Τι την θέλουμε την Εκκλησία; – Νικολάου, Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.

ΣΤΟ ΞΩΚΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

Η συζήτηση συνεχίζεται στην αυλή μιας μικρής εκκλησούλας, λίγο παρακάτω από την μητρόπολη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, στα Σπάτα. Δίπλα μας το αεροδρόμιο, η μεγάλη αποτυχία σύγχρονου… πετυχημένου μας πολιτισμού. Εξοπλισμένο με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, προορισμένο να διευκολύνει τις μετακινήσεις εκατομμυρίων ανθρώπων, χωρίς όμως ταυτότητα, χωρίς καμία σχέση με τον τόπο μας, θύμα μιας ακατανόητης πολιτικής, έχει πολλά φωτάκια και διαρκώς μειούμενη κίνηση.
Όταν κατασκευαζόταν, στον χώρο του υπήρχε ένα υπέροχο μεταβυζαντινό εκκλησάκι του 16ου αιώνος. Η αρχαιολογική του σημασία ήταν μεγάλη, η αισθητική του μοναδική, η πνευματική του αξία ανυπολόγιστη. Το έσωσε η Αρχαιολογία. Και ο λαός των Σπάτων. Ήταν το στολίδι τους, το επίκεντρο των γιορτών και πανηγυριών τους. Ο Άγιος Πέτρος είναι προστάτης τους. Έτσι νιώθουν. Χρειάσθηκε μια ολόκληρη διαδικασία και κάπου 278(;) μέρες για να μεταφερθεί 340 μέτρα δυτικότερα.
Το ένα, κατασκεύασμα της σύγχρονης τεχνολογίας και γνώσης. Το άλλο, δημιούργημα της πίστης. Η σύγκριση είναι καταλυτική. Τι καθόμαστε και συζητάμε; Μπαίνεις στο αεροδρόμιο και δεν καταλαβαίνεις σε ποια χώρα βρίσκεσαι. Παίρνεις το αεροπλάνο και σε ξανακατεβάζει στη γη. Βλέπεις το εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου και ηρεμεί η ψυχή σου. Μπαίνεις μέσα και βρίσκεσαι στον ουρανό, χωρίς να χρειαστεί να σου ανοίξει το Παράδεισο ο Άγιος Πέτρος. Δεν είπα τίποτα ούτε και οι συνομιλητές μου έκαναν κάποια σύγκριση. Απλά, τους ενθουσίασε ο τόπος. Καθίσαμε έξω σε κάτι παγκάκια και συνεχίσαμε.
Ήδη είχαμε κάπως γνωριστεί. Είχε φύγει η πρώτη δυσκολία και αρχική αμηχανία. Παράξενο, αλλά το επίπεδο της συζήτησης δεν έπεφτε. Ούτε το επίκεντρό της μετατοπιζόταν. Είχε βοηθήσει και η αλλαγή του τόπου. Εγώ χαιρόμουν γιατί είχε κάτι το ασυνήθιστα αληθινό αυτή η επικοινωνία.
Μέχρις εδώ μίλησαν μόνο οι τρεις: η Μαρίτα, ο Θάνος και ο Δήμος. Ο Άγγελος και η Έλενα μιλούσαν με τα μάτια. Έδιναν χρόνο στους φίλους τους. Ήμουν περίεργος να δω και τη δική τους καρδιά. Αυτοί όμως δεν βιάζονταν.

Τι την θέλουμε την Εκκλησία;

Θάνος(38): Για τον περισσότερο κόσμο, Εκκλησία είναι ένα συντηρητικό σύστημα που στο πέρασμα του χρόνου στέγνωσε και δεν έχει σήμερα να δώσει κάτι. Ίσως το κοινωνικό έργο αποτελεί μια θετική πτυχή της. Σε άλλες εποχές ήταν κάπως αναγκαία. Γι’ αυτό και την χρησιμοποίησαν οι αυτοκράτορες, της έδωσαν περιουσία και ρόλο, ο λαός έμαθε να ζει μαζί της, έκανε τα πανηγύρια και τις γιορτές του, τακτοποιούσε τα ψυχολογικά του, εκφράστηκε μέσα από αυτήν.
