Ποιά η θέση και η σημασία της αγίας Σοφίας σήμερα; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Σήμερα οι άνθρωποι που βρίσκονται στην Κων/πολη, Τούρκοι και Έλληνες – Έλληνες πολύ λίγοι –, ελάχιστα ομιλούν για την Αγία Σοφία ή σιωπούν. Οι πέτρες όμως ομιλούν και ομιλούν κατά έναν τρόπο γοερό. Δεν πρέπει να εκπλήττεσαι αν οι Τούρκοι αμελούν τα παλαιά μνημεία (και την αγία Σοφιά), που βρίσκονται στη χώρα τους, ή αν κατεδαφίζουν πότε – πότε κάποιο χριστιανικό μνημείο (όπως το καλοκαίρι του 1985 τον άγιο Γεώργιο Μακροχωρίου), ή κάνουν λόγο για μετατροπή της αγίας Σοφίας σε τζαμί (καθώς έγραψε ο διεθνής τύπος το 1980). Αυτά είναι μάρτυρες μιας μεγάλης ιστορίας άλλων, που πολύ συχνά θάθελαν να ξεχνούν. Πάντως οι Έλληνες διακρίνουν ότι οι πέτρες, οι τοίχοι και ο τρούλλος της αγίας Σοφίας υποφέρουν περισσότερο από τους ανθρώπους.
Μετά το 1453 άρχισε η μεγάλη περιπέτεια της Αγίας Σοφίας, καθόσον από τότε «υποχρεώθηκε να δεχθεί όλων των ειδών τους ακρωτηριασμούς. Βγήκε παραμορφωμένη και ταπεινωμένη. Η ανύψωση μιναρέδων στις τέσσερες γωνίες μετέτρεψε κατά τρόπο αξιοθρήνητο την αρχιτεκτονική γραμμή… Τοποθέτησαν αντερίσματα στους εξωτερικούς τοίχους κατασκευές βαρειές και άσχημες… οι καμάρες και οι τρούλλοι είχαν υποστεί ραγίσματα και άφηναν να μπαίνουν μέσα η σκόνη, ο άνεμος, η βροχή και το χιόνι. Σμήνη περιστεριών κατασκεύασαν τις φωλιές τους μέσα και έξω από το ναό. Διάφοροι έρχονταν και να περάσουν την ημέρα τους (και νύκτα) κουβαλώντας την οικογένειά τους… Η Εκκλησία είχε γίνει ένα απέραντο καραβάν σεράϊ» (Ζεράρ Βάλτερ, Η καθημερινή ζωή στο βυζάντιο, σελ. 53-54).
Σήμερα θα συμφωνούσες με τη γνώμη του Charles Delvoye πως εξωτερικά το οικοδόμημα φαίνεται βαρύ… Οι σαράντα μικρές αντηρίδες που περιζώνουν τη βάση του χωρίς τύμπανο τρούλλου τον κάνουν να φαίνεται πιο βαρύς απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα… Την εντύπωση αυτή την εντείνουν οι τεράστιες αντηρίδες στη βόρεια και νότια όψη των μεταγενέστερων χρόνων… Πρέπει να μπούμε μέσα στην εκκλησία για να νιώσουμε το μέγεθος και την τόλμη της κατασκευής» (Charles Delvoye, βυζαντινή τέχνη, σελ. 64).
Αλλά και στο εσωτερικό είναι φανερή η ραγδαία μεταβολή καθώς «περιλάλητα ψηφιδωτά έχουν σκεπασθή από στρώμα επιχρίσματος και απ χονδροειδείς Τουρκικάς διακοσμήσεις. Εις την μεσαίαν κλιτύν του Ιουστινιανού υψώνεται το Οθωμανικόν βήμα της διδασκαλίας του Κορανίου. Εις το βάθος της αψίδος είναι το μιχράμπ, το οποίον είναι εστραμμένον προς την Μέκκαν και προς το οποίον στρέφονται οι Μωαμεθανοί. Και εις το άνω μέρος των τεσσάρων μεγάλων παραστάδων μεγάλοι πράσινοι δίσκοι, χρώματος λαμπρού και χυδαίου, εις τους οποίους με χρυσά Αραβικά γράμματα είναι γεγραμμέναι Μουσουλμανικαί ευχαί» (Μεγ. Ελλην. Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. Α’ σελ. 298).
