Αββά Δωροθέου: Επιστολή Β’, προς τους προεστούς των μοναστηριών και στους υποτακτικούς.

Β’ επιστολή.

Η επιστολή αυτή αναφέρεται στο πως πρέπει οι προεστοί να ασκούν την επιστασία των αδελφών και πώς πρέπει οι αρχάριοι να υποτάσσονται σ’ αυτούς.

Αν είσαι προϊστάμενος αδελφών, φρόντιζέ τους με αυστηρότητα και ευσπλαχνία, διδάσκοντάς τους την πράξη της μοναχικής ζωής με λόγια και με έργα, περισσότερο όμως με έργα, επειδή το καλό παράδειγμα είναι πιο αποτελεσματικό. Και αν μπορείς, να τους γίνεσαι υπόδειγμα και στα διακονήματα που απαιτούν σωματικό κόπο. Αν όμως είσαι φιλάσθενος, να τους παραδειγματίζεις με την καλή σου πνευματική κατάσταση και με τους καρπούς του αγίου Πνεύματος που απαριθμεί ο Απόστολος, δηλαδή την αγάπη, τη χαρά, την ειρήνη, τη μακροθυμία, τη χρηστότητα, την αγαθοσύνη, την πίστη, την πραότητα και την αντίπαλο όλων των παθών, την εγκράτεια (Γαλ. 5, 22-23). Όταν γίνονται σφάλματα, να μην εκφράζεις έντονη αγανάκτηση, αλλά να υποδεικνύεις ήρεμα τη βλάβη που προέκυψε από το λάθος που έγινε. Αν δε χρειαστεί να επιτιμήσεις κάποιον, να αναζητείς την κατάλληλη στιγμή. Να μην παρατηρείς με άκαμπτη αυστηρότητα τα μικρά σφάλματα, σαν να είσαι ο ίδιος τέλειος, ούτε συνέχεια να ελέγχεις.

Γιατί αυτό είναι φορτικό πράγμα και από την συνήθεια του ελέγχου φθάνει κανείς στην αναισθησία και την αδιαφορία. Μη δίνεις εντολές με τρόπο προστακτικό, αλλά με ταπείνωση, σαν να μελετάτε μαζί με τον αδελφό το θέμα. Γιατί ο λόγος που έχει αυτή τη βάση γίνεται προτρεπτικός και όχι επιτακτικός και πείθει και αναπαύει περισσότερο τον πλησίον.

Όταν πάλι ο αδελφός σου είναι ταραγμένος και αντιστέκεται σ’ αυτά που του λές, φύλαξε τη γλώσσα σου να μη βγάλει ούτε έναν οργίλο λόγο. Μην αφήνεις την καρδιά σου να υπερηφανευθεί απέναντί του, αλλά θυμήσου ότι ο αδελφός σου είναι μέλος του σώματος του Χριστού και εικόνα του Θεού, που επηρεάζεται από τον κοινό μας εχθρό. Σπλαχνίσου την λοιπόν, γιατί είναι πιθανόν ο διάβολος, χρησιμοποιώντας το δικό σου θυμό, να την αιχμαλωτίσει και να τη θανατώσει με τη μνησικακία και έτσι να χαθεί, από δική σου απροσεξία, μια ψυχή «για την οποία ο Χριστός πέθανε» (Α’ Κορ. 8, 11). Να μην ξεχνάς ότι κι εσύ θα κριθείς για την ίδια αμαρτία της οργής. Έχοντας λοιπόν συναίσθηση της αδυναμίας σου, συμπάθησε τον αδελφό σου και ευχαρίστησε τον Θεό, γιατί σου δόθηκε αφορμή να συγχωρέσεις, ώστε να συγχωρεθείς κι εσύ από τον Θεό για τις μεγαλύτερες και περισσότερες αμαρτίες σου. Γιατί λέει η Γραφή: «Συγχωρέστε, για να συγχωρεθείτε» (Λουκ. 6, 37). Αλλά μήπως νομίζεις ότι ο αδελφός σου βλάπτεται από την μακροθυμία σου;

Ο απόστολος Παύλος όμως μας παραγγέλλει να νικάμε το κακό με το καλό (Ρωμ. 12, 21) και όχι το κακό με το κακό. Και οι Πατέρες λένε: «Εάν, επιτιμώντας κάποιον, οργιστείς, ικανοποιείς το δικό σου πάθος». Και κανένας βέβαια μυαλωμένος άνθρωπος δεν γκρεμίζει το σπίτι του, για να κτίσει το σπίτι του διπλανού του.

