Ποία πρέπει να είναι η κανονική τάξις της δοξολογίας επί τη πρώτη του νέου έτους, διότι τα διάφορα λειτουργικά βιβλία και τα Ημερολόγια δεν συμφωνούν μεταξύ των.
Η ακολουθία της δοξολογίας «επί τη πρώτη του νέου έτους» είναι μία νεωτέρα ακολουθία, που είναι συντεταγμένη, όπως και όλες οι παρόμοιες δοξολογίες που είναι σήμερα εν χρήσει στην Ελληνική Ορθόδοξο Εκκλησία, κατά ένα ιδιόρρυθμο και λειτουργικώς αδόκιμο σχήμα. Κατά την βυζαντινή εποχή ως αρχή του νέου εκκλησιαστικού έτους εθεωρείτο, όπως και σήμερα, η πρώτη Σεπτεμβρίου κατά τον εβραϊκό υπολογισμό της αρχής του έτους, η δε πρώτη Ιανουαρίου αν και εθεωρείτο αρχή του πολιτικού έτους, κατά το ρωμαϊκό ημερολόγιο, δεν εκοσμείτο από καμμία ειδική ακολουθία. Αντιθέτως η ακολουθία της πρώτης Σεπτεμβρίου, όπως και μέχρι σήμερα διασώζεται στα Μηναίά μας, περιελάμβανε ειδικό κανόνα και τροπάρια. Μετά την λειτουργία εγίνετο λιτανεία, δεήσεις και αγιασμός, όπως μπορούμε να διαπιστώσωμε από τα χειρόγραφα. Στο έντυπο δε Τυπικό της Μεγάλης Εκκλησίας περιγράφεται «η εν τη Μεγάλη Εκκλησία τελετή της Ινδίκτου τη α’ Σεπτεμβρίου» (Γ. Βιολάκη, «Τυπικόν», έκδ. Μ. Σαλιβέρου, εν Αθήναις 1921μ σελ. 423-424) όπως τελείται μέχρι σήμερα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Η όλη τελετή έχει τον χαρακτήρα δεήσεως, τελείται μετά την θεία λειτουργία και περιλαμβάνει το «Ευλογητός ο Θεός…», τρισάγιο, τα απολυτίκια της Ινδίκτου, Συμεών του Στυλίτου και της Θεοτόκου, το «Ελέησον ημάς ο Θεός…» απόλυσι και πολυχρονισμό του Πατριάρχου. Η ακολουθία αυτή απετέλεσε τον πυρήνα για την διαμόρφωσι της δοξολογίας της πρώτης Ιανουαρίου στην Εκκλησία της Ελλάδος. Κατά το επί Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεοφίλου (1862-1871) συνταχθέν υπό της Ιεράς Συνόδου τυπικόν, η ακολουθία αυτή περιελάμβανε το «Ευλογητός ο Θεός…», παρελείπετο το τρισάγιο, εψάλλοντο τα τροπάρια της ημέρας, το «Εις πάσαν την γην…» του Μεγάλου Βασιλείου και «Μορφήν αναλλοιώτως…» της Περιτομής, ελέγοντο τα ειρηνικά, η εκφώνησις «Ότι πρέπει σοι…», η δοξολογία, το «Ελέησον ημάς ο Θεός…» κλπ., το «Επάκουσον ημών ο Θεός…», η απόλυσις και ο πολυχρονισμός του βασιλέως (Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου, «Τυπικόν Εκκλησιαστικόν κατά την τάξιν της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας», έκδ. β’, 7η ανατύπωσις, εν Κωνσταντινουπόλει 1874μ σελ. 258-260). Ότι όμως η διαμόρφωσις της ακολουθίας αυτής δεν ήταν η αρμόζουσα, μπορεί και εκ της πρώτης όψεως να το διαπιστώση κανείς. Η παράλειψις του εναρκτηρίου τρισαγίου δικαιολογείται από τον λόγο ότι η ακολουθία επισυνάπτεται στην θεία λειτουργία. Τα απολυτίκια, είναι μεν τα απολυτίκια της ημέρας, αλλά και τα δύο είναι άσχετα προς το θέμα της δοξολογίας, το νέο έτος, για την έναρξι του οποίου γίνεται αυτή και όχι για την εορτή του Μεγάλου Βασιλείου ή της Περιτομής. Τα ειρηνικά που προηγούνται της δοξολογίας και αι αιτήσεις που την ακολουθούν επαναλαμβάνουν τα ίδια αιτήματα, επιμηκύνουν χωρίς λόγο την ακολουθία και δεν περιλαμβάνουν τίποτε το σχετικό προς το νέο έτος. Το ίδιο και η δοξολογία, εκτός του ότι είναι άσχετος προς τον χαρακτήρα της δεήσεως που φαίνεται να έχη η όλη τελετή, τίθεται κατά περίεργο τρόπο ανάμεσα σε δύο εκτενείς, πράγμα λειτουργικώς άηθες. Το «Επάκουσον