Ο Γέρων Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.

Η πρώτη γνωριμία:

Κάποτε επισκέφθηκα τον γέροντα Παΐσιο στο τότε καλύβι του Τιμίου Σταυρός στην Καψάλα του Αγίου Όρους, περιοχή της Μονής Σταυρονικήτα και είχα μαζί του μια πολύ ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική συνομιλία. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα ζωντανή την πνευματική πείρα. Μέχρι τότε την χριστιανική ζωή γνώριζα ως ζωή αρετής, ζωή αγώνος για την ηθική τελείωση, δηλαδή ζωή ανθρωποκεντρική και τη χριστιανική γνώση γνώριζα ως γνώση αποκτημένη από τα πολλά βιβλία, δηλαδή ως εγκεφαλικό φορτίο. Τώρα ανοιγόταν μπροστά μου ένας άλλος κόσμος, ένας κόσμος πείρας πνευματικής προερχόμενης από κάτι άλλο έξω από τον άνθρωπο και τα διανοήματά του, δηλαδή ένας κόσμος που είχε πείρα της χάριτος του Θεού, που μπορούσε να αντιπαραταχθεί πραγματικά και εμπειρικά και όχι μόνον θεωρητικά, στην πείρα εκείνων που έλεγαν ότι είχαν άλλες πνευματικές εμπειρίες, όπως οι φωτισμένες, οι γιόγκι, οι αποκρυφιστές, οι πνευματιστές και άλλοι.
Ο μοναχός Παΐσιος τον οποίον επισκέφθηκα στο φτωχικό καλύβι του μου έδωσε δύο πράγματα: Την έκπληξη μπροστά στο παράθυρο μιας άλλης χριστιανικής ζωής που μου ανοιγόταν και την υπόδειξή του να γνωρίσω τον πατέρα Πορφύριο. Έμενα τότε σε μια επαρχιακή πόλη. Στο πρώτο ταξίδι μου στην Αθήνα τον ανεζήτησα στην Πολυκλινική Αθηνών, στην οδό Σωκράτους, δίπλα στην Ομόνοια. Θα ήταν τότε το 1973. Καθίσαμε σ’ ένα ξύλινο παγκάκι λίγο πιο πάνω από τον Άγιο Γεράσιμο (το παρεκκλήσιο της Πολυκλινικής) και τα είπαμε. Δεν θυμάμαι πια τα λόγια. Θυμάμαι όμως πολύ καλά αυτό που με εντυπωσίασε και που από τότε καρφώθηκε στην ψυχή μου: «Παιδί μου, η Θεία Χάρις είναι αισθητή». Έτσι βρέθηκα πάλι μπροστά σ’ έναν άνθρωπο που μιλούσε από την πείρα του, μια πείρα αισθητής παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του. Και ήμουν ένας διανοούμενος που περί πολλού είχα την εγκεφαλική γνώση και την διανοητική σύλληψη της αλήθειας!
Όταν κάποτε, πριν δυόμισυ δεκαετίες, συνόδευσα τον γέροντα Πορφύριο σ’ ένα ταξίδι του στο Άγιον Όρος, ένας νέος τότε ηγούμενος, το μοναστήρι του οποίου επισκεφθήκαμε μαζί, μου είπε ιδιαιτέρως, αναφερόμενος στον Γέροντα: «Ξεπέρασε και το μοναχό». Από τότε προσπαθώ να καταλάβω τι άραγε να σήμαιναν αυτά τα λόγια; Τί ήταν αυτό το διαφορετικό που συναντούσε ο ηγούμενος (μορφωμένος, ταξιδεμένος, γλωσσομαθής, στοχαστής, έμπειρος της χριστιανικής και της μοναχικής ζωής) στον απλό και ταπεινό, τον ολιγογράμματο και σοφό ιερομόναχο Πορφύριο, που ξεκίνησε από την έρημο του Αγίου Όρους και πέρασε τα ώριμα 33 χρόνια της ζωής του στην έρημο της πλατείας Ομονοίας, όπως έλεγε, σαν εφημέριος στην Πολυκλινική των Αθηνών, χωρίς ούτε μια στιγμή να ξεχάσει την λαχτάρα του για το Άγιον Όρος και τη μοναχική του ιδιότητα; Μοναχός που ξεπέρασε το μοναχό! Τί άραγε να σημαίνει αυτό;
Από τότε διατήρησα συνεχή και όσο το δυνατόν στενό δεσμό με τον Πατέρα Πορφύριο και σιγά – σιγά βρέθηκα στον περίγυρο της εσωτερικής ζωής. Ποτέ βέβαια δεν μπήκα στα ενδότερά της, αν και προσπάθησε μερικές φορές να με μυήσει στις πρώτες βαθμίδες της πνευματικής μαθητείας. Φαίνεται πως η ψυχική στρέβλωση του διανοητισμού μου και το θέλημά μου, που είναι η βιωμένη μορφή του εγωϊσμού, ήταν τέτοια που δεν άφηνε ανοιχτή όσο έπρεπε την καρδιά μου για να μπει μέσα της ο άλλος κόσμος, στον οποίο ζούσε ο πατήρ Πορφύριος.
Όμως σταδιακά, λέπια έπεφταν από τα μάτια μου, ρωγμές ανοίγονταν στην καρδιά μου και έβλεπα και αισθανόμουν όλο και καθαρότερα ότι η χριστιανική ζωή είναι κάτι άλλο, διαφορετικό απ’ αυτό που μέχρι τότε γνώριζα. Χειραγωγός σ’ αυτή την ανακάλυψη ήταν ο γέροντας Πορφύριος.
Και τα βασικά στοιχεία του νέου κόσμου στον οποίο με χειραγωγούσε ήταν η Εκκλησία, η αγάπη, η ταπείνωση, η χαρά και η αθανασία.
Βιογραφικά.
Ο γέρων Πορφύριος γεννήθηκε το 1906 στον Άγιο Ιωάννη Καρυστίας Ευβοίας, και βαπτίσθηκε Ευάγγελος. Στο σχολείο φοίτησε μόνο δύο χρόνια. Η ασθένεια του δασκάλου και η φτώχεια της οικογενείας του τον έσπρωξε να εργασθεί βόσκοντας αρχικά τα λίγα ζώα της. Λίγο αργότερα, περίπου εννιά χρονών παιδάκι, εργάστηκε στο ανθρακωρυχείο της περιοχής και μετά σ’ ένα παντοπωλείο γνωστού της οικογενείας στον Πειραιά. Ο πατέρας του είχε πάει να δουλέψει στην διώρυγα του Παναμά για να συντηρήσει την οικογένειά του.
