Το χρονικόν της κοιμήσεως και της κηδείας του παπά-Φώτη του Λαυριώτη – Π. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου.

Εκοιμήθη την Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010 και ώρα 8:30 π.μ. στην οικία της οικογένειας Γεωργίου και Σοφίας Καπέδρα, οδός Βρυούλων 46 στον Υμηττό ο παπά –Φώτης Λαυριώτης, ο δια Χριστόν σαλός, ο μονοχίτων και ανυπόδητος. Είχα την χαρά να προσκληθώ από την οικογένεια Καπέδρα και να περιποιηθώ το σώμα του κατά την παράδοσή μας και να το ενδύσω με τα ιερατικά του άμφια. Το σώμα του καθ’ όλην την διάρκεια της ενδύσεως ήταν πεντακάθαρο και διατηρούσε την ευκαμψία. Το στόμα του ήταν από μόνο του κλειστό καθώς και τα μάτια του. Στο σπίτι της οικογένειας Καπέδρα κατέφθασε ο ιατρός καρδιολόγος που τον παρακολουθούσε κατά τα τελευταία χρόνια, κ. Ελευθέριος Ν. Τσαγκαρόπουλος για να γνωμοδοτήσει την αιτία θανάτου και να ετοιμάσει το πιστοποιητικό θανάτου. Ο ίδιος ο γιατρός μετά πάσης ευλαβείας αφού πρώτα προσκύνησε τη σορό του παπά – Φώτη μετά έβαλε τα ακουστικά του και αφού ακροάστηκε το στήθος του αγίου ανθρώπου, όπως μας είπε, βεβαίωσε και ιατρικώς την κοίμησή του. Αργότερα συνέταξε το πιστοποιητικό θανάτου γράφοντας τις αιτίες α) Οξύ πνευμονικό οίδημα, β) Λοίμωξη του αναπνευστικού και γ) Καρδιακή ανεπάρκεια. Αφού ελάβαμε τηλεφωνικώς τις οδηγίες του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου Γ’ καλέσαμε το γραφείον τελετών για να παραλάβει την σορό του. Εμείς στο σπίτι της οικογένειας Καπέδρα ετελέσαμε το πρώτο Τρισάγιον παρόντων πολλών πνευματικών του τέκνων και κάναμε και το 10στάρι κομποσχοίνι υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του κατά την μοναστική τάξη. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της σορού του δεν μπορέσαμε να υπερπηδήσουμε το θέμα της ταριχεύσεως. Το Λιμεναρχείο, βάσει νόμου, δεν δέχεται σορούς εις τα πλοία εάν δεν γίνει προηγουμένως ταρίχευση. Απεγνωσμένα προσπαθήσαμε όλοι μας, όσοι ήμεθα στο σπίτι της οικογένειας Καπέδρα να κάνουμε κάτι προς αποφυγήν αυτής της διαδικασίας. Τελικά πεισθήκαμε ότι πρέπει να γίνει και για να προλάβουμε το πλοίο «ΜΥΤΙΛΗΝΗ» που αναχωρούσε στις 7:00 μ.μ. αναγκασθήκαμε και παραδώσαμε τον παπά –Φώτη στο γραφείο τελετών «Παπαμακάριου» να διευθετήσει το θέμα.
Όλοι μας και ιδιαιτέρως ολόκληρη η οικογένεια Καπέδρα, φίλοι και γνωστοί, πνευματικά παιδιά του παππούλη τον συνοδεύσαμε μέχρι τη νεκροφόρα. Όλοι μας δώσαμε ραντεβού για τις 6:00 μ.μ. στην αποβάθρα του λιμανιού του Πειραιά για να αναχωρήσουμε μαζί με τον παπά- Φώτη για τη Μυτιλήνη.
Στις 6:30 μ. μ. έφθασε η νεκροφόρα με τον παπά –Φώτη. Ήταν επιθυμία όλων μας ο παπά Φώτης να δεχθεί όλες τις ανθρώπινες περιποιήσεις μας. Επιθυμούσαμε όλοι μας να μη φορτωθεί ο παπά – Φώτης απλώς μόνο με το φέρετρό του στο καράβι, αλλά να φθάσει με τη νεκροφόρα, ως αρμόζει σε κάποιον ιερωμένο. Αν και ο ίδιος πολλές φορές σε ερωτήσεις μας: «Πού θέλεις παπά –Φώτη να σε τακτοποιήσουμε όταν πεθάνεις;» μας έλεγε αφοπλιστικά και πάντα μονοκόμματα με το γνωστό του τρόπο απαντήσεως: «Να με ρίξτε στα σκλιά (=σκυλιά).
Το πλοίο «ΜΥΤΙΛΗΝΗ» είχε την τιμητική του. Μετέφερε κάτω στα αμπάρια του τον παπά –Φώτη. Πολλές φορές ο παπά –Φώτης ταξίδευσε με το ίδιο πλοίο στο γνωστό του δρομολόγιο Μυτιλήνη –Πειραιά – Μυτιλήνη. Κάποιοι αξιωματικοί και παιδιά εργαζόμενα στο πλοίο μας ζήτησαν να προσκυνήσουν για τελευταία φορά τον παπά –Φώτη. Ήταν όλοι τους συγκινημένοι. Όλοι τους πήραν την ευχή του και του φίλησαν για τελευταία φορά το χέρι. Άλλοι από αυτούς μας έλεγαν τις εμπειρίες τους από τον «άγιο αυτόν άνθρωπο» όπως τον αποκαλούσαν και τον αποκαλούν πολλοί άλλοι. Κάποιοι άλλοι βούρκωναν και δάκρυα έσταζαν στις παρειές τους. Κάτι όλοι μας αλήθεια αισθανόμασταν γι’ αυτόν τον άνθρωπο του Θεού, τον τόσο κοντινό και ταυτόχρονα τόσο απόμακρό μας.
