Διπλωματικά έγγραφα του Ελληνοιταλικού πολέμου του 1940. Αριθ. 31-50.

Αριθ. 31.
Απόσπασμα των δηλώσεων εις ας προέβη ο Πρωθυπουργός της Αγγλίας κ. Ν. Τσάμπερλαιν την 13 Απριλίου 1939 ενώπιον της Βουλής των Κοινοτήτων.
«… Η Κυβέρνησις της Α. Μεγαλειότητος νομίζει ότι εκτελεί καθήκον και παρέχει υπηρεσίαν μη αφίνουσα να παραμείνη ως προς τας διαθέσεις της ουδ’ η ελαχίστη αμφιβολία παρ’ οιωδήποτε. Όθεν επωφελούμαι της ευκαιρίας ταύτης δια να δηλώσω εξ ονόματος αυτής ότι αποδίδει την μεγαλυτέραν σημασίαν εις το να αποφευχθή κάθε διατάραξις δια της βίας ή δια της απειλής βίας εις το statu quo της Μεσογείου και της Βαλκανικής Χερσονήσου. Κατέληξε συνεπώς εις το συμπέρασμα όπως εν περιπτώσει σαφούς απειλής κατά της ανεξαρτησίας της Ελλάδος ή της Ρουμανίας, εναντίον της οποίας απειλής η Ελληνική και η Ρουμανική Κυβέρνησις θα έκρινον αναγκαίον να αντιστώσι δια των εθνικών αυτών δυνάμεων, η Βρετανική Κυβέρνησις θεωρήση εαυτήν υποχρεωμένην να παράσχη εις τας Κυβερνήσεις Ελλάδος και Ρουμανίας πάσαν βοήθειαν ην διαθέτει.
»Μεταδίδομεν την δήλωσιν ταύτην εις τας αμέσως ενδιαφερομένας Κυβερνήσεις ως και εις τας άλλας Κυβερνήσεις, ιδίως εις την Τουρκίαν, αι στεναί της οποίας σχέσεις μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως τυγχάνουσι γνωσταί…».
Αριθ. 32
Απόσπασμα των δηλώσεων εις ας προέβη ο Υπουργός των Εξωτερικών της Αγγλίας Λόρδος Χάλιφαξ την 13 Απριλίου 1939 ενώπιον της Βουλής των Λόρδων.
«… Η Κυβέρνησις της Α. Μεγαλειότητος αποδίδει μεγίστην σημασίαν εις το να αποφευχθή διατάραξις του μεσογειακού statu quo είτε δι’ απειλών είτε δια βίας. Κατά τας τελευταίας ημέρας εδόθη αφορμή δημιουργίας ανησυχιών ειδικώς όσον αφορά την θέσιν της Ελλάδος. Η Κυβέρνησις της Α. Μεγαλειότητος παρέσχε σχετικώς εις την χώραν ταύτην ειδικήν διαβεβαίωσιν καθ’ ην, εις περίπτωσιν ενεργείας ήτις σαφώς θα ηπείλει την ανεξαρτησίν της και σχετικώς προς την οποίαν θα ενόμιζεν αύτη ζωτικόν να αντιστή δι’ όλων της των εθνικών δυνάμεων, η Βρετανική Κυβέρνησις θα εθεώρει εαυτήν αμέσως υποχρεωμένην να παράσχη εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν πάσαν βοήθειαν ην διαθέτει…».
Αριθ. 33
Απόσπασμα των δηλώσεων εις ας προέβη ο Πρωθυπουργός της Γαλλίας κ. Νταλαντιέ την 13 Απριλίου 1939 προς τον τύπον.
«… Λαβούσα υπ’ όψιν τας ανησυχίας τας προξενηθείσας εκ των γεγονότων των τελευταίων εβδομάδων, η Γαλλική Κυβέρνησις παρέσχεν εις την Ρουμανίαν και την Ελλάδαν ειδικήν διαβεβαίωσιν καθ’ ην εις περίπτωσιν ενεργείας ήτις σαφώς θα ηπείλει την ανεξαρτησίαν της Ρουμανίας και της Ελλάδος και σχετικώς προς την οποίαν η Ρουμανική Κυβέρνησις ή η Ελληνική Κυβέρνησις θα ενόμιζε ζωτικόν συμφέρον να αντιστή δια των εθνικών αυτής δυνάμεων, η Γαλλική Κυβέρνησις θα εθεώρει εαυτήν υποχρεωμένην να παράσχη αμέσως πάσαν βοήθειαν ην διαθέτει…».
Αριθ. 34
Ο εν Αγίοις Σαράντα Υποπρόξενος προς το
Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
(μετά την επανάληψιν της επί επταήμερον διακοπείσης τηλεγραφικής επικοινωνίας).
14 Απριλίου 1939.
Κατά την κατάληψιν των Αγίων Σαράντα υπό ιταλικού εκστρατευτικού σώματος την 7 τρέχοντος, το προξενικόν κατάστημα εβάλλετο υπό των Ιταλών δια πολυβόλων επί τρία τέταρτα της ώρας και διετρήθη υπό εκατοντάδος σφαιρών. Το προσωπικόν του Προξενείου, οι Έλληνες υπήκοοι και οι ομογενείς διέτρεξαν σοβαρώτατον κίνδυνον, άλλ’ ευτυχώς ετραυματίσθη μόνον ελαφρώς εις ομογενής. Ιταλοί πεζοναύται εισήλθον εντός του Υποπροξενείου με εφ’ όπλου λόγχην, Ιταλοί δε στρατιώται ετοποθέτησαν εντός αυτού πυρομαχικά, άτινα όμως απέσυραν κατόπιν επανειλημμένων διαβημάτων μου παρά τω Στρατιωτικώ Διοικητή.
Μπένσης.
Αριθ. 35.
Ο Πρωθυπουργός και Υπουργός των Εξωτερικών προς
την εν Λονδίνω Β. Πρεσβείαν.
14 Απριλίου 1939.
Εξέφρασα εις τον Πρεσβευτήν της Αγγλίας θερμάς ευχαριστίας δια τας χθεσινάς δηλώσεις του κ. Τσάμπερλαιν και του Λόρδου Χάλιφαξ.
Παρακαλώ όπως ίδητε και υμείς τον Υπουργόν των Εξωτερικών και τονίσητε αυτώ ότι η Β. Κυβέρνησις και ο ελληνικός λαός εξετίμησαν όλως ιδιαιτέρως την αυθόρμητον και τόσον ευγενή χειρονομίαν της Αγγλίας, ήτις αποτελεί νέον πολύτιμον δείγμα της εκ παραδόσεως φιλίας ως και του ενδιαφέροντος αυτής περί της Ελλάδος.
Μεταξάς.
Αριθ. 36.
Ο Πρωθυπουργός και Υπουργός των Εξωτερικών
προς την εν Παρισίοις Β. Πρεσβείαν.
14 Απριλίου 1939.
Ο Πρεσβευτής της Γαλλίας μοι επέδωκε το κείμενον της χθεσινής δηλώσεως του κ. Νταλαντιέ. Τω εξέφρασα τας θερμοτέρας ευχαριστίας μου παρακαλέσας αυτόν να τας διαβιβάση εις τον Γάλλον Πρωθυπουργόν ως και εις τον Γάλλον Υπουργόν των Εξωτερικών.
