Λικίνιος, ο πρώτος γαμπρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου – Κωνσταντίνου Καραστάθη.

Η υποκίνηση του Βασσιανού από τον αδελφό του Σενέκιο για επανάσταση ήταν εξώφθαλμη ενέργεια του Λικίνιου, αλλά ο Κων/νος δε θέλησε να συγκρουστεί μαζί του. Απαίτησε μονάχα από το γαμπρό του να του παραδώσει τον αρχηγό της συνωμοσίας Σενέκιο. Ο Λικίνιος, που μετά το θάνατο του Γαλέριου απαιτούσε να γίνει μοναδικός κυρίαρχος της αυτοκρατορίας, όχι μονάχα δεν έστειλε δέσμιο το Σενέκιο στη Ρώμη, αλλά γκρέμισε και τα αγάλματα του Κων/νου στην Emona (σημερινή Λουμπλιάνα), αθέτησε τους όρκους που είχε κάνει ενώπιον εκείνου, παραβίασε και τις συμφωνίες τους και άρχισε ξανά να καταπιέζει τους χριστιανούς στην Ανατολική Αυτοκρατορία, να καταστρέφει εκκλησίες, ν’ απαγορεύει συνόδους επισκόπων και να παρεμποδίζει τη λατρεία, πράγματα που ερέθισαν και αυτόν ακόμα τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.1 Και σαν να μην έφταναν αυτά, άρχισε στην Παννονία να κάνει μεγάλες προετοιμασίες για πόλεμο εναντίον του Κων/νου.2 Ο Ευσέβιος γράφει ότι κήρυξε άσπονδο πόλεμο εναντίον του ευεργέτη του, χωρίς να σεβαστεί τους νόμους της φιλίας, χωρίς να σκεφτεί καν τους όρκους και τη συγγένεια και τις συμφωνίες.3 Ο Λικίνιος λίγο αργότερα οδήγησε και τις περισσότερες λεγεώνες του στα σύνορα μεταξύ σημερινής Ιταλίας και Κροατίας, επιδιώκοντας προφανώς τον πόλεμο, που δεν άργησε να ξεσπάσει.
Ο Κων/νος οργάνωσε εκστρατεία εναντίον του και τον κατενίκησε (314 μ. Χ.). Ο απερίσκεπτος Λικίνιος έσωσε τη ζωή του χάρη στις ικεσίες της συζύγου του Κωνσταντίας προς το νικητή αδελφό της Κων/νο.
Σημειωτέον ότι και σ’ αυτόν τον πόλεμο και σ’ όλους τους άλλους, που ο Κων/νος διεξήγαγε μεταγενέστερα, το Λάβαρο προηγούνταν στο στράτευμα. Ο Ευσέβιος γράφει σχετικά ότι όπου έκανε την εμφάνισή του το Λάβαρο, επακολουθούσε φυγή από την πλευρά των εχθρών και καταδίωξη από την πλευρά των νικητών. Και όταν ο βασιλιάς έβλεπε κάποιο τάγμα να λυγίζει, διάταζε να παραβρεθεί εκεί το σωτήριο τρόπαιο, «πραγματικό νικητικό αλεξιφάρμακο», με το οποίο πήγαινε αμέσως μαζί η νίκη, που ενδυνάμωνε τους αγωνιζόμενους μαζί με κάποια θεϊκή πρόνοια.4
Και κατά μαρτυρία του Ευσεβίου, ο Κων/νος τον πληροφόρησε ότι κανένας από τους φορείς του Λαβάρου δε βλάφτηκε ποτέ από τα βέλη του εχθρού.5
Για τα οχτώ επόμενα ειρηνική χρόνια (314 – 322 μ. Χ.) ο Κων/νος αφιερώθηκε στην προώθηση της ηθικής, πολιτικής και οικονομικής ευημερίας των υπηκόων του. Μετά την παρέλευση όμως εκείνων των οκτώ χρόνων οι σχέσεις μεταξύ των δύο αυτοκρατόρων επιδεινώθηκαν και πάλι. Ο Λικίνιος αθέτησε ξανά τις συμφωνίες του Μεδιολάνου για την κατάπαυση των διωγμών των χριστιανών.
Έτσι, ενώ στη Δύση έλαμπε φανερά το φως του Χριστού, στην Ανατολή κρυφόκαιγε σ’ απόμερες γωνιές και κατά τους χρόνους του Μαξιμίνου και κατά τους χρόνους του Λικίνιου. Ο τελευταίος άρχισε ξανά τους διωγμούς, συγκεκαλυμμένα στην αρχή, γιατί φοβόταν τον Κων/νο, ανοιχτά αργότερα. Επέβαλε περιορισμούς στους επισκόπους, έκλεισε ορισμένες εκκλησίες, δήμευσε περιουσίες χριστιανών, επέβαλε σε αξιωματούχους του στρατού και της κρατικής μηχανής να προσφέρουν θυσίες σε διάφορους θεούς και απομάκρυνε όσους αρνήθηκαν, επειδή ήσαν χριστιανοί. Γενικά, συνετέλεσε στο να βασιλέψει η βία και η αδικία σ’ όλους τους τομείς της διοίκησης.