ημών ο Θεός…» επέχει θέσιν ευχής, πάλιν ασχέτου προς τον σκοπό της τελετής, ενώ δεν θα ήταν δύσκολο να ευρεθούν πέντε σχετικά λόγια για να συνταχθή, σύμφωνα προς την παράδοσι της Εκκλησίας, μία νέα ειδική ευχή. Η όλη δηλαδή ακολουθία σε έναν που εν ψυχρώ θα την παρακολουθούσε, θα έδιδε την εντύπωσι μιας συρραφής ασχέτων προς την περίστασι λειτουργικών τεμαχίων χωρίς τίποτε το δημιουργικό˙ μία λειτουργική σύναξις στην οποία μαζεύονται οι πιστοί για ωρισμένο σκοπό, να δοξολογήσουν τον Θεό και να δεηθούν για το νέο έτος, λέγουν πολλά και στο τέλος φεύγουν, χωρίς να ειπούν τίποτε για το σκοπό, για τον οποίο είχαν συναχθή.
Οι προσπάθειες αναμορφώσεως της ακολουθίας αυτής που έγιναν αργότερα δείχνουν ακριβώς πόσο αισθητή έγινε η ελαττωματικότης της ακολουθίας αυτής, που είχε πια όμως δημιουργήσει παράδοσι, από την οποία δεν θέλησαν να αποδεσμευθούν οι διορθωταί. Το πρώτο βήμα έγινε με την έκδοσι των σχετικών ακολουθιών κατά το 1932, που ακολουθεί και η έκδοσις του «Ιερατικού» της Αποστολικής Διακονίας του 1951, και το δεύτερο με την δευτέρα έκδοσι του ιδίου του «Ιερατικού» πάλι από την Αποστολική Διακονία το 1962, βάσει του τυπικού που είχε προηγουμένως διαμορφωθή στο κατ’ έτος εκδιδόμενο «Εκκλησιαστικό Ημερολόγιο» – Τυπικό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το κακό στην περίπτωσί μας είναι ότι όλες αυτές οι μορφές φέρουν την έγκρισι της Ιεράς Συνόδου και εκδίδονται από τον ίδιο επίσημο εκδοτικό οίκο, την Αποστολική Διακονία. Δίκαια λοιπόν διερωτάται ο ιερεύς που υποβάλλει την ερώτησι, και άλλοι πολλοί μαζί με αυτόν, ποια από τις δύο τελευταίες αναθεωρήσεις είναι η ορθοτέρα, που πρέπει να ακολουθήσουν κατά την τέλεσι της ακολουθίας αυτής. Οι διαφορές των δύο τάξεων είναι κυρίως οι εξής: Κατά την πρώτη προτάσσεται το απολυτίκιο της Περιτομής και έπεται του αγίου, όπως ψάλλονται τα απολυτίκια αυτά στις ώρες, στην θεία λειτουργία και σε άλλες περιπτώσεις, ενώ κατά την δευτέρα προηγείται το απολυτίκιο του αγίου του απολυτικίου της Περιτομής, κατά την σειρά που ψάλλονται στον εσπερινό, στον όρθρο και σε άλλες περιπτώσεις. Κατά την νεωτέρα τάξι («Ιερατικόν» 1962) μετά το «Έτι δεόμεθα υπέρ του εισακούσαι…» παρεμβάλλεται το «Επάκουσον ημών ό Θεός…» και ακολουθεί η ειδική ευχή επί τη πρώτη του έτους, όπως στην λιτή και αρτοκλασία, οπότε η ευχή θα πρέπει να χαρακτηρισθή ως ευχή κεφαλοκλισίας˙ κατά την παλαιοτέρα («Ιερατικόν» 1951) λέγεται μόνο η ευχή χωρίς το «Επάκουσον ημών ο Θεός…», όπως είναι και το ορθότερο, εφ’ όσον κατά τον πρώτο τρόπο έχομε ουσιαστικά δύο ευχές, που κατακλείονται με τις συνήθεις καταλήξεις των ευχών και η πρώτη δεν προσθέτει τίποτε το ιδιαίτερο στην όλη ακολουθία˙ υπήρχε όμως στην τάξι της Ινδίκτου και στην παλαιοτέρα της Εκκλησίας της Ελλάδος, επειδή δεν είχε συνταχθή ακόμη η ειδική ευχή. Πάντως πρέπει να ομολογηθή, ότι με τις δύο αυτές αναθεωρήσεις βελτιώθηκε αρκετά η ακολουθία εφ’ όσον παρελείφθησαν τα ειρηνικά και εισήχθη η ωραία ειδική για την περίστασι ευχή. Οι ιερείς μας, εφ’ όσον και οι δύο μορφές φέρουν την εκκλησιαστική έγκρισι, ας ακολουθούν αδιακρίτως όποια έχουν στην διάθεσί των και αν έχουν και τις δύο ας προτιμούν την νεωτέρα, αφού μάλιστα οι διαφορές των είναι επουσιώδεις και τα, έστω, σφάλματά των δεν είναι προς θάνατον.