Παρακαλώ όπως ίδητε και υμείς τους κ.κ. Νταλαντιέ και Μποννέ και τονίσητε αυτοίς ότι η Β. Κυβέρνησις και ο ελληνικός λαός εξετίμησαν όλως ιδιαιτέρως την αυθόρμητον και τόσον ευγενή χειρονομίαν της Γαλλίας, ήτις αποτελεί νέον πολύτιμον δείγμα της εκ παραδόσεως φιλίας ως και του ενδιαφέροντος αυτής υπέρ της Ελλάδος.
Μεταξάς.
Αριθ. 37.
Ο εν Λονδίνω Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
14 Απριλίου 1939.
Έσχον χθες μακράν συνδιάλεξιν μετά του Επιτετραμμένου της Γερμανίας. Υπήρχον δι’ αυτόν σκοτεινά τινά σημεία εν σχέσει προς τον χρόνον των παρασχεθεισών υμίν ιταλικών διαβεβαιώσεων, διότι είχε την εντύπωσιν ότι αύται εδόθησαν την 7 η 8 Απριλίου. Τω διεσαφήνισα ότι αι διαβεβαιώσεις αύται εδόθησαν την 10 Απριλίου κατόπιν της συνομιλίας του Άγγλου Υπουργού των Εξωτερικών την 9 τρέχοντος μετά του Ιταλού Επιτετραμμένου. Ετόνισα ότι δεν είχομεν ζητήση την αγγλικήν και γαλλικήν εγγύησιν και μοι είπεν ότι χαίρει διότι ούτω η Ελλάς έχει και από τα δύο μέρη εγγυήσεις. Μοι εζήτησεν εν τέλει την άδειαν να ανακοινώση εις το Βερολίνον τας παρασχεθείσας αυτώ πληροφορίας.
Σιμόπουλος.
Αριθ. 38.
Ο Μόνιμος Υφυπουργός των Εξωτερικών
προς την εν Τιράνοις Β. Πρεσβείαν.
15 Απριλίου 1939.
Παρακαλούμεν να έχητε υπ’ όψιν την ημετέραν ζωηράν επιθυμίαν όπως ουδεμίαν δώσωμεν αφορμήν παρεξηγήσεως. Η στάσις σας απέναντι του αντιπροσώπου του Βασιλέως της Ιταλίας πρέπει να είναι φιλική και τελείως άμεμπτος.
Μαυρουδής.
Αριθ. 39.
Ο εν Βελιγραδίω Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
21 Απριλίου 1939
Κατά πληροφορίαν ασφαλούς αλβανικής πηγής, εις την αλβανικήν επιτροπήν την μεταβάσαν εις Ρώμην όπως προσφέρη το αλβανικόν στέμμα εις τον Βασιλέα της Ιταλίας ο κ. Μουσσολίνι υπεσχέθη την επέκτασιν των αλβανικών συνόρων.
Ρωσέττης.
Αριθ. 40.
Ο εν Τιράνοις Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
27 Απριλίου 1939
Αι συνεχιζόμεναι εν Αλβανία συγκεντρώσεις ιταλικών δυνάμεων ήρξαντο ανησυχούσα ισοβαρώς τους ενταύθα διπλωματικούς κύκλους, αι δε διαδόσεις περί μελλούσης επιθέσεως της Ιταλίας κατά της Ελλάδος εντείνονται από τα λεγόμενα παρά διαφόρων Ιταλών αξιωματικών. Αλβανός Υπουργός ανεκοίνωσεν εμπιστευτικώς εις τον ημέτερον διερμηνέα ότι εν περιπτώσει περιπλοκών η Ιταλία προτίθεται να καταλάβη αμέσως την Ήπειρον μέχρι της Πρεβέζης.
Σκέφερις.
Αριθ. 41
Ο εν Ρώμή Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
12 Μαΐου 1939.
Χθες την εσπέραν, μετά το επίσημον εν τω Κυρηναλίω προς τιμήν των ΑΑ. ΒΒ. ΥΥ. Του Πρίγκηπος Παύλου και της Πριγκηπίσσης Όλγας της Γιουγκοσλαυΐας γεύμα, ούτινος, εκτός του ιταλικού Πρωθυπουργού, των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου και άλλων ιταλών επισήμων, συμμετέσχον και πάντες οι αρχηγοί των ξένων εν Ρώμη διπλωματικών αποστολών, έσχον την ευκαιρίαν να συνδιαλεχθώ δια βραχέων μετά του κ. Μουσσολίνι.
Ο Ιταλός ηγέτης, σύννους και με ύφος μάλλον δύσθυμον, ήρχισεν υπενθυμίζων μοι ότι προσφάτως κατόπιν ανυποστάτων φημών, αίτινες εκυκλοφόρουν, είχε προβή προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν εις δήλωσιν… «δήλωσιν – έσπευσα να παρατηρήσω – ήτις, ως προκύπτει και εκ της απαντήσεως του Προέδρου της Ελληνικής Κυβερνήσεως, εξετιμήθη δεόντως εν Ελλάδι και εγένετο μετά πολλής ικανοποιήσεως δεκτή παρά της ελληνικής κοινής γνώμης».
«Αλλά τότε ποία η ανάγκη – υπέλαβεν ο κ. Μουσσολίνι – να δεχθήτε και ετέραν «δήλωσιν» από τον Νταλαντιέ».
Ηρώτησα τον Ιταλόν Πρωθυπουργόν εάν υπηνέσσετο τας αγγλογαλλικάς διαβεβαιώσεις, αίτινες προ εβδομάδων ήδη εδόθησαν εις την Ελλάδα και ταυτοχρόνως εις την Ρουμανίαν.
Ο παριστάμενος και σιωπηλώς έως τότε παρακολουθών την συνομιλίαν Ιταλός επί των Εξωτερικών Υπουργός, παρεμβάς, μοι είπεν ότι την διαβεβαίωσιν ταύτην εννοεί ο Ντούτσε και ότι καθ’ ην στιγμήν είχε δοθή αύτη εξήρθη κυρίως καθόσον αφορά την Ρουμανίαν, ενώ ως προς την Ελλάδα παρέμεινεν εν σκιά και συνεπώς δεν είχεν αποδοθή αυτή σημασία!
Εκ της κάπως βεβιασμένης ταύτης διασαφήσεως του κ. Τσάνο άγομαι εις το συμπέρασμα ότι ο Ιταλός Πρωθυπουργός επωφελήθη της ευκαιρίας ίνα μοι υποβάλη ερώτημα ανάλογον προς το προ ημερών απευθυνθέν τω Ρουμάνω επί των Εξωτερικών Υπουργώ αλλά με διατύπωσιν φανερώνουσαν ότι τω εφάνη επίκαιρον και ως εκ των χθες ακριβώς ενώπιον της Γαλλικής Βουλής δηλώσεων του Γάλλου Πρωθυπουργού, εν αις ρητή και ονομαστική εγίνετο μνεία περί Ελλάδος και της δοθείσης αυτή υπό της Γαλλίας διαβεβαιώσεις περί αμέσου αρωγής εν περιπτώσει επιθέσεως εναντίον της.
