Τη 31η του μηνός Οκτωβρίου, διήγησις Θεοδωρήτου επισκόπου, περί βίου και αθλήσεως Ομολογητού τινός ανωνύμου – Ι. Μ. Παρακλήτου (κείμενο και αρχείο ήχου mp3).

Τη 31η του μηνός Οκτωβρίου
Διήγησις Θεοδωρήτου επισκόπου, περί βίου και αθλήσεως Ομολογητού τινός ανωνύμου.1

Ακούστε το επόμενο κείμενο, όπως αυτό «δημοσιεύθηκε» στο 167-ο τεύχος (Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου του 2017) του ηχητικού περιοδικού μας, Ορθόδοξη Πορεία.

Τη 31η του μηνός Οκτωβρίου, διήγησις Θεοδωρήτου επισκόπου, περί βίου και αθλήσεως Ομολογητού τινός ανωνύμου.mp3

Στις μέρες του αποστάτη Ιουλιανού2 ένας νέος, γιος ειδωλολάτρη ιερέα, που ανατράφηκε μέσα στην ευσέβεια, μεταπήδησε στη χορεία των ευσεβών με τον ακόλουθο τρόπο.
Κάποια γυναίκα, ονομαστή για την ευσέβειά της και τιμημένη με το αξίωμα της διακόνισσας, ήταν γνωστή της μητέρας του νέου. Κάθε φορά λοιπόν που η μητέρα του τον έπαιρνε – μικρό παιδάκι ακόμα – και πήγαινε επίσκεψη στο σπίτι της διακόνισσας, αυτή τoν αγκάλιαζε, τον φιλούσε και τον παρακινούσε ν’ ασπαστεί τη χριστιανική πίστη. Αλλά και όταν πέθανε η μητέρα του, ο νέος πήγαινε στη διακόνισσα και απολάμβανε τη συνηθισμένη διδασκαλία της.
Σαν πίστεψε πια ακράδαντα σε όσα τον είχε διδάξει η θεοφιλής γυναίκα, τη ρώτησε:
-Πώς θα μπορέσω τώρα ν’ απαγκιστρωθώ από τη δεισιδαιμονία του πατέρα μου και να γίνω μέτοχος της αλήθειας που κηρύσσεις;
-Πρέπει, παιδί μου, ν’ αφήσεις τον πατέρα σου, αποκρίθηκε εκείνη, και να προτιμήσεις το Δημιουργό σου και Δημιουργό του. Να καταφύγεις μάλιστα σε άλλη πόλη, όπου θα μπορέσεις να γλυτώσεις από τα χέρια του ασεβέστατου βασιλιά.
Υποσχέθηκε μάλιστα ότι θα προνοούσε η ίδια γι’ αυτό.
-Και τη ζωή μου θα θυσιάσω! Είπε ο νέος μόλις την άκουσε.
Μετά από λίγες μέρες, ο Ιουλιανός ανέβηκε στη Δάφνη3 για να τελέσει εορτές και να παραθέσει δημόσιο συμποσιακό γεύμα στο λαό. Μαζί του ανέβηκε, σαν ιερέας, και ο πατέρας του νέου, που συνήθιζε ν’ ακολουθεί το βασιλιά. Τον πατέρα του ακολούθησαν ο νέος και ο αδελφός του, γιατί ήταν κι οι δυο νεωκόροι και ράντιζαν τα βασιλικά εδέσματα.4
Την πρώτη λοιπόν ημέρα των εορτών, ο νέος παραβρέθηκε στην τράπεζα του βασιλιά και ράντισε, κατά την συνήθεια, τα φαγητά, γεμίζοντάς τα με το δαιμονικό μίασμα.
Έπειτα παίρνει δρόμο, τρέχει στην Αντιόχεια και βρίσκει τη θαυμαστή εκείνη γυναίκα.
-Εγώ τήρησα την υπόσχεσή μου και ήρθα, της λέει. Κράτησε κι εσύ το τάξιμό σου και φρόντισε για τη σωτηρία της ζωής και της ψυχής μου.
Σηκώθηκε αμέσως η γυναίκα και οδήγησε το νέο στον άνθρωπο του Θεού Μελέτιο.5 Κι εκείνος τον έβαλε – καλομαθημένον, όπως ήταν – να μείνει εκεί, στο επισκοπικό του κατάλυμα.
Στο μεταξύ ο πατέρας του άρχισε να τον αναζητάει. Γύρισε όλη τη Δάφνη κι έφτασε μέχρι την πόλη της Αντιόχειας, περιδιαβαίνοντας στους δρόμους και τα σοκάκια και ψάχνοντας εδώ κι εκεί να τον βρει.
