Αυστηρότητα στους αναιδείς, επιείκεια στους φιλότιμους – Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου.

Αν ένας άνθρωπος έχει αγαθή προαίρεση, αλλά δεν βοηθήθηκε από μικρός, δεν είναι κολακεία να του πεις τα καλά που βλέπεις σ’ αυτόν, γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο βοηθιέται και αλλοιώνεται, επειδή δικαιούται και την θεία βοήθεια.

Είπα σε κάποιον: «Εσύ είσαι καλός. Δεν ταιριάζουν σ’ εσένα αυτά που κάνεις». Του το είπα αυτό, γιατί είδα το καλό του χωράφι και τον κακό σπόρο που είχε ρίξει. Είδα ότι εσωτερικά ήταν καλός και, ό,τι κακό έκανε, ήταν εξωτερικό. Δεν του είπα: «είσαι καλός», για να τον κολακέψω, αλλά για να τον βοηθήσω, να του κινήσω το φιλότιμο.

Μερικοί έχουν το εξής τυπικό: Έχει, δεν έχει ο άλλος κάποιο χάρισμα, του λένε: «δεν έχει χάρισμα», δήθεν για να μην υπερηφανευθεί και βλαφτεί. Ένα ισοπέδωμα δηλαδή. Όταν όμως απελπίζεται ο άλλος για το κακό που κάνει, απελπίζεται και για το καλό που έχει, τότε πως θα ξεθαρρέψει, για να αγωνισθεί με προθυμία; Ενώ, αν του πεις τα καλά που έχει και του καλλιεργήσεις το φιλότιμο και την αρχοντιά, βοηθιέται, αναπτύσσεται και προχωράει.

Εγώ έχω τυπικό, όταν βλέπω ότι κάποιος έχει ένα χάρισμα ή ότι πάει καλά στον αγώνα του, να του το λέω και, όταν βλέπω κάτι στραβό, να παίρνω βρεγμένη σανίδα… Δεν σκέφτομαι μήπως βλαφτεί η ψυχή με τον πρώτο ή τον δεύτερο τρόπο, επειδή και οι δύο τρόποι έχουν αγάπη. Αν βλαφτεί από την συμπεριφορά μου, αυτό σημαίνει ότι θα έχει βλάβη. Αν π.χ. η εικόνα που έκανε μια αδελφή είναι καλή, θα της πως ότι είναι καλή. Αν δω ότι υπερηφανεύθηκε και αρχίζει να αποκτάει αναίδεια, θα της δώσω μια και θα την κάνω πέρα. Φυσικά, αν υπερηφανευτεί, θα κάνη μετά καρικατούρες, οπότε θα φάει άλλο μάλωμα. Αν ταπεινωθεί ξανά, θα κάνη πάλι καλή δουλειά. Εμένα αρρωστημένα πράγματα δεν με αναπαύουν. Στραμπουλιγμένα πράγματα δεν τα μπορώ. Θα τα κάνω έτσι από ‘δώ, έτσι από ‘κεί, ώστε να βρουν την θέση τους. Τι; θα οικονομάω αρρωστημένες καταστάσεις;

– Γέροντα, όταν ο αναιδής γίνεται πιο αναιδής από το ενδιαφέρον που του δείχνεις, πως θα τον βοηθήσεις;

– Να σου πω, όταν βλέπω ότι ο άλλος δεν βοηθιέται από το ενδιαφέρον μου, την καλοσύνη, την αγάπη, τότε λέω ότι δεν έχω συγγένεια μαζί του και αναγκάζομαι να μην του φέρομαι με καλοσύνη. Κανονικά, όσο καλοσύνη σου δείχνουν, τόσο πρέπει να αλλοιώνεσαι, να διαλύεσαι, να λιώνεις.

Παλιά τι είχε συμβεί με κάποιον. Στην αρχή, για να τον βοηθήσω, αναγκάστηκα να του πω μερικά θεία γεγονότα που είχα ζήσει. Αντί όμως να πει: «Θεέ μου, πώς να Σε ευχαριστήσω γι’ αυτήν την παρηγοριά κ.λπ.» και να διαλυθεί, πήρε θάρρος και φερόταν με αναίδεια. Τότε κράτησα μια αυστηρή στάση. «Θα τον βοηθώ, είπα, από μακριά με την προσευχή». Αυτό το έκανα, όχι γιατί δεν τον αγαπούσα, αλλά γιατί αυτός ο τρόπος θα τον βοηθούσε.

– Και αν, Γέροντα, καταλάβει, το λάθος του και ζητήσει συγγνώμη;

– Αν το καταλάβει, εντάξει, μπορούμε να συνεννοηθούμε. Διαφορετικά, αν δεν βοηθιέται από το φιλότιμό μου, δεν βρίσκω ανταπόκριση, και δεν έχω συγγένεια μαζί του. Όταν ο άλλος έχει ευλάβεια, ταπείνωση, δεν έχει αναίδεια, κι εσύ κινείσαι απλά. Εγώ εξ αρχής φέρομαι σε όλους με άνεση και απλότητα. Δεν φέρομαι περιορισμένα, δήθεν για να μη δώσω θάρρος στον άλλον και τον βλάψω. Δίνομαι ολόκληρος, για να βοηθηθεί, να αναπτυχθεί μέσα σ’ ένα κλίμα αγάπης, και σιγά-σιγά του λέω τα κουσούρια του. Τον θεωρώ αδελφό μου, πατέρα μου, παππού μου, ανάλογα με την ηλικία του. Κάνω λιακάδα, για να βγουν όλα τα φίδια, οι σκορπιοί, τα σκαθάρια – τα πάθη -, και ύστερα τον βοηθάω να τα σκοτώσει. Αν όμως δω ότι δεν το εκτιμάει αυτό και δεν βοηθιέται από την συμπεριφορά μου, αλλά εκμεταλλεύεται την απλότητά μου και την αληθινή αγάπη μου και αρχίζει να φέρεται με αναίδεια, τραβιέμαι σιγά-σιγά, για να μη γίνει περισσότερα αναιδής. Αλλά στην αρχή δίνομαι ολόκληρος, γι’ αυτό μετά έχω αναπαυμένη την συνείδησή μου.

Μια φορά στην Μονή Στομίου είχα πάρει ένα παιδί, για να το βοηθήσω, να του μάθω και την τέχνη του μαραγκού. Του φερόμουν με πολλή καλοσύνη, τον είχα σαν αδελφό. Έβλεπα όμως μερικά πράγματα που δεν με ανέπαυαν. Μια φορά τον ρωτάω: «Τι ώρα είναι;». «Με τα μυαλά τα δικά σου πάει το ρολόι!», μου λέει. Ε, τότε είπα: «Δεν συμφέρει να συνεχίσω έτσι. Θα συμμαζέψω σιγά-σιγά ‘’τα μυαλά μου’’, γιατί δεν ωφελείται». Κανονικά αυτός, αν ήταν φιλότιμος, έτσι όπως του φερόμουν, έπρεπε να διαλυθεί. Αλλά είδα ότι δεν με χωρούσε, δεν με καταλάβαινε. Ύστερα μόνος του έφυγε. Δεν τον έδιωξα. Βλέπεις, η ανοχή, η αγάπη κάνουν τον αναιδή πιο αναιδή και τον φιλότιμο πιο φιλότιμο.

Από το βιβλίο: Ψείγματα χρυσού, Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.