Μέσα στον κόσμο της θείας δημιουργίας υπήρχε ένας κήπος, που τον πότιζαν ολόγυρα τέσσερα ποτάμια. Μέσα ήταν κάθε λογής δέντρα και λουλούδια.
Παντού πάνω από τα τρεχούμενα τα κρυσταλλένια τα νερά και μέσα στ’ ανθισμένα περιβόλια, στους θάμνους και στα δέντρα πάνω αηδονάκια ασώπαστα κελαηδούσαν. Χιλιάδες παγόνια καμαρωτά κάτω από τα δέντρα άπλωναν τις πολύχρωμες ουρές τους στον αέρα. Χιλιάδες άλλα φανταχτερά πουλιά με κάθε λογής χρώματα βοσκούσαν μέσα σ’ αυτόν τον κήπο, τον Παράδεισο.
Σ’ αυτόν τον τόπο έφερε ο Θεός τον Αδάμ και, δείχνοντάς του, του λέει:
«Όλα αυτά που βλέπεις, παιδί μου Αδάμ, είναι δικά σας. Απ’ όλα μπορείτε να κόβετε κι απ’ όλα μπορείτε να τρώτε. Προσέξετε μόνο μην τύχη και φάτε καρπό από το δέντρο «του καλού και του κακού», γιατί όποια μέρα θα φάτε από αυτό θα κάμετε αμαρτία, που θα σας φέρη το θάνατο.
Αυτό το παράξενο δέντρο βρισκόταν στη μέση στον Παράδεισο.
Έτσι ο Αδάμ με την Εύα, τριγυρισμένοι απ’ όλα τα καλά, που τους χάρισε ο Θεός, ζούσαν ευτυχισμένοι μέσα στον Παράδεισο. Κι έτσι θα περνούσαν παντοτινά, αν ο κακός Διάβολος δεν έβλεπε τη μεγάλη ευτυχία των πρωτοπλάστων και δεν τους ζηλοφθονούσε.
Η Εύα και το φίδι.
Ο πονηρός, που ζήλευε την ευτυχία των πρωτοπλάστων, αποφάσισε να τους καταστρέψη. Μεταμορφώθηκε λοιπόν σε φίδι και πήγε στην Εύα.
-«Εύα, της λέει, γιατί δεν τρως από το νόστιμο καρπό αυτού του δέντρου;».
-«Ο Θεός μας το απαγόρευσε, αποκρίθηκε η Εύα.
-«Βέβαια σας το απαγόρευσε, γιατί φοβήθηκε μη γίνεται και σεις Θεοί. Λοιπόν, μην ακούτε, αλλά φάτε απ’ αυτόν τον καρπό, να δήτε τι ωραίος που είναι».
Η Εύα ξεγελάστηκε έτσι από τον πονηρό κι έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό.
Ύστερα πήγε και βρήκε τον Αδάμ και τον κατάφερε να φάη κι εκείνος.
Ο Θεός όμως είδε την παρακοή τους.
-«Αδάμ, Αδάμ!», φωνάζει. «Έφαγες από τον απαγορευμένο καρπό;».
-«Κύριε, αποκρίθηκε γεμάτος φόβο ο Αδάμ, δεν φταίω εγώ. Η Εύα με γέλασε».
-«Δε φταίω ούτ’ εγώ. Το φίδι με γέλασε», είπε και η Εύα.
Τότε ο Θεός, πολύ οργισμένος, έδιωξε και τους δυο από τον Παράδεισο και τους καταράστηκε: ο Αδάμ να τρώη το ψωμί του με τον ιδρώτα του, η Εύα να γεννάη με πόνους τα παιδιά της και το φίδι να σέρνεται με την κοιλιά στο χώμα.
Από το βιβλίο του:
ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Ε. ΠΕΤΡΟΥΝΙΑ
ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
Βιβλίο θρησκευτικών Γ’ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων – Αθήναι 1976
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
