Δεύτερον, πρόσεχε καλά την όρασίν σου? γιατί αυτή η αίσθησι, επειδή είναι η πιο λεπτή,1 γι’ αυτό είναι και η πιο γνωστική? και επειδή είναι η πιο γνωστική, γι’ αυτό και από τον νου είναι η πιο επιθυμητή? και επειδή είναι η πιο επιθυμητή, ζωγραφίζει πιο έντονα και τα είδωλά της στην πυξίδα της φαντασίας? και επειδή τα τυπώνει πιο βαθειά, γι’ αυτό και εξαλείφονται με περισσότερη δυσκολία. Γι’ αυτό και οι ιεροί Θεολόγοι και όλοι οι νηπτικοί Πατέρες αποφαίνονται από κοινού ότι η όρασις βλέπει τα ορατά πράγματα στην πραγματική τους υπόστασι.2
Και στ’ αλήθεια, μέσω της πείρας βλέπουμε να επιβεβαιώνεται, ότι τις άλλες εικόνες, για τις οποίες φθάσαμε να ειδοποιηθούμε μέσω των άλλων μας αισθητηρίων, τις εξαλείφουμε ευκολώτερα? ενώ εκείνες που τυπώσαμε στη φαντασία μας μέσω των ματιών μας και των περίεργων βλεμμάτων ή για μεγάλο χρονικό διάστημα και με πολύ κόπο ή και τελείως, δεν μπορούμε να τις εξαλείψουμε? αλλά, είτε όταν είμαστε ξύπνιοι δεν σταματούν να μας προσβάλλουν ή και όταν κοιμώμαστε, ως επί το πλείστον, δεν σταματούν να μας ενοχλούν? με λίγα λόγια, μαζί μ’ αυτές γερνάμε και πεθαίνουμε.
Ο αρχιερέας και όλοι όσοι ασκούν την παρθενία, πρέπει να αποφεύγουν τις συνομιλίες με γυναίκες.
Γι’ αυτό πρόσεχε. Ναι, σε παρακαλώ θερμά, φίλτατε, πρόσεχε και φυλάξου καλά από το να εντρυφούν οι οφθαλμοί σου στην περίεργη θεωρία των ωραίων προσώπων? ας μη σε νικήση ποτέ η επιθυμία του κάλλους πληροφορήσου λοιπόν, ότι βρίσκεσαι σε μεγάλο κίνδυνο και μάλιστα αν είσαι νέος ή αρχιερέας ή γενικά κάποιος από τον ιερό κλήρο? και δεν υπάρχει τρόπος να μην συναντήσης πρόσωπα, τα οποία ρίχνουν στην καρδιά τα βέλη της ηδονής, ακόμα και αν τα δης από μακρυά. Αλλά, αν είναι δυνατόν, ας μη θελήσης ποτέ να συναντήσης τέτοια πρόσωπα και να εμπλακής γενικά σε λόγια και συνομιλίες μαζί τους, ακόμα και αν η συνομιλία είναι για την εξομολόγησι, όπως και αυτό το ισχυρίζονται οι θείοι Πατέρες. Γιατί θυμάμαι, ότι η αγία και Οικουμενική Εβδόμη Σύνοδος, λέει στον Δέκατο όγδοο Κανόνα, ότι όταν ο αρχιερέας βρεθή έξω σε κάποιο προάστιο και εκεί βρίσκωνται και γυναίκες, να αναχωρήσουν εκείνες από εκεί οπωσδήποτε, όσο βρίσκεται παρών ο αρχιερέας: «Εάν βρεθή κάποιος να έχη στο επισκοπείο ή στο μοναστήρι κάποια δούλα ή ελεύθερη
για κάποια διακονία, να τιμωρήται? και αν επιμένη, να καθαιρήται, και αν τύχη στα προάστεια να είναι γυναίκες και ο επίσκοπος ή ο ηγούμενος, θελήση να περπατήση προς τα εκεί, εκείνη τη στιγμή η γυναίκα να μην επιχειρήση να κάνη καμμιά διακονία, παρόντος του επισκόπου ή του ηγουμένου? αλλά να μένη μόνη σε άλλο μέρος, έως ότου αναχωρήση ο επίσκοπος για το αδιάβλητο».