Η θάλασσα και αυτή στ’ αλήθεια υποδεχόταν για τελευταία φορά τον παπά –Φώτη. Ήταν η ίδια η θάλασσα του Αιγαίου πελάγους που τον δεχόταν τακτικά για το μπάνιο του. Ο παπά –Φώτης συνήθιζε να παίρνει το μπάνιο του στη θάλασσα. Μας έλεγε ότι κάνει μπάνιο στη θάλασσα γιατί ως παπάς που είναι έπρεπε τα απονέρια του μπάνιου του να τα παίρνει η θάλασσα. Μάλιστα όχι μόνο ο ίδιος πλενόταν, αλλά έπλενε και τον χιτώνα του, δηλ. το αντερί του και το ταπεινό του ράσο. Για τον λόγο αυτό ήταν πάντοτε τα ράσα του γαρωμένα από την αλμύρα της θάλασσας.
Η ησυχία της νύχτας και η απανεμιά της θάλασσας έκαναν το ταξίδι του παπά –Φώτη ήρεμο και ξεκούραστο. Φθάσαμε στη Μυτιλήνη στις 7:30 π.μ. Εκεί μας ανέμενε ο Πανοσιολ. Αρχιμ. του Οικ. Θρόνου π. Κύριλλος Συκής, ιεροκήρυξ της ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης με το πετραχήλι του. Η ταπεινότης μου από νωρίς φορούσε το πετραχήλι κι έκανα προσευχή πάνω στη νεκροφόρα στα αμπάρια του πλοίου.
Κατεβήκαμε από το πλοίο. Και η Λέσβος περίμενε κι αυτή τη σορό του. Αμέσως μαζευτήκαμε όλοι μας στον τόπο που όρισε ο παπά –Κύριλλος και ετελέσαμε το πρώτο εν Λέσβω Τρισάγιό του μέσα σε κλίμα πολλής συγκίνησης. Άνθρωποι που εκείνη την ώρα ρωτούσαν ποιος ήταν ο πεθαμένος προστίθονταν στην λατρευτική ομήγυρή μας. Κάποιοι είχαν φωτογραφικές μηχανές και αποθανάτιζαν τις στιγμές. Κάποιοι άλλοι μαγνητοσκοπούσαν. Αφού τελειώσαμε το Τρισάγιον μια γυναίκα μαυροφόρα μας παρεκάλεσε να ανοίξουμε το καπάκι του φερέτρου για να προσκυνήσει τον παπά –Φώτη. Ήταν μια συγκινητική στιγμή. Τον φίλησε στο μέτωπο και του είπε: «Παπά –Φώτη σε παρακαλώ τώρα που είσαι κοντά στο Θεό μη με ξεχάσεις!». Μια φράση που περιέκλειε μεγάλο νόημα για το πώς ο κόσμος αισθανόταν την παρουσία του παπά –Φώτη. Ο παπά –Κύριλλος έδωσε εντολή: «Θα πάμε τον παπά –Φώτη στα Πάμφιλα, στον Άγιο Λουκά». Έτσι σχηματίστηκε πομπή. Μπροστά ήταν ο παπά –Κύριλλος με το αυτοκίνητό του, έπειτα ολόκληρη η οικογένεια Καπέδρα με τα παιδιά και τα εγγόνια της, οκτώ παιδάκια αληθινά αγγελούδια και ακολουθούσαν κι άλλα αυτοκίνητα κι ένα λεωφορείο που ευγενώς παρεχώρησε ο δήμος Πλωμαρίου για να μεταφέρει όσους είχαν έλθει από την Αθήνα. Ήμασταν αλήθεια είκοσι άτομα από την Αθήνα που συνοδεύαμε τον παπά –Φώτη.
Φθάσαμε μετά από λίγη ώρα στα Πάμφιλα. Κατευθυνθήκαμε από τον δρομάκο για τον άγιο Λουκά. Στον κεντρικό δρόμο υπήρχε μια ταμπέλλα «Προς Άγιο Λουκά», επίτευγμα κι αυτό του παπά –Φώτη στην οδοσήμανση του νησιού να βάλει πινακίδα για τον άγιό του. Προσπαθήσαμε να φθάσουμε ακριβώς μπροστά στον πανέμορφο και στολισμένο με διάφορες πέτρες ναό του. Κατέστη αδύνατη η πρόσβαση λόγων προβλημάτων του χωματόδρομου. Η νεκροφόρα σταμάτησε. Ήταν αδύνατο να περάσει τα χαντάκια που δημιούργησαν αυτοσχέδια ρυάκια από τις βροχές. Τελικά τα πνευματικά του παιδιά πήραν στα χέρια το φέρετρό του και αρχίσαμε να περπατάμε εν πομπή για την περικαλλή εκκλησιά του. Αλήθεια πόσο χαιρόταν για τούτη την πανηγυρική μεταφορά του! Μας ευλογούσε όλους.
Ο παπά –Κύριλλος πρόλαβε πρώτος να φθάσει στον άγιο Λουκά και χτυπούσε την καμπάνα. Ο γράφων συνόδευε τον παπά –Φώτη ψάλλοντας συνέχει το «Άγιος ο Θεός» σε μέλος αργό παπαδικό. Αισθανόμουν ότι δεν συνοδεύω κάποιον τυχαίο νεκρό, αλλά τον άνθρωπο του Θεού. Έπρεπε να βάλω τα δυνατά μου και να του ψάλλω όσο πιο όμορφα μπορούσα. Η ησυχία του τόπου μετέδιδε σε όλους μας ότι δεν κάνουμε κάτι απλό, αλλά κάτι πολύ όμορφο, κάτι δυνατό, κάτι ανέκφραστο, αλλά ταυτόχρονα και πολύ επιβλητικό. Ο παπά –Κύριλλος μας περίμενε φορεμένος με το πετραχήλι του χτυπώντας συνέχεια την καμπάνα. Αφού τον τοποθετήσαμε πάνω σ’ ένα τραπέζι, εκεί έγιναν τα αποκαλυπτήρια. Κάποιος ξεσκέπασε τον παπά –Φώτη από το καπάκι του φερέτρου. Η μορφή του παπά –Φώτη ήταν γαλήνια και κιτρινωπή. Όσοι τον άγγιζαν αισθάνονταν τη ζεστασιά του σώματός του που διατηρήθηκε μέχρι την ταφή του.