Βέβαια κατά καιρούς έκαναν επισκευές οι Τούρκοι, όπως στα 1573 μ. Χ. επί Σελήμ Β’ και «η πλέον ριζική τούτων ήτο η επί διετίαν (1847 – 1849) διαρκέσασα υπό την επίβλεψιν των Ιταλών αδελφών Φοσσάτι. Κατά ταύτην, εστερεώθη ο τρούλλος δια περιζώσεως της βάσεώς του δια διπλής χαλυβδίνης στεφάνης, ώστε αζημίως να γίνη δυνατή η ελάφρυνσις των υπερυψωθεισών αντηρίδων. Κυρίως όμως ιδιαιτέρα φροντίς ελήφθη δια την αποκάθαρσιν και επισκευήν των μωσαϊκών υπό των ζωγράφων Λανζόνι και Φορνάρι, καλυφθέντων τινών εξ αυτών εκ νέου υπό κονιάματος, λόγω της προς τας εικόνας αποστροφής των Μουσουλμάνων» (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλ. Τόμ. 11ος, σελ. 329).
Στον 20ον αιώνα μ. Χ. η τουρκική κυβέρνηση δείχθηκε περισσότερο προσηνής στους Αρχαιολόγους των Δυτικοευρωπαϊκών χωρών και της Αμερικής, που είχαν αναλάβει να ξαναφέρουν στο φως της ημέρας τα ψηφιδωτά, που είχαν ταφεί κάτω από τους σοβάδες – που σαν σάβανο τα σκέπαζε για αιώνες. Το 1932 μ. Χ. έκανε σοβαρές προσπάθειες με ικανοποιητικά αποτελέσματα ο Αμερικανός καθηγητής Thomaw Whittemore. Αλλά από το 1935 μ. Χ., η Αγία Σοφία, ύστερα από εντολή του Κεμάλ Ατατούρκ έγινε μουσείο, ένα μοναδικό μουσείο, «του οποίου το κτίσμα αποτελεί αυτό καθ’ εαυτό το σεμνότερον και ανυπέρβλητον εις αισθητικήν πληρότητα έκθεμα». (Θρησκ. και Ηθικ. Εγκυκλ. Τόμ. 11ος, σελ. 330).
Και στη σημερινή κατάσταση η εκκλησία της αγίας Σοφίας είναι ένα από τα πιο υποβλητικά κτίρια του κόσμου καθώς «τραβάει το μάτι και το πνεύμα μας» (Παν. Κανελλοπούλου, ιστορία του Ευρωπαϊκού πνεύματος, τόμ. 1ος, σελ. 95) στο οποίο «λίγοι μπορούν, να μπουν χωρίς να συγκινηθούν» (εκδοτ. Αθηνών, ιστορία Ελλην. Έθνους, τόμ. Ζ’, σελ. 169). Και η πρώτη εντύπωση που σου δίδεται είναι ότι «ο χρόνος ημαύρωσε την λαμπρότητα των τοίχων δια μιας λευκοφαίου αποχρώσεως, ήτις ομού με την αυστηράν κενότητα του ναού και τον σιωπηλόν χαρακτήρα της λατρείας επιβάλλει εις τον επισκέπτην βαθύ αίσθημα ευλαβείας προς το μέγα μυστήριον» (Έσελιγγ, Βυζάντιο και βυζ. Πολιτισμός σελ. 127). Οι περισσότερες επιφάνειες είναι ασβεστωμένες ακόμα. Σε κάποια σημεία έχει αφαιρεθεί το χονδρό επίστρωμα της ασβέστου και φαίνονται αμυδρά παραστάσεις ψηφιδωτών. Πότε – πότε, Τούρκοι τεχνίτες κτυπούν και αφαιρούν ή συντρίβουν κάποιες μαρμάρινες πλάκες και γωνιές. Οι Τούρκοι ξεναγοί σου προσθέτουν ότι δεν βιάζονται οι αρχαιολογικές υπηρεσίες τους να αποκαλύψουν τα ψηφιδωτά, γιατί αναμένονται νεώτερες εφευρέσεις με την πρόοδο της χημείας, ώστε νάναι δυνατή με χημικά μέσα η αποκάλυψη των ψηφιδωτών και ν’ αποφευχθεί η φθορά τους.