Αν όμως συνεχίζεται η ταραχή, βίασε την καρδιά σου και προσευχήσου λέγοντας: «Φιλάνθρωπε και φιλόψυχε Θεέ μου, εσύ που από την πολλή Σου αγαθότητα μας έφερες από την ανυπαρξία στη ζωή, για να απολαύσουμε τα αγαθά Σου και, μολονότι παραβήκαμε τις εντολές Σου, μας ξαναμάζεψες κοντά Σου με το Αίμα του Μονογενούς Σου Υιού, του Σωτήρα μας, έλα και τώρα και στάσου κοντά μας, την ώρα αυτή της ασθένειάς μας, και επιτίμησε την ταραχή της καρδιάς μας, όπως ακριβώς επιτίμησες τότε τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Κάμε ώστε να μη στερηθείς την ίδια ώρα και τα δυο παιδιά Σου, που τα θανάτωσε η αμαρτία, και να μη μας πεις ποτέ: «Τί και αν έχυσα για σας το Αίμα μου, ποιά η ωφέλεια και αν κατέβηκα για σας στον Άδη»; (Ψαλμ. 29, 10). Και, ¨αληθινά σας λέω, δεν σας γνωρίζω¨ (Ματθ. 25, 12), ¨γιατί σας τελείωσε το λάδι και σβήσανε οι λαμπάδες σας¨».

Και αφού ηρεμήσει η καρδιά σου μετά απ’ αυτή την προσευχή, μπορείς με σύνεση και ταπείνωση, σύμφωνα με την Αποστολική εντολή, «να τον ελέγξεις, να τον επιτιμήσεις, να τον παρηγορήσεις» (Β’ Τιμ. 4, 2), να τον διορθώσεις με συμπάθεια ως άρρωστο μέλος και να τον θεραπεύσεις. Γιατί τότε αποδέχεται και ο αδελφός τη διόρθωση ολόκαρδα, καταδικάζοντας τον εαυτό του για την σκληρότητά του. Έτσι με την ειρήνη σου ειρηνεύεις και τη δική σου καρδιά. Τίποτε λοιπόν να μη σε χωρίσει από εκείνα που μας παρέδωσε ο Χριστός, που είπε: «Μάθετε από μένα ότι πράος και ταπεινός στην καρδιά» (Μτθ. 11, 29). Γιατί πρέπει να φροντίζεις πάντοτε να βρίσκεσαι σε ειρηνική κατάσταση, ώστε να μη θολώνει η καρδιά σου, ούτε με προφάσεις, που με πρώτη ματιά φαίνονται δίκαιες, ούτε εξαιτίας δήθεν μιας εντολής. Αλλά να έχεις τη βεβαιότητα ότι όλες τις εντολές τις επιβάλλουμε για χάρη της αγάπης και της καθαρότητας της καρδιάς.

Όταν έτσι οικονομείς τον αδελφό, θα αξιωθείς να ακούσεις εκείνη τη φωνή που λέει: «Αν βγάλεις από ανάξιο άξιο, θα γίνεις σαν το στόμα μου» (Ιερ. 15, 19).

Αν είσαι υποτακτικός, μη δίνεις εμπιστοσύνη στην καρδιά σου, γιατί αυτή είναι τυφλωμένη από τις πολλές εμπαθείς καταστάσεις της. Να μην ακολουθείς σε κανένα θέμα την κρίση σου, ούτε να βεβαιώνεσαι μέσα σου για κάτι, πριν ρωτήσεις και πάρεις τη γνώμη το προεστού σου. Ούτε να λογίζεται ή να νομίζεις ότι αυτά που σκέπτεσαι εσύ είναι πιο λογικά και πιο δίκαια απ’ αυτά που σου λέει εκείνος. Ούτε να γίνεις εξεταστής των έργων του και πολλές φορές πλανεμένος ελεγκτής. Αυτή είναι απάτη του Πονηρού, για να σε εμποδίσει να υποταχθείς σε όλα με απόλυτη εμπιστοσύνη και να χάσεις τη σίγουρη σωτηρία που προέρχεται απ’ αυτή. να υποτάσσεσαι ειρηνικά, να πορεύεσαι ακίνδυνα και χωρίς παραστρατήματα στο δρόμο που χάραξαν οι Πατέρες. Βίαζε σε όλα τον εαυτό σου και κόβε το θέλημά σου. Και έτσι όταν, με τη χάρη του Χριστού, συνηθίσεις από την επανάληψη να το κόβεις, τότε αυτό θα γίνεται αβίαστα και χωρίς να θλίβεσαι, σαν να γίνεται πάντα το δικό σου.