Ο παπά –Κύριλλος έβαλε το Ευλογητός και ξεκίνησε το τρισάγιον. Η φωνή του παπά –Κυρίλλου δυνατή και πλούσια σε χρωματισμό μετέδιδε το άρωμα της νησιώτικης ψαλτικής βυζαντινής παραδοσιακής μουσικής. Ήταν ένα τρισάγιον στον τόπο που ο παπά –Φώτης αναλώθηκε κυριολεκτικά. Κάποιοι έμπαιναν και προσκυνούσαν στο ναό του. Ένα αληθινό κόσμημα. Στο τέλος του τρισαγίου η φωνή του παπά – Κυρίλλου δυνάμωσε και σαν ηχηρό εμβατήριο προέπεμπε θρηνητικά μα ταυτόχρονα και θριαμβευτικά τον παπά –Φώτη στην αιωνιότητα. Ήταν στιγμές τρυφερές και ανεπανάληπτες αυτές που νοιώσαμε όλοι μας εκεί στον άγιο Λουκά. Ο παπά – Κύριλλος έφερε το δικό του επανωκαλύμμαυχο και το φορέσαμε στον παπά –Φώτη. Το καλυμμαύχι ήταν το δικό του. Ήθελα να του χαρίσω κάτι για την κηδεία του. Άλλωστε παλαιότερα όταν είχε έρθει στο ναό μου μου χάρισε ένα δικό του καλυμμαύχι. Αλήθεια πώς να το έβαζα εγώ εκείνο το δικό του καλυμμαύχι, ένας καθωσπρέπει κληρικός; Εικάζω ότι μου το έδωσε για να τον θυμάμαι. Ο παπά –Κύριλλος του έβαλε κι έναν επιστήθιο σταυρό τον οποίο και ξαναπήρε πίσω κατά την ώρα της ταφής του. Όλοι μας ασπαζόμασταν τον παπά –Φώτη, ιδιαιτέρως εκείνα τα αγγελούδια της οικογένειας Καπέδρα που ήταν μαζί μας και με τις φωνούλες τους συνόδευαν κι αυτά με τον τρόπο τους την έξοδο του παπά –Φώτη, του παππούλη τους.
Εν συνεχεία ξεκινήσαμε για τα Τρίγωνα. Και πάλι σχηματίσθηκε πομπή. Και πάλι η καμπάνα ξαναχτύπησε και πάλι ο γράφων που συνόδευε έψαλλε αργά το «Άγιος ο Θεός». Ο καιρός καλός. Η φύση καταστόλιστη. Κάποιες γυναίκες μάζευαν λουλούδια απ’ τους αγρούς και στόλισαν μ’ αυτά το φέρετρο του παπά –Φώτη. Ο παπά –Δημήτρης Αφαλωνιάτης, ο εφημέριος του Τρίγωνα λειτουργούσε. Όμως μου τηλεφώνησε γιατί ανησύχησε με την αργοπορία μας. Εξήγησα ότι κάναμε μια αναγκαία στάση στα Πάμφιλα στην πατρίδα του παπά –Φώτη και στο ναό του, τον άγιο Λουκά. Ηρέμησε ο παπά –Δημήτρης και συνέχισε τη λειτουργία του αργά προκειμένου να φθάσουμε κατά τη διάρκειά της. Αμέσως μόλις επιβιβαστήκαμε στα αυτοκίνητα σχηματίσθηκε η νεκρική πομπή μας. Ο παπά –Φώτης αποχαιρετούσε τον άγιο Λουκά του, χαιρετούσε τα δένδρα, την καταστόλιστη ανοιξιάτικη φύση, χαιρετούσε το χωριό του. Όμως βιαζόταν να πάει στο χωριό που αγάπησε πολύ, τον Τρίγωνα. Δεν ήθελε να ταφεί στα Πάμφιλα, ούτε και στον άγιο Λουκά του. Ήθελε να ταφεί στο Κοιμητήριο του Τρίγωνα. Η διαθήκη της ταφής του που μόνος του συνέταξε, της οποίας αντίγραφα έδωσε στον Δεσπότη Μυτιλήνης κ. Ιάκωβο και στον εφημέριο του χωριού Τρίγωνα παπά –Δημήτριο Αφαλωνιάτη, το αναφέρει ξεκάθαρα. Είναι κι αυτό το κοιμητήριο του χωριού έργο των χειρών του. Έφτιαξε επίσης τον μαντρότοιχο και τους αγίους Αποστόλους, το παρεκκλήσιον του Κοιμητηρίου. Με ιερότητα ο σεβ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος μας έδωσε την χειρόγραφη σε φωτοαντίγραφο διαθήκη του την οποία κουβαλούσε ο σεβ. Μητροπολίτης μαζί του προκειμένου σε οποιονδήποτε είχε άλλη βούληση να του αποδείξει το αντίθετο.
Αλήθεια ποιος θα τολμούσε να κάνει αλλιώς απ’ τη βουλή του παπά –Φώτη; Είχε τον τρόπο του να διαμαρτυρηθεί ο ευλογημένος κι από την άλλη ζωή! Η επιθυμία του ήταν και είναι νόμος.
