Ο Μέγας Αντώνιος και ο τσαγγάρης.

… Κάποτε που ο αββάς Αντώνιος προσευχόταν στο κελλί του, άκουσε μια φωνή να του λέει: «Αντώνιε, ακόμη δεν έφτασες στο μέτρο του τάδε τσαγγάρη που ζει στην Αλεξάνδρεια». Σηκώθηκε λοιπόν ο γέροντας το πρωί, πήρε το φοινικένιο ραβδί του και πήγε να τον βρει. Αφού μπήκε στο σπίτι του και τον χαιρέτησε, κάθισε μαζί του και του είπε:

«Πες μου, αδελφέ, τις πράξεις σου».

Εκείνος του αποκρίθηκε: «Δεν βλέπω στον εαυτό μου, αββά, να έχω κάνει κανένα καλό, εκτός από το ό,τι καθώς σηκώνομαι το πρωί, για να αρχίσω τη δουλειά μου, λέω μέσα μου ότι όλη αυτή η πόλη, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο, θα μπουν στη βασιλεία των ουρανών για τις αρετές τους, και μόνο εγώ θα κληρονομήσω την κόλαση για τις αμαρτίες μου. Και πάλι το βράδυ, πριν κοιμηθώ, λέω τα ίδια λόγια».

Όταν τον άκουσε ο γέροντας, είπε: «Στ’ αλήθεια, σαν καλός χρυσοχόος, καθισμένος με άνεση στο σπίτι σου, κληρονόμησες τη βασιλεία. Ενώ εγώ, καθώς δεν έχω διάκριση, μένοντας όλα μου τα χρόνια στην έρημο, δεν σε έφτασα».

Πρόσεξε, αναγνώστη, μην πάρεις αστόχαστα και επιπόλαια τη διήγηση και βλαφτείς αντί να ωφεληθείς. Μη θεωρήσεις δηλαδή αυτή τη μία πράξη του κοσμικού, που μάλιστα δεν είχε και κόπο, ανώτερη από όλη την ασκητική ζωή του αρχηγού των πατέρων και κορυφαίου, ο οποίος πήρε και τις ανταμοιβές ανάλογες με τους κόπους του, όπως λέει ο απόστολος,3 και δοξάστηκε από τον Θεό παραπάνω από όλους τους πατέρες και κατατάχθηκε στον ίδιο τόπο, όπου είναι ο Θεός, όπως φανερώθηκε σε κάποιον άγιο.4

Αν δηλαδή ο τσαγγάρης, για τον ευσεβή εκείνο λογισμό του και μόνο, είναι ανώτερος του Μεγάλου Αντωνίου, του πύρινου στύλου που φωτίζει την οικουμένη, όπως είπε γι’ αυτόν κάποιος άγιος, γιατί τότε δεν προβάλλεται σε όλους ο τσαγγάρης ως παράδειγμα για μίμηση, ώστε όλοι εκείνον μάλλον να προσπαθούμε να μοιάσουμε ως ανώτερο, και μάλιστα όταν και η μίμηση είναι τόσο εύκολη; Γιατί, αντίθετα, αφήνοντας αυτόν, οι μοναχοί αποβλέπουμε, σαν σε μοναδικό πρότυπο, στον τρόπο ζωής του θαυμαστού Αντωνίου και με αυτόν αγωνίζεται ο καθένας από εμάς να εξομοιώσει τη δική του ζωή; Και μάλιστα όταν η εξομοίωση αυτή είναι τόσο κοπιαστική και λίγοι την κατόρθωσαν στην εντέλεια; Νομίζω όμως ότι ούτε λίγοι.

Είναι λοιπόν φανερό ότι ο Θεός, που πάντοτε ταπεινώνει τους δικούς του, τους οποίους και αναγνωρίζει, σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής,5 και που έδωσε και στον Παύλο αγκάθι στο σώμα ώστε να μην υπερηφανεύεται6 για τις τόσο μεγαλειώδεις αποκαλύψεις που είχε, ατός και τον Μέγα Αντώνιο, τον γεμάτο κατορθώματα και πνευματικά χαρίσματα, όταν ζήτησε να μάθει το δικό του μέτρο, για να τον προφυλάξει, ως άνθρωπο, με την ταπείνωση, του είπε ο φιλάνθρωπος ότι δεν έφτασε ακόμη στο μέτρο του τσαγγάρη. Δεν έλεγε ψέματα ο Θεός – μη γένοιτο! – αλλά την αλήθεια και την πραγματικότητα. Ποιο όμως μέτρο εννοούσε; Αυτής της συγκεκριμένης αρετής που είχε ο τσαγγάρης, ο οποίος δεν είχε καθόλου μεγάλη ιδέα τια τον εαυτό του, αφού περνούσε ζωή άσημη και κοσμική, και η συνείδησή του τον καταδίκαζε για πολλά. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος, όντας συνετός και έχοντας επίγνωση του εαυτού του, όλους με την καρδιά του τους θεωρούσε ενάρετους και άξιους για τη βασιλεία, χωρίς να βλέπει τις ξένες αμαρτίες, και μόνο τον εαυτό του
καταδίκαζε και θεωρούσε ότι θα κληρονομήσει την αιώνια κόλαση.

Και είναι βέβαια ο άνθρωπος άξιος επαίνων και εγκωμίων, επειδή, αν και ήταν άσημος και κοσμικός, είχε τέτοιο φρόνημα. Όχι όμως γι’ αυτό ήταν και ανώτερος του Μεγάλου Αντωνίου. Σε τούτο μόνο τον ξεπερνούσε, στο ότι είχε τον εαυτό του πιο αμαρτωλό από όλους τους ανθρώπους. Γιατί ο Μέγας Αντώνιος, αν και ήταν ταπεινόφρων και με τη χάρη του αγίου Πνεύματος δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο για τίποτε, είχε ωστόσο τη συνείδησή του να του θυμίζει τα κατορθώματα και τα χαρίσματα που απέκτησε και τα οποία ήξερε καλά ότι πολλοί δεν τα έχουν. Γι’ αυτό και δεν μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του πιο αμαρτωλό από όλους τόσο, όσο ο τσαγγάρης, αν και αγωνιζόταν και αυτός, όσο μπορούσε περισσότερο, να καταδικάζει τον εαυτό του. Σε αυτό λοιπόν τον νικούσε ο τσαγγάρης˙ γι’ αυτό και ο Θεός, λέγοντας τούτο, και την αλήθεια είπε, αλλά και το παιδί του – τον Αντώνιο – τον οδηγούσε σε μεγαλύτερη ταπείνωση.

Αυτή τη διάκριση να κάνεις και στις άλλες διηγήσεις αγίων, στους οποίους ο Θεός φανέρωσε ή είπε κάτι παρόμοιο. …

Υποσημειώσεις.

3. Α’ Κορ. 3, 8

4. Βλ. Δ’ τόμο του Ευεργετινού, υπόθεση Δ’, από το γεροντικό, διήγηση 4η.

5. Παροιμ. 3, 12

6. Β’ Κορ. 12, 7-9

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.»

Τόμος 1-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.