Σαν έφτασε λοιπόν στο μέρος, όπου ήταν το επισκοπείο του αγίου Μελετίου, σήκωσε τα μάτια και βλέπει το γιο του να σκύβει από ψηλά. Τρέχει αμέσως, τον αρπάζει και τον κατεβάζει κάτω. Τον έσυρε μέχρι το σπίτι, κι εκεί, αφού πρώτα τον μαστίγωσε άγρια, πύρωσε σιδερένια ραβδιά κι έκαψε μ’ αυτά τα χέρια, τα πόδια και την πλάτη του. Τον έκλεισε έπειτα στον κοιτώνα του, τον ασφάλισε απ’ έξω και ξανάφυγε για τη Δάφνη.
Όλ’ αυτά μου τα διηγήθηκε6 ο ίδιος ο πατέρας, όταν ήταν πια γέρος. Πρόσθεσε μάλιστα και τα παρακάτω:
Κατενθουσιασμένος ο νέος για τα μαρτύριά του και γεμάτος χάρη Θεού, έκανε κομμάτια τα είδωλα του πατέρα του, περιγελώντας την αδυναμία τους. Ύστερα όμως, σαν αναλογίστηκε τι είχε κάνει, φοβήθηκε τον ερχομό του πατέρα του, και ικέτευε το Δεσπότη Κύριο να κάνει το θαύμα Του, ώστε να συντριβούν οι αμπάρες και ν’ ανοίξουν οι πόρτες.
-Αφού για σένα, Κύριε, πρόσθεσε, έχω πάθει ό,τι έπαθα κι έχω κάνει ό,τι έκανα…
«Δεν πρόλαβα να τελειώσω», διηγόταν αργότερα ο νέος, κι έπεσαν τα μάνταλα! Οι πόρτες άνοιξαν. Έτρεξα πάλι αμέσως στη διακόνισσα. Κι εκείνη μ’ έντυσε με γυναικεία φορέματα και με κράτησε κοντά της, στο κατάλυμά της. Έπειτα με οδήγησε ξανά στον ιερό Μελέτιο, που με τη σειρά του μ’ έστειλε νύχτα στην Παλαιστίνη, στον πατριάρχη των Ιεροσολύμων – ο άγιος – Κύριλλος7 ήταν την εποχή εκείνη».
Μετά το θάνατο του Ιουλιανού, ο νέος οδήγησε και τον πατέρα του στη χριστιανική ευσέβεια, καθώς ο ίδιος μας διηγήθηκε μαζί με τα υπόλοιπα. Κι αυτός, σε μεγάλη πια ηλικία κι έχοντας στο σώμα του τα σημάδια των πληγών που υπέμεινε για την πίστη, αναχώρησε για τις αιώνιες μονές, αφού οδήγησε και άλλους στην ευσέβεια.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.
1. Η διήγηση προέρχεται από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Θεοδωρήτου Κύρου, Γ’ 10 (PG 82, 1101-1104).
2. Ιουλιανός (361-363): Διάδοχος του γιου και διαδόχου του αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου, Κωνστάντιου Β’ (337-361). Έχει μείνει στην ιστορία με την επωνυμία Αποστάτης ή Παραβάτης, επειδή στη διάρκεια της σύντομης βασιλείας του έκανε την τελευταία προσπάθεια ανασυγκροτήσεως της αρχαίας εθνικής θρησκείας.
Μαθητής του περίφημου σοφιστή Λιβάνιου και άλλων νεοπλατωνικών φιλοσόφων και θεουργών, είχε μυηθεί από έφηβος στα μυστήρια του Βασιλιά Ήλιου, μέσα σε σπήλαιο και σε πανηγυρική ατμόσφαιρα με κεραυνούς, φωτοχυσίες, επικλήσεις πνευμάτων και άλλες μαγικές πράξεις.
Όταν ανέβηκε στο θρόνο, θέλησε να ενσαρκώσει το φωτισμένο ηγεμόνα του Πλάτωνα, γιαυτό και κάλεσε κοντά του λαμπρούς ρήτορες, φιλοσόφους και γιατρούς. Στα πλαίσια των σχεδίων του για την αποκατάσταση της εθνικής θρησκείας, άνοιξε ειδωλολατρικούς ναούς, επανέφερε την προσφορά δημόσιων θυσιών και απομάκρυνε τους χριστιανούς που κατείχαν σπουδαία στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα. Θέλησε να επιβάλει στους υπηκόους του μια εθνική θρησκεία δικής του εμπνεύσεως, που είχε θεό μιθραϊκό (το Βασιλιά Ήλιο), θεολογία νεοπλατωνική (δανεισμένη κυρίως από τον Ιάμβλιχο) και οργάνωση χριστιανική.