Μετά από κάμποση ώρα φθάσαμε στο χωριό Τρίγωνας. Μόλις φθάσαμε γίναμε αμέσως αντιληπτοί. Οι του ιερού ναού αγ. Αντωνίου υπεύθυνοι άρχισαν να χτυπούν πένθιμα την καμπάνα. Η συγκίνηση μεγάλη. Οι εν τω ναώ ευρισκόμενοι κατά την θεία λειτουργία πιστοί μας περίμεναν στο προαύλιο. Οι γείτονες που άκουσαν την καμπάνα βγήκαν απ’ τα σπίτια τους. Νέοι του χωριού Τρίγωνα βαπτισμένοι από τα χέρια του παπά –Φώτη ήρθαν αμέσως κοντά στη νεκροφόρα για να πάρουν στα χέρια τους τον πνευματικό τους πατέρα, τον αγαπητό τους παπά –Φώτη. Ο παπά –Κύριλλος και ο γράφων φορεμένοι με τα πετραχήλια μας σχηματίσαμε τη λιτανευτική πομπή και μεταφέραμε τη σορό του παπά –Φώτη στον αγαπημένο μας ναό, τον άγιο Αντώνιο, που επί 44 ολόκληρα χρόνια λειτουργούσε κι ευλογούσε μέσα σ’ αυτόν. Ο παπά- Δημήτρης επέβλεπε από το άγιο βήμα κατάβρεκτος από δάκρυα συγκίνησης. Οι εν τω ναώ λειτουργούμενοι ήσαν επίσης δακρύβρεκτοι.
Αφού τακτοποιήθηκε η σορός του παπά –Φώτη στο κέντρο του ναού ο παπά –Κύριλλος τοποθέτησε το άγιο ευαγγέλιο του ναού με το οποίο λειτουργούσε πολλές φορές ο παπά –Φώτης, στο στήθος του προκειμένου οι προσερχόμενοι πιστοί κατά την ορθόδοξη παράδοσή μας να ασπάζονται μαζί μ’ αυτό και την δεξιά χείρα του κεκοιμημένου. Η συγκίνηση μεγάλη. Κατά το κοινωνικό μετάλαβαν τα άχραντα μυστήρια κάποιοι πιστοί, η οικογένεια Καπέδρα και τα μικρά παιδάκια τους. Μετά το τέλος τελέσθηκε το τρισάγιο στο ναό με προεξάρχοντα τον παπά –Κύριλλο. Μετά το πέρας του τρισαγίου ο ίδιος ο τυπικάρης παπά –Κύριλλος άρχισε την ανάγνωση του Ευαγγελίου. Η ορθόδοξη παράδοση ορίζει κατά την κηδεία ιερωμένου είτε αρχιερέως, είτε πρεσβυτέρου, είτε διακόνου, να διαβάζεται το ευαγγέλιον εις επήκοον πάντων. Μάλιστα η ανάγνωση αυτή συνεχίζεται καθ’ όλον τον χρόνο της παραμονής της σορού στο ναό ή στο σπίτι και διαρκεί μέχρι την ώρα της ακολουθίας της κηδείας. Στους μοναχούς και τους λαϊκούς κεκοιμημένους είθισται να διαβάζεται το ψαλτήρι.
Ο παπά –Σταύρος Σακλαμάκης, εφημέριος της αγίας Μαρίνας Μυτιλήνης και ο παπά –Δημήτρης Αφαλωνιάτης, εφημέριος του Τρίγωνα οι επιφορτισμένοι με ευχές, ευλογίες, αρές και κατάρες από τον ίδιο τον παπά –Φώτη για τα της κηδείας του, εκτελούσαν το χρέος τους σαν να ήταν παρών και ζωντανός ο ίδιος. Οι ιερείς αυτοί είχαν προβλέψει για όλους όσοι ταξίδευσαν με τον θανόντα παπά –Φώτη να προσφέρουν ένα πρωινό σε παρακείμενο του ναού καφενείο. Ο παπά –Σταύρος με τον παπά –Δημήτρη αργότερα μετέφεραν όλον τον κόσμο στο ίδιο εστιατόριο όπου τα τελευταία χρόνια ο παπά –Φώτης έκανε το γεύμα της εορτής του με το αγαπημένο του φαγητό, το πιλάφι. Ο παπά –Σταύρος που συνόδευσε τον εξ Αθηνών κόσμο ιδιαιτέρως χαιρόταν που τιμούσαν όλοι το γεύμα του παπά –Φώτη. Έλεγε και ξανάλεγε ότι ο παπά –Φώτης είναι εδώ τώρα παρών και χαίρεται να τρώμε το αγαπημένο του πιλάφι.
Στο ναό του αγίου Αντωνίου από νωρίς άρχισαν να προσέρχονται οι πιστοί, τα αγαπημένα του πνευματικά παιδιά για να χαιρετίσουν για ύστατη φορά τον παπά –Φώτη. Ο παπά –Κύριλλος, ο παπά –Θεμιστοκλής (ο γράφων αυτές τις αναμνήσεις) ο παπά –Σταύρος και ο παπά –Δημήτρης τελέσαμε την ιδιαιτέρα ακολουθία εις κηδείαν ιερέως που ευρίσκεται στο μέγα ευχολόγιον και που είθισται να τελείται κατά την αγιορείτικη τάξη σε κεκοιμημένους ιερομονάχους. Μια ιδιαιτέρως μεγάλη ακολουθία με πολλά αποστολοευαγγέλια και νεκρώσιμα τροπάρια, διαφορετικά απ’ όσα μας έχει συνηθίσει η γνωστή σύντομη νεκρώσιμη ακολουθία που ακούμε πυκνά συχνά – καθώς επίσης και πολλές νεκρώσιμες ευχές εις κοιμηθέντας ιερείς.