Δεν παρέλειψα τότε να υπομνήσω τω Ιταλώ Πρωθυπουργώ ότι αι αγγλογαλλικαί φιλικαί και με μονομερή χαρακτήρα δηλώσεις εγένοντο προς την Ελλάδα απροκλήτως και αυθορμήτως και ως τοιαύται δεν ήτο δυνατόν παρά να γίνωσι δεκταί παρ’ ημών. Προσέθηκα ότι η Ιταλική Κυβέρνησις έχει βεβαίως υπ’ όψιν της την δυσχερή θέσιν εις ην έχουσι περιαχθή αι μικραί χώραι έναντι των Μεγάλων Δυνάμεων και ότι, όσον αφορά ειδικώτερον την Ελλάδα, ζωηρά ημών επιθυμία υπήρξε και είναι πάντοτε η διατήρησις φιλικών σχέσεων μεθ’ όλων των Κρατών, ιδιαιτέρως δε μετά των Μεγάλων Δυνάμεων και των γειτόνων ημών. Εκ των συνομιλιών, εξηκολούθησα, άς κατά την πρόσφατον εν Αθήναις παραμονήν μου έσχον μετά του κ. Προέδρου της Ελληνικής Κυβερνήσεως, απεκόμισα την σαφή εντύπωσιν ότι η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος ευρίσκεται και εμμόνως κατευθύνεται επί της γραμμής ταύτης.
Ο κ. Μουσσολίνι μετά προσοχής ήκουσε τας φιλικάς ταύτας δια την χώραν του διαβεβαιώσεις, δεν δύναμαι ουχ ήττον να είπω ότι εδείχθη απολύτως ικανοποιημένος εξ αυτών. Ελθούσης δε της στιγμής να απομακρυνθώ μοι έδωκε να εννοήσω, με ύφος ανθρώπου θέλοντος οπωσδήποτε να έχη την τελευταίαν λέξιν και δια φράσεως περιπλόκου και κάπως δυσκαταλήπτου, ότι η ορθή πολιτική μιας χώρας είναι να γνωρίζη να ποιήται εν τη φιλία της διαβαθμίσεις μεταξύ των πλησιεστέρων και των απωτέρων φίλων της…
Π. Μεταξάς.
Αριθ. 42.
Ο εν Κορυτσά Πρόξενος προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
15 Ιουνίου 1939.
Ο ενταύθα παρεπιδημών Ιταλός Υπουργός της Παιδείας κ. Μποττάϊ εξεφώνησε χθες την μεσημβρίαν λόγον, από του εξώστου του Δημαρχείου, εν τω οποίω ετόνισεν ότι η Αλβανία υπό το σημερινόν καθεστώς θέλει ως το Πεδεμόντιον καταστή μεγάλη εντός δύο ή τριών ετών.
Τριγγέτας.
Αριθ. 43.
Ο εν Τιράνοις Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
25 Ιουνίου 1939.
Μανθάνω ότι ο Στρατάρχης Μπαντόλιο διεβεβαίωσεν επιτροπήν Αλβανών ότι η Ιταλία θα εργασθή υπέρ της οργανώσεως και ευημερίας της Αλβανίας και υπέρ της επεκτάσεως των ορίων αυτής. Περί της μεγεθύνσεως της Αλβανίας ωμίλησεν εις συγκέντρωσιν Αλβανών και ο Ιταλός Γενικός Τοποτηρητής.
Σκέφερις.
Αριθ. 44.
Ο εν Ρώμη Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
6 Ιουλίου 1939.
Γενόμενος χθες την εσπέραν δεκτός παρά του Υπουργού των Εξωτερικών εξέφρασα αυτών πάλιν, συμφώνως προς την δοθείσαν μοι εντολήν, μετά των ιδικών μου, τα συλλυπητήρια του ημετέρου Βασιλέως δια τον θάνατον του πατρός του και την λύπην της Α. Μεγαλειτότητος διότι λόγω του επισυμβάντος πένθους δεν ηδυνήθη να τον συναντήση εν Φλωρεντία. Ο κόμης Τσάνο περιωρίσθη να με ευχαριστήση χωρίς ουδέ λέξιν να προσθέση δια τους ευτυχείς γάμους της ημετέρας Πριγκηπίσσης. Εις ερώτησίν μου πώς βλέπει την εξέλιξιν της πολιτικής καταστάσεως ο Υπουργός μοι απήντησεν ότι παρά τη Φασιστική Κυβερνήσει και τη ιταλική κοινή γνώμη κρατούν γαλήνη και ψυχραιμία εν αντιθέσει προς την υπερδιέργεσιν την σημειουμένην αλλαχού. Επωφεληθείς της ευκαιρίας εκάκισε τας εντελώς αδικαιολογήτους κατ’ αυτόν ανησυχίας και απειλητικάς δηλώσεις των Άγγλων και Γάλλων ιθυνόντων ως και τα αμετροεπή δημοσιεύματα του δημοκρατικού τύπου, δια να καταλήξη εις επίκρισιν της αγγλογαλλικής κυκλωτικής πολιτικής δια του συστήματος της αφειδούς παροχής εγγυήσεων, πολιτικής ήτις θα αποτελέση την αφετηρίαν της επιδεινώσεως της καταστάσεως και εις την οποίαν, ως μη ώφειλε, προσεχώρησε και η Ελλάς δια της αποδοχής της εγγυήσεως των δύο Δυτικών Δυνάμεων.
Δεν παρέλειψα να τονίσω και πάλιν εις τον Ιταλόν Υπουργόν ότι η εγγυητική διαβεβαίωσις των Δυτικών Δυνάμεων, ήτις παρεσχέθη ημίν εν στιγμή δεινής πολιτικής κρίσεως εν Ευρώπη, είχε χαρακτήρα γενικόν, αφεώρα δε μόνον τον ενδεχομένως μελετώντα να επιβουλευθή την ημετέραν ανεξαρτησίαν και ακεραιότητα. Θα ήτο δύσκολον, προσέθηκα, να αποποιηθώμεν εγγύησιν ανιδιοτελώς και αυθορμήτως προσφερθείσαν ημίν, άλλ’ η τοιαύτη μη αποποίησις ουδόλως σημαίνει ότι ελάβομεν θέσιν εναντίον της Ιταλίας και της Γερμανίας, δεδομένου ότι ειλικρινής ημών πρόθεσις είναι να διατηρήσωμεν μετ’ αυτών και εις το μέλλον τας φιλικωτέρας των σχέσεων.
Π. Μεταξάς.
Αριθ. 45.
Σημείωμα περί συνομιλίας του Πρωθυπουργού και Υπουργού
των Εξωτερικών μετά του Πρεσβευτού της Ιταλίας.