Τα βασανιστήρια και οι διωγμοί συνεχίζονται αμείλικτα. Ο Ευσέβιος με λίγες αράδες σκιαγραφεί ζωντανά το Λικίνιο: «Η μικροπρέπειά του δεν είχε μέτρο και η απληστία του ήταν απεριόριστη. Μολονότι γέμισε τα ταμεία με χρυσό, ασήμι και απεριόριστο πλούτο, ένιωθε ενδεής και υπέφερε το μαρτύριο του Ταντάλου. Και θα μπορούσα ν’ αναφέρω πόσα αθώα πρόσωπα τιμώρησε με εξορία, πόση ιδιοκτησία δήμευσε, πόσους ευυπόληπτους άνδρες από την τάξη των ευγενών φυλάκισε, πόσες συζύγους παρέδωσε στους σκλάβους για να ταπεινωθούν και σε πόσες παντρεμένες και παρθένους προσέφερε ο ίδιος βία».6
Παρόμοιες είναι και οι αναφορές του Αυρηλίου Βίκτωρος: «Ο Λικίνιος μέσω της αγάπης του στη φιλαργυρία ήταν ο χειρότερος όλων των ανθρώπων και όχι ξένος προς τη σεξουαλική διαφθορά, σκληρός πράγματι, υπερβολικά ανυπόμονος, εχθρικός προς τη λογοτεχνία, την οποία, επειδή αγνοούσε απεριόριστα συνήθιζε ν’ αποκαλεί ένα δηλητήριο και μια δημόσια επιδημία.»7
Χιλιάδες άνθρωποι βασανίστηκαν σκληρά και πάλι και εκατοντάδες έχασαν τη ζωή τους από το ξίφος, τον τροχό, τη φωτιά, τα δόντια των θηρίων. Τότε μαρτύρησαν και οι σαράντα χριστιανοί στρατιώτες (οι Άγιοι Σαράντα Μάρτυρες) μέσα στην παγωμένη λίμνη της Σεβαστείας…*
*Εκείνοι οι σαράντα χριστιανοί στρατιώτες της δωδέκατης λεγεώνας, επειδή είχαν αρνηθεί να θυσιάσουν στα είδωλα, κατά διαταγήν του στρατηγού γδύθηκαν και ρίχτηκαν στα παγωμένα νερά της λίμνης Σεβάστειας, για να παραμείνουν εκεί καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας. Σε μια άκρη της λίμνης βρισκόταν ένα κτήριο, όπου το νερό της λίμνης θερμαινόταν για τα λουτρά της πόλης. Οι στρατιώτες ήταν ελεύθεροι να πάνε εκεί να ζεσταθούν υπό τον όρο της αποστασίας από την πίστη τους. Οι τριάντα εννέα έμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους μέσα στα νερά. Ο τεσσαρακοστός λιποψύχησε και σύρθηκε κατά τη ζεστασιά. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει: «Ο δεσμοφύλακας που επιτηρούσε το βασανιστήριο, είδε ξαφνικά θέαμα ξένο: κάποιες δυνάμεις που κατέβαιναν από τον Ουρανό σταλμένες από τον Ουράνιο Βασιλέα, μοίρασαν μεγάλες δωρεές στους τριάντα εννιά στρατιώτες. Και μονάχα στον λιπόψυχο δεν έδωσαν τίποτα, κρίνοντάς τον ανάξιο. Βλέποντας όλ’ αυτά ο δεσμοφύλακας αψήφησε τα βασανιστήρια και αυτομόλησε προς τους εναντίους».7
Πράγματι, ο δεσμοφύλακας φώναξε «Είμαι και εγώ Χριστιανό» και πήδησε μέσα στην παγωμένη λίμνη και πήρε και αυτός το στεφάνι του μάρτυρα, που είχε χάσει ο αδύνατος αδελφός. Το πρωί βρέθηκαν και οι σαράντα νεκροί μέσα στη λίμνη, αλλά και ο λιπόψυχος επίσης νεκρός στο κατώφλι του θερμαντηρίου.