Μετά τη μία και μισή άρχισαν να έρχονται στον Τρίγωνα πολλοί ιερείς και πολύς κόσμος. Οι ιερείς εναλλάσσονταν διαβάζοντας το ιερόν ευαγγέλιον εις επήκοον πάντων. Υπήρχε μια κατανυκτική ατμόσφαιρα κατά την κηδεία. Ο κόσμος προσκυνούσε ασταμάτητα όσο πλησίαζε η ώρα της εξοδίου ακολουθίας. Κάποιοι κουβαλούσαν μαζί τους λουλούδια. Ο παπά –Δημήτρης, ο εφημέριος του χωριού, ήταν νομίμως όρθιος δίπλα στο φέρετρο. Μόλις οι πιστοί προσκόμιζαν επάνω στο φέρετρο τα άνθη ο παπά –Δημήτρης τα στόλιζε διακριτικά για να μην προκαλέσει τον παπά –Φώτη. Ήξερε ότι αφού ο παπά –Φώτης του είπε όχι σε σχέση με τον στολισμό, με τίποτα δεν έπρεπε να αλλάξει. Αλλά είχε και μια ιδιαίτερη συστολή γιατί ο παπά – Φώτης δεν ήθελε πολλά πολλά από περιποιήσεις και επιδείξεις.
Η κηδεία του παπά –Φώτη ορίστηκε από τον σεβ. Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ. Ιάκωβο να τελεσθεί ώρα 3:00 μ. μ. Ο Σεβ. Μητροπολίτης Μυτιλήνς μαζί του και ο σεβ. Μητροπολίτης Καμερούν κ. Γρηγόριος, που συνέπεσε να βρίσκεται στο νησί, συγχοροστάτησαν κατά την κηδεία του. Αλλά και πάνω από 50 ιερείς ήταν φορεμένοι με τα κατάλευκα άμφιά τους κατά την κηδεία του. «Ώσπερ μέλισσαι» άπαντες οι ιερείς συμπρεσβύτεροι του παπά –Φώτη εκύκλωσαν τη σορό του δημιουργώντας το θέαμα μιας ιερατικής κυψέλης. Κάποιοι άλλοι ιερείς ήταν αφόρετοι στο ναό και στο άγιο βήμα. Ο Σεβ. Μητροπολίτης Καμερούν κ. Γρηγόριος έβαλε το ευλογητός της εξοδίου νεκρώσιμης ακολουθίας. Ο χορός των ιεροψαλτών του νησιού έψαλλε αντιφωνικά με το χορό των φορεμένων κληρικών. Ο παπά –Κύριλλος είχε το διακόνημα του «Τυπικάρη».1 Το αποτέλεσμα της ψαλμωδίας ήταν εύηχο και βυζαντινό μεγαλόπρεπο. Ο κόσμος στο ναό ήταν πολύς. Έφθανε η παρουσία του μέχρι τα κέρατα του ναού (δηλ. μέχρι μπροστά το τέμπλο). Κάποιοι πιστοί ήταν ανεβασμένοι και στη σκάλα του άμβωνα. Κάποια μικρά παιδάκια για να βλέπουν είχαν ανέβει πάνω στα ντουλάπια του ιερού βήματος. Όλοι μας, κληρικοί και λαϊκοί, ήμασταν κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο. Κάποιοι πιο τολμηροί φωτογράφιζαν, ενώ κάποιοι άλλοι τραβούσαν βίντεο. Η παρουσία του καθενός μας, που ήμασταν στο ναό κατά την ώρα της κηδείας του παπά –Φώτη, είχε τον δικό της προσωπικό λόγο, αλλά και κάποια εμπειρία με τον μεγάλο εκλιπόντα.
Στο τέλος της νεκρωσίμου ακολουθίας μίλησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Καμερούν κ. Γρηγόριος, τη παρακλήσει του οικείου οικοδεσπότου Ποιμενάρχου σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου του Γ’, ο οποίος είπε τα ακόλουθα λόγια: «Η τοπική εκκλησία, η κατά την νήσο της Λέσβου παροικούσα, συνοδεύει σήμερα εις το μυστήριον του θανάτου, εις το μυστήριον της εξόδου απ’ αυτήν την ζωήν και της εισόδου στο μυστήριον της αιωνιότητος, ένα άξιον τέκνο της, τον ιερομόναχο Φώτιο. Και η είδησις της κοιμήσεώς του εσύναξε τον κλήρο και τον λαό της Μητροπόλεως. Και προπέμπουν σήμερα με εκκλησιαστικό τρόπο, διότι και όλη του η ζωή του π. Φωτίου κινήθηκε μέσα σε εκκλησιαστικά πλαίσια. Υπηρέτησε την εκκλησία του, έδωσε όλο του το είναι, μέχρι αυταπαρνήσεως του εαυτού του. Και πολλές μαρτυρίες υπάρχουν περί αυτού και πάντοτε εμφανιζόταν ως ένας ιδιόρρυθμος ιερομόναχος, ιδιόρρυθμος εργάτης του ευαγγελίου, αλλά κατά βάθος, όλοι γνωρίζετε ότι πίσω από αυτήν την ιδιορρυθμία του έκρυβε μια τελεία αυταπάρνηση και του ίδιου του εαυτού του, καθώς τον είχατε συναντήσει πολλές φορές να περιφέρεται μονοχίτων και ανυπόδητος σ’ όλη την νήσο. Ακούσατε τον Απόστολο Παύλο στο αποστολικό ανάγνωσμα να μας περιγράφει το γεγονός του θανάτου. Ακούσατε και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, να μας μεταφέρει τα λόγια του Κυρίου περί της Κρίσεως. Ο απόστολος Παύλος ομίλησε περί της κρίσεως και ο Κύριός μας μας εξήγησε ακριβώς πως θα γίνει αυτή η κρίση. Θα μπορούσαμε να κάνουμε την κηδεία κάποιου πιστού ιδιωτικά. Αλλά αυτό δεν αρμόζει στον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής, διότι εκκλησία σημαίνει οικογένεια. Είμαστε