Ήταν ταξική η επανάσταση του 1821; ο δημιουργός του 1821 ήταν το έθνος ολόκληρο; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Διαβάζοντας το «Φιλοσοφικό Λεξικό» των Μ. Ρόζενταλ – Π. Γιουντίν θα υπογράμμιζες τα εξής: «Δεν υπάρχουν πόλεμοι χωρίς ταξικά ελατήρια, χωρίς ταξικές πολιτικές επιδιώξεις… Ο καπιταλισμός είναι το βαθύτερο αίτιο των πολέμων… Η παραγωγή των υλικών αγαθών πρώτης ανάγκης και κατά συνέπειαν ο κάθε βαθμός της οικονομικής ανάπτυξης ενός λαού ή μιας εποχής, είναι εκείνο που αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία αναπτύσσονται οι πολιτικοί θεσμοί, οι αντιλήψεις για το δίκαιο, η τέχνη, ακόμη και οι θρησκευτικές ιδέες των ανθρώπων… Η εξέλιξη των τρόπων παραγωγής των υλικών αγαθών είναι η κυριότερη δύναμη που καθορίζει ολόκληρη την κοινωνική ζωή και που ορίζει τις προϋποθέσεις για το πέρασμα από το ένα κοινωνικό καθεστώς στο άλλο» Φιλοσοφικό Λεξικό σελ. 433, 434, 553. Και έχεις έτσι – κάπως σύντομα – με τα αναφερόμενα τη γενική βάση του ιστορικού υλισμού, πάνω στην οποία θεμελιώνεται η Μαρξιστική και γενικότερα η αριστερίζουσα θεώρηση και της Ελληνικής επαναστάσεως του 21.
Αν και η γενική αυτή βάση του ιστορικού υλισμού διαμορφώθηκε μετά το έτος 1840 και ως τις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ η ελληνική επανάσταση προηγείται τέτοιων θεωριών˙ αν και την ιστορία δεν μπορείς να τη γράψεις με σχήματα Α. PRIORI δηλαδή νάχεις από πριν σχήματα ξεκαθαρισμένα και να εντάσσεις σ’ αυτά τα γεγονότα, αλλά την ιστορία τη γράφεις A POSTERIORI (δηλαδή παίρνεις και μελετάς τα γεγονότα ελεύθερα, απροκάλυπτα και εξονυχιστικά επιμελημένα) και έπειτα γενικεύεις και διατυπώνεις την ερμηνεία. Αν και δέχεσαι την ιστορία σύνθετη, με πολυείδεια και κανονικότητα – όχι όμως αναγκαιότητα – γιατί τότε θάπρεπε λ.χ. και οι Εβραίοι, οι Αρμένιοι να έκαναν παράλληλα με τους Έλληνες επανάσταση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οπότε μάλλον – θεωρητικά τουλάχιστον – αρνείσαι τη βάση του ιστορικού υλισμού για την ερμηνεία της επαναστάσεως του 21, όμως συγκεκριμένα και πρακτικά επιβάλλεται να συζητήσεις και γνώμες – κρίσεις που την προϋποθέτουν και την εκφράζουν.
Ταξικό χαρακτήρα αποδίδει στην επανάσταση του 21 ο Γ. Κορδάτος με το έργο του «Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως 1821», που κυκλοφόρησε το 1924 και κατά τον Τ. Βουρνά άρθρο στην εφημερίδα «Αυγή» στις 25/3/1979 όσο και αν φαίνεται σήμερα ατελής η μελέτη εκείνη ταρακούνησε τα μυαλά των στοχαστών, όταν γράφει: «Η σχηματισθείσα ελληνική αστική τάξη, ήτανε ο φορέας του εθνικισμού˙ μαζί της τράβηξε και τα λαϊκά στρώματα, ενώ η φεουδαρχία (τσιφλικάδες, κλήρος κ.λ.π.) ήτανε αντίθετη σε κάθε εθνεγερσία … τα κινήματα του 1770 καθώς και το 1821 είναι ο ταξικός πόθος της αστικής τάξης να γίνει καθεστώς, να πάρει την πολιτική εξουσία για να στερεώσει την κυριαρχία της την οικονομική στη Βαλκανική και στη Μεσόγειο… Την επανάσταση δεν την ήθελαν οι κοτσαμπάσηδες. Αν πήρανε μέρος γελαστήκανε από τους Φιλικούς. Η επανάσταση ήτανε αστικό κίνημα» Γ. Κορδάτου, η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως 1821, σελ. 20, 23, 198.
