Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου – κατηχήσεις. Λόγος 7-ος (μέρος Α’): Για την προσκόλληση στους συγγενείς.

Για την προσκόλληση στους συγγενείς. Και ποια είναι η απάτη αυτής της προσκόλλησης, και σε τι λάκκο και δεσμά κατεβάζει αυτούς που εξουσιάζονται απ’ αυτή. Και για την απόγνωση και τις διάφορες μορφές που υπάρχουν σ’ αυτή. Και τί σημαίνει ο λόγος: «Αυτός που θα πιστέψει και θα βαπτισθεί θα σωθεί, εκείνος όμως που δεν θα πιστέψει θα κατακριθεί».1

Αδελφοί και πατέρες, θα ευχόμουν βέβαια να σιωπώ πάντοτε, διότι θα μπορούσα τότε και τις δικές μου αμαρτίες να κλαίω και να μην αναλαμβάνω ποτέ το έργο δυο διδασκάλου ή να κατηχώ την αγάπη σας ή να δείχνω έστω και ελάχιστα στους άλλους τους δρόμους της σωτηρίας, και αυτό, όχι επειδή το πράγμα είναι αντίθετο με την εντολή του Θεού, απεναντίας μάλιστα είναι και περισσότερο ευπρόσδεκτο απ’ αυτόν, αλλά επειδή συμβαίνει να είμαι ανάξιος γι’ αυτό το πνευματικό τόλμημα. Γι’ αυτό και φοβούμαι ο άθλιος μήπως θα ειπωθεί πολύ εύστοχα και για μένα εκείνος ο λόγος του Δαβίδ: «Στον αμαρτωλό ωστόσο είπε ο Θεός˙ ¨Γιατί εσύ διηγείσαι τις εντολές μου και παίρνεις στο στόμα σου τη διαθήκη μου; Εσύ άλλωστε μίσησες την παιδαγωγία και απέρριψες με καταφρόνηση τα λόγια μου¨».2
Αλλά ας δούμε, αν θέλετε, ποιος είναι αυτός που μισεί την παιδαγωγία και ποιος είναι αυτός που καταφρονητικά απορρίπτει τα λόγια του Θεού. Εκείνος, που δεν υπακούει στους νόμους του Θεού, μισεί την παιδαγωγία που προέρχεται από τους λόγους του Κυρίου, και κλείνει τα αυτιά του, για να μην ακούσει το λόγο για την τελική ανταμοιβή των αμαρτωλών ή για εκείνη την αιώνια φωτιά και τις τιμωρίες του άδη και εκείνη την αιώνια καταδίκη, από την οποία δεν είναι δυνατόν να διαφύγει αυτός που έπεσε μία φορά στις τιμωρίες της. Εκείνος μάλιστα που δεν έχει πάντοτε μπροστά στα μάτια του με όλη την ισχύ και με όλη τη δύναμη της ψυχής του τις εντολές του Θεού και δεν τις τηρεί, αλλά τις καταφρονεί και προτιμά ατ αντίθετα απ’ αυτές και τα κάνει, αυτός είναι που καταφρονητικά απορρίπτει τα λόγια του Θεού. Και για να κάνω φανερό με συντομία το νόημα του λόγου, λέω ότι, όταν ο Θεός, από τη μία, προστάζει και φωνάζει απερίφραστα: «Μετανοείτε, διότι έφθασε η βασιλεία των ουρανών»,3 και: «Φροντίστε να μπείτε από τη στενή πύλη»,4 και αυτός, από την άλλη, ακούγοντας αυτά, όχι μόνο δεν έχει τη διάθεση να μετανοήσει και να πιέσει τον εαυτό του ρεμβάζοντας και διασκορπίζοντας την ψυχή του, με το να προσθέτει όσο χρειάζεται την άνεση του σώματος και την περιποίησή του, πράγμα που είναι γνώρισμα κυρίως του πλατιού και ευρύχωρου δρόμου και όχι του στενού και δύσκολου, που οδηγεί στην αιώνια ζωή,5 τότε λοιπόν αυτός και απορρίπτει καταφρονητικά τα λόγια του Θεού και κάνει τα δικά του θελήματα, ή, μάλλον, κάνει τα θελήματα του διαβόλου.
