Ο Ιησούς του Ναυή και η κατάληψη της Ιεριχούς (μέρος Α’) – Δημητρίου Θαλασσινού.


ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ιησούς του Ναυή, κατέχει κεντρική θέση στην ιστορία του βιβλικού Ισραήλ και προκαλεί το ενδιαφέρον του σημερινού αναγνώστη της Αγίας Γραφής με το έργο, τη δράση, τα στρατηγικά τεχνάσματα και τις μεθόδους του.
Το όνομά του, Ιησούς, είναι εξελληνισμένος τύπος του ονόματος Γιεσούα, μεταγενέστερης, συντετμημένης γραφής του ονόματος Γιεχοσούα, που σημαίνει ο Κύριος σώζει. Γιος του Ναυή από τη φυλή Εφραΐμ, αρχικά πήρε το όνομα Οσέας, αλλά ο Μωυσής του έδωσε το όνομα Ιησούς. Πιθανότατα, γεννήθηκε στην Αίγυπτο, λίγο πριν από την Έξοδο (γύρω στο 1250 π.Χ.).

Ο Ιησούς του Ναυή στη βιβλική διήγηση

Τα στοιχεία για τον Ιησού του Ναυή και τη δράση του, όσον αφορά το διάστημα από την αρχή της εμφάνισής του στη βιβλική διήγηση έως τη στιγμή του θανάτου του Μωυσή, προέρχονται κυρίως από τα βιβλία της Εξόδου, των Αριθμών και του Δευτερονομίου. Από τη στιγμή που ο Ιησούς διαδέχτηκε τον Μωυσή και εξής, οι πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης που φέρει το όνομα του ίδιου του Ιησού του Ναυή, ο οποίος αποτελεί και τον κεντρικό ήρωά του. Ο Ιησούς του Ναυή είναι το πρώτο βιβλίο μετά την Πεντάτευχο. Στη χριστιανική Βίβλο κατατάσσεται στα λεγόμενα «Ιστορικά Βιβλία» της Παλαιάς Διαθήκης.
Στην ιουδαϊκή Βίβλο, το έργο ονομάζεται Σέφερ Γιεσούα, δηλαδή Βιβλίου του Ιησού, και βρίσκεται στην αρχή της ομάδας των βιβλίων με τον γενικό τίτλο «Προφήτες» και της υποομάδας «Προγενέστεροι Προφήτες». Σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση, συγγραφέας του βιβλίου είναι ο ίδιος ο Ιησούς του Ναυή, εκτός από τα σημεία που αναφέρονται σε γεγονότα μετά τον θάνατό του, η συγγραφή των οποίων αποδίδεται στους γραμματείς του.
Στο Ισλάμ, ο Ιησούς του Ναυή θεωρείται ο επόμενος μετά τον Μωυσή ιμάμης και κατέχει ιδιαίτερη θέση κυρίως στη σιιτική παράδοση. Αναφέρεται ότι ο Ιησούς συνόδευε τον Μωυσή τη στιγμή που συνάντησαν τον άγγελο Al-Khidr (δηλαδή ίδιο με τον Θεό). Η συνάντηση έγινε στο σημείο όπου οι δύο άντρες είχαν χάσει ένα ψάρι, το οποίο μετέφεραν σ’ ένα καλάθι κατά τη διάρκεια ενός πολυήμερου ταξιδιού. Εξάλλου πιστεύεται ότι, μεταξύ άλλων τοποθεσιών, ο τάφος του Ιησού βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, στην ασιατική πλευρά του Βοσπόρου. Πρόκειται για ιερό τόπο, γνωστό ως Yusa Tepesi (=λόφος του Ιησού), και αποτελεί προσκύνημα των μουσουλμάνων.
Στο βιβλίο Ιησούς του Ναυή παρουσιάζεται η κατάκτηση της Χαναάν μέσα από μια σειρά πολεμικών επιχειρήσεων, στις οποίες συμμετείχαν όλες οι φυλές του Ισραήλ υπό την ηγεσία του Ιησού. Έτσι, το βιβλίο Ιησούς του Ναυή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το «βιβλίο των κατακτήσεων». Στα 24 κεφάλαιά του περιγράφονται με δραματικό τρόπο τρία καίρια ζητήματα: α) η κατάκτηση της Χαναάν από τους Ισραηλίτες, β) η διανομή της χώρας μεταξύ των φυλών του Ισραήλ και γ) το τέλος του Ιησού του Ναυή.
