Το Δαψιλές των Ιαμάτων – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

«Των ιαμάτων το δαψιλές επιχέειςτοις πιστώςυμνούσι σε, Παρθένε, και υπερυψούσι τον άφραστόν σου τόκον». (Μικρός Παρακλητικός Κανών).

Δεν πιστεύω στην μετάφραση των ιερών και θεοπνεύστων κειμένων.

Ο πρώτος λόγος είναι γιατί το θεωρώ πολύ αμφίβολο να βρεθεί μεταφραστής εξίσου θεόπνευστος με τον αρχικό δημιουργό, του οποίου το έργο είναι προϊόν ασκητικής ζωής και Θείας Χάριτος, την οποία κατά κάποιον τρόπο «αντιποιείται» όποιος προσπαθεί να πει τα ίδια λόγια με άλλον τρόπο. Για μας τους Έλληνες ειδικά, που μας δόθηκε η τιμή, όλα τα κείμενα της Εκκλησίας, τα Ευαγγέλια, τα υμνογραφικά κείμενα, τα λειτουργικά, τα δογματικά, να έχουν γραφεί πρωτοτύπως στην Ελληνική γλώσσα, είναι, νομίζω, ντροπή, να ομολογούμε ότι δεν τα καταλαβαίνουμε, κι αντί να προσπαθούμε να θεραπεύσουμε την δική μας αμάθεια, να τολμούμε να βάζουμε τα χέρια μας, έστω και καλόπιστα, πάνω στα κείμενα αυτά, και να προσπαθούμε να τα κατεβάσουμε στο όποιο δικό μας επίπεδο.

Ο δεύτερος λόγος είναι καθαρά γλωσσικός. Υπάρχουν μέσα στα κείμενα αυτά, λέξεις και εκφράσεις, που δεν χρησιμοποιούμε σήμερα, αλλά έχουν υπέροχη ομορφιά, ηχητική αρμονία, ή νοηματικό βάθος. Είναι σοφία το να τις εντοπίζουμε, να παραξενευόμαστε, να τις ψάχνουμε, να ανακαλύπτουμε, τελικά, τον θησαυρό.

Δεν πιστεύω στην μετάφραση των κειμένων της Εκκλησίας, αλλά πιστεύω στην εξήγησή τους. Γι’ αυτήν θεωρώ ότι υπάρχει απόλυτη και επιτακτική ανάγκη, ακόμη και χρέος της Εκκλησίας. Την γλωσσική μαζί και θεολογική, γιατί δεν στέκεται η μια χωρίς την άλλη. Οι λέξεις είναι οι φορείς του νοήματος, και χωρίς αυτές τις συγκεκριμένες αρχικές, πρωτότυπες λέξεις, το νόημα μένει μετέωρο.

Επιστρέφοντας λοιπόν στα λόγια της Παρακλήσεως, το πρώτο βήμα είναι να βάλουμε τις λέξεις στη σωστή σειρά, η οποία είναι η εξής:
«Εσύ, Παρθένε (Θεοτόκε), επιχέειςτο δαψιλές των ιαμάτων τοις υμνούσι σε πιστώς και τοις υπερυψούσι τον άφραστοντόκον σου».

Την λέξη «ιάματα» μπορούμε να την καταλάβουμε εύκολα. Βέβαια διαφέρει από την «ίαση». Ίαση, είναι η θεραπεία. Ίαμα, όμως, είναι το μέσον της θεραπείας, ο τρόπος με τον οποίο θεραπεύεται κανείς. Μπορεί να είναι φάρμακο, που είναι κάτι χειροπιαστό. Μπορεί να είναι και μία χειρουργική επέμβαση, ή κάποια άλλη χειροπρακτική διαδικασία, έστω και μια απλή μάλαξη. Μπορεί , όμως, να είναι και μια ψυχική παρέμβαση, από απλή εξήγηση και καθησυχασμό, μέχρι μια πιο βαθειά ψυχική θεραπεία. Όμως, σε κάθε περίπτωση, λύνεται ένας κόμπος, τελειώνει μια αγωνία.

Όταν χαρίζει η Παναγία ένα ίαμα, όταν το «επιχέει», δηλαδή πλουσιοπάροχα μας λούζει τρυφερά μ’ αυτό, όπως μια μάνα ξεπλένει απαλά το κεφαλάκι του παιδιού της, τότε ουσιαστικά, μας ανακουφίζει από το πρόβλημα που μας βασανίζει, μ’ έναν τρόπο απαλό, αλλά και απόλυτο. Δεν αφήνει σαπούνια να μας καίνε τα μάτια. Μετά το ίαμα της Παναγίας, επέρχεται ανακούφιση. Μπορεί η όποια πληγή να παραμένει, αλλά δεν πονά το ίδιο. Είναι υποφερτή, δεν μας καταβάλλει, δεν δεσμεύει πια την ύπαρξή μας, έτσι που να καταργούνται οι δημιουργικές μας δυνάμεις. Το ίαμα της Παναγίας, θεραπεύει πρώτα την ψυχή μας, και μετά το σώμα μας, ή το οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα, εφ’ όσον, και στον βαθμό που χρειάζεται. Όμως, με μια θεραπευμένη ψυχή, μπορούμε να χαμογελάσουμε, μπορούμε να παλέψουμε, έχουμε ελπίδα. Έχουμε συνείδηση ότι υπάρχει στο πλευρό μας μια δυνατή παρουσία να μας συντρέχει. Οι περισσότεροι πόνοι στη ζωή μας, αν το καλοσκεφθούμε, προέρχονται, κυρίως, από άγνοια αυτής της αλήθειας. Διότι μόνον τότε νοιώθουμε την ασφυξία και την απόγνωση του πνιγμού. Αλλοιώς, απλώς αγωνιζόμαστε. Το ίαμα της Παναγίας, προσφέρει την απαραίτητη ίαση σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξής μας, ακόμη και στα πιο βαθειά, τα ασυνείδητα.

