Γέρων Αυξέντιος Γρηγοριάτης: Η εμπειρία της αγιότητος – Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτου.

Όταν κάποτε τον ερώτησα: Πώς να λέγω την ευχή, μου απήντησε: Με την καρδιά».

-Κι όταν έρχονται λογισμοί, τι να κάνω;

-Να τους διώχνης. Οι λογισμοί, προέρχονται από τα πάθη. Τα πάθη είναι σαν τήν μηχανή. Έρχεται ο διάβολος γυρίζει την μηχανή του και τότε βγαίνουν σαν τα ζάρια οι λογισμοί. Εμείς πρέπει να τους διώχνουμε και να βάζουμε το νου στην καρδιά μας και να λέμε την ευχή», και συνέχισε να προσεύχεται με τον νου στην καρδιά του.

Σε όλους ήταν καταδεκτικός με την σεμνοτάτη παρουσία του. Τους αγαπούσε τους Πατέρες και ιδιαίτερα αυτούς που τον διακονούσαν τους τραβούσε κομποσχοίνι. Οι συμβουλές του προς όλους σχεδόν, ακόμη και προς τους ευλαβείς χριστιανούς που τον επισκέπτοντο, ήταν η ευχή και η ανάγνωσι του Νόμου του Θεού. Απέφευγε κάθε τι που θα τον ημπόδιζε στην γλυκυτάτη του προσευχή.  Έτσι δεν ήθελε να συζητή πολύ, ούτε να καθυστερούν Πατέρες στο κελλί του, ανάβοντας την σόμπα του ή ετοιμάζοντας το φαγητό του.

Ουδέποτε εζήτησε να τον συνοδεύση κάποιος για να πάη βόλτα στον περίβολο της Μονής. Ενίοτε, όταν αντιλαμβάνετο, ότι θα έλθουν κάποιοι να τον ενοχλήσουν, κρυβόταν μέσα στα τετριμμένα κλινοσκεπάσματά του για να μη κουβεντιάζη μαζί τους.

Εντύπωσι είχε προξενήσει σε όλους μας, η συμμετοχή του στις ιερές Ακολουθίες. Σχεδόν πάντοτε στεκόταν όρθιος ψελλίζοντας την ευχή του Ιησού. Εκάθητο λίγο, αλλά όταν άκουγε το όνομα της Παναγίας, του  Αγίου της ημέρας, έκανε αμέσως το Σταυρό του και σηκωνόταν. Το πόσο είχε χαριτωθεί, θα το μάθουμε από το στόμα ενός εργάτου της Μονής μας του κ. Δημήτρη, ο οποίος μετά το πέρας της Λειτουργίας κάποιου Σαββάτου, το 1979, με πλησίασε και με ρώτησε τα εξής:

-Πάτερ, εγώ είμαι άνθρωπος αμαρτωλός, αλλά τέτοια πράγματα που είδα σήμερα το πρωί στην Εκκλησία, θα έπρεπε εσείς να τα βλέπετε και όχι εγώ.

-Τι είδες, Δημήτρη; Τι σου συνέβη;

– Όταν μπήκα το πρωί στην εκκλησία, διαβάζανε κάτι Ψαλμούς οι Μοναχοί. Πέρασα από την Λιτή (εσωνάρθηκας) για το κυρίως Ναό. Τότε δεξιά μου, εκεί που στέκεται πάντα ένας τυφλός γέρος, ψηλός και αδύνατος, άκουσα Ψαλμωδίες. Απόρησα. Κύτταζα από που προέρχονται, αλλά από πουθενά δεν έβλεπα κάποιους από τους Πατέρες να ψάλλουν. Αρκετά συγκινημένος επήρα ένα στασίδι και προσευχόμουν. Στην ώρα της Θείας Κοινωνίας άλλη παρόμοια περίπτωσι με ξάφνιασε. Όλοι οι Μοναχοί με προπορευομένους τους παλαιοτέρους Πατέρες, ήταν σε παράταξι πλησίον του Τέμπλου για να κοινωνήσουν. Καθώς τους εκύτταζα από μακρυά, το πρόσωπο του πρώτου, αυτού δηλαδή του τυφλού, έλαμπε σαν τον ήλιο και περισσότερο. Μα ποιος είναι, πάτερ, αυτός ο Μοναχός;

-Ονομάζεται Γέρων Αυξέντιος και είναι άγιος Μοναχός. Αλλά πες μου ακόμη, Δημήτρη, σου έχουν συμβεί και άλλα παρόμοια τέτοια γεγονότα στην ζωή σου;

-Ναι, μία φορά, καθώς διάβαζα την Θεία Μετάληψι, αισθάνθηκα γύρω μου ευωδία και άλλοτε επιθυμώ πολύ να κλαίω, όταν διαβάζω αυτές τις ευχές.