Η προσπάθειά του όμως δεν έφερε καρπούς. Οι υπήκοοί του δε συμμερίστηκαν τα οράματά του. Την αποτυχία του βεβαίωσαν τελικά τα δαιμόνια, που καλύπτονταν πίσω από τις ειδωλολατρικές θεότητες. Συγκεκριμένα, κατά την παράδοση, το μαντείο των Δελφών έδωσε σε απεσταλμένους του αυτοκράτορα τον παρακάτω γνωστό – και απαισιόδοξο για το μέλλον της εθνικής θρησκείας – χρησμό:
Είπατε τω βασιλεί˙ χαμαί ‘πέσε δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν˙ απέσβετο και λάλον ύδωρ.
Λέγεται πως αυτός ήταν ο τελευταίος χρησμός που έδωσε το περίφημο μαντείο του Απόλλωνα, πριν εγκαταλειφθεί και αρχίσει να ερειπώνεται, στα τέλη του 4ου αι.
Η συνειδητοποίηση της αποτυχίας του εξαγρίωσε τον Ιουλιανό. Οργισμένος, κίνησε σκληρούς διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Παράλληλα άρχισε περιοδεία στις ανατολικές επαρχίες όπου επισκεπτόταν αρχαία ιερά και διαφήμιζε την ειδωλολατρία. Πέρασε από τη Νικομήδεια, την Άγκυρα, την Καισάρεια και ήρθε στην Αντιόχεια, όπου ο λαός τον υποδέχτηκε με μεγάλη ψυχρότητα. Όταν μάλιστα ανέβηκε στη Δάφνη (βλ. παρακάτω σχόλιο 27) για την εορτή του Απόλλωνα, δε βρήκε στο ναό του παρά μόνο έναν ιερέα, που είχε για σφάγιο… μια χήνα από το σπίτι του! Αυτός ο ιερέας, όπως φαίνεται, ήταν ο πατέρας του ανώνυμου ομολογητή της διηγήσεώς μας.
Την άνοιξη του 363 ο αυτοκράτορας, πιστεύοντας στη διαβεβαίωση του φίλου του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Μαξίμου του Εφεσίου, ότι αποτελεί ενσάρκωση του Μεγ. Αλεξάνδρου, στράφηκε εναντίον των Περσών.
Χτυπήθηκε θανάσιμα από βέλος και πέθανε στις 26 Ιανουαρίου του 363, σε ηλικία 32 μόλις χρόνων.
Τις μυστηριώδεις, για πολλούς, συνθήκες του τραυματισμού του διαλευκαίνει το συναξάρι του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου (1 Ιανουαρίου). Σύμφωνα μ’ αυτό, όταν ο Ιουλιανός είχε περάσει από την Καισάρεια, πηγαίνοντας προς την Αντιόχεια, είχε απειλήσει ότι, στην επιστροφή του, θα έκαιγε την πόλη και θα αιχμαλώτιζε το χριστιανικό πληθυσμό της. ο άγιος Βασίλειος κάλεσε το λαό σε νηστεία και προσευχή στο ναό της Θεοτόκου, στο κοντινό όρος Δίδυμο. Εκεί οι χριστιανοί και ο ιεράρχης προσευχήθηκαν στον Κύριο και την Παναγία Μητέρα Του να τους σώσουν από την οργή του βασιλιά. Στη διάρκεια της προσευχής ο άγιος είδε σε όραμα τη Θεοτόκο, που πρόσταξε τον άγιο μεγαλομάρτυρα Μερκούριο να βάλει τέλος στη ζωή του ασεβούς αυτοκράτορα. Μετά την οπτασία αυτή ο άγιος Βασίλειος πήρε μερικούς κληρικούς και κατέβηκε στην πόλη, στο ναό του αγίου Μερκουρίου, όπου φυλάσσονταν το λείψανο και τα όπλα του μάρτυρα (ο άγιος Μερκούριος είχε μαρτυρήσει στην Καισάρεια εκατό περίπου χρόνια πριν). Εκεί διαπίστωσαν ότι τόσο το τίμιο λείψανο όσο και τα όπλα του στρατιωτικού αγίου έλειπαν! Κανείς, ούτε ο σκευοφύλακας του ναού, δεν ήξερε τι είχε συμβεί. Τότε ο άγιος Βασίλειος πείστηκε για την αλήθεια του οράματος, που επιβεβαιώθηκε σύντομα από την είδηση του θανάτου του Ιουλιανού.