Αντίθετα και αντιφατικά θα διάβαζες σε βιβλίο του Λ. Στρίγκου: «Στην κίνηση αυτή (= επανάσταση του 21) πρώτη απ’ όλους μπήκε η αγροτιά με εκπρόσωπό της την αθάνατη κλεφτουργιά, που ποτέ δε σταμάτησε τον ένοπλον αγώνα σχεδόν από τα πρώτα χρόνια της σκλαβιάς… Δεν είναι σωστή η άποψη ότι η αγροτιά ήταν κινητήρια δύναμη της επανάστασης. Η άποψη αυτή αντιφάσκει στην ιστορική πείρα που δείχνει ότι κανένα επαναστατικό κίνημα της αγροτιάς δεν πέτυχε και δεν μπορεί να πετύχει αφημένο στον εαυτό του» Λέων. Στρίγκου, η επανάσταση του 21, σελ. 24, 33.
Διαβάζοντας τις απόψεις των ιστορικών που δέχονται ταξικό χαρακτήρα στην επανάσταση του 21 θα διαπίστωνες συχνά πολλές διαφορές αντιλήψεων και εκτιμήσεων μεταξύ τους. Γι’ αυτές τις διαφορές συχνά γίνεται λόγος σήμερα σε βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες, όπως λ.χ. στην «Αυγή» της 25/3/1979, άρθρο του Τ. Βουρνά. Επί Γ. Κορδάτου το κίνημα της αριστεράς περνούσε τη νηπιακή του ηλικία. Θεωρητικά ανερμάτιστο, πολιτικά άπειρο, ανίκανο να προβάλλει τη δική του πολιτική γραμμή στην ελληνική πραγματικότητα, περιοριζόταν μόνο στην άρνηση των αστικών αξιών και ως ένα σημείο αρνούνταν και την ελληνική επανάσταση… στο έργο του Κώστα Βάρναλη συγκεκριμένα άρνηση του 21 υποστατώνεται σε στίχους σατιρικούς, που θέτουν σε αμφισβήτηση την ιδεολογική δομή του αγώνα της ανεξαρτησίας, εν ονόματι μιας αφηρημένης αδελφοσύνης των λαών, πέρα και έξω από τις συγκεκριμένες επιδιώξεις της πολιτικής στρατηγικής, που είχε στόχο την εθνική απελευθέρωση… κατά τη γραμμή της αριστεράς (Ν. Ζαχαριάδης) η αστική επανάσταση δεν είχε ακόμη πραγματωθεί στην Ελλάδα. Την απούσα – κατά την αντίληψη του κόμματος – αστική τάξη αντικαθιστούσε στους κοινωνικούς αγώνες μια αφηρημένη έννοια «λαός», που τον πρωταγωνιστικό ρόλο παραχωρούσε στις αγροτικές μάζες. Υπό το θολό αυτό ιδεολογικό πρίσμα τοποθετήθηκε προς έρευνα και η ιστορία μας με κύριο ερευνητικό το Γιάννη Ζέβγο… που ονομάζει σε σειρά επιφυλλίδων του τον Γ. Κορδάτο, ιστορικό της ελληνικής μπουρζουαζίας».
Από τον ίδιο ιστορικό συγγραφέα, στο ίδιο άρθρο, έχεις σύμφωνα με τη διαλεκτική του ιστορικού υλισμού, τον παρακάτω χαρακτηρισμό της ελληνικήκς επαναστάσεως: «Αγροτικό στους ιδιαίτερους στόχους του το επαναστατικό κίνημα του ελληνικού και των άλλων Βαλκανικών λαών στα 1821, βασισμένο ιδεολογικά στην κοσμοθεωρία και την ηγεσία της αστικής τάξης, αποτελούσε ένα φυσιολογικό κρίκο της πορείας προς την εξουσία των νέων κοινωνικών δυνάμεων, επειδή σε τελευταία ανάλυση τα αγροτικά κινήματα μέσα στους κόλπους ενός καθεστώτος που βασιζόταν στον στρατιωτικό τιμαριωτισμό, δεν ήταν τίποτε περισσότερο ή λιγότερο παρά μια εξειδικευμένη μορφή της αστικής δημοκρατικής πάλης, γιατί ενίσχυσαν τους αγώνες για την ατομική ιδιοκτησία και τις αστικές σχέσεις παραγωγής, εξαρθρώνοντας τοπικά, με τα μέσα που τους παρείχαν οι ιστορικές συνθήκες το φεουδαρχισμό σε γενική κλίμακα» εφημ. «Αυγή» 25/3/1979.
Ίσως νιώθεις κάποια έκπληξη για το γεγονός ότι σε εκλαϊκευτικό άρθρο μιας εφημερίδας των ημερών μας διατυπώνονται τόσο περίπλοκα τα νοήματα για ένα κορυφαίο και ξεκάθαρο γεγονός της ιστορίας μας, αλλά διαπιστώνεις πόση προσπάθεια καταβάλλεται για συγκερασμό όλων των αντιμαχομένων κρίσεων – απόψεων που διατυπώθηκαν ως τώρα.
