1. Ἀγαπητοί μου ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές, ἀνοῖξτε τὴν καρδιά σας, γιὰ νὰ χαράξει ἐκεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Τότε θὰ γίνετε σιγὰ-σιγὰ ἱκανοὶ νὰ ἔχετε μέσα σας τὴ χαρὰ καὶ τὸ πένθος, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση.
2. Ὁ κόσμος δὲν γνωρίζει τίποτε μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν κλήση τοῦ χριστιανοῦ. Ἀλλὰ ὅσο ὑψηλότερος εἶναι ὁ σκοπός, τόσο δυσκολοτερη εἶναι ἡ πραγμάτωσή του.
3. Κοιτάξτε τὸ μεγαλειῶδες θέαμα ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς φανέρωσε στὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, στὴν κατασκευὴ τοῦ ἀνθρώπου «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσίν» Του. Ἐκεῖνο ποὺ ἀναζητοῦμε δὲν περιορίζεται στὴ μικρή μας καθημερινὴ ζωή. Ἀναζητοῦμε νὰ εἴμαστε μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀποκτήσουμε μέσα μας τὴ ζωὴ σὲ ὅλο τὸ πλάτος, τὸ κοσμικὸ καὶ τὸ θεῖο.
4. Στὴν πνευματική μας θεωρία ὀφείλουμε νὰ ἑνώσουμε τὸ κοσμικὸ εἶναι καὶ τὸ θεϊκὸ Εἶναι, τὸ κτιστὸ καὶ τὸ ἄκτιστο.
5. «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος». Χωρὶς Αὐτὸν τίποτε δὲν ὑπάρχει. Κάθε μέρα γευόμαστε τὴν ὀδυνηρὴ καὶ ἄθλια ζωὴ μέσα στὸ σῶμα μας. Καὶ ὅμως δημιουργηθήκαμε κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἀπολύτου. Τὸ πρόβλημα, τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς μας, εἶναι τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸ σχετικὸ στὸ Ἀπόλυτο. Ἂν τὸ εἶναι δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν πρέπει νὰ πεθάνει. Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴ ζωή, δὲν δημιούργησε τὸ θάνατο. Σκοπὸς μας εἶναι ἡ ζωὴ μὲ τὸν Χριστὸ-Θεό, ἡ ἀθανασία, ἡ αἰωνιότητα. Σύμφωνα μὲ τὴν Ἀποκάλυψη, ἡ αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ μᾶς μεταδοθεῖ.
8. Ὀφείλουμε νὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε τὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ Ἰδίου τοῦ Θεοῦ. Τί σημαίνει «θέωση» τοῦ ἀνθρώπου; Νὰ ζήσουμε ὅπως ἔζησε ὁ Κύριος, νὰ ἀφομοιώσουμε τὸ φρόνημα καὶ τὰ αἰσθήματα τοῦ Χριστοῦ, προπαντὸς τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του.
10. Τὸ σπέρμα ποὺ ἔρριξε ὁ Σατανᾶς στὴν καρδιὰ καὶ τὸν νοῦ τοῦ Ἀδὰμ –τὸ λογισμὸ νὰ γίνει θεὸς χωρὶς τὸν Θεὸ– σφηνώθηκε τόσο βαθιὰ στὸ εἶναι μας, ὥστε νὰ βρισκόμαστε ἀδιάκοπα ὑπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας.
12. Ἤδη ἀπὸ τὴ γέννησή μας γινόμαστε κληρονόμοι τοῦ Ἀδάμ. Μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν κατάσταση τῆς πτώσεως, ποὺ εἶναι μία φοβερὴ ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Πατρός, ὡς τὴν μόνη πραγματικότητα τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι. Στὸν κόσμο ζοῦμε στὴν ἀτμόσφαιρα καὶ τὴ λατρεία τῆς πτώσεως. Ζοῦμε στὴν ἄνεση καὶ συχνὰ ντρεπόμαστε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας, νὰ ποῦμε ὅτι εἴμαστε χριστιανοί.
13. Μὴν ἔχετε ὑπερβολικὴ ἐμπιστοσύνη στὴν ἀνώτερη μόρφωση ποὺ ἀποκτήσατε στὸν κόσμο. Ὁ πολιτισμὸς στὸν ὁποῖο ζοῦμε εἶναι κουλτούρα τῆς πτώσεως.
14. Μετὰ ἀπὸ δύο παγκόσμιους πολέμους –οἱ πόλεμοι εἶναι ἡ κατεξοχὴν ἁμαρτία–, ὁ σύγχρονος κόσμος ἔχασε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ἐννοήσει τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ χωρὶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Νὰ πιστέψουμε ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ἀληθινὸς ἄνθρωπος, εἶναι ὁ Δημιουργός του κόσμου, αὐτὸ μᾶς ξεπερνᾶ. Νὰ πιστέψουμε ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς σαρκώθηκε, ὅτι μᾶς κάλεσε νὰ εἴμαστε αἰώνια μαζί Του, νά, αὐτὸ εἶναι ποὺ λείπει ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους τοῦ καιροῦ μας, κυρίως ἀπὸ ἐπιστήμονες.
15. Τί σημαίνει σωτηρία; Ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι ἄραγε ἡ προϋπόθεση γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ; Πῶς μποροῦμε νὰ ἀναπτύξουμε τὴν ἱκανότητά μας νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Ἕνα μόνο ἔχει σημασία: νὰ φυλάξουμε τὴν ἔνταση τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μετανοίας. Τότε ὁ θάνατος δὲ θὰ εἶναι ρήξη, ἀλλὰ μετάβαση στὴ Βασιλεία, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔχουμε ἑτοιμασθεῖ μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματός Του: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς καὶ τὸν κόσμον Σου».