Επειδή κάνω αυτά πρώτος και εγώ ο ταλαίπωρος, και είμαι πεισμένος μέσα στο λάκκο του βορβόρου και συναισθάνομαι τα δικά μου κακά, φωνάζω, από τον βυθό και λέγοντας σε όλους εκείνους που περνούν από έξω: «Απομακρυνθείτε, αδελφοί, όσο μπορείτε, απ’ αυτόν τον φοβερότατο λάκκο, και βαδίστε τον ευθύ δρόμο, που είναι ο Χριστός.6 Και κανείς να μην ξεφύγει προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά,7 για να μη πέσει εδώ μέσα μαζί μ’ εμένα τον πανάθλιο και δύστυχο και στερηθεί μαζί με τα επίγεια και τα ουράνια αγαθά». Αλλά, επειδή ο παμπόνηρος διάβολος και εχθρός των ψυχών μας ρίχνει κατά καιρούς σ’ αυτό το βάραθρο με τις πολλές πανουργίες του τους περισσότερους, ή και σχεδόν όλους μαζί, σαν να τους έκανε ένα σωρό, αλλά και επειδή κάποιος φορές μ’ αυτό το ένα μέσο, εννοώ με την προσκόλληση στους συγγενείς, που τη μεταχειρίζεται σαν σχοινί και τη δένει στο λαιμό του καθενός, σύρει και παρασύρει σε τρομερούς γκρεμούς και σε φοβερά και ασυγχώρητα βάραθρα αμαρτημάτων όλους αυτούς, που δέχθηκαν αυτό το δέσιμο και τους καταποντίζει στον ίδιο τον λάκκο της απόγνωσης, και αφού τους κατεβάσει στον πυθμένα του άδη και τους δέσει με δεσμά, τους αφήνει εκεί, ας αποφύγουμε, αγαπητοί, παρακαλώ, αυτό τον όλεθρο.
Με πανουργία λοιπόν φυτεύει μέσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους την απόγνωση και την προξενεί με τέχνη σε τέτοιο μέγεθος, ώστε ούτε να νομίζουν ότι βρίσκονται σε απόγνωση, ούτε να υπακούσουν στις θείες Γραφές, ούτε και να θεωρούν αξιόπιστους εκείνους που τους μιλούν γι’ αυτά, αλλά να τα θεωρούν όλα κατώτερα από τη σύνεσή τους, ή, μάλλον, από την ανοησία και αναισθησία τους, και συμβαίνει, ενώ είναι δεμένοι από το λαιμό, να μην αισθάνονται τον πόνο, πράγμα που είναι χειρότερο από κάθε απόγνωση˙ διότι άλλο πράγμα είναι να απελπίζεται κάποιος για τη σωτηρία του, επειδή έπεσε σε πλήθος κακών, και άλλο πράγμα είναι να χρησιμοποιεί το κακό σαν καλό και να έχει τη βεβαιότητα ότι τάχα κάνει κάτι καλό. Διότι ο πρώτος, αν διδαχθεί για τη μετάνοια και τη φιλανθρωπία του Θεού, και μάθει ότι δεν υπάρχει πλήθος αμαρτιών που δεν το εξαλείφει η μετάνοια, και ότι «όπου πλεόνασε η αμαρτία, εκεί περίσσεψε η χάρη»,8 και ότι μάλλον «χαρά γίνεται στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί»,9 αυτός πιθανόν, αν συνέλθει και κατανυχθεί, θα επιθυμήσει κάποτε να απαλλαχθεί από τα πολλά εκείνα κακά και να ελαφρώσει τη συνείδησή του από το δυσβάσταχτο φορτίο˙ θα σηκωθεί δηλαδή από την πτώση του και θα θεωρήσει όλα τα άλλα, εννοώ τα βιοτικά, ένα τίποτε, και θα έρθει με θέρμη στη μετάνοια˙ ο δεύτερος όμως, επειδή είναι δυσκολοθεράπευτος, αρνείται εντελώς να θεραπευθεί μ’ αυτά τα φάρμακα. Διότι, πώς θα δεχθεί να θεραπευθεί αυτός που δεν πείθεται διόλου ότι είναι άρρωστος ή ότι είναι κατάκοιτος; Με κανένα τρόπο!