Στα χέρια του οκτάχρονου τσοπανόπουλου είχε φτάσει ένα φυλλαδιάκι με το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτη, τον οποίο διάβαζε συλλαβιστά. Είναι ο άγιος που, αφού έγινε μοναχός σε νεαρή ηλικία, αργότερα αποφάσισε και γύρισε πίσω στο πλούσιο πατρικό του σπίτι, αλλά δεν φανερώθηκε στους γονείς του, που δεν τον γνώρισαν, και έμενε σε μία καλύβα έξω από αυτό, εξού και Καλυβίτης. Αναγνωρίστηκε λίγο πριν την κοίμησή του, από ένα ευαγγέλιο που του είχε χαρίσει η μητέρα του και που της το επέστρεψε λίγο πριν κοιμηθεί εν Κυρίω, αφού είχε προαισθανθεί την κοίμησή του. Αυτός ο άγιος (που γιορτάζει στις 15 Ιανουαρίου) είχε συγκινήσει το μικρό Ευάγγελο, που τον φώναζαν Άγγελο, και του είχε δημιουργήσει τον πόθο να τον μιμηθεί. Κάποτε στο οινοπαντοπωλείον της παλιάς εποχής, στο οποίο δούλευε, ένας ηλικιωμένος πελάτης, που έπινε το κρασάκι του, διηγόταν στο σύντροφό του ότι είχε δουλέψει στο Άγιον Όρος και είχε θαυμάσει το ωραίο κρασί του, που το έλεγαν μονοξυλίτικο, αλλά και τους αγίους ασκητάς που ζούσαν σ’ αυτό. Αυτό άναψε πάλι τον πόθο του μικρού Άγγελου να πάει στο Άγιον Όρος να γίνει ασκητής. Έτσι γύρω στα δώδεκα με δεκατέσσερα χρόνια του ξεκίνησε μόνος του κρυφά για το Άγιον Όρος και στο πλοίο συνάντησε τον μετέπειτα γέροντάς του ιερομόναχο Παντελεήμονα, τον πνευματικό, που ασκήτευε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους.
Σ’ αυτόν τον Γέροντα και τον αυτάδελφό του μοναχό Ιωαννίκιο ο νεαρός δόκιμος έκανε χαρούμενη και άκρα υπακοή και έτσι σε λίγα χρόνια αξιώθηκε να καρεί μοναχός και να μάθει έμπρακτα τα μυστικά της πνευματικής ζωής, έστω και αν θεωρητικά δεν θα μπορούσε να τα εκφράσει όλα.
Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι οι περισσότεροι φαντάζονται την υπακοή σαν μια πειθαρχία που τους στερεί την ελευθερία. Όμως στη μοναχική ζωή η υπακοή είναι αυθόρμητη πράξη αγάπης και μαθητείας. Δηλαδή όπως αυτός που θέλει να μάθει κάτι μιμείται το δάσκαλό του αυθόρμητα και με αγάπη και χωρίς να αισθάνεται πιεσμένος, έτσι και ο μοναχός υπακούει γιατί θέλει να μάθει και μέσω της μαθήσεως να προοδεύσει στη μοναχική ζωή. Θα ήτο πολύ κουτό εκ μέρους του να γίνει μοναχός κατά τους τύπους και να μη μάθει τα μυστικά της μοναχικής προόδου επειδή δεν θέλει να υπακούσει, δηλαδή να μαθητεύσει.
Αποτέλεσμα της μεγάλης αγάπης του στο Χριστό και στους γέροντές του, της υπακοής και της ασκήσεώς του ήτο να τον επισκεφθεί η Χάρις του Θεού και να του δοθεί σε νεαρή ηλικία το χάρισμα της διοράσεως, δηλαδή της δυνατότητας να βλέπει, όταν η Χάρις του Θεού ενεργούσε, τα αόρατα πράγματα ή πνεύματα ή γεγονότα του παρελθόντος και του παρόντος και πολλές φορές και τα μέλλοντα.
Πολλοί βέβαια συγχέουν τη διόραση που χορηγεί το Άγιο Πνεύμα με κάποιες παρεμφερείς ανθρώπινες ή σατανικές ικανότητες, τις οποίες λένε πολλοί ότι έχουν ή και πράγματι μερικώς έχουν είτε σαν φυσικές είτε με τη βοήθεια των πονηρών πνευμάτων. Χρειάζεται αρκετή ανάπτυξη για να γίνει κατανοητός ο τρόπος διακρίσεως της εκ Θεού διοράσεως από το κάτι άλλο που φαίνεται να της μοιάζει και δεν θα ασχοληθώ εδώ μ’ αυτό, γιατί άλλωστε δεν έχω την απαιτούμενη εμπειρία. Όμως αισθάνομαι την ανάγκη να επαναλάβω κάτι σχετικό που επαναλάμβανε συχνά, αλά όχι συστηματικά, ο γέροντας Πορφύριος. Έλεγε: α) Δεν είναι επιστήμη, δεν είναι τέχνη, είναι χάρις. β) Η Θεία Χάρις δεν λανθάνει ποτέ. γ) Όταν ενεργεί η Θεία Χάρις ο άνθρωπος πλημμυρίζει χαρά, αλλά αυτή τη χαρά πρέπει να τη διακρίνουμε από την ψεύτικη χαρά, την απομίμηση χαράς, που προσφέρει το κακό σ’ αυτόν που το διαπράττει. δ) Ο άνθρωπος που έχει την Θεία Χάρη δεν σκέφτεται ποτέ να την χρησιμοποιήσει όπως αυτός θέλει, αλλά ενεργεί όπως η Θεία Χάρις του υποδεικνύει και ε) Για να ενεργήσει η Θεία Χάρις μέσω ενός ανθρώπου πρέπει αυτός να έχει την αγία ταπείνωση, (γιατί υπάρχει και αρρωστημένη ταπείνωση) και να βρίσκεται στην κατάλληλη πνευματική κατάσταση, αλλά η πρωτοβουλία ανήκει στην Θεία Χάρη, την οποία ο χριστιανός επικαλείται με την προσευχή. Αλλά αυτή η προσευχή δεν είναι απαιτητική, αλλά απόθεσις όλης της ζωής μας στην αγάπη του Χριστού μας.
Αυτά έτσι αραδιασμένα δεν τα είπε ποτέ ο Γέροντας όλα μαζί, γιατί δεν έκανε συστηματική διδασκαλία περί της Χάριτος. Αλλά κατά περίπτωση έλεγε το ένα ή το άλλο, για να διαφωτίσει, τον συνομιλητή του και να τον προστατεύσει από κάποια πλάνη. Διότι με την απαρίθμηση αυτή μπορεί κανείς να νομίσει ότι επειδή έμαθε αυτά τα πέντε λόγια, έμαθε όσα πρέπει για την Θεία Χάρη, ενώ η αλήθεια είναι ότι η Θεία Χάρις δεν γνωρίζεται με τη μελέτη, αλλά με την παρουσία της στη ζωή του ανθρώπου, που ο Θεός τον κρίνει άξιο να του φανερωθεί.
