Η ταπείνωση είναι στολή της θεότητας. Ο αληθινός ταπεινόφρων – Αγίου ισαάκ του Σύρου.

Η ταπείνωση είναι στολή της θεότητας.

1 Θέλω ν’ ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί, και να μιλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης. Όμως φοβάμαι πολύ, όπως φοβάται εκείνος που πρόκειται να μιλήσει για το Θεό με τους δικούς του συλλογισμούς. Γιατί η ταπείνωση είναι στολή της Θεότητας. Ο Υιός δηλ. και Λόγος του Θεού, που έγινε άνθρωπος, την ταπεινοφροσύνη ντύθηκε, και συναναστράφηκε μαζί μας με αυτήν μέσα στο ανθρώπινο σώμα. Και όποιος ντυθεί την ταπεινοφροσύνη, πραγματικά γίνεται όμοιος με το Λόγο του Θεού, που κατέβηκε από το δικό του ύψος και σκέπασε με την ταπεινοφροσύνη τη μεγαλοσύνη και τη δόξα του, για να μην καταφλεχθεί η κτίση, βλέποντας τη θεότητά του. Διότι η κτίση δεν μπορούσε να τον αντικρίσει, αν δεν έπαιρνε ένα μέρος από αυτήν, δηλ. το ανθρώπινο σώμα, ώστε να επικοινωνήσει μαζί της. ούτε μπορούσαν οι κτιστές υπάρξεις να ακούσουν τα λόγια του πρόσωπο με πρόσωπο. Διότι ούτε οι Ισραηλίτες μπόρεσαν να ακούσουν τη φωνή του, όταν λάλησε προς αυτούς μέσα από τη νεφέλη. Γι’ αυτό είπαν στο Μωυσή (Έξ. 20,19): Ας λαλήσει ο Θεός μαζί σου, και συ πες μας τους λόγους του, και ας μη λαλήσει ο Θεός μαζί μας, για να μην πεθάνουμε.

Τώρα όμως, που ο Θεός έχυσε τη χάρη του στον κόσμο με την παρουσία του, δεν κατέβηκε σε μας με σεισμό και φωτιά, ούτε με φοβερή και δυνατή φωνή, αλλά ήρθε όπως η βροχή στο κουρεμένο μαλλί του προβάτου και όπως η σταγόνα που στάζει στο χώμα απαλά, και συναναστράφηκε μαζί μας με ανθρώπινη μορφή. Σκέπασε δηλ., όπως σκεπάζουμε ένα θησαυρό, με την ανθρώπινη σάρκα τη δόξα του, και επικοινωνούσε μαζί μας με κείνο το σώμα που κατασκεύασε το θείο του νεύμα από τον κόλπο της παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, ώστε βλέποντάς τον ως άνθρωπο να συναναστρέφεται μαζί μας, να μη ταραχθούμε από τη θεωρία του. Γι’ αυτό το λόγο, όποιος φορέσει εκείνη τη στολή της ταπεινοφροσύνης, με την οποία τον είδε η κτίση μέσα στο ανθρώπινο σώμα που φόρεσε ο κτίστης, τον ίδιο το Χριστό ντύνεται. Και αντί να ντύνεται την κοσμική τιμή και την εξωτερική δόξα, στολίζεται με το εσωτερικό ένδυμα της ταπεινοφροσύνης. Γι’ αυτό και τα λογικά κτίσματα, βλέποντας έναν οποιοδήποτε άνθρωπο να φοράει αυτό το ομοίωμα της ταπεινοφροσύνης, ακόμη και με τη σιωπή τους τον προσκυνούν, τιμώντας τον Κύριό τους, που τον είδαν να τη φοράει και να συναναστρέφεται μαζί τους μέσω αυτής. Ποιό κτίσμα, αλήθεια, δεν ευλαβείται τη θεωρία του ταπεινόφρονα; Όμως μέχρι που αποκαλύφθηκε σε όλους η δόξα της ταπεινοφροσύνης, ήταν ευκαταφρόνητη η θεωρία της, μόλο που ήταν γεμάτη αγιότητα. Τώρα όμως ανέτειλε σαν τον ήλιο η δόξα της στα μάτια των ανθρώπων. Και κάθε συνετός άνθρωπος την τιμά, όπου και αν φανεί. Γι’ αυτό ούτε οι εξ αγνοίας εχθροί της αλήθειας δεν τη θεωρούν ευκαταφρόνητη, αν και αυτός που την απέκτησε φαίνεται φτωχότερος απ’ όλα τα κτίσματα. Ωστόσο, όποιος έμαθε την ταπείνωση, τιμάται από τα λογικά κτίσματα σαν να φοράει στεφάνι και βασιλική πορφύρα. (76-7).
Στον ταπεινόφρονα υποτάσσεται η λογική
και η άλογη κτίση. Ο αληθινός ταπεινόφρων.

2 Όποιος υποτάξει τον εαυτό του στο Θεό, είναι κοντά στο να υποταγούν σ’ αυτόν τα πάντα. Τον καιρό δηλ. που κυριαρχεί η ταπείνωση στη διαγωγή σου, υποτάσσεται σε σένα τον ταπεινό ο ψυχικός σου κόσμος, και μαζί μ’ αυτόν υποτάσσονται σε σένα τα πάντα. Διότι γεννιέται μέσα στην καρδιά σου η ειρήνη του Θεού. Και όσο είσαι έξω από την ειρήνη του Θεού, θα καταδιώκεσαι συνεχώς όχι μόνο από τα πάθη σου, αλλά και από διάφορα δυσάρεστα περιστατικά. Αλήθεια, Κύριε, αν δεν ταπεινωθούμε, δεν παύεις συ να μας ταπεινώνεις. Η αληθινή ταπείνωση γεννιέται από τη γνώση. Και η αληθινή γνώση γεννιέται από τους πειρασμούς. (58-59).

