Για την εργασία των μοναχών – από το Γεροντικό.

Για ποιόν σκοπό και πόσο πρέπει να εργάζεται ο μοναχός, και με ποιες εργασίες να ασχολείται.

Πήγαν κάποτε μερικοί αδελφοί σε έναν μεγάλο γέροντα. Αυτός ρώτησε τον πρώτο: «Τι εργόχειρο κάνεις, αδελφέ»; Εκείνος αποκρίθηκε: «σχοινί πλέκω, αββά». «Ο Θεός να σου πλέξει στεφάνι, παιδί μου», του είπε ο γέροντας. Ρώτησε έπειτα τον δεύτερο: «Και εσύ τί δουλειά κάνεις;» «Ψάθες φτιάχνω», απάντησε, και ο γέροντας είπε: «Ο Θεός να σου δώσει δύναμη, παιδί μου». Ρώτησε τον τρίτο: «Και εσύ τι εργόχειρο κάνεις;» και εκείνος είπε: «Κόσκινα». «Ο Θεός να σε φυλάξει, παιδί μου», απάντησε ο γέροντας, και ρώτησε τον τέταρτο: «Και εσύ με τι ασχολείσαι;» «Είμαι καλλιγράφος», αποκρίθηκε. Ο γέροντας του είπε: «Εσύ ξέρεις». Στο τέλος έκανε την ίδια ερώτηση και στον πέμπτο, ο οποίος απάντησε: «Λινό ύφασμα». και ο γέροντας του είπε: «Εγώ σε αυτό δεν ανακατεύομαι».
Με τις απαντήσεις του ο γέροντας εννοούσε τα εξής: Εκείνος που πλέκει σχοινί, αν προσέχει, πλέκει μαζί με τον Θεό στεφάνι για τον εαυτό του. Ο άλλος που κάνει ψάθα χρειάζεται δύναμη, γιατί είναι κάτι κοπιαστικό. Αυτός που έχει εργόχειρο τα κόσκινα, χρειάζεται να τον φυλάει ο Θεός, γιατί τα πουλά στα χωριά. Ο καλλιγράφος έχει ανάγκη να ταπεινώνεται, γιατί το εργόχειρο αυτό φέρνει υπερηφάνεια σε όσους δεν προσέχουν. Σε εκείνον τέλος που ύφαινε το λινό ύφασμα είπε: «Εγώ σε αυτό δεν ανακατεύομαι», επειδή αυτός εμπορεύεται και δεν κάνει μοναχικό εργόχειρο. Γιατί όταν κάποιος δει από μακριά έναν να κουβαλά καλάθια ή ψάθες ή κόσκινα, λέει: «Αυτός είναι μοναχός». Γιατί το εργόχειρό του είναι από χόρτο και καταλήγει στη φωτιά. Αν όμως δει κάποιον να πουλά υφάσματα, λέει: «Να, ήρθαν οι πραματευτάδες». Γιατί αυτή η δουλειά είναι κοσμική και δεν είναι ωφέλιμη για τους μοναχούς.

Ο αββάς Ιωάννης ο ευνούχος, όταν ήταν νέος., ρώτησε έναν γέροντα: «Πώς εσείς μπορέσατε να κάνετε το έργο του Θεού με άνεση, και εμείς ούτε με κόπο δεν μπορούμε να το κάνουμε;» Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Εμείς μπορέσαμε, επειδή επάνω από όλα είχαμε το έργο του Θεού, ενώ τα αναγκαία του σώματος τα αφήσαμε τελευταία. Εσείς όμως πρώτα έχετε τα αναγκαία του σώματος, ενώ το έργο του Θεού τελευταίο, γι’ αυτό και κουράζεστε. Γιατί δεν προσέχετε αυτό που είπε ο Σωτήρας στους μαθητές του: ¨Πρώτα από όλα να ζητάτε τη βασιλεία του Θεού, και όλα αυτά θα ακολουθήσουν».1

Ένας αδελφός ρώτησε κάποιον γέροντα: «Τι να κάνω που στενοχωριέμαι με το εργόχειρο; Μου αρέσει το πλέξιμο σχοινιού, αλλά δεν μπορώ να το δουλέψω». Ο γέροντας απάντησε: «Ο αββάς Σισώης έλεγε ότι δεν πρέπει να κάνουμε το εργόχειρο που μας αναπαύει».

Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Βιαρέ: «Τι να κάνω για να σωθώ;» Αποκρίθηκε ο γέροντας: «Πήγαινε, κάνε την κοιλιά σου μικρή και το εργόχειρό σου μικρό. μην έχεις ταραχή όταν είσαι στο κελλί σου, και θα σωθείς». Σαν να του έλεγε: «Να ζεις με εγκράτεια, ολιγάρκεια και αμεριμνησία».
Υποσημειώσεις.

1. Ματθ. 6, 33.
2. Β’ Πέτρ. 2, 19.

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.»

Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.