια και κατά ένα τρόπο, είναι και τούτο σπουδαίο είδος φροντίδας. Γιατί ανάλογα με το ωφέλιμο στον καθένα παρουσιάζει και το είδος της φροντίδας. Εκτός από όσα είπα μαθαίνομε και κάτι άλλο απ’ αυτό, ότι δεν φροντίζει κοινά μόνο για όλους, αλλά και για καθένα χωριστά. Αυτό το εφανέρωσε μιλώντας και στους μαθητάς του• Εσάς έχουν μετρηθή κι οι τρίχες της κεφαλής σας. Μα κι από τους δαιμονισμένους τούτους μπορεί κανένας να το καταλάβη καθαρά. Από πολύ θα είχαν πνιγή αν δεν απολάμβαναν άφθονη τη φροντίδα του ουρανού. Γι’ αυτό λοιπόν επέτρεψε να μπουν την αγέλη των χοίρων για να μάθουν ακόμα και όσοι κατοικούσαν στα μέρη εκείνα την δύναμή του. Όπου ήταν μεγάλη η φήμη του, δεν παρουσιαζόταν πολύ. Όπου όμως κανένας δεν τον γνώριζε αλλά είχαν άγνοια γι’ αυτόν εκεί δημιουργούσε την λάμψη των θαυμάτων του, ώστε να τους κάνει να γνωρίσουν την θεότητά του. Ότι είχαν άγνοια μερικοί από τους κατοίκους της πόλεως αυτής φαίνεται από το τέλος. Ενώ έπρεπε να προσκυνήσουν και να θαυμάσουν τη δύναμη του, αυτοί ήθελαν να τον απομακρύνουν και τον παρακαλούσαν να φύγη από την περιοχή τους. Αλλά για ποιό λόγο σκότωσαν οι δαίμονες τους χοίρους; Παντού προσπαθούν να ρίχνουν τους ανθρώπους στη λύπη και παντού χαίρονται με την καταστροφή. Αυτό έκαμε, ο διάβολος και στον Ιώβ. Και βέβαια εκεί ο Θεός έδωσε την άδεια, χωρίς βέβαια να υπακούη στο διάβολο, αλλά θέλοντας να δείξη το δούλο του πιο λαμπρό και ν’ αφαιρέση κάθε πρόφαση γι’ αναισχυντία από το δαίμονα και στρέφοντας κατά της κεφαλής του όσα έκανε εναντίον του δικαίου. Γιατί και τώρα το αντίθετο, από ο,τι ήθελαν αυτοί έγινε. Γιατί και η δύναμη του Χριστού ανακηρυσσόταν κατά τρόπο λαμπρό και παρουσιαζόταν πιο καθαρά η κακία των δαιμόνων, απ’ την οποία ελευθέρωσε αυτούς που είχαν στην κατοχή τους κι ακόμα ότι μήτε τους χοίρους δεν μπορούσαν ν’ αγγίζουν αν δεν επέτρεπε ο Θεός των όλων.
δ . Αν τα εξετάση τώρα κανένας αυτά και μεταφορικά, καμμιά δυσκολία. Τα περιστατικά είναι αυτά. Πρέπει να γνωρίζωμε καλά, ότι οι άνθρωποι που παρομοιάζονται με τους χοίρους επηρεάζονται εύκολα από τις προσπάθειες των δαιμόνων. Κι επειδή είναι άνθρωποι αυτοί που παθαίνουν αυτά μπορούν να νικήσουν πολλές φορές• αν όμως καταντήσουν ολότελα σε κατάσταση χοίρων δε δαιμονίζονται μόνο αλλά και κατακρημνίζονται. Για να μη νομίση όμως κανένας ότι αυτά είναι σκηνοθεσία αλλά να πιστέψη καθαρά ότι βγήκαν οι δαίμονες, γίνεται κι αλλοιώς αυτό φανερό από το θάνατο των χοίρων. Πρόσεξε τώρα κοντά στη δύναμη και τη πραότητά του. Όταν, ύστερ’ από τόσες ευεργεσίες που είδαν απ’ αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, ήθελαν να τον διώξουν, δεν αντιστάθηκε αλλά έφυγε, κι εγκατέλειψε αυτούς που παρουσίασαν τον εαυτό τους ανάξιο για τη διδασκαλία του, δίνοντάς τους δασκάλους αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους δαίμονες καθώς και τους χοιροβοσκούς, ώστε απ’ αυτούς να μάθουν όλα όσα είχαν γίνει. Αυτός έφυγε κι άφησε ζωηρό στις ψυχές τους το φόβο. Τη φήμη του θαύματος τη σκορπούσε παντού το μέγεθος της ζημίας και τους έκανε μεγάλη εντύπωση. Από πολλούς ακούονταν φωνές που επιβεβαίωναν το παράξενο θαύμα, κι από τους θεραπευμένους κι από τους χοίρους που καταποντίστηκαν κι από τους κυρίους των χοίρων κι από τους χοιροβοσκούς. Αυτά και τώρα μπορεί να τα δη κανένας. Βλέπομε πολλούς δαιμονισμένους στα μνήματα, που τίποτα δεν μπορεί να τους κρατήση μέσα στην τρέλλα τους, ούτε το σίδερο ούτε οι αλυσίδες ούτε πολλοί άνθρωποι μαζί ούτε σύσταη ούτε συβουλή ούτε απειλή ούτε τίποτ’ από τα παρόμοια. Γιατί όταν κάποιος είναι ακόλαστος κι επιθυμεί σφοδρά όλα τα σώματα, σε τίποτα δεν διαφέρει από δαιμονισμένο.