Εξαρχής, θα πρέπει να επισημανθεί ότι όλο το βιβλίο διαπνέεται από την ιδέα ότι οι νίκες των Ισραηλιτών δεν οφείλονται στην γενναιότητα ή στη δύναμή τους, αλλά στην αποφασιστική επέμβαση του Θεού, ο οποίος μάχεται στο πλευρό του λαού του. Για το λόγο αυτό ο αναγνώστης θα πρέπει να είναι υποψιασμένος για το γεγονός ότι ο πυρήνας των διηγήσεων για τα πολεμικά κατορθώματα του Ιησού και του Ισραήλ είναι οι θείες ενέργειες. Στην πραγματικότητα, πρωταγωνιστής του βιβλίου δεν είναι ο Ιησούς του Ναυή, αλλά ο ένας, μοναδικός και αληθινός Κύριος, ο οποίος, πιστός στις υποσχέσεις του, ηγήθηκε του πολέμου στο πλευρό του Ισραήλ και προσέφερε τη χώρα στον λαό του.
Ο Ιησούς του Ναυή εμφανίζεται στη βιβλική διήγηση τη χρονική στιγμή της Εξόδου από την Αίγυπτο ως ο αγαπημένος και έμπιστος βοηθός του Μωυσή. Αυτόν είχε ορίσει ο Μωυσής να φυλάει τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Αυτός ήταν μαζί του κατά την άνοδό του στο όρος Σινά. Αυτός ήταν που ειδοποίησε τον Μωυσή όταν άκουσε τις φωνές των Ισραηλιτών, οι οποίοι, έχοντας χάσει την πίστη τους στον Θεό, είχαν κατασκευάσει ένα χρυσό μοσχάρι και το λάτρευαν.
Ο Μωυσής επέλεξε τον Ιησού από την φυλή Εφραΐμ για να τον στείλει μαζί με τους άλλους εκπροσώπους των φυλών να κατασκοπεύσουν τη Χαναάν. Όταν επέστρεψαν σαράντα ημέρες αργότερα, ανέφεραν στον Μωυσή και στους Ισραηλίτες ότι: «Είναι πράγματι μια χώρα που ρέει γάλα και μέλι… Αλλά ο λαός που κατοικεί εκεί είναι δυνατός. Οι πόλεις είναι οχυρωμένες και πολύ μεγάλες».
Ακριβώς τότε όμως προέκυψαν σοβαρές συμφωνίες μεταξύ των μελών της ομάδας των κατασκόπων. Οι περισσότεροι θεώρησαν επικίνδυνο- γι’ αυτό και αδύνατο- το εγχείρημα επίθεσης κατά των λαών που κατοικούσαν στη Γη Χαναάν. Έφτασαν, μάλιστα, στο σημείο να απαιτήσουν από τον Μωυσή να γυρίσουν πίσω στην Αίγυπτο, απ’ όπου είχαν διαφύγει με τόσους κόπους και κινδύνους. Ο Ιησούς του Ναυή, όμως, μαζί με τον Χάλεβ, γιο του Ιεφοννή, διαφώνησαν με την πλειοψηφία, έσκισαν τα ρούχα τους από απόγνωση και πάλεψαν για να ενθαρρύνουν τον λαό να μη λιποψυχήσει: «Η χώρα που πήγαμε να εξερευνήσουμε είναι μια θαυμάσια χώρα. Αν ο Κύριος μας ευνοήσει, θα μας οδηγήσει σ’ αυτή και θα μας τη δώσει… Μόνον μην επαναστατείτε εναντίον του Θεού και μη φοβάστε τον λαό της χώρας! Θα τους κάνουμε μια μπουκιά! Οι θεοί που τους προστάτευαν, τους εγκατέλειψαν, αλλά μ’ εμάς είναι ο Κύριος».
Όμως, επειδή οι εκπρόσωποι των δέκα φυλών δεν εμπιστεύτηκαν τον Κύριο, εκείνος τιμώρησε όλο τον Ισραήλ να περιφέρεται επί σαράντα χρόνια στην έρημο. Καθώς έκαναν σαράντα ημέρες για να εξερευνήσουν τη χώρα, θα πλήρωναν τις αμαρτίες τους με περιπλάνηση σαράντα χρόνων, έναν χρόνο για κάθε μέρα. Ακόμη, ο Θεός υποσχέθηκε ότι κανείς από αυτούς δεν θα κατάφερνε τελικά να πατήσει το πόδι του στη Γη της Επαγγελίας, εκτός από τον Ιησού του Ναυή και τον Χάλεβ.