Γιατί δεν θέλεις πια να γίνονται τα πράγματα όπως θέλεις, αλλά τα θέλεις όπως γίνονται και έτσι ζεις με όλους ειρηνικά. Αυτά βέβαια εφαρμόζονται, όταν δεν υποχρεώνεσαι να παραβείς εντολή του Θεού ή των Πατέρων. Αγωνίσου να κατορθώσεις να μέμφεσαι τον εαυτό σου στο καθετί και να προσέχεις με κάθε τρόπο να μη δίνεις σημασία και οντότητα στον εαυτό σου, ούτε να ζητάς οι άλλοι να σου δίνουν. Να πιστεύεις ότι όλα, ακόμα και τα πιο ευτελή που μας συμβαίνουν, είναι κάτω από την Πρόνοια του Θεού και να υπομένεις ατάραχα ό,τι σου συμβαίνει. Να πιστεύεις ακόμα ότι οι ατιμίες και οι βρισιές είναι φάρμακα που θεραπεύουν την υπερηφάνεια της ψυχής σου. Να εύχεσαι πάρα πολύ γι’ αυτούς που σε εξευτελίζουν, σαν να ήταν αληθινοί γιατροί. Να είσαι βέβαιος ότι εκείνος που μισεί την ατίμωση, μισεί την ταπείνωση και εκείνος που αποφεύγει όσους τον προσβάλλουν, αποφεύγει την πραότητα. Να μη θέλεις να γνωρίσεις την κακία του πλησίον σου και να μη δέχεσαι τις υποψίες που σου υποβάλλει ο λογισμός σου εναντίον του.

Και αν ακόμα, από ανθρώπινη αδυναμία, ξεφυτρώσουν οι υποψίες στο νου σου, προσπάθησε να τις μεταβάλεις σε καλές σκέψεις. Να ευχαριστείς για όλα και έτσι θα αποκτήσεις την αγαθότητα και την αγία αγάπη.

Πάνω απ’ όλα όμως ας φυλάξουμε τη συνείδησή μας καθαρή σ’ ό,τι έχει σχέση με τον Θεό, με τον πλησίον και με τα υλικά πράγματα. Και πριν πούμε ή κάνουμε κάτι, να εξετάζουμε τον εαυτό μας, αν αυτό είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Και έτσι, αφού προσευχηθούμε, να το πούμε ή να το κάνουμε. Και ας αποθέσουμε την αδυναμία μας στη Χάρη του Θεού και η αγαθότητά Του θα μας συνοδεύει στο καθετί.

Επιστολή Β’
Προς τους εν τω μοναστηρίω επιστάτας και μαθητάς.

Πώς δει επιστατείν αδελφών και πώς τοις επιστατούσιν υποτάσσεσθαι.