Αλλά γυμνός σαν κι αυτόν γυρίζει, ντυμένος βέβαια με ρούχα αλλά του λείπει το αληθινό ντύσιμο και είναι γυμνός από δόξα που του ταιριάζει. Δεν καταξεσκίζεται με πέτρες αλλά με αμαρτήματα χειρότερα από πολλές πέτρες. Ποιός θα μπορέση να τον δέση; Ποιός θα τον εμποδίση ν’ ασχημονή και να δαιμονίζεται και ποτέ να μην έρχεται στον εαυτό του αλλά να βρίσκεται πάντα στα μνήματα. Μνήματα είναι τα καταγώγια των πορνών, γεμάτα από δυσωδία και σαπίλα. Τέτοιος δεν είναι κι ο φιλάργυρος; Ποιός θα μπορέση να τον δέση ποτέ; Κάθε μέρα αντιμετωπίζει το φόβο και την απειλή, ακούει συστάσεις κι απειλές. Όλ’ αυτά τα δεσμά τα σπάζει. Κι αν πάη κανένας να τον απαλλάξη απ’ αυτά, τον εξορκίζει ώστε να μην απαλλαγή• θεωρεί μεγάλο βάσανο να μη βρίσκεται μέσα στο βάσανο. Απ’ αυτό τι πιο άθλιο μπορεί να γίνη; Εκείνος ο δαίμονας, μόλο που περιφρόνησε τους ανθρώπους υποχώρησε στη προσταγή του Χριστού και γρήγορα ξετινάχτηκε από το σώμα. Αυτός δεν υποχωρεί στις προσταγές. Καθημερινά τον ακούει να του λέη• Δεν μπορείτε να υπηρετήτε το Θεό μαζί και το μαμωνά και να απειλή με τη γέενα και φοβερά βασανιστήρια. Κι όμως δεν υπακούει. Όχι πως είναι δυνατώτερος από το Χριστό αλλά επειδή ο Χριστός δε μας δίνει φρόνημα, αν δε θέλωμε. Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί είναι σαν να ζουν στην έρημο, κι ας μένουν στο κέντρο της πόλης. Γιατί ποιός άνθρωπος με μυαλό θα προτιμούσε τη συντροφιά τους; Εγώ τουλάχιστο θα εδεχόμουν περισσότερο να μείνω με μύριους δαιμονισμένους παρά με ένα που έχει αυτήν την ασθένεια. Και ότι δεν κάνω λάθος στην προτίμησή του, φαίνεται απ’ ό,τι αυτοί κι εκείνοι παθαίνουν. Αυτοί θεωρούν εχθρό τους εκείνον που δεν τους έχει πειράξει και θέλουν ακόμα και δούλο να τον κάνουν ενώ είναι ελεύθερος και μύρια κακά του προξενούν• οι δαιμονισμένοι όμως τίποτα τέτοιο δεν κάνουν αλλά η αρρώστεια τους στρέφεται εναντίον τους. Και οι πρώτοι καταστρέφουν πολλά σπίτια και κάνουν να βλασφημήται το όνομα του Θεού και είναι της πόλης και του κόσμου όλου καταστροφή. Αυτοί που τους ενοχλούν οι δαίμονες είναι περισσότερο άξιοι να τους συμπαθής και να τους κλαις. Κι αυτοί δεν αισθάνονται τι κάνουν. Οι άλλοι όμως, αν και λογικό, τρεκλίζουν μεθυσμένοι στα κέντρα της πόλης, καινούργιας μανίας μανιακοί. Γιατί όλοι οι δαιμονισμένοι κάνουν σαν αυτό, που ετόλμησε ο Ιούδας, την εσχάτη παρανομία φανερώνοντας; Κι όλοι εκείνοι ζηλεύουν, σαν άγρια θηρία που ξέφυγαν από τα κλουβιά τους αναστατώνουν τις πόλεις και κανείς δεν μπορεί να τους πιάση. Κι αυτοί είναι με δεσμά ολόγυρα, όπως ο φόβος των δικαστών, η απειλή των νόμων, η κατηγορία των πολλών, κι άλλα περισσότερα. Όμως κι αυτά τα καταπατούν και τα κάνουν όλα άνω κάτω. Κι αν κάποιος αφαιρούσε όλα αυτά τα δεσμά, θα καταλάβαινε ότι ο δαίμονας που τους βασανίζει είναι πολύ πιο άγριος και μανιασμένος από αυτόν που βγήκε τώρα.