Πώς πρέπει να συμπεριφέρεται κάποιος όταν συνομιλή με γυναίκες.
Από αυτό συμπεραίνουμε, ότι ο κανόνας απαγορεύει εντελώς οι γυναίκες να βλέπουν τον αρχιερέα, και αν αυτό δεν είναι δυνατόν, τουλάχιστον όταν μιλάς, ας έχης τα μάτια σου στραμμένα κάτω3 και μπροστά σου ας σου δείχνουν τυπωμένη την παρουσία του Θεού ή ας είναι και εντελώς κλειστά, το οποίο είναι και το ασφαλέστερο? και το στόμα σου ας ψάλλη το: «Βλέπω τον Κύριο πάντοτε εμπρός μου? συναισθάνομαι την πρόνοιά του πάντοτε. Τον βλέπω ότι είναι στα δεξιά μου, έτοιμος για να με προστατεύση για να μην κλονισθώ από φόβο ή οποιονδήποτε κίνδυνο» (Ψαλμ. 15, 8). Και ας μην είσαι μόνος σου, αλλά ας έχης μαζί σου έναν ακόμη ή δύο? για να μη δώσης αφορμή στον εχθρό να σε πολεμά.
Κάποτε ο Ισίδωρος, ο πρεσβύτερος της Σκήτης, πήγε στην Αλεξάνδρεια για να συναντήση τον πατριάρχη Θεόφιλο. Και όταν γύρισε, συγκεντρώθηκαν οι πατέρες και τον ρωτούσαν: «Πώς είναι ο κόσμος, Αββά; Τί κάνουν οι άνθρωποι;» Και αυτός απάντησε: «Εγώ το πρόσωπο του φυσικού ανθρώπου δεν το είδα, παρά μόνον το πρόσωπο του πατριάρχη»? τότε εκείνοι απάντησαν: «Άραγε εξαφανίστηκαν οι άνθρωποι Αββά, ή καταποντίστηκαν;» και αυτός απάντησε: «Όχι αλλά πίεσα στον εαυτό μου να μη δω πρόσωπο ανθρώπου». Και όλοι θαύμασαν την ακρίβειά του (Εις το Γεροντικόν). Απ’ αυτό λοιπόν το παράδειγμα, μπορείς να μάθης πόσο κακό είναι το να αφήση κανείς τα μάτια του να περιπλανώνται? γιατί από αυτήν την περιπλάνησι, δεν αποκτάται τίποτε άλλο, παρά ηδονές και ολέθρια πάθη. Γι’ αυτό και ο Συμεών ο νέος θεολόγος, παραγγέλλει να μην προσηλώνη κανείς τα μάτια του, όχι μόνο σε πρόσωπα γυναικών ή νεαρών ατόμων, αλλά ούτε και στα πρόσωπα γερόντων ή ασπρομάλληδων?
γι’ αυτό αδελφέ, φυλάξου τουλάχιστον από τις γυναίκες και από τους νεώτερους,4 παρακαλώντας το Θεό μαζί με το σοφό Σειράχ, και λέγοντας: «Κύριε εσύ που είσαι πατέρας και Θεός της ζωής μου, μη μου δώσης αποπλάνησι των οφθαλμών μου από πονηρή περιέργεια και κάθε πονηρή επιθυμία απομάκρυνε από μένα» (Σοφ. Σειρ. 23, 4-5). Ιδιαίτερα όμως φυλάξου να μη βλέπης εκείνα τα πρόσωπα, για τα οποία προηγουμένως πρόλαβες να δεχθής πάθος και επιθυμία στην καρδιά σου. Γιατί βλέποντας αυτά, διπλά πολεμείσαι από τον διάβολο? και από μέσα με το πάθος και την επιθυμία που σε κυρίεψε και από έξω με την θέα εκείνων, που είναι νοερά παρούσα.
Παραδείγματα εκείνων που δεν προφύλαξαν τα μάτια τους.