Η μάχη κατά των Αμαληκιτών

Ο Ιησούς του Ναυή διακρινόταν για τη γενναιότητά του, αλλά κυρίως για την εμπιστοσύνη του στον Κύριο, γι’ αυτό και αναδείχτηκε διάδοχος του Μωυσή. Τη χρονική στιγμή που ο Ισραήλ βγήκε από την Αίγυπτο και ξεκίνησε τον αγώνα για την εγκατάσταση στη Γη της Επαγγελίας, τη Χαναάν, ο Ιησούς διακρίθηκε για τα ηγετικά του προσόντα στη μάχη κατά των Αμαληκιτών. Ακολουθώντας τις υποδείξεις του Μωυσή, διάλεξε ικανούς άνδρες για να υπερασπιστεί τους Ισραηλίτες. Ο Μωυσής παρακολουθούσε τη μάχη από την κορυφή του λόφου και συμπαραστεκόταν στον λαό του, έχοντας τα χέρια του ψηλά:
«Όσο ο Μωυσής είχε υψωμένα τα χέρια του, νικούσαν οι Ισραηλίτες. Όταν τα κατέβαζε, νικούσαν οι Αμαληκίτες. Τα χέρια όμως του Μωυσή κουράζονταν. Τότε ο Ααρών και ο Χουρ πήραν μια πέτρα, την έβαλαν εκεί που στεκόταν ο Μωυσής, κι αυτός κάθισε πάνω της. Ο Ααρών και ο Χουρ, ο ένας από την μια μεριά κι ο άλλος από την άλλη, στήριζαν τα χέρια του. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα χέρια του Μωυσή έμειναν σταθερά υψωμένα ως τη δύση του ήλιου. Έτσι, ο Ιησούς κατατρόπωσε τους Αμαληκίτες και τον στρατό τους».

Ο Ιησούς του Ναυή διάδοχος του Μωυσή

Λίγο πριν πεθάνει, ο Μωυσής κάλεσε: τον Ιησού του Ναυή, σύμφωνα με την υπόδειξη του Κυρίου, και μπροστά στον ιερέα Ελεάζαρ και την κοινότητα έβαλε τα χέρια πάνω του και τον έχρισε αρχηγό, ώστε στο εξής να υπακούσει σε αυτόν όλος ο Ισραήλ.
Ο Ιησούς ανέλαβε να συνεχίσει το έργο του Μωυσή και να πραγματοποιήσει το όνειρο του λαού του Ισραήλ, δηλαδή, την εγκατάσταση στη Χαναάν. Επρόκειτο, σύμφωνα με την βιβλική θεώρηση των πραγμάτων, για την τελική φάση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία του Ισραήλ. Αφού τους έβγαλε από την Αίγυπτο και τους έσωσε από τη δουλεία, τους οδήγησε στην Γη της Επαγγελίας. Υπήρχε, όμως, ένα πολύ σοβαρό ζήτημα· στη Χαναάν ήταν εγκατεστημένοι άλλοι λαοί. Συνεπώς, οι Ισραηλίτες εκ των πραγμάτων ήταν αναγκασμένοι να αναμετρηθούν μαζί τους, για να τους εκτοπίσουν. Αυτούς τους αγώνες για την κατάκτηση της Χαναάν ανέλαβε ο Ιησούς. Στο εξής, αυτός θα συνεργαζόταν με τον Κύριο, όπως έκανε έως τότε ο Μωυσής.

Οι αγώνες για την κατάκτηση
της Γης της Επαγγελίας

Ο Θεός συμβούλευσε τον Ιησού ως εξής: «Να είσαι θαρραλέος και δυνατός και να φροντίζεις να ενεργείς απαρέγκλιτα σύμφωνα με το σύνολο του νόμου που σου παρέδωσε ο δούλος μου, ο Μωυσής. Έτσι θα έχεις επιτυχία σε καθετί που θα επιχειρείς. Μην πάψεις ποτέ να επαναλαμβάνεις τις εντολές αυτού του βιβλίου του νόμου και να το μελετάς μέρα και νύχτα, για να εφαρμόζεις πιστά όλα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό».

