Στη Ρόδο.

Η Ρόδος είναι γεμάτη ωραία τοπία και αρχαιότητες. Και όπου υπάρχει το ένα, μπορεί να είσθε βέβαιοι πως δεν λείπει και το άλλο.
Στις κορφές των βουνών, απ’ όπου το μάτι αγκαλιάζει την απέραντη θάλασσα και τα παιγνίδια του φωτός, υπάρχουν ερείπια αρχαίων ακροπόλεων. Στους σκαμμένους γραφικούς βράχους των ακρογιαλιών βρίσκονται τάφοι αρχαίων Ροδίων. Μαρμάρινες στήλες και κρήνες λευκάζουν μέσα σε γοητευτικές πρασινάδες.
Μ’ όλο που το νησί αυτό γέννησε «αγέρωχους άνδρες», όπως λέει ο Όμηρος, η φύση έχει μια ημεροσύνη και μια γλυκύτητα, που την νιώθετε εύκολα.
Δεν έμεινα παρά μόνο μια μέρα στην ανοιξιάτικη φύση της. Το άσπρο καράβι που με είχε φέρει εμπρός στα κάστρα της Ρόδου, περίμενε υπ’ ατμόν, για να με μεταφέρη και σ’ άλλα ακρογιάλια. Άρκεσε ωστόσο η σύντομη αυτή επίσκεψη, για να γεμίση ομορφιές η ψυχή μου. Γιατί, κάνοντας την εκδρομή της αρχαίας Λίνδου, είδα αρκετό μέρος του εσωτερικού της Ρόδου. Ο δρόμος που φέρνει ως εκεί, περνά μέσα από γοητευτικά χωριά, σαν μια κλωστή μέσα από χάντρες.
Το ανοιξιάτικο εκείνο πρωινό που πήγαινα στη Λίνδο, ο αέρας ήταν γεμάτος από μυρωδιές θυμαριών και ανθισμένων πορτοκαλιών και από τον αχό των πευκώνων.
Σ’ όλη τη διαδρομή τα μάτια μου δεν αντίκρισαν ούτε μια σπιθαμή φτωχικής ή ασήμαντης φύσης. Παντού τα κυπαρίσσια, οι ελιές, τα πλατάνια και τα πεύκα έντυναν τους λόφους και τις λαγκαδιές, και στους κάμπους απλωνόταν η τρυφερή πρασινάδα των περιβολιών.
Τα χωριά της Καλλιθέας, του Αρχαγγέλου, της Μάλωνας, που ήταν στο δρόμο μας, λεύκαζαν επάνω στην απέραντη πρασινάδα, σαν κοπάδια καθισμένων περιστεριών. Το γενικό τους ασβέστωμα και η πάστρα των αυλών τους είχαν ένα γιορταστικό τόνο, που εφαίδρυνε ακόμα περισσότερο την ανοιξιάτικη ατμόσφαιρα.
Η Λίνδος, όταν φτάσαμε, μου προσφέρθηκε σαν ένα ποτήρι, όπου ήπια την ομορφιά όλης της Ρόδου. Το θέαμά της συνδυάζει τη γοητεία και το ενδιαφέρον.
Και αυτό ακόμα το σημερινό χωριό δεν φέρει ανάξια το ιστορικό του όνομα. Οι στενοί δρόμοι του θέλγουν με τη μεσογειακή νησιώτικη γραφικότητά τους και τη μεγάλη πάστρα τους. τα σπίτια, κολλημένα το ένα στο άλλο, είναι κάτασπροι κύβοι. Αυτά τα ταπεινά μα και πρόσχαρα μαζί νησιώτικα σπιτάκια ήταν ανακατωμένα με μέγαρα χτισμένα από Λινδίους εμπόρους και εφοπλιστές του 16ου αιώνα.
Σ’ άλλα σπίτια θαύμασα, κρεμασμένα στους τοίχους σαν πολύτιμες εικόνες, τα εξαίσια ροδίτικα πιάτα, και δεν περάσαμε από κατώφλι, όπου να μην έστεκαν χωρικές γυναίκες, ντυμένες για το Πάσχα με τα γιορτινά τους φορέματα και στολισμένες με τα φλουριά τους.
Γυρίσαμε ωστόσο βιαστικά το χωριό, γιατί ανυπομονούσαμε ν’ ανεβούμε στην ακρόπολη της Αρχαίας Λίνδου.
Υψώνεται στην κορυφή ενός λόφου, που είναι απότομος και γυμνός. Το ανέβασμά του είναι κουραστικό, αλλά όταν περνάτε την πύλη του κάστρου, βρίσκεσθε στην αρχαία ελληνική ακρόπολη και σας υποδέχονται σαν πυργοδεσπότες η Ομορφιά και η Ιστορία.
Εκεί υψωνόταν ο περίφημος στην αρχαιότητα ναός της Λινδίας Αθηνάς, και την ακρόπολη την στόλιζαν προαύλια, βωμοί άλλων θεών, εκατοντάδες αγάλματα και αναρίθμητες μαρμάρινες επιγραφές με ψηφίσματα των αρχαίων Λινδίων. Πέρασα στην αρχαία ακρόπολη της Λίνδου μια ώρα και είχα την αίσθηση ότι ζούσα μέσα στο παρελθόν. Κάτω από το φωτεινό και γαλάζιο ουρανό βασίλευε μια γαλήνη αιωνιότητας. Ένα απέραντο τοπίο στεριάς και θάλασσας απλωνόταν κάτω από τα πόδια μου. Ο ήλιος χρύσιζε την ομορφιά του. Τα μάτια μου περιφέρονταν σαν αναποφάσιστα, σαν να μην ήξεραν να διαλέξουν το σημείο που θα τους άρεσε περισσότερο να σταθούν.
Έβλεπα το λιμάνι, από όπου ξεκίνησε μια μέρα με τις τριήρεις του ο βασιλιάς Τληπόλεμος, για να λάβη μέρος στον Τρωικό πόλεμο, τον τάφο του Κλεοβούλου, ενός από τους «επτά» σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, τις ακτές που έμπαιναν βαθιά μέσα στη θάλασσα.
Το σημείο όπου επί τέλους σταμάτησα, ήταν ένας μικροσκοπικός όρμος κάτω από το λόφο, κλειστός σαν δαχτυλίδι, που γυάλιζε σαν μια μεγάλη ζαφειρόπετρα. Σ’ αυτόν, λένε, βγήκε ο απόστολος Παύλος γυρίζοντας από τη Ρώμη και κατήχησε τους Ροδίους στη θρησκεία του Ναζωραίου. Μα ο νους μου πέταξε αμέσως σε μιαν άλλη μορφή.
Σ’ αυτόν εκεί τον ορμίσκο, σκέφτηκα, θα αποβιβάστηκε δίχως άλλο η Ελένη του Μενελάου, όταν, όπως λέει ο θρύλος, ήρθε στη Λίνδο, αφού έπεσε η Τροία. Πού αλλού παρά σ’ αυτή την αγκαλιά θα έβρισκε καλύτερο καταφύγιο από την τρικυμία και τους ανθρώπους;
Κατά διασκευή Θ. Παρασκευοπούλου Κώστας Ουράνης

Από το Αναγνωστικό της ΣΤ’ τάξεως του Δημοτικού σχολείου.
Εν Αθήναις 1964

Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.