18. «Ἀκηδία», ἐτυμολογικὰ σημαίνει ἀπουσία φροντίδας γιὰ τὴ σωτηρία. Ἐκτὸς ἀπὸ σπάνιες σχεδὸν περιπτώσεις, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ζεῖ σὲ κατάσταση ἀκηδίας. Οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν ἀδιάφοροι γιὰ τὴ σωτηρία τους. Δὲν ἀναζητοῦν τὴ θεία ζωή. Περιορίζονται στὰ σχήματα τῆς σαρκικῆς ζωῆς στὶς καθημερινὲς ἀνάγκες, στὰ πάθη τοῦ κόσμου καὶ τὶς συμβατικὲς πράξεις. Ὡστόσο ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε ἀπὸ τὸ μηδὲν «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Ἀπολύτου καὶ «καθ’ ὁμοίωσίν» Του. Ἂν ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ ἀληθεύει, ἡ ἀπουσία τῆς μέριμνας γιὰ τὴ σωτηρία δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ὁ θάνατος τοῦ προσώπου.
19. Ἡ ἀπελπισία εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς συνειδήσεως ὅτι ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς δώσει τὴν αἰώνια ζωή. Ὁ κόσμος ζεῖ στὴν ἀπελπισία. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν καταδικάσει οἱ ἴδιοι τὸν ἑαυτό τους στὸ θάνατο. Πρέπει νὰ παλέψουμε σῶμα πρὸς σῶμα μὲ τὴν ἀκηδία.
20. Ἡ ζωὴ τοῦ κόσμου ὀργανώνεται γύρω ἀπὸ μερικὰ ἀνθρώπινα πάθη καὶ ἡ πνευματικὴ ζωὴ βρίσκεται στὸ περιθώριο. Ὀφείλουμε νὰ ἀντιστρέψουμε τὴν κατάσταση αὐτὴ τῶν πραγμάτων, νὰ τοποθετήσουμε τὴν πνευματικὴ ζωὴ στὴν καρδιὰ τῆς ζωῆς μας.
21. Ἡ σοφία τοῦ κόσμου αὐτοῦ δὲν μπορεῖ νὰ σώσει τὸν κόσμο. Τὰ κοινοβούλια, οἱ κυβερνήσεις, οἱ πολυσύνθετοι ὀργανισμοὶ τῶν πιὸ ἀναπτυγμένων συγχρόνων κρατῶν τῆς γῆς εἶναι ἀνίσχυροι. Ἡ ἀνθρωπότητα πάσχει χωρὶς τέλος. Ἡ μόνη διέξοδος εἶναι νὰ βροῦμε μέσα μας τὴ σοφία, τὴν λύση νὰ μὴ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἰδέες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστό.
26. Ὅπως ὁ Χριστὸς στὴ Γεθσημανὴ καὶ στὸ Γολγοθὰ ζοῦσε ἀκατάπαυστα μὲ τὴ σκέψη τοῦ Πατρός, κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε κάθε στιγμὴ μὲ τὴ σκέψη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ περισσότερο τοῦ Χριστοῦ παρὰ τοῦ Πατρός, ἐπειδὴ διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐρχόμαστε στὸν Πατέρα. Στὴν πράξη ἡ ζωὴ γίνεται Χριστοκεντρική.
27. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἑλκύει εἶναι ὁ Χριστός, τὸ πρόσωπό Του. Καὶ ὀφείλουμε νὰ ζήσουμε τὸν Χριστὸ ὡς τὸ μέτρο κάθε πράγματος, θείου καὶ ἀνθρωπίνου. Ἐν τῷ Χριστῷ ἔχουμε τὸν Δημιουργὸ Θεό μας. Ἐν τῷ Χριστῷ ἔχουμε τὸ ὑπόδειγμα, τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ γεμίζει τὴν καρδιά μας πάντοτε. Ἐν Θεῷ δὲν ζοῦμε μὲ τὸν διανοητικὸ στοχασμό. Ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται σὲ μᾶς μὲ τὶς ἐνέργειές Του. Ζοῦμε τὸν Χριστὸ ὡς προσωπική μας ζωή, ὄχι ὡς κάποιον ποὺ θὰ γνωρίζαμε ἐξωτερικά.
29. Κάποτε, ὅταν ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἐγγίζει, αἰσθανόμαστε τὴν αἰωνιότητα. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κατανοητὸ μὲ τὴ λογική. Ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ μὲ τὸ δικό Του τρόπο ποὺ ξεφεύγει τὴ λογική. Δὲν πρέπει νὰ εἴμαστε ὑπερβολικὰ λογικοὶ στὴ χριστιανικὴ ζωή.
30. Ὑπάρχουν ἐξωτερικοὶ «δεῖκτες» ποῦ ἐπιτρέπουν νὰ ὑπολογίσουμε σὲ ποιὰ ἀπόσταση βρισκόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό: Ἀκολουθοῦμε τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου; Φθάσαμε τὴν τελειότητα, δηλαδὴ τὴν ἀγάπη γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, χωρὶς διάκριση ἀνάμεσα σὲ ἐχθροὺς καὶ φίλους;
31. Δὲν ὑπάρχει διαφορὰ ἀνάμεσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ ζωὴ τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
34. «Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς». Πολλὲς φορὲς ἐπανέλαβα αὐτὴ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπὶ γῆς ἀναμάρτητη ζωὴ μας ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ Οὐρανοῦ. Δὲν εἶναι ὁ πλοῦτος τῶν γνώσεων ποὺ σώζει τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ ἀναμάρτητη ζωὴ ποὺ μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεὸ στὸ μέλλοντα αἰώνα. Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς διδάσκει τὶς αἰώνιες ἀλήθειες κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές: «Ἀγαπήσεις τὸν Θεό σου, τὸν Δημιουργό σου, μὲ ὅλο τὸ εἶναι σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Ναί, κρατεῖτε πάντοτε αὐτὲς τὶς ἐντολές.