Και από άλλους συγγραφείς μπορείς ν’ αναφέρεις γνώμες για ταξικό αγώνα στην επανάσταση του 21, όπως: «Ο αγώνας της κατώτερης αστικής τάξεως θα δινόταν προς τρεις κατευθύνσεις: εναντίον των Τούρκων, εναντίον των μεγάλων Δυνάμεων και εναντίον των Ελλήνων αξιωματούχων του οθωμανικού κράτους. Η αντιπάθεια ή και το μίσος των Ελλήνων όλων των τάξεων για τους κοτσαμπάσηδες δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητο. Ίσως μάλιστα, να μην οφειλόταν τόσο το ότι συνήθως ήταν πλούσιοι γαιοκτήμονες, αλλά κυρίως στον τρόπο της εκλογής τους, στις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν για ν’ αυξήσουν τον πλούτο τους και στην πολυτελή και συχνά ανήθικη ζωή τους. πρόκειται για μια υψηλού βαθμού επαναστατική ηθική». Βασιλ. Κρεμμυδά, εισαγωγή στην ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας, σελ. 221. Και από άλλο συγγραφέα: «Μόνον ο Γ. Κορδάτος πρώτος έδωκε τις αληθινές διαστάσεις των νεοελληνικών ιστορικών φαινομένων. Η νεοελληνική ιστορία αποσιώπησε τη διευθυντική δύναμη του οικονομικού κατεστημένου στην ιστορική διαδρομή» Γ. Δ. Κατσούλη, το κατεστημένο στην νεοελληνική ιστορία, σελ. 7.
Από βιβλίο του Γιάννη Σκαρίμπα θα σημείωνες τα εξής: «Οι Τούρκοι… δεν ήταν οι χειρότεροι… Οι λέγοντες ότι η επανάσταση ήταν μόνον εθνική, ή είναι αδιάβαστοι ή δε μας λένε την αλήθεια. Σκοτώνοντας τους Τούρκους ήξερε ότι σκοτώνει το σύμμαχο των κοτσαμπάσηδων. Χωρίς τον αφανισμό πρώτα αυτουνού, δεν μπόραε να ξεπάτωνε τους άλλους. Το ότι σ’ αυτό η επανάσταση γελάστηκε, δεν παναειπεί διόλου ότι τους εφείσθη. Θα τους πέρναε εν στόματι μαχαίρας. Το ότι νόμισε ότι για τούτο είχε καιρό αυτό την έφαγε… η επανάσταση απότυχε». Γ. Σκαρίμπα, το 21 και η αλήθεια, τόμ. α’, σελ. 11.
Τέλος θα μνημόνευες και τις απόψεις της Ρωδίδας ιστορικού Ο. Μπ. Σπαρό: «Τη λευτεριά της Ελλάδος την κατάκτησαν οι αγρότες και οι βοσκοί. Κατέβαιναν άοπλοι από τα βουνά στις πεδιάδες ή ξεκινούσαν από τα χωριά τους κι έμπαιναν κάτω από τις σημαίες των αρχηγών τους. Οργανώνοντας σε μικρές ομάδες και χτυπούσαν τις τουρκικές στρατιωτικές μονάδες, τις τοπικές μικρές φρουρές και τα συνοριακά φυλάκια, σκότωναν εχθρούς σ’ ενέδρες στα βουνά και έπαιρναν τα όπλα τους. Ύστερα συγκροτούσαν μεγάλα αποσπάσματα και χτυπούσαν πόλεις και φρούρια». Ο. Μπ. Σπαρό, η ελληνική επανάσταση και η Ρωσία, σελ. 65.

Ξεκινώντας από τα τελευταία θα παρατηρούσες ότι παραγνωρίζεται – για χάρη του αγρότη του βοσκού – η προσφορά εκείνων που αγωνίστηκαν στη θάλασσα, καπετάνιων, πλοιάρχων και ναυτών. Και θα τόνιζες πως είναι πολλές και διάφορες ως αντιφατικές οι κοινωνιολογικές ερμηνείες της επαναστάσεως του 21 και ατέλειωτα μακρές οι συζητήσεις, που μπορεί να προκληθούν. Πάντως ένα θα το δεχόσουν στέρεα βάση για όλες τις ερμηνείες: η ελευθερία που ήλθε με την επανάσταση του 21 δε μας δόθηκε, ούτε μας χαρίστηκε «εν ονόματι αδελφοσύνης των λαών» ή έστω σαν συνέπεια ξένων διακηρύξεων ή προπαγάνδας άλλων ιδεολογιών Η ελευθερία κατακτήθηκε με λίμνες και ποταμούς αιμάτων! Αρκεί να αναλογιστείς μόνον ότι για να ελευθερωθούν 700.000 Έλληνες, σκοτώθηκαν, πουλήθηκαν και χάθηκαν στα πεδία των μαχών και των ναυμαχιών (1.000.000) ένα εκατομμύριο Έλληνες. Αυτό και μόνον αυτό το δεδομένο σου είναι ανυπέρβλητη απόδειξη πως τον αγώνα της επαναστάσεως του 21 τον προετοίμασε, τον άρχισε, το διεξήγαγε και τον ολοκλήρωσε όχι μια τάξη – οσαδήποτε και αν πρόσφερε – ούτε λίγα διαλεκτά άτομα – ηγέτες, μα ολόκληρος ο Ελληνικός λαός.