Όμως κάναμε μεγάλη παρέκβαση και πρέπει να επανέλθουμε στα βιογραφικά στοιχεία του Γέροντος Πορφυρίου.
Στο Άγιον Όρος ασθένησε από πλευρίτιδα γύρω στα 18 του χρόνια και οι γέροντές του τον έστειλαν σε μοναστήρι στην Εύβοια. Εκεί τον γνώρισε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά Πορφύριος και αφού διεπίστωσε ότι ο Θεός τον είχε επισκιάσει με τη Θεία Χάρη Του, τον εχειροτόνησε ιερέα σε ηλικία 21 ετών. Μετά ένα μικρό διάστημα ο Μητροπολίτης της περιοχής τον κατέστησε πνευματικό και έτσι έθεσε στην υπηρεσία των πιστών το χάρισμα της διοράσεως, με το οποίον ο Θεός είχε χαριτώσει τον δούλον του Πορφύριον. Με το χάρισμα αυτό ο νεαρός ιερομόναχος και πνευματικός Πορφύριος βοηθούσε τους ανθρώπους να γλυτώσουν από διάφορες πλεκτάνες του πονηρού, να καταλάβουν τι γίνεται στην ψυχή το0υς, να μη πιστεύουν τις απάτες των μαγισσών που με το πρόσχημα ότι θα τους λύσουν μάγια τους απομυζούσαν τις οικονομίες τους, να διαπιστώνουν και θεραπεύουν τις σωματικές τους ασθένειες και τα αίτιά τους και γενικά να δουν και να καταλάβουν πράγματα που θα τους βοηθούσαν στη ζωή τους.
Ο γέρων Πορφύριος όταν ήτο στο Άγιον Όρος είχε παρακαλέσει τον Θεό να τον στείλει κοντά στους αρρώστους για να τους υπηρετεί. Έτσι το 1940, πριν από την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, εζήτησε και διορίστηκε εφημέριος στην Πολυκλινική Αθηνών, στην οδό Σωκράτους, που είχε και έχει το παρεκκλήσιο του Αγίου Γερασίμου. Σ’ αυτή τη θέση έμεινε 33 χρόνια (τα τρία μετά την συνταξιοδότησή του) εξομολογώντας τους ασθενείς και άλλους, προσευχόμενος, συμβουλεύοντας και όχι λίγες φορές θεραπεύοντας με την προσευχή και τη Χάρη του Θεού ασθενείς που ζητούσαν την βοήθειά του. Παρ’ όλον δε ότι έκρυβε επιμελώς τα χαρίσματά του είχε γίνει γνωστός σε κάποιο σχετικώς περιορισμένο αριθμό πιστών που σιγά –σιγά μεγάλωνε. Επειδή δε ο μισθός του εφημέριου της Πολυκλινικής ήτο ανεπαρκής για τη συντήρηση των γονέων του, της αδελφής του και κάποιων άλλων συγγενών που είχε αναλάβει, είχε οργανώσει αρχικώς ορνιθοτροφείο, πρωτοπόρος στο είδος, μετά πλεκτήριο, πάλι πρωτοπόρος. Είχε επίσης ειδικευθεί στην σύνθεση αρωμάτων για την κατασκευή μοσχοθυμιάματος, από ευλάβεια όμως και όχι για οικονομικούς λόγους.
Το 1950 ενοικίασε το εγκαταλελειμένο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Καλλισίων1 στην Πεντέλη και καλλιεργούσε μέχρι το 1978 την περιοχή του. Το 1978 έπαθε έμφραγμα και ενοσηλεύθη ένα διάστημα στην Αθήνα. Αφού ανέρρωσε κάπως, το 1979 εγκατεστάθη στο Μήλεσι Αττικής, κοντά στον Ωρωπό, όπου άρχισε, αφού έλαβε τις νόμιμες άδειες, να κτίζει το μετόχι του Ησυχαστηρίου της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος που έχει έδρα στην Αθήνα. Το 1990 εθεμελίωσε τον μεγάλο ναό της Μεταμορφώσεως. Σ’ αυτό το ησυχαστήριο δεχόταν επισκέπτες κάθε κατηγορίας και τηλεφωνήματα από όλα τα μέρη του κόσμου, για διάφορα προβλήματα και συμβούλευε, ευχόταν, εξομολογούσε και θεράπευε τις ψυχές και πολλές φορές και τα σώματα των ανθρώπων.
Το 1984 ύστερα από μία ανεπιτυχή εγχείρηση καταρράκτου άρχισε να χάνει το φυσικό φως του και, αφού πέρασε μια μεγάλη ταλαιπωρία με συνεχείς γαστρορραγίες από παρενέργειες κορτιζόνης, τελικώς ετυφλώθη. Τον Ιούνιο του 1991, προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, ανεχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν εβδομήντα περίπου χρόνια και στις 4.31 το πρωί της 2-12-1991 παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο που τόσο αγάπησε στη ζωή του. Εκεί ετάφη σε έναν απλό καλογερικό τάφο με την παρουσία μόνο των συμμοναστών του, διότι είχε παραγγείλει από μεγάλη ταπείνωση να αναγγελθεί η κοίμησίς του μόνον μετά την ταφή του. Τώρα σ’ αυτόν τον τάφο αναπαύεται άλλος μοναχός, τα δε λείψανα του γέροντος Πορφυρίου έχουν αποκρυβεί σε άγνωστο μέρος.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του γέροντος Πορφυρίου σε όλη του την ζωή ήσαν η άκρα ταπείνωσίς του, η τελεία αγάπη του στο Χριστό και το συνάνθρωπο, η αίσθησίς του ότι ανήκει στην εκκλησία, με μια απόλυτη υπακοή σ’ αυτήν εν Χριστώ και με μια απόλυτη ενότητα με όλους και η βίωσις της αθανασίας και της ελευθερίας από τον φόβο και την κόλαση από αυτή εδώ τη ζωή. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν η απόλυτη υπακοή του, η αγόγγυστη υπομονή του στους αφόρητους πόνους, η σοφή διάκρισή του, η ασύλληπτη διόρασή του, η απέραντη φιλομάθειά του, η εκπληκτική ευρύτητα των γνώσεών του, που ήτο καρπός της Χάριτος και δώρον Θεού και όχι αποτέλεσμα σπουδής, η ανεξάντλητη φιλοπονία και εργατικότητά του, η αδιάλειπτη προσευχή του, το ακραιφνώς ορθόδοξο, αλλά όχι φανατικό φρόνημά του, οι επιτυχείς συμβουλές του, η πολυμέρεια των διδαχών του, η βαθυτάτη ευλάβειά του, το ιεροπρεπέστατο των ακολουθιών που τελούσε, και η μεγάλη φροντίδα του να κρατηθεί μυστική η εκτεταμένη προσφορά του.
