»Μηδενί ειπήτε το Οραμα έως ου» – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Κλείνω τα μάτια και μεταφέρομαι νοερά σ’ εκείνο το καταπράσινο βουνό της Γαλιλαίας, μια φωτεινή μέρα Οκτωβρίου. Θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στην Ελλάδα, τόσο μεσογειακό ήταν το τοπίο, με το καταπράσινο φύλλωμα των πεύκων, την απαλότητα της καμπύλης του μικρού βουνού, τη διαύγεια του γαλανού στον ουρανό, τη δροσιά της ανάλαφρης βουνίσιας αύρας. «Αυτά τα χρώματα υπάρχουν μόνον στη Γαλιλαία» σκέφτηκα, «η Ιουδαία είναι διαφορετική, συναρπαστική κι εκείνη, αλλά διαφορετική», και ευχαρίστησα με θέρμη τον Θεό που οδήγησε τα βήματά μου σ’ εκείνην την ευλογημένη κορυφή όπου οι τρείς μαθητές του αξιώθηκαν να δουν την δόξα Του «καθώς ηδύναντο».

Στο βάθος, χάρη στη φωτεινότητα της ημέρας, διακρινόταν η πλαγιά της Ναζαρέτ, τόσο έντονα φωτεινή, λες και όλες οι ακτίνες του ήλιου είχαν συγκεντρωθεί επάνω της εκείνην τη στιγμή, σαν από κάποιον ουράνιο προβολέα. Η στιγμή υπερέβαινε τα όρια του χρόνου, τον καταργούσε. «Δεν ήταν τυχαία η επιλογή του μέρους από τον Χριστό» σκέφθηκα. Τίποτε δεν είναι τυχαίο στις ενέργειες του Χριστού, ούτε η πιο μικρή λεπτομέρεια. Αυτή η διαύγεια του τόπου, η σαφής διαφοροποίησή του από τα περίχωρα, δημιουργούσε το ιδανικό υπόβαθρο για την μοναδικότητα της εμπειρίας. Ήταν σχεδόν αναπόφευκτη και η σκέψη που ακολούθησε: «Δεν είναι τυχαίο που εμείς οι Έλληνες αγαπήσαμε τόσο πρόθυμα και τόσο βαθειά τον Χριστό, πεισματικά για τόσους αιώνες, καθώς και τους τόπους που αγίασε το πέρασμά Του. Είναι πνευματικοί, ψυχικοί οι δεσμοί που μας ενώνουν, αλλά είναι τόσο πολλές, τόσο συγκινητικές οι εξωτερικές συγγένειες, που δεν μπορούμε παρά να Τον νοιώθουμε αυθόρμητα σαν συντοπίτη, συμπατριώτη, οικείο, δικόν μας…».

Δεν αποτολμώ ερμηνεία του γεγονότος της Μεταμορφώσεως, γιατί έχει καλυφθεί από πολύ μεγάλες μορφές της Εκκλησίας, κι όσο περισσότερο αναζητεί κανείς τέτοιες ερμηνείες, τόσο πιο πολλές πτυχές αποκαλύπτονται, αρκετές για την κατανόηση του τι έγινε εκείνη την ημέρα, επάνω στο όρος Θαβώρ της Γαλιλαίας, όχι μόνον για τον Πέτρο, τον Ιάκωβο, και τον Ιωάννη, αλλά για τον καθένα από μας, όταν το διδαχτήκαμε, στην ώρα μας. Γιατί έκαναν υπακοή οι μαθητές, και «μηδενίείπον έως ου ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών ανέστη».

Στην Αγία Γραφή, οι ημερομηνίες με την ημερολογιακή σημασία του όρου, δεν έχουν πρωτεύουσα σημασία. Στον χρόνο γίνεται αναφορά μόνον στον βαθμό που αυτή έχει σωτηριολογική σημασία. Αυτό το περίφημο «έως ου», κατά τους υπομνηματιστές, διαφέρει από το «μέχρις ότου» που σημαίνει στα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Σημαίνει συγκεκριμένα: «και κάποια στιγμή». Σε πλήρη ανάπτυξη: «κάποια στιγμή στο μέλλον, ο ακριβής προσδιορισμός της οποίας δεν έχει πρωτεύουσα σημασία, ενώ σημασία έχει, το ότι το γεγονός σίγουρα θα συμβεί, και όταν συμβεί, θα θυμηθούμε την πρόρρηση σχετικά με αυτό». Υπ’ αυτό το πρίσμα, η φράση του 109ου Ψαλμού «κάθου εκ δεξιών μου, έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου», μεταφράζεται: «η θέση σου πλέον είναι στα δεξιά μου, και κάποια στιγμή, θα τοποθετήσω τους εχθρούς σου…κλπ». Αντίστοιχα, και ο στίχος 25 του α΄ κεφαλαίου του Ευαγγελιστού Ματθαίου, (του ίδιου που μας γράφει και για το γεγονός της Μεταμορφώσεως), μεταφράζεται ως εξής: «…και (ο Ιωσήφ) δεν επεδίωξε ποτέ να έρθει σε σαρκική συνάφεια μαζί της, και κάποια χρονική στιγμή αργότερα, ήρθε η στιγμή του τοκετού…κλπ». (Αυτό, για αποκατάσταση κάθε βλάσφημης κακοήθειας προς το πρόσωπο της Παναγίας μας, όταν αυτή προέρχεται από γλωσσική άγνοια).

