«Μάννα» από Ιερέα σε μετανάστες – Μαριλης Μαργωμενου.

Εχει 11 παιδιά και χίλια ακόμα στόματα να θρέψει ο ιερέας Θόδωρος Ζώης στην Ηγουμενίτσα. Την ώρα του συσσιτίου δεν τον βλέπεις καν. Είναι στο κέντρο του κύκλου. Χίλιοι άνθρωποι γύρω του σπρώχνονται για ένα μπολ φαγητό. Είναι η μόνη ώρα που τους βλέπεις όλους μαζεμένους. Την υπόλοιπη μέρα κρύβονται, ψάχνουν να χωθούν στις νταλίκες, στο πλοίο για την Ιταλία. Ολη μέρα, εκτός από τώρα. Το φορτηγάκι έρχεται από μακριά. Αν μισοκλείσεις τα μάτια, είναι σαν να βλέπεις τα επίκαιρα της Κατοχής. Ενα τσούρμο καχεκτικών ανθρώπων τρέχει. Μερικές φορές φωνάζουν κιόλας: «Πα-πάς! Πα-πάς!». Ο άνδρας στο κέντρο του κύκλου ίσως να είναι ο τελευταίος άνθρωπος στην πόλη που ενδιαφέρεται γι’ αυτό το πεινασμένο ασκέρι.
Ο παπα-Θόδωρος Ζώης του Αγίου Σπυρίδωνα στην Ηγουμενίτσα, έχει 11 παιδιά. Εχει και χίλια στόματα ακόμα να θρέψει.

Η μεγάλη κόρη του παπα-Θόδωρου βαδίζει στα 23, η μικρότερη πάει B΄ Δημοτικού. Εξι αγόρια, πέντε κορίτσια. Τον ρωτάω τι λένε τα μικρά του για τους μετανάστες.
«Μήπως νομίζεις πως εδώ ζουν τίποτα πλούσιοι;», κάνει. «Τα παιδιά ξέρουν από ανάγκη. Αλλά ξέρουν κι από αγάπη».

Η Ηγουμενίτσα δεν είναι σαν τις άλλες πόλεις. Είναι η πρώτη πόλη που δέχθηκε μετανάστες. Ούτε ο παπα-Θόδωρος είναι σαν τους πιο πολλούς παπάδες. «Το ’92», λέει, «ήμουν στα σύνορα. Είχα ένα σακούλι καραμέλες για να τις δώσω σε όποια παιδάκια δω να περνούν. Αλλά τα μικρά τρόμαζαν. Τα ράσα, τα γένια… Δεν είχαν ξαναδεί παπά! Επαιρναν οι μαμάδες τους τις καραμέλες και τους τις έδιναν να σταματήσουν το κλάμα».

Μου λέει για τότε, που τους Κούρδους στην Ηγουμενίτσα τους κοίμιζαν στα σπίτια τους. Αλλες εποχές, άλλες αντοχές. Τώρα στο λιμάνι κάθε τόσο γίνεται πόλεμος. Αστυνομικοί με δακρυγόνα, κάτοικοι με φωτοβολίδες. Πολλοί ξένοι, λίγη υπομονή. Σ’ αυτήν την πόλη, μόνο ο παπα-Θόδωρος επιμένει: επτά χρόνια συσσίτια. Μόνο που τώρα πια, όσα πιάτα και να βγάλει δεν φτάνουν. Ο κόσμος είναι τόσο πολύς, που καιρό τώρα ο κάθε κάδος της πόλης είναι κι ένα μεγάλο πιάτο.

Οι πιο ευγενικοί κάτοικοι κρεμούν κάθε μεσημέρι τις σακούλες με τα αποφάγια τους δίπλα στον κάδο. Οι πιο εχθρικοί πετούν φωτοβολίδες να κάψουν τους μετανάστες στις διαδηλώσεις. Ο παπα-Θόδωρος δεν κακίζει κανένα. «Τι περιμένεις;», λέει. «Δεν μπορούμε να το λύσουμε εμείς το πρόβλημα». Αλλά από την Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ μέχρι το γραφείο της αρμόδιας υπουργού, όλοι αυτόν παίρνουν τηλέφωνο.

«Ξέρεις τι λέει ο Στράτος μου που είναι δέκα χρόνων;», κάνει ο παπάς. «Το
“θα” είναι τζάμπα. Ενώ το “να” κοστίζει». Μέχρι να βρεθεί κάποιος να πει το «να», ο παπάς κάνει αυτό που μπορεί. Φτάνει να κάτσεις μια μέρα δίπλα του και πια καταλαβαίνεις πώς ένας άνθρωπος φθάνει για να κάνει το «τίποτα» «κάτι».

Σε επτά χρόνια

«Την ευχή σου, παππούλη! Τι κάνεις;», ακούω τον τυροκόμο να του λέει στο τηλέφωνο. «Τον παπά κάνω!», απαντάει εκείνος και όπως ο τυροκόμος γελάει, η μυζήθρα για το σημερινό γεύμα των μεταναστών είναι σαν να έχει ξεκινήσει ήδη να έρχεται. Στα επτά χρόνια των συσσιτίων ο παπάς έμαθε πώς να ξεπαγώνει 35 κιλά κοτόπουλο σε μισή μέρα, πώς να μην του χύνεται το φαγητό από το καζάνι στις στροφές, πώς να κάνει τα γρανάζια μιας κακολαδωμένης μηχανής, σαν την κρατική, να γυρνούν γι’ αυτόν!

Σήμερα, ένα αυτοκίνητο του δημαρχείου φέρνει τα μακαρόνια: δύο τόνοι, από κάποιον σύλλογο πολυτέκνων. Μια δασκάλα σ’ ένα νηπιαγωγείο βράζει τη σάλτσα ντομάτα. Απ’ το τυροκομείο ένας ταξιτζής κουβαλάει τον τενεκέ με τη μυζήθρα. Και το ψωμί, που το πούλησε ο φούρναρης μισοτιμής, το κουβαλάει μία… σχολή οδηγών: η εκπαιδευόμενη στο τιμόνι, ο οδηγός δίπλα και τα καρβέλια στο πίσω κάθισμα! Με τον παπα-Θόδωρο να συντονίζει αυτόν τον μικρό στρατό ατάκτων, οι μετανάστες θα φάνε και σήμερα. «Και αύριο;», ρωτάω. «Εχει ο Θεός», απαντάει και με το δεξί χέρι δείχνει ψηλά.

Η/Υ ΠΗΓΗ
Εφημερίδα: Η Καθημερινή, 14-05-2011

Κατηγορίες: Ιστορικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.