19 Φεβρουαρίου, μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Φιλοθέης της Αθηναίας: Υμνολογική Εκλογή, ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ – Η Πολιούχος των Aθηνών Αγία Φιλοθέη.

ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ – Η Πολιούχος των Aθηνών Αγία Φιλοθέη

Η αγία Φιλοθέη γεννήθηκε στην Aθήνα από γονιούς άρχοντες, μοναχοπαίδι του Αγγέλου Μπενιζέλου και της Συρίγας. Φιλοθέη ονομάσθηκε όταν έγινε καλογρηά, αλλά το πρώτο όνομά της ήταν Πεβούλα. Η μητέρα της ήτανε στείρα και παρακαλούσε το Θεό να της δώσει τέκνο, και μια νύχτα είδε πως βγήκε από το εικόνισμα της Παναγίας ένα φως δυνατό και πως μπήκε στην κοιλιά της. Κι’ αληθινά, το φως εκείνο ήτανε η αγιασμένη ψυχή της κόρης που γέννησε σ’ εννιά μήνες. Από μικρή φανέρωνε με τα φερσίματα και με τα αισθήματά της, ποια θα γινότανε υστερώτερα, στολισμένη με κάθε λογής αρετή. Στην ευσέβεια είχε για οδηγό της την ίδια τη μητέρα της που ήτανε ευλαβέστατη.

Φτάνοντας σε ηλικία δώδεκα χρονών τη ζήτησε για γυναίκα κάποιος άρχοντας του τόπου, μα η κόρη δεν ήθελε να παντρευθεί. Αλλά επειδή οι γονιοί της την παρακαλούσανε, η τρυφερή ψυχή της δεν βάσταξε να τους λυπήσει και να τους παρακούσει, και στο τέλος παραδέχθηκε να πανδρευθεί με εκείνον τον πλούσιο άνθρωπο, που ήτανε όμως πολύ φτωχός στην ψυχή, διεστραμμένος και κακός. Τρία χρόνια έζησε μαζί του η Πεβούλα, κάνοντας υπομονή στα απότομα φερσίματά του, ώς που ο άνδρας της πέθανε κι’ απόμεινε χήρα. Οι γονιοί της θελήσανε να την ξαναπανδρέψουνε, μα αυτή τους είπε καθαρά πως έταξε να γίνει καλόγρηα.

Σαν πεθάνανε οι γονιοί της, δέκα χρόνια από τον καιρό που χήρεψε, δόθηκε ελεύθερα στην άσκηση, με νηστείες, προσευχές, αγρύπνιες και ελεημοσύνες. Κατήχησε τις υπηρέτριές της και τις έκανε δοχεία του Πνεύματος. Κατά θέλημα του αγίου Ανδρέα που είδε στον ύπνο της, έχτισε ένα μοναστήρι με εκκλησία στόνομά του. Είναι η εκκλησιά που σώζεται ακόμα πλάγι στο μέγαρο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, στην οδό Αγίας Φιλοθέης. Αφού τελείωσε το μοναστήρι, η Πεβούλα χειροθετήθηκε μοναχή με τόνομα Φιλοθέη. Οι πρώτες αδελφές που ζήσανε μαζί της ήτανε οι δουλεύτρες που είχε στο πατρικό σπίτι της. Με τον καιρό έδραμαν πλήθος άλλες παρθένες, κι’ από αρχοντικές οικογένειες και ντυθήκανε το μοναχικό σχήμα. Ζήσανε αγωνιζόμενες τον καλόν αγώνα με υποταγή στην άξια ηγουμένισσα που τις διοικούσε στον πνευματικό δρόμο, σαν κάποια αγία Συγκλητική.

Τα αγιασμένα λόγια της έμπαιναν στην καρδιά τους σαν δροσιά, και άνθιζαν μέσα τους τα εύοσμα άνθη των αρετών. Και τα έργα της βεβαιώνανε τα λόγια της κατά τα λόγια του Χριστού που λέγει: «Ος δ’ αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε΄, 19). Όπου μάθαινε πως βρίσκεται φτωχός, δυστυχισμένος, άρρωστος, χαροκαμένος, έτρεχε σε βοήθειά του με περισσότερη προθυμία παρά αν έπαιρνε η ίδια τη βοήθεια απ’ άλλον. Έχτισε νοσοκομεία και γηροκομεία κοντά στο μοναστήρι της. Η αγία Φιλοθέη δεν φρόντιζε μοναχά για τη γιατρειά τους και για τη σωματική τροφή τους, αλλά και για την πνευματική.