Φύλαξε καλά, αγαπητέ, «γιατί το να σου λέω τα ίδια», όπως λέει και ο Παύλος, «δεν είναι για εμένα βαρετό και σε σας παρέχει ασφάλεια» (Φιλιπ. 3,1). Φύλαξε τους οφθαλμούς σου, τους απατεώνες και κλέφτες των ξένων ηδονών. Σ’ αυτές τις θύρες των ματιών να έχης μεγάλη την προσοχή σου? γιατί μέσω αυτών εισβάλλουν οι περισσότεροι κλέφτες και κυριεύουν την ακρόπολι της ψυχής? γιατί αν οι προπάτορες είχαν διαφυλάξει τα μάτια τους, δεν θα είχαν εξορισθή μακρυά από τον Θεό και τον παράδεισο». «Η γυναίκα είδε ότι οι καρποί του δέντρου ήταν εύγευστοι» (Γεν. 3,6). Ακούς; είδε, λέγει, είδε, έπαθε, έφαγε, πέθανε? αν οι υιοί του Θεού, δηλαδή του Σηθ, είχαν διαφυλάξει τα μάτια τους, δεν θα είχαν καταποντισθή από τον κατακλυσμό των υδάτων. «Είδαν οι υιοί του Θεού τις θυγατέρες των ανθρώπων, ότι ήταν όμορφες και τις πήραν για γυναίκες τους» (Γέν. 6,2) και αν οι Σοδομίτες είχαν διαφυλάξει τα μάτια τους, για να μη δουν τους δύο αγγέλους, δεν θα είχαν καταφλεγή από τον πύρινο κατακλυσμό» (Γέν. 19).
«Είδε ο Συχέμ, ο υιός του Εμμώρ, την Δείνα, την κόρη του Ιακώβ, στα Σίκιμα και την αγάπησε και γι’ αυτό χάθηκε από τα αδέλφια της μαζί με όλο τον λαό» (Γέν. 34, 2). Είδε ο Δαβίδ από το δώμα την Βηρσαβεέ να λούζεται και έπεσε στο διπλό λάκκο της μοιχείας και του φόνου (Β’ Βασιλ. 11,2)? και από αυτό αφού σωφρονίσθηκε απ’ αυτό, έμαθε να παρακαλή τον Θεό, για να αποστρέφη τα μάτια του από μάταιο κάλλος, λέγοντας: «Απόστρεψε τους οφθαλμούς μου για να μη δω τη ματαιότητα» (Ψαλμ. 118, 37).
«Εκ του οράν τίκτεται το εράν» και αντίστροφα «Εκ του μη οράν, τίκτεται το μη εράν».
Γιατί να περιττολογώ; Είναι ομολογούμενο, χωρίς αμφιβολία και αποδεκτό από όλους, αυτό το πολυθρύλητο αξίωμα που λέει ότι εκ του οράν τίκτεται το εράν? και αντίστροφα εκ του μη οράν, τίκτεται το εράν? Αυτό φανερώνει και εκείνος ο σοφός λόγος του Σειράχω που λέει: «Γυναίκα που είναι πόρνη, φαίνεται από την άτακτη και περίεργη περιφορά των οφθαλμών της και από τα βλέφαρά της διακρίνεται» (Σοφ. Σειράχ 26, 9). Γνωρίζοντας αυτό και πολλοί από τους Έλληνες, δια του «μη οράν» (= να μη βλέπουν), απέκτησαν το «μη εράν» (= το να μην επιθυμούν). Έτσι ο Αλέξανδρος, δεν αξίωσε ούτε ένα βλέμμα να ρίξη στις θυγατέρες του Δαρείου, που ήταν ομολογουμένως θαυμαστής ομορφιάς, κατά τον μέγα Βασίλειο. (Λόγ. προς τους νέους). Και ο Κύρος, την Πάνθεια, την γυναίκα του Αβραδάτου5 και ο Καμβύσης την ιέρεια της Άρτεμης, που διέφεραν από τις υπόλοιπες στην ομορφιά, απαξίωσαν να τις κοιτάξουν.
Ωραίο είναι και το επιχείρημα του Σωρείτη, που το αναφέρει κάποιος αββάς στο γεροντικό. Να και ο Σωρείτης καθαρά τι λέγει?
Αυτό που δεν έχει ιδωθή, δεν το δέχεται ο νους.
Αυτό που δεν δέχεται ο νους, δεν διεγείρη τη φαντασία.