ε . Επειδή όμως αυτό δεν είναι δυνατό, ας το φανταστούμε κι ας αφαιρέσωμε όλες του τις αλυσίδες και τότε θα δούμε ξεκάθαρα την ολοφάνερη μανία του. Αλλά μη φοβηθήτε το θηρίο, όταν το ξεσκεπάσωμε. Η πράξη εκτυλίσσεται στη φαντασία, όχι στην πραγματικότητα. Ας φανταστούμε έναν άνθρωπο που βγάζει φωτιές από τα μάτια του, και απ’ τους ώμους του που έχουν φυτρώσει αντί για χέρια κεφάλια φιδιών. Ας φανταστούμε ότι στο στόμα του έχει μπηγμένα μυτερά ξίφη αντί για δόντια και στη θέση της γλώσσας πηγή που αναβλύζει δηλητήριο φαρμακερό. Η κοιλιά του πως είναι καμίνι που περισσότερο από κάθε άλλο κατατρώγει ό,τι πέφτει σ’ αυτή. Τα πόδια του είναι και πιο ορμητικά από τις γλώσσες της φωτιάς. Το πρόσωπο είναι συνδυασμός σκύλου και λύκου. Δεν έχει μιλιά ανθρώπινη αλλά ένα ήχο υπόκωφο και δυσάρεστο και φοβερό. Κι ακόμα ότι κι από τα χέρια του βγαίνει φωτιά. Σας φαίνονται φοβερά όσα σας είπα, ωστόσο δε σχηματίσαμε ακόμα την αντάξια εικόνα του. Πρέπει να προσθέσωμε κι άλλα. Όσους συναντά να τους σφάζη και να τους κατατρώγη και να ξεσχίζη τις σάρκες του. Κι όμως ο φιλάργυρος είναι πολύ χειρότερος από αυτόν. Ορμά πάνω σ’ όλους σαν Άδης, τους καταπίνει όλους, κοινός εχθρός του ανθρωπίνου γένους που το πολιορκεί. Δε θέλει να υπάρχη άνθρωπος, για να είναι όλα δικά του. Και δε σταματάει εδώ. Όταν τους αφανίση όλους κατά την επιθυμία του, επιθυμεί να καταστρέψη και τη φύση της γης και να τη δη να γίνη όλη χρυσάφι. Κι όχι μονάχα τη γη αλλά και τα βουνά και τις κοιλάδες και τις πηγές κι όλα γενικά που βλέπομε. Και για να καταλάβετε ότι ακόμα δεν παραστήσαμε την μανία του, ας μη βρεθή αυτός που θα τον εγκαλέση και θα τόν απειλήση αλλά υποθέστε ότι διώξαμε το φόβο των νόμων, θα τον δούνε τότε ν’ αρπάζη ξίφος κι όλους να τους σκοτώνει και να μη λυπάτε κανένα, ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε αδελφό, ούτε τον ίδιο τον πατέρα του. Αλλά μάλλον εδώ δεν χρειάζεται η δική μας φαντασία. Ας ρωτήσωμε τον ίδιο μήπως πλάθει αδιάκοπα μέσα του τέτοιες εικόνες και μήπως τους σκοτώνει όλους με τη φαντασία του και φίλους και συγγενείς και γονείς. Ούτε και ερώτηση δε χρειάζεται. Γιατί όλοι γνωρίζουν ότι όσοι κατέχονται απ’ αυτό το πάθος βαριούνται και του πατέρα τα γηρατειά κι εκείνο που όλοι αρέσουν κι αγαπούν, να έχουν παιδιά, τους φαίνεται πως είναι δύσκολο κι ενοχλητικό. Πολλοί λοιπόν επέτυχαν την ατεκνία, και προκάλεσαν αναπηρία στη φύση• δε σκότωσαν τα παιδιά τους αλλά δεν άφησαν μήτε να γεννηθούν. Μη θαυμάσητε λοιπόν αν τέτοια εικόνα κάναμε του φιλάργυρου (είναι χειρότερος ακόμα) αλλά ας εξετάσωμε πως να τον απαλλάξωμε από το δαίμονα. Θα τον απαλάξωμε αν μάθη καθαρά ότι η φιλαργυρία είναι αντίθετη ακριβώς στη απόκτηση των χρημάτων. Γιατί όποιοι θέλουν να έχουν κέρδος στα λίγα, παθαίνουν μεγάλες ζημιές. Αυτό έχει γίνει και παροιμία. Πολλοί θέλοντας πολλές φορές να δανείσουν με μεγάλους τόκους δεν εξετάζουν καλά επειδή περιμένουν το κέρδος και χάνουν μαζί με τον τόκο και το κεφάλαιό τους.