Με τον καιρό, πληθύνανε τόσο πολύ οι αδελφές που μπήκανε στο μοναστήρι της, που δυστυχούσανε από κάθε πράγμα επειδή δεν μπορούσε η ηγουμένη να απαντήσει τα μεγάλα έξοδα, κ’ οι καλογρηές γογγύζανε. Μα η αγία τις καταπράυνε με λόγια υπομονετικά, κι’ ο Θεός έστελνε τη βοήθειά του πότε μ’ έναν τρόπο και πότε με άλλον, ώς που περνούσε η στενοχώρια.

Εξόν από τα ντόπια κορίτσια που συμμάζευε στο μοναστήρι της, έδινε προστασία και σε ξένες γυναίκες που ερχόντανε στην Aθήνα από διάφορα μέρη σκλαβωμένες από τους Tούρκους. Με τι κινδύνους και με τι βάσανα τις προστάτευε, δεν είναι μπορετό να γράψουμε καταλεπτώς, σε τούτο το σύντομο σημείωμα. Τέσσερες απ’ αυτές τις σκλάβες είχανε ακουστά την αγία Φιλοθέη, κι’ επειδή τις βασανίζανε οι αφεντάδες τους να αρνηθούν την πίστη τους, φύγανε κρυφά και καταφύγανε στο μοναστήρι. Η αγία τις πήρε μέσα και τις στερέωσε στην πίστη τους, και περίμενε εύκαιρη περίσταση για να μπορέσει να τις στείλει στον τόπο τους. Μα οι Tούρκοι, που είχανε τις σκλάβες, μάθανε πως τις είχε περιμαζέψει η Φιλοθέη, και μπήκανε σαν θηρία στο κελλί της που κειτότανε άρρωστη. Την τραβήξανε και την πήγανε στον πασά. Kαι κείνος πρόσταξε να τη ρίξουνε στη φυλακή. Η αγία δεν φοβήθηκε, αλλά ετοιμάσθηκε να χύσει το αίμα της για την πίστη του Χριστού. Την άλλη μέρα μαζευθήκανε πολλοί Tούρκοι και φωνάζανε, να σκοτώσουνε την αγία. Κι’ ο πασάς πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή και να την παρουσιάσουνε μπροστά του, και της είπε να διαλέξει ανάμεσα στα δύο, η ν’ αρνηθεί την πίστη της η να κοπεί το κεφάλι της. Μα η αγία απάντησε με αφοβία πως είναι έτοιμη να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Ο πασάς θάβγαζε την απόφαση να κόψουνε το κεφάλι της, αλλά προφθάσανε κάποιοι επίσημοι χριστιανοί, και με τα παρακάλια τους αλλάξανε τη γνώμη του πασά” πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή.

Γυρίζοντας στο μοναστήρι της η οσία, δεν έπαψε να πορεύεται όπως και πριν στο δρόμο του Χριστού. Κ’ επειδή πληθαίνανε ολοένα οι μαθήτριές της, έχτισε κι’ άλλο μοναστήρι στην τοποθεσία Πατήσια, κι’ αυτό στόνομα του αγίου Aνδρέα. Αλλά έχτισε μετόχια και στη Tζια και στην Αίγινα, κι’ εκεί έστελνε τις αδελφές που έπρεπε να μακρύνουνε από την Aθήνα για κάποια αιτία.