3. Δάφνη: Προάστιο της Αντιόχειας, περίφημο για το ναό του Δαφναίου Απόλλωνα, που έχτισε ο βασιλιάς της Συρίας Σέλευκος Α’ Νικάτωρ (305-281 π.Χ.). Αργότερα (351) ο Γάλλος, αδελφός του Ιουλιανού, έχτισε στη Δάφνη μεγάλο χριστιανικό ναό, όπου τοποθέτησε το τίμιο λείψανο του αγίου ιερομάρτυρα Βαβύλα, επισκόπου Αντιοχείας (+251, διωγμοί Δεκίου). Όταν όμως το 362 ο Ιουλιανός, ήδη αυτοκράτορας, ζήτησε από το μαντείο του Δαφναίου Απόλλωνα κάποιο χρησμό, ο δαίμονας του ναού αποκρίθηκε πως δε μπορούσε να χρησμοδοτήσει, επειδή τον εμπόδιζε η παρουσία του αγίου λειψάνου! «Νεκροί με κωλύουσι φθέγγεσθαι», είπε στον αποστάτη˙ «άλλ’ ανάρρηξον τας θήκας, ανόρυξον τα οστά, μετάστησαν τους νεκρούς» (άγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος εγκωμιαστικός εις τον άγιον ιερομάρτυρα Βαβύλαν, Ε.Π.Ε. 37 {1989}, σελ. 58). Ο αυτοκράτορας τότε πρόσταξε να μετακομίσουν αλλού το άγιο λείψανο. «Ο μεν ουν μάρτυς εκινείτο, ο δε δαίμων ουδέ ούτως αδείας απέλαυεν˙ άλλ’ ευθέως εμάνθανεν, ότι οστά μεν μάρτυρος μετακινήσαι δυνατόν εστί, χείρας δε μάρτυρος διαφυγείν αδύνατον. Ομού τε γαρ η λάρναξ επί την πόλιν είλκετο, και κεραυνός άνωθεν επί την κεφαλήν ήρχετο του ξοάνου και τα πάντα κατέφλεγε»! (ό.π., σελ. 60,62). Μετά το κάψιμο του ειδωλολατρικού ιερού, το λείψανο μετακομίστηκε πάλι στην προηγούμενη θέση του.
4. Οι νεωκόροι στην αρχαιότητα αποτελούσαν είδος ιερατικού αξιώματος και είχαν την επιμέλεια των ναών. Ήταν ιερά πρόσωπα, παραπλήσια με τους ιερείς, και χαρακτηρίζονταν σαν ιεροφύλακες (Πλατ., Νόμοι 759 Α˙ Ξενοφ. Κύρου Ανάβ. 5,3,6). Κατά γενική ειδωλολατρική συνήθεια, μετά από κάθε θυσία στους θεούς γινόταν συμπόσιο, που αποτελούσε κατά κάποιο τρόπο συνέχεια της θυσίας και μέρος του τελετουργικού της. στη διάρκειά του οι συμποσιαστές – «πιστοί» έτρωγαν τμήματα από τα θύματα (συνήθως οικιακά ζώα) ή φαγητά ραντισμένα με το αίμα των θυμάτων, πιστεύοντας ότι κοινωνούν έτσι με τους θεούς και εξασφαλίζουν την εύνοιά τους. με τον τρόπο αυτό όμως γίνονταν ανεπίγνωστα κοινωνοί όχι της θεότητος αλλά των δαιμονίων, αφού, κατά τον ψαλμωδό «πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια» (Ψαλμ. 95:5).
5. Μελέτιος, αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας (361-381). Άγιος και ομολογητής. Επιφανής εκκλησιαστική προσωπικότητα του 4ου αι. εξορίστηκε επανειλημμένα για την εμμονή του στο ορθόδοξο δόγμα και την αντίδρασή του στον αρειανισμό. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο σαν πρόεδρός της, αλλά κοιμήθηκε στη διάρκεια των εργασιών της, το Μάιο του 381. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου.
6. Μιλάει εδώ σε πρώτο πρόσωπο ο Θεοδώρητος Κύρου, συγγραφέας της διηγήσεως.
7. Κύριλλος Α’: Ποιμένας των Ιεροσολύμων από το 348 μέχρι το 386, με μακροχρόνιες διακοπές εξορίας από τους αρειανούς, λόγω της εμμονής του στο δόγμα της Νικαίας. Κύριο έργο του είναι οι περίφημες Κατηχήσεις, που εκφωνήθηκαν τη μεγάλη σαρακοστή και τη διακαινήσιμη εβδομάδα του 348 στο ναό της Αναστάσεως, με σκοπό την εισαγωγή των κατηχουμένων στις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής πίστεως και ζωής, καθώς και τη φανέρωση των μυστηρίων της Εκκλησίας στους νεοφώτιστους. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Μαρτίου. Εξαίρετη έκδοση των Κατηχήσεων του αγίου Κυρίλλου, με εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια, έκανε το 1991 η Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα (έκδ. «Ετοιμασία»).

Από το βιβλίο: Διηγήσεις φοβερές και ωφέλιμες: Από τα Μηναία της Εκκλησίας μας – Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Αρχεία ήχου και εικόνος (video), Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Το ηχητικό περιοδικό μας - Ορθόδοξη Πορεία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.