Οι εντολές του Θεού για την κατάληψη
της Γης της Επαγγελίας

Επίσης, ο Θεός έδωσε εντολή στον Ιησού να διαβεί μαζί με τον λαό του τον ποταμό Ιορδάνη, για να κατακτήσει τη χώρα που τους είχε υποσχεθεί: «Σας δίνω κάθε τόπο όπου θα πατούν τα πόδια σας… Κανείς δε θα μπορέσει να σου αντισταθεί όσο θα ζεις. Εγώ θα είμαι μαζί σου, όπως ήμουν με τον Μωυσή. Δε θα σ’ αφήσω».

Ο πανικός των λαών μπροστά
στους Ισραηλίτες

Αμέσως ξεκίνησαν οι προετοιμασίες. Πρώτος στόχος ήταν η Ιεριχώ, πόλη στη δυτική όχθη του Ιορδάνη. Ο Ιησούς έστειλε κρυφά δύο κατασκόπους για αναγνώριση της πόλης και της γύρω περιοχής. Πράγματι, οι κατάσκοποι μπήκαν στην Ιεριχώ, όπου γνώρισαν την πόρνη Ραάβ και με τη βοήθεια της κατόρθωσαν να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Επέστρεψαν μεταφέροντας στους συμπατριώτες τους ενθαρρυντικές πληροφορίες, καθώς η φήμη για τη νίκη τους κατά των Αμαληκιτών είχε εξαπλωθεί και οι κάτοικοι της Ιεριχούς είχαν ήδη χάσει το ηθικό τους.
Έχοντας αυτό το πλεονέκτημα, οι Ισραηλίτες κατέβηκαν στις όχθες του Ιορδάνη, όπου στρατοπέδευσαν για τρεις ημέρες. Στη συνέχεια, και μετά τους προβλεπόμενους καθαρμούς, με αρχηγό τον Ιησού του Ναυή, ο οποίος καθοδηγούνταν από τον Θεό, ο λαός διέβη τον Ιορδάνη με θαυμαστό τρόπο, ανάλογο με εκείνον της διάβασης της Ερυθράς Θάλασσας. Μόλις οι ιερείς που μετέφεραν την Κιβωτό πάτησαν στην κοίτη του ποταμού, η ροή των υδάτων σταμάτησε και όλος ο λαός πέρασε απέναντι περπατώντας. Σε ανάμνηση του γεγονότος, δώδεκα πέτρες από την κοίτη του ποταμού μεταφέρθηκαν και στήθηκαν στα Γάλγαλα, περίπου 3 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Ιεριχούς, όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες, ενώ άλλες δώδεκα πέτρες τοποθετήθηκαν μέσα στο ποτάμι.
Στα Γάλγαλα, σύμφωνα με την εντολή του Θεού, ο Ιησούς ζήτησε από τον λαό να κάνουν περιτομή όσοι είχαν γεννηθεί κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων στην έρημο. Στη συνέχεια, γιόρτασαν το Πάσχα και άρχισαν να τρέφονται με τα προϊόντα της χώρας, οπότε και διακόπηκε η παροχή του μάννα.
Ένα αποκαλυπτικό όραμα που είδε ο Ιησούς κοντά στην Ιεριχώ τον ενίσχυσε στην αποστολή του. Ένας άνδρας στάθηκε μπροστά του, κρατώντας ένα γυμνό σπαθί. Ο Ιησούς τον ρώτησε αν ήταν με το μέρος των Ισραηλιτών ή εναντίον τους και εκείνος απάντησε ότι ήταν ο αρχηγός των στρατευμάτων του Κυρίου. Ο Ιησούς έπεσε με το πρόσωπο στη γη και τον προσκύνησε, δηλώνοντας την προθυμία του να υπακούσει στις εντολές του Κυρίου.