Για κάθε ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά θα έπρεπε βέβαια να αναφέρω παραδείγματα, αλλά ο χώρος δεν επαρκεί. Θ’ αναφέρω μόνο πολύ λίγα.
Για την ταπείνωση:
Στα τελευταία του έλεγε στα πνευματικά του παιδιά να βρουν άλλον εξομολόγο. Ένας πήγε σε άλλον και όταν επεσκέφθη το γέροντα Ποφρύριο του διηγήθηκε στενοχωρημένος ότι ο νέος εξομολόγος του όταν άκουσε ότι προηγουμένως εξομολογείτο στον γέροντα Πορφύριο είπε γι’ αυτόν υποτιμητικά: «Κοπρία». Η αυθόρμητη και ατάραχη απάντηση του ταπεινοτάτου Πορφυρίου ήτο: «Δίκιο έχει».
Για την αγάπη:
Είπε κάποτε στον γράφοντα: «Παρακαλώ το Θεό να βάλει όλους τους ανθρώπους στον παράδεισο και εμένα στην κόλαση. Είναι πολύ εφάμαρτο αυτό;».
Για την υπομονή:
Τον ερώτησε κάποιος όταν έπασχε από έρπη αν πονά. Και απάντησε με ηρεμία: «Αισθάνομαι σαν να είναι το μάγουλό μου σε ένα τηγάνι και να τηγανίζεται».

Για την εκ Θεού διόραση που δεν λανθάνει:
Τον επεσκέφθη κάποιος που είχε κάνει αξονική τομογραφία και είχε διαπιστωθεί όγκος στο δεξιό του εγκεφάλου του και ο γέροντας Πορφύριος του είπε ότι είχε όγκο στο αριστερό. Όταν γύρισε ο ασθενής το κατάλυμά του τον ειδοποίησαν ότι ο τομογράφος είχε βλάβη και ότι πρέπει να επαναληφθεί η τομογραφία. Πράγματι επανελήφθη και ο όγκος διεπιστώθη εκεί που είχε πει ο Γέροντας.
Για μια κατάσταση που δεν ξέρω το όνομά της:
Είπε σε κάποιον ότι δοκίμασε το νερό στο βάθος της γης πριν γίνει η γεώτρηση και ότι ήτο αλμυρό. Δεν τον πίστεψαν και έκαναν τη γεώτρηση και πράγματι το νερό ήτο αλμυρό.
Για την εξιδιασμένη γνώση του σε ποικίλα θέματα:
Όταν έμενε σε μοναστήρι στην Εύβοια κατασκεύασε μικρό υδροηλεκτρικό έργο και άναβε λαμπτήρες με τον ηλεκτρισμό και οι χωρικοί έλεγαν, «τρέξτε να δήτε τον παπά που έβγαλε φωτιά από το νερό». Όταν έμενε στα Καλλίσια κατασκεύασε ραδιόφωνο που είχε λήψη χωρίς ρεύμα και χωρίς μπαταρία.
Για την μυστική επέμβασή του στη ζωή:
Κάποτε έγραφαν επί ημέρες οι εφημερίδες για κάποιο χωριό στο οποίο πετιόντουσαν πέτρες και αντικείμενα σε κάποιο σπίτι. ένας αρχιμανδρίτης πήρε το Γέροντα με το αυτοκίνητό του και πήγαν στο χωριό αυτό μυστικά και αφού συνομίλησαν με το παιδί του σπιτιού και προσευχήθηκαν σταμάτησαν τα φαινόμενα, χωρίς κανένας να μάθει ποιος ήταν η αιτία της παύσεως των φαινομένων.2
Για την προόραση:
Μια μητέρα ζήτησε συμβουλή για ένα από τα παιδιά της που είχε κάποιο πρόβλημα, αλλά ο Γέροντας της είπε ότι το άλλο παιδί της έχει πρόβλημα, και έτσι αυτή που θεωρούσε αυτό το παιδί πολύ καλό έφυγε λέγοντας ότι ο Γέροντας δεν ξέρει τι λέει. Μετά μερικό καιρό γύρισε ζητώντας συγγνώμη γιατί το παιδί που της είπε ο Γέροντας εξεδήλωσε πολύ κακή συμπεριφορά.
Για τις θεραπείες:
Τον επεσκέφθη κάποτε μια κυρία που είχε καρκινικό όγκο στο πόδι. Όταν έφυγε από το κελλί του ο όγκος είχε εξαφανιστεί.
Όλα αυτά τα περιστατικά και χιλιάδες άλλα, μερικά από τα οποία περιλαμβάνονται και σ’ αυτό το βιβλίο, είναι γεγονότα αναμφισβήτητα και μαρτυρημένα από αξιόπιστους αυτόπτες μάρτυρες και διαπιστωμένα από δύσπιστους γιατρούς. Παρόλον όμως ότι εντυπωσιάζουν και συγκεντρώνουν το μεγάλο ενδιαφέρον των περισσοτέρων ανθρώπων, δεν είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, το ουσιωδέστερο στοιχείο του προσώπου του γέροντος Πορφυρίου.
Τα ουσιώδη:
Προσπαθώντας να εμβαθύνουμε στα ουσιώδη στοιχεία που συγκροτούσαν την προσωπικότητα του γέροντος Πορφυρίου καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι αυτά ήσαν πρώτον η ένταξή του στην εκκλησία κατά έναν ουσιαστικό και όχι τυπικό τρόπο, δεύτερον η απέραντη αγάπη του στο Χριστό και δι’ αυτού στον συνάνθρωπο, που συνοδευόταν από αγία ταπείνωση, τρίτον η βίωση της εν Χριστώ μυστικής χαράς και τέταρτον η βίωση της εν Χριστώ αθανασίας.