Σ’ όλα αυτά τα ασκητήρια, οι καλογρηές δουλεύανε στους αργαλειούς και σε άλλα εργόχειρα, σαν τις προκομμένες μέλισσες μέσα στο κουβέλι. Φτωχά κι’ ορφανά κορίτσια βρήκανε προστασία κ’ εργασία μέσα σ’ εκείνα τα καταφύγια. Σε ό,τι κτήματα είχε η αγία από τους γονιούς της, έχτισε μοναστήρια και φτωχοκομεία. Κ’ είχε πολλή περιουσία. Ένας προπάππος της είχε πάρει τη δεχατέρα του αφέντη της Aθήνας, και πήρε προίκα όλη την Κηβισιά και τον Αχλαδόκαμπο που είναι πριν από το Χαλιάντρι». Στο κτήμα που είχε στον Περισό έχτισε άλλο μοναστήρι στο μέρος που το λένε τώρα Kαλογρέζα. Όλη η φτωχολογιά την είχε σαν πονετικιά μάνα. Με κάθε τρόπο πάσχιζε να ανακουφίσει τους δυστυχισμένους, τους τάιζε, τους άνοιγε πηγάδια για νάχουνε νερό, τους γιάτρευε, τους έβρισκε δουλειά. Ο κόσμος την έλεγε «κυρά δασκάλα».

Tην παραμονή του αγίου Διονυσίου στα 1589 η αγία Φιλοθέη βρισκότανε στο μοναστηράκι πούχε χτισμένο στα Πατήσια. Το βράδυ συναχθήκανε οι αδελφές για να κάνουνε αγρυπνία. Κάποιοι Αγαρηνοί, που την εχθρευόντανε από καιρό, πηδήσανε από τη μάντρα και πιάνοντας την αγία αρχίσανε να τη χτυπάνε ώς που την αφήσανε μισοπεθαμένη. Την άλλη μέρα τη σηκώσανε οι αδελφές και την πήγανε στο μετόχι πούχε στον Περισό. Σαν συνέφερε λίγο, έπιασε την προσευχή, ευχαριστώντας το Θεό γιατί αξιώθηκε να πληρωθεί με κακία για τα καλά που έκανε στους ανθρώπους, και να μοιάσει σ’ αυτό με τον Χριστό, κατά τα λόγια του αποστόλου Πέτρου που λέγει: «καθό κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε» (Α΄ Πέτρ. δ΄, 13). Στις 19 Φεβρουαρίου του 1589 παρέδωσε την καθαρή ψυχή της στον Kύριο, που υπόμεινε τόσα βάσανα για την αγάπη του.

Το άγιο σκήνωμά της θάφτηκε στο μοναστηράκι της Καλογρέζας, κι’ από κει έγινε η ανακομιδή των λειψάνων στην εκκλησιά του αγίου Aνδρέα, που βρίσκεται στη σημερινή Aρχιεπισκοπή. Μετά πολλά χρόνια, επειδή αυτή η εκκλησιά κόντευε να γκρεμνισθεί, το πήγανε στον άγιο Eλευθέριο, κι’ από κει στη σημερινή μητρόπολη, μέσα στ’ άγιο βήμα. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια:

«Φιλοθέης υπό σήμα τόδ’ αγνής κεύθει σώμα,
ψυχήν δ’ εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων».

Η Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Οικουμενικού Πατριάρχου Ματθαίου Β΄ (1595-1600). Νεόφυτος ο μητροπολίτης Aθηνών, αφού εξήτασε και ερεύνησε τα κατά τον βίον και το μαρτύριον της οσίας, σύνταξε αναφορά στο Πατριαρχείο μαζί με τους επισκόπους Kορίνθου και Θηβών και με τους προκρίτους της Aθήνας, για να τάξει την οσία Φιλοθέη στους χορούς των αγίων. Σ’ αυτό το συνοδικό έγγραφο είναι γραμμένα και τούτα: «Επειδή εδηλώθη ασφαλώς ότι το θειότατον σώμα της οσιωτάτης Φιλοθέης ευωδίας πεπληρωμένον εστί και μύρον διηνεκώς εκχείται, αλλά και τοις προσιούσι τε ασθενέσι τε και θεραπείας δεομένοις την ίασιν δίδωσι… τούτου χάριν έδοξε ημίν τε και πάση τη ιερά Συνόδω των καθευρεθέντων ενταύθα αρχιερέων, συγγραφήναι και ταύτην εν τω χορώ των οσίων και αγίων γυναικών, ώστε κατ’ έτος τιμάσθαι και πανηγυρίζεσθαι».

