Ο Ελευθέριος, που μνημόνευσα παραπάνω,1 ο πατήρ της μονής του μακαρίου Ευαγγελιστού Μάρκου, που βρίσκεται κοντά στα τείχη της πόλεως Σπολιτίου,2 συναναστράφηκε αρκετό καιρό μαζί μου στην πόλη μας μέσα στο μοναστήρι μου, όπου και εκοιμήθη. Για αυτόν οι μαθητές του διηγούνταν πως με την προσευχή του ανάστησε νεκρό. Ήταν άνδρας τόσης απλότητας και κατανύξεως, που δεν υπάρχει αμφιβολία πως εκείνα τα δάκρυα, που ανέβρυζαν από τόσο ταπεινό και απλό λογισμό, πολλά μπορούσαν να επιτύχουν από τον Παντοδύναμο Θεό. Θα διηγηθώ λοιπόν κάποιο θαύμα του, το οποίο τον ρώτησα και μου το αφηγήθηκε με απλότητα και ο ίδιος.
Κάποια μέρα που ταξίδευε στο δρόμο, τον πρόλαβε το βράδυ και, μη έχοντας τόπο να αποσυρθεί, κατέφυγε σε ένα μοναστήρι παρθένων. Εκεί ήταν κάποιο μικρό παιδάκι, το οποίο το πονηρό πνεύμα συνήθιζε να το κατατρύχει όλη νύκτα. Αλλά οι μονάστριες μόλις υποδέχθηκαν τον άνθρωπο του Θεού, τον παρακάλεσαν: «Ας μείνει, πάτερ, μαζί σου το παιδί τη νύκτα αυτή». Αυτός δέχθηκε ευχαρίστως και επέτρεψε να ξαπλώσει αυτό τη νύκτα εκείνη κοντά του.
Το πρωί οι μονάστριες άρχισαν να ρωτούν ανήσυχα τον πατέρα, αν συνέβη τίποτε τη νύκτα εκείνη με το παιδί που του είχαν δώσει. Αυτός απορώντας γιατί τον ρωτάνε έτσι, απάντησε: «Τίποτα». Τότε εκείνες του γνωστοποίησαν το ζήτημα με αυτό το παιδί και του εξήγησαν πως το πονηρό πνεύμα καμμιά νύκτα δεν το άφηνε ήσυχο. Τον παρακάλεσαν πολύ επίμονα να το πάρει μαζί του στο μοναστήρι του, γιατί αυτές πια δεν μπορούσαν άλλο να το βλέπουν έτσι να κατατρύχεται. Συμφώνησε ο γέροντας και έφερε το παιδί στο μοναστήρι του.
Έμεινε πολύν καιρό στο μοναστήρι και, καθώς ο αρχαίος εχθρός καθόλου δεν αποτόλμησε να πλησιάσει σε αυτό, η ψυχή του γέροντα παρασύρθηκε σε ανάρμοστη χαρά για τη σωτηρία του παιδιού. Είπε δηλαδή μπροστά στους συγκεντρωμένους αδελφούς: «Αδελφοί, ο διάβολος με τις αδελφές εκείνες παιχνίδιζε. Όταν όμως ήρθε σε δούλους του Θεού, δεν αποτόλμησε να πλησιάσει σε αυτό το παιδί». Με την κουβέντα αυτή, την ίδια ώρα και στιγμή, μπροστά σε όλους τους αδελφούς, ο διάβολος εισέβαλε στο παιδί και το συντάραξε.
Σαν το είδε αυτό ο γέροντας αμέσως δόθηκε σε θρήνο. Καθώς οδύρονταν για πολλή ώρα και οι αδελφοί θέλησαν να τον παρηγορήσουν, τους απάντησε: «Πιστέψτε με,3 ότι σε κανενός σας το στόμα δεν μπαίνει ψωμί σήμερα, αν δεν χωρισθεί πρώτα το παιδί αυτό από το δαιμόνιο». Τότε έπεσε σε προσευχή μαζί με όλους τους αδελφούς και η προσευχή κράτησε μέχρις ότου το παιδί θεραπεύτηκε, από την ενόχληση εκείνη. Και τόσο εντελώς θεραπεύθηκε, που το πονηρό πνεύμα δεν ξαναβρήκε στο εξής την τόλμη να πλησιάσει σε αυτό.
ΠΕΤΡΟΣ. Πιστεύω πως, επειδή υπεισήλθε σε αυτόν κάποια μικρή έπαρση, γιαυτό ο Παντοδύναμος Θεός θέλησε να γίνουν οι μαθητές του συνεργοί στο θαύμα αυτό.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Έτσι είναι. Γιατί μόνος του δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος του θαύματος. Το μοιράσθηκε με τους αδελφούς και το σήκωσε.
