Εικοσιτετράωρος ακολουθία, Μεσώρια – Ιωάννου Φουντούλη.

Στην σειρά των προηγουμένων εκπομπών μας είδαμε τις ακολουθίες της νυχθημέρου προσευχής της Εκκλησίας μας. Κάμαμε μία αναδρομη στις ακολουθίες του εσπερινού, του αποδείπνου, του μεσονυκτικού, του όρθρου και των ωρών. Παρακολουθήσαμε την γένεσι και την ανάπτυξί των μέσα στο μοναχικό περιβάλλον της Παλαιστίνης, την διάδοσί των στα μοναστήρια της Κωνσταντινουπόλεως και όλης της Ανατολής και την είσοδό των στους ενοριακούς ναούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πολλές φορές συναντήσαμε την τόσο χαρακτηριστική μοναχική τάσι, που απέβλεπε στην επέκτασι των υφισταμένων ακολουθιών ή και στην προσθήκη νέων, έτσι ώστε η λατρεία του Θεού να καταλαμβάνη κατά το δυνατόν όλο τον διαθέσιμο χρόνο των πατέρων. Ο υπόλοιπος χρόνος διεμοιράζετο στην φυσιολογική ανάπαυσι και στην εργασία. Και η εργασία ήταν ένα είδος δοξολογίας του Θεού, εφ΄όσον και αυτή αποτελούσε εντολή του Θεού και ένα λογικό μέσον εξυπηρετήσεως των αναγκών του βίου αυτού. Αυτή ήταν η μετριοπαθής αντιμετώπισις του θέματος. Οι μοναχικές ακολουθίες καθωρίσθηκαν έτσι σε επτά, για το ιερό του αριθμού αυτού, κατά τον 164ο στίχο του 118ου ψαλμού «επτάκις της ημέρας ηνεσά σε επι τα κρίματα της δικαισύνης σου».
Στον κανόνα αυτόν παρουσιάσθηκαν και εξαιρέσεις. Πάντοτε στον μοναχικό βίο υπήρξαν άνθρωποι που έκλιναν προς τα άκρα. Έτσι στο θέμα της θείας λατρείας εσημειώθηκαν χαρακτηριστικές υπερβολές. Πολλοί από τους μοναχούς δεν εθεώρησαν αρκετό το να προσεύχωνται καθ΄ωρισμένα μόνο χρονικά διαστήματα. Ήθελαν να δοξολογούν τον Θεό συνεχώς, «αδιαλείπτως». Στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν σχετικές συστάσεις του Κυρίου να προσεύχωνται οι μαθηταί Του «εν παντί καιρώ» 1 ή του αποστόλου Παύλου το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» 2 και «τη προσευχή προσκαρτερείτε» 3 . Αυτά τα ερμήνευαν κατά γράμμα. Όσοι επιζητούν την τελειότητα θα έπρεπε να προσπαθήσουν να κατακτήσουν και το ιδεώδες αυτό της αδιακόπου επικοινωνίας με τον Θεό, της αδιαλείπτου προσευχής. Οι ζηλωταί μοναχοί εξ άλλου επεδίωκαν να μιμηθούν τους αγγέλους. Ο βίος των μοναχών ήτο πολιτεία αγγελική. Οι άγγελοι δοξολογούν αδιακόπως, νύκτα και ημέρα, τον Θεό. Οι ισάγγελοι μοναχοί έπρεπε να κατατείνουν προς το ίδιο ιδεώδες, δηλαδή στην ακατάπαυστο λατρεία.
Έγιναν πολλές απόπειρες για την πραγμάτωσι του ιδεώδους αυτού, είτε κατ΄ιδίαν από διαφόρους πατέρας της ερήμου, είτε καθ΄ομάδας. Η τελειοτέρα εφαρμογή του έγινε από τον περίφημο μοναχό Αλέξανδρο κατά τας αρχάς του Ε΄αιώνος. Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε σε κάποιο νησί του βορειο – ανατολικού Αιγαίου και υπηρετούσε ως στρατιωτικός στην Κωνσταντινούπολι. Εγκατέλειψε όμως τον κόσμο και την στρατιωτική σταδιοδρομία του και έφυγε στα μέρη της Ανατολής, στην Μεσοποταμία, όπου έγινε μοναχός. Αυστηρών αρχών άνθρωπος, προσπαθεί, κατ΄αρχάς μόνος και ύστερα με τους μαθητάς του, να επιτύχη το τέλειο μοναχικό ιδεώδες: την τελεία ακτημοσύνη και την αδιάλειπτο προσευχή. Επειδή όμως δεν ήταν φυσικώς δυνατόν όλοι μαζί να προσεύχωνται και να δοξολογούν τον Θεό όλες τις ώρες της ημέρας και της νυκτός, εχώρισε την αδελφότητά του σε οκτώ χορούς και κατά διαδοχήν έψαλλαν την ακολουθία ημέρα και νύκτα, χωρίς ποτέ να σταματά στον ναό της μονής η θεία λατρεία. Πολύ τον απησχόλησε ο τρόπος της διαρρυθμίσεως της ακολουθίας της μονής. Ο βιογράφος του μας λέγει ότι την λύσι του την έδωσε ο ίδιος ο