Πνευματικός του μακαριστού Γέροντος εχρημάτισε ο Ιερομόναχος π. Π. Μαζί του συνήψε τον παρακάτω διάλογο:

-Γέρο Αυξέντιε, θα πάμε στον παράδεισο;

– Ο Θεός ξέρει.

-Τι πρέπει να κάνουμε για να κερδίσουμε την Βασιλείαν των Ουρανών;

-Να λέμε συνεχώς την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ.» και προσέθεσε: «Πολλές φορές βλέπω προς το δεξιό μέρος Φως. Αυτό το βλέπω όταν κάνω τον κανόνα μου με κομποσχοίνι. Το βλέπω τακτικά και μετά πάλι φεύγει.

-Τι αισθάνεσαι, όταν το βλέπης, Γέρο Αυξέντιε;

-Αισθάνομαι πολλή χαρά και ειρήνη.

Είχε φθάσει στα μέτρα της αγιότητος από την παρούσα ζωή. Ο Χριστός με την παρουσία του ακτίστου Φωτός στην ψυχή του, εφανέρωνε την δική του παρουσία, η οποία τον ειρήνευε και τον χαροποιούσε.

Είχε μεγάλη ευλάβεια στον Γέροντα και Ηγούμενο της Μονής μας, τον π. Γεώργιο. Απέφευγε να δίνη συμβουλές, διότι μας έλεγε: «Εσείς έχετε τον Γέροντα που είναι θεολόγος. Αυτόν να ρωτάτε και να κάνετε υπακοή σε ό,τι σας λέγει».

***

Οσάκις επέστρεφε ο Γέροντας από τον κόσμο, ο Γέρο Αυξέντιος, με βήμα βιαστικό επήγαινε να πάρη την ευχή του. Αλλά και ο Γέροντάς μας στις ομιλίες και συμβουλές του προς όλη την Αδελφότητα, τα εξής περίπου έλεγε: «Πρέπει να αγωνιζώμεθα κατά του εγωϊσμού μας και των λοιπών παθών μας. Βλέπετε τον Γέρο Αυξέντιο; Είναι τυφλός και ούτε ομιλεί κρατώντας την σιωπή. Αγωνίζεται με την ταπείνωσι, την μετάνοια, την σιωπή, την προσευχή και τον Κανόνα του. Με την προσευχή του ο Γέρο Αυξέντιος αγιάζεται ο ίδιος, αγιάζει και την Αδελφότητα και όλο τον κόσμο. Η προσευχή του λυώνει τους πάγους της αμαρτίας. Έτσι, Πατέρες, κι εμείς πρέπει να αγωνισθούμε, οι παλαιοί αλλά και οι νέοι, διότι όλος ο κόσμος περιμένει πολλά από εμάς.

Ο πνευματικός του π. Π. μας παρέδωσε και την προσευχή που έλεγε ο παππούς πριν από τον ύπνο του το βράδυ.

Έλεγε το εξής: «Δι ευχών των αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Κατόπιν εσταύρωνε το μέτωπό του, τον μυελό δεξιά και αριστερά, την κεφαλή, τους οφθαλμούς, την μύτη) και έλεγε: «Σταυρέ του Χριστού φρούρησέ με, φύλαξέ με, σκέπασέ με, οδήγησέ με εις οδόν μετανοίας και σώσόν με. Σταυρέ, καθάρισέ με από πάσης φαντασίας. (αυτό το έλεγε τρεις φορές, και έτσι έφευγε η φαντασία). Λύσον μου το σκότος της διανοίας και ρύσαι με από παντός σκότους του πονηρού. (Κατόπιν εσταύρωνε την κοιλιά του και τα γόνατά του) και έλεγε: «Σταυρέ του Χριστού, σώσόν με τη δυνάμει σου, φρούρησέ μου ταύτη την σάρκα την θνητήν, όπου φορώ και φύλαξέ την από παντός μολυσμού και πάσης ακαθαρσίας. Αμήν».