όλοι μια οικογένεια, γι’ αυτό και μέσα στην εκκλησία αποκαλούμε ο ένας τον άλλο, αδελφό μας. Και μέσα στην εκκλησία αυτό που μαθαίνουμε είναι ότι η αγιότητα κατακτάται στο να διασκορπίσω και να διαθέσω τα χαρίσματά μου στους αδελφούς μου. Και αυτά τα χαρίσματα τα οποία έχει δώσει ο Κύριος σε όλους μας, ανάμεσα σ’ αυτά είναι και το χάρισμα της διακονίας, της λειτουργικής διακονίας, το οποίο είχε ο π. Φώτιος και το οποίο εργάσθηκε μετά ζήλου. Και ο ζήλος του ήταν ζήλος μιας άλλης ζωής κάποιων κληρικών, που διαβάζουμε μόνο στα συναξάρια. Εκεί διαβάζουμε με ποιο τρόπο εβίωναν την αυταπάρνηση, επρόσεχαν την λειτουργική ζωή της εκκλησίας, το τυπικό, την ανάγνωση. Αυτό το χάρισμα της διακονίας του λόγου του Θεού, της διακονίας του Ευαγγελίου, το οποίο έδινε σε όλους, και έδωσε μια μαρτυρία για τον άνθρωπο του ευαγγελίου, αφού ήταν εργάτης του ευαγγελίου κι αυτό ήταν που μας εμάζωξε όλους εμάς σήμερα να τον προπέμψουμε χωρίς λύπη στο μυστήριο της αιωνιότητος. Και ξέρουμε μέσα στις καρδιές όλων μας υπάρχει σαν πληροφορία ότι ήδη ο παπά –Φώτης εύρε χάριν παρά Κυρίου και απολαμβάνει τους στεφάνους της δόξης και τα βραβεία που ετοίμασε ο Κύριος. Η ζωή του παπά –Φώτη υπήρξε στενή και τεθλιμμένη, όπως είναι η ζωή όλων των εργατών του ευαγγελίου… Σήμερα προσευχόμεθα να συναντηθούμε μαζί του στη δόξα του Κυρίου… Είχα την ευλογία να έχω συναντήσει τον παπά –Φώτη και να έχω ιδίαν πείραν περί του ανδρός και περί της αγιότητός του. Γι’ αυτό και ταπεινώς καταθέτω και τις δικές μου ευχές για την ανάπαυσή του, αλλά ουσιαστικά τον παρακαλώ και εκ μέρους όλων μας, εκεί που βρίσκεται να προσεύχεται και για μας μέχρι να τον συναντήσουμε. Την ευχή του να έχουμε και ο Θεός να τον αναπαύει».
Εκ μέρους του ιερού ναού αγ. Αντωνίου του χωριού Τρίγωνα ομίλησε ο παπά –Δημήτρης, εφημέριος του χωριού και φυσικός διάδοχος του παπά –Φώτη, ως Πρόεδρος και ως εκπρόσωπος του εκκλησιαστικού συμβουλίου του ναού. Ο παπά –Δημήτρης με πολλή συγκίνηση εδιάβασε στην πενθηφόρο ομήγυρη το υπ’ αριθμ. 3/2010 πρακτικό του εκκλησιαστικού συμβουλίου ως ακολούθως: «Σήμερα 5η του μηνός Μαρτίου 2010, το εκκλησιαστικό συμβούλιο του ιερού ναού αγίου Αντωνίου Τρίγωνα Μυτιλήνης αποτελούμενο από τους: α) Αιδεσιμ. Δημήτριο Αφαλωνιάτη, πρόεδρο, β) κ. Παναγιώτη Κριτζά, αντιπρόεδρο, γ) κ. Ευτυχία Γεωργαντέλλη, ταμία δ) κ. Γεώργιο Πετρέλλη, γραμματέα και ε) κ. Μιχαήλ Τσαμουρά, μέλος και αφού ευρέθη σε νόμιμη απαρτία συνήλθε σε έκτακτη συνεδρία. Θέμα: «Η οσιακή κοίμηση του Πανοσιολ. Αρχιμ. Φωτίου Λαυριώτη». Αφού διαπιστώθηκε η νόμιμη απαρτία του σώματος, ο Αιδεσιμ. Πρόεδρος κ. Δημήτριος Αφαλωνιάτης γνωστοποίησε στα μέλη πως ο πανοσιο. Αρχιμ. Γέροντας πατέρας Φώτιος Λαυριώτης εκοιμήθη στην Αθήνα όπου τα τελευταία χρόνια λόγω ασθενείας και γήρατος διέμενε. Ο αείμνηστος γεννήθηκε στα Πάμφιλα Λέσβου το 1912, μεγάλωσε με πολλές στερήσεις και από έφηβος 17 χρόνων ασκήθηκε στο Αγιώνυμον Όρος. Από τον τότε αείμνηστο Μητροπολίτη Μυτιλήνης κυρό Ιάκωβο τον Α’ τον από Δυρραχίου προσεκλήθη στο νησί μας. Υπηρέτησε την ενορία μας επί 46 ολόκληρα χρόνια από την οποία (ενν. ενορία μας) συνταξιοδοτήθηκε. Όλοι μικροί και μεγάλοι στην ενοριακή μας κοινότητα και όχι μόνον, ενθυμούνται τους αγώνες του και τις αγωνίες του για το ναό και τα ενοριακά μας παρεκκλήσια. Ενθυμούνται την ασκητική βιοτή του, την ευθύτητα του λόγου του, την αξιοζήλευτη αγάπη του προς την ενορία του, γενικότερα προς την επαρχία Πλωμαρίου, στην οποία και ο ίδιος εγγράφως εδήλωσε πως θα ήθελε να ενταφιασθεί. Χαρακτηριστικό είναι πως από 10-10- 1999 σε ιδιόχειρη επιστολή του σημειώνει τα εξής: «Όταν απέλθω από τη ζωή, επιθυμία μου είναι να ενταφιασθώ στο κοιμητήριο των αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου της ενορίας αγίου Αντωνίου Τρίγωνος». Το εκκλησιαστικό συμβούλιο άμα του ακούσματος ομόφωνα απεφάσισε τα κάτωθι:
1.Να ανακηρύξει Μέγα ευεργέτη τον μεταστάντα λόγω της πολλαπλής προσφοράς και διακονίας στην ενορία μας.