21 Αυγούστου 1939
Επωφελήθην της σημερινής επισκέψεως του κ. Γκράτσι, όστις είχε ζητήση να με ίδη μετά την εξ Ιταλίας επάνοδόν του, δια να εκκαθαρίσω, ως τω είπον, εν ζήτημα όπερ υπάρχει μεταξύ ημών και της Ιταλίας. Και θα του ομιλήσω δια μακρών και τον παρακαλώ να μη εκλάβη τα λεγόμενά μου ως προερχόμενα από διάθεσιν μη φιλικήν προς την Ιταλίαν:
Επικρατεί εις την Ιταλίαν διάθεσις εχθρική κατά της Ελλάδος, διάθεσις εχθρική τελείως αδικαιολόγητος. Μας κατηγορούν ότι ελάβομεν μέρος εις τας κυρώσεις κατά τον Αβησσυνιακόν πόλεμον. Αλλά δεν είμεθα ημείς μόνον οι λαβόντες μέρος εις τας κυρώσεις αλλά ολόκληρος σχεδόν η Ευρώπη, μεταξύ δε άλλων και η Γιουγκοσλαυΐα, με την οποίαν η Ιταλία ευρίσκεται εις τόσον φιλικάς σχέσεις, και η Βουλγαρία, της οποίας ακόμη και τας αξιώσεις εις βάρος ημών υποστηρίζουν οι Ιταλοί δια του τύπου των. Όθεν ουδείς υφίσταται ειδικός λόγος καταφοράς κατά της Ελλάδος δια τας κυρώσεις αφού η Ιταλία ευρίσκεται εις τόσον καλάς σχέσεις με τας δύο αυτάς χώρας. Ο κ. Γκράτσι μοι είπε τότε ότι το ζήτημα των κυρώσεων επέρασε πλέον και θεωρείται λήξαν. Τω απήντησα ότι βεβαίως θεωρείται λήξαν, ουχ ήττον όμως επανέρχεται κάθε τόσον εις τας ιταλικάς εφημερίδας.
Έφερα έπειτα τον λόγον εις τα Δωδεκάνησα. Τω είπον ότι ημείς ουδεμίαν έχομεν επιθυμίαν να εμφανιζώμεθα επεμβαίνοντες εις τα εσωτερικά των Δωδεκανήσων, αλλά εθεωρήσαμεν πάντοτε ότι η καλή μεταχείρισις των Δωδεκανήσων θα εβελτίου τας σχέσεις Ελλάδος και Ιταλίας. Επανειλλημένως είχον απασχολήσει τον εν Αθήναις προκάτοχόν του με το ζήτημα τούτο, και ο κ. Μποσκαρέλλι είχεν επανειλλημένως επέμβη παρά τη κυβερνήσει του ούτως ώστε να διαφανή προς στιγμήν η ελπίς βελτιώσεως της εν Δωδεκανήσω καταστάσεως. Αντί τούτου όμως εχειροτέρευσεν αύτη, και δη εις σημείον ώστε οι Δωδεκανήσιοι, μη δυνάμενοι να υποστούν τας ιταλικάς πιέσεις, να εισρέουν καθημερινώς εις την Ελλάδα. Είπον εις τον κ. Γκράτσι ότι δεν επιθυμώ να εμφανισθώ προβαίνων εις διάβημα επί του ζητήματος τούτου, άλλ’ ότι οφείλουν και αυτοί να εννοήσουν ότι έχομεν ήδη εις Αθήνας και Πειραιά περί τας 10.000 Δωδεκανησίων, οίτινες δεν παύουν διεκτραγωδούντες τα δεινά άτινα υφίστανται αι νήσοι των. Και ναι μεν δεν τους αφίνομεν να προβαίνουν εις δημοσίας εκδηλώσεις, άλλ’ αυτό δεν τους εμποδίζει να ομιλούν και να διαχύνουν εις τον ελληνικόν πληθυσμόν πνεύμα βαρυτάτου παραπόνου κατά της Ιταλίας. Εν τω μεταξύ αι ιταλικαί εφημερίδες, πότε η μία και πότε η άλλα, δεν έπαυσαν αρθογραφούσαι ότι η Κέρκυρα ανήκεν εις τους Ιταλούς επειδή ανήκεν εις την Βενετίαν επί 400 έτη, δηλονότι με τα ίδιον δικαίωμα με το οποίον θα ηδύνατο η Τουρκία να απαιτήση ολόκληρον την Ελλάδα. Ότι τοιαύτα δημοσιεύματα αναγιγνωσκόμενα εδώ γεννούν δυσφορίαν παρά τη ελληνική κοινή γνώμη τυγχάνει πασιφανές.
Όσον αφορά τα παράπονα της Ιταλικής Κυβερνήσεως δια το ζήτημα της συνθήκης του Νυόν, ημείς ουδεμίαν θα είχομεν βεβαίως αντίρρησιν να λάβη μέρος και η Ιταλία εις τας περιπολίας τας προβλεπομένας υπό της συνθήκης αυτής. Αντίρρησιν είχομεν εις το να της δοθούν δικαιώματα χρήσεως των ιδικών μας λιμένων. Φυσικώ τω λόγω, εάν ο ιταλικός στόλος έλθη εις τους λιμένας μας ως επισκέπτης, θα τον δεχθώμεν ευχαρίστως και μετά πάσης τιμής, άλλ’ ως επισκέπτην. Δεν μας ευχαριστεί όμως διόλου να έλθη με δικαιώματα χρήσεως των λιμένων μας, ιδίως δε δια την Κέρκυραν και μάλιστα κατόπιν των ανωτέρω δημοσιευμάτων, όχι τόσον διότι φοβούμεθα ότι η Ιταλική Κυβέρνησις θα εζήτει να επωφεληθή της περιστάσεως ταύτης δια να αποκτήση την Κέρκυραν όσον λόγω του αναβρασμού της κοινής γνώμης, ο οποίος θα ηδύνατο να προκαλέση και επισόδεια. Δεν θα ηδυνάμεθα, φερ’ ειπείν, να εμποδίσωμεν επεισόδια μεταξύ των Ιταλών ναυτών και του πληθυσμού της Κερκύρας, ο οποίος θα υπωψιάζετο την χρήσιν του λιμένος δια τα έργα της συνθήκης του Νυόν ως απαρχήν καταλήψεως. Δια τούτο εζητήσαμεν ν’ αποφύγωμεν το ζήτημα αυτό, ουχί εκ πνεύματος δυσμενούς εναντίον της Ιταλικής Κυβερνήσεως, αλλά τουναντίον λόγω της επιθυμίας ημών να αποφευχθή οιονδήποτε επισόδιον δυνάμενον να διαταράξη τας σχέσεις μας. Την αυτήν άλλωστε επιθυμίαν μη χρήσεως των λιμένων μας είχομεν και δια τας άλλας Δυνάμεις, και όντως επετύχομεν βαθμηδόν να παύση η χρήσις αύτη. Δεν βλέπω επομένως δια ποίον λόγον μας καταλογίζεται εκ μέρους της Ιταλικής Κυβερνήσεως και αυτό ως βαρύ παράπτωμα κατά της ιταλοελληνικής φιλίας.