Στα τελευταία του υπέφερε από εξογκωμένη κήλη. Ο γιατρός του έδωσε ειδική προστατευτική ζώνη, αλλά δεν την φόρεσε, διότι τον εμπόδιζε στην προσευχή του. Όταν χειροτέρευσε η κατάστασίς του, μεταφέρθηκε στο νέο νοσοκομείο της Μονής. Ο μόνιμος καθετήρας του προκαλούσε πόνους, που δεν τούς εξωτερίκευε. Το χρώμα του προσώπου του έδειχνε, ότι γρήγορα θα απέλθη των επιγείων. Ενώπιον δύο νέων Μοναχών παρέδωσε την ψυχή του, όταν στην εκκλησία ο χορός των Ψαλτών και των ιερέων, έψαλλον το «Φως ιλαρόν» στην αγρυπνία της Ορθοδοξίας.

Ο ένας από τούς δύο αδελφούς που στάθηκε κοντα του στις τελευταίες στιγμές, ευρισκόμενος σε κατάστασι Χάριτος, αξιώθηκε να ιδή υπερφυσικά πράγματα. Τον ακούμε να μας τα διηγηθή: «Η μορφή του πήρε το νεκρικό της χρώμα.  Ο Παππούς επήρε δύο-τρεις φορές μεγάλες εισπνοές, ενώ οι εκπνοές του εγένοντο μαλακά και ήσυχα. Ξαφνικά έστρεψε το πρόσωπό του απότομα προς τα δεξιά, ωσάν να ήθελε να αποφύγη κάτι ως αηδιαστικό και αποτρόπαιο. Πλησίασα, του έπιασα το χέρι και το φίλησα.

Παραξενεύτηκα, διότι ευωδίαζε. Ενώ ήταν νύκτα, αμέσως ακούω έξω βήματα πολλών ανθρώπων. Είχα την αίσθησι, ότι ήλθαν και στάθηκαν στα πόδια του Παππού. Βέβαια δεν τούς έβλεπα, αλλά ένοιωθα ότι ευρίσκοντο εκεί. Έξαφνα βγήκε από το στόμα του Γεροντος, ένας ολόκληρος Γερο Αυξέντιος.Βγήκε με μία θριαμβευτική ιαχή, μ’ εκύτταξε τον εκύτταξα, και χωρίς να μου μιλήση, είπε τα εξής χαρακτηριστικά: «Τώρα απελευθερώθηκα, τώρα αναπαύθηκα, τώρα ησύχασα» Αυτοί που τον περίμεναν, τον παρέλαβαν και ανεχώρησαν. 
 
***

Η κηδεία του γερο-Αυξέντιου, μια αναστάσιμη ημέρα

Αγαπούσα τον Γέροντα Αυξέντιο και απορούσα, πως δεν είδα τίποτε για τα τελώνια που γνωρίζουμε, ότι έρχονται να φοβερίσουν την Ψυχή. Αγωνιούσα λοιπόν, τι συνέβη με την ψυχή του Γερο Αυξέντιου. Μετά μία εβδομάδα, είδα στον ύπνο μου τον Παππού και τον ερώτησα:

-Πάτερ Αυξέντιε, πως πέρασε η ψυχή σου τα τελώνια; Δεν σε ενώχλησαν;

-Κανένα από τα δαιμόνια δεν μπόρεσε να με πλησιάση, πάτερ Ν. Ήταν αγριεμένα, διότι δεν μπόρεσαν να κάνουν αυτά που ήθελαν. Με απειλούσαν χωρίς να μπορούν να μου κάνουν κακό. Αχ τι μας έκανες με τις προσευχές σου, με τις νηστείες σου, με τις μετάνοιες και αγρυπνίες σου. Μ’ αυτά τα λόγια με αγριοκύτταζαν, χωρίς να μπορούν καν να με πλησιάσουν. Μόνο ένα δαιμονάκι της πορνείας τόλμησε να έλθη στα πόδια μου και μου είπε: «Εγώ θα σ ενοχλώ μέχρις ότου φθάσης στον οίκο του πατέρα σου».