Άλλοι που βρέθηκαν σε κινδύνους, δε θέλησαν να θυσιάσουν λίγα κι έτσι έχασαν και τη ζωή τους μαζί με την περιουσία. Άλλοι που είχαν την ευκαιρία ν’ αποκτήσουν αξιώματα προσοδοφόρα, η κάτι παρόμοιο, έχασαν το παν επειδή λογάριασαν και το παραμικρό, δεν ξέρουν να σπέρνουν αλλά έχουν μελετήσει τρόπους να θερίζουν γι’ αυτό χάνουν αδιάκοπα τη σοδειά. Κανείς δεν μπορεί να θερίζη πάντα, ούτε και να κερδίζη. Αφού δε θέλουν να ξοδεύουν, δεν ξέρουν μήτε να κερδίζουν.
Το ίδιο παθαίνουν και στο γάμο τους• η ξεγελιούνται και παίρνουν κάποια φτωχή αντί πλούσια η κι αν πάρουν κάποια πλούσια γεμάτη από ελαττώματα, παθαίνουν περισσότερη ζημιά. Γιατί τον πλούτο δεν το κάνει η περιουσία αλλά η αρετή. Τι ωφελεί ο πλούτος, όταν η γυναίκα είναι πολυέξοδη η άσωτη κι όλα τα παρασύρει ορμητικώτερα απ’ ο,τι ο άνεμος. Κι αν ρέπη στην ασέλγεια και φέρνει κοντά της γραμμή τους εραστές; Κι αν είναι μέθυσονς δεν θα καταντήση τον άνδρα της φτωχότερο από όλους; Δεν κάνουν μόνο γάμο αλλά και αγορά αβέβαιη, γιατί η πολλή επιθυμία, τους κάνει να ενδιαφέρονται όχι για τους καλύτερους δούλους αλλά για τους πιο φτηνούς. Τους λόγους για τη γέενα και τη βασιλεία δεν μπορείτε ακομα να τους ακούτε. Γι’ αυτό λοιπόν αναλογισθήτε όλα αυτά, και αφού σκεφθήτε τις ζημίες που σας έτυχαν εξ αιτίας της φιλοχρηματίας σας και στους δανεισμούς και στις αγορές και στους γάμους και στις αρχηγίες και σ’ όλα τα άλλα αποφύγετε το πάθος των χρημάτων. Έτσι θα μπορέσετε και στη ζωή αυτή με ασφάλεια να ζήσετε και αφού προκόψετε λίγο ν’ ακούσετε και τους λόγους για πνευματική ζωή και να ατενίσετε και να δήτε τον ίδιο ήλιο της δικαιοσύνης και να επιτύχετε τα αγαθά που έχει υποσχεθή. Και μακάρι να τα επιτύχωμε όλα με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ’ αυτόν η δόξα και η δύναμη στους αιώνες. Αμήν.

Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών Διονυσίου
Πατερικόν Κυριακοδρόμιον
Τόμος Δεύτερος
Αθήναι 1969
σελ.165-177

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Κηρύγματα: 05 Ιουλίου 2017

Παράβαλε και:
Κυριακή Ε Ματθαίου: Η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., Βασιλείου Επισκ. Σελευκείας, λόγος εις τον δαιμονιζόμενον των Γεργεσηνών.
Κυριακή Ε. επιστολών: Η Αποστολική Περικοπή της Θ. Λ., το πινέλο, λόγος του αειμήστου επισκ. Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου.
Γεργεσινών συνέχεια (κείμενο και αρχείο ήχου, mp3).
Κυριακή Ε Ματθαίου: «Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός» – Μητροπ. Κυθήρων Σεραφείμ.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.