Ο Μακαριστός Ιερομ. Αθανάσιος Χαμακιώτης ως αντεχόμενος των ασθενών – Μητροπ. Αργολίδος Νεκταρίου.

Διηγείται η Χ. Μ.:
«Νέα κοπέλα ήμουν, φιλάσθενη και βέβαια ασθενής στην πίστη. Ήταν λίγο πριν τον πόλεμο όταν γνώρισα τον π. Αθανάσιο κι από τότε έγινε για μένα το κυριότερο στήριγμα. Το σώμα μου ήταν γεμάτο πληγές. Είχα είκοσι δύο συρίγγια, τα οποία μύριζαν άσχημα. Πονούσα πολύ. Και ο πυρετός με διέλυε. Το θερμόμετρο έδειχνε 39-40 βαθμούς. Η Νερατζιώτισσα ήταν μακριά από το σπίτι μας, περίπου μισή ώρα με τα πόδια. Πάνω στην απελπισία μου, σηκωνόμουν και πήγαινα μέσα απ’ τα χωράφια. Αν και ήταν κατήφορος περπατούσα με πολλή δυσκολία. Σταματούσα πολλές φορές κάτω από τα δένδρα να ξεκουραστώ, να πάρω μιαν ανάσα. Οι πόνοι και ο υψηλός πυρετός έκαναν την πορεία μου μαρτύριο. Στο σπίτι δεν είχαμε ούτε μια ασπιρίνη να πάρουμε. Έφτανα με λαχτάρα κι ελπίδα στη Νερατζιώτισσα. Ο παππούλης με δεχόταν με συμπόνια. Με άκουγε να του λέω τον πόνο μου και το παράπονό μου.
-Γιατί σε μένα, παππούλη; Δεκαπέντε χρονών και να υποφέρω έτσι!
«Ο Γέροντας συνέπασχε. Πρώτα ενίσχυε την ασθενή πίστη μου, φέροντάς μου παράδειγμα την οσία Συγκλητική.
-Και η αγία Συγκλητική, παιδί, ήταν γεμάτη πληγές και δοξολογούσε το Θεό. Έτσι να κάνεις και συ. Μην ξεχνάς ότι οι θλίψεις και οι δοκιμασίες μας φέρνουν πιο κοντά στον Θεό. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθην σου».
Με αυτά και άλλα λόγια με παρηγορούσε και ενίσχυε την πίστη μου. Αλλά δεν σταματούσε εκεί. Προσευχόταν, με ευλογούσε και το θαύμα γινόταν. Ο πυρετός έπεφτε και οι πόνοι σταματούσαν. Γύριζα πίσω πετώντας και ας ήταν ανήφορος. Σα να μην ήμουν άρρωστη. Και σιγά – σιγά με τις ευχές του θεραπεύτηκα τελείως».
Σ’ ένα από τα χειρόγραφα – συλλογές του βρίσκουμε ένα ωραίο κείμενο, που διάβαζε στα πνευματικά του παιδιά σε περιόδους θλίψεων:
«Τα λυπηρά και χαρμόσυνα τούτου του κόσμου, κατά λόγον ανερμήνευτον, και απερινόητον του θείου προορισμού, οικονομούνται εις τους πιστούς και ευσεβείς, προς αγιασμόν και τελειότητα της αυτών πίστεως και εις αύξησιν δόξης και μακαριότητος… Περισσότερον αγιάζουσι τας ψυχάς των πιστών τα λυπηρά τούτου του κόσμου και κάμνουσιν αυτάς ισχυροτέρας, λαμπροτέρας και μεγαλόφρονας δια της εις Θεόν πίστεως και ελπίδος, πάρεξ τα χαρμόσυνα».
Η κ. Π. Λ. διηγείται:
«Σε κάποια επίσκεψή μου του μιλούσα για τα βάσανά μου και τις στενοχώριες μου. Παραπονιόμουν για τις δοκιμασίες που με είχαν βρει. Ο γέροντας με άκουγε υπομονετικά. Αφού τελείωσα κούνησε το κεφάλι και μου είπε.
-Αχ, παιδί! Εσύ θέλεις να κάθεσαι σταυροπόδι και να πας και στον παράδεισο!»

