Τι είναι και πως δέον να εορτάζεται η Πανήγυρις της Κοιμήσεως της Θεοτόκου – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Η Κοίμησις της Θεοτόκου

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Των Κανόνων της Κοιμήσεως

Όταν ο εν σοφοίς Βασιλεύς και εν Βασιλεύσι σοφός Σολομών οικοδόμησε τον πολυθρύλλητον εκείνον και υπερθαύμαστον ναόν εις την πόλιν Ιερουσαλήμ, ηβουλήθη να μεταθέση την Κιβωτόν της Διαθήκης Κυρίου από την πόλιν Δαβίδ του Πατρός του: ήτοι από το όρος Σιών, το οποίον ήτον ακρόπολις της Ιερουσαλήμ, και να ενθρονίση αυτήν μέσα εις το Δαβείρ: ήτοι εις το εσώτατον μέρος του ναού, ταυτόν ειπείν να την μεταθέση μέσα εις τα Άγια των Αγίων υποκάτω εις τας πτέρυγας των Χερουβίμ. Τότε λοιπόν εσυνάθροισεν όλον τον λαόν του Ισραήλ, και με προπομπήν μεγάλην και δόξαν υπερβολικήν μετέθηκαν την Κιβωτόν και τα εν αυτή μαρτύρια, των μεν Ιερέων αιρόντων αυτήν, του δε Βασιλέως προπορευομένου έμπροσθεν, ομοίως και όλου του λαού, και θυσιαζόντων διαφόρους θυσίας˙ καθώς είναι γεγραμμένον˙ «Και εγένετο ως συνετέλεσε Σαλομών του οικοδομήσαι τον οίκον Κυρίου, και τον οίκον αυτού μετά είκοσι έτη, τότε εξεκκλησίασεν ο Βασιλεύς Σαλωμών πάντας τους πρεσβυτέρους Ισραήλ εν Σιών του ενεγκείν την Κιβωτόν Διαθήκης Κυρίου εκ
πόλεως Δαβίδ˙ αύτη εστί Σιών˙ και ήραν οι Ιερείς την Κιβωτόν, και ο Βασιλεύς και πας Ισραήλ έμπροσθεν της Κιβωτού, θύοντες πρόβατα, βόας αναρίθμητα˙ και εισφέρουσιν οι Ιερείς την Κιβωτόν εις τον τόπον αυτής εις το Δαβείρ, εις τα Άγια των Αγίων υπό τας πτέρυγας των Χερουβίμ» (γ’ Βασιλ. η’ 1- 6).

Τώρα αν, όταν έμελλε να μετατεθή η άψυχος εκείνη και τυπική Κιβωτός μέσα εις τα αισθητά Άγια των Αγίων, έγινε συνάθροισις και προπομπή του λαού, παρόντος και αυτού του Βασιλέως Σολομόντος, πώς δεν είναι δίκαιον να συναχθούν σήμερον όλα τα πλήθη των Ορθοδόξων δια να εορτάσουν χαρμοσύνως την πάνσεπτον Κοίμησιν της Θεοτόκου, της αληθινής και εμψύχου Κιβωτού του Θεού; ή πώς δεν χρεωστούν να πανηγυρίσουν λαμπρώς την αγίαν αυτήν και ζωηφόρον μετάστασιν; Σήμερον γαρ ο της σοφίας χορηγός και ειρηνικός Βασιλεύς ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο Υιός της Αειπαρθένου Μαρίας, ηθέλησε να παραλάβη την Παναγίαν Μητέρα του, και να μεταθέση αυτήν εις τα εν Ουρανοίς αχειροποίητα Άγια των Αγίων, καθώς τα ωνόμασεν ο Παύλος, ίνα όπου εστίν ο Υιός, εκεί ευρίσκεται και η Μήτηρ, και όπου Βασιλεύει ο Υιός, εκεί να συμβασιλεύη και η τούτον γεννήσασα˙ και αν, όπου είναι ο Δεσπότης Χριστός, εκεί είναι και ο του Χριστού διάκονος, καθώς αυτός μόνος υπεσχέθη ο αψευδέστατος «Εάν εμοί διακονή τις, εμοί ακολουθείτω, και όπου
ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται» (Ιωάν. ιβ’ 26), πώς δεν ήτον δίκαιον μυριάκις να παραλάβη ο Δεσπότης Χριστός την αγιωτάτην Μητέρα του εις τα ιδικά του Βασίλεια, ίνα μετ’ αυτού συμβασιλεύη αιωνίως;

Όθεν καθώς ο Χριστός δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, άλλ’ εις αυτόν τον Ουρανόν εμφανισθήναι τω προσώπω του Θεού, ως λέγει ο Παύλος (Εβ. θ’ 24)˙ ούτως έπρεπε και η Μήτηρ του εκεί να εισέλθη, ίνα μένη από τον Υιόν της αχώριστος.