Αυτός είναι με ολιγολογία ο βίος της Aθηναίας αγίας Φιλοθέης, που είναι ένα από τα μυρίπνοα άνθη του γένους μας στον τυραννισμένον καιρό της σκλαβιάς. Δεν στάθηκε αυστηρή μονάχα στο να κάνει τις εντολές του Χριστού, μα αγωνίσθηκε και πνευματικά για να στερεωθεί η αγιασμένη παράδοση της Oρθοδοξίας, σαν κάστρο που θα αποσκέπαζε τον Eλληνισμό από τον πνευματικό εκφυλισμό και την αποβαρβάρωση. Όλα τα θυσίασε, πλούτη, ανάπαυση, ζωή, για την πίστη των πατέρων της. «Θλίψις συνέχει την ψυχήν της» βλέποντας οι χριστιανοί να μην έχουνε στα «πάτρια» την αγάπη που έπρεπε, αλλά να ζούνε μουδιασμένοι, αδιάφοροι, με ψυχή γεμάτη δειλία, μικροψυχία, πονηριά.

Την Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος Ιέραξ λεγόμενος. Aνάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και τούτο: «Δαυίδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Αβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Ιώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν…».

Την εκκλησία του αγίου Aνδρέα που βρισκότανε στο σημερινό δρόμο της Aγίας Φιλοθέης την εγκρέμνισε ο μητροπολίτης Aθηνών Γερμανός Kαλλιγάς, παρ’ ότι είχε μεγάλο σέβας στην αγία, επειδή ήτανε ραγισμένοι οι τοίχοι, κ’ έχτισε στα ίδια θεμέλια το παρεκκλήσι που υπάρχει τώρα, ενώ μπορούσε να στερεώσει την παλιά εκκλησία που είχε ωραίες τοιχογραφίες. Εκείνον τον καιρό (ο Γερμανός στάθηκε μητροπολίτης από τα 1889 έως τα 1896) δεν γνωρίζανε οι άνθρωποι την αξία της βυζαντινής τέχνης. Η καινούρια εκκλησιά που χτίσθηκε είναι ψυχρή, κακότεχνη, γυμνή. Όποιος μπαίνει μέσα, δεν αισθάνεται κατάνυξη. Αλλ’ η εκκλησιά του μετοχιού που είχε χτίσει η οσία στα Πατήσια, γκρεμνίσθηκε και κείνη από την πολυκαιρία, και γιατί δεν μπορούσανε οι χριστιανοί να την περιποιηθούνε από το φόβο των Tούρκων πριν να σηκωθεί η Eπανάσταση του 1821. Ως προ ολίγα χρόνια κειτόντανε οι κολόνες μέσα στα αγριάγκαθα, στεκότανε όρθια μοναχά η χυβάδα (κόγχη) του ιερού κ’ η πόρτα με το δυτικό τοίχο. Kάποιοι ευλαβείς χριστιανοί την αναστηλώσανε με την οδηγία του κ. Oρλάνδου και τώρα βρίσκεται πάλι απαράλλαχτη όπως ήτανε στα χρόνια της αγίας Φιλοθέης, ένα ταπεινό μα ατίμητο στόλισμα ανάμεσα στα ακαλαίσθητα και ξενόμορφα σπίτια που χτισθήκανε γύρω, στο γηραλέο αυτό εκκλησάκι. Ο Θεός με αξίωσε και το στόλισα με αγιογραφίες, όπως ήτανε ο πόθος μου. Ανάμεσα σε άλλα ζωγράφισα και το μοναστήρι, όπως ήτανε τότε, με την ηγουμένη αγία Φιλοθέη και τις αδελφές που πηγαίνουνε στην εκκλησία.