Θεός. Άγγελος του υπέδειξε να καταρτίση 24 ακολουθίες κατά τις 24 ώρες του ημερονυκτίο. Έτσι δημιουργήθηκε η εικοσιτετράωρος ή ακοίμητος ακολουθία, που διασώζεται σε μερικά βυζαντινά χειρόγραφα. Ο Αλέξανδρος μετά από πολλές περιπέτειες έφθασε στην Κωνσταντινούπολι στην Ασιατική όχθη του Βοσπόρου. Η μονή αυτή έζησε πολλούς αιώνες και εφήρμοζε το σύστημα της εικοσιτετραώρου ακοιμήτου ακολουθίας του Αλεξάνδρου. Κατά μίμησιν αυτής και άλλα μοναστήρια εντός και εκτός της βυζαντινής αυτοκρατορίας εφήρμοσαν το σύστημα της αδιαλείπτου λατρείας. Κατόπιν όμως η εικοσιτετράωρος ακολουθία παρήκμασε και εξέλιπε. Ήταν ασφαλώς μία υπερβολή. Ήταν το γέννημα του διαπύρου ζήλου ευλαβών ανθρώπων, που θέλησαν από την γη να μιμηθούν τους αγγέλους. Που έθεσαν ως ιδεώδες των να μεταβάλλουν την μονή των σε ουρανό, όπου ασιγήτως και ακαταπαύστως να δοξολογήται το όνομα του Θεού. Η εικοσιτετράωρος ακολουθία, παρ΄όλη την απόκοσμο υπερβολή της, αποτελεί το λειτουργικό αποκορύφωμα, το άκρον άωτον στο οποίο κατώρθωσε να φθάση ο ένθερμος ζήλος του λατρεύοντος τον Θεόν ανθρώπου.
Επιδράσεις της εικοσιτετραώρου ακολουθίας ή καρπούς αναλόγων τάσεων βρίσκομε στην λειτουργική μας παράδοσι, σε χειρόγραφα ή και σε έντυπα. Ένα τέτοιο λείψανό της είναι μία σειρά 24 συντόμων ευχών, που προωρίζοντο να λέγωνται μία σε κάθε μία ώρα της ημέρας και της νυκτός.Το ίδιο και μία σειρά 24 ψαλμών, που βρίσκεται σε μερικά χειρόγραφα, και είχαν προορισμό να ψάλλωνται ένας σε κάθε ώρα. Κάτι ανάλογο έχομε και στα λειτουργικά μας βιβλία με τις ακολουθίες των «μεσωρίων». Αυτές είναι τέσσαρες, το μεσώριο της Α΄, της Γ΄, της S΄, και της Θ΄ώρας της ημέρας. Αποτελούνται από τρείς ψαλμούς, τρία τροπάρια και μία, συνήθως, ευχή. Έχουν και αυτά τα ίδια θέματα που έχουν και οι αντίστοιχες ώρες. Το μεσώριο δηλαδή της Α΄ώρας αναφέρεται στο θέμα της ελεύσεως του φωτός, της Γ΄στην κάθοδο του αγίου Πνεύματος, της S΄στην σταύρωσι και της Θ΄στον θάνατο του Σωτήρος. Ένα είδος μεσωρίου με νεκρώσιμο θέμα προσετέθη και στην ακολουθία του μεσονυκτικού. Έτσι ο αριθμός των ακολουθιών έμεινε μέσα στα παραδεδομένα λογικά πλαίσια του ιερού αριθμού επτά, άλλά στην πράξι σχεδόν εδιπλασιάσθη. Οι ακολουθίες όμως των μεσωρίων δεν κατώρθωσαν γενικώς να επικρατήσουν, καίτοι έχουν περιληφθή στα λειτουργικά μας βιβλία, τα Ωρολόγια. Τελούνται σε ωρισμένες μονές, σε ωρισμένες όμως μόνον περιόδους νηστειών του εκκλησιαστικού έτους. Το αίτημα της αδιαλείπτου προσευχής έμεινε σαν ιδεώδες, που θα εύρη την εκπήρωσί του μόνο στον ουρανό, όπου άγγελοι και άνθρωποι θα δοξολογούν αδιαλείπτως, νύκτα και ημέρα τον Θεό. «Και ανάπαυσιν ουκ έχουσιν ημέρας και νυκτός, λέγοντες ˙ Άγιος, άγιος, άγιος», κατά την Αποκάλυψι 1 . Υπό τις σημερινές συνθήκες του κόσμου αυτού το επταδικό σύστημα των ακολουθιών απεδείχθη το πιο μετριοπαθές, αλλά και για τον λόγο αυτόν, το πιο προσγειωμένο. Για τον λόγο αυτόν και τελικά επεκράτησε σ΄όλο τον μοναχικό κόσμο. Η αδιάλειπτος δοξολογία έδωσε την θέσι της στην αδιάλειπτο ευχή, στην διαρκή επίκλησι του ελέους του Θεού, στην λεγομένη μονολόγιστο ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Από τις ακολουθίες των μεσωρίων θα ψαλούν τα τροπάρια. Σήμερα, όσες φορές λέγονται τα μεσώρια, τα τροπάρια πια δεν ψάλλονται, αλλά αναγινώσκονται.
Του μεσωρίου της Α΄ώρας είναι τα γνωστά κατανυκτικά:

«Ελέησον ημάς, Κύριε,
ελέησον ημάς ˙
πάσης γαρ απολογίας απορούντες,
ταύτην σοι την ικεσίαν, ως δεσπότη,
οι αμαρτωλοί προσφέρομεν ˙
ελέησον ημάς».