Σήμερα όμως σαν να μην κολλάει στην πραγματικότητα της ζωής. Η γνώση της είναι αλλιώτικη, οι τρόποι της εντελώς ξένοι, η νοοτροπία της τελειωμένη. Συγγνώμη που τα λέω, δεν ξέρω οι άλλοι, εγώ πάντως έτσι νιώθω. Δεν το καταλαβαίνω αυτό το πράγμα. Για να μην πω για τα σκάνδαλα, τη χλιδή, την υποκρισία, τον πλούτο και όλα τα άλλα που ακούγονται. Ή για τις άγριες φάτσες, τις απίστευτες ιδέες και τα σχετικά. Δεν λέω, δεν είναι όλοι έτσι, αλλά διερωτώμαι, εσείς τι κάνετε εκεί; Τι ενδιαφέρον μπορεί να βρίσκετε με τις γριές και όλον αυτόν τον παράξενο κόσμο; Βέβαια από την ως τώρα συζήτηση καταλαβαίνω ότι το πάτε αλλού. Δεν ξέρω, απλά είπα πως νιώθω. Θα ήθελα όμως να είναι κάτι άλλο.
Απ.: Μπορείς να μου πεις τι θα ήθελες να είναι η Εκκλησία; Τι κενό θα μπορούσε να καλύψει στη ζωή σου;
Θάνος(39) : Θα ήθελα να μου δώσει ελπίδα, όχι διαρκώς να διαμαρτύρεται και να ελέγχει. Ούτε πάλι να στηρίζει τις ελπίδες σε αοριστίες. Θα ήθελα να βοηθάει στην πρόοδο και στην ανάπτυξη, να αγκαλιάζει τους πονεμένους, τους αδικημένους, τους νέους. Να είναι κάτι τέλειο, όχι μόνο λόγια και δικαιολογίες, κάτι πιο σύγχρονο , ανανεωτικό. Ούτε να μιλάει μόνο για τον Θεό. Να μιλάει και για τον άνθρωπο. Αλλιώς εμένα δεν μου χρειάζεται. Ένα γηρασμένο, παλαιολιθικό πράγμα δίχως τόλμη, ελευθερία, ακεραιότητα και καινοτόμο λόγο τι να το κάνω;
Απ. : Συμφωνώ με όσα λες. Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση είναι ότι σαν να μη θέλεις να μιλάει και πολύ για το Θεό. Μα αυτό είναι η Εκκλησία. Μιλώντας για τον Θεό μιλάει για τον άνθρωπο. Να το εξηγήσω λίγο. Προτείνει στον άνθρωπο το πρόσωπο του Θεού και τον δρόμο προς Αυτόν. Αυτό δεν γίνεται δίχως τόλμη, ελευθερία, ακεραιότητα και διαρκή ανανέωση. Δεν υπάρχει πιο τολμηρό, ανανεωτικό, καθαρό και ελεύθερο μήνυμα από τον λόγο και την πρόταση ζωής της Εκκλησίας.
Δήμος(40) : Με συγχωρείτε, πατέρα, δεν θέλω να σας προσβάλω, αλλά που ζείτε; Υπάρχει τέτοια Εκκλησία; Που την βλέπετε;
Απ. : Δώσ’ μου λίγο χρόνο, σε παρακαλώ. Δεν την βλέπω, αλλά υπάρχει. Και είναι μόνον αυτό η Εκκλησία. Όλο το άλλο που είσαι και εγώ βλέπουμε είναι το αντίθετο από την Εκκλησία. Η εκκλησιαστική υποκρισία και χλιδή, η μιζέρια και ο παλαιολιθισμός, η φανατισμός και η στενοκαρδία φυσικά και δεν είναι Εκκλησία. Δυστυχώς έτσι είναι. Να σε ρωτήσω όμως: Μήπως την τόλμη, την ελευθερία, την ακεραιότητα, την ανανεωτική αντίληψη τα βρήκες κάπου αλλού; Βρήκες τέτοια στην πολιτική, στην επιστήμη, στη σύγχρονη κοινωνία, σε άλλες φιλοσοφίες; Μη μου πεις πως τα βρήκες, γιατί θα ρωτήσω κι εγώ, που ζεις;
