Γραικός, Γενίτσαρος και Βενετσιάνος – Δημητρίου Γ. Καμπούρογλου.

(Παράδοση)

Ήταν περασμένα τα μεσάνυχτα. Φωνή καμιά! Κανένα ζωντανό δεν έβγαζε φωνή στα ρημαγμένα μέρη. Και αν κάπου – κάπου κανένα τριζόνι έκανε πως θα αρχίση τον παραπονιάρικο σκοπό του, ως κι αυτό σώπαινε από το φόβο του.
Μακριά ακούστηκε και ένα πετεινάρι να λαλή πίσω από κάτι χαλάσματα, μα και αυτού η φωνή τρομαγμένη πνίγηκε στο λαρύγγι του.
Οι Τούρκοι κλεισμένοι στο Κάστρο. Οι Βενετσιάνοι τριγυρίζουν σαν τ’ αγρίμια στη χώρα. Οι Αθηναίοι είναι τρυπωμένοι στα σπίτια τους. Βρισκόμαστε στα 1687.
Σβηστό ήταν το καντήλι της Αγίας Γλυκερίας στο Γαλάτσι, κοντά στην Αθήνα. Κανείς δεν πηγαίνει να προσκυνήση. Και μόνο το κυπαρίσσι της εκκλησίας, που το φυσούσε ο άνεμος, πήγαινε και ερχότανε, και ο ίσκιος του στον τοίχο έμοιαζε σαν καλόγηρος τυλιγμένος στο ράσο του.
Το αγιασμένο νερό κατρακυλούσε μουρμουρίζοντας τον κατήφορο και πότιζε ό,τι έβρισκε στο δρόμο του.
Να, να, και από κάτω από της όμορφης εκκλησιάς το δρόμο κάποιος προβάλλει.
Φτάνει σε κάτι χαλάσματα, βγάζει βαθύ αναστεναγμό, και ακούει πέρα από το βράχο τον αντίλαλό του μόνο.
Έρχεται γύρω – γύρω από τα χαλάσματα, κουνώντας λυπημένα το κεφάλι του.
Ποιός άλλος από σένα, άμοιρε Αθηναίε, θα μπορούσε να γνωρίση το σπίτι του;
Χαϊδεύει το αγιόκλημα, που είχε φυτεμένο με την δύστυχη την αδερφή του, σκύβει, παραμερίζει τις πέτρες σαν κάτι να γυρεύη. Ύστερα φεύγει μακριά από κει. Πάει κατά την εκκλησιά, στέκεται, γονατίζει σε έναν τάφο εμπρός και φιλεί το μάρμαρό του.
Χορτάριασε του γονιού σου ο τάφος!
-Μα γιατί κλαις σαν μικρό παιδί; Τάχα θα ζης και συ αύριο;
Τα αγριολούλουδα χύνουν γύρω την μυρωδιά τους. Ξαπλώνεται στη γη, ακουμπά το κεφάλι του στον τάφο και, κοιτάζοντας τον ουρανό, ρωτά τι έφταιξε και έμεινε έρημος και μονάχος στον κόσμο!
Αίφνης από τα Τουρκοβούνια κάποιος άλλος προβάλλει. Οι νυχτερίδες τρελά φτερουγίζουν και τρίζουν γύρω του. Κατεβαίνει μονοπάτι – μονοπάτι, πηδά έναν – έναν τους βράχους και κοιτάζει παντού σαν κάτι να ζητή.
Η αγριεμένη όψη του φαίνεται πιο άγρια μέσα στο σκοτάδι. Αλίμονο σ’ εκείνον που θα τον βρη στο δρόμο του! Μα όσο πλησιάζει στην εκκλησιά κοντά, τόσο ημερώνει.
-Γιατί κιτρίνισες και τρέμεις σαν κορίτσι, άγριε Γενίτσαρε;
Σε λίγο βλέπει ένα μαύρο πράμα να έρχεται από το κάτω μέρος. Βαθύ σκοτάδι και δεν διακρίνει τι να είναι. Μα σε μια ξαφνική αστραπή βλέπει πως ήταν άνθρωπος. Ήταν Βενετσιάνος!
Ο Γενίτσαρος έγινε πάλι Γενίτσαρος, βγάζει το χαντζάρι του και χύνεται καταπάνω του. Μα να, ο Βενετσιάνος δεν χωρατεύει. Πιάνει ο Γενίτσαρος με το αριστερό το χέρι το δεξί του Βενετσιάνου, μα την ίδια στιγμή πιάνει και ο Βενετσιάνος με το αριστερό του χέρι το δεξί του Γενίτσαρου. Σκουντιούνται σαν τ’ αγρίμια και με τα πολλά έρχονται κοντά στον τάφο.
Πετιέται ο Αθηναίος με το σπαθί στο χέρι και βρίσκεται μπροστά τους.
-Εμένα βοήθα, πατριώτη, φωνάζει ελληνικά ο Βενετσιάνος, να σκοτώσωμε τον Τούρκο τον άπιστο!
-Κανένα δεν βοηθώ! Τους Τούρκους και τους Βενετσιάνους ας τους αγαπούν οι άμυαλοι λαϊκοί. Εγώ και τους δυο τους ξέρω για εχθρούς της πατρίδας μου. Όποιος είναι πιο γερός, ας φάη τον άλλο, και τους δυο ας τους φάνε τα σκυλιά και τα κοράκια. Μα τραβηχτήτε από δω! Δεν θα αφήσω να χυθή αίμα ανθρώπινο στου πατέρα μου, του γέρο –Χωραφά, τον τάφο!
Γιατί μια φωνή από δυο στόματα ακούγεται: «Αδερφέ μου!»; Γιατί μεμιάς πέφτουν τ’ άρματα κάτω; Γιατί ανοίγονται τρεις αγκαλιές;
Ποιός το ‘λπιζε, ο πρώτος, που μικρό τον πήραν οι Γενίτσαροι, ο δεύτερος, που παιδάκι τον ξαγόρασαν οι Βενετσιάνοι, και ο μικρός, που τάχα στάθηκε πιο τυχερός, για πρώτη φορά να σμίξουν, και σαν εχθροί, στου πατέρα τους τον τάφο;
Κοντεύει να ξημερώση. Τα πουλάκια μέσα στα χαμόκλαδα τινάζουν τα φτερά τους, βγάζοντας χαρωπή λαλιά.
Το νυχτοπούλι κρύφτηκε στα χαλάσματα, να μην το βρη η μέρα. Τα άστρα τρεμοσβήνουν. Η νυχτερίδα έγινε άφαντη.
Πόσο θα σάστισε ο διαβάτης, αν περνώντας έβλεπε ένα Γραικό, ένα Γενίτσαρο και ένα Βενετσιάνο, γονατισμένους σιμά – σιμά, να χύνουν μαύρο δάκρυ σ’ ένα τάφου λιθάρι!
Δημ. Γ. Καμπούρογλου.

Από το Αναγνωστικό της ΣΤ’ τάξεως του Δημοτικού σχολείου.
Εν Αθήναις 1964

Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.