Ας έλθωμεν τώρα εις τας σημερινάς περιστάσεις. Μας καταλογίζεται ότι εδέχθημεν την εγγύησιν της Αγγλίας και της Γαλλίας, μολονότι η μονομερής και αυθορμήτως δοθείσα εγγύησις αύτη ήτο τελείως γενική δια πάσαν κατά της Ελλάδος επίθεσιν. Και όμως εδέχθησαν οι εν Ρώμη λίαν φιλοφρόνως και φιλικώς τον Υπουργόν των Εξωτερικών της Ρουμανίας, η οποία ευρίσκετο υπό τους αυτούς ως και ημείς όρους. Υφίστατό τι το ειδικώτερον δια την Ελλάδα; Αλλά μας λέγεται ότι έπρεπε να αρκεσθώμεν εις τας διαβεβαιώσεις του κ. Μουσσολίνι. Και σας ερωτώ: Την Παρασκευήν το πρωί ήρχισεν η απόβασις εις την Αλβανίαν, και αι διαβεβαιώσεις αυταί δεν μας είχον δοθή. Το Σάββατον εξηκολούθησεν η προέλασις εις την Αλβανίαν, και αι διαβεβαιώσεις δεν μας είχον δοθή. Την Κυριακήν του Πάσχα εσυνεχίσθη η προέλασις, και πάλιν δεν μας είχον δοθή αι διαβεβαιώσεις. Και μόλις την Δευτέραν μεσημβρίαν μας εδόθησαν αι διαβεβαιώσεις του κ. Μουσσολίνι. Ήτο φανερόν ότι ο εκνευρισμός της κοινής γνώμης κατά τας ημέρας αυτάς και αι υποψίαι της είχον εκτραχυνθή. Σχεδόν ταυτοχρόνως με τας διαβεβαιώσεις του κ. Μουσσολίνι μας εδίδοντο και αι εγγυήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας, οπότε η μεν ιδική μου δυσπιστία ως προς την Ιταλίαν είχε παρέλθη, αλλά δεν είχε παρέλθη ποσώς η δυσπιστία της ελληνικής κοινής γνώμης. Πώς θα ηδυνάμην να τας αρνηθώ; Και διατί θα έκαμνα αυτήν την προσβολήν εις δύο Μεγάλας Δυνάμεις, αι οποίαι τελείως φιλικώς και αυθορμήτως και χωρίς να μας ζητήσουν τίποτε μας προσέφερον την βοήθειάν των δια την περίπτωσιν μιας καθ’ ημών επιθέσεως:
Εις το σημείον τούτο ο κ. Πρεσβευτής μοι είπεν ότι επρόκειτο ειδικώς μόνον δια την Ιταλίαν και ότι ουδείς άλλος θα μας επετίθετο. Τω απήντησα ότι απατάται, διότι ηδύνατο να μας επιτεθή και η Βουλγαρία, οπότε την αυτήν θα είχον υποχρέωσιν η Αγγλία και η Γαλλία. Αλλά, προσέθεσα, πως θέλετε να πείσωμεν τον ελληνικόν λαόν ότι ουδένα διατρέχει κίνδυνον από την Ιταλίαν, όταν οι στρατιώται σας οι μεταφερόμενοι εις την Δωδεκάνησον τραγουδούν ένα ιδιαίτερον τραγούδι «Sbarcheremo al Pireo e conquisteremo tutto l’ Egeo κλπ.»; Όταν οι αξιωματικοί και στρατιώται σας εις την Αλβανίαν ομιλούν καθημερινώς περί εισβολής εις την Ελλάδα; Όταν ο Στρατηγός Μπαντόλιο ωμίλησε δημοσία εις την Αλβανίαν περί επεκτάσεως των συνόρων της Αλβανίας; Όταν δια την υποδοχήν του κόμητος Τσάνο εις την Κορυτσάν είχον ετοιμασθή πινακίδες με μαύρα γράμματα ΚΟΣΣΟΒΟ και ΤΣΑΜΟΥΡΙΑ; Και το μεν Κόσσοβο ανήκε, ως γνωστόν, εις την Γιουγκοσλαυΐαν με την οποίαν έχετε ιδιαιτέρας σχέσεις, άλλ’ η Τσαμουριά ανήκει εις την Ελλάδα.
Ο κ. Πρεσβευτής προφανώς εστενοχωρήθη και μοι απήντα λίαν ασθενώς. Αλλά μοι έθεσε το ερώτημα: Έχει καλώς˙ αλλά σεις είσθε σύμμαχοι με τους Τούρκους και οι Τούρκοι συνεμάχησαν με τους Άγγλους. Ποία είναι η θέσις σας τότε; Τω απήντησα ότι ημείς δεν συνδεόμεθα μετά της Αγγλίας δι’ ουδεμιάς συνθήκης συμμαχίας. Με την Τουρκίαν μας συνδέει η Βαλκανική Συνθήκη και αι ειδικαί συνθήκαι μας με την Τουρκίαν αι οποίαι είναι πασίγνωστοι. Ουδεμία εξ αυτών στρέφεται κατά της Ιταλίας. Μοι είπε: Πολύ καλά˙ εάν όμως κάμη η Τουρκία επιθετικόν πόλεμον κατά της Ιταλίας, τί θα κάνετε σεις; Τω απήντησα ότι δύναμαι να τον διαβεβαιώσω ότι η Τουρκία ουδόλως σκέπτεται να κάμη επιθετικόν πόλεμον κατά της Ιταλίας, η δε συμμαχία της με την Αγγλίαν είναι καθαρώς αμυντική, προς απόκρουσιν της Ιταλίας εάν αυτή της επιτεθή. Εάν όμως θέλη να υποθέσωμεν ότι θα ήτο ποτέ δυνατόν να κάμη η Τουρκία επιθετικόν πόλεμον κατά της Ιταλίας, ουδεμία συνθήκη μας υποχρεώνει να την ακολουθήσωμεν. Αλλά επαναλαμβάνω ότι πρόκειται περί υποθέσεως της οποίας την πραγματοποίησιν δεν δύναμαι να ίδω. Τότε προσέθεσε: Πολύ καλά˙ εάν η Αγγλία σας πιέση να της δώσετε τους λιμένας σας, τί θα κάμετε; Τω απήντησα ότι ουδέποτε μας έκαμεν η Αγγλία λόγον περί τοιούτου πράγματος, ούτε κατά την περυσινήν κρίσιν ούτε κατά την εφετεινήν του Απριλίου και ούτε θα μας πιέση ποτέ εις το ζήτημα αυτό. Άλλωστε, εάν τυχόν δώσωμεν ημείς τους λιμένας μας αυθορμήτως εις τους Άγγλους, θα σημαίνη τούτο έξοδον εκ της ουδετερότητος και συνεπώς πόλεμον καθ’ υμών: Αλλά δεν το σκεπτόμεθα αυτό και δεν υπάρχει καμμία ανάγκη να το σκεφθώμεν.