Θα πρόσεχες και κάτι ακόμα: Από τις ερμηνείες που δόθηκαν, απουσιάζει ή ελάχιστα αντιπροσωπεύεται ο λόγος των αγωνιστών του 21. Και θα συμφωνούσες πως αξίζει περισσότερο από κάθε άλλη γνώμη και κρίση μεταγενέστερη, η δική τους αυθόρμητη και γνήσια ειλικρινής γνώμη και κρίση.
Στα «Απομνημονεύματα» του Μακρυγιάννη θα βρεις τα εξής: «Πατρίς να μακαρίζεις συνεχώς όλους τους Έλληνες, ότι θυσιάστηκαν δια σένα να σ’ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μία φορά ελεύτερη πατρίδα, οπού ήσουνα χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών. Όλους αυτούς να τους μακαρίζεις» (Ι. Μακρυγιάννη, απομνημονεύματα, σελ. 146).
Από το λόγο στην Πνύκα του Θ. Κολοκοτρώνη θα υπογράμμιζες την παρακάτω παράγραφο: «Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τις πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε, πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα, αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την επανάσταση».
Θα σημείωνες ιδιαίτερα τη μαρτυρία του Θ. Κολοκοτρώνη για τη συμμετοχή στην επανάσταση των κοτσαμπάσηδων και τούτο γιατί τη θεωρείς υπεύθυνη, άμεση και αληθινή και ανατρέπει τους βαρύτατους χαρακτηρισμούς ως αστήρικτους: «Είχα λάβει γράμμα από τον Κανέλλο Δεληγιάννη (προτού ν’ αρχίσει η επανάσταση)˙ μ’ επροσκαλούσε, ότι είχε δέκα χιλιάδες άρματα και να έμβω επικεφαλής… Ο Κανέλλος Δεληγιάννης εφρόντιζε (όταν πλέον διεξαγόταν ο αγώνας του 21) δια τες ζωοτροφές και εγώ δια τον πόλεμον. Τόσον ενθουσιασμόν άρχισαν να έχουν οι Έλληνες, οπού μόνοι των άλεθαν, εζύμωναν, έψεναν το ψωμί και το έφεραν με τα ζώα των εις το στρατόπεδο… Ο Κυριάκος Τζόλης εχάρισεν εκατόν είκοσι τραγιά εις το στρατόπεδο από τη Ζαράχωβα… Η τροφή όλου του στρατεύματος (στην πολιορκία των Πατρών) ήρχετο από τη Γαστούνη. Η Γαστούνη ήτον μελίσσι άτρυγο και μας τα έστελνε όλα ο Σισίνης. Όσα ετρώγαμε την εβδομάδα, μας τα έμβαζαν οπίσω και ήτον πάντοτε οι 4.000» Θ. Κολοκοτρώνη, διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής, σελ. 60, 74, 91.
Ο Ιθακήσιος στρατηγός του 1821 Διον. Ευμορφόπουλος σε διαβεβαιώνει για την από κοινού προετοιμασία της επαναστάσεως απ’ όλα τα στρώματα των υποδούλων: «Τον Απρίλιον του 1819 εις Βουκουρέστιον με κάποιον αρχιμανδρίτην Ιωακείμ ονομαζόμενον… Μετ’ ολίγον έφθασεν ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Φλέσσας ή Δικαίος, μετά του οποίου εσυνοικούσα, όστις ενήργει δραστηρίως τα της εταιρείας. Μετά παρέλευσιν ολίγων ημερών έφθασε και ο Αναγνωστόπουλος˙ εκρίθη παρ’ αμφοτέρων εύλογον να περάσω εις Πελοπόννησον προς συνάντησιν του Πετρόμπεη και άλλων τινών, εις την οικίαν του ρηθέντος Π. Μαυρομιχάλη˙ εκεί εσυνάχθησαν όλοι οι προύχοντες της Μάνης και έδωσαν νέον όρκον ότι θέλουσιν αφήσει χάριν της πατρίδος όλα των τα πάθη, να γίνουν όλοι εν σώμα και μία ψυχή». Ελληνική δημιουργία, το αθάνατο 21, σελ. 426.