Δια τούτο λοιπόν ας εορτάσωμεν και ημείς, αδελφοί, και ας πανηγυρίσωμεν την λαμπράν και παγκόσμιον ταύτην της Θεοτόκου εορτήν και πανήγυριν˙ διότι, αν πάσαι αι πανηγύρεις των αγίων παρομοιάζουν με τους αστέρας, ως λέγει ο Χρυσορρήμων˙ «Πάσαι αι μαρτυρικαί πανηγύρεις θαυμασταί, αι μιμούνται την λαμπρότητα των αστέρων» (Λόγος εις την Αγίαν Παρθένον τόμω Ε’)˙ βέβαια η παρούσα πανήγυρις της Μητρός του Θεού παρομοιάζει με την πλησιφαή και ολόφωτον και αργυροειδή σελήνην, διώκουσα μεν το σκότος της νυκτός, καταυγάζουσα δε τον κύκλο της γης˙ όθεν άπαντες χωρίς εξαιρέσεως άσωμεν τη Μητρί του Θεού ημών άσωμεν, Πατριάρχαι ομού και Αρχιερείς και Ιερείς, Βασιλείς και άρχοντες και πάντες Κριταί γης, άνδρες και γυναίκες, νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων˙ σήμερον γαρ όλαι αι χοροστασίαι των αϋλων Αγγέλων αοράτως περικυκλούσι της Παρθένου τον ιερόν κράββατον, οι υπέρτατοι Θρόνοι και τα Χερουβίμ και τα Σεραφίμ, η μέση τάξις των Κυριοτήτων, Δυνάμεων και Εξουσιών, και η τελευταία των Αρχών,
Αρχαγγέλων και Αγγέλων, άλλοι μεν προπορευόμενοι, άλλοι δε ακολουθούντες, και άπαντες προπέμπουσιν αυτήν αναλαμβανομένην εις τα ουράνια.

Τί λέγω; Και αυτός ο πάντων υπέρτατος Βασιλεύς ο του Θεού Μονογενής Θεός Λόγος και κατά σάρκα Υιός της Παρθένου χρηματίσας, αοράτως παρίσταται εις την κηδείαν της ηγαπημένης Μητρός του, και δεξάμενος εις τας αχράντους παλάμας του την ολόφωτον αυτήν ψυχήν, μετά τρίτην ημέραν ανιστά και το ζωοδόχον σώμά της, και ούτως ολόσωμον αυτήν αναλαμβάνει εις τα Ουράνια.

Ούτως ημείς, έχοντες τους δύο Ιερούς Μελωδούς των δύο ασματικών Κανόνων της Κοιμήσεως της Θεοτόκου χοροστάτας και προεξάρχοντας της πανδήμου ταύτης και λαμπράς πανηγύρεως, τον εμβριθή και μεγαλοπρεπή Μελωδόν και των Μελογράφων έξαρχον και Ιεράρχην Κοσμάν, και τον λαμπρότατον κατά την φράσιν και πανηγυρικώτατον χαριτώνυμον και θεοφιλή πρεσβύτερον Ιωάννην τον εξοχώτατον εν τοις Μελωδοίς, ας συνακολουθήσωμεν με αυτούς, άδοντες τα ιερά μέλη, και παρακινούντες αλλήλους εις το να εορτάσωμεν την πάνσεπτον της Αειπαρθένου μετάστασιν.

Επειδή δε εις τους δύο τούτους Κανόνας της Κοιμήσεως δεν εφιλοπόνησεν ερμηνείαν ο σοφός Θεόδωρος, μόνος δε ο Ανώνυμος κάποιαν τινά ατελεστάτην και βραχυτάτου λόγου αξίαν ερμηνείαν εποίησεν εις αυτούς, τούτου χάριν ο ασθενής εγώ και αδύνατος, την βοήθειαν της Θεοτόκου επικαλεσάμενος, εσπούδασα όσον το δυνατόν να ποιήσω την παρούσαν ερμηνείαν εις αυτούς έχουσαν κάποιαν τελειότητα˙ επειδή το προς την Κυρίαν του παντός Θεοτόκον χρέος, τόσον το κοινόν, όσον και το ίδιον, δεν με αφήκε να παραβλέψω ανερμηνεύτους τους ασματικούς Κανόνας της ζωηφόρου αυτής Κοιμήσεως, και να ζημιώσω κατά τούτο και εμαυτόν, και πάντας τους της Θεοτόκου ευλαβείς εραστάς. Δεξάμενοι τοίνυν αυτούς, αδελφοί, αναγινώσκετε μετά ευλαβείας εις δόξαν της Μητρός του Θεού και ημών απάντων προστάτιδός τε και παντευεργέτιδος, εις χαράν δε και ευφροσύνην υμών των ευλαβών φίλων της Παρθενομήτορος.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑΤ ΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ποίημα όντα του Αγίου Κοσμά του ποιητού,
και πρώτον εις την ακροστιχίδα.