Μοι είπε τότε ο κ. Γκράτσι: Ώστε αι διαθέσεις σας είναι ειρηνικαί δια την Ιταλίαν; Με εξουσιοδοτείτε να το τηλεγραφήσω; Τω απήντησα ότι τον εξουσιοδοτώ να τηλεγραφήση εις την Κυβέρνησίν του ότι η Ελλάς ουδεμίαν έχει διάθεσιν να ενεργήση κατά της Ιταλίας και να έλθη εις πόλεμον μετ’ αυτής, εκτός εάν η Ιταλία ήθελε θίξη ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδος και προ παντός την ακεραιότητα του εδάφους της. Δια την περίπτωσιν αυτήν σας παρακαλώ επίσης να τηλεγραφήσητε ότι η Ελλάς να αμυνθή της τιμής της και της ακεραιότητά της μέχρις εσχάτων. Ο κ. Γκράτσι διεμαρτυρήθη τότε και είπεν ότι η Ιταλία ουδόλως σκέπτεται το πράγμα αυτό και ουδέποτε θα προβή εις αυτό. Εν τοιαύτη περιπτώσει, τω απήντησα, διατί αυτή η εχθροπάθεια εναντίον μας; Είμαι ενήμερος από τον εν Ρώμη πρεσβευτήν μας των εναντίον μας αιτιάσεων του κ. Τσάνο, αιτιάσεων αίτινες δεν βασίζονται πουθενά. Πρόκειται επομένως περί ενδιαθέτου κακής διαθέσεως. Όσον αφορά τον κ. Μουσσολίνι, ενθυμούμαι ακόμη την οργήν η οποία τον κατέλαβε, όταν έλαβε την είδησιν ότι ο Στρατιωτικός μας Ακόλουθος παρά τη Πρεσβεία Βελιγραδίου είχε δήθεν εκφρασθή προς ξένον συνάδελφον του υποτιμητικώς δια τον ιταλικόν στρατόν. Εγώ έσπευσα αμέσως να ικανοποιήσω τον κ. Μουσσολίνι δι’ εκφράσεων λίαν κολακευτικών δια τον ιταλικόν στρατόν, συγχρόνως δε, και παρά το γεγονός ότι εξηκριβώθη το ανακριβές της τοιαύτης κατηγορίας κατά του αξιωματικού μας και ότι η ανακρίβεια αύτη επιστοποιήθη και εκ μέρους του Στρατιωτικού Ακολούθου της Ιταλίας εν Βελιγραδίω, εν τούτοις δια να μη αφίσω εις τον κ. Μουσσολίνι κανένα δισταγμόν, αφού έκαμα το παν δια να τον ικανοποιήσω, έθεσα εις διαθεσιμότητα τον περί ου πρόκειται αξιωματικόν και δεν επέτρεψα να προσληφθή εις το Επιτελείον, όπως επρόκειτο, ενώ ήτο αθώος. Έτσι ενεργώ εγώ όταν θέλω να διατηρήσω καλάς σχέσεις με Κυβερνήτην ετέρας χώρας. Δεν δύναμαι όμως να είπω ότι και ο κ. Μουσσολίνι ενεργεί κατά τον αυτόν τρόπον απέναντί μας.
Ως βέπετε, προσέθηκα, μας κακομεταχειρίζεσθε, και τούτο μας δίδει το δικαίωμα να σκεπτώμεθα ότι αι διαθέσεις σας δεν είναι διόλου φιλικαί. Διεμαρτυρήθη και πάλιν και είπεν ότι θα ήρκει να είχεν η Ιταλία την βεβαιότητα ότι η Ελλάς δεν θα θελήση να φερθή προς αυτήν εχθρικώς δια να έπαυον όλα αυτά. Τω απήντησα τελικώς ως εξής: Επιτρέψατέ μοι να αμφιβάλλω, αν και εγώ το εύχομαι επίσης και ελπίζω ότι και σεις θα συντείνετε εις τα ην άρσιν της τοιαύτης αδίκου προκαταλήψεως εναντίον της Ελλάδος. Σας επαναλαμβάναω όμως και πάλιν ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην ήθελε θιγή η ακεραιότης μας ή θα προσεβάλλοντο τα ύψιστα ζωτικά ημών συμφέροντα, τότε και ημείς βεβαίως θα επολεμούμεν δια να τα περασπισθώμεν. Μοι είπεν ότι θα είχομεν τότε πληρέστατον δίκαιον, αλλά ότι δεν πρόκειται περί τοιούτου τινός.
Μεταξάς.
Αριθ. 46.
Αναφορά του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου
Στρατού προς τον Πρωθυπουργόν.

29 Αυγούστου 1939.
Με επεσκέφθη σήμερον, κατόπιν αιτήσεώς του, ο άρτι εξ Ιταλίας επανελθών Στρατιωτικός αυτής Ακόλουθος όστις με ηρώτησεν αν αληθεύη ότι αι μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου ενισχύθησαν εσχάτως δι’ ατομικών προσκλήσεων. Απήντησαν ότι όντως αληθεύει τούτο και ότι το μέτρον οφείλεται εις το γεγονός ότι κατά τα τελευταία μεγάλα γυμνάσια των Ιταλών εις την Αλβανίαν συνεκεντρώθη το σύνολον σχεδόν του εν Αλβανία ιταλικού στρατού, πλην μιας μεραρχίας, εγγύς των συνόρων μας. Προσέθεσα ότι η ενίσχυσις ημών αύτη ουδένα άλλον έχει σκοπόν ή να καθησυχάση τους πληθυσμούς τους ανησυχήσαντας εκ των σοβαρών ιταλικών συγκεντρώσεων.
Μοι είπε τότε ο Ιταλός Στρατιωτικός Ακόλουθος ότι η Ιταλία έχει δώση εγγυήσεις ότι θα σεβασθή την ακεραιότητά μας, συνεπώς δεν δύναται αυτός να εξηγήση διατί ελάβομεν το ανωτέρω μέτρον. Είμαι, προσέθεσεν, επιφορτισμένος παρά του Υπουργού των Στρατιωτικών κ. Παριάνι να επαναλάβω τας εγγυήσεις αυτάς.
Απήντησα εις τον Ιταλόν αξιωματικόν ότι λίαν ευχαρίστως δέχομαι την ως άνω διαβεβαίωσιν του Υπουργού του και ότι ημείς οι Έλληνες δεν ζητούμεν άλλο παρά να έχωμεν τας φιλικωτέρας σχέσεις με τους Ιταλούς. Άλλ’ αφ’ ενός μεν η επιδεικτική συγκέντρωσις υπό τύπον μεγάλων γυμνασίων, του συνόλου σχεδόν του εν Αλβανία ιταλικού στρατού προς τα σύνορά μας αφ’ ετέρου δε η από μηνών συνεχής παραβίασις του εδάφους μας υπό ιταλικών αεροπλάνων, εισερχομένων πολλάκις εις μέγα εντός αυτού βάθος, δεν συντελούσιν ατυχώς εις την δημιουργίαν της ατμοσφαίρας εκείνης ην επιθυμούμεν ημείς και ην, ως λέγετε, επιθυμεί και ο Υπουργός σας. Εκτός όμως τούτων και τα άσματα τα οποία άδουσιν οι Ιταλοί στρατιώται ολίγον συντελούσιν εις μίαν αποκατάστασιν αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Μοι απήντησεν ότι δεν έχει πληροφορίας περί συγκεντρώσεως ιταλικών δυνάμεων, υπό τύπον μεγάλων γυμνασίων, εγγύς των συνόρων μας. Τον διέκοψα ειπών ότι αν επιθυμή δύναμαι να παράσχω αυτώ συγκεκριμένας πληροφορίας.