Από το Χρ. Βυζαντίου έχεις μαρτυρία για την ομόψυχη συμμετοχή όλων των Ελλήνων: «Άπαντες σχεδόν οι κάτοικοι της Πελοποννήσου, πλην των Λακώνων και τινών ορεσιβίων, ευρέθησαν άνευ όπλων, πολεμοφοδίων και των προς πόλεμον επιτηδείων. Εις την πρώτην όμως φωνήν και πρόσκλησιν των προεστώτων (κοτζαμπασήδων) και του κλήρου ως εις άνθρωπος, ηλεκτρισθέντες ένεκα των εξιστορηθέντων δεινοπαθημάτων αυτών, έδραμον υπό τας επαναστατικάς σημαίας των αρχηγών αυτών… Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι συνεφώνησαν ή κάλλιον ειπείν συνώμοσαν και παραχρήμα επανεστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας». Χρ. Βυζαντίου, ιστορία τακτικού στρατού, σελ. 21, 265.
Και ο Δημ. Αινιάν στα «Απομνημονεύματά» του, σου κάνει λόγο για αγαθές σχέσεις των ανθρώπων του λαού με τους προκρίτους: «Είναι αληθές ότι και πολλοί των προκρίτων, ως ο Ζαΐμης, ο Λόντος και άλλοι, κινούμενοι από ευγενές πατριωτισμού και ελευθερίας αίσθημα, ενηγκαλίσθησαν τα όπλα, αλλά δια να εμπνεύσωσι θάρρος εις τους οποίους ωδήγουν εις τας μάχας χωρικούς, ηναγκάσθησαν να μισθώσωσιν εις την στρατιωτικήν αυτών υπηρεσίαν Έλληνας, γυμνασθέντας άλλοτε εις τα σώματα των αρματολών». Δημ. Αινιάν, απομνημονεύματα, σελ. 16.
Τέλος και από το γυιό του Θ. Κολοκοτρώνη, Γενναίο Κολοκοτρώνη έχεις αναγνώριση της προσφοράς των προεστών: «Ο Κανέλλος Δεληγιάννης και λοιποί μέλη της εφορίας εφρόντισαν δ’ όλον το στρατόπεδον, όλα τα αναγκαία με μεγάλον πατριωτισμόν και ζήλον, δηλαδή μισθούς δια τους Μανιάτας, τροφάς δια τα στρατόπεδα, τζαρούχια, πέτρες δια τα όπλα και λοιπά αναγκαία και πολεμοφόδια. Ο Θ. Κολοκοτρώνης εφρόντισε μόνον και μόνον τας πολεμικάς επιχειρήσεις, ο δε Κανέλλος όλα τα λοιπά». Γενν. Θ. Κολοκοτρώνη, απομνημονεύματα, σελ. 44.
Ίσως έχεις υπόψη σου πως εκδηλώθηκε μερικές φορές διστακτικότητα και επιφυλακτικότητα εκ μέρους προεστών και κληρικών. Την εξήγηση σου τη δίνουν οι ίδιοι αγωνιστές και απομνημονευματογράφοι του 21, όπως λ.χ. ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος – που κάνει λόγο για τους δημογέροντες, που λάβαιναν πάντοτε τα αυτοκρατορικά φιρμάνια και τις Βεζυρικές διαταγές με γραμμένη ιδιαίτερα πολύ συχνά τη φράση: «Ευθύς εσείς οι Κοτσαμπάσηδες έχετε να δώσετε απολογία με το κεφάλι σας… Και πολλά κεφάλια έπεφταν από τους Τούρκους. Και μ’ όλον τούτο ο Τούρκος τους έκοφτε το κεφάλι, όταν ήθελε και επί τρεις ημέρας είχε εκτεθειμένο το νεκρό τους εις την αγοράν, την δε κεφαλήν τούτου έθετε εις τα οπίσθιά τους προς περισσοτέραν περιφρόνησιν». Φωτάκου, απομνημονεύματα, σελ. 43. Δηλαδή οι πρόκριτο και οι κληρικοί πλήρωναν πρώτοι και με τη ζωή τους όχι μόνον εξαιτίας επαναστατικής δράσεως, αλλά και με μόνη τη δημιουργία υποψίας. Και στοιχειώδης σύνεση επέβαλε προσεκτική συμπεριφορά, με επιφυλάξεις. Ενώ οι απλοί – χωρίς τίτλο και αξίωμα υπόδουλοι – εύκολα έπαιρναν «μπουγιουρντιά» αμνηστείας και οι καπετάνιοι όχι σπάνια έκαναν «καπάκια» με τον Τούρκο, όταν βρίσκονταν σε αδιέξοδο.