Πρέπει να εξηγήσουμε με λίγα λόγια γιατί καταλήξαμε σ’ αυτό το πόρισμα και τι εννοούμε με τα παραπάνω. Πρώτα απ’ όλα η επικέντρωση της προσοχής μας στο θαύμα, στο οποίο οι πολλοί δίνουν μεγάλη σημασία, είναι στάση επικίνδυνη για πλάνη. Ανέκαθεν ο πονηρός προσποιείται ότι θαυματουργεί για να πλανήσει, αν μπορέσει, και τους εκλεκτούς,. Όταν ο Μωυσής έρριξε το ραβδί του μπροστά στο Φαραώ και αυτό έγινε φίδι, έρριξαν και οι μάγοι του Φαραώ τα ραβδιά τους και έγιναν και αυτά φίδια. Έτσι το θαύμα δεν έπεισε τον Φαραώ, διότι ο πονηρός έκανε μπροστά του ένα ψευτοθαύμα, παρόλον που το φίδι που προήλθεν από το ραβδί του Μωυσή κατάπιε τα φίδια που προήλθαν από τα ραβδιά των μάγων. Και όταν οι Ιουδαίοι ζητούσαν από τον Χριστό «σημείον» δηλαδή θαύμα, τους απάντησε ότι δεν θα τους δοθεί άλλο σημείον εκτός από το σημείον της αναστάσεώς του, η οποία όμως δεν έγινε κατά τρόπο εντυπωσιακό ούτε ενώπιον όλων ώστε να καταπιέσει τη συνείδησή τους να την δεχθούν. Δηλαδή δεν εχρησιμοποίησεν ο Χριστός το θαύμα ως μέσον προσελκύσεως των ανθρώπων στην πίστη, αν και τους εμέμφθη διότι δεν επίστευσαν παρόλα τα θαύματα που είδαν. Όλα τα θαύματα του Χριστού έγιναν από ευσπλαγχνία και σαν επιβράβευση της πίστεως και όχι για να προκαλέσουν πίστη, αν και βεβαίως προκαλούσαν πίστη στους καλοπροαίρετους. Αλλά και αν καλοεξετάσουμε τα πράγματα θα δούμε ότι όλο το σύμπαν, όλη η ζωή, όλη η λειτουργία των φυσικών και των πνευματικών νόμων είναι περισσότερο αξιοθαύμαστη από τη θεραπεία ενός καρκίνου ή κάποια υπερφυσική ικανότητα.
Και τώρα ας δούμε ένα – ένα αυτά τα στοιχεία που ταπεινά και με προσοχή επισημάναμε σαν ουσιώδη.
α) Η ένταξη στην Εκκλησία.
Όταν λέμε Εκκλησία οι περισσότεροι σκεπτόμεθα το ναό ή την ιεραρχία και το ιερατείο. Ασφαλώς και αυτά ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά δεν είναι η Εκκλησία. Η ορθόδοξος Εκκλησία δεν έδωσε ποτέ ορισμόν του εαυτού της. το μόνο που είπε είναι ότι είναι σώμα Χριστού. Οδηγεί τα μέλη της εις το να βιώσουν την Εκκλησία ως μίαν πραγματικότητα, να εγκεντρισθούν στο σώμα του Χριστού και να αντιληφθούν εμπράκτως και εμπειρικώς το τι αυτή είναι. Τούτο διότι πιστεύει ότι οι ορισμοί οι οποίοι ικανοποιούν τη διάνοια δίδουν σ’ αυτόν που αποστηθίζει αυτούς την ψευδαίσθηση ότι γνωρίζει τι είναι αυτό, το οποίον περιγράφει ο ορισμός. Όμως αυτό που συλλαμβάνει η διάνοια όταν κατανοεί τον ορισμό είναι απείκασμα (εικόνα) της πραγματικότητας και όχι η πραγματικότης η ίδια. Συνεπώς κατά την πρόθεση της ορθοδόξου Εκκλησίας ο πιστός πρέπει να γνωρίσει τι είναι Εκκλησία εμπειρικώς και όχι μόνο συνεπεία μελέτης.
Εν τούτοις και εμείς αυτή τη στιγμή, χρησιμοποιούμε το θεόσδοτο όργανο του λόγου για να επικοινωνήσουμε μαζί σας και διατυπώνουμε προτάσεις περί του τι είναι η Εκκλησία ή περί του τι δεν είναι αυτή, παρόλον που ξέρουμε ότι με αυτές βλέπει κανείς όπως μέσω του καθρέπτη αινιγματικά.
Το κάνουμε αυτό γιατί έτσι προκαλείται το ενδιαφέρον να γνωρίσει κανείς και εμπειρικά αυτό που η εικόνα του παρουσιάζει ως καλό. Αυτή άλλωστε είναι η πανάρχαια μέθοδος της προσελκύσεως στο καλό ή στο κακό. Πρώτα έρχεται το μήνυμα με το λόγο ή την εικόνα ή κάποια άλλη αίσθηση ή και με τα δύο, ότι αυτό το κάτι είναι «αρεστόν τοις οφθαλμοίς και καλόν εις βρώσιν» και μετά έρχεται η μέθεξις σ’ αυτό και η πραγματική γνώσις. Δεν μπορεί μεν κανείς να γνωρίσει τη θάλασσα, αν δεν μπει ολόσωμος μέσα σ’ αυτήν και δεν πλεύσει επάνω της, όσα και αν διαβάσει περί αυτής, αλλά και δεν μπορεί να ζητήσει να γνωρίσει εμπειρικά τη θάλασσα αν δεν ακούσει κάτι γι’ αυτήν.
Γι’ αυτό και ο γέρων Πορφύριος έγραφε στην πνευματική διαθήκη του ότι εύχεται ν’ αγαπήσουν τα πνευματικά του παιδιά το Θεό, που είναι το παν, «για να μας αξιώσει να μπούμε στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία Του, γιατί απ’ εδώ πρέπει ν’ αρχίσουμε». Παρόλον, λοιπόν, που πρέπει να μπούμε στην «επίγειο άκτιστη Εκκλησία» για να την γνωρίσουμε, χρήσιμο είναι να τονίσουμε μερικά πράγματα που τόνιζε ο γέρων Πορφύριος σχετικά, ώστε να βοηθηθούμε στο δρόμο μας προς αυτήν και στην απόφασή μας να ακολουθήσουμε όσα μας υποδεικνύει.
Ο γέρων Πορφύριος έλεγε, μαζί με όλους τους αγίους, ότι ο πιστός πρέπει να είναι μέσα στην Εκκλησία. Αυτό σημαίνει ενωμένος με το Χριστό και με όλους του Χριστού και προπαντός με τον αρχιερέα του που επέχει τόπο και τύπο Χριστού. Αλλά αυτό το να είναι κανείς μέσα στην Εκκλησία δεν είναι κάτι τυπικό, όπως η εγγραφή κάποιου ως μέλους ενός συλλόγου ή η τέλεσις ορισμένων τελετουργιών όπως του βαπτίσματος. Διότι δεν αρκεί να μπει κανείς στην Εκκλησία μια φορά (με το βάπτισμα), πρέπει να μπαίνει διαρκώς, διότι άλλως κινδυνεύει να βγει, και να είναι έξω απ’ αυτήν στην πράξη, παρόλον που θα έχει το εισιτήριο εισόδου (το βάπτισμα). Αυτό άλλωστε πρέπει να σημαίνει η διαθήκη του, στην οποία μας εύχεται να μπούμε στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία του Θεού, παρόλον που επιφανειακά σκεπτόμενοι θα του απαντούσαμε ότι είμαστε ήδη στην Εκκλησία, αφού είμαστε βαπτισμένοι.