Ο Ευσέβιος ψέγει το Λικίνιο για επαναλαμβανόμενες προδοσίες, επιορκία και υποκρισία.8 Και ο Σωκράτης ο Σχολαστικός κάνει το ίδιο.9 Και ο Πραξαγόρας μας πληροφορεί για το Λικίνιο ότι και τους όρκους του δε σεβάστηκε και μετήλθε κάθε επαίσχυντο μέσο.10
Μαθαίνοντας ο Κων/νος τη νέα αθέτηση των συμφωνιών και την παραβίαση των όρκων από την πλευρά του Λικίνιου, του κηρύσσει τον πόλεμο (322 μ. Χ.). Επικεφαλής των ναυτικών του δυνάμεων έθεσε το γυιό του Κρίσπο.
Στην Αδριανούπολη στις 3 Ιουλίου 323 μ. Χ. ο Κων/νος ύστερα από θερμή προσευχή και έχοντας το Λάβαρο μπροστά και με το σύνθημα «Θεός Σωτήρ» στα χείλη των στρατιωτών ορμά εναντίον του αντιπάλου του και πετυχαίνει μεγάλη νίκη, αναγκάζοντάς τον να υποχωρήσει στη Χρυσούπολη. Εκεί νικά οριστικά το Λικίνιο (10 Σεπτεμβρίου 323 μ. Χ.), ενώ ο γυιός του Κρίσπος καταναυμαχεί το στόλο του στον Ελλήσποντο, αποκαλύπτοντας τις μεγάλες στρατηγικές ικανότητές του.11
Η Κωνσταντία έτρεξε και πάλι στον αδελφό της και τον θερμοπαρακάλεσε με δάκρυα να συγχωρήσει τον άνδρα της.
Ο Λικίνιος, καθώς μας πληροφορεί ο Ζώσιμος, αφού ήλθε στη Νικομήδεια ως ικέτης, παρέδωσε την πορφύρα του στον Κων/νο και του ζήτησε συγχώρηση για τα όσα είχε κάνει, ελπίζοντας για τη ζωή του στους όρκους που η γυναίκα του είχε λάβει από τον αδελφό της Κων/νο.12
Ο Κων/νος του αφήρεσε την πορφύρα, άλλ’ όχι και τη ζωή. Τον συγχώρησε χάρη στα δάκρυα και τις ικεσίες της Κωνσταντίας και τον έθεσε σε κατ’ οίκον περιορισμό στη Θεσσαλονίκη.
Όμως ο Κων/νος δεν ξέχασε ότι ο Λικίνιος ήταν ένας τέως αυτοκράτορας, που διέθετε ακόμα πολλές ρίζες στα στρατεύματα. Δε λησμόνησε ότι η πλειοψηφία των πολιτών, αλλά και των στρατιωτών, ήταν ακόμα ειδωλολάτρες και δε θεωρούσε απίθανη την αυτοανακήρυξη του αποτυχημένου γαμπρού του ως αρχηγού των ειδωλολατρών και την κήρυξη επαναστάσεως εναντίον του. Εξαιτίας λοιπόν όλων αυτών των κινδύνων ο Κων/νος ήταν υποχρεωμένος να επιτηρεί ξάγρυπνα το ζωηρό γαμπρό του.
Άλλ’ ο Λικίνιος γρήγορα και πάλι καταπάτησε τους όρκους και τις υποσχέσεις του, καθώς το είχε συνήθεια, γράφει ο Ζώσιμος.13
Η αθέτηση συμφωνιών και η καταπάτηση όρκων εκμέρους του Λικίνιου ήταν μια μόνιμη τακτική, που συνοδευόταν κάθε φορά από συγγνώμη, για να ασχημονήσει και πάλι με ψευδολογίες, επισημαίνει και ο Ευσέβιος.14
Ενδιαφέρουσες είναι και οι πληροφορίες του εκκλησιαστικού συγγραφέα Σωκράτους του Σχολιαστικού: Παρότι ο Κων/νος του έδειξε όλη την ανθρωπιά του και του χάρισε τη ζωή, και μάλιστα για δεύτερη φορά, εκείνος δεν παραιτήθηκε από τις φιλοδοξίες του. Παρέμεινε ήσυχος για ένα χρόνο στη Θεσσαλονίκη και ύστερα, αφού μάζεψε γύρω του μερικούς βαρβάρους, άρχισε τις μυστικές διαβουλεύσεις μαζί τους με σκοπό να «επισκευάσει» την ήττα του! («Ζώντα ουν συλλαβών, ανθρωπεύεται. Και κτείνει μεν ουδαμώς, οικείν δε την Θεσσαλονίκην προσέταξεν ησυχάζοντα. Ο δε προς ολίγον ησυχάσας, ύστερον βαρβάρους τινάς συναγαγών, αναμαχήσασθαι την ήτταν εσπούδαζεν.»)15
Ο Ζωναράς γράφει ότι ο Κων/νος χάρισε τη ζωή στο Λικίνιο, ύστερα από τις παρακλήσεις της Κωνσταντίας, άλλ’ επειδή οι στρατιώτες του διαμαρτυρήθηκαν για τη διάσωση του ανθρώπου, ο οποίος είχε αποδειχτεί πολλές φορές αναξιόπιστος και παραβάτης των συμφωνιών, τον παρέπεμψε στην ετυμηγορία της Συγκλήτου. Εκείνη παραχώρησε στους στρατιώτες το δικαίωμα ν’ αποφασίσουν για την τύχη του και αυτοί τον εκτέλεσαν στη Θεσσαλονίκη ή σε κάποιο τόπο των Σερρών.