Αλλά εμείς πρέπει, όσο μπορούμε, πρώτα με πνευματικά λόγια, που συλλέξαμε από το θείο Ευαγγέλιο και από τις άλλες άγιες Γραφές, να βεβαιώσουμε και να δείξουμε σ’ αυτούς, πως, αν και άρχισαν να βαδίζουν τον ευθύ δρόμο, παρέκκλιναν και απατήθηκαν, και πως ο εχθρός, επειδή τους βρήκε απομονωμένους, έδεσε γύρω στο λαιμό τους με απάτη το σχοινί της προσκόλλησης στους συγγενείς˙ και στη συνέχεια, πώς τους περιέφερε σε γκρεμούς και σε βάραθρα αμαρτημάτων». Και μετά απ’ αυτά να δείξουμε σ’ αυτούς και πως τους έριξε μέσα στον βαθύτατο λάκκο, αλλά και αφού τους κατέβασε στον άδη, που και πως προσέδεσε το σχοινί, που είχαν στο λαιμό τους, και καθώς δεν μπορούσαν πια να ελευθερωθούν και να ανεβούν στη γη, τους εγκατέλειψε εκεί και αποχώρησε. Και έτσι, αυτή τη στιγμή, σ’ αυτούς που πιστεύουν στα λόγια της θείας Γραφής, και συναισθάνονται τα αμαρτήματά τους και τα ομολογούν, και συμφωνούν ότι έτσι είναι η κατάστασή τους, θα δώσουμε με τα λόγια αυτά και τα φάρμακα, που είναι κατάλληλα για τα τραύματά τους.
Αλλά, επειδή πρόκειται να προχωρήσω στις αποδείξεις των πραγμάτων και βιάζομαι εγώ ο άλαλος και αμαθής ν’ αναλάβω τον αγώνα του λόγου, παρακαλώ όλους εσάς να προσευχηθείτε μαζί μου, ώστε η χάρη του παναγίου Πνεύματος να λάμψει δυνατότερα, και να φωτίσει όλη μου τη σκέψη και το νου, και να δώσει να πω κάτι αξιόλογο, όχι για τη δική μου ικανότητα, αλλά για τη δική σας ωφέλεια˙ σαν δηλαδή να λέει τα λόγια η ίδια η χάρη, και να φανερώνει συγχρόνως με το φως της και να υποδεικνύει όλα όσα προείπαμε, και να μιλά σ’ εμάς κάπως έτσι: «Να ο δρόμος, να ο γκρεμός του, να ο εχθρός, το σχοινί δηλαδή. Να ο αδελφός, δες, πως με χαρά δέχεται τα δεσμά, δες, που τον σύρει και που τον μεταφέρει ο διάβολος». Και η χάρη του παναγίου Πνεύματος, αφού δείξει όλα με τη σειρά, χωρίς καμία παράλειψη, και αφού διδάξει σ’ εμάς πως θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τις παγίδες του διαβόλου, παίρνοντάς μας ελεύθερους μαζί της, θα ανεβεί στους ουρανούς.