Οπωσδήποτε οι Τούρκοι ξεναγοί δεν μπορούν να δώσουν τον καλύτερο εαυτόν τους για την ξενάγηση στην Αγία Σοφία. Πάντως μπορείς εύκολα να διαπιστώσεις την οπτική και την ακουστική ευχέρεια για το σύνολο του εσωτερικού. Και σε θλίβουν οι γυμνοί τεράστιοι σιδηρένιοι πολυέλαιοι που κρέμονται καθώς και μία οσμή αμμωνίας, που γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στις βάσεις των κιόνων και των πεσσών, στα σκαλοπάτια και στις γωνίες των κλιμάκων. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα σου φαίνονται πολύ, μά πάρα πολύ πονεμένες οι γλυκειές μορφές του Παντοκράτορα και της Παναγίας των λίγων σωζομένων ψηφιδωτών. Ενώ ο τρούλλος είναι πραγματικά «θεόρατη ομπρέλλα έτοιμη να πετάξει στο πρώτο ανεμοφύσημα» (Louis Reau Παγκόσμια ιστορία της τέχνης, τόμ. Β’, σελ. 378).
Από μερικούς Έλληνες αλλά και από ξένους συγγραφείς, σου ελαχιστοποιείται η σημασία της αγίας Σοφίας: «Ουδέποτε θα θερμάνη τας καρδίας ημών η ανάμνησις των βυζαντινών, όσον τα ιερά ονόματα του Μαραθώνος και των Πλαταιών, όσον η ένδοξος μνήμη των ηρώων και των σοφών της αρχαίας Ελλάδος. Δια τί τούτο; Άρα, διότι ο Παρθενών είναι ωραιότερος της αγίας Σοφίας; Ή διότι αι Αθήναι εγέννησαν τον Αισχύλον και τον Θουκυδίδην, το δε βυζάντιον, εκληροδότησεν εις ημάς τον Φώτιον; Ουχί˙ αλλά διότι εις το βυζάντιον δεν ανυψοί, όσον εις την αρχαίαν Ελλάδα, την διάνοιαν και δεν εξάπτει την καρδίαν ο διπλούς έρως της πατρίδος και της ελευθερίας. Ιδού η αληθής διάκρισις των δύο εκείνων κόσμων, άλλως δια τοσούτων σημείων συνδέονται. Ιδού διατί η νέα Ελλάς, καίτοι μη λησμονούσα την Αγίαν Σοφίαν, μήτε τους δεσμούς, οίτινες ενώνουσιν αυτήν μετά του βυζαντίου, ατενίζει όμως προς την αρχαίαν προγονικήν εύκλειαν, και εις την αρχαίαν Ελλάδα δια της καρδίας και δια της διανοίας προσκολλάται. Ιδού διατί ο ποιητής της αναγεννωμένης Ελλάδος ψάλλων την ανάστασιν αυτής δεν αναπολεί ούτε τον Μέγαν Κων/νον, ούτε τον Ηράκλειον ή τους Κομνηνούς ή τον έσχατον των Παλαιολόγων, άλλ’ εις τους τριακοσίους των Θερμοπυλών κλίνων το γόνυ εξυμνεί την ελευθερίαν» (Δημ. Βικέλα, Μελέτη περί των Βυζ. Σελ. 81. κ.έ.).
Αλλά αφού σκεφθείς βαθύτερα τα πράγματα, θα καταλήξεις πιθανώτατα στα εξής συμπεράσματα. Πρώτα – πρώτα δεν είναι εύστοχη η σύγκριση Παρθενώνος – Αγίας Σοφίας και βυζαντίου – αρχαίας Ελλάδος, για να βρεθεί υπεροχή, καθόσον «έτερον εκάτερον», αλλά και τα δύο δικά μας είναι, συνθετικά του Ελληνικού Έθνους. Αλλά για την αγία Σοφία επιβάλλεται να προσθέσεις και τα εξής: Όταν έπεσαν – και έπεσαν ταυτόχρονα Παρθενών και Αγία Σοφία – οι Έλληνες δεν εθρήνησαν για τον Παρθενώνα, ενώ για την Αγία Σοφία, μύριους εποίησαν και κατέγραψαν θρήνους. Ούτε οραματίσθηκαν στα χρόνια της Τουρκικής δουλείας την ανάκτηση της Ακρόπολης και του Παρθενώνος, αλλά την ανάκτηση της αγίας Σοφίας και της Κων/πόλεως οραματίσθηκαν, αυτήν τραγούδησαν και επλούτησαν με παροιμίες, θρύλους, λαϊκές διηγήσεις και παραδόσεις, όπως ακριβώς υπογραμμίζουν και ξένοι συγγραφείς: «Δημιουργήθηκε δια μέσου των αιώνων ένας μυστικισμός για την αγία Σοφία και η εικόνα του αιωνίου καταφυγίου της χριστιανικής πίστεως, αλυσοδεμένου, ποδοπατημένου υλικά και ηθικά από τους άπιστους παραμένει ριζωμένη στα πνεύματα της εποχής μας» (Ζεράρ Βάλτερ, Η καθημερινή ζωή στο βυζάντιο, σελ. 49).