Το ίδιο μας πληροφορούν και ο Γελάσιος16 και ο Νικηφόρος Κάλλιστος.
Για τη νέα αυτή και τελευταία συνωμοσία του αδίστακτου γαμπρού του, προσφέρθηκε στον Κων/νο απόδειξη. Αυτή τη φορά η Σύγκλητος, βάσει των σκληρών νόμων της Ρώμης αποφάσισε τη θανατική καταδίκη και εκτέλεση και του ίδιου και των συμβούλων του (324 μ. Χ.): Αφού ο Κων/νος, γράφει ο Ευσέβιος εφάρμοσε το νόμο του πολέμου, ο τύραννος και οι θεομάχοι σύμβουλοί του παραδόθηκαν στο θάνατο «προσήκουσαν υπέχοντες δίκην».17
Ο Ζώσιμος και οι άλλοι ειδωλολάτρες ιστορικοί αντιμετωπίζουν το Λικίνιο σαν μια περίπτωση αυτοκρατορικής επιπολαιότητας.18 Ο Ιερώνυμος εξηγεί στο χρονικό του ότι ο Λικίνιος απέθανε στη Θεσσαλονίκη εναντιούμενος στους νόμιμους στρατιωτικούς όρκους («Licinius Thessalonicae contra jus sacramenti privates occiditur).19
Αυτό, βάσει των νόμων της Ρώμης, ήταν το τέλος ενός καθ’ υποτροπήν συνωμότη, που επιτέλους δεν μπορούσε να έχει επ’ άπειρον ασυλία και ατιμωρησία, παρά την οποιαδήποτε συγγενική του σχέση με τον Κων/νο, το θάνατο του οποίου άλλωστε επιζητούσε επιμόνως. Επομένως και γι’ αυτόν το θάνατο συγγενικού του προσώπου θα ήταν άδικο να προσδώσουμε στον Κων/νο τη βαριά κατηγορία του δολοφόνου, όπως το επιχειρούν οι εχθροί του.
Αλλά και ποιος θα μπορούσε σήμερα να κατηγορήσει για έγκλημα έναν αρχηγό κράτους, που επικυρώνει με την υπογραφή του τη θανατική εκτέλεση καταδικασμένου από τα δικαστήρια;
Γιατί το ότι ο Λικίνιος είχε ένδικο καταδίκη επιβεβαιώνεται και πάλι από τον Ευσέβιο: «Και όσα ο Λικίνιος είδε στα μάτια των παλιών τυράννων, τα ίδια και αυτός υπέφερε, γιατί μήτε και ο ίδιος δέχτηκε κάποια παιδεία μήτε σωφρονίστηκε από τις μάστιγες εκείνων που βρίσκονταν μακριά, άλλ’ αφού μετήλθε την ίδια μ’ εκείνους οδό, ενδίκως οδηγήθηκε σε ίσο με το δικό του γκρεμό».