Αυτό όμως δεν είναι δυνατό να γίνει σ’ εμάς με άλλο τρόπο, παρά μόνο αν ανατρέξουμε με το λόγο μας στην αφετηρία και στην αρχή της μοναχικής ζωής και στην είσοδό μας στη μοναχική άσκηση, και αρχίσουμε από εκεί το λόγο μας. Διότι έτσι και ο λόγος, σαν αν βαδίζει σε δρόμο, θα δείξει με σαφήνεια αυτά που υποσχέθηκε με τη χάρη του Πνεύματος σ’ εκείνους που προσέχουν. Αλλά μην αποκάμετε, διότι ο λόγος είναι ωφέλιμος, εφόσον είναι και θεόπνευστος, επειδή και εμείς και οι λόγοι μας, σύμφωνα με τον σοφό Σολομώντα, που το είπε, αλλά και η ίδια η πνοή μας, είμαστε στο χέρι του Θεού που μας δημιούργησε.10
Ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός, που είναι γνήσιος Υιός του Θεού και Πατέρα, ομοούσιος11 και ομοφυής,12 και ομόδοξος,13 σύνθρονος και ομόθρονος,14 που μένει ενωμένος με τον Πατέρα, αλλά και ο Πατέρας μένει ενωμένος με τον Υιό,15 αφού έριξε το βλέμμα του στη δική μας ταλαιπωρία και κακοπάθεια, αλλά και στην ίδια τη δουλεία μας, που υποστήκαμε εξαιτίας της αμαρτίας και υπηρετήσαμε τον εχθρό, που μας εξαπάτησε, και αφού μας ελέησε με την ανέκφραστη φιλανθρωπία του και θέλησε να μας ελευθερώσει από τη δουλεία και από την αισχρότατη πλάνη μας, κατέβηκε από τον ουρανό, χωρίς διόλου να εγκαταλείψει τις πατρικές αγκάλες, όπως ο ίδιος γνωρίζει, και αφού ήρθε στη γη, περπάτησε ανάμεσά μας,16 και συναναστράφηκε μ’ εμάς τους ανθρώπους,17 αν και ήμασταν αμαρτωλοί, και αφού έδωσε σωτήρια προστάγματα στους αγίους μαθητές του και αποστόλους, ανέβηκε πάλι στον Πατέρα του με δόξα, παραγγέλλοντας σ’ αυτούς και λέγοντας: «Να πάτε και να κηρύξετε το Ευαγγέλιο σε όλη την κτίση,18 διδάσκοντας όλους τους ανθρώπους να τηρούν», όχι αυτό ή εκείνο, αλλά «όλα όσα σας παρήγγειλα».19 Και λέγοντας «όλα», δεν άφησε τίποτε, που δεν παρήγγειλε να φυλάξουν. Στη συνέχεια, τι λέει; «Αυτός, που θα πιστέψει και θα βαπτισθεί, θα σωθεί˙ εκείνος όμως που δεν θα πιστέψει, θα κατακριθεί»..20
Άραγε λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, καταλάβατε τι σημαίνει αυτό που λέει, «Αυτός, που θα πιστέψει και θα βαπτισθεί», και στη συνέχεια πάλι τι σημαίνει, «Αυτός, που δεν θα πιστέψει»; Ή μήπως χρειάζεται να μιλήσω και γι’ αυτό στην αγάπη σας; Διότι ο λόγος φαίνεται να είναι κατανοητός και απλός, αλλά έχει κρυμμένα μέσα στο βάθος του τα νοήματα.
Πίστη εδώ δεν εννοεί μόνο αυτή, ότι δηλαδή ο Χριστός είναι Θεός, αλλά εννοεί την περιεκτικότατη πίστη, αυτή που αναφέρεται σε όλες τις άγιες εντολές, που ειπώθηκαν απ’ αυτόν˙ αυτή που περικλείει μέσα της με κάποιο τρόπο όλες τις θείες εντολές του και που δέχεται ότι τίποτε δεν είναι άχρηστο μέσα σ’ αυτές, έως και μία γραμμή, αλλά ότι όλα, έως και ένα γιώτα,21 είναι ζωή και πρόξενα αιώνιας ζωής22˙ ώστε αυτός που πιστεύει ότι έτσι είναι οι εντολές και υποσχέθηκε με το άγιο βάπτισμα να τηρεί όλα αυτά και να τα εφαρμόζει διαρκώς, θα σωθεί, ενώ εκείνος που δεν θα πιστέψει σε κάποιο από τα λόγια του, ως και μία γραμμή, ή ένα γιώτα, όπως ειπώθηκε, θα κατακριθεί, σαν να απαρνήθηκε εντελώς εκείνον τον ίδιο. Και είναι λογικό˙ διότι εκείνος που πίστεψε σ’ αυτόν στα μεγάλα – όπως, ότι, αν και ήταν Θεός, έγινε χωρίς μεταβολή άνθρωπος, ότι σταυρώθηκε και πέθανε και αναστήθηκε, ότι, αφού