Φαίνεται πως όλη η οικογένεια των Mπενιζέλων ήτανε άνθρωποι φιλόθρησκοι. Στο νάρθηκα της Καισαριανής, είναι γραμμένη από το ζωγράφο που τον αγιογράφησε τούτη η επιγραφή:
«Ιστόρηται ο πρόναος ούτος ήτοι νάρθηξ δια δαπάνης των προσδραμόντων τη μονή φόβω λοιμού τη κραταιά χειρί της πανυμνήτου Tριάδος και σκέπη της μακαρίας Παρθένου, οίτινες εισίν ο ευγενής και λογιώτατος Μπενιζέλος υιός Ιωάννου, άμα ταις ευγενέσιν αδελφαίς και τη τεκούση και τη λοιπή αυτού συνοδεία. Επί ηγουμένου Ιεροθέου του σοφωτάτου ιερομονάχου. Δια χειρός δε Ιωάννου Υπάτου του εκ Πελοποννήσου. Έτει αχπβ΄ (1682) μηνί Αυγούστω κ΄ (20)».

Ένας Mπενιζέλος, ο Νικόλας, γίνηκε κι’ αγιογράφος, μαθητής του Γεωργίου Μάρκου του Αργείου που ζωγράφισε πολλές εκκλησιές στα μέρη της Aττικής, από τα 1727 ως τα 1740 απάνω-κάτω. Στην παλιά εκκλησιά της Παναγίας στο Kορωπί είναι γραμμένο: «Ιστορήθη δε κατά το αψλβ΄ (1732) δια χειρός Γεωργίου Μάρκου και του μαθητού αυτού Νικολάου Μπενιζέλου». Mαζί με το μάστορά του δούλεψε ο Mπενιζέλος και στο τελευταίο έργο του, την αγιογράφηση της Mονής της Φανερωμένης στη Σαλαμίνα, όπως φανερώνει η επιγραφή που σώζεται και που λέγει: «ΑΨΛE (1635). Ιστορήθη ο θείος και πάνσεπτος Nαός ούτος της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, Θεού και Σωτήρος ημών δια συνδρομής κόπου τε και δαπάνης… Iστορήθη δε δια χειρός Γεωργίου Mάρκου εκ πόλεως Άργους και του μαθητού αυτού Νικολάου Μπενιζέλου, Γεωργάκης και Αντώνιος».

ΠΗΓΗ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ – Βιβλιοθήκη – Άγιοι – Φώτης Κόντογλου:

Υμνολογική εκλογή.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α’. Τον Συνάναρχον Λόγον.

Αθηναίων η πόλις η περιώνυμος, Φιλοθέην τιμά την Οσιομάρτυρα, και ασπάζεται αυτής το θείον λείψανον, ότι εβίωσε σεμνώς, και μετήλλαξε το ζην, αθλήσει και μαρτυρίω’ και πρεσβεύει προς τον Σωτή¬ρα, διδόναι πάσι το θείον έλεος.

Η πασίγνωστη πόλη των Αθηναίων, τιμά σήμερα την οσιομάρτυρα Φιλοθέη, και ασπάζεται το θείο της λείψανο, διότι έζησε με σεμνότητα και αντάλλαξε τη ζωή με τον αγώνα και το μαρτύριο. Και τώρα πια, πρεσβεύει προς τον Σωτήρα να δωρίζει σε όλους το θείο Του έλεος.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετά τον Πολυέλεον Κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Το προσταχθέν.

Του μαρτυρίου τω στεφάνω κοσμουμένη, και εν τω αίματί σου, μήτερ, λελουμένη, τον Σωτήρα ικέτευε, τον υπέρ του κόσμου, ακάνθαις στεφανωθέντα και την πλευράν, νυγέντα και θείω αίματι την αράν, της Εύας αποπλύναντα, και την οδόν προς ουρανόν, και αύθις τον παράδεισον, τοις ανθρώποις ανοίξαντα.

Στολισμένη με το στεφάνι του μαρτυρίου σου και λουσμένη στο αίμα σου, Μήτερ, τον Σωτήρα, που για χάρη όλου του κόσμου στεφανώθηκε με αγκάθια και τρυπήθηκε στα πλευρά Του, και με το αίμα Του ξέπλυνε την κατάρα της Ευας, Αυτόν που άνοιξε τον δρόμο προς τον ουρανό, μα και τον ουρανό τον ίδιο άνοιξε για τους ανθρώπους.

Μετά τον Ν’ ψαλμόν, Ιδιόμελον. Ήχος β’.