Όμως οι συγγράψαντες το 2ο τόμο της ιστορίας της Ανθρωπότητας Ιταλοί καθηγητές Λουίτζι Παρέτι, Πάολο Μπρέτσι και Λουτσιάνο Πέτεκ αναφέρουν ότι ο Λικίνιος εστάλη στην εξορία και εκεί αυτοκτόνησε!20
Για το Λικίνιο δεν λένε καλό λόγο μήτε οι εχθροί του Κων/νου. Ο Ζώσιμος σημειώνει: «Λικίνιον δε εις Θεσσαλονίκην εκπέμψας, ως βιωσόμενον αυτόθι συν ασφαλεία, μετ’ ου πολύ τους όρκους πατήσας (ην γαρ τούτο αυτώ σύνηθες) αγχόνη του ζην αυτόν αφαιρείται».21
Είναι πράγματι πολύ δύσκολο σήμερα να σκεφθεί κανείς τι άλλο θα μπορούσε να πράξει ο Κων/νος, όταν επιδίωκαν την εξόντωσή του με τη σειρά ο πεθερός του, ο κουνιάδος του, ο δεύτερος γαμπρός του, ο πρώτος γαμπρός του. Και εκπλήσσεται ο σημερινός φιλήσυχος πολίτης, όταν διαπιστώνει πως κανενός ο θάνατος δε νουθέτησε κανέναν από τους επιλειπόμενους κάθε φορά συγγενείς του!*
*Ιδού τώρα πως ορισμένοι ιστορικοί της Δύσης παρουσιάζουν το θάνατο του Λικίνιου. Και πρώτα ο Φραγκίσκος Μπερτολίνι: «Του δε Κων/νου υποσχεθέντος ενόρκως εις την αδελφήν Κωνσταντίαν να φεισθή την ζωήν του συζύγου αυτής Λικίνιου, ο ηττημένος αύγουστος κατέθεσε την πορφύραν και παρεδόθη εις τον νικητήν τη 13η Σεπτεμβρίου 323. Ο δε Κων/νος εξόρισε μεν αυτόν εις την Θεσσαλονίκην, αλλά μετ’ ου πολύ διέταξε βαρβάρως τον φόνον αυτού μετά του Λικινιανού και του ετέρου καίσαρος Μαρτινιανού, παραβάς την ιερότητα του όρκου. Και όμως ουδείς ουδ’ αυτών των ιστορικών των καταφερομένων κατά του Λικίνιου έγραψε περί αποπείρας του εκπτώτου και εξορίστου επιχειρηθείσης προς ανάκτησιν της αρχής. Αλλά τότε δια τίνα λόγον να υποσχεθή και δη ενόρκως την διατήρησιν της ζωής του ηττημένου αντιπάλου; Δια τι να επιδεινώσει τον φόνον δια της επιορκίας;».22
Ο Φραγκίσκος Μπερτολίνι στη «Ρωμαϊκή ιστορία» του, την οποία μεταπλάθει γλωσσικά στην Ελληνική ο Σπυρίδων Λάμπρος, «μετά προσθηκών», παίρνει το μέρος το Λικίνιου, ενός καθ’ υποτροπήν συνωμότη και επίορκου, που για τρίτη φορά ετοίμαζε συνωμοσία και επίθεση εναντίον του μακρόθυμου κουνιάδου του Κων/νου. Σχετική με την πληροφορία του ότι «ουδείς έγραψε περί αποπείρας του εκπτώτου» ο αναγνώστης ας ανατρέξει στις γνώμες των ιστορικών που έχουμε παραθέσει σε λίγες παραγράφους πιο πάνω και κυρίως του Σωκράτους, αλλά και του Ζώσιμου, που είναι ο εχθρικότερος για τον Κων/νο. O Gibbon, εξάλλου, που όπως είδαμε παραπάνω ψέγει τον Κων/νο, που δε συγχώρησε για τρίτη φορά το Μαξιμιανό, τώρα τον κατηγορεί και για το θάνατο του Λικίνιου, αδιαφορώντας ότι την επόμενη φορά ο απερίσκεπτος γέροντας και ο αδιόρθωτος Λικίνιος όμως αιματοκυλούσαν την αυτοκρατορία. Αποκαλεί δολοφονίες και την αυτοκτονία του πρώτου και την ένδικη εκτέλεση του δευτέρου: executions or rather murders23 (εκτελέσεις ή μάλλον δολοφονίες)! Σε άλλο σημείο επίσης επαναλαμβάνει την αυτοδιόρθωση στην έκφρασή του με περισσή χολή: «αλλά μια αμερόληπτη αφήγηση των εκτελέσεων, ή μάλλον των δολοφονιών, που αμαύρωσαν τη φθίνουσα ηλικία του Κων/νου θα προτείνει στις πιο ειλικρινείς σκέψεις μας την ιδέα ενός πρίγκιπα, που θα μπορούσε να θυσιάσει πρόθυμα τους νόμους της δικαιοσύνης και τα συναισθήματα της φύσης στις προσταγές είτε των παθών του είτε του ενδιαφέροντός του». (Gibbon Ed. “The History of the Decline and Fall of the Roman Empire”, Αμερ. Έκδοση 1810, vol. 2, c, XVIII, σελ. 291.
Άλλ’ οι αναγνώστες, που παραπάνω πληροφορήθηκαν υπό ποιες συνθήκες έχασαν τη ζωή τους οι Μαξιμιανός, Μαξέντιος, Λικίνιος κ.ά., γνωρίζουν αν δικαιώνεται ο ιστορικός να χαρακτηρίζει το θάνατό τους δολοφονία και συνειδητοποιούν ότι το πάθος δεν είναι γνώρισμα αντικειμενικού ιστορικού… Ο ίδιος έτσι ακριβώς εκφράζεται και για το θάνατο του Κρίσπου, για τον οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω.
(Και στον τόπο μας τα τελευταία χρόνια πολλοί συμπολίτες μας στον καθημερινός τους λόγο ταυτίζουν τις έννοιες της εκτέλεσης, του φόνου και της δολοφονίας, άλλ’ αυτοί εξαιτίας άγνοιας…).