Πράγματι είμεθα μέσα στην Εκκλησία, αλλά τόσο μόνο όσο είναι μέσα στην Ελλάδα ο ξένος ταξιδιώτης που πέρασε τα σύνορά της κατά ένα – δύο βήματα. Αυτός αν και είναι στην Ελλάδα τυπικά και ουσιαστικά και μπορεί να ταξιδέψει παντού σ’ αυτήν και να την γνωρίσει όλη, όμως είναι σαν να μην είναι, αφού μόνο δύο βήματα πέρασε στο έδαφός της και τίποτα δεν ξέρει ακόμη από Ελλάδα. Έτσι και ο χριστιανός που μια φορά πέρασε την πόρτα της Εκκλησίας και μπήκε μέσα σ’ αυτήν, είναι ουσιαστικά σαν να μην μπήκε, άμα δεν προχωράει διαρκώς βαθύτερα σ’ αυτήν μέχρι να φθάσει στο θρόνο του Χριστού που είναι η κεφαλή και η καρδιά της και που ως άκτιστος και αδημιούργητος δίνει και στην επίγειο Εκκλησία Του την ιδιότητα της άκτιστης.
Ο γέροντας Πορφύριος είχε αγαπήσει πολύ το Χριστό και γι’ αυτό φαίνεται ότι τον αξίωσε ο Θεός να μπει στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία Του απ’ αυτήν εδώ τη ζωή, όπως εύχεται να συμβεί με όλους μας στην πνευματική του διαθήκη. Δηλαδή η είσοδος αυτή δεν είναι κατόρθωμα δικό μας, αλλά δώρο του Θεού σ’ αυτούς που Τον αγαπούν και που δείχνουν έμπρακτα την αγάπη τους τηρώντας τις εντολές Του.
Ο Γέροντας, ζώντας βαθειά μέσα στην Εκκλησία, είχε δει στην πράξη ότι η χάρις του Θεού ενεργεί μέσα στην Εκκλησία, ότι οι πιστοί πρέπει να είναι μεταξύ τους ενωμένοι σαν ένα σώμα, το σώμα του Χριστού, ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί όταν ζητά μόνο την ατομική του σωτηρία, ότι η ενότητα σαν αίτημα, πόθος και βίωμα του πιστού είναι βασικό στοιχείο της Εκκλησίας και προϋπόθεση της σωτηρίας και ότι η αγάπη, που ωθεί την ψυχή στην ενότητα, είναι απαραίτητη για να μπει κανείς στην κοινότητα που συνιστά την επίγειο άκτιστη Εκκλησία και να σωθεί εκεί από την απόλυτη απομόνωση και το θάνατο που υφίστανται εκείνοι που θεωρούν κόλαση τους άλλους.
Το να είναι λοιπόν κανείς μέσα στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία σημαίνει και άλλα πολλά και ότι αισθάνεται ενωμένος με το Χριστό, με τους αγίους, με όλους τους χριστιανούς, με όλους τους αμαρτωλούς (όχι με τις αμαρτίες τους), με όλους τους απίστους (όχι με την απιστία τους), με όλο τον κόσμο που ο Χριστός θέλει να σώσει και όχι μόνο με μια κάστα εκλεκτών. Σημαίνει ότι νιώθει ότι τα πάντα ανακεφαλαιώνονται στο Χριστό, που είναι το παν, όχι σαν σχήμα λόγου, αλλά σαν πραγματική πηγή της ζωής, της χαράς, του παντός. Σημαίνει ότι δεν υπάρχει αποστροφή και αντιπάθεια για κανέναν και ότι αισθάνεται και βιώνει μέσα του ότι η Εκκλησία είναι «καθολική», δηλαδή σχεδιασμένη να χωρέσει όλους και όλα.
β) Η αγάπη.
Η κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία συμμετόχων στην ύπαρξη και στη χαρά, για τη μετάδοση της ζωής και της χαράς της ζωής, είναι η αγάπη. Αυτός που σκέπτεται ότι ο νέος άνθρωπος θα του στερήσει κάτι από την άνεσή του και τη χαρά του δεν σκέπτεται όπως ο Θεός, ο οποίος εδημιούργησε το ανθρώπινο γένος, παρόλον ότι αυτό Τον παρεπίκρανε (ανθρωποπαθώς μιλώντας). Η μόνη διάθεση, λοιπόν, που αρμόζει σε ανθρώπους πλασμένους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοόιωσιν Θεού, είναι η αγάπη, δηλαδή το άνοιγμα της καρδιάς στο άλλο πρόσωπο, στο Συ του Θεού και στο συ του συνανθρώπου.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους προσπαθεί η Εκκλησία να πείσει τους ανθρώπους να βαδίσουν το σωστό δρόμο. Για τους σκληροτράχηλους υπάρχει η απειλή της αιωνίου κολάσεως και των δεινών της παρούσης ζωής. Για τους συμφεροντολόγους υπάρχει η υπόσχεσις του παραδείσου και της επιτυχίας στη ζωή. Όμως ο βασιλικός δρόμος της ευαίσθητης, ποιητικής και ευγενικής ψυχής που σου υπεδείκνυε ο γέρων Πορφύριος είναι ο δρόμος της αγάπης, του θείου έρωτος προς τον Θεό, τον Ιησού Χριστό και η ανιδιοτέλεια, δηλαδή η αδιαφορία για το αν η αγάπη σου στον Χριστό συνεπάγεται χαρές ή οδύνες. Είναι δρόμος γεμάτος αρχοντιά και ανωτερότητα, χωρίς μιζέριες, υπολογισμούς και φόβους, λεβέντικος και άξιος του θείου μεγαλείο και της απόλυτης εμπιστοσύνης στη φιλική διάθεση του Χριστού που μας αγαπά. Αυτή η στάση είναι εκδήλωση πίστεως, δηλαδή απόλυτης εμπιστοσύνης στην αλήθεια της αγάπης του Χριστού για μας, στο γεγονός ότι έκανε τα πάντα για μας και συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να μετράμε τι θα ζημιώσουμε και τι θα ωφεληθούμε όταν συμμορφωθούμε προς όσα μας υποδεικνύει. Αυτή η αρχοντιά της αγάπης είναι η τέλεια σχέση την οποία μας υποδεικνύει ο γέρων Πορφύριος.