Η πτώση της Ιεριχούς

Η Ιεριχώ ήταν μια πόλη οχυρωμένη με διπλή σειρά τειχών. Η άφιξη των κατασκόπων, όμως, είχε γίνει αντιληπτή και είχε ειδοποιηθεί ο βασιλιάς της, ο οποίος έστειλε ανθρώπους του για να τους συλλάβουν στο σπίτι της Ραάβ, όπου είχαν κρυφτεί για να διανυκτερεύσουν. Η Ραάβ, όμως, κατάφερε και παραπλάνησε τους βασιλικούς απεσταλμένους, λέγοντας ότι οι δύο Ισραηλίτες είχαν ήδη φύγει κατά το σούρουπο, λίγο πριν κλείσουν τα τείχη της πόλης, και τους έπεισε να βγουν και να τους καταδιώξουν.
Έτσι, οι κάτοικοι της Ιεριχούς περίμεναν από στιγμή σε στιγμή την επίθεση των Ισραηλιτών. Γι’ αυτό τα τείχη της ήταν «κλειστά και αμπαρωμένα» και κανένας δεν μπορούσε ούτε να μπει ούτε να βγει. Μονάχα με θεία παρέμβαση θα μπορούσαν οι Ισραηλίτες να την καταλάβουν. Αυτή ακριβώς ήταν η υπόσχεση του Θεού στον Ιησού του Ναυή: «Σου παραδίνω την Ιεριχώ» και σύμφωνα με τις οδηγίες του οργανώθηκε το σχέδιο για την κατάληψή της: «Εσύ και όλος ο λαός ο στρατός θα παρελάσετε γύρω από την πόλη, κάνοντας μια φορά την ημέρα επί έξι μέρες το γύρο της. Εφτά ιερείς θα πηγαίνουν μπροστά από την Κιβωτό και θα κρατούν εφτά κεράτινες σάλπιγγες. Την έβδομη μέρα θα κάνετε εφτά φορές το γύρο της πόλης, ενώ οι ιερείς θα σαλπίζουν με τις σάλπιγγες. Όταν τους ακούσετε να δώσουν παρατεταμένο σάλπισμα, τότε όλος ο στρατός θα βγάλει μεγάλον αλαλαγμό και το τείχος της πόλης θα πέσει κάτω. Αμέσως οι Ισραηλίτες θα ορμήσουν στην επίθεση, και θα μπουν κατ’ ευθείαν στην πόλη».
Πράγματι, έτσι και έγινε. Η εμπροσθοφυλακή του στρατού βάδιζε μπροστά από τους ιερείς, οι οποίοι σάλπιζαν ασταμάτητα, και ο υπόλοιπος στρατός ακολουθούσε ως οπισθοφυλακή της Κιβωτού. Κανείς δεν μιλούσε, «δεν έβγαζε άχνα», όπως είχε προστάξει ο Ιησούς. Επί έξι ημέρες επαναλαμβανόταν η ίδια διαδικασία, ενώ την έβδομη έκαναν το γύρο της πόλης επτά φορές. Την έβδομη φορά που σάλπισαν οι ιερείς και «μόλις ο λαός άκουσε τον ήχο της σάλπιγγας ξέσπασε σε μεγάλον αλαλαγμό και σωριάστηκε το τείχος». Στη συνέχεια, η πόλη αντιμετωπίστηκε ως «ανάθεμα». Η πόλη καταστράφηκε από πυρκαγιά και ο πληθυσμός της, όπως και τα ζώα, εξολοθρεύτηκαν. Το ασημί, το χρυσαφί, τα χάλκινα και τα σιδερένια αντικείμενα αφιερώθηκαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου.
Από τη γενική σφαγή γλίτωσε μόνον η Ραάβ και η οικογένειά της. Οι δύο κατάσκοποι της είχαν δώσει ένα κόκκινο σκοινί για να το δέσει στο παράθυρο του σπιτιού της, απ’ όπου οι ίδιοι είχαν διαφύγει. Έτσι, οι επιτιθέμενοι Ισραηλίτες θα αναγνώριζαν το σημάδι και δεν θα άγγιζαν κανέναν εκεί μέσα. Αυτό ήταν το αντάλλαγμα όχι μόνο για τη βοήθεια που τους παρείχε, αλλά και για το σεβασμό της προς τον θεό των Ισραηλιτών.