Άλλ’ όταν τέτοιες στρεβλώσεις αφορούν ιστορικά γεγονότα από τη ζωή και τη δράση του Μεγάλου Κων/νου και περιλαμβάνονται σε βιβλία ενός ιστορικού γίγαντα Gibbon, Bagster ή στις μεταφράσεις Richardson ( από λάθος στον τελευταίο), κ. ά., που διδάσκουν γενεές γενεών ιστορικών συγγραφέων και εκατομμύρια αναγνωστών στον κόσμο, τότε η ζημιά, που υφίσταται το ιστορικό πρόσωπο είναι αναμφίβολα σοβαρή.
Πολλοί αγγλόφωνοι ιστορικοί με επικεφαλής τον Gibbon, αλλά και άλλοι ευρωπαίοι, δεν καταφέρονται μονάχα εναντίον το Μεγάλου Κων/νου, αλλά και εναντίον του μεγάλου δημιουργήματός του, της αυτοκρατορίας της Ανατολής. Αυτή την Ανατολική Χριστιανική και Ελληνική Αυτοκρατορία, που κυριάρχησε στον κόσμο για χίλια χρόνια, την αντιμετωπίζουν, ως ένα ρωμαϊκό κράτος που συνεχώς εκφυλίζεται, όταν δεν την αγνοούν τελείως, ωσάν να μη υπήρξε ποτέ! Οι Ευρωπαίοι του 21ου αιώνα μ. Χ., καθώς πριν λίγες δεκαετίες κατάργησαν την ποινή του θανάτου, σήμερα έχουν την αίσθηση, ότι ποτέ οι δικοί τους νόμοι δεν έστειλαν εκατοντάδες ή χιλιάδες συνανθρώπων τους στο δήμιο ή στο εκτελεστικό απόσπασμα. Και πολύ περισσότερους στις πατρίδες των εν λόγω ιστορικών, που σπεύδουν να κακοχαρακτηρίζουν τον Κων/νο για τις καταδίκες των εχθρών του. Ενοχλεί, ωστόσο, κάθε Έλληνα η μεταφορά στην ελληνική από Έλληνες κάθε διαστρέβλωσης της ιστορίας προς φωτισμό του!
Τίποτε το παράνομο δεν έπραξε ο Κων/νος ως εξουσία ακόμη και από χριστιανικής πλευράς. Γράφει ο Απόστολος Παύλος για την εξουσία (Ρωμ. κεφ. 13, 4): «Θεού γαρ διάκονός εστίν εις οργήν, έκδικος τω των κακών πράσσοντι» (Διότι η εξουσία είναι υπηρέτης του Θεού, εκδικητής που έχει εντολή και δικαίωμα να επιβάλλει τιμωρίες σε κάθε κακοποιό).24
Μέσα στον ορυμαγδό των αβάσιμων κατηγοριών κατά του Κων/νου υπάρχουν και φωνές, που κρίνουν αντικειμενικά και δίκαια τις πράξεις του Κων/νου. Και μια τέτοια τίμια φωνή είναι η του θεολόγου και ανεπανάληπτου μελετητή και μεταφραστή του Ευσεβίου Ernest Richardson. O Richardson λοιπόν, ανάμεσα στα πολλά ευνοϊκότατα σχόλιά του υπέρ του Κων/νου, σχετικά με του θανάτους των Μαξιμιανού, Βασσιανού, Μαξέντιου και Λικίνιου γράφει τα εξής:
1.Δεν έχουν υπό καμμία έννοια το χαρακτήρα της ιδιωτικής εκτελέσεως. Ο αυτοκράτορας ήταν δικαστής. Ακόμα και αν μπέρδεψε τα στοιχεία και έστειλε στο θάνατο ένα αθώο άτομο, δεν έκανε τίποτε διαφορετικό από ένα δικαστή.
2.Ότι ο σχετικός ηθικός χαρακτήρας των τιμωριών, που επιβλήθηκαν, ρυθμίζεται από τη συνήθεια της τιμωρίας. Ένας Άγγλος δικαστής του παρελθόντος δεν ήταν τόσο αμείλικτος στο κρέμασμα ενός ανθρώπου για κλοπή, όσο μπορεί να είναι ένας σύγχρονος στην εφαρμογή ακραίας ποινής του νόμου προς μια παράβαση με μειωμένα περιστατικά.