Ένας παρόμοιος προβληματισμός απασχόλησε και τον Παν. Κανελλόπουλο και αξίζει τον κόπο να τον προσέξεις: «Ο Παρθενών έγινε ένας από τους πιο αποφασιστικούς νόμους του πανευρωπαϊκού πνεύματος, νόμος ισοδύναμος σε αποφασιστική επιρροή με τον Όμηρο, με τους Έλληνες τραγικούς ή με τον Πλάτωνα. Μπορούμε να πούμε το ίδιο για την αγία Σοφία;» (Παν. Κανελλοπούλου, ιστορία Ευρωπαϊκού πνεύματος, τόμ. 1ος, σελ. 90). Και συνεχίζει: «Η ζωγραφικής βούληση του βυζαντίου ήταν ένα παμμέγιστο γεγονός στην ιστορία του κόσμου… Στο βυζάντιο εβάδισαν πιασμένες από τα χέρια η αρχιτεκτονική και η ζωγραφική (ενώ στην αρχαία Ελλάδα η αρχιτεκτονική και η πλαστική). Το βυζάντιο έφερε τη ζωγραφική στο κέντρο της πνευματικής και ηθικής ζωής ενός ολόκληρου λαού (και μάλιστα πολλών λαών σελ. 92). Για να καταλήξει ως εξής: «Ο Βυζαντινός Έλλην επήρε τον τρούλλο και τον έκαμε μέγα πνευματικό σύμβολο. Τον έκαμε να συμβολίζει τον ίδιο τον ουρανό. Αυτό έγινε προπάντων στην αγία Σοφία. Η μεγάλη Εκκλησία, είναι η μεγαλύτερη αρχή και ταυτόχρονα το πιο μεγάλο «Τέλος» της βυζαντινής αρχιτεκτονικής… Το θαύμα της αγίας Σοφίας έμεινε άφθαστο» Παν. Κανελλοπούλου, ιστ. Ευρ. Πν. 1ος, σ. 95).
Στη μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια (τόμ. Α’, σελ. 298) διατυπώνεται και η παρακάτω γνώμη: «Παρενεβλήθη προς τον Παρθενώνα η Αγία Σοφία… Αλλά ο Παρθενών, ο οποίος μας εξυψώνει εις τον κόσμον του ιδεώδους κάλλους και της δια λίθων αρμονίας δεν έδωκε νέαν τέχνην, ούτε υπήρξεν όλου του αρχαίου Ελληνικού λαού το ιερόν… Πολυποίκιλος η σημασία, καλλιτεχνική, θρησκευτική, εθνική… Ούτε από το παλάτιον, ούτε από τον Ιππόδρομον δεν μένει τίποτε σήμερον, μόνον ο οίκος του Θεού έμεινεν «ασάλευτος εις τους αιώνας».
Και οι μοναχοί του αγίου Όρους θεωρούν μέγα και πάντα ενδιαφέρον θέμα την αγία Σοφία: «Κέντρο του γένους μας ολοκλήρου η αγία Σοφία, η μεγάλη του Χριστού εκκλησία… Όταν η Πόλι έπεσε, δεν έπεσε η εκκλησία. Αυτή κράτησε το γένος, τη ζωή μας, το κουράγιο μας… Η καρδιά μας και το ίνδαλμά μας η αγία Σοφία, που δεν είναι είδωλο, ούτε απειλή για κανέναν, αλλά ευλογία για όλο τον κόσμο, (σελ. 28 – 29). Μπορεί να ξεσκίστηκαν τα ψηφιδωτά, να ατιμάστηκαν τα αγιάσματα, να έγινε τζαμί, μουσείο η μεγάλη Εκκλησία. Κάτι όμως δεν πέφτει, δεν ξεσχίζεται, δεν ατιμάζεται. Η Αγία Σοφία λειτουργεί… (σελ. 29)… Όταν βάλωμε το νεκρό της μικράς Ασίας μέσα στην αγία Σοφία, τότε όλα γαληνεύουν κάτω από το θόλο της, παίρνουν άλλες διαστάσεις, φωτίζονται με φως άλλης χροιάς, ιλαρότητος και διαρκείας. Η συμφορά γίνεται γεννητική άλλης δυνάμεως, ήθους, χρέους» (Αγίου Όρους, σελ. 31).