2.Το όνομά του να γραφή στα Δίπτυχα της ιεράς προθέσεως και να μνημονεύεται διηνεκώς.
3.Να ανυψωθή μεσίστια η σημαία στο Καμπαναριό του ναού μας.
4.Να κατατεθή το ποσόν των 150,00 Ευρώ στο Κατσακούλειο Οικοτροφείο, αντί στεφάνου εις μνήμην του, και στεφάνι λουλουδιών στη σορό του, και,
5.Το παρόν να δημοσιευθή στον τοπικό τύπο». Ο πρόεδρος και τα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου».
Αλλά και εκ μέρους του τοπικού συμβουλίου και του τοπικού διαμερίσματος Τρίγωνα προς ένδειξη ευγνωμοσύνης για την προσφορά του παπά –Φώτη κατετέθη εκ μέρους του προέδρου του χωριού κ. Παναγιώτη Ζαλούμη ανθοδέσμη στη σορό του.
Κατά την ώρα της ψαλμωδίας του τροπαρίου του ασπασμού του «Δεύτερ τελευταίον ασπασμόν…» συνέβη κάποιο έκτακτο φαινόμενο. Ενώ ο καιρός όλη την ημέρα του Σαββάτου 6 Μαρτίου 2010 ήταν καλός και με ηλιοφάνεια κατά την ώρα εκείνη ακούσθηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος προερχόμενος από δυνατή βροντή που τάραξε ακόμη και το ναό και άνοιξε αμέσως τους ουρανούς. Η βροχή που ακολούθησε ήταν τόσο δυνατή που όλοι προβληματιστήκαμε για το πώς θα πραγματοποιηθεί η ταφή του. Σε πέντε όμως λεπτά της ώρας, τόσο βάσταξε αυτή η έκτακτη βροχή, σταμάτησε και έτσι έγινε η έξοδος της σορού με κατεύθυνση το κοιμητήριο του χωριού.
Οι ιερομόναχοι της ιεράς μητροπόλεως Μυτιλήνης είχαν την τιμή να μεταφέρουν στους ώμους τους τη σορό του παπά –Φώτη. Ο τυπικάρης παπά –Κύριλλος προσκάλεσε κι εμένα, τον γράφοντα, να είμαι μεταξύ αυτών που θα μεταφέρουν τη σορό του παπά –Φώτη επειδή έντυσα το σώμα του, καθώς επίσης προσκλήθηκε και ο παπά –Σταύρος που είχε την ευθύνη για τον παπά –Φώτη για πολλά χρόνια μέχρι και τώρα κατά την προετοιμασία για τα της κηδείας του.
Ο παπά –Κύριλλος κατά την μεταφορά του λειψάνου του παπά –Φώτη έψαλλε πολύ δυνατά τους ωραιοτάτους νεκρώσιμους ύμνους, ενώ ο κόσμος τον διέκοπτε φωνάζοντας «Ήρωας, ήρωας…» και χειροκροτούσε. Αλήθεια, τι αναπάντεχη αναγνώριση για τον απέριττο παπά –Φώτη; Για τον παραπεταμένο δούλο, πτωχούλη του Θεού, ήταν μια αναγνώριση για το μεγάλο πνευματικό του ύψος!
