Χριστιανική καρδιά – Λέοντος Μελά.

Οι κάτοικοι μιας μικράς κωμοπόλεως υποφέρουν τα πάνδεινα. Αι γεωργικαί εργασίαι απετύγχανον πάντοτε ένεκα της ανομβρίας. Εργασίαι δε άλλαι, ίνα προσπορισθούν τα απαιτούμενα δια να ζήσουν, δεν υπήρχον. Η πείνα εμάστιζε τους δυστυχείς ανθρώπους. Οι γεωργοί ιδίως εκινδύνευον να αποθάνουν εκ πείνης. Ήτο λοιπόν απόλυτος ανάγκη να τύχουν βοηθείας από τους ευπορούντας κατοίκους της κωμοπόλεως. Ο εφημέριος ωμίλησεν από τον άμβωνα προς τους ενορίτας του περί ελεημοσύνης και τους συνεβούλευσε να συνδράμουν τους δυστυχείς έκαστος κατά δύναμιν.
Μετά την ομιλίαν του ιερέως πολλοί προσήλθον συγκινηθέντες και προσέφεραν τον οβολόν των. Μεταξύ αυτών παρετήρησεν ο ιερεύς και νεάνιδα τυφλήν, πάμπτωχον, να οδηγήται πλησίον του και να προσφέρη ποσόν ανώτερον από πάντα άλλον.
-Όχι, κόρη μου, είπεν εις αυτήν ο ιερεύς, ως πτωχή και αόμματος, συ η ιδία είσαι αξία ελεημοσύνης. Δεν είναι ορθόν συ να προσφέρης. Αν δε επιμένης να συνδράμης, δέχομαι το ήμισυ της προσφοράς σου, διότι είναι μεγάλη ολόκληρος.
-Είναι αληθές, πάτερ, απήντησεν η νεάνις, ότι είμαι δυστυχής τυφλή, αλλά πτωχή δεν είμαι. Εις το σχολείον των τυφλών, όπου εσπούδασα, όταν έχασα το φως μου, έμαθον να πλέκω καλάθια. Τώρα, δόξα τω Θεώ, δια της εργασίας μου κερδίζω τα αναγκαία εις εμέ. Εργάζομαι εις το σκότος και την νύκτα δεν μου χρειάζεται φως. Η δε προσφορά μου είναι η οικονομία μου εκ του λύχνου. Παρακαλώ λοιπόν να την δεχθήτε. Γνωρίζω πόσον υποφέρουν οι πτωχοί! Πριν μάθω να πλέκω καλάθια, εγύριζον νυχθημερόν ζητούσα ελεημοσύνην. Δεν θα λησμονήσω ποτέ τας περιφρονήσεις των διαβατών και τους πικρούς των λόγους. Μόνον ο Θεός και εγώ γνωρίζομεν πόσον εβασανίσθην κατά τας ψυχράς εκείνας νύκτας. Ημίγυμνος και ανυπόδητος, τρέμουσα και πεινώσα, διηρχόμην αυτάς άυπνος εις τας δημοσίας οδούς. Η καρδία μου κλαίει, οσάκις περί των πτωχών ακούω˙ παρηγορείται δε και ευφραίνεται, οσάκις δύναμαι να τοις προσφέρω μικράν βοήθειαν.
Άπαντες εθαύμασαν την χριστιανικήν αρετήν της τυγλής νεάνιδος. Ο δε ιερεύς, ενώ πάντες ηπόρουν και εθαύμαζον την τυφλήν, εφώναξεν:
-Ιδού, φίλτατοι αδελφοί, διατί ο Ιησούς μας είπεν: «ότι των πτωχών η βασιλεία των ουρανών!».
Το παράδειγμα της αομμάτου κόρης και οι κατανυκτικοί του ιερέως λόγοι έκαμαν τους παρευρεθέντας να συμπαθήσουν τους πτωχούς. Αμέσως αι συνεισφοραί επολλαπλασιάσθησαν και οι πτωχοί της πόλεως εξοικονομήθησαν. Ηυλόγουν δε όλοι τους ευεργέτας των και προ πάντων της τυφλήν νεάνιδα.
(Διασκευή) Λέων Μελάς.

Από το βιβλίο: Αναγνωστικόν της πέμπτης τάξεως του δημοτικού σχολείου. Ν. Κοντοπούλου – Δ. Κοντογιάννη, Γ. Καλαματιανού Θ. Γιαννοπούλου. Αθήναι 1952
Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Γενικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.