35. Μείνετε στὴν προσευχή, μείνετε στὸν ἀγώνα, νὰ περάσετε τὴ μέρα σας χωρὶς ἁμαρτία. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θὰ δοθοῦν ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Θεό.
36. Γιὰ νὰ φυλάξουμε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὀφείλουμε ν’ ἀπέχουμε ἀπὸ κάθε λογισμὸ ποὺ δὲν ἀρέσει στὸν Θεό, μᾶς λέει ὁ Γέροντας Σιλουανός. Ἰδοὺ τὸ ἔργο μας. Ἰδοὺ ἡ πνευματική μας καλλιέργεια. Ἐφόσον πρόκειται γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία, αὐτὸ δὲν τελειώνει ποτέ. Ἀρχίζουμε καὶ ξαναρχίζουμε χωρὶς τέλος.
37. Δὲν μποροῦμε νὰ πραγματοποιήσουμε μέσα μας τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἐκτὸς ἂν εἴμαστε πραγματικὰ ἑνωμένοι, ὅπως ὁ Χριστὸς τὸ ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς μαθητές Του: «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», γιὰ νὰ γνωρίζει ὁ κόσμος ὅτι εἶστε τοῦ Χριστοῦ.
Η/Υ ΠΗΓΗ:
Αγία Ζώνη.gr: 28 Νοεμβρίου 2018
38-
«Ἡ ζωὴ τῶν ἄλλων ἔχει γιὰ μένα μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μου, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ ζωή μου». Ὅταν καταλάβετε αὐτό, δὲν θὰ ὑπάρχουν πιὰ προστριβὲς μεταξύ σας. Ἡ λύση ἑνὸς προβλήματος ἢ μιᾶς διαμάχης δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς τυπικὲς διαδικασίες, οὔτε ἀπὸ τὸν τρόπο συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀπόφαση νὰ ὑπομείνουμε τὸ πᾶν. Ὁ καθένας μας ὀφείλει νὰ ἔχει γιὰ τοὺς ἄλλους τὴν ἀγάπη τῆς μητέρας.
39-
φείλουμε νὰ εἴμαστε ἄκρως εὐαίσθητοι στὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων. Τότε θὰ εἴμαστε ἕνα καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ θὰ μένει πάντοτε μαζί μας. Ἄφθονη!
40-
Πρέπει νὰ ἔχουμε τὴ συνείδηση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φέρει μέσα Του ὁλόκληρο τὸν κόσμο· σ’ αὐτὸ ἔγκειται ἡ καθολικότητα τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεως. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «οὐ δέδεται», δὲν ἔχει ὅρια.
41-
Ἄν, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ Δημιουργός τοῦ σύμπαντος –«δι’ Οὗ τὰ πάντα ἐγένετο»-, πῶς μποροῦμε νὰ συμβιβάσουμε αὐτὴ τὴ θεωρία μας μὲ τὴν ἰδέα τῆς ἐθνικότητας, τοῦ τόπου, τῆς ἐποχῆς…;
42-
Δὲ γνωρίζω Χριστὸ Ἕλληνα, Ρῶσο, Ἄγγλο, Ἄραβα…Ὁ Χριστὸς εἶναι γιὰ μένα τὸ πᾶν, τὸ ὑπερκόσμιο Εἶναι.
43-
Στὴν Γραφὴ ἀναφέρεται συχνὰ ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Μόλις περιορίσουμε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μόλις τὸ κατεβάσουμε στὸ ἐπίπεδο τῶν ἐθνικοτήτων, χάνουμε τὸ πᾶν καὶ βυθιζόμαστε στὸ σκοτάδι. Τότε ἀνοίγει ὁ δρόμος πρὸς τὸ μίσος ἀνάμεσα στὰ ἔθνη, πρὸς τὴν ἔχθρα μεταξὺ τῶν κοινωνικῶν ὁμάδων.
44-
Διαβάστε τὸν Ἅγιο Σιλουανό. Γι’ αὐτὸν ὁ καθένας στὸν κόσμο ἔχει τὸ ἔργο του. Ὁ ἕνας εἶναι βασιλιάς, ὁ ἄλλος πατριάρχης, καθηγητὴς ἢ ἀκόμη ἐργάτης. Αὐτὸ δὲν ἔχει σημασία. Γιὰ τὸν Σιλουανὸ δὲν εἶχε καμία διαφορὰ ἂν κάποιος εἶναι βασιλιὰς ἢ ἐργάτης. Ὅποιος ὅμως ἀγαπᾶ τὸν Χριστό, ἀφομοιώνει καὶ φέρει μέσα του τὰ αἰσθήματα ποὺ εἶχε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ζεῖ τὴν ἀνθρωπότητα ὡς ἕνα Ἀδάμ, προσεύχεται γιὰ τὸν «Ἀδὰμ παγγενῆ». Ἰδοὺ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανισμός.
45-
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἄπειρος Θεός. Δὲ σταυρώθηκε μόνο γιὰ τοὺς πιστούς, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ ὥς τὸν τελευταῖο ποὺ θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ γυναίκα. Νὰ ἀκολουθεῖ κάποιος τὸν Χριστό, σημαίνει νὰ πάσχει, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ καὶ νὰ σωθεῖ ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικά.
46-
Ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου ὁ Χριστὸς προσευχόταν γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, εἶναι τὸ νὰ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον μας ὅπως τὸν ἑαυτό μας, νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ.