Αυτά τα ιάματα, τα προσφέρει η Παναγία «δαψιλώς». «Δαψιλώς» θα πει πλουσιοπάροχα. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα «δάπτω», που σημαίνει καταβροχθίζω. Τρώω δηλαδή, αλλά με μεγάλες μπουκιές, και δεν αφήνω τίποτε. Τρώω δηλαδή «όσο παίρνει». Από την ρίζα δάπ- του ρήματος αυτού, προέρχεται και η λέξη δαπάνη, που σημαίνει την πλήρη κατανάλωση ενός υπάρχοντος πόρου. Το δαψιλές λοιπόν, είναι το πλουσιοπάροχο.

Αυτόν τον τρόπο έκφρασης τον εγκαινίασε ο Θουκυδίδης. Αντί για μια αφηρημένη έννοια σε γένος θηλυκό, χρησιμοποιούσε το αντίστοιχο επίθετο στο ουδέτερο γένος. Έτσι συναντούμε στην Ιστορία του, εκφράσεις όπως «το εύδαιμον» αντί για την ευδαιμονία, «το ελεύθερον» αντί για την ελευθερία. Η συγκεκριμένη επινόηση είναι πολύ επιτυχημένη, γιατί προσφέρει περισσότερες εκφραστικές δυνατότητες από την επιλογή μιας αφηρημένης έννοιας, γιατί πολλές φορές η παραγωγήθηλυκού αφηρημένου ουσιαστικού από επίθετο, δεν είναι πάντα εφικτή γλωσσικά, κι αν είναι, η λέξη δεν είναι όμορφη. Εδώ για παράδειγμα, δεν θα μας άρεσε η λέξη «δαψιλότης», ενώ «το δαψιλές», είναι πολύ ποιητικό, μουσικότατο. Και μόνο που το ακούμε αυτό το «δαψιλές», το πλουσιοπάροχο των «ιαμάτων» της Παναγίας, είναι σαν να το έχουμε πάρει ήδη. Γιατί το παίρνουμε πράγματι, θαυματουργικά, εκείνη την στιγμή, καθώς ψάλλουμε. Οι λέξεις είναι κι αυτές ιερές, είναι φορείς αγιότητας, Θείας Χάριτος.

Και σε ποιόν προσφέρεται τόσο πλουσιοπάροχα αυτή η «ιαματική» Θεία Χάρις της Παναγίας μας; «Τοις υμνούσι Σε πιστώς», και «τοις υπερυψούσι τον άφραστονΤόκον Σου». Ε, βέβαια. Κανένας γιατρός δεν μπορεί να σε θεραπεύσει αν δεν του έχεις εμπιστοσύνη. Η θεραπεία, κάθε θεραπεία, είναι μια συνεργατική διαδικασία μεταξύ γιατρού και ασθενούς. Η πορεία είναι κάπως έτσι: Ο γιατρός υπάρχει πριν τον ασθενή. Έχει καταστήσει τον εαυτό του γιατρό, μετά από επίπονη εργασία, πριν τον χρειαστούμε. Το φάρμακο πάλι, είτε πρόκειται για σκεύασμα, είτε για διαδικασία, πάλι έχει δημιουργηθεί ή μελετηθεί με κόπο, θυσίες, ξενύχτια, προσπάθειες, πολύ πριν φτάσουμε εμείς με το πρόβλημά μας και το αναζητήσουμε, ευγνώμονες που υπάρχει. Από ‘δώ και πέρα, νομίζω, ότι πολύ εύκολο να δούμε την αναλογία που κάνει ο ιερός Υμνωδός, με τα πρόσωπα της ΥπεραγίαςΘοτόκου και του «αφράστου», απερινόητου, ακατάληπτου και γι’ αυτό απερίγραπτου Τόκου Της.

Όμως, για επίλογο, ας προσέξουμε το εξής: Παναγία και Τόκος, εικονίζονται μαζί, κάθονται μαζί στον θρόνο του Ουρανού. Νοούνται μαζί, ενεργούν μαζί, και έτσι προσφέρονται και τα υπέροχα «ιάματά» τους, που τόσο δαψιλώς λαχταρούν να μας προσφέρουν. Μετά από την δική μας πίστη, προσευχή επίκληση, «ανύμνηση» και «υπερύψωση» προς τους Δύο μαζί, στον μυστικό τόπο της καρδιάς μας, με την πατερική έννοια του όρου.

Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιερές Ακολουθίες, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.