Τον Σταυρόν του Χριστού επ’ ώμων άρασα, και τοις ίχνεσιν αυτού ακολουθήσασα, απηρνήσω, Φιλοθέη, σεαυτήν, και τα πάντα σκύβαλα ηγήσω, ως ουδέν ευρούσα της ψυχής σου αντάλλαγμα» απώλεσας την ζωήν, ίνα σώσης την ψυχήν” εστέρησαι φωτός του αισθητού, και τον ήλιον της δόξης οράς’ αυτόν ικέτευε, μήτερ, φωτίσαι τας ψυχάς ημών.

Σήκωσες τον σταυρό του Χριστού στους ώμους σου, Φιλοθέη, και ακολούθησες τα ίχνη Του, απαρνούμενη τον εαυτό σου, αφού όλα τα θεώρησες σαν σκύβαλα και σκουπίδια, γιατί δεν βρήκες τίποτε σαν αντάλλαγμα της ψυχής σου. Εχασες την ζωή, για να κερδίσεις την ψυχή σου, στερήθηκες το αισθητό φως, για να βλέπεις διαρκώς τον Ηλιο της δόξης. Αυτόν ικέτευε τώρα να φωτίσει τις ψυχές μας.

Μεσώδειον κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Το προσταχθέν.

Καταλιπούσα τα της γης, ώ Φιλοθέη, μετέστης άνω προς μονάς τας ουρανίους, και πρεσβεύεις συν πάσι τοις επουρανίοις, Οσίοις άμα δικαίοις και τοις λοιποίς, συν πάσι τε τοις Αγγέλοις και Λειτουργοίς, καϊ κραυγάζεις το Άγιος, Άγιος, Άγιος, θεέ, πατήρ ο επου¬ράνιος, σώζε πάντας ους έπλασας.

Εγκατέλειψες της γής τα πράγματα, Φιλοθέη, αναχώρησες για τις ουράνιες μονές και πρεσβεύεις μαζί με όλα τα επουράνια πνεύματα των οσίων και των δικαίων, μαζί με όλους τους αγγέλους και τα λειτουργικά πνεύματα, κραυγάζοντας: Αγιος, Αγιος, Αγιος είσαι Θεέ, ο Πατήρ ο επουράνιος” σώσε όλους όσους έπλασες.

Κοντάκιον. Ήχος γ’. η Παρθένος σήμερον.

Φιλοθέην σήμερον, πανευφροσύνως τιμώμεν, και αυτής το λείψανον, πανευλαβώς προσκυνούμεν’ αυτή γαρ ευεργετούσα, εν γη διήλθε” τέ¬λος δε, μαρτυρικόν η Οσία έσχε” και ηξίωται πρεσβεύειν, δοθήναι πάσι ζωήν την αιώνιον.

Σήμερα πανευφρόσυνα τιμούμε την Φιλοθέη, και με κάθε ευλάβεια προσκυνούμε το λείψανό της. Γιατί έζησε στη γη ευεργετώντας τους ανθρώπους, είχε μαρτυρικό τέλος η οσία και αξιώθηκε να παρακαλεί ώστε να δωριθεί σε όλους μας η αιώνια ζωή.

Ο Οίκος.

Πάσα γλώσσα κινείσθω προς ευφημίαν της πανευφήμου Φιλοθέης» άπαν γένος και ηλικία πάσα, νεανίσκοι και παρθένοι του Χριστού, την Οσιομάρτυρα εν ύμνοις καταστέψωμεν’ νομίμως γαρ ανδρισαμένη, δια πόνων ασκητικών και μαρτυρίου, τον τύραννον εχθρόν καταβέβληκεν’ ουρανίω δε διαδήματι κεκοσμημένη, αιτείται παρά Χριστού δοθήναι πάσι ζωήν την αιώνιον.

Κάθε γλώσσα ας κινηθεί προς τον ευφημισμό της πασίγνωστης Φιλοθέης. Κάθε γένος και κάθε ηλικία ανθρώπων, νέοι και παρθένοι, ας στεφανώσουμε με ύμνους την οσιομάρτυρα του Χριστού. Γιατί αφού νόμιμα και με ανδρεία αγωνίσθηκε με κόπους ασκητικούς και με μαρτύριο, κατανίκησε τον τύραννο εχθρό διάβολο” με ουράνιο δε διάδημα στεφανωμένη και στολισμένη, παρακαλέι τον Χριστό να δωρίσει σε όλους την ζωή την αιώνια.