Εάν η αδελφών επιστάτης, φρόντισον αυτών εν στρυφνότητι καρδίας και σπλάχνοις οικτιρμών, παιδεύων αυτούς έργω και λόγω τα πρακτέα, τα πλείω δε τω έργω, επειδή τα υποδείγματα μάλλον εναργέστερά εισίν, ει μεν δύνασαι και εν τοις σωματικοίς τυπών αυτούς, ει δε ασθενής ει, τη της ψυχής καλή καταστάσει και τοις παρά τω Αποστόλω ηριθμημένοις καρποίς του Πνεύματος, αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητι, αγαθωσύνη, πίστει, πραότητι και τη κατά πάντων των παθών εγκρατεία. Επί δε τοις συμβαίνουσι σφάλμασι, μη σφόδρα αγανακτεί, αλλά αταράχως δείκνυε την βλάβην την από του σφάλματος, καν επιτιμήσαι δέοι πρόσωπον τηρών και καιρόν επιτήδειον. Μη ακριβάζου δε περί τα μικρά σφάλματα, ως ακριβοδίκαιος αυτός, μηδέ συνεχώς έλεγχε˙ φορτικόν γαρ τούτο δια της συνηθείας του ελέγχου εις αναισθησίαν άγει και καταφρόνησιν˙ μη προστακτικώς επιτάσσων, αλλά μετά ταπεινώσεως συμβουλευόμενος μετά του αδελφού˙ προτρεπτικός γαρ ούτος ο λόγος γίνεται, και πείθει μάλλον και τον πλησίον αναπαύει.

Εν καιρώ δε ταραχής αδελφού σοι ανθισταμένου, φύλαξον την γλώσσάν σου μη λαλήσαι τι το σύνολον εν οργή, και μη εάσης την καρδίαν σου επαρθήναι κατ’ αυτού, αλλά μνήσθητι ότι αδελφός εστίν και μέλος εν Χριστώ και εικών Θεού επηρεαζομένη υπό του κοινού εχθρού ημών, και σπλαγχνίσθητι επ’ αυτή, μη πως αιχμαλωτίσας αυτήν ο διάβολος από της πληγής του θυμού, θανατώση εις μνησικακίαν και απολείται ψυχή απροσεξίας ημών υπέρ ης Χριστός απέθανε˙ μνήσθητι δε ότι και συ υπόκεισαι τω αυτώ κρίματι της οργής, και εκ της σης ασθενείας συμπάθησον τω αδελφώ σου, και ευχαρίστει ότι εύρες αφορμήν εις το συγχωρήσαι, ίνα και συ τα μείζονα και πλείονα παρά του Θεού συγχωρηθής. Άφετε γαρ, φησίν, και αφεθήσσεται υμίν. Αλλά νομίζεις βλάπτεσθαι τον αδελφόν σου εκ της σης μακροθυμίας; Άλλ’ ο Απόστολος παραγγέλλει νικάν εν τω αγαθώ το κακόν, ουκ εν τω κακώ το κακόν. Και οι Πατέρες δεν λέγουσιν˙ εάν ετέρω επιτιμών εις οργήν κινηθής, ίδιον πάθος επλήρωσας και ουδείς συνετός λύει την εαυτού οικίαν, ίνα την του πλησίον οικοδομήση.

Επιμενούσης δε της ταραχής, βίασαι την καρδίαν σου και εύξαι λέγων ούτως˙ Ο Θεός ο φιλάνθρωπος και φιλόψυχος, ο τη αφάτω σου αγαθότητι εκ του μη όντος εις το είναι ποιήσας ημάς επί μεταλήψει των σων αγαθών και αποστατήσαντος ημάς από των εντολών σου ανακαλέσας δια του αίματος του μονογενούς σου Υιού του Σωτήρος ημών, και νυν παράστηθι τη ασθενεία ημών και επιτίμησον ώσπερ ποτέ κυματουμένη τη θαλάσση, ούτως και νυν τη ταραχή της καρδίας ημών, και μη ατεκνωθής εν μια ώρα εξ αμφοτέρων ημών θανατωθέντων τη αμαρτία, και μη είπης ημίν˙ Τις ωφέλεια εν τω αίματί μου, εν τω καταβαίνειν με εις διαφθοράν; Και˙ Αμήν λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς, δια το σβεσθήναι τας λαμπάδας ημών ελαίου λείψαντος. Και μετά την ευχήν ταύτην πραϋνθείσης σου της καρδίας, δύνασαι λοιπόν μετά συνέσεως και ταπεινώσεως κατά το αποστολικόν παράγγελμα ελέγξαι, επιτιμήσαι, παρακαλέσαι και μετά συμπαθείας ως μέλος ασθενές θεραπεύσαι και διορθώσασθαι.