3 Τον ταπεινόφρονα κανένας μυαλωμένος άνθρωπος ποτέ δεν τον μισεί, δεν τον πληγώνει με λόγια, δεν τον καταφρονεί. Όλοι οι καλοί άνθρωποι τον αγαπούν, διότι τον αγαπά ο Κύριός του. Όλους τους αγαπάει και όλοι τον αγαπούν. Όλοι τον θέλουν, και σε κάθε τόπο, όπου πλησιάζει, τον βλέπουν ως άγγελο φωτός και του αποδίδουν ξεχωριστή τιμή. Και όταν μιλήσει, ο σοφός και ο δάσκαλος σιωπούν μπροστά του, διότι δίνουν το λόγο στον ταπεινόφρονα. Τα μάτια όλων προσέχουν στα λόγια του στόματός του. Κάθε άνθρωπος περιμένει τι θα πει, σαν να είναι λόγια Θεού. Τα σύντομα και κοφτά λόγια του είναι σαν τους λόγους των σοφών, που προσέχουν ένα – ένα τα νοήματά τους. τα λόγια του είναι γλυκά για τους σοφούς που τα ακούνε, πιο γλυκά από την κηρήθρα στο φάρυγγα. Και όλοι τον λογαριάζουν ότι έχει το Θεό μέσα του, κι ας είναι αμαθής στην έκφρασή του, και στη θεωρία ευκαταφρόνητος και ευτελής.
Πλησιάζει ο ταπεινόφρων στα σαρκοβόρα θηρία και, όταν πέσει το βλέμμα τους επάνω του, γίνεται ήμερη η αγριότητά τους, και τον πλησιάζουν σαν κύριό τους, και κινούν περιποιητικά τα κεφάλια τους και γλείφουν τα χέρια και τα πόδια του˙ διότι οσφραίνονται σ’ αυτόν εκείνη την ευωδία, που εξέπεμπε ο Αδάμ πριν από την παράβαση, όταν μαζεύτηκαν κοντά του και τα έδωσε ονόματα στον παράδεισο. Το σώμα που έλαβε από μας τους ανθρώπους ο Ιησούς το ξανάκτισε και το χάρισε σε μας με την ανθρώπινη παρουσία του. Αυτό είναι που σκόρπισε την ευωδία του στο ανθρώπινο γένος.
Και πάλι, πλησιάζει ο ταπεινόφρων στα θανατηφόρα ερπετά, και μόλις αισθανθούν επάνω στο σώμα τους το χέρι του, η οξύτητα και η σκληρότητα της θανατηφόρας πικρότητάς τους σταματάει, και στα χέρια του τα τρίβει σαν να είναι ακρίδες. Έρχεται κοντά στους ανθρώπους και τον προσέχουν όπως τον Κύριο. Και γιατί αναφέρω μόνο τους ανθρώπους; Αλλά και οι δαίμονες με όλη την ορμητικότητα και την πικρία τους και το καυχησιάρικο φρόνημά τους, μόλις πλησιάσουν στον ταπεινόφρονα, γίνονται αδρανείς σαν το χώμα, και μαραίνεται όλη η κακία τους, και καταστρέφονται οι μηχανορραφίες τους, και μένουν ανενέργητες οι πανουργίες τους.
Όποιος άνθρωπος είναι από τη φύση του επιεικής και ήσυχος, ή συνετός, ή πράος, δε φτάνει μόνο απ’ αυτό στο βαθμό της ταπεινοφροσύνης. Αληθινός ταπεινόφρων είναι αυτός που έχει ένα κρυφό ταλέντο, που να τον κάνει να υπερηφανεύεται, αλλά δεν υπερηφανεύεται, παρά συλλογίζεται ότι είναι χωματένιο. Αλλά ούτε κι αυτόν που, από την ενθύμηση των αμαρτημάτων, συντρίβεται η καρδιά του, και ταπεινοφρονεί και δεν αφήνει στο νου του να περηφανευτεί, ούτε κι αυτόν τον λέμε ταπεινόφρονα, αν και αυτό που κάνει είναι αξιέπαινο. Διότι ακόμη έχει το λογισμό της υπερηφάνειας, και δεν απέκτησε την αληθινή ταπείνωση, αλλά την προσεγγίζει απλώς με τους παραπάνω τρόπους. Αν και αυτό που κάνει είναι αξιέπαινο, όπως είπα, όμως ακόμη θέλει την ταπείνωση, γιατί δεν την έχει αποκτήσει. Αληθινός και τέλειος ταπεινόφρων είναι αυτός που δε χρειάζεται να εφευρίσκει με το νου του διάφορους λόγους, όπως οι αμαρτίες του και η χοϊκότητά του για να ταπεινοφρονεί, αλλά απέκτησε την ταπεινοφροσύνη σε υψηλό βαθμό και σαν κάτι το φυσιολογικό, χωρίς ιδιαίτερη εργασία. Σαν να δέχτηκε δηλ. μέσα του ένα μεγάλο χάρισμα, ανώτερο από όλη την κτίση, και, εντούτοις, αυτός θεωρεί τον εαυτό του αμαρτωλό και ευτελή και ευκαταφρόνητο. (77-9).

Από το βιβλίο: Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου. Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια, Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη, Δρος Θεολογίας, Φιλολόγου.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.