Από πού ήτο δυνατόν να γνωρίζω, ότι Συ γίνεσαι αθάνατο και άφθαρτο και αχόρταστο ψωμί εις εκείνους που πεινούν δι’ εσέ; – Αγίου Συμεών του νέου θεολόγου.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

… Πράγματι, φιλάνθρωπε Κύριέ μου, τίποτε απολύτως από όλα αυτά δεν εγνώριζον.

Διότι καίτοι εις τας θείας Γραφάς, τας οποίας συνέγραψαν οι άγιοί σου (απόστολοι και προφήται), ανέγνωσα μερικάς φοράς περί όλων αυτών, αλλ’ ήκουον αυτά και ενόμιζον ότι σημαίνουν κάτι άλλο ή ότι απηυθύνοντο προς άλλους και ότι όσα εγράφοντο εκεί με άφηνον αδιάφορον ωσάν να ήμην αναίσθητος, χωρίς να δυνηθώ ποτέ να αντιληφθώ ούτε το παραμικρόν δι’ αυτά.

Διότι ενώ ήκουον τον κήρυκά σου Παύλον να βροντοφωνή και να λέγη: «Α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν», εσκεπτόμην ότι είναι αδύνατον κάποιος που φέρει ακόμη την σάρκα να δη όλα αυτά.

Ενόμιζα δηλαδή ότι εις εκείνον μόνον έδειξες τα εξαίσια αυτά πράγματα, διά να του κάμης χάριν και δεν εγνώριζα ο δυστυχής ότι αυτό κάμνεις και εις όλους όσοι σε αγαπούν.

Από πού δε και κατά ποίον τρόπον ηδυνάμην να γνωρίζω, ότι κάθε ένας που πιστεύει εις σε γίνεται δικό σου μέλος και ακτινοβολεί την Θεότητα διά της χάριτός σου -ποίος δε θα πιστεύση τούτο- και θα γίνη μακάριος, αφού έγινεν εδώ εις την γην μακάριον μέλος σου του τρισευλογημένου Θεού;

Από πού ήτο δυνατόν να γνωρίζω, ότι συ αντί δι’ υλικήν τροφήν γίνεσαι αθάνατο και άφθαρτο και αχόρταστο ψωμί εις εκείνους που πεινούν δι’ εσέ και ακόμη (γίνεσαι) πηγή αθάνατος δι’ εκείνους που διψούν και ένδυμα πολυτελέστατον εις εκείνους που φορούν προς ιδικήν σου δόξαν και από αγάπην προς σε παλαιά ρούχα*;

Όταν, λοιπόν, ήκουον να λέγωνται αυτά από τους δικούς σου κήρυκας, εφανταζόμην ότι θα πραγματοποιηθούν μόνον εις το αιώνιον μέλλον και μετά την καθολικήν ανάστασιν και δεν εγνώριζον ότι και τώρα μάλιστα γίνονται, ότε έχομεν μεγαλυτέραν ανάγκην αυτών.

Αυτά ούτε τα εγνώριζα, πανάγιε Βασιλεύ, ούτε τα επεθύμησα ποτέ, ούτε εζήτησα από εσένα να μου δώσης κάτι από αυτά, παρά μόνον ενθυμούμενος τας αμαρτίας μου, εζητούσα μόνον την συγχώρησιν εκείνων και επιθυμούσα, καθώς είπα ανωτέρω, Δέσποτα, να εύρω ένα μεσολαβητήν και αντιπρόσωπόν μου, ώστε διά της ιδικής του προσευχής και της υποδουλώσεώς μου εις εκείνον μήπως και εύρω μελλοντικώς την άφεσιν των πολλών μου αμαρτιών.

Όταν δε ήκουον όλους μαζί να λέγουν, ότι δεν υπάρχει πλέον τώρα επάνω εις την γην τέτοιος άγιος, τότε ησθανόμην μεγαλυτέραν λύπην.

Εν τούτοις όμως ουδέποτε επίστευσα ότι αυτό είναι αληθές, αλλ’ απαντούσα εις αυτούς, Δέσποτα Χριστέ, καθώς γνωρίζεις, και έλεγον: «Κύριέ μου, ελέησον. Τόσον, λοιπόν, πολύ ο διάβολος έγινε δυνατώτερος του Δεσπότου Θεού, ώστε να τραβήξη όλους πλησίον του και να τους κατατάξη εις την παράταξίν του, και να μη παραμείνη κανείς εις την παράταξιν του Θεού»;

Διά τούτο, όπως νομίζω, φιλάνθρωπε Βασιλεύ, ενώ εκαθήμην εις το σκότος της ζωής και ευρισκόμην εις το μέσον των κακών ανθρώπων έλαμψες εις εμέ το άγιον φως σου και μέσα εις αυτό μου εφανέρωσες τον ιδικόν σου άγιον [εννοεί τον Γέροντά του, τον άγιον Συμεών τον Ευλαβή].

Και όπως ακριβώς έπραξες με τον δούλον σου Παύλον, τον οποίον ενώ σε εδίωκε τον εκάλεσες διά της θεϊκής σου παρουσίας -διότι όταν εκείνος σε είδε και σε ηρώτησε «ποίος είσαι;» δεν του είπες: «Εγώ είμαι που εδημιούργησα τον ουρανόν και την γην. Εγώ είμαι που έφερα τα πάντα από την ανυπαρξίαν εις την ύπαρξιν», ούτε του είπες «εγώ ειμι ο ων», ή «ο Θεός Σαβαώθ» ή «ο θεός των πατέρων σου» ούτε εχρησιμοποίησες κάποιαν άλλην από τας προσωνυμίας που υποδηλώνουν το μεγαλείον σου, αλλ’ είπες προς αυτόν τούτο μόνον: «Εγώ ειμι Ιησούς ο Ναζωραίος, ον συ διώκεις», διά να γνωρίση πλήρως, ότι συ είσαι ο Θεός που έλαβεν ανθρωπίνην σάρκα χάριν ημών, τον οποίον εκείνος επολέμα» το ίδιον ακριβώς έκαμες και με μένα, Δέσποτα, όταν ευδόκησες να μου φανερώσης τον άγιόν σου Συμεών.

* Εννοεί κατ’ εξοχήν τους μοναχούς, αλλά και πάντα πιστόν ασκούντα φιλανθρωπίαν και ένεκα ταύτης πτωχεύοντα. …

Απόσπασμα από τις «Κατηχήσεις ΚΑ’ – ΛΔ’, Ευχαριστία 1-2”, του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, από την σειρά βιβλίων “Συμεών του Νέου Θεολόγου, τόμος 3ος, των εκδόσεων Ωφελίμου Βιβλίου. Μετάφραση, σχόλια Ηλίας Τσιάκος, θεολόγος, νομικός.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
πΕΜΠΤΟΥΣΊΑ.GR: 18 φΕΒΡΟΥΑΡΊΟΥ 2021

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.