Ας μας επιτραπούν δύο λόγια για μία μελλοντική ορθοτέρα διευθέτησι της ακολουθίας αυτής. Εν πρώτοις τα άσχετα προς την υπόθεσί της τροπάρια, τα οποία επανειλημμένως έχουν ψαλή κατά την ακολουθία της ημέρας, θα πρέπει να δώσουν την θέσι των σε ειδικά τροπάρια της ακολουθίας της Ινδίκτου. Στην πρώτη Σεπτεμβρίου υπάρχει πλήθος ωραίων καταλλήλων τροπαρίων, όπως το απολυτίκιο και το κοντάκιο και τα ωραιότατα ιδιόμελα της λιτής, τα οποία μπορούν να εμπλουτίσουν την ακολουθία. Μετά τους πρώτους στίχους της δοξολογίας θα έπρεπε να σταχυολογηθούν από τους ψαλμούς και να ψάλλωνται ειδικοί στίχοι, όπως ήδη γίνεται σε άλλες περιστάσεις. Έτσι η δοξολογία θα πάρη την μορφή ειδικής «εκλογής» από τους ψαλμούς. Μετά από αυτήν κατ’ ακρίβειαν και κατά το σύνηθες σχήμα των βυζαντινών ακολουθιών θα είχε θέσι το τρισάγιο και μετά από αυτό θα έπρεπε να μετατεθούν τα απολυτίκια, που σήμερα ψάλλονται στην αρχή της ακολουθίας, τα τροπάρια δηλαδή της Ινδίκτου. Η εκτενής να εμπλουτισθή με ειδικά αιτήματα, που να προτρέπουν τον λαό σε ειδική για το νέο έτος προσευχή και να εισάγουν τα θέματα της ευχής, που θα ανακεφαλαιώση και θα αναφέρη στον Θεό τα αιτήματα αυτά. Τέτοιες αιτήσεις μπορούν να σταχυολογηθούν από τα χειρόγραφα ή να συνταχθούν εξ υπ’ αρχής κατά το υπόδειγμα παλαιοτέρων. Τέλος το «Επάκουσον ημών ο Θεός…», εφ’ όσον δημιουργεί ζητήματα η παρουσία του στο σημείο αυτό και ομολογουμένως πλεονάζει, καλό είναι να παραλειφθή, αντικαθιστάμενο από την ωραία ειδική ευχή, που ίσως θα μπορούσε να γίνη απλουστέρα στην διατύπωσι και περιεκτικωτέρα στα αιτήματα.
Από το βιβλίο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ., Ιωάννου Μ. Φουντούλη: Απαντήσεις εις Λειτουργικάς απορίας. Τόμος Α’. ΣΤ’ έκδοσις.
Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, 1991.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Παράβαλε και:
01 Ιανουαρίου, η κατά Σάρκα Περιτομή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και μνήμη του μεγάλου Βασιλείου: Συναξάριον, Υμνολογική εκλογή.
01 Ιανουαρίου, η κατά Σάρκα Περιτομή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου: τα Λειτουργικά Αναγνώσματα της εορτής.
Του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου – λόγος ΜΔ., επιτάφιος εις τον Μέγαν Βασίλειον, επίσκοπον Καισαρείας της Καππαδοκείας.
Ακολουθίαι εις τιμήν και μνήμην του Οσίου Πατρός ημών Βασιλείου του Μεγάλου.