Αυτό που δεν διεγείρη τη φαντασία, ούτε το πάθος διεγείρη.
Και όταν το πάθος δεν διεγείρεται, υπάρχει μέσα μας γαλήνη.
Επομένως αυτό που δεν έγινε ορατά, φέρνει μέσα μας ειρήνη.
Ακόμα πιο ωραίο είναι αυτό που λέει κάποιος από τους σοφούς: «Αυτός που ρίχνει το βλέμμα σε ξένο κάλλος, δεν έχει κόρη την κόρη του ματιού, αλλά μάλλον πόρνη», συμφωνώντας βέβαια με τον άγιο Ισίδωρο που είπε: «Δεν πρέπει μόνο το σώμα να μένη ανέπαφο, αλλά και οι ματιές των οφθαλμών, τις οποίες γι’ αυτό τις ονομάζουμε κόρες, πρέπει να είναι παρθένες» (Επιστ. ασογ’ Παύλω πρεσβυτέρω). «Αλλά και αυτή ακόμη η φύσι, έκλεισε τα μάτια μέσα στα βλέφαρα σαν παρθένες μέσα στα δωμάτια, για να ντρέπωνται, σαν παρθένες, όταν βγαίνουν έξω από τα οικεία δωμάτια να βλέπουν τα τυχαία πρόσωπα», όπως είπε πάλι ο Ισίδωρος. Γι’ αυτό καλά είπε και ο θείος Ιωάννης της Κλίμακος «Φεύγοντας ας αποφεύγουμε τον καρπό της οράσεως και της ακοής, τον οποίο συμφωνήσαμε να μην τον γευθούμε στο εξής. Γιατί αναρωτιέμαι μήπως θεωρούμε τους εαυτούς μας ισχυρότερους από τον προφήτη Δαβίδ» (Λόγ. ιε’).
Υποσημειώσεις.
1. Είναι πράγματι παράδοξο και σχεδόν απίστευτο λόγω της υπερβολής το λεπτό φως, το οποίο έδωσε η φύσι στα μάτια κάποιων ανθρώπων? γιατί διαβάζουμε στις ιστορίες, ότι ο Στράβων ο γεωγράφος, στον αφρικανικό πόλεμο, έβλεπε από το ακρωτήριο της Σικελίας τα πλοία στο λιμάνι της Καρθαγένης (δηλαδή του Τουνεζίου), και ποιος έβγαινε από αυτό. Και ο βασιλιάς Τιβέριος, έβλεπε στο σκοτάδι, όπως βλέπουν όλα τα νυκτόβια ζώα, με φως που σπινθηρίζει από τα μάτια και βλέπουν κατά αντανάκλασί του.
2. Βλέπε αββά Ισαάκ, λόγ. ιζ’, όπου ονομάζει ουσιώδη τη θεωρία των αισθητών μέσω των αισθήσεων και μάλιστα τη θεωρία μέσω των οφθαλμών. Και την οποία στον πδ’ λόγο του την ονομάζει σημαντική θεωρία της υποστάσεως ουσιωδώς. Αυτό το ίδιο λέει και ο μέγιστος νους, ο Κάλλιστος ο Καταφυγιώτης σε πολλά μέρη των κεφαλαίων του και μάλιστα στο πδ’ και αυτό βεβαιώνει και εκείνος ο θεολογικότατος Θεοφάνης ο Νικαίας στον πέμπτο λόγο του και των Ακινδυνιανών.