Από την «άλλη πλευρά του λόφου» οι Τούρκοι ιστορικοί απέδωσαν την Ελληνική επανάσταση του 1821 σ’ όλα τα στρώματα και στην καθολική συμμετοχή του υπόδουλου Ελληνικού πληθυσμού. Ενδεικτικά σου παρουσιάζονται οι απόψεις του Πελοποννήσιου Τούρκου ιστορικού Μώραλη Μελίκ- βέη: «Τον λαόν (εν Πελ/νήσω) υπεκίνησαν οι προεστώτες (=κοτσαμπάσηδες) οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του έθνους, ενώ εις τας νήσους και εις την Ρούμελην έγινε το εναντίον, δηλαδή πρώτοι εκινήθησαν οι πλοίαρχοι και ο λαός εξαναγκάσαντες αυτοί τους αρχηγούς του έθνους να συμμετάσχουν». Νικηφ. Μοσχόπουλου, ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους, σελ. 167. Καθώς και η γνώμη του Σανί Ζαντέ: «Τα σχέδια (τα επαναστατικά) ετηρούντο μυστικά μεταξύ του πατριάρχου, των μητροπολιτών, των παπάδων, των δημογερόντων και των προκρίτων». Κατά τρόπον όμοιο και η γνώμη του Δζεβδέτ πασά: «Οι Έλληνες προεστώτες εξηπάτων την τουρκικήν κυβέρνησιν, λέγοντες ότι όλα αυτά τα έκτροπα ωφείλοντο εις τον Αλήν – πασάν… την ημέραν, καθ’ ην έσβυσεν η λάμψις του Κων. Μουρούζη, έσβυσαν και τα κηρία της τάξεως των Φαναριωτών. Διότι κατόπιν εκείνου απεφασίσθη να μην προσλαμβάνωνται πλέον εις την δημοσίαν υπηρεσίαν οι Φαναριώται». Νικ. Μοσχόπουλου, ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως κατά τους τούρκους, σελ. 107, 116, 155.
Κοντολογής: οι Τούρκοι εθεώρησαν υπεύθυνους για την επανάσταση του 21 όλα τα στρώματα του υπόδουλου ελληνικού πληθυσμού και πρώτους – πρώτους τους προεστώτες, τους κληρικούς και τους Φαναριώτες. Και γνωρίζεις πολύ καλά ότι σ’ αυτούς ξέσπασαν πρώτα οι βιαιότητες.

Οι ξένοι ιστορικοί σου παρέχουν αβίαστα κρίσεις και συμπεράσματα πως η Ελληνική επανάσταση του 21 ήταν πρώτα – πρώτα εθνική και δημιουργός της, ήταν το έθνος ολόκληρο. Από το Γ. Φίνελεϋ έχεις πειστικές κρίσεις: «Προς το τέλος του 18ου αιώνα οι Έλληνες έγιναν ένα έθνος που όλο και βελτιωνόταν. Διέθετε ένα πολυάριθμο σώμα μικρών αγροτών ιδιοκτητών γης, που συχνά τους επέτρεπαν οι συνθήκες να βελτιώσουν τη θέση τους˙ και στις πόλεις ένας φιλόπονος πληθυσμός από εργάτες και εμπορευόμενους είχε την υποστήριξη και την προστασία ενός σώματος πλουσίων εμπόρων, που συχνά απολάμβαναν μια ξένη προστασία. Ένας πολυάριθμος ναυτικός χριστιανικός πληθυσμός, έδινε κι αυτός με τη σειρά του στους Έλληνες ένα σημαντικό βαθμό προσωπικής ανεξαρτησίας… Όμως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου ο αγώνας γινόταν για την εθνική ανεξαρτησία και τη θρησκευτική ελευθερία, η υπόθεση του λαού βγήκε τελικά νικήτρια, η οθωμανική αυτοκρατορία διαμελίστηκε και καινούριο κράτος προστέθηκε στη χριστιανική Ευρώπη… μέσα στο σύγχρονο Ελληνικό έθνος, που είχε σχηματισθεί κάτω από την οθωμανική κυριαρχία, βλάσταινε κι όλας ο πόθος για πολιτική ελευθερία. Πολιτικοί θεσμοί με μόνιμο χαρακτήρα υπήρχαν, και έδιναν γρήγορα μια καινούργια οργανική μορφή στην Ελληνική κοινωνία. Κοινότητες και δήμοι ου διέπονταν από καθιερωμένους νόμους και συνήθειες εξασφάλισαν μια βάση για λαϊκή αυτοκυβέρνηση. Οι επαρχιακές συνελεύσεις για φορολογικούς σκοπούς, αν και χρησιμοποιούνταν μόνο σαν όργανα οθωμανικής καταπίεσης, παρείχαν σπουδαία επιφάνεια για να συνδυαστούν οι τοπικές ελευθερίες με τον εθνικό συγκεντρωτισμό. Σ’ όλη την ανατολή καταλάβαιναν πως είχε φθάσει η στιγμή του μεγάλου Αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία τους». Γ. Φίνλεϋ, ιστορία της τουρκοκρατίας και της ενετοκρατίας στην Ελλάδα, σελ. 331, 348.
