Θαυμασία επέμβασις – Ιερομ. Προδρόμου Νεοσκητιώτου.

Είμαι μέσα στο ψιλόβροχο και επίμονα τραβώ το σχοινί της καινούργιας αυλόπορτας προς την ρεματιά. Περιμένω εναγωνίως τον γέροντα δια να στείλη το κλειδί να ανοίξω.
Είναι επείγουσα η ανάγκη δια να τον ιδώ. Παρά τα επίμονα κτυπήματά μου ο γέροντας δεν φαίνεται στην βεράντα. Αντίθετα σε κάθε κτύπημα του κουδουνιού (καμπανάκι) μια ασπρόμαυρη γάτα ξεπροβάλλει στο κάγκελο της βεράντας και με κοιτάζει, μετά ξαναχάνεται.
Η ελπίδα όμως πεθαίνει στο τέλος.
Βλέπω την γραπτή προτροπή του γέροντος να αφήσω τα ονόματα δια να προσευχηθή δια το πρόβλημα και δεν υποτάσσομαι.
Η ανακοίνωσις έγραφε: «Γράφετε τι θέλετε, ρίξετε το σημείωμα στο κουτί και θα σας βοηθήσω περισσότερο με την προσευχή παρά με τις πολυλογίες. Έτσι θα έχω χρόνο να βοηθήσω και περισσότερους πονεμένους. Εδώ φυσικά ήρθα για προσευχή και όχι για να κάνω τον δάσκαλο».
Ήμουν τουλάχιστον τρία τέταρτα της ώρας στην αναμονή και ο γέροντας πουθενά.
Αποφασίζω και γράφω το όνομα της κατά σάρκας αδελφής μου, και το ρίχνω μέσα στο ιδιότυπο γραμματοκιβώτιο του πόνου, που κρεμόταν στον συρματένιο φράκτη και φεύγω στενοχωρημένος αλλά και με την αγωνία αν πάρη το σημείωμά μου ο γέροντας και αν θα έχη χρόνο να προσευχηθή.
Επιστρέφω στο μοναστήρι μου και αναφέρω εις τον γέροντα Αλέξιο, την υπόθεσι της αδελφής μου.
Η προσευχή γίνεται πιο θερμή όταν υπάρχη και η εξ αίματος συγγένεια.
Δεν είχα αμφιβολία για τις δραστικές προσευχές των γερόντων, αλλά για τις δικές μου καχεκτικές και ασθενείς.
Την επομένη μέρα με καλεί η κατά σάρκα αδελφή μου εις το τηλέφωνο κα μου αναφέρει την κατ’ όναρ επίσκεψι.
«Άνοιξα την εξώπορτα του σπιτιού μου, λέγει, και είδα τρεις μοναχούς, οι δύο ήσασταν γνώριμοι, ο γέροντας Αλέξιος και εσύ, ο τρίτος είχε ένα όνομα πρωτάκουστο σε μένα. Μου τον σύστησες ως γέροντα Παΐσιο.
Υπάρχει τέτοιο όνομα»;
(Δεν ήξερε τίποτε δια τον γέροντα Παΐσιο ούτε της είχα αναφέρει ποτέ κάτι γι’ αυτόν).
Μου περιέγραψε τον γέροντα λες και τον είχε μπροστά της.
«Μπαίνοντας μέσα οι δύο φορούσατε κανονικά σκουφιά (τα κοινοβιακά( ενώ ο γέροντας ήτο αρκετά αδύνατος με ένα πλεκτό εφαρμοστό σκουφάκι. Μπαίνοντας οι δύο ευλογήσατε όπως ευλογούν οι ιερείς, ενώ ο γέροντας Παΐσιος με σταύρωσε ενώνοντας τα τρία δάκτυλά του».
Έμεινα εμβρόντητος δια την αποτελεσματικότητα των προσευχών και ευλογιών του γέροντος.
Οι πατέρες της εκκλησίας μας θεωρούν την προσευχή ως μητέρα των αρετών, πρόξενο των χαρισμάτων, τροφή της ψυχής και πλούτο των μοναχών.
Ο γέροντας Παΐσιος ήταν πάμπλουτος στην προσευχή και κυρίως αγαπούσε και συνιστούσε την ευχή. Το «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Τις μυστικές αναβάσεις του δια της προσευχής δεν μπορεί κανείς να τις ξέρει, αλλά την αποτελεσματικότητα των προσευχών του την έχουν γευθεί όλοι όσοι τον γνώρισαν και του ζήτησαν τις θεοπειθείς ευχές του.
Εξ αυτών των αποτελεσμάτων μπορεί να βεβαιωθή κανείς και δια τα υψηλά μέτρα της προσευχής του γέροντος.
Οι ασκητικοί κόποι και οι αγώνες του, ευαρεστούσαν τον Θεόν. Γι’ αυτό με την πολλήν του παρρησία έγινε αντιλήπτωρ και προστάτης πολλών ασθενών και όσων ζητούσαν την βοήθειά του.

Από το βιβλίο: Δράγματα αειζωοτροφίας, Ό,τι ενθυμούμαι από τις επισκέψεις μου στον Γέροντα Παΐσιο. Ιερομονάχου Προδρόμου Νεοσκητιώτου. Ιδιωτική Έκδοση. 01 Ιουλίου 2007.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.