Αλήθεια, χωρίς λουλούδια και παιδιά, θα είχε ο κόσμος ομορφιά;
Άμα δεν κλάψει το παιδί, δεν το βυζαίν’ η μάνα.
Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα.
Αν κάμεις και κακό παιδί, τα πλούτη τί τα θέλεις, κι αν κάμεις και καλό παιδί, τα πλούτη τί τα θέλεις;
Απ’ όλα τα μυρωδικά κάλλιο μυρίζει η μάνα.
Από της μάνας σου το στάβλο μπροστά να μην περνάς (το έλεγαν σε κείνους που πετάγονταν πριν από τους μεγαλύτερους στην κουβέντα).
Απ’ τη μάνα στη μαμή, χάθηκε και το παιδί.
Αρνί από το δικό σου τα μαντρί και απ’ της κοιλιάς σου το παιδί (η αξία των γνήσιων τέκνων).
Ας με κρατάει η μάνα μου κι ας είμαι και στ’ αγκάθια.
Άσχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα.
Αυτός βυζαίνει γάλα ακόμα (άπειρος).
Δες την ούγια και πάρε πανί, δες τη μάνα κα πάρε παιδί.
Δυο κουμπάροι μ’ ένα παιδί, δεν πιάνεται.
Εκείνος που έχει ευχή γονιού, γεννούν και οι πετεινοί του.
Ευχαί γονέων στηρίζουν θεμέλια οίκων.
Ευχή γονέων έπαρε και στο βουνό περπάτει (ή ευχή γονιού αγόρασε και στα βουνά περπάτα).
Η καλή μάνα φυτεύει ελιά για το παιδί της.
Η καρδιά της μάνας σαν τη θάλασσα μοιάζει, που μήτε στη φουρτούνα, μήτε στην μπουνάτσα πνάζει (η ψυχή της μάνας ανησυχεί συνεχώς για τη ζωή και την ευτυχία των παιδιών της).
Η μάνα έδωκε στο παιδί αμπέλι και το παιδί δεν έδωκε στη μάνα του σταφύλι.
Η μάνα σου είναι σκόρδο, ο τάτας σου (πατέρας) είναι κρεμμύδι.
Η σπορά σου σκορπιστή και τα παιδιά σαν βουνάρι (να τα επιβλέπεις συνεχώς).
Η τύχη του σπιτιού είναι η μάνα.
Θα πηδήξω μάνα! Θα σε δω παιδάκι μου.
Θυμήσου τα δικά σου και συχώρα τα παιδιά σου.
Ίσαμε να πετάξει το πουλί από κλαδί σε κλαδί, τα παιδί πεινά.
Κάλλιο να κλάψει το παιδί, παρά να κλάψει η μάνα.
Κάλλιο παιδιού αποκρέββατο, παρά γαμπρού κρεββάτι.
Καλύτερα να κλαίει τ’ αλλουνού, παρά η μάνα η δική μου.
Κατά μάνα, κατά κύρη, κάνανε και γιο Ζαφείρη.
Κατά μάνα, κατά κύρη, κατά γιο και θυγατέρα.
Κατά μάνα, κατά τάτα, κατά γιος και δυχατέρα.
Μάνα είναι μόνο μία.
Μεγαλώσαν τα παιδιά μας, μεγαλώσαν τα βάσανά μας.
Μην κλωτσάς τα γονικά σου, θα το βρεις απ’ τα παιδιά σου.
Μήτε η μηλιά το μήλο της, μήτε η μάνα το παιδί της (αρνείται).
Μικρό παιδί δεν έδειρες, μεγάλο φοβερίζεις.
Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει.
Ο ήλιος θρέφει τα παιδιά κι ο ίσκιος τα κορίτσια.
Όποιος γονιό δεν αγρικάει, κακώς κακού θα πάει.
Όποιος λυπάται το ραβδί του, μισάει το παιδί του.
Όπου ανακατεύονται πολλές μαμές, βγαίνει άγουρο το παιδί.
Οπού ΄χει κόρη ακριβή, του Μάρτη ήλιος μη τη δει.
Όπως σκεπάζει ο ουρανός τη γη, σκεπάζει η μάνα το παιδί.
Όσα σκεπάζει ο ουρανός, τόσα σκεπάζει η μάνα (μυστικότητα).
Όσο βοηθά η νύχτα κι η αυγή, ούτε μάνα, ούτ’ αδελφή.
Όταν κοιμάται ο γιόκας μας, ψωμί δεν γυρεύει.
Όταν το παιδί δεν κλάψει μικρό, θα κλάψει ο πατέρας μεγάλος.
Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι ο ήλιος το μοσχάρι και το κρασί τον γέροντα τον κάνει παλικάρι.
Ποιός παινεί τη νύφη; Η τσιμπλού η μάνα της.
Πολλά παιδιά, πολλές φροντίδες˙ κανένα παιδί, καμιά ευτυχία.
Πού του γονιού του δε γρικά, κακός κακού θα πάει.
Σαν δεις γιο και θυγατέρα, λόγιασε και τους γονείς.
Σπίτι χωρίς παιδιά, είναι αχλαδιά χωρίς αχλάδια.
Σπίτι χωρίς παιδιά, κλήμα χωρίς σταφύλια.
Τα παιδιά είναι η άγκυρα που κρατάει στη ζωή τους γονείς.
Τα παιδιά είναι ο πλούτος των φτωχών.
Τα παιδιά μεγαλώνουν σαν… τα κολοκύθια.
Της καλομοίρας το παιδί, το πρώτο να’ ‘ν’ κορίτσι.
Της μάνας η αγκαλιά είναι το λιμάνι του παιδιού της.
Το καλύτερο παιδί είναι η σύνταξη.
Το κρασί και τα παιδιά λένε πάντα την αλήθεια.
Το παιδί μου νάν’ καλά κι ας ψοφήσουν χίλια αρνιά.
Το σκυλί σου και το παιδί σου, όπως το μάθεις.
Του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου.
Του φοβιτσιάρη η μάνα δεν κλαίει, ούτε γελά.
Χειμωνιάτικο παιδί, της άνοιξης καμάρι.
Από το βιβλίο: “Αγροτικές Παροιμίες”, των: Γρηγορίου και Μαρίας Μπούκα.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΗΣ
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