Ο γέροντας είχε επικοινωνία και διατηρούσε αλληλογραφία με πνευματικά του παιδιά που βρίσκονταν στο κρεβάτι του πόνου. Με τις επιστολές του προσπαθούσε να τονώσει την πίστη τους, και να δώσει μιαν άλλη διάσταση στο μεγάλο θέμα του πόνου, της θλίψης, της αρρώστιας, των δοκιμασιών γενικότερα. Τόνιζε ιδιαίτερα την αρετή της υπομονής, την αδιάλειπτη προσευχή, αλλά και τη συχνή συμμετοχή στα μυστήρια. Αντιγράφουμε μερικά αποσπάσματα. Οι επιστολές γράφτηκαν την περίοδο που ο γέροντας βρισκόταν στο ησυχαστήριο (1963- 1967).
«Τέκνον μου εν Κυρίω αγαπητόν…
Χαίρε εν Κυρίω πάντοτε.
Γνωρίζω δια της παρούσης μου ότι έλαβον την επιστολήν σου και είδον τα εν αυτή. σχετικώς με την υγεία σου που μου γράφεις, ότι δεν βελτιούται, δόξαζε τον Κύριον τακτικά, εφ’ όσον εκείνος επιτρέπει τα πάντα προς το συμφέρον της ψυχής μας. Θέλει να μας καθαρίση και να μας ετοιμάση δια την αιώνιον ζωήν. Γένοιτο. Αμήν.
Σας γνωρίζω και δια την ιδικήν μου υγείαν, ότι έχει διαφόρους διακυμάνσεις, πότε καλύτερα και πότε η ιδία κατάστασις. Ευχαριστώ κι εγώ τον Κύριόν μας όπου με αξιώνει να στέκω στα πόδια μου και να είμαι εις θέσιν να λειτουργώ. Δοξασμένον να είναι το πανάγιον Αυτού όνομα, όπου με την κατάστασίν μας αυτήν μας ξυπνά και μας φωνάζει: «Γίνεσθε έτοιμοι διότι δεν γνωρίζετε την ημέραν και την ώραν κατά την οποίαν θα σας καλέσω…»
«…Επειδή δεν γνωρίζομεν ούτε την ώραν ούτε την στιγμήν κατά την οποίαν θα μας καλέση ο Κύριος, πρέπει η ζωή μας να είναι όσον το δυνατόν ειρηνική, επειδή θα μας κρίνη ο Κύριος όπως μας εύρη την τελευταίαν στιγμήν του βίου μας, «όπως σε εύρω, ούτε και κρινώ σε». Ο Κύριος αναπαύεται εις τους ταπεινούς, τους πράους και ειρηνικούς. Το πάθημά σου, είθε να σου γίνη μάθημα και να δεικνύης υπομονήν εις όλα, έχων εμπρός σου πάντοτε την ώραν του θανάτου σου και να προσεύχεται αδιαλείπτως λέγων και την προσευχήν την οποίαν σου έχω γράψει επανειλημμένως: ¨Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν…¨ Διαρκώς να την έχης το στόμα σου και στην καρδιά σου. Είναι η ανωτέρα προσευχή από όλας όσας υπάρχουν…
«Ως δια τας Ιεράς Ακουλουθίας που μου γράφεις αν είναι αρκεταί αυταί που κάμνεις, σου απαντώ ότι αρκεταί είναι, μόνον να τις κάμνης χωρίς βιασύνην, δια να ωφελήσαι…».

«… Μου γράφετε ότι η υγεία σας χειροτερεύει, προϊόντος καιρού. Αλλά και αυτό είναι ζήτημα του Κυρίου, ο οποίος πάντα προς το του πλάσματος συμφέρον οικονομεί. Μην απογοητεύεσθε δια το τοιούτον, διότι ο Κύριος μας δεν θα μας αφήση να δοκιμασθώμεν υπέρ την δύναμίν μας, αλλά θα μας δώση την δύναμιν να αντεπεξέλθωμεν και κατά την δοκιμασίαν αυτήν. Όσον μεγαλυτέρα είναι η δοκιμασία μας τόσον και τα βραβεία θα είναι μεγαλύτερα τα οποία ετοιμάζει ο Κύριος δια τους αγωνιζομένους…»

«… Η δόξα η οποία αναμένει τους αγωνιζομένους ενταύθα, η δόξα εις τους ουρανούς, θα είναι μεγάλη και ασύγκριτος, ως προς τα παθήματα του νυν καιρού. «Ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν αποκαλυφθήναι δόξαν… Το γαρ παραυτίκα ελαφρόν της θλίψεως ημών καθ’ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ημίν, λέγει ο απ. Παύλος, το σκεύος της εκλογής του Θεού…».