Συναξάριον.

Τη Ιθ’ του αυτού μηνός (Φεβρουαρίου), μνήμην επιτελούμεν της Οσίας και Μάρτυρος, μητρός ημών, Φιλοθέης της Αθηναίας.
Στίχοι. η Φιλοθέη των τήδε μεταστάσα,
χαίρουσ’ ανήλθε προς μονάς ουρανίους.
Η Φιλοθέη αναχώρησε από εδώ και χαίροντας ζη στις αιώνιες μονές.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Αποστόλων Αρχίππου, Φιλήμονος και Απφίας.
Στίχοι. Πόθων τον ακρόγωνον Άρχιππος λίθον,
κατηκολούθει τω πόθω τούτου λίθοις.
Με πόθο ο Αρχιππος ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή τον ακρογωνιαίο λίθο.
χώραν φιλούντα τον Φιλήμονα χλόης,
χλωροίς λύγοις τύπτουσιν ηκανθωμένοις.
Τον Φιλήμονα που αγαπούσε την χώρα της χλόης, τον κτυπούν τώρα, με χλωρά αγκαθωτά κλαδιά λυγαριάς.
Ηπλωμένην παίουσιν εις γήν Απφίαν,
εις ουρανούς έχουσαν όμμα καρδίας.
Δένουν ξαπλωνένη στη γη την Απφία, που έχει το βλέμμα καρφωμένο στον ουρανό.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Μαξίμου, θεοδότου, Ησυχίου και Ασκληπιοδότης.
Στίχοι. Ανδρών τριάς σύναθλος ευσθενεστάτη
ανδρίζεταί σοι και τομής, Τριάς, μέχρι.
Η τριάδα των συνάθλων ανδρών με δύναμη και ανδρεία φθάνει μέχρι το μαρτύριο για χάρη Σου Αγία Τριάς.
Έστεφε Χριστός την Ασκληπιοδότην,
ως εξέκοψε την κεφαλήν το ξίφος.
Ο Χριστός στεφάνωνε την Ασκληπιοδότη καθώς το ξίφος έκοβε την κεφαλή της.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη του οσίου Πατρός ημών Ραβουλά.
Στίχοι. Βουλάς Ραβουλάς θείς απράκτους δαιμόνων,
απήλθε βουλή του θεού των ενθένδε.
Αφού ο Ραγουλάς τα σχέδια των δαιμόνων τα έκανε ανενεργά, έφυγε από αυτή τη ζωή με τη θέληση του Κυρίου.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των οσίων Πατέρων ημών και ομολογητών Ευγενίου και Μακαρίου.
Στίχοι. Ως ευγενείς όρπηκες, εν γη μακάρων
οικούσιν Ευγένιος συν Μακαρίω.
Ο Ευγένιος και ο Μακάριος κατοικούν πια στην γη των μακάρων, σαν ευγενή, νιόβγαλτα δενδροκλονάρια.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη του οσίου Πατρός ημών Κόνωνος.
Στίχοι. Πάθη του σώματος ασκήσει νεκρώσας
εν γήρει πίονι κεκοίμηται Κόνων.
Αφού με ασκητικό αγώνα ο Κόνων νέκρωσε τα πάθη του σώματος, τώρα σε βαθειά γηρατειά κοιμάται κοντά στον Κύριο.

Ταις αυτών Αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς.
Αμήν.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Η Εκκλησία σήμερον, των Αθηνών αγάλλεται, της Φιλοθέης την μνήμην, εν ευλαβεία τιμώσα’ οσίως γαρ βιώσασα, μαρτύριον εδέξατο” και νυν, Αγίων σύσκηνος, ακαταπαύστως πρεσβεύει, υπέρ ημών τω Κυρίω.