Θα προχωρήσω όμως ένα ακόμα βήμα. Εγώ τα βρήκα στην Εκκλησία. Όλα αυτά στη διδασκαλία και το φρόνημά της, κάποια από αυτά στη ζωή αληθινών πιστών της. Το πείραμα έγινε και πέτυχε. Απλά κάποιοι κρύβουν συστηματικά το αποτέλεσμά του. Και μας κρατούν στο σκοτάδι. Και όταν μιλάμε για αγίους, συχνά δεν θέλουμε να τους μιμηθούμε. Όσο για την κακή εικόνα του κλήρου, επίτρεψέ μου να πω το εξής. Αν έπασχες από πνευμονική ανεπάρκεια και ο γιατρός σου κάπνιζε, θα καταδίκαζες την πνευμολογία και θα αρνιόσουν τα φάρμακά;
Δήμος(41) : Ομολογώ ότι αν έβλεπα ότι θεραπεύει τους ασθενείς, δεν θα με ενδιέφεραν οι συνήθειες και η ζωή του. Διερωτώμαι όμως αυτή η Εκκλησία, για την οποία μας μιλάτε τόση ώρα, που είναι; Ο μόνος τρόπος να πληροφορηθούμε γι’ αυτήν είναι η συμπεριφορά των κληρικών και κυρίως των επισκόπων, ο τρόπος με τον οποίο τοποθετείται στα επίκαιρα θέματα η Σύνοδος, ή το ότι μένει αδρανής και σιωπά, ή τα όσα μαθαίνουμε στο σχολείο, ή τα όσα περιρρέουν στην κοινωνία; Έχετε εσείς κάτι άλλο να μου πείτε; Πάντως σας διαβεβαιώνω ότι η ως τώρα εικόνα της Εκκλησίας μου είναι αποκρουστική ή το λιγότερο μου είναι αδιάφορη.
Απ. : Το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, ότι ο Χριστός γεννήθηκε με θαυμαστό τρόπο από την Παρθένο Παναγία, ότι σταυρώθηκε και αναστήθηκε, ότι το Άγιο Πνεύμα μπορεί να έλθει μέσα σου, σου είναι αδιάφορο;
Θάνος(42) : Θα απαντήσω αυθόρμητα και ειλικρινά. Εγώ δεν τα πιστεύω. Η αλήθεια είναι ότι δεν ασχολήθηκα και πολύ, γιατί από την πρώτη στιγμή που τα άκουσα μου φάνηκαν παραμύθια και τα προσπέρασα. Δεν κολλάνε, πατέρα, αυτά. Παχιά λόγια, μεγάλες κουβέντες, στομφώδεις υπερβολές. Αν όμως στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης θέλετε να επανέλθουμε, είμαι ανοιχτός.
Απ. : Ε! Αυτό το τελευταίο μας δίνει ελπίδα. Το πρώτο βήμα είναι να είναι κανείς ανοιχτός. Το δεύτερο δεκτικός. Όταν ο Χριστός μιλούσε για ηθικά θέματα, ο κόσμος Τον άκουγε. Ιδίως όταν του έδινε και λίγο φαγητό ή θεράπευε κάποιον. Όταν όμως τους μίλησε και το σώμα και το αίμα Του, λέγει στην Αγία Γραφή, πολλοί από τους ακροατές Του είπαν: «σκληρός εστιν ούτος ο λόγος , τις δύναται αυτού ακούειν;» (Ιω. στ’ 60) και ως εκ τούτου, λέγει στη συνέχεια, « πολλοί απήλθον εκ των μαθητών αυτού εις τα οπίσω και ουκέτι μετ’ αυτού περιεπάτουν» «(στ’ 66). Τον εγκατέλειψαν, τους φάνηκαν δύσκολα, παράξενα τα όσα έλεγε. Τότε ο Χριστός είπε στους στενούς μαθητές Του: μη και υμείς θέλετε υπάγειν;». Μήπως θέλετε κι εσείς να φύγετε. Και αποκρίθηκε ο Πέτρος: «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; Ρήματα ζωής αιωνίου έχεις»(στ. 67-68). Που να πάμε; Ο λόγος σου είναι λόγος αιώνιας ζωής. Ο ίδιος λόγος έκανε κάποιους να αποχωρήσουν αδιαφορώντας και κάποιους άλλους να ενθουσιαστούν.