47-
«Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» Μοῦ δόθηκε νὰ κατανοήσω τὴν ἐντολὴ αὐτὴ μὲ τὴ μορφὴ ἑνὸς δένδρου κοσμικῶν διαστάσεων, γιγάντιου, τοῦ ὁποίου ἡ ρίζα εἶναι ὁ Ἀδάμ. Ἐγὼ δὲν εἶμαι παρὰ ἕνα μικρὸ φύλλο σὲ κάποιο κλαδὶ αὐτοῦ τοῦ δένδρου. Ἀλλὰ τὸ δένδρο αὐτὸ δὲ μοῦ εἶναι ξένο. Εἶναι ἡ ρίζα μου. Τοῦ ἀνήκω. Νὰ προσεύχεσαι γιὰ τὸν κόσμο ὁλόκληρο, εἶναι νὰ προσεύχεσαι, γιὰ τὸ δένδρο αὐτὸ στὸ σύνολό του, μὲ τὶς μυριάδες τῶν φύλλων του.
48-
Ν’ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό, σημαίνει ν’ ἀνοιχτοῦμε στὴ συνείδηση τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φέρει μέσα Του ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα· ὁλόκληρο τὸ δένδρο χωρὶς ἐξαίρεση κανενὸς φύλλου. Ἂν ἀποκτήσουμε τὴ συνείδηση αὐτή, θὰ προσευχόμαστε γιὰ ὅλους, ὅπως καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας.
49-
Ἂν γίνουμε κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, φορεῖς τῆς ἀνθρωπότητας καὶ τοῦ Θεοῦ, τὸ «ἐγώ» μας θὰ εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἀπολύτου: σὲ μικροσκοπικὲς ἴσως διαστάσεις, ἀλλὰ ὄντως ἡ εἰκόνα τοῦ Ἀπολύτου.
50-
Μετανοοῦμε προσωπικά, ἀλλὰ τὰ πάθη μας εἶναι ἐκεῖνα ποὺ καταδυναστεύουν τὸν κόσμο. Κατὰ συνέπεια, αὐτὸ ποὺ ζοῦμε δὲν εἶναι ξέχωρο ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ κόσμου. Σιγὰ-σιγά, φυσικά, ἀρχίζουμε νὰ ζοῦμε τὴν κατάστασή μας ὡς ἀντανάκλαση τῆς καταστάσεως ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀρχίζουμε νὰ ζοῦμε τὴ ζωή μας ὅπως τὴ βλέπει ὁ Θεός, μὲ τρόπο σφαιρικό. Μὲ τὴ μετάνοιά μας, δὲ ζοῦμε μόνο τὸ ἀτομικό μας δράμα· ζοῦμε μέσα στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας τὴν τραγωδία ὅλου τοῦ κόσμου, τὸ δράμα τῆς ἱστορίας του ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ χρόνου.
51-
Ἐν Χριστῷ ἡ συνείδησή μας πλαταίνει, ἡ ζωή μας δὲν γνωρίζει ὅρια. Στὴν ἐντολὴ «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν», πρέπει νὰ ἐννοήσουμε τὸ «ὡς ἑαυτὸν» μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Κάθε ἄνθρωπος, ὁ «Ἀδὰμ ὅλος», εἶναι τὸ εἶναι μου.
52-
Ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, γράφει ὁ Ἅγιος Σιλουανός, εἶναι νὰ φέρουμε στὴν καρδιὰ μας ὅλο τὸ Σύμπαν, καὶ τὸν Θεό, τὸν Ἴδιο τὸν Δημιουργό.
53-
Ὅταν προσεύχεσθε, νὰ προσεύχεσθε γιὰ ὅλους καὶ γιὰ τὸν καθένα. Καὶ νὰ προσθέτετε: «Δι’ εὐχῶν αὐτῶν, δι’ εὐχῶν αὐτοῦ ἐλέησόν με». Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, σταδιακὰ ἡ συνείδησή σας θὰ πλατύνει.
54-
«Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν». Ὄντως, εἶναι δύσκολο. Εἶναι ὀδυνηρό. Τὸ ἠθικὸ ὅμως κάλλος τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἑλκύει σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουμε ὅλες τὶς δοκιμασίες, προκειμένου νὰ ὑψωθοῦμε διὰ τοῦ Πνεύματός Του. Ἄλλη ἐπιλογὴ δὲν ὑπάρχει.
55-
Ὁ Χριστὸς πρόσφερε τὴ θεία Του ζωὴ σ’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι πλασμένοι κατ’ εἰκόνα Του, ἄλλα ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ μίσος. Σήμερα, μετὰ ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια Χριστιανισμοῦ, τί βλέπουμε; Ὁ σύγχρονος κόσμος χάνει ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Χριστό, τὴ ζωὴ τὴν αἰώνια. Τὸ βαθὺ σκοτάδι τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, τὸ μίσος, ἡ καταδυνάστευση, οἱ πόλεμοι ὅλων τῶν εἰδῶν, διαμορφώνουν τὴ γήινη ὕπαρξή μας. Στὴν προκειμένη κατάσταση ὁ Χριστὸς δίνει σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀποφασίζουν νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν τὴν ἐντολή: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν». Γιατί ὁ κόσμος φοβᾶται ἕναν τέτοιο Θεό; Μπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ καλύτερη ἀρχὴ ἀπὸ αὐτή: «Εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχρθοὺς ὑμῶν»;
56-
Δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ ἀγαπᾶ χωρὶς νὰ πάσχει. Ἡ μεγαλύτερη ὀδύνη εἶναι ν’ ἀγαπᾶ μέχρι τέλους. Ὁ Χριστὸς ἀγάπησε τόσο πολύ, ὥστε παραδόθηκε σὲ φρικτὸ θάνατο. Οἱ Ἅγιοι τὸ ἴδιο. Ὁ παράδεισος ἔχει πάντοτε αὐτὸ τὸ τίμημα. Ἡ προσευχὴ γιὰ τὸν κόσμο εἶναι καρπὸς ἐξαιρετικὰ βαθιᾶς καὶ ὀξείας ὀδύνης.