«Κύριε, ελέησον ημάς ˙
επί σοι γαρ πεποίθαμεν ˙
μη οργισθής ημίν σφόδρα,
μηδέ μνησθής των ανομιών ημών ˙
αλλ΄επίβλεψον και νυν, ως εύσπλαχνος,
και λύτρωσαι ημάς εκ των εχθρών ημών ˙
συ γαρ ει Θεός ημών
και ημείς λαός σου ˙
πάντες έργα χειρών σου
και το όνομά σου επικεκλήμεθα».

«Της ευσπλαχνίας την πύλην
άνοιξον ημίν, ευλογημένη Θεοτόκε ˙
ελπίζοντες εις σε μη αστοχήσωμεν ˙
ρυσθείημεν δια σου των περιστάσεων ˙
συ γαρ ει η σωτηρία
του γένους των χριστιανών».

Του μεσωρίου της Γ΄ώρας αναφέρονται στους πνευματοφόρους Πατέρας και στους μάρτυρας:

«Ο Θεός των πατέρων ημών,
ο ποιών αεί μεθ΄ημών
κατά την σην επιείκειαν,
μη αποστήσης το έλεός σου αφ΄ημών,
αλλά ταις αυτών ικεσίαις
εν ειρήνη κυβέρνησον την ζωήν ημών».

«Οι μάρτυρές σου, Κύριε,
εν τη αθλήσει αυτών
στεφάνους εκομίσαντο της αφθαρσίας
εκ σου του Θεού ημών ˙
σχόντες γαρ την ισχύν σου
τους τυράννους καθείλον ˙
έθραυσαν και δαιμόνων
τα ανίσχυρα θράση.
Αυτών ταις ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός,
σώσον τας ψυχάς ημών».

«Τείχος ακαταμάχητον ημών των χριστιανών
υπάρχεις, Θεοτόκε Παρθένε ˙
προς σε γαρ καταφεύγοντες
άτρωτοι διαμένομεν ˙
και πάλιν αμαρτάνοντες
έχομεν σε πρεσβεύουσαν.
Διο ευχαριστούντες βοώμεν σοι ˙
Χαίρε, κεχαριτωμένη,
ο Κύριος μετά σου».

Του μεσωρίου της S΄ώρας στον σταυρό του Κυρίου και στους μιμητάς του πάθους του Χριστού, τους μάρτυρας:

«Σώσον, Κύριε τον λαόν σου
και ευλόγησον την κληρονομίαν σου,
νίκας τοις βασιλεύσι
κατά βαρβάρον δωρούμενος,
και το σον φυλάττων
δια του σταυρού σου πολίτευμα».

«Τας αλγηδόνας των αγίων,
ας υπέρ σου έπαθον,
δυσωπήθητι, Κύριε,
και πάσας ημών τας οδύνας
ίασαι, φιλάνθρωπε, δεόμεθα».

«Τη πρεσβεία, Κύριε,
πάντων των αγίων
και της Θεοτόκου,
την σην ειρήνην δος ημίν
και ελέησον ημάς,
ως μόνος οικτίρμων».

Του μεσωρίου τέλος της Θ΄ώρας στον σταυρό του Κυρίου και στην μετάνοια του ληστού:

«Ο φωτίσας τα επίγεια δια σταυρού
και καλέσας εις μετάνοιαν αμαρτωλούς,
μη χωρίσης με της ποίμνης σου,
ο ποιμήν ο καλός ˙
αλλά ζήτησόν με, δέσποτα,
τον πλανώμενον
και τη αγία σου ποίμνη συναρίθμησον,
ως μόνος ελεήμων και φιλάνθρωπος».

«Ως ο ληστής ομολογών,
αναβοώ σοι τω αγαθώ ˙
Εν τη βασιλεία σου
μνήσθητί μου, Κύριε,
και συν αυτώ με αρίθμησον,
ο εκουσίως τα πάθη
υπέρ ημών καταδεξάμενος».

«Τον δι΄ημάς σταυρωθέντα,
δεύτε πάντες υμνήσωμεν ˙
αυτόν γαρ κατείδε Μαρία
επί του ξύλου και έλεγεν ˙
Ει και σταυρόν υπομένεις,
συ υπάρχεις, ο υιός και Θεός μου».

(14 Νοεμβρίου 1970)

Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1. Λουκ. 21, 36.
2. Α΄Θεσ. 5, 17.
3. Κολοσ. 4, 2.
4. Κεφ. 4, 8.

(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.