Και ο Απόστολος Παύλος, όταν μίλησε στον Άρειο Πάγο για ανάσταση νεκρών, λέγει στις Πράξεις των Αποστόλων, «οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον: ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου» (Πρ. ιζ’ 32). Ο Διονύσιος όμως ο Αεροπαγίτης και η Δάμαρις «κολληθέντες αυτώ επίστευσαν», αυτοί πίστεψαν. Αλλά και ο Πέτρος και οι άλλοι Απόστολοι, όταν πρωτομίλησαν για το Άγιο Πνεύμα κατά την Πεντηκοστή, κάποιοι «εξίσταντο και διηπόρουν» και κάποιοι άλλοι «χλευάζοντες έλεγον ότι γλεύκους μεμεστωμένοι εισί» (Πρ. β’ 12, 13), είναι μεθυσμένοι, έχουν πιει, δεν ξέρουν τι λένε.
Από δω θα ήθελα να ξεκινήσω. Όταν ένας ανοιχτός και δεκτικός, διατηρεί ίσως κάποιες αμφιβολίες, αλλά δεν κλείνει την πόρτα του, διότι μπορεί να χάσει την ευκαιρία της ζωής του. Πραγματικά θα άξιζε να μιλάει η Εκκλησία συνέχεια για την Ανάσταση του Χριστού, για την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και για την κοινωνία της θείας φύσεως. Και ό, τι προκύψει. Ή όλα αυτά είναι αλήθειες που αξίζουν όσο τίποτε ή είναι υπερβολές και παραμύθια, οπότε δεν αξίζει ούτε αυτή η συζήτηση.
Δήμος(43) : Πως είναι δυνατόν να αναστηθεί ένας νεκρός; Δεν είναι αυτό έξω από την εμπειρία μας; Πώς να το πιστέψουμε;
Απ. : Μα γι’ αυτό χρειάζεται πίστη, γιατί είναι έξω από την εμπειρία μας. Το μεγάλο βέβαια ερώτημα είναι πς είναι δυνατόν να σταυρωθεί και να πεθάνει ο Θεός από τον άνθρωπο. Τι Θεός είναι αυτός; Από κει και πέρα είναι πιο εύκολο να δεχτούμε την Ανάσταση του Χριστού. Διότι αν ο Θεός πεθάνει εκουσίως, είναι αδύνατο να κυριαρχήσει πάνω Του ο θάνατος.
Λέγει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους ότι ο λόγος του σταυρού είναι «Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία» (Α’ Κορ. α’ 23), ή σκάνδαλο για τους θρήσκους ή ανοησία για τους φιλοσοφούντες και σκεπτόμενους. Και έτσι είναι. Για τους πιστούς όμως είναι «Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (στ. 24). Ή είναι σκάνδαλο και ανοησία, ή δύναμη και σοφία. Είναι άλλη η λογική του Θεού, και αξίζει κανείς να την ψάξει.
Μέσα από την πίστη στην Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού ανατρέπονται τα πάντα. Γι’ αυτό είπα ότι είναι τολμηρό αυτό και επαναστατικό. Γι’ αυτό έδωσαν τη ζωή τους όλοι οι μαθητές. Με το μαρτύριο τους επιβεβαίωσαν την πίστη τους. Αν δεν είχαν δει το Χριστό αναστημένο, δεν θα Του έδιναν τα πάντα. Δεν θυσιάζεσαι για ένα ψέμα. Ούτε πάλι θα το έκαναν αυτό όλοι σε διάφορα σημεία και σε ποικίλες στιγμές.
Μαρίτα(44) : Δεν θα μπορούσαν να είχαν αμοιβαία παρασυρθεί ο ένας με τον άλλον και α πίστεψαν σε μια ψευδαίσθηση; Αυτό δεν γίνεται και στις μέρες μας με κάποιες παραθρησκείες, cults, που κατευθύνονται ομαδικά στον θάνατο μέσα σε παραλήρημα;
Απ. : Δεν είναι το ίδιο. Κατ’ αρχάς δεν μαρτύρησαν όλοι μαζί, ούτε στον ίδιο χρόνο ούτε στον ίδιο τόπο, ώστε αμοιβαία να παρασυρθούν. Ο καθένας ακολούθησε τον χρόνο και τον δρόμο του. Μάλιστα ο Ιωάννης, που δεν δόθηκε η αφορμή, δεν μαρτύρησε. Επίσης, με τον Χριστό έζησαν μόλις τρία χρόνια. Δεν φτάνει κανείς σε τέτοια ακραία κατάσταση και μάλιστα ως ομάδα τόσο σύντομα. Απλοί άνθρωποι ήταν, ψαράδες. Δεν ήταν ανικανοποίητα προϊόντα του σύγχρονου δυτικού καταναλωτισμού για να λειτουργούν με φαντασιώσεις, υποκείμενοι σε μαζικές παραισθήσεις. Και τα κείμενά τους, ευαγγέλια, επιστολές, όχι μόνο δεν παραπέμπουν σε παθολογική παράνοια αλλά το εντελώς αντίθετο.