57-
Ν’ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστὸ ἀναβαίνοντα στὸ Γολγοθά. Αὐτὴ ἡ ἀνάβαση δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρὰ ὁ ἀγώνας τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἀγάπη γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ὅταν ὁ ἀγώνας διεξάγεται μόνο στὸ ἐπίπεδό τοῦ κόσμου καὶ τῶν παθῶν, οἱ ἄνθρωποι ἐξαντλοῦνται καὶ γερνοῦν πολὺ γρήγορα. Ὅταν ὅμως τὰ παθήματα προέρχονται ἀπὸ τὴν πάλη ἐναντίον τῶν παθῶν μὲ Πνεῦμα Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἀναγεννῶνται.
58-
Τίποτα δὲν εἶναι πιὸ ὀδυνηρὸ ἀπὸ τὸ νὰ ἔχει κάποιος τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Αὐτὸ εἶναι πάλη κοσμικῶν διαστάσεων.
59- Πῶς νὰ βαδίσουμε πρὸς τὸν Θεό; Ὅταν τείνουμε στὸν μοναδικὸ αὐτὸ σκοπό, ὅλα τὰ ἄλλα γίνονται πηγὴ παθημάτων καὶ πόνου. Ὅμως φέρουμε τὸ σταυρὸ αὐτὸ σιωπηλά.
60-
Ἰδοὺ τὸ παράδοξο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς: Διαλέγοντας τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν κόσμο, ἔχουμε τὴν αἴσθηση ὅτι εἴμαστε πιὸ κοντὰ σ’ Αὐτὸν καὶ στὴν αἰώνια ζωή.
61-
Ὅταν ἀποφασίζουμε ν’ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστό, κάθε μέρα τῆς ζωῆς μας γίνεται μέρα παθημάτων, δακρύων καὶ πόνου. Κατὰ καιροὺς ἐγείρεται τὸ ἐρώτημα: «Κύριε, γιατί μᾶς ἔπλασες ἔτσι, ὥστε νὰ πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ τόσα παθήματα»; Ἀδυνατοῦμε νὰ ἐννοήσουμε ὅτι αὐτὴ ἡ ἀρνητικὴ ἐμπειρία εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας.
62-
Ἡ ὕπαρξη πάνω στὴ γῆ εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο πόνος χωρὶς τέλος. Γιατί ὑποφέρουμε ὅλα αὐτά; Διότι ὁ Δημιουργὸς ἦλθε καὶ κατοίκησε μαζί μας. Καὶ τώρα Τὸν γνωρίζουμε προσωπικά.
63-
Κτισθήκαμε «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Ὅταν συγκρίνουμε τὴν πραγματικότητα τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς μὲ τὴ θεία αὐτὴ ἀποκάλυψη, πέφτουμε στὴν ἀπελπισία. Γιατί εἶναι τόσο δύσκολο νὰ ἐνεργοῦμε ἐδῶ καὶ ὡς χριστιανοί; Ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ τὴ θεία καὶ αἰώνια ζωή. Γιὰ μᾶς ποὺ προήλθαμε ἀπὸ τὸ μηδέν, ποιὰ σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα στὴ μικρότητά μας, τὴν πτωχεία μας καὶ σ’ αὐτὸν τὸν τόσο ὑψηλὸ καὶ ἄπειρο σκοπό;
64-
Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴ σωτηρία μπορεῖ νὰ εἶναι κάποτε πολὺ ἁπλὸς καὶ πρωτόγονος, ἄλλοτε πάλι πολὺ περίπλοκος, πέρα ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη δύναμη.
65-
Καλύτερα ἀσφαλῶς, νὰ μὴν ἁμαρτήσουμε. Ἀλλὰ ὅταν ἡ μετάνοια εἶναι πύρινη, μπορεῖ νὰ ἀποκαταστήσει κάθε ἀπώλεια.
66-
Ὀφείλουμε νὰ φυλάξουμε τὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας κατὰ τὴ διάρκεια ὅλης τῆς ζωῆς μας, μέχρι τέλους. Ἡ μετάνοια εἶναι ἡ βάση κάθε ἀσκητικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ συναίσθηση, ἡ διαίσθηση τῆς ἁμαρτίας μποροῦν νὰ ὀξυνθοῦν τόσο πολὺ μέσα μας, ὥστε νὰ γεννήσουν πράγματι βαθιὰ μετάνοια.
67-
Μποροῦμε νὰ κλαῖμε ὧρες, γιὰ ἑβδομάδες, γιὰ χρόνια, μέχρις ὅτου τὸ εἶναι μας νὰ ἀναγεννηθεῖ ὁλοκληρωτικὰ ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὶς ἐντολές Του καὶ προπαντὸς ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ ἡ μεταμόρφωση τοῦ εἶναι μας, μετὰ τὴν πτώση τοῦ Ἀδάμ, ἀπαιτεῖ πολλὲς προσπάθειες, καὶ πολὺ χρόνο.
68-
Ἡ μετάνοια δὲν ἔχει τέλος πάνω στὴ γῆ, γιατί τὸ τέλος τῆς μετανοίας θὰ σήμαινε ὅτι γίναμε σὲ ὅλα ὅμοιοι μὲ τὸν Χριστό. Ἡ πιὸ μικρὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸν Χριστὸ καὶ σὲ μᾶς ἀπαιτεῖ βαθιὰ μετάνοια: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς». Αὐτὸς ὁ λόγος ἐκφράζει τὴν ἀπόσταση ποὺ αἰσθανόμαστε ἀνάμεσα σ’ Ἐκεῖνον, τὸ ἀπόλυτο καὶ αἰώνιο Εἶναι, καὶ σὲ μᾶς τοὺς ἴδιους. Ἂν δὲν εἴμαστε πράγματι σὲ ὅλα ὅμοιοι μὲ τὸν Κύριο, πῶς μποροῦμε νὰ μείνουμε αἰώνια μαζί Του, ἀναρωτιέται ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος. Γι’ αὐτόν, ὅπως καὶ γιά μᾶς, αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο. Δὲν μᾶς ἀπομένει παρὰ ἡ ὑπομονή.