Ακροστιχίς.
Πανηγυριζέτωσαν οι θεόφρονες.

Ερμηνεία.

Τέλειος στίχος Ιαμβικός είναι η παρούσα ακροστιχίς˙ παρακινεί δε ο Μελωδός με αυτήν όλους τους Χριστιανούς να πανηγυρίζουν την πάνδημον εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου˙ θεόφρονας δε τους Χριστιανούς ονομάζει, ως τα θεία φρονούντας και τα πνευματικά και ουράνια, και ουχί τα σαρκικά και επίγεια˙ καθώς ο Παύλος παραγγέλλει λέγων˙ «Τα άνω φρονείτε, μη τα επί γης» (Κολ. γ’ 2)˙ όθεν οι τοιούτοι θεόφρονες Χριστιανοί βέβαια θεοφρόνως πρέπει και να πανηγυρίζουν. Ο Προφήτης Ωσηέ ερωτά, τί να κάμνουν οι λαοί εις τας πανηγύρεις και εορτάς του Κυρίου˙ «Τί ποιήσατε εν ημέραις πανηγύρεως, και εν ημέρα εορτής του Κυρίου;»(Ωσ. θ’ 5). Και αποκρίνεται εις τούτο ο Θεολόγος Γρηγόριος, λέγων ότι πρέπει να εορτάζουν όχι πανηγυρικώς, ήγουν καθώς συνειθίζουν να κάμνουν οι Έλληνες εις τας δημοτελείς πανηγύρεις με τρυφήν και σπατάλην, αλλά θεϊκώς και πνευματικώς˙ όχι κοσμικώς και φιληδόνως, και καθώς ο κοσμοκράτωρ Διάβολος βούλεται, άλλ΄ υπερκοσμίως και Αγγελικώς˙ όχι συσταίνοντες χορούς˙ όχι παιγνίδια παίζοντες, και
λέγοντες τραγούδια άσεμνα και αισχρά˙ όχι φιλεύοντες τας πέντε αισθήσεις των με τα ηδονικά αντικείμενα, τα οποία είναι πρόχειροι εις κακίαν οδοί, και είσοδοι εις την αμαρτίαν. (Λόγος εις την Χριστού Γέννησιν).

Οι δε τοιαύτα πράττοντες εις τας πανηγύρεις του Χριστού, ή της Θεοτόκου, λυπούσι τον Χριστόν, λυπούσι την Θεοτόκον, και κάμνουσι να χαίρεται ο Διάβολος˙ αυτοί ελογίασαν ότι ο Θεός τους έδωκε την ζωήν δια να παίζουν, και τον βίον, δια να πανηγυρίζουν˙ άλλ’ ώ πόσον είναι άφρονες και ανόητοι! Δια τούτο κατηγορεί αυτούς ο Σολομών λέγων˙ «Ελογίσαντο παίγνιον είναι την ζωήν ημών, και τον βίον πανηγυρισμόν επικερδή» (Σολ. ιε’ 12). Οι τοιούτοι Χριστιανοί κάμνουν και αυτόν τον Θεόν και την Θεοτόκον να μισούν, και να αποστρέφωνται τας εορτάς των και πανηγύρεις δια τας αταξίας όπου εν αυταίς πράττουν, καθώς ο Θεός το μαρτυρεί δια του Προφήτου Αμώς λέγων˙ «Μεμίσηκα, απώσμαι εορτάς υμών, και ου μη οσφρανθώ θυσίας εν ταις πανηγύρεσιν υμών» (Αμ. ε’ 21).2 Πανήγυριν δε ονομάζει ο Μελωδός την εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου˙ διότι αυτή μία ούσα η κυριωτέρα των θεομητορικών εορτών, πάντας άγει, ήγουν όλους συναθροίζει εις το να εορτάσουν την ζωηφόρον της Θεομήτορος Κοίμησιν.

Παράβαλε και:
Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – ερμηνεία εις τους κανόνας της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.