Παρόμοιες απόψεις σου εκφράζονται και από τον TH. GORDON: «Πριν αο το τέλος του 1820 οι πρόκριτοι που ασκούσαν τη μεγαλύτερη επιρροή είχαν μπεί στην εταιρεία, χωρίς να λάβουν υπόψη πως μια εξέγερση εναντίον των Τούρκων θα εξουδετέρωνε αυτομάτως το εμπόριό τους και θα έρριχνε στους ώμους των την ευθύνη της καθοδηγήσεως και της διατροφής ενός απειθάρχητου πληθυσμού» TH. GORDON, ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, τόμ. Α’, σελ. 100.
Εξετάζοντας και εκθέτοντας λεπτομέρειες του αγώνα του 21, αλλά και των προηγουμένων κινημάτων έχεις πολλαπλά τεκμηριωμένη τη συμμετοχή όλων των Ελλήνων. Στο κίνημα λ.χ. του 1770 κινήθηκαν όλοι οι μυημένοι κοτσαμπάσηδες του Μοριά, Ζαΐμης, Μπενάκης, Κρεββατάς, Δεληγιάννης, Σισίνης, Λόντος, Νοταράς και στην Κρήτη ο Δασκαλογιάννης.
Στην επανάσταση του 1821 – που άρχισαν οι πρίγκηπες Υψηλάντηδες – συμμετείχαν όλοι οι πρόκριτοι του Μοριά: Ασημάκης Ζαΐμης, Ανδρέας Ζαΐμης, Σωτήρ. Χαραλάμπης, Φωτήλας, Δεληγιανναίοι, Ιωάν. Παπαδόπουλος, Λόντος, Θεοχαρόπουλος, Νοταράδες, Κρεββατάδες, Γιατράκοι, Μούρτζινοι,, Μαυρομιχαλαίοι. Μάλιστα οι πρόκριτοι της Αχαΐας με τον Ιωάν. Παπαρρηγόπουλο επλησίασαν για να μυήσουν στη φιλική εταιρεία και τον Αλή πασά. Συμμετείχαν οι πρόκριτοι της ανατολ. Στερεάς, της δυτ. Στερεάς, της Μακεδονίας˙ οι εφοπλιστές της εποχής εκείνης, όπως οι Κουντουριώτηδες της Ύδρας, όλων των νησιών και της Επτανήσου, ως ο Ανδρέας Μεταξάς. Οι αξιωματούχοι Κρυπτοχριστιανοί της Κρήτης, όπως ο Χατζή – Χουσείν (Μιχαήλ) Κουρμούλης. Ο κλήρος, ανώτερος, μεσαίος και κατώτερος. Φαναριώτες όπως ο Μιχ. Βόδας, ο Ιακωβ. Ρίζος Νερουλός, ο Καρατζάς, ο Θ. Νέγρης κ.α. Συμμετείχαν και συνεργάσθηκαν στρατιωτικοί διαφορετικής προελεύσεως, όπως Θεόδ. Κολοκοτρώνης (κλέφτης και από την Αγγλική υπηρεσία προερχόμενος), Καραϊσκάκης, Ανδρούτσος κ.α. (από την αυλή του Αλή πασά) προερχόμενοι και Δημ. Υψηλάντης (από τη Ρωσική υπηρεσία). Και οι μπαρουτόμυλοι των Σπηλιωτόπουλων στη Δημητσάνα εργάζονταν πολύ προ του Παπαφλέσσα σε συνεννόηση με τους προκρίτους Δεληγιανναίους.
Συμμετείχαν οι μεγαλέμποροι Κων/πόλεως και άλλων κέντρων του Ελληνισμού, αντιπροσωπευτικότερους των οποίων θ’ ανέφερες τους: Ροδοκανάκη, Θ. Ράλλη, Σκυλίτση, Φραγκιάδη, Ψύχα, Γλυνό, Μαριολάκη, Ζαφφέτα, Βούρκο, Γαλάτη, Π. Σέκερη. Ι. Βαρβάκη κ.α. Ακόμα και οι γυναίκες που διακρίθηκαν στο αγώνα του 21 ανήκαν σ’ όλα τα στρώματα του ελληνικού λαού, όπως η Μόσχω, η Δέσπω κ.α. Σουλιώτισσες, η Κων/ντίνα Ζαχαριά, η Μπουμπουλίνα και η πιο πολύφερνη νέα της Ευρώπης ίσως την εποχή εκείνη Μαντώ Μαυρογένους κ.α.