Πόση δύναμη είχε η προσευχή του το δοκίμασα εκ πείρας στον εαυτό μου: Μια φορά, όταν βρισκόμουν στο μοναστήρι, υπέφερα από ανακοπή ζωτικών οργάνων μου4 και με συχνές κρίσεις στιγμές – στιγμές πλησίαζα στον θάνατο – την οποία αρρώστια οι γιατροί την ονομάζουν με την ελληνική λέξη «συγκοπή».5 Και αν δεν με φρόντιζαν συχνά με τροφή οι αδελφοί, φαινόταν πως θα ξεκολλούσε από τα βάθη η ψυχή μου. Πλησίαζε η μέρα του Πάσχα και κατά το ιερώτατο Σάββατο, κατά το οποίο όλοι, και τα μικρά παιδάκια ακόμα, νηστεύουν, εγώ δεν μπορούσα να νηστεύσω,6 κι άρχισα να λιώνω περισσότερο από τη θλίψη, παρά από την αρρώστια.
Αλλά η λυπημένη ψυχή μου σύντομα βρήκε την ιδέα, να οδηγήσω κρυφά αυτόν τον άνθρωπο του Θεού στον ναό και να του ζητήσω, με τις ικεσίες του προς τον Κύριο προς χάριν μου να επιτύχει, να μου δοθεί τη μέρα εκείνη δύναμη να νηστέψω. Έτσι κι έγινε. Μόλις μπήκαμε στο ναό τον παρακάλεσα ταπεινά και δόθηκε με δάκρυα σε προσευχή, και μετά από λιγάκι τελείωσε την προσευχή του και βγήκε. Αλλά με τους λόγους του της ευλογίας της απολύσεως το στομάχι μου δέχθηκε τόση δύναμη, που εξαφανίσθηκαν εκ βάθους από τη θύμησή μου φαγητό και αρρώστια.
Άρχισα να θαυμάζω πως ήμουν τότε και πως ήμουν πριν. Γιατί κι όταν ξαναγυρνούσε στο νου μου η αρρώστια, δεν αναγνώριζα στον εαυτό μου τίποτα από αυτά που έρχονται στη μνήμη μου. Κι όταν ο νους μου απασχολήθηκε με τη διευθέτηση των υποθέσεων της μονής,7 ξεχνούσα εκ βάθους την αρρώστια μου. Και αν πάλι, όπως είπα προηγουμένως, επέστρεφε στη θύμησή μου η αρρώστια, νιώθοντας τον εαυτό μου τόσο δυνατό, απορούσα αν πράγματι δεν είχα φάγει. Όταν έφθασε το βράδυ, βρήκα τέτοια δύναμη στον εαυτό μου, που, αν ήθελα, μπορούσα να παρατείνω τη νηστεία μέχρι την άλλη μέρα. Με αυτό λοιπόν που συνέβη έλαβα προσωπική πείρα πως ήταν αληθινά σχετικά με αυτόν και εκείνα, στα οποία ο ίδιος δεν ήμουν παρών.
ΠΕΤΡΟΣ. Επειδή είπες πως αυτός υπήρξε άνδρας μεγάλης κατανύξεως, επιθυμώ να μάθω πλατύτερα για τη φύση των δακρύων. Γιαυτό παρακαλώ να μου αναλύσεις πόσα είδη κατανύξεως υπάρχουν.
Υποσημειώσεις.
1. Βλ. 14, 1 και 21, 1. Αναγράφεται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 6 Σεπτεμβρίου.
2. Βλ. 14, 1. Ίσως το μοναστήρι αυτό έχει σχέση με την σημερινή εκκλησία του αγίου Μάρκου στο Σπολέτο στα Α της πόλης κοντά στα τείχη και μέσα σ’αυτά.
3. Πρβλ. Ιωάν. 4, 21
4. Μαρτυρείται πως έπασχε από το στομάχι του λόγω της αυστηρότητας της ασκήσεως.
5. Sincopi, κατά την αρχαία ιατρική: «αθρόα της δυνάμεως κατάπτωσις, συνοδευομένη υπό λιποθυμίας και περιψύξεως των άκρων».
6. Πρόκειται για πλήρη ασιτία μέχρι το βράδυ, που την κρατούσε όλος ο λαός. Άλλοι μάλιστα κρατούσαν μέχρι τα μεσάνυχτα.
7. Πράγμα που ίσως σημαίνει πως ο άγ. Γρηγόριος έγινε και ηγούμενος στο μοναστήρι, και το επεισόδιο χρονολογείται στα 589 -590, ειδάλλως, το πιθανότερο, 10 χρόνια προηγουμένως.
Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.