69- Οἱ ἄνθρωποι μόνοι τους δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ἂν ἁμαρτάνουν ἢ ὄχι. Μόνο ὁ Κύριος καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὸ ἀποκαλύπτουν. Στὸν παράδεισο, ὅταν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μίλησε μὲ τὸν Ἀδάμ, αὐτὸς ἀρνήθηκε νὰ κατηγορήσει τὸν ἑαυτό του: «Ἐσύ μοῦ ἔδωσες αὐτὴ τὴ γυναίκα, καὶ αὐτή μοῦ ἔδωσε νὰ φάω αὐτὸν τὸν καρπό». Ἂς προσπαθήσουμε νὰ μὴ κατηγοροῦμε τὸν Θεό.
70- Στὰ μικρὰ πράγματα, στὶς ἁπλὲς πράξεις, ἂς προσπαθήσουμε νὰ τηρήσουμε τὴν ἀκόλουθη ἐσωτερικὴ στάση: «Ἀρνοῦμαι τὸ θέλημα τοῦ “πεπτωκότος” αἵματός μου· θέλω στὶς φλέβες μου νὰ ρέει ἡ ζωὴ τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ».
61-
Ἂν ὁ Θεὸς ὑπάρχει, ἀναγνωρίζω ὅτι ὅλα τὰ λάθη προέρχονται ἀπὸ μένα καὶ ὄχι ἀπὸ Αὐτόν. Ἂν κρατῶ μία τέτοια στάση, ὁ Θεὸς θὰ μοῦ δώσει τὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας.
72-
Ὅταν βλέπουμε τὸν Χριστὸ «καθώς ἐστι», ἀρχίζουμε νὰ βλέπουμε τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, νὰ συνειδητοποιοῦμε πόσο μεγάλοι καὶ ἄθλιοι ἁμαρτωλοὶ εἴμαστε, καὶ νὰ θρηνοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Ἡ ἀγάπη γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο γεννιέται κατὰ τὸ μέτρο τοῦ θρήνου μας. Παύουν τὰ σχίσματα. Εἴμαστε ὅλοι ἕνα ἐν τῷ Χριστῷ.
73-
Μόνον ὅταν μᾶς φωτίσει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νὰ βλέπουμε τὶς ἁμαρτίες μας. Μὲ τὴν προσευχὴ ἡ καρδιὰ ἀρχίζει σιγὰ-σιγὰ νὰ συλλαμβάνει τὶς ἐπιδράσεις τῶν πνευμάτων ποὺ γεμίζουν τὸν κόσμο. Ἀντὶ νὰ προοδεύουμε, βλέπουμε μὲ ὁλοένα καὶ μεγαλύτερη ὀξύτητα τὰ πάθη ποὺ μᾶς κατέχουν. Κατὰ παράδοξο τρόπο, τὸ αἴσθημα αὐτό τῆς μὴ προόδου εἶναι πρόοδος. Ἔστω καὶ ἂν δὲν ἔχουμε δὲ ἀκόμη τὸ ἄκτιστο Φῶς τοῦ Θεοῦ, μέσω αὐτοῦ βλέπουμε τὶς ἁμαρτίες μας.
74-
Δὲν μποροῦμε νὰ ἀποκτήσουμε τὴν καθαρὰ προσευχὴ παρὰ μόνο μὲ τὴ μετάνοια. Ὅταν μετανοοῦμε, δηλαδὴ ὅταν καθαριζόμαστε ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὸ πάθος, γινόμαστε σιγὰ-σιγὰ ἱκανοὶ νὰ εἰσέλθουμε στὸ Θεῖο Φῶς.
-75 Ἡ ὁδὸς πρὸς τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ διέρχεται πρωτίστως μέσα ἀπὸ τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ μετάνοια.
76- Εἴθε νὰ δώσει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους σας τὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας. Κλαῖτε γιὰ τὰ λάθη σας, κλαῖτε γιὰ νὰ μὴν «ξηρανθεῖ» ἡ καρδιά σας.
-77- Τὸ βασικότερο πράγμα εἶναι νὰ κρατοῦμε πάντοτε τὴν ἐπίγνωση τῆς ἀνεπάρκειάς μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τότε μπαίνουμε σὲ διαρκῆ ἔνταση ἀνάμεσα στὴν αὐτομεμψία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐλπίδα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ ζοῦμε στὴν ὀδύνη γιατί εἴμαστε τόσο μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ ἀγαπᾶμε. Ἀπὸ τὴν ἄλλη αὐτὴ ἡ ὀδύνη καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἐνεργοῦν σὰν ἐσωτερικὴ φωτιὰ καὶ μᾶς ὠθοῦν μὲ δύναμη πρὸς τὸν Θεό. Ἡ ἔνταση αὐτὴ βρῆκε τὴν «τομωτέρα» ἔκφρασή της στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Γέροντα Σιλουανό: «Κράτει τὸν νοῦ σου εἰς τὸν ἅδην, καὶ μὴ ἀπελπίζου». Ὁ λόγος αὐτὸς μπορεῖ νὰ προκαλέσει φόβο, φρίκη καὶ πανικό, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ μᾶς συντρίβει. Ἀποτελεῖ τὴ θεμελιώδη ἀρχὴ τῆς «ἐν Χριστῷ» ζωή μας.