Αναμφισβήτητα θ’ αποδίδεις αιώνια τιμή κι ευγνωμοσύνη στον άγνωστο μαχητή, στον ανώνυμο ναύτη και στον πολύ λαό, που πλαισίωσε όλους τους μαχητές κι αγωνίστηκε μαζί τους ή υπό τις διαταγές τους. Όμως ταξική πάλη δεν έγινε στην Ελλάδα το 21, όπου καπετάνιος ήταν και ο αρχηγός 2 – 3 ενόπλων, καπετάνιος και εκείνος που διοικούσε χιλιάδες στρατιώτες, καπετάνιος κι ο κάθε Έλληνας που φορούσε ξεχωριστά ενδύματα και είχε ακριβά άρματα. Οι στρατιωτικοί εργάσθηκαν σκληρά και μακροχρόνια για να ξεπεραστούν οι αδυναμίες των απλών μαχητών, όπως σου επεξηγεί και οι ίδιος Θ. Κολοκοτρώνης: «Η αρχηγία ενός στρατεύματος Ελληνικού ήτον τυραννία, διατί έκαμνε και τον αρχηγό και τον κριτή και τον φροντιστή, και να του φεύγουν καθεημέρα και πάλιν να έρχονται˙ να βαστάει ένα στρατόπεδο με ψέματα, με κολακείες, με παραμύθια˙ να του λείπουν και ζωοτροφίες και πολεμοφόδια, και να μην ακούν και να φωνάζει ο αρχηγός… Κάθε Έλληνας είχε τα καπρίτσια του, το θεό του και έπρεπε να κάμει κανείς δουλειά μ’ αυτούς, άλλον να φοβερίζει, άλλο να κολακεύει, κατά τους ανθρώπους». Θ. Κολοκοτρώνη, διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής, σελ. 160.
Ούτε βρίσκεις αστική τάξη στην Τουρκοκρατούμενη και στην επαναστατημένη Ελλάδα˙ η Ελλάδα βρισκόταν στο στάδιο της αγροτικής οικονομίας. Η αστική τάξη ήταν αποτέλεσμα συνθηκών της βιομηχανικής εποχής και τότε στην Ελλάδα δεν έβρισκες βιομηχανία. Ούτε και εργατική τάξη – όπως εννοείται συνήθως ο όρος – υπήρχε στην Ελλάδα στα προεπαναστατικά χρόνια και στο 21. Επιπλέον έχεις και πληροφορίες πως ο απλός λαός εύκολα έκανε συναλλαγές αγαθών με τους αντιπάλους Τούρκους λ.χ. στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, ή τρέπονταν αμέσως στη λαφυραγωγία (=το πλιάτσικο λ.χ. στα Δερβενάκια) κατά την διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, εργαζόμενος ο απλός λαός – χωρίς να το συνειδητοποιεί – εναντίον του συμφέροντος της πατρίδας και του αγώνα τους.
Αλλά και οι πρόκριτοι καθώς και οι άλλοι αξιωματούχοι και οι στρατιωτικοί αρχηγοί ήταν τόσο λίγοι, που δεν αποτελούσαν χωριστή τάξη, μα κατά πάντα συναναστρέφονταν, παντού και πάντοτε, τους άλλους υποδούλους. Αυτοί εργάστηκαν για την εδραίωση της κεντρικής διοικήσεως περισσότερο από κάθε άλλο τμήμα του λαού, ζώντας συνειδητά όλους τους αγώνες και διαθέτοντας τη δημοκρατική εμπειρία τους, που παρόμοια δεν είχαν αποκτήσει ούτε οι Τούρκοι, ούτε οι άλλοι Έλληνες.
Και από Μαρξιστές ιστορικούς – συγγραφείς έχεις γνώμες πως δημιουργός του 21 είναι το έθνος ολόκληρο: «Επαναστατική λύση του εθνικού προβλήματος πραγματοποιείται με την επανάσταση του 21, όπου ένας μικρός αλλά δυναμικός αστικός πυρήνας (Φιλική εταιρεία) οργώνει την αγροτιά και παρασύρει στον εθνικόν αγώνα τα δισταχτικά ή εχθρικά στρώματα των προυχόντων» Ν. Σβορώνου, επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, σελ. 17. Και σε άρθρο εφημερίδας: «Η επανάσταση του 21 στηρίχθηκε πρώτα απ’ όλα στις αγωνιστικές δυνάμεις του ίδιου του ελληνικού λαού. Όλα τα στρώματα του τότε ελληνικού πληθυσμού, αγρότες, βιοτέχνες και επαγγελματίες, έμποροι, ναυτικοί και άλλοι σε καμιά περίπτωση δεν ήθελαν τη διαιώνιση του παλιού φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Γι’ αυτά τα στρώματα ζωτικότατη ανάγκη ήταν η αποτίναξη του ξενικού ζυγού, απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη όλων των άλλων σκοπών, όπως ήταν η δημιουργία πλατειάς εσωτερικής αγοράς με ταυτόχρονη δημιουργία δικής τους εθνικής εστίας και δικού τους ανεξάρτητου εθνικού κράτους». Εφημ. «Ριζοσπάστης» της 25/3/1979.
Κοντολογής: ύστερα απ’ όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν, μαζί με τις μαρτυρίες και κρίσεις που μνημονεύθηκαν για την επανάσταση του 1821 λογικό συμπέρασμα είναι να τη δέχεσαι εθνική και δημιουργό της να αναγνωρίζεις το έθνος ολόκληρο.

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Α’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.