Έχοντας, λοιπόν, κατά νουν αυτήν την συγκεκριμένη σημασία, αυτό το «έως ου ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή», έχει ένα πολύ ιδιαίτερο νόημα, τόσο για τους μαθητές που ήταν παρόντες, όσο και για τον καθέναν από μας, που είμαστε δέκτες του μηνύματος: «δεν χρειάζεται (προτρεπτική Υποτακτική και όχι Προστακτική Έγκλιση) να προσπαθήσετε να περιγράψετε σε κανέναν την εικόνα της θεϊκής μου υπόστασης, όπως την είδατε σήμερα. Σας προτρέπω να μην το πείτε, γιατί όχι μόνον η κατανόησή σας γι’ αυτό είναι τώρα περιορισμένη, αλλά ακόμη κι αυτό που είδατε, όσο το είδατε, είναι κι αυτό συρρικνωμένο μέσα στα περιθώρια της αντιληπτικότητας που επιτρέπει η ανθρώπινη φύση σας. Θα έρθει όμως κάποια χρονική στιγμή στο μέλλον («έως ου»), μετά την Ανάστασή μου, μετά την φώτιση που θα λάβετε από το Άγιο Πνεύμα, που αυτό το γεγονός, θα μπορέσετε να το κατανοήσετε στο πραγματικό του μέγεθος και περιεχόμενο. Και τότε μπορείτε να το μεταδώσετε, γιατί τότε θα ξέρετε τι να μεταδώσετε και πώς. Τότε θα ξέρετε πώς θα ωφελήσετε κι εσείς τους δικούς σας μαθητές και δικούς Μου πιστούς, με αυτό που είδατε σήμερα μαζί Μου, σ’ αυτήν εδώ την κορυφή».

Σαν τέτοια μαθήτρια κι εγώ, αντιλαμβάνομαι, ότι πέρα από την προφανή αλήθεια του συγκεκριμένου πραγματικού περιστατικού, λόγω της διαχρονικότητας ολόκληρου του Ευαγγελίου, θα έρθει κάποτε, για μία φορά ή για περισσότερες, αυτό που είναι το δικό μου «έως ου». Κάποια στιγμή στη ζωή μου, μελλοντική ως προς τη στιγμή που διδάχθηκα το γεγονός, αλλά βέβαιη ως προς το ότι πράγματι θα έλθει, μετά το γεγονός της Αναστάσεως και της δικής μου φώτισης με το Άγιο Βάπτισμα, ώστε να μπορώ να καταλάβω, θα χρειαστώ να ξέρω για την θεϊκή όψη του Χριστού, για την συνεχή ζωή και συνομιλία των αγίων μαζί Του, σ’ αυτήν την «άλλη» και διαρκή διάσταση, την φωτεινή, και την εκτός χώρου και χρόνου, που είναι ο «Ουρανός».

Σαν τέτοια μαθήτρια κι εγώ, όταν θα νοιώθω ότι τα περιθώρια γύρω μου, σ’ αυτήν την ζωή, στενεύουν ασφυκτικά, θα μπορέσω (ίσως) να θυμίσω στον εαυτό μου, ότι κάθε στιγμή, πίσω απ’ αυτό που αντιλαμβάνομαι, υπάρχει και μια άλλη πραγματικότητα, συνεχώς παρούσα, φωτεινή, άχρονη, με ζωντανή παρουσία του Θεού και των Αγίων, που δεν μπορώ βέβαια να την δώ, επειδή έχει προβλέψει ο Θεός να «μην δύναμαι», αλλά υπάρχει πράγματι. Ταυτόχρονα και παράλληλα, πίσω από το παραπέτασμα του εκάστοτε «σκοτασμού» μου. Ότι σ’ αυτήν την πραγματικότητα, υπάρχει απόλυτη γνώση, απόλυτη διαύγεια, απόλυτη και ανεμπόδιστη δύναμη από τον Θεό, καθόλου τέλος, καθόλου σκοτάδι, καθόλου φόβος, καθόλου θάνατος. Σ’ αυτήν την πραγματικότητα ξεχνά κανείς τις μέριμνες και τις περιστάσεις, και το μόνο που επιθυμείς είναι το «ώδε είναι», εκεί μαζί με τον Χριστό, τον Μωυσή, τον Ηλία, όποιον επιτρέψει ο Χριστός να διακρίνεις δίπλα Του.

Μ’ αυτό το «έως ου», αισθάνομαι ότι με παρηγόρησε ο Χριστός για κάθε παρούσα και μελλοντική ανάγκη μου, και ταυτόχρονα με προετοίμασε: «Αν είσαι κι εσύ εκεί στον αναστημένο Μου κόσμο, στην Εκκλησία μου, τότε θα έρθει κάποια στιγμή που θα χρειαστεί να θυμηθείς αυτήν την περιγραφή για το πώς πραγματικά είμαι Εγώ, πώς είναι εκεί που είμαι Εγώ. Ναι. Να το θυμηθείς, και, ακόμη και μ’ αυτήν την μικρή σου ανθρώπινη αντίληψη, να επιμείνεις, να θελήσεις, να μείνεις δίπλα Μου».
Στέλλα Ν.Αναγνώστου-Δάλλα.

Κατηγορίες: Άρθρα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.