αναστήθηκε, αν και ήταν κλεισμένες οι θύρες, μπήκε μέσα και εμφανίσθηκε στους μαθητές του,23 ότι αναλήφθηκε και κάθεται στα δεξιά του Θεού24 και Πατέρα, ότι πρόκειται να έρθει πάλι, για να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς25 και να αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του,26 αφού δηλαδή προηγουμένως αναστήσει όλους εμάς, όσοι πρόκειται να γεννηθούμε από τον καιρό του Αδάμ ως και την τελευταία μέρα – , αλλά, που δεν πιστεύει σ’ αυτόν, όταν ο ίδιος ο Χριστός λέει: «Αλήθεια σας λέω ότι και για ανώφελο λόγο θα απολογηθούν οι άνθρωποι τη μέρα της κρίσης»,27 πως θα είναι πιστός και θα συγκαταλεχθεί με πιστούς;
Αυτός λοιπόν που πιστεύει στον Χριστό για εκείνα τα φοβερά, που υπερβαίνουν το νου και την κάθε ανθρώπινη σκέψη, και που έχει υπάκουη και σύμφωνη την ψυχή του σ’ αυτά που έγιναν και πρόκειται να γίνουν από τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, αλλά δεν πιστεύει ο ίδιος, όταν τον ακούει να λέει, «Αυτός που θέλει να έρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθήσει»,28 και, «Αυτός που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από μένα δεν είναι άξιός μου»,29 και, «Αυτός που έρχεται σ’ εμένα και δεν απαρνείται τον πατέρα του και τη μητέρα του, και τους αδελφούς και τις αδελφές και τη γυναίκα και τα παιδιά του, αλλά ακόμη και τη ζωή του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου»,30 και, «Αυτός που θα καταργήσει μία απ’ αυτές τις πολύ μικρές εντολές μου, θα ονομασθεί ελάχιστος στη βασιλεία των ουρανών»,31 πώς θα θεωρηθεί πιστός και δεν θα κατακριθεί πιο πολύ σαν άπιστος ή και χειρότερος από άπιστο; Διότι στα μεγαλύτερα βέβαια ομολογεί ότι πιστεύει στον Χριστό, στα μικρότερα όμως καταφρονεί σαν ψεύτη τον ίδιο τον Θεό και Δεσπότη των όλων˙ και ενώ στα άλλα λέει ότι πιστεύει σ’ αυτόν ως Θεό, δυσπιστεί όμως, όπως στον τυχαίο άνθρωπο, όταν ο Χριστός λέει, ότι θα απολογηθούν οι άνθρωποι για ανώφελο λόγο τη μέρα της κρίσης,32 και φαντάζεται, γελώντας και αισχρολογώντας και ματαιολογώντας, ότι θα σωθεί, αν και ο Χριστός ταλανίζει αυτούς που γελούν33 και μακαρίζει αυτούς που πενθούν34˙ και ενώ δεν απαρνιέται τον εαυτό του και δεν σηκώνει το σταυρό του, νομίζει ότι ακολουθεί τον Χριστό, που σταυρώθηκε γι’ αυτόν˙ και ενώ αγαπά τους γονείς του περισσότερο από τον Χριστό, έχει την πεποίθηση ότι ο ίδιος είναι άξιος για τον Χριστό.
Έτσι λοιπόν και αυτοί που έρχονται τάχα στον Χριστό με την απάρνηση του κόσμου και δεν μισούν όλους τους συγγενείς τους και δεν απαρνούνται ακόμη και τη ζωή τους, αλλά απεναντίας και τους αγαπούν περισσότερο, μάταια νομίζουν ότι είναι μαθητές του Χριστού˙ και ενώ καταργούν κάθε ώρα όχι μόνο μία και τη μικρότερη από τις εντολές, αλλά πολλές και μεγάλες, νομίζουν ότι δεν κάνουν διόλου τίποτε αντίθετο, αλλά και φαντάζονται μάλιστα πολύ περισσότερο τους εαυτούς τους, παρ’ όλο που είναι σ’ αυτή την κατάσταση, ότι θα είναι και μεγάλοι στη βασιλεία του Θεού35˙ και το χειρότερο από όλα τα κακά είναι, ότι λένε ότι αυτά δεν είναι διόλου παράβαση εντολής, αλλά και εμάς τους ίδιους, που επιδιώκουμε να γνωρίσουμε το λόγο της αλήθειας, επιχειρούν ανόητα να μας πείσουν. Αλλά, ας επιστρέψουμε στο θέμα μας.