78- Πῶς μποροῦμε νὰ εἴμαστε συνεχῶς στὸ «πῦρ» τῆς κολάσεως καὶ τῶν παθῶν καὶ νὰ δεχόμαστε συγχρόνως ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν πληροφορία τῆς σωτηρίας μας; Σ’ αὐτὸ μᾶς φωτίζει ἡ ἐσωτερικὴ κατάσταση τοῦ Χριστοῦ στὸ Γολγοθά. Πρῶτα, λέει στὸ ληστή: «Σήμερον μετ’ Ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ». Ἀργότερα, κραυγάζει: «Ἱνατὶ μὲ ἐγκατέλειπες»; Οἱ δύο αὐτὲς στιγμὲς δὲν κάνουν παρὰ μόνο μία. Κάτω ἀπὸ τὶς διάφορες μορφές, ἡ κατάσταση αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ στὸ Γολγοθὰ εἶναι πάντοτε παροῦσα στὸν ἄνθρωπο καὶ μεταμορφώνει τὸ ἴδιο τὸ περιεχόμενο τῆς ζωή του. «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Γιὰ μᾶς οἱ λόγοι αὐτοὶ εἶναι ἀκατάληπτοι.
79- Δὲν πρέπει νὰ ἰσχυριζόμαστε ὅτι ἐπαναλαμβάνουμε τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων Σιλουανοῦ, Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἢ Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχει ἐπανάληψη ἀκριβής, ταυτόσημη, ἀλλ’ ἁπλῶς ἀναλογία στὸ πνεῦμα, στὴν ἔνταση ποὺ προϋποθέτει ὁ λόγος: «Κράτει τὸν νοῦν σου εἰς τὸν ἅδην, καὶ μὴ ἀπελπίζου».
80 Δὲν πρέπει νὰ συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ κανένα πρόσωπο. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς, ὅσο μικρὸς καὶ ἂν εἶναι, εἶναι μεγάλος ἐνώπιον τοῦ Αἰωνίου. Ὁ Θεὸς συνάπτει μὲ κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη καρδιακὴ καὶ μοναδικὴ σχέση.
81- Γιὰ ποιὸ λόγο οἱ συνέπειες τῆς ἀνυπακοῆς τοῦ Ἀδὰμ εἶναι τόσο ὀλέθριες; Γιατί ἡ πνευματικὴ ἐν Χριστῷ ζωὴ στὸν κόσμο αὐτὸν παίρνει τὴν τραγικὴ μορφὴ μίας πάλης σῶμα πρὸς σῶμα μὲ τὸν θάνατο; Γιατί ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ συνδέεται μὲ αὐτὴ τὴν ἄρνηση, τὸ θάνατο, μὲ αὐτὸν τὸν γεμάτο ὀδύνες ἀγώνα; Γιατί ἡ δημιουργία δὲν ὁδηγεῖ ἁρμονικὰ στὴν τελείωση τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Γιατί ὀφείλω νὰ παλεύω ἐνάντια σὲ πράγματα ποὺ μὲ φονεύουν, χωρὶς νὰ ἔχω τὴ δύναμη γι’ αὐτό; Δὲν καταλαβαίνω. Στὸ μέτρο ποὺ ὁ Χριστὸς καὶ τὸ Πνεῦμα εἶναι γιὰ μένα ἡ λύση ὅλων τῶν προβλημάτων ποὺ μὲ ξεπερνοῦν, ζῶ στὴν ἄγνοια πολλῶν πραγμάτων. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς ζωῆς μου. Ὁ τρόπος ποὺ ἐνεργεῖ μὲ ἑλκύει. Δὲν καταλαβαίνω αὐτὸ ποὺ εἶπε, ἀλλ’ αὐτὸ ποὺ εἶπε μοῦ ἀρκεῖ. Θὰ καταλάβω, ὅταν περάσω ἀπ’ αὐτὸν τὸν κόσμο στὸν ἐπέκεινα.
82-
Γιατί ἡ Γεθσημανὴ καὶ ὁ Γολγοθὰς εἶναι ἀπαραίτητοι γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου; Ἡ σύγκρουση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν κόσμο εἶναι ἀπολύτως ἀκατανόητη.
83 Ὅταν βλέπουμε τὰ παθήματα ἑκατομμυρίων ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων, δὲν μποροῦμε νὰ μείνουμε ἀναίσθητοι. Μὲ ποιὸν τρόπο μποροῦμε νὰ τοὺς ὑπηρετήσουμε; Στὴ χριστιανικὴ προοπτικὴ ἡ τραγωδία αὐτὴ πάνω στὴ γῆ εἶναι συνέπεια τῆς ἀνυπακοῆς. Ὁ Ἀδὰμ ἀναζήτησε τὴ θεϊκὴ κατάσταση, τὴν αἰώνια ζωή, κόβοντας τὸ δεσμὸ μὲ τὸν Πατέρα καὶ Δημιουργό του. Ὁ Χριστὸς-Ἄνθρωπος, πρῶτος στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, ἀνέβηκε στὸ Γολγοθά· διάλεξε τὸν ὀδυνηρότερο θάνατο, γιὰ νὰ ἐξαλείψει αὐτὴν τὴν κατάρα. Ν’ ἀποφασίσει κάποιος ν’ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό, σημαίνει νὰ ἐκθέσει τὸν ἑαυτό του στὰ παθήματα. Εἶναι ἀναπόφευκτο! Κατὰ τὸ μέτρο ποὺ εἴμαστε ἕνα κύτταρο στὸ μεγάλο σῶμα τῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καὶ κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ἡ ζωὴ τοῦ κόσμου περνᾶ μέσα μας, ζοῦμε τὴν τραγωδία τῆς ἀνθρωπότητας ὡς δική μας τραγωδία.