Αυτό συνεπάγεται και μια ωραία μεθόδευση του πνευματικού αγώνος του χριστιανού την οποία συχνά – πυκνά και με πολλά παραδείγματα ανέπτυσσε. Ας θυμηθούμε μερικά:
-Όταν είσαι σ’ ένα κατασκότεινο δωμάτιο μη χτυπάς το σκοτάδι για να το διώξεις. Δεν φεύγει έτσι. Άνοιξε το παράθυρο στο φως, δηλαδή δώσου στην αγάπη το Χριστού και τότε χωρίς κόπο φεύγει το σκοτάδι.3
-Όταν έρχεται ο κακός λογισμός, η μελαγχολική σκέψις, ο φόβος, ο πειρασμός να σε καταλάβει, μη πολεμάς μαζί τους να τα διώξεις. Άνοιξε τα χέρια σου στην αγάπη του Χριστού και σε παίρνει στην αγκαλιά του και χάνονται αυτά μόνα τους.4
-Όταν ο κήπος της ψυχής σου είναι γεμάτος αγκάθια (πάθη) μη προσπαθείς να τα ξερριζώσεις και βρίσκεσαι διαρκώς τραυματισμένος και μολυσμένος από την ασχολία μαζί τους. Δώσε όλη τη δύναμή σου στα λουλούδια της ψυχής σου, πότισέ τα, και τότε τ’ αγκάθια θα ξεραθούν μόνα τους. Και το καλύτερο λουλούδι είναι η αγάπη σου στο Χριστό. Αν ποτίσεις αυτήν και αναπτυχθεί όλα τα αγκάθια μαραίνονται.
Η αγάπη στο Χριστό σημαίνει ότι αγαπάς και όλους όσους Αυτός αγαπά. Είναι αδιανόητο να λες ότι αγαπάς το Χριστό και να διώχνεις από την καρδιά σου αυτούς που Αυτός αγαπά. Μπορεί η αδυναμία σου και οι συνθήκες να μη επιτρέπουν να θυσιασθείς γι’ αυτούς όπως ο Χριστός, όμως καμμιά συνθήκη δεν σου επιβάλλει και καμμιά αδυναμία σου δεν σου συγχωρεί να τους βγάλεις από την αγάπη σου και από την προσευχή σου, από το να τους θέλεις μετανοημένους κοντά στο Χριστό. Κάποτε κάποιοι είπαν στο γέροντα Πορφύριο να προσευχηθεί να πεθάνει ο Στάλιν για να γλυτώσει ο κόσμος από τα εγκλήματά του. Τους απάντησε ότι αυτό δεν επιτρέπεται και πρέπει να ευχόμεθα να μετανοήσει.
γ) Η ταπείνωση.
Ο Γέροντας όταν μιλούσε για την ταπείνωση έλεγε πάντα η αγία ταπείνωση, για να την ξεχωρίσει από την αρρωστημένη ταπείνωση. Πολλά έχουν γραφεί για την αγία ταπείνωση, αλλά όσα και αν διαβάσει κανείς δεν θα γνωρίσει την αληθινή ουσία της, αν δεν του την χαρίσει ο Θεός. Διότι η αγία ταπείνωση είναι δώρο του Θεού. Φυσικά είναι επαινετή και η μελέτη των όσων γράφουν οι πατέρες για την ταπείνωση και η προσπάθεια να ταπεινωνόμεθα. Άλλ’ αυτός που έχει την αγία ταπείνωση είναι στην καρδιά του βαθειά ταπεινόφρων χωρίς βία και χωρίς προσπάθεια.
δ) Η χαρά.
Ο Γέρων Πορφύριος αγαπούσε όλους με την αγάπη του Χριστού που είναι μοναδική για τον καθένα. Η παραβολή του απολωλότος προβάτου, που δείχνει τον τσοπάνη να αφήνει τα 99 πρόβατα και να ψάχνει για το χαμένο ένα και να χαίρεται, όταν το βρει, περισσότερο από όσο τον χαροποιούν τα 99 μη χαμένα, φανερώνει τη χαρά του Χριστού και του Γέροντος κάθε φορά που συναντούσε ένα συνάνθρωπο, ένα χαμένο πρόβατο του Χριστού. Γι’ αυτό κάθε επισκέπτης διαβεβαίωνε τους άλλους ότι αυτόν ειδικά ο Γέροντας τον αγαπούσε περισσότερο από όλους. Η μοναδικότητα του ανεπανάληπτου ανθρωπίνου προσώπου συνεπάγεται γι’ αυτόν που το αγαπά τη μοναδικότητα της αγάπης. Αλλά η πλούσια καρδιά του Χριστού και όσων ομοιώθηκαν μ’ Αυτόν, μπορεί ν’ αγαπά με μοναδικό τρόπο τον κάθε άνθρωπο, που είναι εικόνα του αγαπημένου Χριστού. Και η αγάπη αυτή ελκύει τη Θεία Χάρη, που επιπίπτει στον αγαπώντα σαν χαρά μεγάλη και ανεξάντλητος. Αυτός που αγαπά είναι χαρούμενος, γιατί η αγάπη είναι δόσιμο και το δόσιμο συνεπάγεται τη μακαριότητα, όπως είπε ο Κύριος («μακάριόν εστί μάλλον διδάναι ή λαμβάνειν», Πράξ. 20, 35). Αυτός που μισεί είναι δυστυχισμένος και βασανίζεται από τη φωτιά του μίσους που κατακαίει την καρδιά του. Έτσι ζούσε ο Γέροντας στη χαρά που κανείς, ούτε οι πόνοι ούτε οι θλίψεις, δεν αφαιρεί από εκείνον που είναι δοσμένος στην αγάπη του Χριστού.
Ο Απόστολος Παύλος ζώντας στην αγάπη του Χριστού λέγει με πολλή δύναμη ότι τίποτε δεν μπορεί να μας χωρίσει απ’ αυτήν (Ρωμ. 8, 35-39). Και ασφαλώς ούτε κάποιος φόβος ούτε κάποια άλλη αγάπη. Γι’ αυτό οι ανθρώπινες προσκολλήσεις σε πρόσωπα που ονομάζονται αγάπες, όταν απομακρύνουν από την αγάπη του Χριστού είναι ψεύτικες και αυτό αποδεικνύεται από το ότι γρήγορα και εύκολα μετατρέπονται σε αβυσσαλέο μίσος. Εν Χριστώ νικάται κάθε απειλή και μεταμορφώνεται κάθε άλλη αγάπη σε αγάπη Χριστού, που συνεπιφέρει και την ειρήνην την πάντα νουν υπερέχουσαν, μέσα στη βεβαιότητα της τελικής νίκης του Χριστού πάνω σε όλους τους εχθρούς Του και στο θάνατο (Α’ Κορ. 15, 25-26).
Ο γέροντας Πορφύριος, ζώντας μέσα στην αγάπη του Χριστού είχε διαπιστώσει εμπειρικά αυτό που γράφει ο άγ. Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, ότι «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α’ Ιω. 4, 18) και γι’ αυτό λέγει σε μια ηχογραφημένη συνομιλία του με έμφαση και με γεμάτη πραότητα βεβαιότητα: «Ο φίλος, ο αδελφός (ο Χριστός)…! Πώς το φωνάζει αυτός όμως…! Και πόσο…! Τι βάθος κρύβεται μέσα σ’ αυτό…! Πολύ βάθος! Δηλαδή είναι το θάρρος, δεν θέλει το φόβο ο Χριστός, δεν τόνε θέλει το φόβο».
