Η ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ στον Άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη ΤΗΣ κ. Ε. – Μαρκιανής Νοταρίας.

Η επιστροφή μιας ψυχής.

Σάββατον 23/11/85
Το περασμένο Σάββατο παρακαλέσαμε τον Γέροντα να του πάμε την κ. Ε. δασκάλα του Γ. και της κόρης μας στα ρώσσικα. Μας είπε: «Ε, φέρτε την, εγώ όμως δεν θα της πω θεολογικά λόγια».
-Μόνο την ευχή σας να πάρει, Γέροντα, του είπαμε.
Έτσι σήμερα ξεκινήσαμε στις 8 π.μ. για το μοναστήρι. Η κ. Ε. είχε αγωνία όλη νύχτα. Δεν κοιμήθηκε από τον φόβο της μήπως αργήσει στο ραντεβού. Στο δρόμο απευθυνόμενη σε μένα μου εξομολογήθηκε πως μέχρι τα 22 χρόνια της ήταν στην Εκκλησία και έκανε και κατηχητικό. Μετά έμπλεξε με την αντίσταση, έγινε αρχηγός της ΕΠΟΝ στην πατρίδα της. πέρασε στην παρανομία και μετά τον πόλεμο βρέθηκε στην Σοβιετική Ένωση. Εκεί δεν τολμούσε να πάει στην Εκκλησία. Πίστευε, και στενοχωριόταν όταν άκουγε κακό για τον Θεό και την Εκκλησία. Το 1965 επέστρεψε στην Ελλάδα με τον σύζυγο και τα δυο της παιδιά. Έκανε μνημόσυνο στους γονείς της και κοινώνησε χωρίς να εξομολογηθεί. Στα είκοσι χρόνια της εδώ παραμονής της κοινώνησε άλλη μια φορά. Έκανε εντύπωση στο χωριό της που κοινώνησε. Πάντα μέσα της είχε την πίστη στο Θεό γιατί μεγάλωσε έτσι.
Φθάσαμε στο Μοναστήρι και ο Γέροντας δεν άργησε να μας δεχθεί. Ήμασταν έξι, εμείς όλη η οικογένεια και η κ. Ε.
Μόλις μπήκαμε μέσα μια ευωδία παράδοξη μας τύλιξε. Δεν ήταν μυρωδιά λιβανιού, ούτε λουλουδιών ούτε αρώματος. Ήταν η ευωδία του Αγίου λειψάνου του Αγίου Σεργίου που ένοιωσα στο Ζαγκόρσκ.1 Ήταν η ευωδία της Πεντηκοστής εκείνης2… Κοίταξα γύρω μου: Είδα ένα μικρό μικρό σωληνάκι με ένα διαφανές υγρό πάνω στην σόμπα. Το πήρα και το μύρισα. Δεν μύριζε αυτό. Ήταν απλώς λαδάκι. Κοίταξα τον άνδρα μου και του είπα «μοσχοβολάει, το αισθάνεσαι;». Με αγριοκοίταξε και μου είπε «Είναι λιβάνι». Ωστόσο τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα. Η ευωδία ήμουν βεβαία δεν ήταν θυμιάματος ευωδία.
Πήραμε όλοι ευχή. Η κ. Ε. γονάτισε, φιλούσε και ξαναφιλούσε το χέρι και τα γόνατα του Γέροντα, λέγοντας «Παππούλη μου, Παππούλη μου»!!
Ο Γέροντας της χάιδεψε όλο το κεφάλι. Ελάτε καθίστε, μας είπε. Η κ. Ε. προσπάθησε να σηκωθεί. Ο Γέροντας της έπιασε τον ώμο λέγοντας «κάτσε». Εκείνη έμεινε γονατιστή μπροστά του κρατώντας το χέρι του.
Η επίσκεψη της θείας χάριτος.
Κι ο Γέροντας είπε χαρούμενος: Στο Άγιον Όρος ήταν ένας Ρώσος 90 χρονού. Ο πατήρ Ζωσιμάς3 . Ζούσε στα Καρούλια σε μια σπηλιά. Ήταν ψηλός, με μακριά γενιάδα και ζούσε στη σπηλιά. Ήταν έλεγαν ευγενής, στρατηγός του Ρωσικού Στρατού. Στα πανηγύρια έτρωγε ό,τι του έδιναν. Στη σπηλιά δεν ξέρω τι έτρωγε. Μια μέρα πήγα εκεί πάνω στη σπηλιά και μόλις με είδε είπε «ουτσινίκ;» Τί θα πει «ουτσινίκ»; Ρώτησε την κ. Ε. «Μαθητής» απάντησε εκείνη. «Θα πει καλογεράκι, υποτακτικός», είπε ο Γέροντας. Ε, τώρα θα σας το πω, είπε, καθίστε κοντά. Ελάτε κοντά. Ελάτε κοντά – κοντά για να μη μιλάω δυνατά, είπε.