3.Ότι όλοι οι νόμοι περί μαρτυρίας, όλη η αιτιολογία λένε ότι οποιουδήποτε ανθρώπου οποιαδήποτε πράξη πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως του γενικού χαρακτήρα του. Όπου η μαρτυρία λείπει ή είναι αμφισβητήσιμη, ένα τέτοιο αποδεικτικό στοιχείο του γενικού χαρακτήρα έχει το πραγματικό βάρος, και μπορεί να είναι καθοριστικό. Σ’ εφαρμογή αυτών των πράξεων σημειώνουμε: α) την ιδιαίτερη ανεκτικότητα που ο Κων/νος έδειξε προς το Μαξιμιανό, β) την αποφασιστική καθολική μαρτυρία για τη γενική γλυκύτητα του χαρακτήρα του και τη συνήθη ευσπλαχνία του. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αυτά, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι φαινομενικά υπήρξε ένα μεγάλο έδαφος δικαστικής οργής (σ’. σ’. κάποιων ιστορικών εναντίον του Κων/νου).
4. Ο Κων/νος είχε υποφέρει επανειλημμένως από τις δολοπλοκίες των συγγενών του και γλύτωσε, όπως στις περιπτώσεις Μαξιμιανού, Βασσιανού και Λικίνιου.
5. Ότι δεν οδηγήθηκε σε θάνατο «σ’ ένα μπουρίνι πάθους» αμέσως, αλλά στις διαδοχικές πράξεις. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αυτά τα πράγματα είναι δίκαιο να πει ότι οδηγήθηκε στο θάνατο για λόγους που φάνηκαν ακριβώς και για την ευημερία της κοινωνίας, και οι θάνατοί τους υπό καμμία έννοια δεν δείχνουν σκληρότητα ή κάτι το αφύσικο εκ μέρους του Κων/νου. Ακόμα και ο θάνατος του Λικίνιου πρέπει να ερμηνευθεί υπό το φως της πολιτικής ηθικής των καιρών και των περιστάσεων. Εφόσον οι αισθηματίες συνεχίζουν να στέλνουν λουλούδια στους δολοφόνους, θα θεωρούν την εκτέλεση, ακόμη και τη νόμιμη εκτέλεση, εκ πρώτης όψεως ως μαρτυρία αγριότητας, και το φόνο ενός δολοφόνου σε αυτοάμυνα, ή το κρέμασμα ενός προδότη ως έγκλημα. Ο χαρακτήρας του Κων/νου γενικά διασφαλίζει ό,τι εάν εκείνος θεωρούσε εφικτό ότι μπορούσε να σώσει αυτούς ή κάποιον από αυτούς, ασφαλώς θα το είχε πράξει».25
Οι σκέψεις αυτές του Ernest Richardson ικανοποιούν κάθε λογικά σκεπτόμενο άνθρωπο. Και εκφράζουμε την ικανοποίησή μας, διότι έρχονται από την πέρα όχθη του Ατλαντικού.
Ο Κων/νος, μοναδικός πια αυτοκράτορας σ’ Ανατολή και Δύση, κυβερνήτης όλης της οικουμένης, αλλά και Απόστολος του Χριστού σ’ ολόκληρη την Αυτοκρατορία, προέτρεπε το λαό ν’ ακολουθήσει το παράδειγμά του, δίχως ποτέ να μεταχειριστεί βία.
Εφαρμόζει και στην Ανατολή τα ίδια μέτρα υπέρ της Εκκλησίας, όπως και στη Δύση. Σ’ ένα διάταγμά του δηλώνει ότι μόνο ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί αιτία των νικών του και ότι ο ίδιος ήταν διαλεγμένος από την Πρόνοια του Θεού για την υπηρεσία του αγαθού και της αλήθειας.
Η αυτοκρατορία άλλαξε όψη από τη μια γωνιά ως την άλλη με την επιβολή της ειρήνης.
Γράφει ο Ευσέβιος: «Όταν με τη δύναμη του Σωτήρος υποτάχθηκαν τα πάντα στον αυτοκράτορα, αυτός φανέρωσε σ’ όλους ποιος ήταν ο δοτήρ όλων των αγαθών του και διακήρυξε ότι πρέπει να θεωρούν αίτιο των νικητηρίων Εκείνον και όχι τον εαυτόν του. Και αυτό το διακήρυξε εγγράφως σε κείμενο γραμμένο λατινικά και ελληνικά, το οποίο έστειλε σε όλες τις επαρχίες».26
Ο Κων/νος με διάταγμα προς τους κατοίκους της Παλαιστίνης αποκαθιστά τους διωγμένους, ανακαλεί τους εξορίστους στον τόπο τους, αθωώνει τους καταδικασμένους στα μεταλλεία και τα δημόσια έργα, ελευθερώνει καταδικασμένους σε δουλεία, τακτοποιεί τις περιουσίες μαρτύρων και ομολογητών, επιστρέφει κατασχεμένες περιουσίες χριστιανών, κοντολογίς δικαιώνει όλους τους κατατρεγμένους χριστιανούς.