Η τιμωρία του Άχαρ

Επόμενος στόχος ήταν η πόλη Γαι, περίπου 22 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Ιεριχούς. Ο Ιησούς είχε στείλει κατασκόπους, οι οποίοι τον πληροφόρησαν ότι ήταν μια μικρή πόλη και τον συμβούλευσαν λανθασμένα να στείλει μικρό τμήμα του στρατού. Οι Ισραηλίτες υπέστησαν πανωλεθρία, καθώς οι κάτοικοι της Γαι τους καταδίωξαν και τους συνέτριψαν. Η ήττα αυτή είχε και παράπλευρη απώλεια, καθώς ο λαός λύγισε και έχασε το θάρρος του.
Η νίκη κατά των Αμαληκιτών και η κατάληψη της Ιεριχούς είχαν αποδοθεί στην εύνοια του Κυρίου, ενώ τώρα η πανωλεθρία στη Γαι αποδόθηκε στην οργή του Κυρίου. Αιτία για την απώλεια της εύνοιάς του αποκαλύφτηκε ότι ήταν η κλοπή αφιερωμάτων από έναν Ισραηλίτη, τον Άχαρ, ο οποίος παρέβη την εντολή του Θεού: «Όταν είδα ανάμεσα στα λάφυρα έναν ωραίο μανδύα από τη Σινάρ, διακόσιους σίκλους ασημί και ένα χρυσό ραβδί… τα πεθύμησα και τα πήρα. Βρίσκονται κρυμμένα στο έδαφος μέσα στη σκηνή μου». Η κλοπή, η συγκάλυψή της με ψέματα και η πονηρία του προκάλεσαν την οργή του Θεού εναντίον όλου του λαού. Το ατομικό σφάλμα επέφερε συλλογική ευθύνη, και ως εκ τούτου καθολική τιμωρία. Έτσι, συνέπεια της παρακοής ήταν η αποτυχία των Ισραηλιτών να καταλάβουν τη Γαι και αποδεκατισμός τους. Εντέλει, ο παραβάτης αποκαλύφθηκε και τιμωρήθηκε με λιθοβολισμό μαζί με όλη την οικογένειά του και τους συγγενείς του.

Η κατάληψη της Γαι και της Γαβαών

Αφού η αιτία του κακού δεν υπήρχε πια, ο Ιησούς, με τη βοήθεια του Κυρίου, έκανε νέα προσπάθεια για την κατάληψη της Γαι. Αυτήν τη φορά δεν άκουσε τους κατασκόπους, αλλά τον ίδιο τον Κύριο: «Μη φοβάσαι και μην δειλιάζεις. Πάρε μαζί σου όλο τον στρατό και πήγαινε να επιτεθείς εναντίον της Γαι. Θα παραδώσω στα χέρια σου τον βασιλιά της, τον λαό του, την πόλη και τη χώρα του… Στήστε ενέδρα από το πίσω μέρος της πόλης».
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, ο Ιησούς κατέστρωσε ευφυές στρατηγικό σχέδιο. Διάλεξε πάνω από τρεις χιλιάδες άνδρες και τους έστειλε τη νύχτα να στήσουν ενέδρα έξω από την πόλη από τα δυτικά. Το άλλο πρωί προχώρησε με τους άνδρες του απέναντι από τη Γαι και πήραν θέσεις στα βόρεια της πόλης. Ανάμεσα στην πόλη και στον στρατό του απλωνόταν η κοιλάδα όπου και διανυκτέρευσαν. Την επόμενη, μόλις ο βασιλιάς της Γαι αντίκρισε μπροστά του τους Ισραηλίτες, κινήθηκε εναντίον τους. Βγήκε με τον στρατό του από την πόλη, για να τους επιτεθεί πάλι στην ίδια θέση, στην κοιλάδα του Ιορδάνη. Αλλά δεν φανταζόταν ότι πίσω του είχε στηθεί ενέδρα. Οι Ισραηλίτες προσποιήθηκαν ότι είχαν νικηθεί και έτρεχαν να γλιτώσουν προς την έρημο. Τότε όλος ο πληθυσμός και ο στρατός της πόλης βγήκαν να τους καταδιώξουν και να απαλλαγούν από αυτούς· έτσι, απομακρύνθηκαν από τη Γαι και την άφησαν ανυπεράσπιστη. Εκείνη τη στιγμή «ο Ιησούς άπλωσε τη λόγχη του προς τη Γαι», δίνοντας το σύνθημα στους στρατιώτες του που είχαν στήσει ενέδρα· εκείνοι έτρεξαν στην πόλη, την κατέλαβαν και την πυρπόλησαν. Βλέποντας τους καπνούς, οι άνδρες της Γαι κατάλαβαν τι είχε συμβεί και ότι δεν είχαν οδό διαφυγής, καθώς ήταν περικυκλωμένοι από παντού. Οι Ισραηλίτες, που έως εκείνη τη στιγμή προσποιούνταν ότι είχαν τραπεί σε φυγή, στράφηκαν πάλι πίσω και τους χτύπησαν. Η Γαι έπεσε στα χέρια των Ισραηλιτών, πυρπολήθηκε και ο πληθυσμός της εξολοθρεύτηκε.
Το επόμενο βήμα του Ιησού ήταν να αναγνωρίσει το μεγαλείο και τη δόξα του Κυρίου και να τον ευχαριστήσει. Έχτισε θυσιαστήριο στο γειτονικό όρος Εβάλ και, αφού προσέφερε στον Κύριο θυσίες, χάραξε στις πέτρες του το νόμο του Μωυσή. Διάβασε στον λαό, καθώς και στους ξένους που ζούσαν ανάμεσά τους, τις διατάξεις του νόμου και απηύθυνε ευλογίες για όσους θα τις τηρούσαν και κατάρες για όσους θα τις παραβίαζαν, όπως όριζε το Δευτερονόμιο.