Η ημέρα της κηδείας του, ήτο πράγματι μία ανάστασιμη ημέρα. Χαρμόσυνο γεγονός η μετάστασις της ψυχής του Γέρο Αυξέντιου, γι’ αυτό και αυθόρμητα τον προπέμψαμε με το «Χριστός Ανέστη..» που αντήχησε σε όλη την γύρω περιοχή, ως ύμνος θριάμβου. Η αίσθησις ότι τον έχουμε ανάμεσά μας, είναι πάντοτε δυνατή.  Ο Πανάγαθος Θεός, θέλοντας να μας βεβαιώση, ότι ο μακαριστός Γέροντας σώθηκε, και δοξάσθηκε, έδωσε αρκετά σημεία σε ωρισμένους αδελφούς προς παρηγορίαν μας και δόξαν του  Αγίου Ονόματός του.

Ο αδελφός της Μονής μας π. Θ. όταν διακονούσε το έτος της κοιμήσεως του Παππού, το 1981, στο αμπέλι, μπήκε ένα απόγευμα στο εκκλησάκι της Καλύβης του για να προσευχηθή. Αυθόρμητα του ήρθε μία ερώτησις στον νου του: Ο Παππούς τότε είχε κοιμηθεί πριν τρεις μήνες: «Άραγε Χριστέ μου, έχει σωθεί ο Γέρο Αυξέντιος; Ξαφνικά είδε να κινούνται όλα τα κανδήλια των  Αγίων του Τέμπλου πολύ χαρμόσυνα. Αυτό επανελήφθηκε. Ο κηπουρός Αδελφός κατέβηκε στο Μοναστήρι και ανεκοίνωσε το φαινόμενο στον  Ηγούμενο π. Γεώργιο.  Υπέθεσαν μήπως ήταν τα παράθυρα ανοικτά και εκινούντο τα κανδήλια με τις αλυσίδες μαζί.  Ήλθαν και οι δύο. Καθώς μπήκαν στο εκκλησάκι του αγίου Γεωργίου του αμπελιού, και πάλι είδαν να κινούνται όλα τα κανδήλια μόνα τους. Εκατάλαβαν πλέον ότι ήτο πληροφορία του Θεού ότι ο Γέρο Αυξέντιος ανεπαύθη και μάλιστα σε καλό τόπο.

Μία άλλη φορά, μετά την κοίμησιν του Γέρο Αυξεντίου ήλθε στην Μονή μας ο ερημίτης Μοναχός π. Γ. από τα Καυσοκαλύβια. Τότε ο γράφων, ήμουν αρχοντάρης και για ευλογία, έβαλα τον π. Γ. στο δωμάτιο όπου εκοιμήθη ο Γέρο Αυξέντιος. Του επεξήγησα ότι στο τάδε κρεβάτι κοιμήθηκε προ μηνών ο τάδε Γέροντας. Εκείνος ιδού τι μας γράφει, μετά από όσα έζησε: «Αφού έκλεισα την πόρτα και πλησίασα το κρεβάτι του, σκέφθηκα μέσα μου και είπα: «Άρα γε τι αρετή να έχη ούτος ο Γέρων; Υψώσας το όμμα της καρδίας μου προς τα άνω, είπα Κύριε ο Θεός μου, εάν ούτος ο Μοναχός είχε αρετή στην ψυχή του και εύρε παρρησίαν ενώπιόν σου, δος μοι σε παρακαλώ να ελαφρώσουν οι πόνοι της παμμίαρης κεφαλής μου. Στραφείς προς τον μακαρίτη, είπα: «Πάτερ Αυξέντιε, εάν η αρετή σου εύρε παρρησίαν προς τον Κύριον, θεράπευσόν μου σε παρακαλώ, όσο είναι δυνατόν, την ζάλη και τον καύσωνα της ανοήτου μου κεφαλής, και σταυρώσας το μαξιλάριον και την στρωμνήν, ξάπλωσα και εκοιμήθην. Στη κατάλληλη ώρα ήλθε ο ρηθείς αδελφός και με εξύπνησε. Παρετήρησα κάποια
ελάφρωσι επάνω μου, αλλά επειδή ήμουν από τον ύπνο, δεν έδωσα μεγάλη σημασία.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Πεμπτουσία.gr: Μάρτιος 2016

Παράβαλε και:
Γέρων Αυξέντιος Γρηγοριάτης: Ο τυφλός βιαστής της ασκήσεως – Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.