Δεν είναι υπερβολή, μα απλή πραγματικότητα ο λόγος ότι «η αγία Σοφία, όπως και ο Παρθενών, δεν ανήκε μόνον εις τον Ελληνικόν λαόν, άλλ’ εις όλην την ανθρωπότητα» (Μεγ. Ελλην. Εγκυκλοπ. Τόμ. Α’, σελ. 317). Τούτο υποστηρίζουν και οι μοναχοί του αγίου Όρους σήμερα: «Δεν ανήκει απλώς σε ένα έθνος ο ναός αυτός, αλλά σώζει την υφήλιο. Δεν είναι κατόρθωμα τεχνικής, αλλά θεολογική επίτευξη και άνωθεν δωρεά» (Αγίου Όρους, σελ. 30). Αλλά και μεγάλοι ξένοι συγγραφείς το ίδιο σου επισημαίνουν: «Είναι και σήμερα η αγία Σοφία αίθουσα ευρυτάτη συναναστροφής του κόσμου, πνευματικής συναναστροφής… Η εσωτερική θέα της Αγίας Σοφίας κάμνει βαθείαν και επιβλητικήν εντύπωσιν… άλλης φύσεως εντύπωσιν εμποιεί η αγία Σοφία» (Έσελιγγ, βυζάντιο και βυζ. Πολιτισμός, σελ. 126).
Αλλά, επειδή για τον Ελληνισμό του βυζαντίου τόσα σημαίνει η αγία Σοφία, επειδή ενδιαφέρει όλους τους Χριστιανούς αλλά και τους φιλότεχνους και αρχαιολόγους – αρχιτέκτονες όλου του κόσμου, μπορούν να γίνουν κάποιες εκτιμήσεις, θεωρήσεις και δραστηριοποιήσεις από τον Ελληνισμό και άλλους διεθνείς οργανισμούς και κάποια βήματα προσεκτικά και σταθερά προς ένα στόχο, που όπως τον θέτουν και ξένοι συγγραφείς θα είναι ο «απισλαμισμός του πιο φημισμένου ιερού μνημείου της χριστιανοσύνης» (Ζεράρ Βάλτρ, η καθημερινή ζωή στο βυζάντιο, σελ. 54).
Αλλά αν η προσπάθεια για τον πλήρη απισλαμισμό και για τη διεθνοποίηση της αγίας Σοφίας – γιατί ίσως και του Πατριαρχείου Κων/πόλεως – συναντά ανυπέρβλητες δυσκολίες, μήπως κάποιες άλλες προσπάθειες γίνονταν ευκολότερα αποδεκτές, ιδίως αν γίνουν σε συνεργασία με επιστημονικά ιδρύματα και Ακαδημίες χωρών της Ε.Ο.Κ. ή με την ΟΥΝΕΣΚΟ του ΟΗΕ; Και τέτοιες επιδιώξεις μπορεί να είναι: Η καλύτερη παρουσίαση της ιστορικής και καλλιτεχνικής αλήθειας για την αγία Σοφία από τους ξεναγούς. Η απομάκρυνση – ύστερα από υπεύθυνες μελέτες και με γνωμάτευση διεθνών επιτροπών – όσων είναι δυνατόν να απομακρυνθούν χωρίς κίνδυνο, εξωτερικών χονδροειδών κτισμάτων για να αποκατασταθεί καλύτερα η εξωτερική όψη της αγίας Σοφίας. Οι εσωτερικές εργασίες να γίνονται σύμφωνα με την επιστημονική δεοντολογία, ύστερα από υπόδειξη διεθνών επιτροπών από έγκριτους επιστήμονες. Και η μελέτη και η αντιμετώπιση του προβλήματος των υγρασιών, ενός δύσκολου προβλήματος για την συντήρηση των μνημείων, να γίνει κατά αποτελεσματικότερο τρόπο, έχοντας μάλιστα το χαρακτήρα του κατεπείγοντος. Οπωσδήποτε, επιβάλλεται στην Ελληνική εκπαίδευση να διδάσκεται πληρέστερα στους μαθητές μας το κορυφαίο θέμα της βυζαντινής Ιστορίας και Αρχαιολογίας, η αγία Σοφία Κων/πόλεως.

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Β’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.