Συμμαχία με τους Ευαίους

Όπως ήταν φυσικό, οι επιτυχίες του Ιησού αναστάτωσαν τους ηγεμόνες των χανανιτικών πόλεων. Έτσι, οι Ευαίοι, κάτοικοι της Γαβαών, πόλης που βρισκόταν 30 χιλιόμετρα περίπου δυτικά της Ιεριχούς και 12 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Ιερουσαλήμ, έστειλαν αντιπροσωπεία στον Ιησού, ο οποίος βρισκόταν στα Γάλγαλα. Με τέχνασμα κατόρθωσαν να συνάψουν συμμαχία με τους Ισραηλίτες, προφασιζόμενοι ότι κατάγονταν από μακρινή χώρα. Παρουσιάστηκαν στον Ιησού και του είπαν ότι «έφτασε σ’ εμάς η φήμη του κυρίου του Θεού σου και όλα όσα έκανε… Έτσι οι αρχηγοί μας και ο λαός της χώρας μας μας είπαν να πάρουμε μαζί μας τρόφιμα για τον δρόμο και να έρθουμε να σας συναντήσουμε και να σας δηλώσουμε πως είμαστε δούλοι σας… κάνετε συνθήκη μαζί μας». Ο Ιησούς, όταν του έδειξαν το ξερό και τριμμένο ψωμί τους, τα σκισμένα ασκιά τους, τα ρούχα και τα παπούτσια τους φθαρμένα δήθεν από το μακρινό ταξίδι, πείστηκε. Σε συνεννόηση όχι με τον κύριο, αλλά με τους αρχηγούς των φυλών συνθηκολόγησε μαζί τους. Όταν η απάτη αποκαλύφθηκε, ο Ιησούς, δεσμευόμενος από τον όρκο της συμμαχίας, δεν τους εξολόθρευσε, αλλά τους καταδίκασε να υπηρετούν τους Ισραηλίτες ως προμηθευτές νερού και ξυλείας.

Η ήττα των πέντε Αμορραίων βασιλιάδων

Μετά την ολοκλήρωση της κατάκτησης της κεντρικής χώρας, οι επιχειρήσεις μετατοπίστηκαν νότια. Οι ηγεμόνες πέντε χανανιτικών πόλεων, όταν έμαθαν ότι οι Γαβαωνίτες σύναψαν ειρήνη με τους Ισραηλίτες, φοβήθηκαν. Για να αντιδράσουν στον αυξανόμενο κίνδυνο των Ισραηλιτών, συνασπίστηκαν υπό την ηγεσία του βασιλιά της Ιερουσαλήμ και πολιόρκησαν τη Γαβαών. Οι κάτοικοι της ζήτησαν τη βοήθεια του Ιησού. Εκείνος, μετά από ολονύκτια πορεία από τα Γάλγαλα στη Γαβαών, έκανε αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον του συνασπισμού των Αμορραίων βασιλιάδων και τους κατατρόπωσε. Στη διάρκεια της μάχης, ο Ιησούς προσευχήθηκε στον Κύριο και φώναξε: «Στάσου, ήλιε, πάνω από τη Γαβαών. Και συ, φεγγάρι, πάνω από την κοιλάδα των Αιλών». Κι ο ήλιος στήθηκε και το φεγγάρι ακινητοποιήθηκε, ωσότου ο λαός εκδικήθηκε τους εχθρούς του».
Η βιβλική διήγηση μαρτυρεί ότι ο Κύριος άκουσε την προσευχή και, πράγματι, ο ήλιος στάθηκε καταμεσής στον ουρανό και δεν έδυε για μια ημέρα περίπου, μέχρι να νικήσει ο στρατός των Ισραηλιτών. Η νίκη αποδόθηκε στον Κύριο: «Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε υπάρξει μέρα σαν αυτή κι ούτε υπήρξε στο μέλλον, που ο Κύριος να υπακούσει σ’ έναν άνθρωπο. Αλλά ο ίδιος ο Κύριος πολεμούσε στο πλευρό των Ισραηλιτών».
Στη συνέχεια, ο Ιησούς προχώρησε στην κατάκτηση της νότιας Χαναάν, που ολοκληρώθηκε με την κατάληψη άλλων επτά πόλεων και την εξολόθρευση των κατοίκων τους.