Όλοι μας όσοι βαστούσαμε το λείψανό του αισθανόμασταν το μεγάλο βάρος της πνευματικής μας ευθύνης και την τιμή που μας έδωσε ο ίδιος ο παπά –Φώτης να τον μεταφέρουμε. Έβλεπα τον κόσμο που ερχόταν από νωρίς στο λείψανό του άλλος να παίρνει ένα λουλούδι, άλλοι να παίρνουν κάποιες τρίχες από τα γένεια του για ευλογία! Κάτι μου θύμισαν όλα αυτά, κάτι από τα διαβάσματά μου σε συναξάρια μεγάλων Αγίων. Όλοι μας θέλαμε να πάρουμε κάτι από τον ίδιο ως ενθύμιο. Ο παπά –Δημήτρης πήρε το τελευταία σεντόνι που φιλοξένησε τον παπά –Φώτη στην Αθήνα. Ο γράφων πήρε ένα πετραχήλι του, ενώ ο παπά –Κύριλλος πήρε τον επιστήθιο σταυρό που βρισκόταν επί το στήθος της σορού. Αλλά γενικώς όλοι, οι περισσότεροι τουλάχιστον που γνωρίσαμε τον παπά –Φώτη όσο ζούσε λάβαμε κάτι από τα ίδια τα χέρια του ως ευλογία. Συνήθιζε άλλωστε ο μακαριστός παπά –Φώτης να χαρίζει κάποια αυτοσχέδια χαρτιά του, άκομψα τα περισσότερα εξ αυτών καθότι ήταν χαρτιά που μάζευε από το δρόμο, και φυσικά ποτέ αυτά τα γραφόμενά του δεν ήταν ομοιόμορφα σε μέγεθος. Συνήθιζε, όπως προαναφέραμε, να γράφει στα αυτοσχέδια χαρτιά του στίχους από το αγαπημένο του Ευαγγέλιο του Ιωάννου το: «Εν αρχή ην ο λόγος…» με τα κεφαλογράμματα σχέδιά του σε διάφορες μορφές. Προσωπικά έλαβα από τον ίδιο πολλά τέτοια γραπτά του καθώς επίσης και άλλες πολλές ευλογίες, όπως ράσα, καλυμμαύχι, εικόνες, χειροποίητα μελισσοκέρια, αλλά το κύριο δώρο του ήταν η προσωπική ευλογία του να γράψω γι’ αυτόν, μετά φυσικά την κοίμησή του. Αυτήν την άδεια μου την έδωσε το έτος 1999 και για πρώτη φορά το αναφέρω δημοσίως ότι και μέρος των γραφομένων μου που αφορούν προσωπικά του στοιχεία, μου τα διόρθωσε ο ίδιος. Σχετικό είναι το συμβάν που αναφέρεται μέσα στο παρόν βιβλίο μας. Μια ημέρα του Ιουλίου, του έτους 1999 ο ίδιος ο παπά –Φώτης παρουσιάσθηκε στο ναό που εφημερεύω, τον ιερό ναό αγ. Ελευθερίου – οδού Αχαρνών, χωρίς φυσικά να τον περιμένω, εντελώς ξαφνικά, για να διορθώσει τα όσα τότε έγραφα για τον ίδιο. Η παρουσία του τότε πολύ με προβλημάτισε, ως προς το ότι δεν έχω μπροστά μου έναν απλό άνθρωπο, αλλά έναν αληθινό χαρισματικό και διορατικό άνθρωπο του Θεού.
Η ταφή του έγινε μέσα σε κλίμα πολλής συγκίνησης. Ο κόσμος πολύς. Την ταφή έκαναν οι δύο μητροπολίτες και όλος ο κλήρος. Ο τάφος του ανοίχτηκε δίπλα ακριβώς στο παρεκκλήσιο των αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Τελευταίος που προσκύνησε στο φέρετρο τον παπά –Φώτη στον τόπο της ταφής του ήταν ο παπά –Δημήτρης, ο εφημέριος του χωριού και διάδοχος του παπά –Φώτη, πλήρης συγκινήσεως. Ο κόσμος, κλήρος και λαός προέπεμψε τον παπά –Φώτη με την ψαλμωδία του αναστάσιμου παιάνα «Χριστός Ανέστη». Αμέσως μετά οι εργάτες και ο παπά –Κύριλλος πραγματοποίησαν το σκέπασμα με τσιμεντένιες πλάκες και από πάνω έρριξαν χώμα. Πολύ συγκινητικό ήταν ότι κάποιοι δεν αποχωρίζονταν τον τάφο του. Περίμεναν να δουν με τα μάτια τους όλη την διαδικασία της ταφής. Κάποιοι άλλοι έπαιρναν χώμα από τον τάφο του. Αλλά και από την ίδια ώρα πολλοί που κατέφθαναν αργοπορημένοι άρχισαν να ανάβουν πολλά κεριά πάνω στο χώμα του τάφου του.
Ακολούθησε η παραδοσιακή μακαριά σε όλα τα καφενεία του χωριού. Σ’ αυτήν παρεκάθησαν οι Σεβ. Μητροπολίτες, οι ιερείς και όλος ο κόσμος. Ο σεβ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος ο Γ’ με την απλότητα που τον διακρίνει έλεγε στο καφενείο ότι: «Ο παπά –Φώτης ήτο ένας Άγιος άνθρωπος! Μια ιδιαίτερη ευλογία για το νησί της Λέσβου». Στα καφενεία προσφέρθηκαν ό,τι ορίζει η τοπική παράδοση με πάσα αφονία.
Μετά το πέρας της μακαριάς ο κόσμος έφυγε. Ο παπά –Φώτης όμως παρέμεινε στις καρδιές όλων μας. Ο παπά –Φώτης φυτεύθηκε κοντά στους αγαπημένους του πιστούς, κεκοιμημένους και ζώντες Τριγωνιώτες.
Ο παπά –Φώτης από την ώρα της ταφής του έγινε η ευλογία του χωριού, σημείο αναφοράς για κάθε περαστικό. Ο τάφος του έγινε ένα αληθινό μνημείο του χωριού, σημείο επίσκεψης και προσευχής. Από την άλλη ημέρα ξεκίνησε το προσκύνημα στον τάφο του. Κεριά και λουλούδια δε σταμάτησαν να καίνε και να τον στολίζουν. Πολλοί περνώντας με τα αυτοκίνητά τους χωρίς να σταματούν πετούν άνθη από τα παράθυρά τους πάνω του. Ας έχουμε την ευχή του!
Υποσημείωση.
1. Τυπικάρης είναι εκείνο το εκκλησιαστικό πρόσωπο που κατέχει άριστα τις λειτουργικές και μουσικολογικές τυπικές διατάξεις ο οποίος και ρυθμίζει όλα τα ψαλλόμενα κατά τις ιερές ακολουθίες. Σήμερα το πρόσωπο αυτό το βρίσκουμε στα μοναστήρια, κυρίως του αγίου Όρους.

Από το βιβλίο: Παπά-Φώτης Λαυριώτης. Σημείον αντιλεγόμενον (1913- 2010). Του Π. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου. Αθήναι, 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.