Απέφυγε να προσθέση τι επί του ανωτέρω. Έφερε την συζήτησιν επί των πτήσεων των ιταλικών αεροπλάνων υπεράνω του εδάφους μας, αποδώσας αυτάς εις πιθανά λάθη των αεροπόρων. Τω απήντησα ότι τούτο θα ήτο δυνατόν να το δεχθώ εάν επρόκειτο περί μιας ή δύο πτήσεων˙ δεν δύναμαι όμως να δεχθώ ότι συνεχώς από διμήνου οι Ιταλοί αεροπόροι, οι οποίοι διακρίνονται δια την ικανότητά των, δύνανται να διαπράττουν τοιαύτα λάθη προσανατολισμού, μάλιστα όταν αι πτήσεις των εξικνούνται πολλάκις εις βάθος 25 και πλέον χιλιομέτρων εντός του εδάφους μας.
Εις τα ανωτέρω απήντησεν ότι πιθανόν οι Ιταλοί αεροπόροι, οι οποίοι όπως και εις όλα τα άλλα κράτη είναι νέοι ενθουσιώδεις και ίσως ολίγον απειθάρχητοι, να ενήργουν αυτοβούλως άνευ διαταγών της διοικήσεών των. Τον διέκοψα και τω είπον ότι από των πρώτων πτήσεων η Ελληνική Κυβέρνησις διεμαρτυρήθη εις Ρώμην δια του εκεί Έλληνος Πρεσβευτού. Πιστεύω, προσέθεσα, ότι εάν εδίδοντο απαγορευτικαί διαταγαί από την ιταλικήν διοίκησιν εις τους αεροπόρους, ούτοι δεν θα εξεδήλουν συνεχώς τοιαύτην απειθαρχίαν, καθόσον είμαι βέβαιος ότι εις μίαν αεροπορίαν ως η ιταλική δεν είναι δυνατόν να ατονή η πρωτίστως απαραίτητος αρετή πάσης ενόπλου δυνάμεως, η πειθαρχία. Τω επέδειξα λεπτομερή κατάλογον των σημειωθεισών πτήσεων, των ωρών καθ’ ας εσημειώθησαν, των περιοχών αίτινες ανεγνωρίσθησαν κλπ. Επίσης τω έδειξα και αντίγραφα των ασμάτων τα οποία άδουσιν οι Ιταλοί στρατιώται.
Δεν ηδυνήθη να μοι απαντήση τι επί των ανωτέρω άλλ’ είπεν απλώς ότι θα τα καταστήση αμέσως γνωστά εις την Κυβέρνησίν του και μοι επανέλαβε τας διαβεβαιώσεις του περί σεβασμού της ακεραιότητός μας κλπ. Φοβούνται όμως εν Ιταλία, είπεν, ότι η Ελλάς θα παράσχη ναυτικάς βάσεις εις την Αγγλίαν.
Τω απήντησα ότι τούτο δεν πρέπει να το φοβήται η Ιταλία, ότι η Ελλάς επιθυμεί να μείνη έξω των διενέξεων των Μεγάλων Δυνάμεων και ότι, εν πάση περιπτώσει, αν η Ελλάς έπραττεν όντως τοιούτον τι, συμφωνώ ότι θα ήτο τούτο εχθρική πράξις εναντίον της Ιταλίας. Όλα τα μέτρα, επανέλαβεν, τα οποία ελάβομεν μέχρι σήμερον είναι αντίμετρα, ούτως ειπείν, τα οποία η Ελληνική Κυβέρνησις έκρινε σκόπιμον να λάβη κατόπιν των τελευταίων στρατιωτικών μέτρων της Ιταλίας εν Αλβανία, καθόσον, καίτοι η πολιτική της είναι να τηρήση την Ελλάδα αμέτοχον των ως άνω διενέξεων, εν τούτοις είναι αποφασισμένη να υπερασπίση δι’ όλων των μέσων άτινα διαθέτει την ανεξαρτησίαν της χώρας και την ακεραιότητα αυτής. Τον διεβεβαίωσα ότι τα μέτρα τα οποία ελάβομεν θα αρθώσιν ευθύς ως εκλείψωσιν οι λόγοι οι οποίοι τα προεκάλεσαν.
Μοι υπεσχέθη και πάλιν ότι θα τηλεγραφήση άπαντα ταύτα εις την Κυβέρνησίν του. Τω επανέλαβον ότι τα μέτρα ημών θα αρθώσιν αμέσως ως εκλείψωσιν οι λόγοι και ότι εύχομαι την αποκατάστασιν ατμοσφαίρας αμοιβαίας εμπιστοσύνης ήτις διεταράχθη κατόπιν των ασκήσεων του ιταλικού στρατού παρά τα σύνορά μας, κατόπιν των συνεχών πτήσεων ιταλικών αεροπλάνων άνωθεν του εδάφους μας, κατόπιν των ασμάτων άτινα επιτρέπεται εις τους Ιταλούς στρατιώτας να άδωσι, κατόπιν της προπαγάνδας ήτις ασκείται εν Αλβανία υπέρ αλβανικών βλέψεων εις βάρος μας, κατόπιν της αρθογραφίας του ιταλικού και αλβανικού τύπου εναντίον μας, των εχθρικών λόγων διαφόρων Ιταλών στρατιωτικών κλπ.
Παπάγος.
Αριθ. 47
Ο Πρωθυπουργός και Υπουργός των Εξωτερικών
προς την εν Ρώμη Β. Πρεσβείαν.
13 Σεπτεμβρίου 1939.
Κατόπιν της συνομιλίας μου της 21 Αυγούστου μετά του Ιταλού Πρεσβευτού, επισκεφθείς με ούτος και αύθις μετά την κήρυξιν του πολέμου και φέρων τον λόγον επί της δηλώσεως της Κυβερνήσεώς του περί αποχής της από πολεμικών επιχειρήσεων συνεσχέτισε ταύτην μετ’ επιτηδειότητος προς μίαν χαλάρωσιν των απέναντι της Αλβανίας συγκεντρώσεων του ελληνικού στρατού. Απήντησα ότι τα υπό της Ελλάδος ληφθέντα στρατιωτικά μέτρα υπηγορεύοντο εκ της συγκεντρώσεως ιταλικών στρατευμάτων εν Αλβανία και συγκεκριμένως προς τα σύνορά μας όπου συνεκεντρούτο το μεγαλύτερον μέρος της όλης εν Αλβανία δυνάμεως του ιταλικού στρατού. Ο κ. Γκράτσι με ηρώτησεν εις φιλικόν ύφος αν, κατόπιν της στάσεως της Ιταλίας εσκεπτόμην να χαλαρώσω τα στρατιωτικά μέτρα. Απήντησα ότι θα ήμην διατεθειμένος να προβώ εις τοιαύτην ενέργειαν εφ’ όσον απεμακρύνετο και ο ιταλικός στρατός εκ των συνόρων μας διαμοιραζόμενος εις όλην την Αλβανίαν. Η όλη συνομιλία διεξήχθη εις φιλικόν τόνον, εμού μεν εξαίροντος τας προσπαθείας του κ. Μουσσολίνι προς πρόληψιν της συρράξεως ως και γενικώτερον την στάσιν της Ιταλικής Κυβερνήσεως μετά την κήρυξιν του πολέμου, του δε Πρεσβευτού τονίζοντος μετά θέρμης την επιθυμίαν του δια την σύσφιγξιν των σχέσων μεταξύ των δύο χωρών.