Αξίζει κανείς ανεπηρέαστος και με ελεύθερη τη σκέψη και ανοιχτή την καρδιά να μελετήσει την Αγία Γραφή. Θα βρεθεί προ μιας μαγευτικής εκπλήξεως. Και κάτι ακόμη. Είναι αδύνατο μια χούφτα αμόρφωτων παρανοϊκών ανθρώπων να επηρεάσει πλήθη λαού, πολλοί να μαρτυρούν για την πίστη τους- έντεκα εκατομμύρια μόνο στην περίοδο των πρώτων διωγμών- να ανατρέπουν τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, να διαμορφώνουν την ιστορία, να δημιουργούν πολιτισμό. Όλο αυτό από δώδεκα παρανοϊκούς ή πλανεμένους ή ξεγελασμένους ή μυθομανείς και μάλιστα μετά τον θάνατό τους, χωρίς να έχουν προβάλει τον εαυτό τους ως προφήτη ή είδωλο, φαντάζει απίθανο. Την κοινωνία μπορείς να την ξεγελάσεις. Όχι όμως και την ιστορία. Δεν συμφωνείτε;
Θάνος(45) : Πράγματι δεν δικαιολογείται το φαινόμενο. Θα μπορούσε όμως αγνοί άνθρωποι, άδολοι να μην μπορούσαν να συμφιλιωθούν με τον θάνατο του Χριστού, τον οποίον θαύμαζαν και στον οποίον πίστεψαν, κι έτσι υπερβάλλοντας να Τον φαντάζονταν αναστημένο και να ενισχύθηκε η πίστη τους ότι ήταν Θεός. Αυτό το συνδύασαν με την πολύ ωραία διδασκαλία Του και αφοσιώθηκαν στην ιδέα αγνά. Πάντως και οι εμφανίσεις του Χριστού έχουν μια ασάφεια, αν δεν κάνω λάθος. Δεν είναι;
Απ. : Μίλησες για πολύ ωραία διδασκαλία. Ας αρχίσουμε από την ωραία διδασκαλία. Λίγο είναι; Ας ζήσει κάποιος τη διδασκαλία και να δούμε αν θα οδηγηθεί στην πίστη.
Έχω όμως τον πειρασμό να πω και κάτι άλλο. Γιατί ξεφεύγεις όλα στα πιο απίθανα; Σαν να μην θέλεις να πιστέψεις, μου φαίνεται. Μιλούν οι Απόστολοι και για θαύματα, αναστάσεις νεκρών, θεραπείες, κυριαρχία σε καιρικά φαινόμενα, πολλαπλασιασμό άρτων μπροστά στα μάτια χιλιάδων και άλλα. Επίσης, διατυπώνουν οι ίδιοι στ ευαγγέλια τη δυσπιστία τους, τα ελαττώματά τους, τη δειλία και εξαφάνισή τους την ώρα του Πάθους, την άρνησή τους. Ας αφήσουμε τα πολλά λόγια.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι γεγονός που κανείς το πιστεύει ή το αρνείται, όπως και η Πεντηκοστή. Η σχέση κοινωνίας με το Χριστό και η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος είναι ό, τι καλύτερο για κάθε άνθρωπο. Απλά, προϋποθέτουν ταπεινό φρόνημα και αγνή καρδιά για να πιστέψεις και συνέπεια εσωτερικής ζωής για να σου δοθούν ως φωτισμός, δύναμη και αγιασμός.

Από το βιβλίο: Αν υπάρχει ζωή, θέλω να ζήσω. 100 ερωτήσεις και απαντήσεις περί πίστεως. Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής. Νοέμβριος 2013.

Κατηγορίες: Γενικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.