Όλα λοιπόν όσα ο Χριστός και Θεός παρήγγειλε στους αποστόλους, πρόσταξε να τηρούμε το ίδιο και εμείς, που μπορούμε βέβαια να τα τηρήσουμε στον κόσμο, αλλά δεν θέλουμε, επειδή είμαστε αδύνατοι ως προς την πίστη και την αγάπη προς τον Χριστό. Και ότι αυτό είναι αληθινό, μαρτυρούν όλοι όσοι ευαρέστησαν στον Κύριο πριν από το νόμο και στον καιρό του νόμου και μετά την παρουσία του Σωτήρα, άνθρωποι δηλαδή με παιδιά και γυναίκες και μέριμνες και φροντίδες σε όλα τα βιοτικά, με το να αποχωρισθούν από όλα αυτά με την απαλλαγμένη από την προσκόλληση προαίρεσή τους και με το να αναδειχθούν ως προς την πίστη και τη ζωή πιο λαμπροί απ’ αυτούς που ζουν στα όρη και στα σπήλαια.
Γι’ αυτό λοιπόν, έχοντας σαν βοηθό μας την εντολή του Κυρίου – επειδή ειπώθηκε για μας και για τη δική μας αδυναμία -, αρνούμαστε όλα και ερχόμαστε στο στενό και γεμάτο δυσκολίες δρόμο,36 και κατά κάποιο τρόπο αποχωριζόμαστε σωματικά από τον κόσμο και από τα πράγματα του κόσμου, και έτσι, αναχωρώντας από άλλη χώρα και τόπο και πόλη, φθάνουμε σε άλλη κατοικία και διαμονή, βαδίζοντας ή και επιταχύνοντας τα βήματά μας, αλλά και τρέχοντας ο καθένας μας στο στάδιο της άσκησης των αρετών με βιοτή και άσκηση ανάλογη με την προαίρεσή του. Γιατί το κάνουμε αυτό; Για να αποκτήσουμε την απαλλαγή από την προσκόλληση σ’ αυτά, που ειπώθηκαν. Γι’ αυτό δηλαδή και αναχωρώντας από τον κόσμο, αμέσως μόλις ακολουθήσουμε τις εντολές του Κυρίου και υπακούσουμε στα προστάγματά του, αρχίζουμε να βαδίζουμε το δρόμο που οδηγεί στους ουρανούς.

Υποσημειώσεις.
1. Μάρκ. 16, 16
2. Ψαλμ. 49, 16-17
3. Ματθ. 4, 17
4. Ματθ. 7, 13. Λουκ. 13, 24
5. Πρβ. Ματθ. 7, 13-14
6. Πρβ. Ιω. 14, 6
7. Πρβ. Δευτ. 5, 32. Παροιμ. 4, 27
8. Ρωμ. 5, 20
9. Λουκ. 15, 7
10. Σ. Σολ. 7, 16
11. Ομοούσιος˙ αυτός που έχει την ίδια ουσία˙ ως δογματικός όρος δηλώνει την ταυτότητα της ουσίας των προσώπων της Αγίας Τριάδος.
12. Ομοφυής˙ αυτός που έχει την ίδια φύση.
13. Ομόδοξος˙ αυτός που έχει την ίδια δόξα.
14. Σύνθρονος και ομόθρονος˙ αυτός που κάθεται στον ίδιο θρόνο και έχει την ίδια εξουσία.
15. Πρβ. Ιω. 14, 10
16. Πρβ. Β’ Κορ. 6, 16
17. Πρβ. Βαρούχ 3, 38
18. Μάρκ. 16, 15
19. Ματθ. 28, 20
20. Μάρκ. 16, 16
21. Πρβ. Ματθ. 5, 18
22. Πρβ. Ιω. 6, 63 και 68
23. Πρβ. Ιω. 20, 19
24. Πρβ. Μάρκ. 16, 19
25. Πρβ. Β’ Τιμ. 4, 1
26. Πρβ. Ρωμ. 2, 6
27. Ματθ. 12, 36
28. Ματθ. 16, 24. Μάρκ. 8, 34
29. Ματθ. 10, 37
30. Λουκ. 14, 26
31. Ματθ. 5, 19
32. Ματθ. 12, 36
33. Πρβ. Λουκ. 6, 25
34. Πρβ. Ματθ. 5, 4
35. Πρβ. Ματθ. 5, 19
36. Πρβ. Ματθ. 7, 14.

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.