Τότε γαρ και ο αδελφός καταδέχεται την διόρθωσιν μετά πληροφορίας, καταγνούς εαυτού επί τη σκληρότητι˙ και δια της σης ειρήνης ειρηνεύεις την αυτού καρδίαν. Μηδέν τοίνυν χωριζέτω σε της αγίας του Χριστού παραδόσεως˙ Μάθετε απ’ εμού λέγοντος ότι πράός ειμί και ταπεινός τη καρδία. Επιμελείσθαι γαρ χρη πρώτον ειρηνικής καταστάσεως, ώστε μηδέ επί δικαίας προφάσεσιν ή εντολής δήθεν χάριν την καρδίαν θολούν, πεπεισμένον ως πάσας τας εντολάς επιτηδεύομεν αγάπης ένεκα και της καθαρότητος της καρδίας˙ ούτως τον αδελφόν διοικών, ακούσης της λεγούσης φωνής˙ Εάν εξαγάγης τίμιον εξ αναξίου, ως στόμα μου έση.

Εν υποταγή δε ων, μηδέποτε πιστεύσης τη καρδία σου˙ τυφλώττη γαρ από των παλαιών προσπαθειών. Και μη στοιχήση εν τίνι τη ιδία κρίσει και μη στήσης παρά σεαυτώ μηδέν χωρίς ερωτήσεως και γνώμης, και μη λογίζου ή νόμιζε ευλογώτερα και δικαιότερα του διοικούντός σε, μηδέ γίνου εξεταστής των έργων αυτού και πεπλανημένος πολλάκις δοκιμαστής. Απάτη γαρ αύτη του πονηρού προς το εμποδίσαι τη μετά πίστεως κατά πάντα υποταγή και τη εκ ταύτης ασφαλεί σωτηρία˙ και υποτάσση μετά ανπααύσεως και ακινδύνως οδεύεις και απλανώς την οδόν των Πατέρων. Βιάζου δε σεαυτόν εις πάντα και κόπτε το θέλημά σου, και χάριτι Χριστού δια της συνηθείας εν έξει του κόπτειν γενόμενος αβιάστως του λοιπού και αθλίπτως αυτό ποιείς, ως συμβαίνει το σον πάντοτε γίνεσθαι. Ου γαρ θέλεις τα πράγματα γίνεσθαι ως θέλεις, αλλά θέλεις ως γίνεται, και ούτως ειρηνεύεις μετά πάντων, ταύτα μέντοι εν οις ουκ έστι παράβασις εντολής Θεού ή Πατέρων.

Αγωνίζου ευρίσκειν εν παντί το μέμφεσθαι εαυτόν και κράτει το αψήφιστον εν γνώσει˙ και πίστευε ότι υπό πρόνοιαν Θεού εστί και μέχρι των ευτελεστάτων τα καθ’ ημάς, και φέρεις τα επερχόμενά σοι αταράχως πίστευε ότι φάρμακα εστίν ιατρικά της υπερηφανίας της ψυχής σου αι ατιμίαι και αι ύβρεις, και υπερεύχου των λοιδορούντων σε ως ιατρών αληθινών, πεπεισμένος ως ο μισών ατιμίαν μισεί ταπείνωσιν και ο φεύγων ερεθίζοντας φεύγει πραότητα. Μη θέλει ειδέναι την κακίαν του πλησίον σου και μη προσδέχου τας κατ’ αυτού υπονοίας εάν δε και σπαρώσι δια την κακίαν ημών, σπούδαζε μεταβάλλειν αυτάς εις καλοεννοησίαν και εν παντί ευχαρίστει και κτάσαι την αγαθότητα και την αγίαν αγάπην.

Προ δε πάντων φυλάξωμεν πάντες την συνείδησιν ημών εν πάσι, τοις τε προς τον Θεόν και τον πλησίον και εν ταις ύλαις και πριν ειπείν ή ποιήσαί τι, εξετάσωμεν ει κατά θέλημά εστί του Θεού˙ και ούτως ευξάμενοι είπωμεν ή ποιήσωμεν, και παραρρίψωμεν την αδυναμίαν ημών ενώπιον του Θεού˙ και η αγαθότης αυτού συνέρχεται ημίν εν πάσι.

Από το βιβλίο: Αββά Δωροθέου – Εργα Ασκητικά.
Εκδόσεις, Ετοιμασία. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Καρέα. Δεκέμβριος 2014.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.