Έχει πει σχετικώς ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη» (Α’ Ιω. 4, 18). Άρα και η εμπιστοσύνη, το θάρρος, η καλή παρρησία είναι καρπός της αγάπης. Εκείνος όμως που δεν φοβάται είναι γεμάτος χαρά, γιατί ο φόβος είναι πηγή ταραχής και ανησυχίας. Ο γέρων Πορφύριος με την αγάπη του στο Χριστό και την εν Χριστώ αγάπη του στον άνθρωπο μπήκε στη χώρα της χαράς, την επίγειο άκτιστη Εκκλησία και μας καλεί και μας ν’ αγαπήσουμε το Χριστό για να μας αξιώσει να μπούμε σ’ αυτήν απ’ αυτήν εδώ τη ζωή, από την οποία αρχίζει και η αιωνία ζωή και μακαριότης μέσα στη γλυκύτητα της αγάπης του Χριστού και η αιωνία κόλασις μέσα στην πίκρα της αρνήσεως της ανιδιοτελώς προσφερομένης αγάπης του.
δ) Η αθανασία.
Η νίκη πάνω στο θάνατο, η αίσθηση και η βεβαιότητα της αθανασίας είναι ένα βίωμα κοινό σε όλους τους αγίους και στο γέροντα Πορφύριο. Λέγει στην προαναφερθείσα ηχογραφημένη συνομιλία του: «Ο άνθρωπος του Χριστού πρέπει ν’ αγαπήσει το Χριστό, κι όταν αγαπήσει το Χριστό απαλλάττεται απ’ το διάβολο, από την κόλαση και από το θάνατο». Δεν είναι αυτά λόγια ειπωμένα από κάποιον που συνέλαβε αυτή την αλήθεια με την σκέψη του. Είναι λόγια βγαλμένα από ένα αληθινό προσωπικό βίωμα και γι’ αυτό έχουν την αξία μαρτυρίας αυτόπτου μάρτυρος. Δεν αλλάζει το πράγμα από το γεγονός ότι ο γέροντας Πορφύριος από ταπείνωση και βαθειά αίσθηση της ανθρώπινης ασθένειας μας λέγει ότι δεν έχει φθάσει σ’ αυτή την κατάσταση. Μάλλον ενισχύεται η αξιοπιστία του, διότι δεν είναι πλέον ένας που νομίζει ότι έφθασε κάπου. «Δεν έχω φθάσει, αυτό ζητάω, αυτό θέλω. Και στη σιωπή μου και παντού προσπαθώ να ζήσω σ’ αυτά. Δεν τα ζω όμως ε… προσπαθώ. Δηλαδή, πώς να σου πω, πώς να σας πώ; Δεν έχω πάει σ’ ένα μέρος, έτσι… ή πήγα μια φορά, το είδα, τώρα δεν είμαι εκεί, αλλά το θυμάμαι, το λαχταράω, το θέλω. Να, τώρα, αυτή τη στιγμή, αύριο, μεθαύριο, κάθε στιγμή μούρχεται και το θέλω. Θέλω να πάω εκεί, το ζητάω. Δεν είμαι όμως εκεί… Ναι, αλλά ζω μέσα σ’ αυτή την προσπάθεια…».
Βεβαιώνει ο άγιος Γρηγόριος ότι το ευρείν τον Θεόν έγκειται εις το αεί Αυτόν ζητείν. Δεν υπάρχει καλύτερη και εγκυρότερη επιβεβαίωση ότι ο γέρων Πορφύριος βρήκε τον Θεόν, και ότι ο δρόμος της αγάπης που μας υποδεικνύει είναι ο συντομότερος, ασφαλέστερος και ο καλύτερος για να μας βρει και μας ο Θεός και να περιμαζέψει τον καθένα μας, σαν το ένα απολωλός πρόβατο, με χαρά και με αγάπη και να μας βάλει απ’ αυτήν εδώ την ζωή στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία του, που είναι χώρα αγάπης, χαράς, ειρήνης και αθανασίας.
Γένοιτο, Κύριε, δι’ ευχών του δούλου Σου Πορφυρίου. Αμήν.
Επίλογος.
Μετά την κοίμηση του γέροντος Πορφυρίου έγιναν εκπομπές γι’ αυτόν από διάφορους ραδιοφωνικούς σταθμούς και στη συνέχεια εγράφησαν και γράφονται βιβλία που μεταφράζονται σε διάφορες γλώσσες.
Αναρίθμητες είναι και οι αναφορές που γίνονται στα λόγια του και τις πράξεις του σε διάφορες ομιλίες, κηρύγματα, άρθρα, μελετήματα και εν γένει δημοσιεύματα και ιδιωτικές συζητήσεις. Όσο απέφευγε τις τιμές και κρυβόταν εν ζωή, τόσο ο Θεός τον τιμά και τον φανερώνει μετά θάνατον.
Γ. Π. Α.
«Υμείς φίλοι μου εστέ, εάν ποιήτε όσα εγώ εντέλλομαι υμίν»
Ιω. 15,14.

Υποσημειώσεις.
1. Από τους πολλούς τρόπους γραφής του τοπωνυμίου προτιμήσαμε τη γραφή «Καλλίσια» διότι έτσι αναφέρεται σε πατριαρχικό Σιγίλλιον του 1614, το οποίον βλέπε εις μελέτην Γεωργ. Γ. Λαδά, Ιστορία του μονυδρίου του Αγ. Νικολάου, ευρισκομένου επί του Πεντελικού όρους εις τοποθεσίαν ονομαζομένην «Καλλίσια», εν περιοδικώ «Συλλέκτης» 1952- 1958, τόμ. Β. τεύχος 2ον) 1958 σελ. 93-109, ιδία 106 και εις ανάτπον.
2. Το γεγονός αναφέρεται και στο βιβλίο: Το θαύμα της πίστεως του Αρχ/του Δανιήλ (Γούβαλη), Έκδ. 1985 σελ. 131-133, στο οποίο αναφέρεται ο Γέροντας Πορφύριος, ως ο «ηλικιωμένος ιερομόναχος που ασκητεύει σε περιοχή της Αττικής», διότι τότε ζούσε ο Γέροντας Πορφύριος και δεν επέτρεπε να αναφερθεί το όνομά του.
3. Βλέπε και όσα γράφονται στη σελ. 66 αυτού του βιβλίου.
4. Βλέπε το κείμενο που περιλαμβάνεται στο δεύτερο μέρος του φυλλαδίου (με κασέτα με την αυτούσια φωνή του Γέροντος Πορφυρίου) με τίτλο «Το Πνεύμα το ορθόδοξο είναι το αληθές».

Από το βιβλίο: Θαυμαστά γεγονότα και συμβουλές του Γέροντος Πορφυρίου. Αθήναι, Σεπτέμβριος 2009.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.