Αμέσως κατάλαβα το τι θα μας έλεγε κι έψαχνα για χαρτί να γράφω κατά την διήγηση.
«Τι πιάνεις εκεί;» με ρώτησε. Ας το, έλα κοντά. Λοιπόν μια μέρα (προφανώς ήταν άνοιξη και μεταξύ των ετών 1919 ή 1920 ή 1921 γιατί είπε πως ήταν 14 ή 15 ή 16 χρονών – γεννήθηκε το 1906) οι δυο μου γεροντάδες πήγαν το πανηγύρι στην Κερασιά. Μου είπαν να κάνω τις δουλειές και την ακολουθία και να πάω για τη λειτουργία στο Κυριακό. (Είχαμε ένα καλύβι στα Καυσοκαλύβια). Έτσι κι εγώ σηκώθηκα, έκανα ό,τι μου είπαν οι γεροντάδες και πήγα στο Κυριακό. Είχε φεγγάρι. Δεν είχε ακόμα ανοίξει η Εκκλησία. Μπήκα στον Νάρθηκα. Το φως του φεγγαριού έμπαινε από δυο παράθυρα και φώτιζε τον νάρθηκα. Εγώ πήγα στη σκιά κι άρχισα να λέω την νοερά προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Κάποια στιγμή βλέπω να μπαίνει ο Ρώσσος π. Ζωσιμάς. Κοίταξε γύρω του, δεν είδε κανέναν κι άρχισε να κάνει μεγάλες μετάνοιες λέγοντας «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Πώς είναι Ρωσσικά; Ρώτησε την κ. Ε. Εκείνη απάντησε με μια ρωσσική φράση.
Όχι είπε ο γέροντας.4 Και συνέχισε:
Μετά ο πατήρ Ζωσιμάς το γύρισε κι έλεγε «Γκάσπαντι Ιησούσε Χρίστε σίνιε μπόζιι παμίλουι μια».
Συχνά έμενε γονατιστός, άνοιγε τα χέρια του ψηλά και φαίνεται πως ερχόταν σε έκσταση και έβγαζε από αγαλλίαση ψυχική, χωρίς να το θέλει, μια μικρή κραυγή. Και πάλι σηκωνόταν και πάλι γονάτιζε.
Έκανε πολλές μετάνοιες, περίπου τρία τέταρτα.
Εγώ είχα ζαρώσει στη σκιά. Ένοιωσα μεγάλη χαρά, έλεγα κι εγώ την ευχή μαζί του νοερώς και η καρδιά μου είχε ανάψει.
Τότε ήρθε ο Εκκλησιαστικός. Ο π. Ζωσιμάς πήγε μετά τη σκιά από την άλλη μεριά. Ο Εκκλησιαστικός δεν μας είδε, άνοιξε την εκκλησία και πήγε να χτυπήσει τις καμπάνες. Τότε βγήκε από την σκιά ο π. Ζωσιμάς και μπήκε στην Εκκλησία και πήγε στη θέση του. Άφησα και πέρασε ένα λεπτό και μπήκα κι εγώ για να μην καταλάβει πως τον είδα. Μετά έγινε η λειτουργία. Αυτή τη λειτουργία την ένοιωσα πάρα πολύ. Ήμουν άλλος άνθρωπος. Προσευχόμουν βαθειά και την αισθάνθηκα όσο ποτέ. Η ψυχή μου ήταν γεμάτη χαρά. Μόλις κοινώνησα, αισθάνθηκα πολύ πιο μεγάλη χαρά και μια θέρμη στην ψυχή μου. Ξεκίνησα για το καλύβι μας, μέσα στο δάσος. Ήταν χάραμα. Τ’ αηδόνια κελαηδούσαν, γινόταν χαλασμός από το κελάηδημα. Εγώ έλεγα στο δρόμο την Ευχαριστία.
Ήμουν εκεί στο «Παναγία Δέσποινα, Θεοτόκε, το φως της εσκοτισμένης μου ψυχής, η ελπίς, η σκέπη, η καταφυγή, η παραμυθία, το αγαλλίαμά μου…» κι ένοιωσα μεγάλη χαρά και αγαλλίαση και τη χάρη του Θεού να έρχεται μέσα μου. Τότε ακριβώς μου δόθηκε το χάρισμα της διοράσεως. Όταν έφθασα στο καλύβι είδα τους γεροντάδες μου να έρχονται μέσα στο δάσος. Δεν φαινόντουσαν από το καλύβι μέσα στα πυκνά δένδρα, αλλά εγώ με τη διόραση τους έβλεπα. Και το χάρισμα μεγάλωνε συνέχεια. Αυτός ο π. Ζωσιμάς ήταν η αιτία κι εγώ τον ευλαβούμην πολύ».