Με την καταδίκη και του Λικίνιου (324) τελειώνει το μακρόσυρτο δράμα του Κων/νου, που είχε αρχίσει από το 310 με τις εναντίον του δολοφονικές απόπειρες του πεθερού του Μαμιμιανού, συνεχίσθηκε με την επίθεση του Μαξέντιου, τη συνωμοσία του Βασσιανού και τους πολέμους του Λικίνιου. Μεσολαβεί ένα ευτυχισμένο διάλειμμα στην αγχώδη ενάσκηση της εξουσίας του ως τον ήρεμο χρόνο 325 με τη σύγκληση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, και ύστερα, το 326, στα παλάτια του Κων/νου, στη Ρώμη, θα παιχτεί μια φοβερή οικογενειακή τραγωδία με πρωταγωνιστές και θύματα το γυιό του Κρίσπο και τη σύζυγό του Φαύστα.
Από την τραγωδία αυτή βγάζουν τον Κων/νο οι εχθροί του ως ένοχο δύο βαρύτατων κατηγοριών, της παιδοκτονίας και της συζυγοκτονίας. Αλλά είναι ένοχος; Για το μεγάλο αυτό πρόβλημα θα μιλήσουμε εκτενώς σ’ ένα από τα επόμενα κεφάλαια. Πριν όμως φτάσουμε εκεί, κρίνουμε αναγκαίο να παραθέσουμε για χάρη των αναγνωστών μας τα αποτελέσματα της έρευνάς μας σε πέντε ουσιώδη θέματα, όχι μονάχα γιατί αυτά ενέχουν γεγονότα, που προηγήθηκαν του θανάτου του Κρίσπου και της Φαύστας, αλλά και γιατί θα μας επιτρέψουν να έχουμε γνωρίσει καλύτερα τον μεγάλο «κατηγορούμενο», όταν θα κάνουμε λόγο για τις εις βάρος του δύο μεγάλες κατηγορίες. Τα θέματα αυτά είναι: η ιστορικότητα του οράματός του, η μεταστροφή του στο χριστιανισμό, οι πνευματικές ενασχολήσεις του, ο ρόλος του στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας και η μελέτη της προσωπικότητας και του χαρακτήρα του.

Υποσημειώσεις.
1. Ιουλ. Καίσαρες σελ. 315 και Ανώνυμος Βαλεσιάνος , V. 14- 15.
2. Ευτρ. Breviarium 10, 5.
3. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ. 50.
4. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 2, κεφ. 7.
5. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 2, κεφ. 9.
6. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ. 55.
7. Βίκτωρ: Επιτ. Ιστ. 41, 8.
8. Αγ. Νικοδήμου Συναξαριστής, τόμος 2, σελ. 197, υποσ’ 1.
9. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1. 50- 51.
10. Σωκρ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1, κεφ. 3
11. Φωτ. Βιβλιοθ. Κώδ. 62 (ιστορία πραξαγόρα).
12. Ευσ’ Β. Κ. Λόγ. 2, κεφ. 5 και 6 Σωζ. Ε. Ι. βιβ. 1 κεφ. 7.
13. Ζωσίμ. Ν. Ιστορ. Βιβλ. 2, 28.
14. Ζωσίμ. Ν. Ιστορ. Βιβλ. 2, 28.
15. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ. 50.
16. Σωκρ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1. Κεφ. 4.
17. Γελ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1 κεφ. 11.
18. Ευσ’. Β. Κ. βιβλ. 2 κεφ. 18.
19. Ζωσ’. Ν. ιστ. 28 Βίκτωρ, επιτ. Ι. Ευτρόπιου χ. 6.
20. Ιερών: χρον. 2339.
21. Ευσ’. Εκκλ. ιστορ. Βιβλ. 10 κεφ. 8, 5.
22. Ιστορία της ανθρωπότητας της Ουνέσκο, τόμος 2ος σελ. 587.
23. Ζωσ’ Νέα ιστορ. 2ο βιβ. 28
24. Βερτολίνι Φρ. – Σ. Λάμπρου «Ρωμαϊκή ιστορία», 1894, τόμος β, σελ. 458.
25. Gibbon Ed.Q “The History of the Decline and Fall of the Roman Empire”, Αμερ. Έκδοση 1810, vol 2, c. XVIII, 291 “The deaths of Maximian and Licinius may perhaps de justified dy the maxims of policy, as the are taught in the schools of tyrants but an impartial narrative of the executions, or rather murders…
26. Από μετάφραση Π. Ν. Τρεμπέλα.
27. Richardson Ernest: Prolegomena on Eusebius p. 429.
28. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 2, κεφ. 23

Συνεχίζεται. …

Από το βιβλίο: Μέγας Κωνσταντίνος : Κατηγορίες και αλήθεια, του Κωνσταντίνου Καραστάθη. Αθήναι, Απρίλιος του 2012 Εκδόσεις «ΑΘΩΣ».

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.