«… Ως δια τας δοκιμασίας σας εις το τέλος της ζωής μας, ο Κύριός μας θέλει να σας καθαρίση και εξαγνίση τελείως και δι’ αυτό επιτρέπει τους πειρασμούς ως στάδιον των αγώνων μας. Και μακάριοι εκείνοι που υπομένουν έως τέλους… Δια της υπομονής θα κερδίσωμεν την ψυχήν μας. Ο πολέμιος εχθρός των ψυχών μας μεταχειρίζεται όλα τα μέσα δια να μας μολύνη… Προσοχή τα τελευταία αυτά χρόνια της ζωής μας να μην χάσωμεν τον παράδεισον…»

«… Ο καιρός της ζωής μας ολίγος, ελάχιστος είναι. Ευρισκόμεθα πλησίον του λιμένος και αν υπομένωμεν θα εύρωμεν χάριν και έλεος και την ανταπόδοσιν των αγωνισαμένων μαρτύρων. Μόνον προσευχήσου να μη ολιγοστεύση η πίστις μας μέχρι τέλους και να μη πάθωμεν ναυάγιον εγγύς ευρισκόμενοι του λιμένος, αλλά τουναντίον με την πίστιν, υπομονήν και ταπείνωσιν να εύρωμεν ανοικτήν την θύραν της εισόδου μας εις την αιώνιον ζωήν. Αμήν… Προσοχή λοιπόν και πάλιν προσοχή μη χάσωμεν την αιωνιότητα…».

«… Εκείνο το οποίον θέλει ο Κύριος και ευαρεστείται είναι το να είμεθα έτοιμοι δια της εξομολογήσεως και συχνής θείας Κοινωνίας, το οποίον κατορθώνει η ευλάβειά σου και έχεις πάντοτε το εισιτήριον στα χέρια σου, δια το μεγάλον ταξείδι εις τους ουρανούς…».

«… Εύχομαι πάντοτε εις τον Κύριόν μας να ζης την εν Κυρίω ζωήν και να ευρεθής πανέτοιμος εις την ώραν που θα σε καλέση ο Κύριος. Ιδίως να κοινωνής τακτικά και να εξομολογήσαι όταν αισθάνεσαι κάποιο βάρος είτε μικρό είτε μεγάλο και προ παντός να αισθάνεσαι αγάπην με όσους συναναστρέφεσαι και ζης και να συγχωρής κάθε έναν ο οποίος θα σε πικράνη και να αισθάνεσαι τον εαυτόν σου ως τον πλέον αμαρτωλόν των ανθρώπων και να αγωνίζεσαι δια να βελτιώνης την ψυχικήν σου κατάστασιν, υπομένων τους πόνους και ευχαριστών τον Κύριόν μας δι’ όλα, είτε λυπηρά, είτε ευχάριστα…»

«… Να κοινωνής συχνά. Η Θεία Κοινωνία και όλαι αι ευαγγελικαί αρεταί, αν τας εκτελούμεν είναι το εισιτήριόν μας, το οποίον θα έχωμεν εις πάσαν στιγμήν μαζί μας δια να είμεθα δεκτοί κατά την ώραν της αναχωρήσεώς μας δια το μεγάλον ταξείδιόν μας εις τους ουρανούς…».

«… Η Θεία Κοινωνία μας ενώνει με τον Κύριόν μας, καίει τα αγκάθια της ψυχής μας, δίδει υπομονήν και μας προετοιμάζει δια την βασιλείαν των ουρανών. Τώρα που εξωμολογήθης και τα όσα είχες ξεχάσει παλαιά αμαρτήματα, δεν είναι ανάγκη, εάν κοινωνής συχνά, να παίρνης την ευχήν του ιερέως εις κάθε σου κοινωνίαν, εκτός εάν εν τω μεταξύ προκύπτη κάτι, είθε θυμός, είτε κατάκρισις, ή άλλη τις απροσεξία σου, τότε ανυπερθέτως να το εξομολογήσαι και να παίρνης και την ευχή του ιερέως.

«… Όσον προχωρούμεν προς την αιωνιότητα τόσον και να δυναμώνη η πίστις και η αγάπη μας προς τον Κύριον και η υπομονή μας και προπαντός η συναίσθησις της αμαρτωλότητάς μας και να ζητούμεν ημέραν και νύκτα την συγχώρησιν των αμαρτιών μας και ο εύσπλαγχνος Κύριος θα μας συγχωρήση και θα μας κάμη αξίους δια το πολύ έλεός Του της βασιλείας των ουρανών. Αμήν. Γένοιτο…
… Επί τούτοις ευχόμενος και πάλιν υγείαν σωματικήν και ψυχικήν διατελώ μετά πολλής της πατρικής αγάπης και διαπύρων ευχών.
Ο πνευματικός πατήρ
Ιερομόναχος Αθανάσιος»

Από το βιβλίο: Ιερομόναχος Αθανάσιος Χαμακιώτης, 1891-1967. Του Αρχιμ. (και νυν Μητροπ. Αργολίδος) Νεκταρίου Αντωνοπούλου.
Εκδόσεις, Ακρίτας. Αθήναι 1998.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.