Σ’ όλη τη διάρκεια της διηγήσεως του τηλεφώνησαν τρεις. Ευλογούσε, ηύχετο και συνέχιζε την διήγηση απ’ εκεί που είχε σταματήσει. Τα παιδιά, ο άνδρας μου κι εγώ ήμασταν καθισμένοι σε καρέκλες, η κ. Ε. ήταν γονατιστή και του κρατούσε τα γόνατα. Η ευωδία μας τύλιγε.
Μετά αφήσαμε την κ. Ε. να του μιλήσει ιδιαιτέρως. Του είπε τα προβλήματά της κι εκείνος της μίλησε για τα παιδιά της, χωρίς φυσικά να τα γνωρίζει. Της είπε πως αυτή είναι για την απ’ εδώ μεριά (των χριστιανών, της Εκκλησίας), ότι μοιάζουν και να πάει να την εξομολογήσει, αφού γράψει όλη τη ζωή της σε χαρτί.
Καθ’ όλην την διάρκεια της συζητήσεώς των της κρατούσε το χέρι.
Για τον εγωϊσμό.
Μετά την κ. Ε. μπήκα εγώ. Γονάτισα και κλαίγοντας του είπα: «Γέροντα απ’ όταν μπήκαμε μια ευωδία μας γέμισε, Παππούλη μου». «Ε, αυτό είναι, απάντησε. Να τώρα σας τα είπα αυτά. Μην τα πεις. Δεν καταλαβαίνουν και θα πουν γιατί τα λέει αυτά; Από εγωϊσμό; Τι είναι εγωισμός; Μπορεί να είσαι ρακένδυτος και να είσαι εγωιστής και να λαμπροφορείς και να είσαι ταπεινός». Μου έπιασε το κεφάλι, με σταύρωσε στο μέτωπο τρις κι έφυγε απ’ το στέρνο μου ένα σιδερένιο χέρι που με πίεζε. Τα μάτια μου έγιναν ποταμάκια από τα δάκρυα.
Για το άρωμα.
Σαν βγήκα, είπα στην ανεψιά του την Ελενίτσα:
-Ελενίτσα μια ευωδιά ήταν στο δωμάτιο όταν μπήκαμε.
-Πολλές φορές είναι μου απάντησε. Και μέσα και έξω στο διάδρομο, ευωδιάζει.
Ρώτησα τον μικρό μου γιο Ρ. «Αισθάνθηκες Ρ. μια ευωδιά μέσα στον Γέροντα;». «Ναι», μου απάντησε το παιδί. «Πάντα έτσι ευωδιάζει στον Γέροντα, δεν σας το είπα γιατί νόμιζα πως θα ήταν λιβάνι».
Γεγονός είναι πως όλοι αισθανθήκαμε αυτήν την ευωδία. Κι εγώ ξέρω καλά πως ήταν η ευωδία της θείας Χάριτος.
Ήταν σίγουρα μια υποδοχή της ψυχής αυτής που ξαναγύριζε στο Σώμα του Χριστού. Ήταν σίγουρα η παρουσία του Αγίου Πνεύματος σαν ευωδία. Κάποια στιγμή μάλιστα ο Γέροντας μίλησε και για το θαύμα της Πεντηκοστής. Είπε πως οι Απόστολοι μιλούσαν στην γλώσσα τους και το ακροατήριο άκουγε στη γλώσσα του ο καθένας. Δηλαδή το θαύμα ήταν στην ακοή του καθενός. Ας πούμε είπε τη λέξη «μαθητής», έφθανε στ’ αυτιά του ρώσσου «ουτσενίκ».5

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.

1. Περίφημο μοναστήρι και προσκύνημα στη Ρωσσία που λεγόταν έτσι τότε. Τώρα λέγεται «Σεργκέι πασάτ».
2. Αναφέρεται σε όσα γράφει πιο πάνω στη σελ. 108.
3. Σε άλλες διηγήσεις αναφέρεται ως Δημάς.
4. Το σωστό είναι: Πρεσφιατάγια Μπογκορόντιτσα σπασί νας.
5. Περισσότερα για το θαύμα αυτό της Πεντηκοστής υπάρχουν στο βιβλίο Κων. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, σελ. 148 επ.

Από το βιβλίο: Θαυμαστά γεγονότα και συμβουλές του Γέροντος Πορφυρίου. Αθήναι, Σεπτέμβριος 2009.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.