Το παρελθόν Σάββατον, 9 Σεπτεμβρίου, με επεσκέφθη εκ νέου δια να μοι ανακοινώση ότι, κληθείς υπό του Υπουργού των Εξωτερικών, αναχωρεί εις Ρώμην όπως αναφέρη τας εντεύθεν εντυπώσεις του. Λόγω της σημασίας την οποίαν εφαίνετο αποδίδων εις την εις Ρώμην πρόσκλησίν του θεωρώ πιθανόν ότι επανερχόμενος εις Αθήνας θα συνεχίση περισσότερον συγκεκριμένως τας ανωτέρω εισηγήσεις του.
Μετά την αναχώρησιν του κ. Γκράτσι μοι περιήλθεν εκ καλής πηγής η πληροφορία ότι ελπίζει να επανέλθη ταχέως κομίζων, ως είπεν, εισηγήσεις λίαν συμφερούσας δια τας δύο χώρας.
Σας ανακοινώ τα ανωτέρω όπως διατελήτε απλώς εν γνώσει και παρακαλώ όπως τηλεγραφήσητε πάσαν πληροφορίαν ήτις θα σας περιήρχετο τυχόν επί του ζητήματος.
Μεταξάς.
Αριθ. 48.
Ο εν Ρώμη Πρεσβευτής προς το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών.
14 Σεπτεμβρίου 1939.
Κατά την σημερινήν παρ’ αυτώ επίσκεψιν μου ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου των Εξωτερικών κ. Μπούτι περιωρίσθη να μοι είπη ότι ο κ. Γκράτσι επιστρέφων εις Αθήνας έχει λάβη εντολήν να προβή εκ μέρους του κ. Μουσσολίνι εις ανακοίνωσιν προς τον κ. Πρωθυπουργόν.
Π. Μεταξάς.

Αριθ. 49.
Ο Πρωθυπουργός και Υπουργός των Εξωτερικών
προς την εν Ρώμη Β. Πρεσβείαν.
17 Σεπτεμβρίου 1939
Ο Πρεσβευτής της Ιταλίας επανελθών εκ Ρώμης μας επέδωκεν ανακοίνωσιν της Ιταλικής Κυβερνήσεως έχουσαν ως εξής:
Ι. – Η Ιταλία έχει ήδη δηλώση, την 1 Σεπτεμβρίου, ότι δεν προτίθεται ν’ αναλάβη ουδεμίαν πρωτοβουλίαν στρατιωτικών επιχειρήσεων.
ΙΙ. – Η απόφασις αύτη του Υπουργικού Συμβουλίου, ήτις ισχύει εν γένει, ισχύει ειδικώς έναντι της Ελλάδος.
ΙΙΙ. – Ακόμη και εν τη περιπτώσει, ην η Ιταλία λαμβανομένης υπ’ όψιν της θέσεώς της ως Μεγάλης Δυνάμεως δεν δύναται ν’ αποκλείση, μιας επεμβάσεως αυτής εις τον πόλεμον, δεν θ’ αναλάβη αύτη πρωτοβουλίαν επιχειρήσεων απέναντι της Ελλάδος.
ΙV. – Ίνα αποδειχθώσι κατά τρόπον συγκεκριμένον τα αισθήματα από τα οποία εμπνέεται απέναντι της Ελλάδος η Ιταλική Κυβέρνησις και ιδιαιτέρως ο Ντούτσε, θα διαταχθή η οπισθοχώρησις των ιταλικών στρατευμάτων 20 χιλιόμετρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα.
V. – Ο Ντούτσε δεν αποκλείει, παρά τας παρούσας περιστάσεις, την δυνατότητα όπως επαναλάβη και σταθεροποιήση την πολιτικήν εκείνην της συνεννοήσεως μεταξύ της Ιταλίας και της Ελλάδος ήτις είχε καθιερωθή εις επί τούτω συμφωνίας διπλωματικού χαρακτήρος.
Ρώμη, τη 12 Σεπτεμβρίου 1939
(Υπογραφή) Μουσσολίνι.
Απηντήσαμεν εις τον κ. Γκράτσι ότι επιφυλασσόμεθα να απαντήσωμεν εις την τελευταίαν παράγραφον, την υπαινισσομένην το ζήτημα της ανανεώσεως του ελληνοϊταλικού συμφώνου, μετά μελέτην του ζητήματος ήτις, υπό τας σημερινάς ανωμάλους περιστάσεις, πρέπει να είναι σοβαρά και εξονυχιστική. Όσον αφορά τα στρατιωτικά μέτρα απεδέχθημεν λίαν ευχαρίστως την σχετικήν ανακοίνωσιν και την διαβεβαίωσιν της Ιταλίας ότι εν ουδεμιά περιπτώσει θα επιτεθή αύτη εναντίον της Ελλάδος. Ταυτοχρόνως προβαίνομεν εις ελάττωσιν των στρατιωτικών μας δυνάμεων εις Ήπειρον, Δυτικήν Μακεδονίαν και Κέρκυραν. Εξ άλλου, συμφώνως προς επιθυμίαν της Ιταλικής Κυβερνήσεως, θα προβώμεν εις δημοσίευσιν κοινού ανακοινωθέντος δια την αμφοτέρωθεν απομάκρυνσιν των στρατιωτικών δυνάμεων. Το σχέδιον ενός τοιούτου ανακοινωθέντος επεδώσαμεν εις τον κ. Γκράτσι ίνα συνεννοηθή μετά της Ρώμης.
Μεταξάς.
Αριθ. 50.
Ανακοινωθέν του Β. Υπουργείου των Εξωτερικών δοθέν προς δημοσίευσιν το απόγευμα της 20 Σεπτεμβρίου 1939.
Η Βασιλική Κυβέρνησις της Ελλάδος και η Βασιλική Κυβέρνησις της Ιταλίας, κρίνασαι σκόπιμον κατά την παρούσαν κατάστασιν των ευρωπαϊκών πραγμάτων να προσβλέψουν μετά προσοχής εις τα της παρούσης θέσεως των μεταξύ των δύο χωρών σχέσεων, διεπίστωσαν ευχαρίστως ότι αύται εξακολουθούν να είναι ειλικρινώς φιλικαί και να εμπνέωνται υπό πνεύματος πλήρους και αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Απτή απόδειξις των αισθημάτων αυτών εδόθη δια της αποφάσεως της ληφθείσης υπό της Ιταλικής Κυβερνήσεως όπως απομακρύνη τας στρατιωτικάς της δυνάμεις εκ της ελληοναλβανικής μεθορίου ως επίσης και δια των αναλόγων μέτρων άτινα η Ελληνική Κυβέρνησις, από μέρους της, λαμβάνει.
Ομοιότυπον ανακοινωθέν δημοσιεύεται εις τας σημερινάς απογευματινάς ιταλικάς εφημερίδας.

Από το βιβλίο: Η Ιταλική επίθεσις κατά της Ελλάδος.
ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΤΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
ΑΘΗΝΑΙ 1940

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη

Δημοσιεύθηκε στην Ιστορικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.