3. Καθώς αυτό διδάσκει ο θείος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, λέγοντας: «Όλες, αν είναι δυνατόν, τις συνομιλίες με γυναίκες πρέπει να τις αποφεύγη κανείς, γιατί έχουν κάποια τάσι προς την αποχαύνωσι? και αν αυτό είναι αδύνατο λόγω κάποιων περιστασιακών αναγκών, ή για την οικονομία των φτωχών, να συνο-μιλήτε κοιτάζοντας κάτω? γιατί στους περισσότερους, ή σχεδόν σε όλους όσους ηττήθηκαν από το κάλλος των γυναικών, μέσω των θυρίδων ανέβηκε ο θάνατος αυτός επιβλήθηκε και στον μεγάλο Προφήτη και βασιλιά, όταν κοίταξε προς εκείνο το θανατηφόρο λουτρό». (Επιστ. πθ’ Ισιδώρω Επισκόπω). Και γράφοντας πάλι ο ίδιος και προς τον επίσκοπο Παλλάδιο, λέει: «Να αποφεύγης βέλτιστε, όσο είναι δυνατόν, τις συναντήσεις με τις γυναίκες. Γιατί οι ιερωμένοι πρέπει να είναι αγιώτεροι και πιο καθαροί από αυτούς που πήραν τα βουνά. Γιατί οι μεν φροντίζουν και τους εαυτούς τους και το λαό, ενώ οι άλλοι μόνο τον εαυτό τους? και αν αναγκασθής να τις συναντήσης, έχε κάτω τα μάτια σου και δίδασκε και εκείνες πως πρέπει να βλέπουν και αφού με
λίγες φράσεις ενσταλάξεις αυτά που μπορούν να τις ταπεινώσουν φωτίσουν, γρήγορα απομακρύνσου» (Επιστ. πδ’).
4. Και να προφυλάσσης τα μάτια σου, όχι μόνο από τη θέα του προσώπου των γυναικών και των νεωτέρων, αλλά και από το περίεργο βλέμμα προς τα άλλα μέλη του σώματός τους? γιατί πολλές φορές, η πονηρή επιθυμία γοητεύεται και εξαπατάται και από τα μέλη αυτών των προσώπων, ακόμα και από αυτά τα ίδια τους τα υποδήματα? γι’ αυτό είναι γραμμένο για τον Ολοφέρνη και την Ιουδίθ: «Τα σανδάλια της Ιουδίθ, συνάρπασα τα μάτια του Ολοφέρνη και η ομορφιά της σκλάβωσε την ψυχή του» (Ιουδίθ 16,9).
5. Δεν μπορώ εδώ να αποσιωπήσω ως αξιόλογο και σχετικό με την υπόθεσι, εκείνο το οποίο ακολούθησε σχετικά με την ωραιότατη Πάνθεια, όπως το αναφέρει ο θείος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης. Ο Κύριος, σαν φρόνιμος πού ήταν και γνωρίζοντας πόσο πλήττουν την καρδιά τα ωραία κάλλη, δεν θέλησε καθόλου να δη την Πάνθεια. Γι’ αυτό όχι μόνο δεν δοκίμασε την ταραχή και το πάθος της λαγνείας, αλλά και έλαμψε με την σωφροσύνη του και έγινε ξακουστός. Ο Αράσπας όμως που υπερηφανεύθηκε ως ανόητος, ότι μπορεί να δη την ομορφιά μας γυναίκας χωρίς να την ερωτευθή, είδε την Πάνθεια. Αλλά την ερωτεύθηκε τόσο πολύ και κατάντησε σε τόση αδιαντροπιά, που παρακαλούσε θερμά να πετύχη το ποθούμενο, αλλά δεν τα πέτυχε? και είδε και έπαθε ο βασιλιάς Κύρος να απελευθερώση τον άνθρωπο από εκείνο τον αισχρό έρωτα και την ασυγκράτητη επιθυμία. Και στ’ αλήθεια πραγματοποιήθηκε σ’ αυτούς τους δύο εκείνο που λέει ο Παροιμιαστής: «Υπολογίζει το κακό ο σοφός και απομακρύνεται απ’ αυτό? ενώ ο ανόητος προχωρώντας με σιγουριά γεμάτος αναμιγνύεται με
τον παράνομο» (Παροιμ. 14, 16). Γι’ αυτό ο προαναφερόμενος θείος Ισίδωρος παρακινήθηκε να γράψη αυτό το ωραίο δίλημμα: «Ή βλέποντας, μην αγαπάς, ή αγαπώντας, μη βλέπης». Και αν το πρώτο φαίνεται δύσκολο σε μερικούς και σε κάποιους ακόμα αδύνατο, το δεύτερο μπορεί να το εξασκήση κανείς γιατί η ασφάλεια είναι προτιμότερη από την αδιάκριτη φιλοτιμία» (Επιστ. αυνδ’ προς Ανδρόμαχον».
Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.