Η κατάληψη των εδαφών
της βόρειας Παλαιστίνης

Ακολούθησε η κατάκτηση της βόρειας Χαναάν. Οι βασιλείς των πόλεων της είχαν συσπειρωθεί και είχαν ξεκινήσει «με αναρίθμητο στρατό, σαν την άμμο στην ακροθαλασσιά, με πάρα πολλά άλογα και άμαξες» για να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες. Στρατοπεύδευσαν κοντά στα νερά της Μερώμ, αλλά ο Ιησούς με τους πολεμιστές του επιτέθηκε αιφνιδιαστικά εναντίον τους, τους χτύπησε και τους καταδίωξε. Μετά την επιτυχή έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων στα βόρεια της Παλαιστίνης, ολοκληρώθηκε η κατάληψη της χώρας στο μεγαλύτερο μέρος της. Απέμενε, όμως, να κατακτηθούν και άλλα εδάφη, όπως η περιοχή των Φιλισταίων και των Γεσουριτών, δηλαδή το ανατολικό σύνορο της Αιγύπτου, έως τα σύνορα των Εκρών, στο βορρά.

Η διανομή των εδαφών
μεταξύ των φυλών του Ισραήλ

Όταν ο Ιησούς έφτασε σε βαθιά γεράματα διέκοψε τις πολεμικές επιχειρήσεις και προχώρησε στην οργάνωση της κατακτημένης χώρας. Με τη βοήθεια του Θεού, πραγματοποίησε μια πρώτη κατανομή των εδαφών στον λαό του Ισραήλ. Στη συνέχεια, η Σκηνή του Μαρτυρίου τοποθετήθηκε στο Συχέμ, όπου πραγματοποιήθηκε πάνδημη συγκέντρωση. Ο Ιησούς προέτρεψε τους εκπροσώπους των φυλών στις οποίες δεν είχε κληρωθεί ακόμη τόπος εγκατάστασης να στείλουν ανθρώπους για να περιδιαβούν τη χώρα και να τη χαρτογραφήσουν, ώστε να τους τη μοιράσει με κλήρο.

Το τέλος του Ιησού του Ναυή

Ο Ιησούς, καταλαβαίνοντας ότι πλησιάζει το τέλος του, συγκέντρωσε τους Ισραηλίτες στη Συχέμ, για να τους αποχαιρετήσει. Τους προέτρεψε να τηρούν το νόμο του Μωυσή και απαρίθμησε τις ευεργεσίες του Θεού από την εποχή του Αβραάμ έως τις μέρες του. Έθεσε τον λαό μπροστά σ’ ένα μεγάλο δίλημμα: αν θα έμεναν πιστοί στον Κύριο, ο οποίος είχε τηρήσει όλες τις υποσχέσεις απέναντί τους, ή στους θεούς των Αμορραίων. Ο ίδιος ο Ιησούς προέβη ενώπιον όλων σε ομολογία πίστης, λέγοντας ότι «εγώ και η οικογένειά μου θα λατρεύουμε τον Κύριο».
Οι εκπρόσωποι των φυλών υποσχέθηκαν ότι θα παρέμεναν πιστοί στον Θεό και ανανέωσαν τη Διαθήκη μαζί του. Ο Ιησούς πέθανε σε ηλικία 110 ετών, έχοντας υπηρετήσει για 25 χρόνια τον λαό του Ισραήλ ως ηγέτης του, και ενταφιάστηκε, κατά πάσα πιθανότητα, στην περιοχή που είχε λάβει ως μερίδιο, στη Θαμνάθ-Σαράχ.

Συνεχίζεται.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.