Ὅταν διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ ἀντιδράσεις τοῦ Χριστοῦ σὲ ὅτι συμβαίνει γύρω Του μᾶς ἐκπλήττουν. Τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Ἰούδας πηγαίνει νὰ Τὸν προδώσει, Ἐκεῖνος λέγει: «Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου». Σὲ κάθε Λειτουργία γιορτάζουμε αὐτὴν ἀκριβῶς τὴ στιγμή, τὴν ἐπαναλαμβάνουμε στὴ συνείδησή μας. Ἂν κάποια ἐχθρική, ἐνάντια, στρατιωτικὴ δύναμη μᾶς συλλάβει νὰ μᾶς σκοτώσει, θὰ εἴμαστε ἄραγε καὶ ἐμεῖς ἱκανοὶ νὰ ποῦμε: «Τώρα καὶ ἐγὼ δοξάζομαι καὶ ὁ Θεὸς δοξάζεται δι’ ἐμοῦ»; Ὅλοι γνωρίζετε αὐτὴ τὴν ἱστορία. Εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς.
-85-
Υπάρχουν πολλὲς λεπτὲς καὶ ἐνδιαφέρουσες πλευρὲς στὴν πνευματική μας ζωή. Μποροῦμε βέβαια νὰ τὶς στερηθοῦμε, ἂν σταματήσουμε τὶς ἐξωτερικὲς δυσκολίες. Γιὰ ν’ ἀλλάξουμε τὴ ζωή μας, χρειάζεται ἄσκηση• χρειάζεται νὰ μάθουμε νὰ μεταθέτουμε τὸ πνεῦμα μας ἀπὸ τὰ κοινὰ καὶ ἐμπαθῆ πράγματα πρὸς τὸν Θεό. Ἔτσι ἡ ζωὴ μας μπορεῖ νὰ γίνει πολὺ ἐνδιαφέρουσα, ἔστω καὶ ἂν ἀκόμη συνδέεται πάντοτε μὲ κάποια ὀδυνηρὴ προσπάθεια. Τὴν ὀδύνη αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ προσπαθεῖτε νὰ τὴν ἀποφεύγετε. Βιῶστε τὴν! Μὲ αὐτὴν ἀκριβῶς ἐκφράζεται ὁ πόθος μας ν’ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστό.
86- Εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἐκφράσουμε τί σημαίνει «ἄρατε τὸν σταυρὸν ὑμῶν καὶ ἀκολουθεῖτε Με». Ὅταν προτιμοῦμε τὸν Χριστό, πρέπει νὰ ἔχουμε στὸ νοῦ ὅτι πρόκειται γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Πατρός, τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀγάπη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὸν κόσμο αὐτὸν ποὺ πάσχει.
87 Ανν δὲν ὑπάρχει ἀνάσταση, οἱ χριστιανοὶ εἶναι οἱ «ἐλεεινότεροι» τοῦ κόσμου, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Γιατί; Διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πάντοτε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο σταυρωμένη. Ἡ ζωή μας θὰ εἶναι μία ἀδιάκοπη ὀδύνη, μέχρις ὅτου ὁ κόσμος σωθεῖ ἐξ’ ὁλοκλήρου.
-88- Γινόμαστε χριστιανοὶ ὄχι γιὰ νὰ διευκολύνουμε τὴ σταδιοδρομία μας πάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ γιατί «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστι». Στὴ χριστιανικὴ ζωὴ δὲν εἴμαστε εὐτυχεῖς παρὰ μόνον ἐξ αἰτίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἐπιγνώσεως ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Γιὰ κανένα ἄλλο λόγο.
-89-
Κάποτε ἕνας προσκυνητὴς στὸ Ἅγιο Ὅρος ἔθεσε σὲ πολλοὺς γέροντες τὸ ἐρώτημα: «Τί εἶναι σπουδαιότερο στὴ ζωή μας»; Ὅλοι τοῦ ἀπαντοῦσαν: «Εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· ν’ ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον σου». Σκέφθηκε: «Δὲν ἔχω ἀγάπη οὔτε γιὰ προσευχή, οὔτε γιὰ τὸν Θεό, οὔτε γιὰ τοὺς ἄλλους. Τί νὰ κάνω;». Καὶ ὕστερα μόνος του ἀποφάσισε: «Θὰ ἐνεργῶ σὰν νὰ εἶχα αὐτὴ τὴν ἀγάπη». Τριάντα χρόνια ἀργότερα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ἔδωσε τὴ χάρη τῆς Ἀγάπης.
90- Ἀναπόφευκτα θὰ περάσουν ὧρες, ἑβδομάδες, χρόνια ποὺ θὰ ζοῦμε χωρὶς νὰ αἰσθανόμαστε τὴν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος μέσα μας. Πρόκειται γιὰ σημαντικὲς περιόδους, κατὰ τὶς ὁποῖες ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ φανερώσουμε τὴν πιστότητα τῆς ἀγάπης μας γιὰ τὸν Χριστό. Ἔστω καὶ ἂν δὲν αἰσθανόμαστε τὴν ἐνέργεια τῆς χάριτος, ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε σὰν νὰ ἦταν τὸ Πνεῦμα μαζί μας. Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς πίστευε ὅτι ἂν φυλάττουμε πιστὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔλθει ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ χάρη θὰ ἐκδηλωθεῖ καὶ θὰ μείνει πάντοτε μαζί μας. Εἶναι συνεπῶς ἀνώφελο νὰ βιαζόμαστε. Μερικοὶ πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὅρους δὲν ἔλαβαν τὴ μεγάλη χάρη καὶ δὲ γνώρισαν τὸν Θεὸν παρὰ μετὰ ἀπὸ σαράντα χρόνια πάλης καὶ κάποτε περισσότερο, μόλις πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατό τους.
Έκδοση: Περὶ Πνεύματος καὶ ζωῆς, Ἱ.Μ.Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1995
Η/Υ ΠΗΓΗ:
Αγία Ζώνη.gr: 04 Δεκεμβρίου 2018