Η Εκκλησία των Αθηναίων σύμερα αγάλλεται τιμώντας την μνήμη της Φιλοθέης με ευλάβεια. Γιατί αφού έζησεμε οσιότητα, δέχθηκε το μαρτύριο, έγινε σύσκηνος και συγκάτοικος των αγίων. Και τώρα ακατάπαυστα πρεσβεύει για χάρη μας προς τον Κύριο.

Δοξαστικόν των αίνων. Ήχος πλ. α’.

Πανηγυρίζει σήμερον φαιδρώς των Αθηναίων η πόλις, της αγίας Φιλοθέης την μνήμην. Δεύτε ούν της ευσεβείας ερασταί, την Οσιομάρτυρα τιμήσωμεν, εν ευλαβεία ψάλλοντες» Χαίροις, η την αγάπην εν τω βίω ασκήσασα, έλαιον και οίνον, ως ο Σαμαρείτης, επί τα άλγη επιχέουσα’ Χαίροις, ότι καθάπερ ο Σωτήρ, τη προσευχή προσκαρτερούσα, αφηρπάγης και ήχθης εις το μαρτυρήσαι, υπέρ του δι’ ημάς μαρτυρικώς αποθανόντος. Χαίροις, Φιλοθέη παναοίδιμε, μετά των Αγίων μη παύη τον Σωτήρα ικετεύουσα, την πόλιν σου την δε φυλάσσειν, δια παντός ειρηνεύουσαν, και σωζειν τας ψυχάς ημών.

Σ΄΄ημερα με χαρά η πόλη των Αθηναίων πανηγυρίζει την μνήμη της αγίας Φιλοθέης. Ελάτε λοιπόν, όλοι όσοι αγαπάτε την ευσέβεια, να τιμήσουμε με ύμνους την οσιομάρτυρα ψάλλοντας με ευλάβεια: Χαίρε συ που άσκησες την αγάπη στη ζωή σου, όπως ο καλός Σαμαρείτης, χύνοντας λάδι και κρασί στις πληγές. Χαίρε, γιατί όπως ο Κύριος και Σωτήρας επέμενες υπομονετικά στην προσευχή, και αρπάχθηκες από εκεί για να οδηγηθείς προς το μαρτύριο, για χάρη Αυτού που μαρτυρικά πέθανε για μας. Χαίρε, Φιλοθέη πανένδοξε σε όλον τον κόσμο. Μη παύσεις να ικετέυεις μαζί με όλους τους αγίους τον Σωτήρα για μας, μα και για την πόλη σου, ώστε να την διαφυλάττει πάντα ειρηνική και να σώζει τις ψυχές μας.

Μεγαλυνάριον.

Την Οσιομάρτυρα του Χριστού, την εν ταις Αθήναις, διαλάμψασαν φαεινώς, την και μαρτυρίου στεφάνω κοσμουμένην, την θείαν Φιλοθέην, πάντες τιμήσωμεν.

Ελάτε όλοι να τιμήσουμε την οσιομάρτυρα του Χριστού, που έλαμψε σκορπίζοντας γύρω της φως στην Αθήνα, αυτήν που έχει κοσμηθεί με το στεφάνι του μαρτυρίου, την θεία Φιλοθέη.

Απολυτίκιον του Αποστόλου Αρχίππου. «Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ. Γερασίμου.

Ως προσπελάσας ολική διαθέσει, τω των αρρήτων μυητή και επόπτη, των Αποστόλων σύσκηνος εδείχθης σοφέ’ όθεν τον της πί¬στεως, θείον λόγον κηρύξας, έτεμες τοις τρόποις σου, τα φυτά της κακίας, και εναθλήσας Άρχιππε στερρώς, δικαιοσύνης εδέξω τον στέφανον.

Επειδή πλησίασες με όλη σου την διάθεση τον απόστολο Παύλο, αυτόν που γνώριζε αλλά και είχε δει τα μυστήρια του Θεού, έγινες σύσκηνος των αποστόλων, σοφέ. Και αφού δίδαξες τον Θείο Λόγο, ξερίζωσΕς τα φυτά της κακίας από την ζωή των ανθρώπων, και αφού μαρτύρησες, Αρχιππε, με σταθερότητα, δέχθηκες από τον Θεό τον στέφανο της δικαιοσύνης.

Απόδοση, Ελένης Χρήστου.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.